Όλα όσα κάνει ο Ύψιστος, είναι απαραίτητα. Δεν κάνει τίποτα άσκοπο, τίποτα υπερβολικό, τίποτα που να μη χρειάζεται. Γιατί μερικοί άνθρωποι περιφέρονται τόσο άσκοπα και κάνουν τόσο αδιάφορα πράγματα; Επειδή δεν είναι βέβαιοι για το σκοπό της ζωής τους, για τον προορισμό τού επίγειου ταξιδιού τους. Γιατί μερικοί άνθρωποι υπερφορτώνονται με άσκοπες υποχρεώσεις, προβαίνουν σε υπερβολικές ενέργειες, σε σημείο που να μην μπορούν να κινούνται ελεύθερα κάτω από τέτοιο βάρος υποχρεώσεων; Επειδή δε γνωρίζουν το ένα πράγμα, «ού εστι χρεία».
Για να βοηθήσει ο Κύριος τον άνθρωπο να μαζέψει το διασκορπισμένο νου του, να θεραπεύσει τη διχασμένη καρδιά του και να συγκροτήσει την ανεξέλεγκτη δύναμή του, αποκάλυψε τον ένα και μοναδικό στόχο που είναι απαραίτητος: τη Βασιλεία του Θεού. Πόσο άσκοπη είναι αλήθεια η ζωή τού ανθρώπου που αγωνίζεται να επιτύχει διάφορους στόχους! Πόσο αναίσθητη είναι η διχασμένη καρδιά! Πόσο αδύναμη είναι η θέληση, όταν η δύναμή της κατακερματίζεται!
Ενός εστι χρεία. Μόνο ένα πράγμα μας χρειάζεται: η Βασιλεία τού Θεού. Ο θαυματουργός Χριστός προσπάθησε να στρέψει τα μάτια και την προσοχή όλων των ανθρώπων προς αυτόν τον προορισμό. Όποιος σκέφτεται έτσι, έχει ένα μόνο στόχο: το Θεό. Ένα αίσθημα: την αγάπη. Μια νοσταλγία: να πλησιάσει το Θεό. Μακάριος είναι εκείνος που έφτασε σ’ αυτό το μέτρο. Ο άνθρωπος αυτός έχει γίνει σαν το φακό που συγκεντρώνει τις ακτίνες τού ήλιου για να δημιουργήσει φωτιά.
Τα λόγια που είπε ο Χριστός στη Μάρθα, «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και τυρβάζη περί πολλά· ενός δέ εστι χρεία» (Λουκ. ι’ 41, 42), ήταν στην πραγματικότητα ένας έλεγχος, μια προειδοποίηση στον κόσμο ολόκληρο. Κι αυτό το ένα που έχουμε πραγματική ανάγκη, είναι η Βασιλεία τού Θεού (βλ. Ματθ. στ’ 33). Για όλα όσα είπε και έκανε ο Κύριος, είχε στο νου του το στόχο αυτό. Εκεί είχε συγκεντρωθεί όλη η φλόγα που φωτίζει τους ταξιδιώτες εκείνους που περιφέρονται γύρω από τις χαράδρες και τους ανεμοστρόβιλους της πρόσκαιρης αυτής ζωής.
Όλα όσα κάνει ο Ύψιστος, είναι απαραίτητα. Τα πάντα γίνονται μ’ αυτόν τον ύψιστο, το μοναδικό στόχο. Όλα είναι απαραίτητα, τόσο τα λόγια που λέει όσο και τα έργα που κάνει. Δεν υπάρχει ούτε ένας αργός λόγος, ούτε ένα αχρείαστο έργο. Και πόσο καρποφόρα ήταν τα λόγια και τα έργα Του! Πόσα εκατομμύρια φορές έχει καρποφορήσει κάθε λόγος και κάθε Του πράξη, ως τις μέρες μας! Πόσο γλυκός, ευωδιαστός και ζωογόνος είναι ο καρπός αυτός!
ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΩΝ ΜΑΚΚΑΒΑΙΩΝ αγίου Γρηγορίου Θεολόγου ομιλία «Εις Μακκαβαίους» (αποσπάσματα)
εγκώμιο στην αγ.Σολομονή
Βλέπουμε εκεί την αποφασιστική και γενναία μητέρα που αγαπά τα παιδιά της αλλά και τον Θεό συγχρόνως, και που σπαράσσονται τα σπλάγχνα της αντίθετα προς την φύσι. Γιατί δεν λυπόταν τα παιδιά της όταν υπέφεραν, αλλά αγωνιούσε μήπως και δεν μαρτυρήσουν. Ούτε τόσο λαχταρούσε αυτά που έφυγαν, όσο ευχόταν να προστεθούν σ’ εκείνα και τα υπόλοιπα και γι’ αυτό τα λόγια της αναφέρονταν περισσότερο σ’ αυτά, παρά σ’ εκείνα που μετέστησαν. (Και πολύ σωστά) διότι σ’ αυτά, ήταν αμφίβολος ο αγώνας, ενώ σ’ εκείνα εξασφαλίσθηκε το κατάλυμα. Και εκείνα ήδη τα παρέθετε στον Θεό, ενώ αυτά φρόντιζε πως να τα δεχθή ο Θεός.
Ω ανδρεία ψυχή σε γυναικείο σώμα! Ω θαυμαστή και μεγαλόψυχη (πνευματική) πρόοδος! Ω θυσία όμοια με του Αβραάμ, για να μη τολμήσουμε και πούμε μεγαλύτερη!Διότι ο μεν Αβραάμ προσφέρει με προθυμία ένα γυιό, έστω κι αν ήταν μονογενής και γεννημένος με υπόσχεσι και φορτωμένος την υπόσχεσι, και που ακόμη περισσότερο έγινε απαρχή, (ξεκίνημα), και ρίζα των θυσιών αυτού του είδους˙ενώ αυτή η γυναίκα αφιέρωσε στον Θεό ολόκληρο στράτευμα παιδιών.Αυτή ενίκησε και μητέρες και Ιερείς όσον αφορά τις θυσίες, διότι προσέφερε θύματα πρόθυμα για σφαγή, ολοκαυτώματα λογικά, σφάγια που βιάζονταν να θυσιασθούν. Αυτή έδειχνε τους μαστούς της και θύμιζε την ανατροφή τους και πρόβαλλε τα λευκά μαλλιά και τα γηρατειά της σαν ικεσία.Δεν ζητούσε να σώση την ζωή τους, αλλά τους βίαζε για το μαρτύριο, θεωρώντας κίνδυνο την αναβολή και όχι τον θάνατο.
Με το μαρτύριο…
Έτσι (με το μαρτύριο) ο Ελεάζαρος απόλαυσε την Ιερωσύνη. Αυτός που εμυήθηκε τα επουράνια μυστήρια και εμύησε άλλους σ’ αυτά. Αυτός που δεν άγιασε τον Ισραηλιτικό λαό με εξωτερικούς ραντισμούς, αλλά με το δικό του αίμα. Αυτός που ετέλεσε σαν τελευταίο μυστήριο τον θάνατο του.
Έτσι (με το μαρτύριο) τα παιδιά απόλαυσαν τα νειάτα τους, μη υποκύπτοντας στις ηδονές, αλλά κυριαρχώντας στα πάθη και εξαγνίζοντας το σώμα τους και πηγαίνοντας στην χώρα της απαθείας.
Έτσι (με το μαρτύριο) η μητέρα απόλαυσε την πολυτεκνία της. Και όσο ζούσαν τα παιδιά της καυχιόταν γι’ αυτά. Και τώρα που έφυγαν αναπαύθηκε μαζί τους, αφού παρουσίασε στον Θεό τα παιδιά που γέννησε στον κόσμο, και αφού παράλληλα προς τις ωδίνες του τοκετού αρίθμησε τα μαρτύρια, και αφού είδε την ίδια σειρά των γεννήσεων στους θανάτους. Διότι το μαρτύριο κράτησε από το πρώτο παιδί μέχρι το τελευταίο. Όπως τα κύματα της αγριεμένης θάλασσας έρχονται το ένα μετά το άλλο, έτσι και τα παιδιά, το ένα μετά το άλλο παρουσίαζε την αρετή του και έδειχνε μεγαλύτερη προθυμία στα βασανιστήρια,χαλυβδώνοντας τον εαυτό του με το παράδειγμα του προηγουμένου. Ο τύραννος το έβλεπε καλό το ότι δεν είχε περισσότερα παιδιά, γιατί τότε θα αποχωρούσε περισσότερο κατησχυμμένος και νικημένος.Και τότε για πρώτη φορά γνώρισε ότι τα όπλα δεν τον έκαναν πανίσχυρο, αφού επετέθηκε σε άοπλα παιδιά, οπλισμένα μόνο με ένα όπλο, την ευσέβεια, που είχαν περισσότερη προθυμία να υφίστανται τα μαρτύρια από όση είχε εκείνος στο να τα ετοιμάζει.
Αυτούς ας μιμηθούμε και οι Ιερείς και οι μητέρες και τα παιδιά.Οι Ιερείς (ας το κάνουν αυτό) προς τιμήν του Ελεαζάρου του πνευματικού πατέρα, ο οποίος με λόγια και έργα έδειξε το άριστο. Οι μητέρες, προς τιμήν της γενναίας μητέρας, αγαπώντας αληθινά τα παιδιά τους και προσφέροντάς τα στον Χριστό, ώστε να αγιασθή και ο γάμος από μία τέτοια θυσία. Και τα παιδιά, δείχνοντας ευλάβεια προς τα ιερά αυτά παιδιά, μη δαπανώντας τα νειάτα τους στα αισχρά πάθη, αλλά στην πάλη εναντίον των παθών, και αντιμετωπίζοντας ανδρικά τον καθημερινό Αντίοχο που πολεμά με όλα τα μέλη του σώματος και καταδιώκει με ποικίλους τρόπους
1 (Μασ. 11) Εγώ έχω
στηρίζει την πεποίθησιν και την ελπίδα μου στον παντοδύναμον Κυριον και πως
σεις μου λέγετε· “φύγε, μετανάστευσε από εδώ, πέταξε σαν στρουθίον
τρομαγμένον εις τα βουνά, δια να εύρης εκεί την σωτηρίαν σου;”
2 Φυγε, μου λέγουν,
διότι οι αμαρτωλοί άνθρωποι έχουν ετοιμάσει τα βέλη των, δια να τα
εκτοξεύσουν με μανίαν από τον σκοτεινόν τόπον, που ενεδρεύουν, εναντίον των
απονηρεύτων και εναρέτων ανθρώπων.
3 Ολα όσα, συ Κυριε,
σοφώς και δικαίως έχεις νομοθετήσει, αυτοί τα κρημνίζουν και τα καταπατούν.
Και επάνω εις την αλαζονείαν των ερωτούν· “ποίον είναι λοιπόν το κέρδος του
δικαίου; Κανένα”.
4 Ο Κυριος όμως
ευρίσκεται ακατανίκητος στον ουρανόν και στον ιερόν ναόν του. Ο Κυριος έχει
στήσει τον δικαστικόν του θρόνον υψηλά στον ουρανόν. Από εκεί οι οφθαλμοί του
βλέπουν με προσοχήν και με ευμένειαν τον ταλαιπωρούμενον πτωχόν. Διεισδυτικά
εξετάζουν και διακρίνουν τους υιούς των ανθρώπων.
5 Ο Κυριος εξετάζει και
ξεχωρίζει με ακρίβειαν, χωρίς καμμίαν πλάνην, τον δίκαιον και τον ασεβή.
Οποιος δε αγαπά την αδικίαν και επιμένει εις αυτήν, αυτός μισεί και βλάπτει
κυρίως τον εαυτόν του.
6 Ο Κυριος θα εξαπολύση,
ωσάν βροχήν, και θα γεμίση με ολεθρίας παγίδας τον δρόμον των αμαρτωλών
ανθρώπων, θα ρίψη εναντίον των φωτιάν και θειάφι, θα εξαπολύση βίαιον και
ορμητικόν άνεμον, δια να αναρριπίζη την φλόγα. Αυτό θα είναι το ποτήριον της
οργής του Θεού κατάπικρον εναντίον των αμαρτωλών ανθρώπων.