Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2020

Ψαλτηρίου θησαύρισμα...Ψαλμός 18ος

 



1 Εἰς τὸ τέλος· ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.

2 (Μασ. 19) Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα.
2 (Μασ. 19) Οι ουρανοί με την αρμονίαν και το κάλλος των διηγούνται εις κάθε άνθρωπον την δόξαν και την σοφίαν του Θεού. Ο ουρανός, που σαν στερεός θόλος περιβάλλει την γην, διακηρύττει, ότι είναι έργον του παντοδυνάμου και πανσόφου δημιουργού.
3 ἡμέρα τῇ ἡμέρᾳ ἐρεύγεται ῥῆμα, καὶ νὺξ νυκτὶ ἀναγγέλλει γνῶσιν.
3 Καθε ημέρα βροντοφωνεί εις την επομένην ημέραν και κάθε νυξ αναγγέλλει εις την άλλην νύκτα την γνώσιν δια την ύπαρξιν του απειροτελείου Δημιουργού.
4 οὐκ εἰσὶ λαλιαὶ οὐδὲ λόγοι, ὧν οὐχὶ ἀκούονται αἱ φωναὶ αὐτῶν·
4 Οι λόγοι, τους οποίους διαλαλούν οι ουρανοί, δεν είναι σιωπηλοί λόγοι από εκείνους, των οποίων αι φωναί δεν ακούονται παντού.
5 εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ῥήματα αὐτῶν.
5 Τουναντίον, εις ολόκληρον την γην εξήλθε και ακούεται η φωνή των. Εφθασαν και εις τα πέρατα της οικουμένης οι λόγοι των.
6 ἐν τῷ ἡλίῳ ἔθετο τὸ σκήνωμα αὐτοῦ· καὶ αὐτὸς ὡς νυμφίος ἐκπορευόμενος ἐκ παστοῦ αὐτοῦ, ἀγαλλιάσεται ὡς γίγας δραμεῖν ὁδὸν αὐτοῦ.
6 Ο Θεός το φως το απρόσιτον, τον ήλιον, έκαμεν ιδιαίτερον ενδιαίτημά του. Τον διατάσσει να ανατέλλη λαμπρός ωσάν νυμφίος, που εξέρχεται λαμπροστολισμένος από τον νυμφικόν του θάλαμον. Ωσάν γίγας και ακούραστος δρομεύς, με αγαλλίασιν και χωρίς ποτέ να αποκάμη δια μέσου των αιώνων, διατρέχει κάθε ημέραν τον από ανατολών έως δυσμών δρόμον του.
7 ἀπ᾿ ἄκρου τοῦ οὐρανοῦ ἡ ἔξοδος αὐτοῦ, καὶ τὸ κατάντημα αὐτοῦ ἕως ἄκρου τοῦ οὐρανοῦ, καὶ οὐκ ἔστιν ὃς ἀποκρυβήσεται τῆς θέρμης αὐτοῦ.
7 Από το ένα άκρον του ουρανού γίνεται η έξοδός του και στο άλλο άκρον του ουρανού τελειώνει η πορεία του. Και δεν υπάρχει κανείς, ο οποίος θα ημπορέση, να διαφύγη την θερμότητά του.
8 ὁ νόμος τοῦ Κυρίου ἄμωμος, ἐπιστρέφων ψυχάς· ἡ μαρτυρία Κυρίου πιστή, σοφίζουσα νήπια.
8 Παραπάνω όμως από τα μεγαλεία, που διηγούνται οι ουρανοί, υπάρχει ο νόμος του Κυρίου, ο άμεμπτος, ο οποίος επιστρέφει πλανωμένας ψυχάς στον δρόμον της σωτηρίας, στον δρόμον του Θεού. Αι εντολαί του Κυρίου, που υπάρχουν εις αυτόν, είναι αληθιναί και πισταί, γεμάται σοφίαν, ικαναί να αναδείξουν σοφά και αυτά ακόμη τα νήπια.
9 τὰ δικαιώματα Κυρίου εὐθέα, εὐφραίνοντα καρδίαν· ἡ ἐντολὴ Κυρίου τηλαυγής, φωτίζουσα ὀφθαλμούς·
9 Αι εντολαί του Κυρίου είναι αληθιναί και τέλειαι. Ευφραίνουν την καρδίαν εκείνου, που τας τηρεί. Σκαρπίζουν μέχρι των πλέον μακρυνών περάτων άπλετον το φως και φωτίζουν τους οφθαλμούς των ανθρώπων.
10 ὁ φόβος Κυρίου ἁγνός, διαμένων εἰς αἰῶνα αἰῶνος· τὰ κρίματα Κυρίου ἀληθινά, δεδικαιωμένα ἐπὶ τὸ αὐτό,
10 Το ιερόν δέος, που διεγείρει εις τας καρδίας των ανθρώπων ο νάμος του Κυρίου και ο ευλαβής φόβος είναι αγνός, ανόθευτος από πλάνην. Εχει αιωνίαν ισχύν και κύρος. Αι κρίσεις και αι αποφάσστου Κυρίου, που περιέχονται εις αυτόν, είναι αληθιναί και επιμαρτυρούνται ως δίκαιαι δια μέσου των αιώνων.
11 ἐπιθυμητὰ ὑπὲρ χρυσίον καὶ λίθον τίμιον πολὺν καὶ γλυκύτερα ὑπὲρ μέλι καὶ κηρίον.
11 Τα λόγια του Κυρίου δια τους καλοπροαίρετους ανθρώπους είναι επιθυμητά περισσότερον από τον χρυσόν και από πλήθος πολυτίμων λίθων. Είναι γλυκύτερα από το μέλι και από την κηρήθραν.
12 καὶ γὰρ ὁ δοῦλός σου φυλάσσει αὐτά· ἐν τῷ φυλάσσειν αὐτὰ ἀνταπόδοσις πολλή.
12 Εγώ εδοκίμασα την γλυκύτητά των, διότι ο δούλος σου, Κυριε, φυλάσσει αυτά τα κρίματά σου. Οποιος τα φυλάσσει, θα έχη μεγάλην ανταπόδοσιν και αμοιβήν.
13 παραπτώματα τίς συνήσει; ἐκ τῶν κρυφίων μου καθάρισόν με.
13 Αδύνατον όμως να τηρήση κανείς εξ ολοκλήρου τον Νομον σου. Ποιός ημπορεί να γνωρίση τα παραπτώματα, εις τα οποία και χωρίς να το θέλωμεν υποπίπτομεν; Από τα απόκρυφα αυτά παραπτώματα, που εγώ ίσως δεν τα γνωρίζω και ούτε θέλω ποτέ να έλθουν εις δημοσιότητα, καθάρισόν με, Κυριε.
14 καὶ ἀπὸ ἀλλοτρίων φεῖσαι τοῦ δούλου σου· ἐὰν μή μου κατακυριεύσωσι, τότε ἄμωμος ἔσομαι καὶ καθαρισθήσομαι ἀπὸ ἁμαρτίας μεγάλης.
14 Και από ξένα προς τον Νομον σου αισθήματα και έργα προφύλαξε εμέ, τον δούλον σου. Εάν αυτά δεν με κυριεύσουν, τότε εγώ θα είμαι άμεμπτος και έτσι θα διατηρηθώ καθαρός από μεγάλας πτώσεις.
15 καὶ ἔσονται εἰς εὐδοκίαν τὰ λόγια τοῦ στόματός μου καὶ ἡ μελέτη τῆς καρδίας μου ἐνώπιόν σου διὰ παντός, Κύριε, βοηθέ μου καὶ λυτρωτά μου.
15 Τοτε θα είναι ευχάριστοι εις σε και ευπρόσδεκτοι οι λόγοι της προσευχής μου και αι ευλαβείς σκέψεις και οι ιεροί πόθοι της καρδίας μου θα είναι ως θυσία ευπρόσδεκτος και παντοτεινή ενώπιόν σου, Κυριε, βοήθέ μου και λυτρωτά μου.



Ερμηνεία από το βιβλίο ΤΟ ΙΕΡΟΝ ΨΑΛΤΗΡΙΟΝ (Μετάφραση-Σύντομη Ἀνάλυση) Τόμος Α´ Ψαλμ. 1-50 Ὑπό Ἐπισκόπου Ἱερεμίου Μητροπολίτου Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως

1. Ὁ ψαλμός αὐτός δέν εἶναι ἑνιαῖος, δέν εἶναι ἕνας, ἀλλά εἶναι δύο ψαλμοί, μέ διαφορετικό θέμα ὁ καθένας, καί ἀργότερα ἑνώθηκαν σέ ἕνα. Δυστυχῶς ὅμως κατά τήν ἕνωση τῶν δύο ψαλμῶν ἐξέπεσαν μερικοί στίχοι καί μερικές λέξεις ἀπό τόν πρῶτο ψαλμό καί γι᾽ αὐτό φαίνεται ἐλλιπής.
Στό Α´ μέρος τοῦ ἑνιαίου τώρα ψαλμοῦ ὁ ποιητής βλέπει τήν γύρω φύση,τήν ἀπολαμβάνει καί τήν θαυμάζει, καί τήν θεωρεῖ σάν ἕνα δυνατό κήρυκα, πού κηρύττει τήν μεγαλοπρέπεια καί τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Τό ἴδιο αὐτό εἴδαμε καί στόν 8ο ψαλμό καί θά τό δοῦμε ἀκόμη καί σέ ἄλλους ψαλμούς (τόν 103
καί 146). Ἔτσι εἶναι! Ἡ γύρω μας φύση, πού γιά τήν ὀμορφιά της τήν λέμε «κόσμο», εἶναι ἕνα θαυμαστό βιβλίο, βιβλίο μέ ἀκαταμέτρητες σελίδες, πού μιλᾶνε γιά τό μεγαλεῖο τοῦ Δημιουργοῦ Θεοῦ. Ὁ ποιητής τοῦ ψαλμοῦ μας ἀτενίζοντας πρός τά ἐπάνω βλέπει τούς οὐρανούς καί λέγει ὅτι αὐτοί οἱ ἄφωνοι οὐρανοί «διηγοῦνται τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ» καί τό «στερέωμα» τοῦ οὐρανοῦ πάλιν«ἀναγγέλλει» τήν «ποίησιν τῶν χειρῶν» τοῦ Θεοῦ. Ὅτι, δηλαδή, οἱ οὐρανοί καί ὅλα εἶναι δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ.

2. Τό «κήρυγμα» αὐτό τῶν οὐρανῶν, ὅτι δημιουργήθηκαν ἀπό τόν Θεό εἶναι ἀσταμάτητο, εἶναι παντοτεινό, καί θά διαρκεῖ ὅσο ὑπάρχουν οὐρανοί. Ἡ μία μέρα τό λέει στήν στήν ἄλλη μέρα καί ἡ μία νύχτα τό λέει στήν ἄλλη νύχτα: «Ἡ μέρα τῇ ἡμέρᾳ, ἐρεύγεται ρῆμα καί νύξ νυκτί ἀναγγέλει γνῶσιν»
(στίχ. 3). Οἱ «λόγοι» αὐτοί καί οἱ ἡμερονύκτιες αὐτές «λαλιές» τῶν οὐρανῶν δέν ἀκούγονται μέν (στίχ.4), ἀλλά ὁ ἀντίλαλός τους γεμίζει ὅλη τήν γῆ καί τά λόγα τους φθάνουν μέχρι τά πέρατα τῆς οἰκουμένης. «Εἰς πᾶσαν τήν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν καί εἰς τά πέρατα τῆς οἰκουμένης τά ρήματα
αὐτῶν» (στίχ. 5). Πραγματικά! Οἱ οὐρανοί, μέ τήν μεγαλοπρέπειά τους, μέ τήν ἁρμονία τους καί τήν οὐράνια γαλήνη καί τάξη τους, κάνουν τό ἠχηρότερο κήρυγμα στούς ἀνθρώπους γιά τήν δόξα, τήν παντοδυναμία καί τήν πανσοφία τοῦ Θεοῦ .

3. Μετά ἀπό τήν γενική αὐτή θεώρηση τῶν οὐρανῶν ὁ ποιητής μας, ἔρχεται τώρα γιά νά μιλήσει γιά κάθε ἕνα ἀπό τά οὐράνια σώματα. Καί ἀρχίζει ἀπό τόν μεγαλοπρεπέστατο ἥλιο. «Ἐν τῷ ἡλίῳ ἔθετο τό σκήνωμα αὐτοῦ», λέγει (στίχ. 5). Δυστυχῶς ὅμως ὁ λόγος αὐτός τοῦ ποιητοῦ μας εἶναι ἀκατανόητος, γιατί λείπει τό ὑποκείμενο. Ποιός ἔχει τό «σκήνωμά του», δηλαδή τήν σκηνή του, τήν κατοικία του, στόν ἥλιο; Ὁ Θεός; Ἀλλά πουθενά στήν Παλαιά Διαθήκη δέν φαίνεται ὅτι ὁ Θεός κατοικεῖ στόν ἥλιο.
Εἶναι δύσκολο τό χωρίο στήν ἑρμηνεία του. Καί ὁ Ζιγαβηνός λέγει ὅτι εἶναι «ἀσύντακτον» (Μ. 128,253). Ἐδῶ ζητᾶμε τήν βοήθεια τοῦ Ἑβραϊκοῦ κειμένου πού λέγει ὅτι «ὁ ἥλιος ἔχει τό σκήνωμά του σ᾽ αὐτούς», δηλαδή στούς οὐρανούς. Εἶναι ἡ λαϊκή ἀντίληψη πού πίστευαν τότε, ὅτι ὁ ἥλιος ἀνατέλ-
λοντας βγαίνει ἀπό τήν σκηνή του καί δύοντας ξανα μπαίνει σ᾽ αὐτήν, γιά νά ἀναπαυθεῖ. Τό στοιχεῖο αὐτό εἶναι λαϊκή ἀντίληψη, ἀλλά πρέπει νά μᾶς κάνει ἐντύπωση ὅτι ὁ ποιητής μας ἄφοβα τήν χρησιμοποιεῖ, γιατί καί αὐτή ἐξυπηρετεῖ τόν σκοπό του, τήν δόξα καί μεγαλοπρέπεια τοῦ Θεοῦ, πού
θέλει νά ὑμνήσει. Ἀξίζει νά παρατηρήσουμε ὅτι ἐνῶ οἱ Ἕλληνες ὁμιλοῦν γιά ἀνάκτορο τοῦ ἡλίου, ὁ Ἰσραηλίτης πού ἔζησε σέ σκηνές στήν ἔρημο, ὁμιλεῖ γιά «σκήνωμα», γιά σκηνή τοῦ ἡλίου.
Στόν καταγάλανο οὐρανό τῆς Ἀνατολῆς ὁ ἥλιος ἀνατέλλοντας παρουσιάζεται μέ λαμπρή μεγαλοπρέπεια. Θαυμάζοντας τήν μεγαλοπρέπεια αὐτή τοῦ ἡλίου ὁ ποιητής μας παριστάνει ἐδῶ τόν ἥλιο ὡς νυμφίο πού ἐξέρχεται από τήν νυμφική παστάδα στολισμένος καί ἀπαστράπτοντας μέ τήν λαμ-
πρότητα τῶν ἱματίων του. Λέγει λοιπόν ὁ ποιητής μας: «Καί αὐτός (δηλαδή ὁ ἥλιος) ὡς νυμφίος ἐκπορευόμενος ἐκ παστοῦ αὐτοῦ» (στίχ. 6α).

4. Μετά τήν λαμπρότητα τοῦ ἡλίου ὁ ποιητής μας θαυμάζει τό ὅτι, ὁ ἥλιος πάλι, ἀκολουθεῖ πιστά τήν τροχιά του καί μάλιστα τήν τρέχει γρήγορα («δραμεῖν»), σάν γίγαντας, σάν ἥρωας: «Ἀγαλλιάσεται ὡς γίγας δραμεῖν τήν ὁδόν αὐτοῦ» (στίχ. 6β). Ὅπως ὁ γίγαντας, ὁ ἥρωας, χαρούμενος καί μέ ταχύτητα τρέχει στόν ἀγώνα, ἔτσι καί ὁ ἥλιος ζωηρός πάντοτε («ἀγαλλιάσεται»), χωρίς νά κουράζεται, τρέχει τόν δρόμο του.
Ἀνατέλλοντας ὁ ἥλιος, κυριαρχεῖ στήν γῆ ἀπ᾽ ἄκρου εἰς ἄκρον, δίνοντας σ᾽ αὐτήν τό φῶς καί τήν θερμότητα. Γι᾽ αὐτό καί λέγει στό τέλος ὁ ποιητής μας γιά τόν μεγαλοπρεπῆ ἥλιο: «Ἀπ᾽ ἄκρου τοῦ οὐρανοῦ ἡ ἔξοδος αὐτοῦ καί τό κατάντημα αὐτοῦ ἕως ἄκρον τοῦ οὐρανοῦ καί οὐκ ἔστιν ὅς ἀποκρυ-
βήσεται τῆς θέρμης αὐτοῦ» (στίχ. 7). Ὁ ποιητής μας, ζῶντας στήν Παλαιστίνη μέ τό ξηρό καί θερμό της κλῖμα, μιλάει ἰδιαίτερα γιά τήν θερμότητα, τήν καύση τοῦ ἡλίου.

Τελείωσε ἐδῶ τό Α´ μέρος τοῦ ψαλμοῦ τόν λόγο του γιά τόν ἥλιο. Γιά ἄλλα οὐράνια σώματα δέν λέγει. Θά πρέπει ὅμως νά ὑποθέσουμε ὅτι ὑπῆρχαν στίχοι πού ἔκαναν λόγο καί γιά ἄλλα οὐράνια σώματα, ἀλλά κατά τήν συνένωση τοῦ τμήματος αὐτοῦ – πού ἦταν, ὅπως εἴπαμε, ἰδιαίτερος ψαλμός – μέ τόν ἄλλο ψαλμό (τό B´ μέρος τοῦ τωρινοῦ ἑνιαίου ψαλμοῦ) ἐξέπεσαν οἱ στίχοι αὐτοί.

5 Τό Β´μέρος τοῦ ψαλμοῦ (στίχ. 8-15) ἔχει ἄλλο θέμα. Τό θέμα του εἶναι ὁ Νόμος τοῦ Κυρίου. Καί συμβαίνει αὐτό γιατί πρόκειται περί ἄλλου ψαλμοῦ ἀρχικά, ὅπως εἴπαμε. Μικρός εἶναι ὁ ψαλμός αὐτός, ἀλλά ἔχει ἕνα ὡραῖο ὕμνο στόν Νόμο τοῦ Θεοῦ. Τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ ὁ ποιητής μας τόν χαρακτηρίζει «ἄμωμο» (στίχ. 8). Δηλαδή, δέν μπορεῖ κανείς νά τόν κατηγορήσει σέ τίποτα, γιατί εἶναι τέλειος. Καί σάν τέλειος πού εἶναι δέν μποροῦμε οὔτε νά τοῦ προσθέσουμε οὔτε νά τοῦ ἀφαιρέσουμε κάτι. Παρακάτω ὁ ποιητής μας λέγει ὅτι ὁ Νόμος τοῦ Κυρίου «ἐπιστρέφει ψυχάς» (στίχ. 8).
Αὐτή ἡ ἔκφραση μπορεῖ νά σημαίνει δύο πράγματα: Ἤ, ὅτι μιά ψυχή πού εἶναι στήν ἁμαρτία τήν «ἐπιστρέφει», τήν βγάζει δηλαδή ἀπό τήν ἁμαρτία καί τήν φέρνει κοντά στόν Θεό, ἤ, μπορεῖ νά σημαίνει ὅτι ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ τήν «στρέφει» τήν ψυχή, δηλαδή τήν ζωογονεῖ, τήν τονώνει, τῆς δίνει
τήν δύναμη νά ζήσει μιά πνευματική ζωή. Στόν στίχο μας ἐδῶ ὅτι ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ «ἐπιστρέφει ψυχάς» σημαίνει τό δεύτερο πού εἴπαμε, ὅτι ζωογονεῖ τίς ψυχές. Γιατί τό πρῶτο νόημα ὅτι ἐπιστρέφει τήν ψυχή ἀπό τό κακό στό καλό, τό λέει ἀμέσως παρακάτω ὁ ποιητής μέ τήν φράση «ἡ μαρτυρία Κυ-
ρίου πιστή σοφίζουσα νήπια» (στίχ. 8). Ὡς «νήπια» θά νοήσουμε τούς ἀνοήτους, αὐτούς πού δέν πορεύονται καλά. Ἀλλά ἄς προσέξουμε ὅτι τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ τώρα στήν ἔκφραση αὐτή ὁ ποιητής μας τόν λέει «μαρτυρία». Τόν λέγει ἔτσι, γιατί ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ «μαρτυρεῖ», μᾶς λέγει ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, πού πρέπει νά ἀκολουθήσουμε. Καί αὐτή ἡ μαρτυρία λέγει ὁ ποιητής μας ὅτι εἶναι «πιστή» (στίχ. 8), γιατί οἱ ἀμοιβές πού λέγει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ γιά τούς τηρητές του καί οἱ ποινές γιά τούς παραβάτες του ὁπωσδήποτε θά πραγματοποιηθοῦν.

6. Τά ὅσα λέγει ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ, λέγει στήν συνέχεια ὁ ψαλμωδός μας, εἶναι «εὐθέα» (στίχ. 9). Δηλαδή χαράσσουν μία εὐθεία, μιά σωστή πορεία γιά τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Καί αὐτή ἡ πορεία πού δείχνει ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο «εὐφραίνει τήν καρδιά», μᾶς λέγει στήν συνέχεια ὁ ψαλμωδός (στίχ. 9). Ἄρα ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι καταθλιπτικός, γιατί δέν εἶναι βασανιστικός. Τό ἴδιο πάλι, μέ γλυκειές καί χαρωπές ἐκφράσεις, μᾶς λέγει ὁ ποιητής μας παρακάτω ὅτι οἱ ἐντολές τοῦ Κυρίου εἶναι «τηλαυγεῖς», δηλαδή φωτεινές, καί γι᾽ αὐτό «φωτίζουν ὀφθαλμούς» (στίχ.9). Φωτίζουν τά μάτια τῆς ψυχῆς μας, γιά νά ξέρουμε ποιό εἶναι τό σωστό πού πρέπει νά πράξουμε. Ἀλλά παραδόξως ὁ ποιητής μας παρακάτω χαρακτηρίζει τόν Νόμο τοῦ Κυρίου ὡς «φόβον Κυρίου ἁγνόν» (στίχ. 10). Οἱ
ἑρμηνευτές ἐδῶ συμφωνοῦν ὅλοι στό ὅτι τήν ἔκφραση «φόβον Κυρίου» πρέπει νά τήν διαβάσουμε «νόμον Κυρίου». Καί ὁ Νόμος τοῦ Κυρίου εἶναι πραγματικά «ἁγνός», δηλαδή καθαρός. Εἶναι ἅγιος, ὅπως ἅγιος εἶναι ὁ Θεός. Τά διατάγματα τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ πραγματικά εἶναι ἅγια, γιατί ἐνσαρκώνουν τήν ἀλήθεια καί τήν δικαιοσύνη. Γι᾽ αὐτό καί λέγει ὁ ποιητής μας στήν συνέχεια «τά κρίματα Κυρίου ἀληθινά, δεδικαιωμένα ἐπί τό αὐτό» (στίχ. 10). Ἀφοῦ, λοιπόν, ἔτσι εἶναι ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ, ὅπως τόν εἶπε παραπάνω ὁ ποιητής μας, πρέπει νά τόν ἐπιθυμήσουμε, περισσότερο ἀπό ὅ,τι
ἐπιθυμοῦμε τό χρυσάφι, καί πρέπει νά τόν ἀγαπήσουμε γιά νά τόν ἀπολαύσουμε, περισσότερο ἀπό τό γλυκό μέλι (στίχ. 11).
7. Ὁ ποιητής ἐξομολογεῖται καί λέει γιά τόν ἑαυτό του ὅτι ἀγωνίζεται, ὅτι προσπαθεῖ νά τηρήσει τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ, γιατί ξέρει ὅτι ἀπό τήν τήρηση αὐτή θά ἔχει πολύ ἀνταπόδοση (στίχ. 12). Ἀλλ᾽ ὁ ποιητής μας, παρά τό ὅτι προσπαθεῖ νά τηρήσει τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ, φοβᾶται, μήπως, χωρίς νά τό θέλει, διέπραξε κάποιο παράπτωμα· μήπως παρέβηκε κάποια διάταξη τοῦ Νόμου. Γι᾽ αὐτό καί λέγει: «Παραπτώματα τίς συνήσει;» (στίχ. 13). Ποιός δηλαδή εἶναι δυνατόν νά γνωρίζει τά ἀκουσίως διαπραχθέντα παραπτώματα; Ἔτσι, λέγει στόν Θεό κατά τήν προσευχή του: «Ἐκ τῶν κρυφίων μου καθάρισόν με» (στίχ. 13).
Ἀλλ᾽ ὁ ποιητής μας ἀναδεικνύεται ἀκόμη περισσότερο ὡς ἕνας δυνατός θεολόγος, γιατί ξέρει ὅτι ἡ ἁμαρτία πού διαπράττει ὁ ἄνθρωπος προέρχεται ἀπό τήν κακή ροπή πού ἔχει μέσα του. Αὐτή τήν κλίση καί τήν ροπή πρός τήν ἁμαρτία, δέν τήν εἴχαμε ἀπό τήν ἀρχή, ὅταν δημιουργηθήκαμε, γι᾽ αὐτό καί ὁ ποιητής τήν χαρακτηρίζει ὡς ξένη, ὡς «ἀλλοτρίαν». Αὐτή φέρει τά «κρύφια», περί τῶν ὁποίων μίλησε προηγουμένως ὁ ποιητής μας. Αὐτή ἡ ροπή πρός τήν ἁμαρτία μᾶς ἦλθε ἀπό τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων. Καί ὁ ποιητής μας ξέρει ὅτι, ἄν καταστείλουμε αὐτά τά «ἀλλότρια», τά ξένα δηλαδή στοιχεῖα, πού ἔχουμε μέσα μας καί μᾶς σπρώχνουν στό κακό, τότε θά εἴμαστε τέλειοι. Ξέρει ὅμως ὅτι δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος μόνος του νά τό πετύχει αὐτό, γι᾽ αὐτό καί στό τέλος τοῦ ψαλμοῦ του παρακαλεῖ τόν Θεό νά τόν προφυλάσσει ἀπό αὐτήν τήν ἔνοχη ροπή πρός τό κακό, γιά νά μήν τόν κυριεύσει. Καί λέγει: «Ἀπό τῶν ἀλλοτρίων φεῖσαι τοῦ δούλου σου, ἐάν μή μοῦ κατακυριεύσωσιν» (στίχ. 14). Καί τότε βέβαια, ἀφοῦ ἡ διάθεση τῆς καρδιᾶς του δέν θά κλίνει πρός τό κακό, ὁμολογεῖ ὁ ἴδιος ὅτι θά εἶναι καθαρός: «Τότε ἄμωμος ἔσομαι καί καθαρισθήσομαι ἀπό ἁμαρτίας μεγάλης» (στίχ. 14).
8. Τέλος, ὁ ποιητής μας εὔχεται ὁ ὕμνος πού συνέθεσε γιά τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ νά φανεῖ εὐάρεστος σ᾽ Αὐτόν. «Καί ἔσονται εἰς εὐδοκίαν τά λόγια τοῦ στόματός μου καί ἡ μελέτη τῆς καρδίας μου ἐνώπιόν σου διά παντός» (στίχ. 15), λέγει. Ἐνθυμούμεθα ἐδῶ τόν ἄλλο σπουδαῖο ποιητή τοῦ προοιμιακοῦ ψαλμοῦ (Ψαλμ. 103), ὁ ὁποῖος, ὅταν τελείωσε τόν ὕμνο του πρός τόν παντοδύναμο καί πάνσοφο Θεό, εὔχεται τελικά νά δεχθεῖ ὁ Θεός τόν ὕμνο του αὐτόν. Καί λέγει: «Ἠδυνθείη αὐτῷ (= ἄς γίνει εὐχάριστο στόν Θεό) ἡ διαλογή μου (= τό ποίημά μου)»!


Από το βιβλίο “Η Παλαιά Διαθήκη”- Κείμενον - Σύντομος ερμηνεία -Εκτενείς σχολιασμοί-Πατερικαί γνώμαι - Πρακτικά διδάγματα.

Τόμος Ι’- Ψαλμοί

υπό Π.Ν.Τρεμπέλα

    ΨΑΛΜΟΣ ΙΗ΄( ΙΘ᾽). 18.

Εἰς τὸ τέλος: ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.

 

   Εν τῷ ψαλμῷ τούτῳ, ὅστις ἐθεωρήθη ὡς μία ἐκ τῶν βαθυτέρων συνθέσεων τοῦ Δαβίδ, ἀνυμνοῦνται ἀλληλοδιαδόχως αἱ δύο λαμπραὶ μαρτυρίαι, τὰς ὁποίας παρέχουν περὶ τοῦ Θεοῦ δημιουργοῦ καὶ νομοθέτου ἀφ΄ἑνὸς ὁ κόσμος ὁ φυσικὸς καὶ μάλιστα ὁ ἔναστρος οὐρανός, καὶ ἀφ΄ ἑτέρου ὁ κατὰ θείαν ἀποκάλυψιν γνωρισθεὶς εἰς τοὺς ἀνθρώπους Νόμος. ᾿Εντεῦθεν καὶ ὁ ψαλμὸς διαιρεῖται εἰς δύο μέρη. Καὶ εἰς μὲν τὸ πρῶτον (στίχ. 2-7), ὅπερ εἶναι καὶ τὸ λυρικώτερον,ἐξυμνεῖται ἡ δύναμις καὶ τὸ μεγαλεῖον τοῦ Θεοῦ, ὡς ἐκλάμπει τοῦτο ἐν ὅλῃ μὲν τῇ δημιουργίᾳ,μάλιστα δὲ ἐν τῷ ἐνάστρῳ οὐρανῷ καὶ ἐν τῷ διατρέχοντι λαμπρῶς τὰς ὑπεράνω ἡμῶν οὐρανίας ἐκτάσεις ἡλίῳ. Εἰς δὲ τὸ δεύτερον (στίχ. 8-15),ὅπερ εἶναι καὶ τὸ διδακτικώτερον, ἐκτίθεται εἰς τὰς πρώτας μὲν στροφὰς ἡ ὡραιότης, τὸ ὕψος καὶ τὰ ἄλλα πλεονεκτήματα τοῦ νόμου, τοῦ δοθέντος εἰς τοὺς᾿Ισραηλίτας, εἰς τὰς τε- λευταίας δὲ στροφὰς παραβάλλων ὁ Δαβὶδ τὸν ἑαυτοῦ βίον πρὸς τὸν νόμον ἱκετεύει τὸν Θεὸν νὰ καθαρίσῃ αὐτὸν ἀπὸ τῶν κρυφίων καὶ ἀπὸ τῶν ἐξ ἀγνοίας ἁμαρτημάτων του, νὰ τὸν προφυλάξῃ δὲ ἀπὸ πάσης ἐν τῷ μέλλοντι παρεκτροπῆς.

   Ὁ θεῖος Παῦλος ἐφαρμόζει τὸν στίχον 5 εἰς τὴν ἀνὰ τὴν οἰκουμένην σύμπασαν διάδοσιν τοῦ κηρύγματος τῶν διακόνων τοῦ εὐαγγελίου, τινὲς δὲ τῶν Πατέρων ἐκ τῆς θριαμβευτικῆς καὶ ζωοπαρόχου πορείας τοῦ ἡλίου ἀνάγονται εἰς τὰς ἀναποτρέπτους καὶ κοσμοσωτηρίους νίκας τοῦ Ἡλίου τῆς Δικαιοσύνης Χριστοῦ.

 

  ᾿Αλληγορικὴ ἑρμηνεία. Τὸ «εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν» προσηρμόσθη, ὡς εἴπομεν, ὑπὸ τοῦ θείου Παύλου, εἰς τοὺς εὐαγγελιστὰς καὶ ἀποστόλους. Ἔκ τοῦ αἰσθητοῦ δὲ ἡλίου θὰ ἠδύνατό τις νὰ ἀναχθῇ εἰς τὸν νοητὸν Ἥλιον τῆς Δικαιοσύνης, ὁ ὁποῖος ἐκ παστοῦ τῶν πατρικῶν κόλ- πων ἐξεπορεύθη καὶ ἐγένετο ἄνθρωπος καὶ ἀγαλλιώμενος τὴν ἅπασαν οἰκονομίαν ἐπλήρωσε καὶ ἐπέπεσε ταῖς δαιμονικαῖς φάλαγξι καταργήσας τὴν αὐτῶν δυναστείαν. Νόμος δὲ Κυρίου νοεῖται καὶ τὸ εὐαγγελικὸν κήρυγμα, «ἄμωμα δὲ ὁμολογουμένως τοῦ Χριστοῦ τὰ παιδεύματα, ἐπιστρέφοντα ψυχὰς ἐκ φαυλότητος πρὸς ἀρετήν, ἐκ πλάνης ἑλληνικῆς πρὸς εὐσέβειαν, ἐξ ἀγνοίας καὶ σκότους εἰς φῶς καὶ σύνεσιν» (Κύριλλος). Διὰ δὲ τῆς φράσεως «καθαρισθήσομαι ἀπὸ ἁμαρτίας μεγάλης» κατὰ τὸν Θεοδώρητον «τὴν Καινὴν Διαθήκην προαγορεύει καὶ τοῦ βαπτίσματος τὴν χάριν καὶ τοῦ Παναγίου Πνεύματος τὴν δωρεάν». Εἰς δὲ τὸ ρητόν,εἰς τὸ ὁποῖον καταλήγει ὁ ψαλμός («Κύριε, βοηθέ μου καὶ λυτρωτά μου») «Κύριον μὲν ἐκάλεσε τὸν Θεὸν ὡς ποιητὴν καὶ δημιουργόν: λυτρωτὴν δὲ ὡς διὰ τῆς παλιγγενεσίας τοῦ βαπτίσματος τῆς μὲν προτέρας ἐλευθεροῦντα φθορᾶς, ἀφθαρσίαν δὲ καὶ ἀθανασίαν δωρούμενον».

 

    Ἠθικὴ ἐφαρμογή.᾿Εὰν ὑπετίθετο, ὅτι, εὐθὺς ἅμα τῇ γεννήσει μας ἐνεκλειόμεθα εἰς περιωρισμένον τι μέρος,ὥστε νὰ μὴ βλέπωμεν διόλου τὸ ἔκπαγλον θέαμα τοῦ ἡλίου κατὰ τὴν ἡμέρα καὶ τὸν ἐπιβλητικὸν καὶ διεστιγμένον ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ἀστέρων θόλον τοῦ οὐρανοῦ κατὰ τὴν νύκτα, μᾶς ἔβγαζαν δὲ ἀπ’ἐκεῖ,ὅταν θὰ ἐφθάναμεν εἰς πλήρη διανοητικὴν καὶ λογικὴν ὡριμότητα, θὰ ἐδοκιμάζομεν ἀπερίγραπτον κατάπληξιν, ὅταν θὰ ἀντικρύζαμεν ἀποτόμως καὶ διὰ πρώτην φορὰν τὸ θαῦμα τῆς δημιουργίας, ποὺ παρουσιάζουν τὰ οὐράνια σώματα,καὶ δὲν θὰ εὑρίσκομεν λόγους διὰ νὰ ἐκφράζωμεν ἐκδιηγούμενοι ἐπὶ ἡμέρας συνεχεῖς τὴν προκληθεῖσα εἰς ἡμᾶς βαθυτάτην καὶ ἐξαιρετικὴν ἐντύπωσιν. Τώρα τὸ βλέπομεν χωρὶς νὰ αἰσθανώμεθα τίποτε, διότι τὸ ἐσυνηθίσαμεν. Ἄχ!αὐτὴ ἡ συνήθεια. Τί μεγάλο κακὸ μπορεῖ νὰ μᾶς κάμῃ. Καὶ τὰ μεγάλα τῆς πίστεώς μας μυστήρια οὕτω πως τὰ συνηθίζομεν καὶ ἐνῷ εἰς τὰς ἀρχὰς συμμετείχομεν εἰς αὐτὰ μετὰ φόβου καὶ τρόμου, σιγά - σιγὰ διὰ τῆς συνηθείας κατηντήσαμεν νὰ παριστάμεθα εἰς αὐτὰ ἀναίσθητοι καὶ ἀδιάφοροι.Τὸ αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ τὰς μεγάλας καὶ ἀναριθμήτους πρὸς ἡμᾶς εὐεργεσίας τοῦ Θεοῦ. ᾿Ενῷ θὰ ἔπρεπε νύκτα καὶ ἡμέραν νὰ μὴ κλείῃ τὸ στόμα μας ἐκφράζον τὴν εὐχαριστίαν καὶ εὐγνωμοσύνην πρὸς τὸν ἀγαθὸν Κύριόν μας,ὅταν καλούμεθα νὰ τὸν εὐχαριστήσωμεν καὶ δοξολογήσωμεν, νυστάζομεν καὶ χασμώμεθα.᾿Ιδοὺ λοιπὸν τί πρέπει νὰ ζητῶμεν, ὅταν προσευχώμεθα μὲ τὸν ψαλμὸν αὐτόν. Νὰ ζητῶμεν, ὅπως ὁ Κύριος μᾶς ἀπαλλάττῃ ἀπὸ τὴν κακὴν ἐπίδρασιν τῆς συνηθείας, ὥστε μὲ τὰ μάτια τῆς διανοίας ἀθόλωτα καὶ διαυγῆ νὰ βλέπωμεν τὴν λαμπρὰν σφραγῖδα τῆς σοφίας καὶ παντοδυναμίας του, ποὺ ἀπαστράπτει ἐν τῇ ἁρμο- νίᾳ τῶν οὐρανίων σωμάτων καὶ τοῦ καταυγάζοντος τὴν οἰκουμένην ἡλίου καὶ νὰ τὸν δοξάζωμεν.

   Τὸ αὐτὸ δημιουργεῖται μέσα μας καὶ ὡς πρὸς τὸ ἄλλο βιβλίον τῆς θείας ᾿Αποκαλύψεως, ποὺ λέγεται Νόμος Θεοῦ. Ποῖον ἄλλο βιβλίον εἶναι τόσον παλαιόν, ἀλλὰ καὶ τόσον νέον; ᾿Αφ΄ ὅτοὐ ὁ Κύριος ηὐδόκησε νὰ μᾶς χαρίσῃ τὸν οὐράνιον αὐτὸν θησαυρόν,πόσα ἄλλα βιβλία ἐγράφησαν καὶ ἐλη- σμονήθησαν ὡς ἄχρηστα καὶ πεπαλαιωμένα!Τὸ βιβλίον ὅμως τοῦ Θεοῦ διατηρεῖ τὴν νεότητα καὶ ἐπικαιρότητα αὐτοῦ διὰ μέσου τόσων γενεῶν μέχρι σήμερον καὶ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων. Διατηρεῖ τὴν νεότητά του καὶ τὴν δύναμίν του εἰς τὸ νὰ μᾶς παρηγορῇ, νὰ μᾶς οἰκοδομῇ, νὰ μᾶς φωτί- ζῃ, νὰ μᾶς φέρῃ εἰς συναίσθησιν ὅταν ἁμαρτάνωμεν, νὰ μᾶς παρέχῃ σοφίαν καὶ σύνεσιν,νὰ μᾶς κατασφαλίζῃ εἰς τὴν πορείαν καὶ τὸ ταξίδιον τῆς παρούσης ζωῆς.Πόσας φορὰς ἠσθάνθημεν καὶ ἡμεῖς τὴν εὐεργετικήν του δύνα- μιν καὶ ἐπίδρασίν του ταύτην!Καὶ ὅμως ἐσυνηθίσαμεν καὶ ταύτην. Καὶ μο- λονότι ὑπάρχει μεταξὺ τῶν βιβλίων μας καὶ ἡ ᾿Αγία Γραφή" μολονότι δὲν ἐπαύσαμεν πολλοὶ ἐξ ἡμῶν νὰ τὴν ἀναγνωρίζωμεν ὡς τὸ αἰώνιον βιβλίον,ἐν τούτοις βαρυνόμεθα νὰ τὴν ἀνοίξωμεν καὶ δὲν ἔχομεν ὄρεξιν καὶ πόθον νὰ ἀντλήσωμεν ἀπὸ τοὺς οὐρανίους θησαυρούς της. Ποῖος ἄλλος παρὰ μόνος ὁ Θεὸς θὰ ἀπαλλάξῃ ἡμᾶς ἀπὸ τὴν ὀλεθρίαν αὐτὴν νωθρότητα καὶ ἀμέλειαν; "Ἂς τὸν παρακαλῶμεν λοιπὸν μὲ τὸν ψαλμὸν αὐτὸν νὰ μᾶς καταστήσῃ αἰσθητὴν τὴν πολύτιμον καὶ ἀνεκτίμητον ἀξίαν τοῦ Νόμου του, ὥστε νὰ ἐντρυφῶμεν εἰς αὐτὸν ἀκορέστως.

  Μελετῶντες τὸν νόμον τοῦ Θεοῦ θὰ βλέπωμεν σὰν εἰς καθρέπτην καὶ ποία εἶναι ἡ πνευματικὴ καὶ ἠθικὴ κατάστασίς μας. Θὰ διακρίνωμεν ὁλονὲν καὶ νέας ἐλλείψεις καὶ πλῆθος ἀδυναμιῶν καὶ βαρείας ἐνοχῆς.Ποτὲ δὲν πρέπει νὰ ἀπελπιζώμεθα ἢ νὰ ἀπογοητευώμεθα. Ταπεινούμενοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἂς τοῦ λέγωμεν μετὰ συντριβῆς: Εἶσαι ὁ βοηθός μου καὶ ὁ Λυτρωτής μου. Ἐκ τῶν κρυφίων μου καθάρισόν με καὶ ἀπὸ ἀλλοτρίων φεῖσαι τοῦ δούλου σου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου