Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2020

Ἡ συμπροσευχὴ (40) ΤΟ ΣΑΡΑΝΤΑΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ Αρχιμανδρίτου Σεβαστιανού Δ. Τοπάλη

 



Κ

άποτε ἕνας μοναχός, ποὺ ὀνομαζόταν Ἰσαάκ, δοκίμαζε δυνατὸ σαρκικὸ πόλεμο καὶ ἦταν γι’ αὐτὸ γεμάτος θλίψη καὶ ἀθυμία. Ἦλθε γρήγορα στὸν ὅσιο Ἰωάννη, τὸν συγγραφέα τῆς Κλίμακος, καὶ μὲ δάκρυα καὶ ἀναστεναγμοὺς τοῦ φα νέρωσε τὸν ἐσωτερικό του πόλεμο. Ὁ πανθαύμαστος, ἀφοῦ θαύμασε τὴν πίστη καὶ τὴν ταπείνωση τοῦ ἀδελφοῦ, τοῦ λέγει:

-«Ἔλα, ἀδελφέ μου, νὰ προσευχηθοῦμε ἀπὸ κοινοῦ καὶ ὁ ἀγαθὸς καὶ εὐσπλαχνικὸς Θεὸς δὲν θὰ παραβλέψει τὴν ἱκεσία μας». δὲν εἶχαν τελειώσει ἀκόμη τὴν προσευχή τους καὶ ὁ εὔσπλαχνος Θεὸς ἱκανοποίησε τὸ αἴτημα τοῦ δούλου του καὶ ἀπέδειξε ἔτσι ἀληθινὸ τὸν προφήτη Δαβὶδ ποὺ ἔλεγε «ἐγγὺς Κύριος πᾶσι τοῖς ἐπικαλουμένοις αὐτόν, πᾶσι τοῖς ἐπικαλουμένοις αὐτὸν ἐν ἀληθείᾳ. Θέλημα τῶν φοβουμένων αὐτὸν ποιήσει καὶ τῆς δεήσεως αὐτῶν εἰσακούσεται καὶ σώσει αὐτούς» (πρβλ. Ψαλμ. 144, 28-19). Ὁ ὄφις δέ, ὁ δαίμονας δηλαδὴ τοῦ σαρκικοῦ πολέμου, χτυπημένος μὲ τὸ μαστίγιο τῆς θερμῆς προσευχῆς τοῦ Ὁσίου δραπέτευσε. Ὁ πρώην ἀσθενὴς ἀντιλήφθηκε τὸν ἑαυτό του ἐντελῶς θεραπευμένο καὶ ἀνενόχλητο πλέον. Θαύμαζε γι’ αὐτὸ καὶ γεμάτος ἔκπληξη εὐγνωμονοῦσε τὸν Θεὸ ποὺ δόξασε τὸν δοῦλο Του, ἀλλὰ καὶ τὸν δοῦλο Του ποὺ δοξάστηκε.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος προσεύχεται μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του ποὺ βρίσκεται σὲ βαρὺ πειρασμό. Ὁ ἀδελφὸς ἔγινε καλά. Ἦταν ἡ ἀπάντηση τῆς συμπροσευχῆς. Τὰ λόγια εἶναι πολλὲς φορὲς δύσκολο νὰ φέρουν ἀπὸ μόνα τους τὸν καρπό τους. Ἰδιαίτερα ἕνας βαρὺς πειρασμὸς μπορεῖ νὰ φέρει τέτοια στενοχώρια ποὺ νὰ μὴν μπορεῖ οὔτε καὶ ὁ νοῦς, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἡ καρδιὰ νὰ ἀκούσει. Τότε μόνο στὸν Θεὸ μποροῦμε νὰ καταφύγουμε προσευχόμενοι. Ὁ πιστὸς ποὺ εἶναι καλὰ βάζει τὴν πίστη του καὶ ὁ ἀδελφὸς ποὺ βρίσκεται στὴ δυσκολία του βάζει τὴν ταπείνωσή του καὶ οἱ δύο μαζὶ γονατίζουν καταθέτοντας τὴν συμπροσευχή τους. Εἶναι ἡ προσευχὴ αὐτὴ ποὺ γίνεται μὲ δύο ἢ καὶ περισσότερα ἄτομα ποὺ προσθέτουν ποικιλία ἀρετῶν τὴν ὥρα αὐτὴ τῆς προσευχῆς, ὥστε, καθὼς εἶναι δεμένοι μὲ μία πληρότητα καὶ μὲ μία ἀγάπη, νὰ εἰσακουσθεῖ αὐτὴ ἀκόμη πιὸ πολὺ στὸν Θεό. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὡς διδάσκαλός μας, ἔμαθε τοὺς μαθητές του νὰ συμπλέκουν τὴν ζωή τους μὲ τὴν προσευχή. Πάντοτε τοὺς ἔπαιρνε σὲ ἐρημικοὺς τόπους «κατ’ ἰδίαν προσεύξασθαι». Ἐξάλλου τὸ εἶπε: «οὗ γὰρ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν» (Ματθ. ιη΄ 20). Ἀκόμη καὶ πρὶν ἀπὸ τὸ Πάθος Του συμπροσευχήθηκε μὲ τὴν Ἀρχιερατική Του Προσευχή, ποὺ ἦταν τὰ τελευταῖα του λόγια στὸν Θεὸ Πατέρα γιὰ τοὺς μαθητές Του.

Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει τὴν δύναμή του καὶ φέρνει οὐράνια ἀλλοίωση στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ὅμως, ἂν ὁ λόγος εἶναι ὁ σπόρος ποὺ σπέρνεται στὴν ἀγαθὴ γῆ τῆς καρδιᾶς μας, τότε ἡ προσευχὴ εἶναι ἡ βροχὴ ποὺ ποτίζει καὶ μαλακώνει τὸ χωράφι καὶ τὸ καρποφορεῖ. Κι ὅταν ὁ πιστὸς ξέρει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ δυσκολεύεται νὰ κάνει τὴν ὑπέρβασή του καὶ νὰ προσευχηθεῖ, τότε ἐμεῖς τὸν παίρνουμε ἀπὸ τὸ χέρι καὶ συμπροσευχόμαστε γιὰ νὰ ἀνοίξουν οἱ οὐρανοὶ καὶ νὰ λάμψει ὁ Κύριος μέσα στὴν καρδιά του. Ἀντὶ νὰ λέμε πολλὰ καὶ νὰ διδάσκουμε ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς, καλύτερη εἶναι μία προσευχὴ στὸν Θεὸ μὲ τὸν ἀδελφὸ τὸν πονεμένο. Ἀκόμη πιὸ τέλειο εἶναι νὰ ἐφαρμόζουμε τὸ σχῆμα: ὁ ταπεινὸς παρακλητικὸς λόγος καὶ ἡ συμπροσευχή. Εἶναι ἡ ὁλοκληρωμένη ἔκφραση τῆς ἀγάπης, διὰ λόγου καὶ εὐχῆς.

Ἡ ἀγάπη μας στοὺς ἀδελφοὺς μᾶς ὠθεῖ πηγαῖα σὲ μία προσευχὴ γι’ αὐτοὺς καὶ σὲ μία συμπροσευχὴ μαζί τους. Ἡ ἁγία Μόνικα βρισκόμενη μπροστὰ στὸν παρασυρμένο γιό της, τὸν Αὐγουστῖνο, τὸν παίρνει σὲ ἕνα ἐκκλησάκι καὶ προσεύχεται μαζί του. Ὁ ἴδιος, μετὰ ἀπὸ λίγο τὴν ἀφήνει καὶ φεύγει μὲ πλοῖο στὴν Ἰταλία. Πρὸς στιγμὴν αὐτὸ φάνηκε μία ἀποτυχία, ἀλλὰ ἡ συμπροσευχὴ καρποφορεῖ αὐτόματα καὶ ποτὲ δὲν πάει χαμένη. Ἡ ἐπιείκεια καὶ ἡ ὑπομονετικὴ καρτερία καὶ τὰ δάκρυα τῶν εὐχῶν φέρνουν τὴν μετάνοια. Ἐκεῖ στὰ Μεδιόλανα ποὺ πῆγε ἔγινε αἰτία νὰ μετανοήσει καὶ νὰ βαπτισθεῖ. Οἱ προσευχὲς τῆς μάνας του τὸν συνόδευαν.

Ἡ συμπροσευχὴ ἀνήκει μὲν στὸν κοινὸ ἐκκλησιασμὸ τῆς κάθε Κυριακῆς, ἀλλὰ συμβαίνει καὶ στὴν κατ’ οἶκον ἐκκλησία (οἰκογενειακὴ προσευχή) καὶ μὲ τοὺς ἀδελφοὺς ἐν Χριστω σὲ διάφορες περιπτώσεις καὶ δυσκολίες. Εἶναι ἕνα μοίρασμα ἀγάπης μεταξύ μας καὶ μὲ τὸν Θεό. Μέσα στὴν συμπροσευχὴ σμιλεύεται ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς.

Μετὰ ἀπὸ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου οἱ μαθητές Του ἀναμένοντες ἐναγώνια τὸν ἐρχομὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συμπροσεύχονται καὶ ἀλληλοπαρηγοροῦνται στὸ ἀνώγειο τῶν Ἱεροσολύμων. «Οὗτοι πάντες ἦσαν προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδὸν τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει σὺν γυναιξὶ καὶ Μαρίᾳ τῇ μητρὶ τοῦ ᾿Ιησοῦ καὶ σὺν τοῖς ἀδελφοῖς αὐτοῦ» (Πραξ. 1,12-14). Ἰδιαίτερα ὁ τρόπος τῆς συμπροσευχῆς διδάσκεται πολὺ χαρακτηριστικὰ ἀπὸ τὸν ἀπ. Παῦλο. Ὁ γλυκὺς ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ τὴν χαρὰ καὶ τὴν λύπη του τὴν μοιράζεται μὲ τὴν συμπροσευχὴ μαζὶ μὲ τοὺς ἀδελφούς του. Ἐκεῖ βρίσκει τὴν παρηγορία του. Δὲν μιλᾶ μόνο ἐξομολογητικὰ μὲ τοὺς ἄλλους μοιραζόμενος τὶς ἀγωνίες τῆς διακονίας του καὶ τῶν θλίψεων, ἀλλὰ καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ κάνει συμπροσευχή. Λέγει ὅτι μετὰ δακρύων νουθετοῦσε τὸν καθένα μὲ τὸ λόγο του, ποὺ σημαίνει ὅτι μαζὶ μὲ τὴν διδαχὴ ἔκανε μαζί τους καὶ προσευχή. Τοὺς μιλοῦσε ὁ Θεὸς καὶ τοῦ μιλοῦσαν. Γινόταν τὸ δοχεῖο τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου καὶ ὁ ἀγωγὸς τῆς συνάντησης μὲ τὸν Θεό.

Ἔτσι τὸν βλέπουμε νὰ προσεύχεται μαζὶ μὲ τὸν Σίλα στὴ φυλακὴ τῶν Φιλίππων. «Κατὰ δὲ τὸ μεσονύκτιον Παῦλος καὶ Σίλας προσευχόμενοι ὕμνουν τὸν Θεόν· ἐπηκροῶντο δὲ αὐτῶν οἱ δέσμιοι. ἄφνω δὲ σεισμὸς ἐγένετο μέγας, ὥστε σαλευθῆναι τὰ θεμέλια τοῦ δεσμωτηρίου, ἀνεῴχθησάν τε παραχρῆμα αἱ θύραι πᾶσαι καὶ πάντων τὰ δεσμὰ ἀνέθη» (Πράξ. 16, 25-26). Στὴν δύσκολη ὥρα τῆς φυλάκισης καὶ τοῦ πόνου τοῦ σώματός τους μετὰ ἀπὸ τὸν ξυλοδαρμό, ὁ ἕνας παρασύρει τὸν ἄλλο σὲ μία ἀπὸ κοινοῦ προσευχὴ καὶ ψαλμωδία. Μιλοῦν στὸν Θεὸ καὶ Τὸν εὐχαριστοῦν ποὺ ἔπαθαν γι’ Αὐτόν. Εἶναι μία συμπροσευχὴ στὴ δύσκολη ὥρα, ποὺ τοὺς στηρίζει τόσο ἀδελφικὰ καὶ θεϊκά. Ὁ Θεὸς θέλγεται γι’ αὐτὴν τὴν προσευχή τους καὶ τοὺς ἀπαντᾶ ἄμεσα μὲ ἕναν σεισμὸ ποὺ θαυμαστῶς λύνονται τὰ δεσμά τους καὶ κατόπιν ἀκολουθεῖ ἡ μετάνοια τοῦ δεσμοφύλακα. Καὶ ὅλα αὐτὰ ἦταν καρπὸς αὐτῆς τῆς συν-προσευχῆς τῆς εὐχαριστίας. Ἦταν δύο, καὶ ἀνάμεσά τους καὶ ὁ Χριστός, καὶ συγκλόνισαν τὸν οὐρανό.

Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο, μετὰ ἀπὸ τὸ Συνέδριο τῶν Πρεσβυτέρων στὴν Ἐφεσο, ἀφοῦ τοὺς ἔδωκε τὴν τελευταία του παρακαταθήκη, γονάτισε ἐνώπιον ὅλων καὶ μαζὶ μὲ ὅλους καὶ προσευχήθηκε. «Καὶ ταῦτα εἰπών, θεὶς τὰ γόνατα αὐτοῦ σὺν πᾶσιν αὐτοῖς προσηύξατο» (Πράξ. 20,36). Ἦταν ἡ ἀποχαιρετιστήρια προσευχή του καὶ ἡ τελικὴ παράθεση ὅλων τῶν συνεργατῶν του στὸν Θεό. Καὶ ὅταν κατόπιν ὅλος ὁ λαὸς σὺν γυναιξὶ καὶ τέκνοις τὸν ξεπροβοδοῦσαν στὸν αἰγιαλὸ τῆς Τύρου γιὰ νὰ ἐπιβιβασθεῖ στὸ πλοῖο ὁ ἀπ. Παῦλος γονάτισε μαζί τους καὶ προσευχήθηκαν καὶ ἀφοῦ ἀλληλοασπάσθηκαν ἀνέβηκε στὸ πλοῖο. «…ἐξελθόντες ἐπορευόμεθα προπεμπόντων ἡμᾶς πάντων σὺν γυναιξὶ καὶ τέκνοις ἕως ἔξω τῆς πόλεως, καὶ θέντες τὰ γόνατα ἐπὶ τὸν αἰγιαλὸν προσηυξάμεθα, καὶ ἀσπασάμενοι ἀλλήλους ἐπέβημεν εἰς τὸ πλοῖον, ἐκεῖνοι δὲ ὑπέστρεψαν εἰς τὰ ἴδια» ( Πράξ. 21, 3-6).

Πόσο ὄμορφες εἰκόνες εὐλαβείας καὶ ἀγάπης καὶ συνδέσμου χαρᾶς μεταξὺ τῶν χριστιανῶν ποὺ βλέπουμε μέσα στὴν πρωτοχριστιανικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας! Ἦταν ὁ τρόπος τῆς ζωῆς τους. Ἀκοῦμε λόγο Θεοῦ, λέμε λόγο Θεοῦ ἀλλὰ ὅλο αὐτὸ θέλει καὶ τὸ πότισμά του, τὴν προσευχή. Τί μεγάλη ἀμεσότητα μὲ τὸν Θεό, νὰ ἑνώνεις τὰ λόγια σου μ’ Αὐτὸν καὶ νὰ μοιράζεσαι τὴν καρδιά σου μὲ ὅλους καὶ μὲ τὸν Ἕνα!… Ἂν στὰ παιδιά μας, μετὰ ἀπὸ κάθε παρατήρηση ἢ καὶ ἀταξία, ἐφαρμόζαμε τὴν διπλὴ αὐτὴ μέθοδο, δηλ. νὰ τοὺς μιλᾶμε μὲ ἀγάπη καὶ νὰ κάνουμε μαζὶ προσευχή, πολλὰ θὰ εἶχαν εἰρηνεύσει καὶ οἱ ψυχές τους θὰ εἶχαν ἁπαλύνει. Σὰν μεγάλοι μὲ τὴν ἐξουσία τοῦ μεγαλυτέρου τὰ ἐπιπλήττουμε καὶ τὰ δικάζουμε καὶ τὰ ἀπορρίπτουμε σκληρὰ καὶ τὰ τιμωροῦμε, χωρὶς νὰ τὰ βλέπουμε μὲ τὴν προοπτικὴ τῆς σωτηρίας τους καὶ τῆς διόρθωσής τους ἐν Θεῷ. Ἐγωιστικὰ φερόμενοι νιώθουμε πὼς μᾶς ἀδικοῦν καὶ φθείρουν τὴν εἰκόνα μας. Ἀκόμη κι ἂν σεμνὰ καὶ ἁπλὰ τὰ νουθετήσουμε, ξεχνοῦμε νὰ τὰ πάρουμε καὶ νὰ γονατίσουμε καὶ νὰ προσευχηθοῦμε μαζί τους. Συνήθως εἴμαστε ἐσωτερικὰ νευριασμένοι μὲ τις ἀταξίες τους καὶ οὔτε ποὺ μποροῦμε νὰ ἔχουμε τὴν ἠρεμία γιὰ τὴν προσευχή.

Ἐκεῖ ὅμως ποὺ ἡ συμπροσευχὴ παίρνει τὸ μεγάλο της νόημα εἶναι μέσα στὴν οἰκογενειακὴ ἑστία, στὴν κατ’ οἶκον Ἐκκλησία. Μιλᾶμε γιὰ τὴν οἰκογενειακὴ προσευχή. Τὸ σπίτι εἶναι ἕνας μικρὸς ναὸς μὲ τὴν εἰκόνα, τὸ θυμιατήρι, τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν καντήλα. Κι αὐτὸς ὁ μικρόναος λατρεύεται καὶ λειτουργεῖται μὲ τὴν συμπροσευχὴ ὅλων τῶν μελῶν τῆς οἰκογενείας. Ὅλη ἡ οἰκογένεια μαζεύεται τὸ βράδυ πρὶν ἀπὸ τὸν ὕπνο καὶ γονατίζει μπροστὰ στὸν Χριστό, ποὺ στέκεται γλυκὺς μπροστὰ στὴν καντήλα καὶ λέγει ὁ πατέρας τὸ «Εὐλογητὸς ὁ Θεός...», ὁ ἄλλος τὸ «Ἅγιος ὁ Θεὸς» καὶ τὸ ἄλλο παιδὶ λέγει τὸ «Πάτερ ἡμῶν» καὶ ὁ μικρότερος προφέρει τὸ «Κύριε ἐλέησον» καὶ ὅλοι μαζὶ τὸ «Ἀμήν». Ὁ καθένας καὶ μία προσευχή. Μία ὄμορφη ἱκεσία καὶ εὐχαριστία στὸν Θεό. Ἕνα χρέος πνευματικὸ γιὰ κάθε ἡμέρα καὶ ἀκόμη πιὸ μεγάλο τὴν παραμονὴ τῆς Κυριακῆς, ποὺ ἡ συμπροσευχὴ παίρνει τὸ νόημα τῆς προετοιμασίας γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία. Κι ἂν τὰ παιδιά μας τὰ τρέφουμε καὶ τὰ ντύνουμε, πόσο μεγαλύτερη εἶναι ἡ εὐθύνη μας νὰ τὰ μάθουμε καὶ νὰ προσεύχονται. Δὲν εἶναι μάθημα λόγου μόνον, ἀλλὰ μάθημα συνύπαρξης, συμπροσευχῆς, κοινωνίας Θεοῦ. Πόσο εὐλογημένο εἶναι νὰ ἔχει τὸ ἀνδρόγυνο καὶ τὴν δική του συμπροσευχή. Γονατίζουν καὶ προσεύχονται μαζί, ὅπως μοιράζονται σὰν ἀντρόγυνο τὰ πάντα στὴ ζωή τους. Αὐτὴ ἡ κατακλείδα τῆς ἡμέρας ποὺ τοὺς βρίσκει γονατιστούς, τοὺς δίνει γλυκύτητα καὶ συγχώρηση καὶ ὁμόνοια καὶ χαρὰ μετὰ ἀπὸ τῆς ὅλης ἡμέρας τὶς δυσκολίες. Ἡ συμπροσευχή τους αὐτὴ εἶναι ἕνας ἀναβαπτισμὸς πνευματικός, μία ἀνανέωση τῆς ἀγάπης τους, ἕνας ἀνακαινισμὸς ἐλπίδος καὶ συνεχείας τοῦ καθήκοντος στὸ μοίρασμα τοῦ κόπου καὶ τοῦ πόνου.

Ἐπιπλέον, ὅταν τὰ παιδιὰ βλέπουν τοὺς γονεῖς μαζί τους νὰ προσεύχονται, ζοῦν μία οὐράνια ἀλλοίωση καὶ μαθαίνουν τὸ μάθημα τῆς καρδιᾶς προσευχομένης. Ἀρκεῖ ἡ προσευχὴ νὰ μὴ γίνεται σὰν ἀγγαρεία καὶ μὲ ἐξοικείωση. Βλέποντάς τους τὰ παιδιὰ ταπεινούς, νὰ προσεύχονται καὶ γλυκεῖς νὰ μιλοῦν στὸν Θεὸ τοὺς ἀγαποῦν πιὸ πολὺ καὶ τοὺς σέβονται ὄχι πλέον μόνον σὰν γονεῖς, ἀλλὰ καὶ κάπως παραπάνω, σὰν ἀγγέλους ποὺ τοὺς ἀγκαλιάζουν καὶ γίνονται παραδείγματα πρὸς μίμηση. Μαθαίνουν μαζί τους τὸ πιὸ μεγάλο μάθημα, νὰ γονατίζουν, νὰ σταυρώνουν τὰ χέρια τους καὶ νὰ μιλοῦν στὸν Θεό. Εἶναι τὰ παιδιὰ ποὺ τὰ ἔδωκε ὁ Θεὸς ὡς δῶρα στὴ ζωή μας, γιὰ νὰ τὰ κάνουμε ἁγίους. Αὐτὲς οἱ πνευματικὲς ἐμπειρίες τῶν παιδιῶν στὴν οἰκογενειακὴ προσευχὴ ποτὲ δὲν μποροῦν νὰ ἐξαλειφθοῦν ἀπὸ τὴν καρδιά τους, ἀλλὰ ἀντιθέτως θὰ μένουν ἀνεξίτηλες καὶ θὰ τοὺς βρεθοῦν ὡς σωτήριες εὐλογίες στὴν ὥριμη ἡλικία τους. Ἀρκεῖ ἐμεῖς οἱ μεγάλοι νὰ μὴν κουραζόμαστε, οὔτε καὶ νὰ ἀμελοῦμε νὰ κάνουμε προσευχὴ καὶ νὰ τελοῦμε συμπροσευχή. Κι αὐτὰ τὰ παιδιὰ αὐτὸν τὸν κόπο μας τὸν πληρώνουν μὲ τὸ παραπάνω, διότι ὡς ἀθῶα καὶ ταπεινὰ γίνονται τὰ ἀλεξικέραυνα ποὺ ἀπομακρύνουν τὶς δυσκολίες καὶ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἀπὸ πάνω μας, λόγῳ τῶν ἁμαρτιῶν μας.

Καὶ παρακαλοῦσα τὸν Θεὸ νὰ μὲ μάθει πῶς νὰ προσεύχομαι, μᾶλλον καλύτερα πῶς νὰ συμπροσεύχομαι. Εἶναι αὐτὸ ποὺ θὰ μὲ βγάλει ἀπὸ τὴν μοναξιὰ τῆς προσευχῆς μου, ποὺ δεικνύει τὸν αὐτισμό μου τὸν πνευματικό, καὶ θὰ μοῦ μάθει νὰ ἀγαπῶ καὶ νὰ μοιράζομαι. Καὶ τί πιὸ μεγάλη μοιρασιὰ μὲ τοὺς ἀδελφούς μου, ὅταν μαζί τους μιλῶ στὸν Χριστὸ μὲ τὴν συμπροσευχή μου!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου