Ὁ θεοφόρος πατὴρ ἡμῶν Σπυρίδων ὁ πολυθαύμαστος, τὸ θρέμμα τῆς νήσου τῶν ἁγίων Κύπρου, ὁ πολιοῦχος τῆς Κέρκυρας καὶ τὸ καύχημα σύνολης τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἀποτελεῖ ἀναμφίβολα ἕνα ἀπὸ τοὺς λαοφιλέστερους ἁγίους, χάρη στὴν ὑψηλὴ ἀρετή, τὸ εὐσυμπάθητο καὶ τὴν ταχεία ἀνταπόκρισή του στὸν ἀνθρώπινο πόνο καὶ τὰ ἀναρίθμητα ἀνὰ τοὺς αἰῶνες θαύματά του.
Ο ἅγιος εὐμοίρησε νὰ ἔχει ἀρκετὲς ἀναφορὲς στὸ πρόσωπο καὶ τὴ βιοτή του ἀπὸ πρώιμους ἐκκλησιαστικοὺς πατέρες καὶ ἱστορικούς, καθὼς καὶ ἀξιόπιστες βιογραφίες ἀπὸ δόκιμους συγγραφεῖς, ποὺ μᾶς διέσωσαν ἔτσι τὰ πλεῖστα τῆς ἰσάγγελης ἐπὶ γῆς πολιτείας του. Μὲ πρῶτο τὸν Μέγα Ἀθανάσιο (348), ἀναφέρονται ἐφεξῆς περιστασιακὰ στὸν θαυματουργὸ ποιμένα τῆς Τριμιθοῦντος καὶ οἱ ἱστορικοὶ Ρουφῖνος (402-403), Σωκράτης (περ. 440), Σωζομενὸς (περ. 444), Γελάσιος Κυζίκου (περ. 475), κ.ἄ. Πληροφορίες γιὰ τὸν ἅγιο μᾶς παρέχει ἐπίσης ὁ Βίος τῶν ἁγίων ἀρχιεπισκόπων Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 4ου αἰ. Μητροφάνους καὶ Ἀλεξάνδρου. Μία πρώτη βιογραφία τοῦ ἁγίου σὲ ἰαμβικοὺς στίχους, ποὺ σήμερα ἔχει ἀπωλεσθεῖ, γράφηκε σὲ πρώιμη ἐποχὴ (πρὶν τὸν 7ο αἰ.) καὶ ἀποδίδεται στὸν μαθητή του, ἅγιο Τριφύλλιο, ἐπίσκοπο Λήδρων (σήμ. Λευκωσίας) τῆς Κύπρου. Τὸ ἔργο αὐτό, μαζὶ μὲ τὶς γνωστὲς γραπτὲς πηγὲς καὶ προφορικὲς παραδόσεις, ποὺ συνέλεξε περιστασιακά, ἐνσωμάτωσε στὸν ἀρχαιότερο ἴσως, ἀλλὰ σίγουρα σημαντικώτερο σωζόμενο Βίο τοῦ μεγάλου πατρὸς ὁ ἐπίσκοπος Πάφου Θεόδωρος (7ος αἰ.), ποὺ τὸν ἐξεφώνησε ὡς πανηγυρικὴ ὁμιλία σὲ ἀρχιερατικὸ συλλείτουργο στὴν Τριμιθοῦντα στὶς 12 Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 655. Σώζεται ἐπίσης ἀκόμη ἕνας προμεταφραστικὸς ἀνώνυμος Βίος τοῦ ἁγίου, προφανῶς τῆς ἰδίας περιόδου, ποὺ πιθανολογεῖται ὡς ἔργο του ἁγίου Λεοντίου, ἐπισκόπου Νεαπόλεως τῆς Κύπρου. Οἱ μεταγενέστεροι ἐπώνυμοι καὶ ἀνώνυμοι μεταφραστικοὶ Βίοι (ὅπως αὐτὸς ἀπὸ τὸν ἅγιο Συμεὼν τὸν Μεταφραστὴ) ἐξαρτῶνται ἄμεσα καὶ ἀρύονται ἀπὸ τὸ ἀνωτέρω ἔργο τοῦ Πάφου Θεοδώρου. Σώζονται ἐπίσης παλαιὲς μεταφράσεις τοῦ βίου του ἁγίου στὴ γεωργιανὴ καὶ τὴν ἀραβικὴ γλώσσα.