Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2020

«Πολλοὶ εἰσὶ κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί» Λκ 14,16-24. Δημητρίου Π. Ρίζου Δρ. Θεολογίας

 


Εἶπε ὁ Κύριος τὴν παραβολή˙ Ἕνας ἄνθρωπος ἔστρωσε μεγάλο δεῖπνο καὶ κάλεσε πολλούς. Καὶ ἔστειλε τὸν δοῦλο του τὴν ὥρα τοῦ δείπνου νὰ πῆ στοὺς καλεσμένους˙ Μπορεῖτε νὰ ρθῆτε, διότι ὅλα εἶναι ἕτοιμα. Καὶ ἄρχισαν ὅλοι νὰ ἀποποιοῦνται τὴν πρόσκλησι. Κάποιος εἶπε˙ Ἀγόρασα χωράφι καὶ πρέπει νὰ βγῶ καὶ νὰ τὸ δῶ, γι’ αὐτὸ σὲ παρακαλῶ μὴ μὲ περιμένης. Καὶ ἄλλος εἶπε˙ Ἀγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια καὶ πηγαίνω νὰ τὰ δοκιμάσω. Σὲ παρακαλῶ μὴ μὲ περιμένης. Καὶ ἄλλος εἶπε˙ Παντρεύθηκα καὶ γι’ αὐτὸ δὲν μπορῶ νὰ ἔρθω. Γύρισε ὁ δοῦλος καὶ τὰ ἀνήγγειλε ὅλα στὸν κύριό του. Ὀργισμένος τότε ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε στὸν δοῦλο τοῦ˙ Βγὲς γρήγορα στὶς πλατεῖες καὶ στὰ σοκάκια τῆς πόλεως καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τοὺς τυφλοὺς φέρε τους ἐδῶ. Καὶ ὁ δοῦλος εἶπε˙ Κύριε ἔγινε ὅπως διέταξες, ὅμως ὑπάρχει ἀκόμα ἄδειος χῶρος. Ὁ Κύριος τὸν διέταξε˙ Βγὲς στοὺς δρόμους καὶ τοὺς φράκτες καὶ ἀνάγκασέ τους νὰ ἔρθουν, ὥσπου νὰ γεμίση τὸ σπίτι μου. Διότι σᾶς λέγω ὅτι, κανένας ἀπὸ ἐκείνους τοὺς ἄνδρες ποὺ κάλεσα δὲν θὰ δοκιμάση τὸ δεῖπνο μου. Διότι πολλοὶ εἶναι οἱ κλητοί, ἀλλὰ λίγοι οἱ ἐκλεκτοί.

Σταθερὰ τὴν δεύτερη Κυριακὴ πρὶν ἀπὸ τὰ Χριστούγεννα ἀκούγεται στοὺς ναοὺς τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας ἡ παραβολὴ τοῦ μεγάλου, ὅπως λέγεται, δείπνου. Τὸ δεῖπνο αὐτὸ εἶναι μιὰ εἰκόνα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕτοιμη «ἀπὸ καταβολῆς κόσμου». Γι’ αὐτὴν τὴν βασιλεία εἴμαστε ὅλοι προορισμένοι, εἴμαστε ὅλοι καλεσμένοι. Ὁ νοικοκύρης εἶναι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος στέλνει τοὺς ὑπηρέτες του καὶ μᾶς εἰδοποιεῖ, μᾶς καλεῖ γιὰ νὰ παρακαθήσωμε καὶ νὰ εὐφραινώμαστε μαζί του αἰώνια. Μᾶς κάνει πολὺ μεγάλη τιμὴ ὁ Θεός. Χωρὶς ἐμεῖς νὰ τὸ ἀξίζωμε, χωρὶς νὰ ἔχωμε κάνει κάτι γι’ αὐτόν, μᾶς καλεῖ κοντά του νὰ συμφάγωμε. Ὄχι μόνον δὲν ἔχομε κάνει κάτι γιὰ τὸν Θεό, ἀλλὰ εἴμαστε καὶ ἐχθρικοὶ ἀπέναντί του, ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ θελήσαμε ὡς ἄνθρωποι, στὸ πρόσωπο τοῦ Ἀδάμ, νὰ παραβοῦμε τὴν ἐντολή του. Ἐμεῖς ὅταν κάνωμε τραπέζι καλοῦμε μόνον συγγενεῖς καὶ φίλους, ποὺ μᾶς τιμοῦνε. Δὲν καλοῦμε ἐχθρούς! Ὁ Θεὸς ἀντίθετα μᾶς καλεῖ ἐμᾶς. Τόση λοιπὸν ἀγάπη καὶ τέτοια τιμὴ μᾶς δείχνει ὁ Θεὸς πατέρας.



Σὲ μιὰ τέτοια θέσι τοῦ Θεοῦ πῶς ἀποκρινόμαστε ἐμεῖς; Ἀναιδέστατα ἀπορρίπτομε τὴν πρόσκλησι καὶ μὲ μύριες δικαιολογίες ἀρνούμαστε νὰ παρακαθήσωμε στὸ τραπέζι τοῦ Κυρίου. Μὲ προφάσεις ποὺ δὲν στέκουν ἀρνούμαστε νὰ μποῦμε στὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Βεβαίως τὸ τραπέζι στρώθηκε. Καὶ ἂν ἐμεῖς δὲν πᾶμε, δὲν ματαιώνεται τὸ δεῖπνο. Στὶς ἑτοιμασμένες θέσεις μας θὰ κληθοῦν νὰ καθήσουν ἄλλοι, διότι τὸ δεῖπνο θὰ γίνει ὁπωσδήποτε. Τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ δὲν μπορεῖ τίποτε καὶ κανένας νὰ τὸ ἀκυρώση. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι οἱ μόνοι ποὺ χάνομε εἴμαστε ἐμεῖς, ὅσοι δηλαδὴ μὲ τὶς δικαιολογίες μας ἀπορρίπτομε τὴν πρόσκλησι τοῦ Θεοῦ. 

Δὲν θέλω σήμερα νὰ ἀναφερθῶ στὶς δικαιολογίες καὶ τὶς προφάσεις. Θέλω νὰ δοῦμε ποῖοι εἶναι οἱ καλεσμένοι. 

Οἱ πρῶτοι ποὺ κλήθηκαν ἦταν ὁ ἐκλεκτὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ. «Ἤγουν, λέγει ὁ Ζιγαβηνός, τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ. Αὗται γὰρ πρὸ πάντων τῶν ἐθνῶν ἦσαν κεκλημέναι, ὡς λαὸς ἐξαίρετος τοῦ Θεοῦ». Καὶ ἀπὸ αὐτοὺς πρῶτοι κλήθηκαν οἱ ἀσχολούμενοι μὲ τὸν νόμο, οἱ Γραμματεῖς καὶ Ἀρχιερεῖς. Αὐτοὶ ἀκριβῶς ἀπέρριψαν τὴν πρόσκλησι. 

Μετὰ κλήθηκαν ὅσοι ἦταν στὶς πλατεῖες καὶ στοὺς δρόμους. Δηλαδὴ οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι, ποὺ δὲν γνώριζαν καλὰ τὸν νόμο. Γι’ αὐτοὺς μιλοῦσαν περιφρονητικὰ οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ ἔλεγαν˙ «ὁ λαὸς ὁ μὴ εἰδὼς τὸν νόμο», δηλαδὴ ὁ λαὸς ποὺ δὲν γνωρίζει τὸν νόμο. Αὐτοὺς λοιπὸν ποὺ ὑστεροῦσαν στὴν γνῶσι τοῦ νόμου, τοὺς ὀνομάζει πτωχούς, ἀναπήρους, χωλούς, τυφλούς. Χωρὶς καθυστέρησι καλοῦνται στὸ μεγάλο δεῖπνο. Χωρὶς καθυστέρησι γιὰ νὰ μὴν προλάβουν ὅσοι ἀρνήθηκαν τὴν πρώτη πρόσκλησι. Αὐτὸ πρέπει πολὺ νὰ τὸ προσέξωμε. Τὸν καθένα μας, μᾶς καλεῖ στὴν ὥρα του. Ἂν ἀρνηθοῦμε δὲν θὰ ἔχωμε ἄλλη εὐκαιρία. 

Παρὰ τὴν δεύτερη πρόσκλησι ὑπῆρχαν πολλὲς ἄδειες θέσεις στὸ τραπέζι. Τότε ὁ Κύριος διέταξε τὸν δοῦλο του νὰ βγῆ στοὺς δρόμους καὶ τοὺς φράκτες τῶν κτημάτων. Δηλαδὴ καλεῖ αὐτοὺς ποὺ εἶναι ἐξω ἀπὸ τὴν πόλι, ποὺ εἶναι μακρυὰ ἀπὸ τὸν νόμο, τοὺς προφῆτες, τὴν διαθήκη. Αὐτοὶ εἶναι οἱ ἐθνικοί. Καὶ δὲν τοὺς καλεῖ ἀπλῶς, ἀλλὰ τοὺς ἀναγκάζει νὰ εἰσέλθουν στὸ δεῖπνο. Βεβαίως ὁ Χριστὸς ἦρθε γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ πρῶτα ἀπευθύνεται στοὺς Ἰσραηλῖτες. Καὶ ὅταν ἔστειλε τοὺς μαθητές του τοὺς ἐδωσε τὴν ἐντολή˙ «Εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε … πορεύεσθε μᾶλλον πρὸς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ». Οἱ Ἰουδαῖοι ὅμως δὲν ἀνταποκρίθηκαν στὴν πρόσκλησι. Δὲν τὸν ἀποδέχθηκαν καὶ τελικὰ τὸν σταύρωσαν. Ἔμειναν ἀπὸ ἔξω. Μετὰ τὴν ἀνάστασι ὅμως παραγγέλλει στοὺς μαθητές του˙ «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη». Καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅπου πήγαινε πρῶτα δίδασκε στὴν ἰουδαϊκὴ συναγωγή. Ὅταν κάποτε τὸν ἔδιωξαν τοὺς εἶπε˙ «Ἰδοὺ στρεφόμαστε εἰς τὰ ἔθνη». Τώρα δὲν ἰσχύει καμμία διάκρισι. Ὅλοι μας εἴμαστε καλεσμένοι. Στὸ μεγάλο δεῖπνο θὰ παρακαθήσουν ὅσοι ἀποδεχθοῦν τὴν πρόσκλησι, ὅποιοι καὶ ἂν εἶναι. 

Τέλος ὁ Κύριος ἔκλεισε τὴν παραβολὴ μὲ τὴν φρᾶσι˙ «Πολλοὶ εἰσὶ κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί». Ἡ εὐθύνη πλέον εἶναι δική μας. Διότι ὁ Κύριος μᾶς κάλεσε ὅλους χωρὶς καμμία ἐξαίρεσι. Λέγει δὲ ὁ λόγος του˙ «Ὁ Θεὸς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν». Καὶ γιὰ ὅλους ἔχει ἑτοιμάσει μία θέσι στὴν βασιλεία του. Μᾶς καλεῖ νὰ παρακαθήσωμε στὸ τραπέζι τῆς αἰώνιας του χαρᾶς. 

Μακάρι νὰ καταλάβωμε κάποτε, ἢ ὅσο γίνεται νωρίτερα, πόσο μεγάλη τιμὴ μᾶς κάνει ὁ ἅγιος Θεός, ποὺ μᾶς καλεῖ στὸ δεῖπνο του. Τότε θὰ κάμναμε τὰ πάντα γιὰ νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ἀνταποκριθοῦμε στὴν πρόσκλησι τοῦ Θεοῦ. Κλητοὶ εἴμαστε. Δηλαδὴ γίναμε Χριστιανοί. Καιρὸς εἶναι νὰ σταματήσωμε νὰ δικαιολογούμαστε. Καιρὸς εἶναι νὰ ζήσωμε ὅπως θέλει ὁ Θεός, ὡς χριστιανοὶ μὲ συνέπεια, γιὰ ὅσο καιρὸ μᾶς ἀνέχεται. Διότι ὑπάρχει κίνδυνος νὰ μᾶς ἀποκλείση καὶ νὰ μὴ μᾶς δώση ἄλλη εὐκαιρία. Ἀπὸ ἐμᾶς ἐξαρτᾶται: Θὰ μείνωμε μόνο μὲ τὸ ὄνομα; Ἄμποτε νὰ μὴ μείνωμε μόνο κλητοί, ἀλλὰ νὰ γίνωμε καὶ ἐκλεκτοί.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου