ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[:Ματθ.14,22-34]
«Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλουςκαὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ᾿ ἰδίαν προσεύξασθαι. ὀψίας δὲ γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ. τὸ δὲ πλοῖον ἤδη μέσον τῆς θαλάσσης ἦν, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων· ἦν γὰρ ἐναντίος ὁ ἄνεμος
(:και αμέσως ο Ιησούς, για να μην παρασυρθούν οι μαθητές Του από τον ενθουσιασμό του πλήθους που ήθελε να Τον ανακηρύξει βασιλιά [μετά από το θαύμα του χορτασμού των πεντακισχιλίων] τους ανάγκασε να εισέλθουν στο πλοίο και να περάσουν πριν από Αυτόν στο απέναντι μέρος της λίμνης, ωσότου Αυτός διαλύσει τα πλήθη του λαού. Και αφού διέλυσε τα πλήθη, ανέβηκε στο όρος, για να προσευχηθεί μόνος και απερίσπαστος. Και όταν άρχισε να νυκτώνει, ήταν μόνος Του εκεί. Το πλοίο όμως βρισκόταν πλέον στο μέσο της λίμνης και κλυδωνιζόταν πολύ από τα κύματα, διότι ήταν αντίθετος ο άνεμος)»[Ματθ.14,22-27]·[ερμην. απόδοση Παν. Τρεμπέλα].
Για ποιον λόγο ανεβαίνει στο όρος; Για να μας διδάξει ότι είναι καλό πράγμα η ερημιά και η μόνωση όταν πρέπει να επικοινωνήσουμε με τον Θεό. Για τον λόγο αυτόν βέβαια καταφεύγει συχνά στις ερήμους και εκεί πολλές φορές διανυκτερεύει προσευχόμενος για να μας διδάξει να επιδιώκουμε την απόλυτη ησυχία κατά την προσευχή και από τον χρόνο και από τον τόπο· διότι η έρημος είναι μητέρα της ησυχίας και τόπος γαλήνης και λιμάνι που μας απαλλάσσει από κάθε θόρυβο.
Και ο μεν Ιησούς για τον λόγο αυτόν ανέβαινε εκεί στο όρος, οι μαθητές Του όμως κλυδωνίζονται και πάλι από τη θαλασσοταραχή και υποφέρουν από την κακοκαιρία όπως και σε κάποια προηγούμενη φορά [πρβλ. Ματθ.8,23-27: «Καὶ ἐμβάντι αὐτῷ εἰς τὸ πλοῖον ἠκολούθησαν αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ. καὶ ἰδοὺ σεισμὸς μέγας ἐγένετο ἐν τῇ θαλάσσῃ, ὥστε τὸ πλοῖον καλύπτεσθαι ὑπὸ τῶν κυμάτων· αὐτὸς δὲ ἐκάθευδε. καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἤγειραν αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, σῶσον ἡμᾶς, ἀπολλύμεθα. καὶ λέγει αὐτοῖς· τί δειλοί ἐστε, ὀλιγόπιστοι; τότε ἐγερθεὶς ἐπετίμησε τοῖς ἀνέμοις καὶ τῇ θαλάσσῃ, καὶ ἐγένετο γαλήνη μεγάλη. οἱ δὲ ἄνθρωποι ἐθαύμασαν λέγοντες· ποταπός ἐστιν οὗτος, ὅτι καὶ οἱ ἄνεμοι καὶ ἡ θάλασσα ὑπακούουσιν αὐτῷ;(: και όταν μπήκε στο πλοίο, Τον ακολούθησαν οι δώδεκα μαθητές Του. Και ιδού έγινε θύελλα ισχυρή, αναταραχή και τρικυμία μεγάλη στη θάλασσα, ώστε το πλοίο να σκεπάζεται από τα κύματα. Ο Ιησούς όμως κοιμόταν. Και προσήλθαν έντρομοι οι μαθητές κοντά Του και Τον ξύπνησαν λέγοντας· “Κύριε σώσε μας, χανόμαστε”. Και λέγει προς αυτούς: “ω ολιγόπιστοι, γιατί είστε τόσο δειλοί;” Τότε, αφού σηκώθηκε όρθιος, διέταξε με εξουσία και αυστηρότητα και επέπληξε τους ανέμους και την θάλασσα και αμέσως έγινε γαλήνη μεγάλη. Και οι άνθρωποι που είδαν και άκουσαν το καταπληκτικό αυτό γεγονός, θαύμασαν και έλεγαν με έκσταση· τι άνθρωπος είναι αυτός, αφού και οι άνεμοι και η θάλασσα υποτάσσονται σε αυτόν;’’)»].
Τότε όμως το είχαν πάθει αυτό έχοντας τον Ιησού μαζί τους μέσα στο πλοίο, ενώ τώρα ήσαν τελείως μόνοι τους· διότι ήρεμα και σιγά- σιγά τούς εισάγει και τους καθοδηγεί στα μεγάλα πνευματικά θέματα και στο να αντιμετωπίζουν τα πάντα με γενναιότητα. Και ακριβώς για τον λόγο αυτόν, όταν συνέβη για πρώτη φορά να κινδυνεύσουν, ήταν μεν παρών, αλλά όμως κοιμόταν, ώστε αμέσως να τους προσφέρει την βοήθειά Του. Τώρα όμως για να τους κάνει να δείξουν μεγαλύτερη υπομονή, δεν κάνει ούτε αυτό, αλλά φεύγει από κοντά τους και ενώ βρίσκονται στο μέσο της θαλάσσης, επιτρέπει να σηκωθεί η θαλασσοταραχή, ώστε να μην ελπίζουν από πουθενά να σωθούν, και όλη τη νύκτα τους αφήνει να θαλασσοδέρνονται, για να διεγείρει, κατά τη γνώμη μου, την καρδιά τους που ήταν πνευματικώς νεκρή, ευρισκόμενη ακόμη σε νάρκη· διότι τέτοιος είναι ο φόβος τον οποίο δημιουργεί η θαλασσοταραχή μαζί με τη νύκτα. Μαζί όμως με τη σύγχυση στην οποία τους άφησε για λίγο να βρίσκονται, αύξησε και την επιθυμία τους ακόμη περισσότερο για τον Ίδιο που και άλλη φορά τους είχε σώσει, καθώς επίσης και να Τον ενθυμούνται συνεχώς.
Και ακριβώς για αυτόν τον λόγο δεν παρουσιάστηκε αμέσως σε αυτούς· διότι λέγει: «τετάρτῃ δὲ φυλακῇ τῆς νυκτὸς ἀπῆλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης(:και στο τελευταίο τρίωρο της νύχτας[δηλ. μεταξύ των ωρών 3-6 π.μ.], όταν το τέταρτο τμήμα των σκοπών παραλαμβάνει τη στρατιωτική φρουρά, ο Ιησούς έφυγε απ’ το βουνό και ήλθε προς αυτούς περπατώντας πάνω στη θάλασσα, σαν να ήταν η θάλασσα στεριά)»[Ματθ.14,25], με σκοπό να τους διδάξει να μη ζητούν ταχεία απαλλαγή από τις συμφορές που τους βρίσκουν, αλλά να αντιμετωπίζουν τα δυσάρεστα γεγονότα με γενναιότητα.
Μόλις λοιπόν ήλπισαν ότι θα απαλλαγούν από τη θαλασσοταραχή, τότε και πάλι έγινε μεγαλύτερος ο φόβος τους. Διότι λέγει ο Ευαγγελιστής: «καὶ ἰδόντες αὐτὸν οἱ μαθηταὶ ἐπὶ τὴν θάλασσαν περιπατοῦντα ἐταράχθησαν λέγοντες ὅτι φάντασμά ἐστι, καὶ ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν(:όταν λοιπόν Τον είδαν οι μαθητές να περπατάει πάνω στη θάλασσα, ταράχθηκαν λέγοντας ότι αυτό που έβλεπαν είναι φάντασμα. Και απ’ τον φόβο τους έβγαλαν κραυγή)»[Ματθ.14,26].Και πράγματι αυτό κάνει πάντοτε, όταν δηλαδή πρόκειται να τους απαλλάξει από τον φόβο και τη δοκιμασία, τότε επιτρέπει να περιπέσουν σε κάποια δυσκολότερη και φοβερότερη, πράγμα που βέβαια συνέβη και τότε· διότι μαζί με τη θαλασσοταραχή και η εμφάνιση του Κυρίου που περπατούσε επάνω στην τρικυμισμένη θάλασσα, τούς φόβισε πάρα πολύ και μάλιστα όχι λιγότερο από την τρικυμία. Για τον λόγο αυτόν ούτε το σκοτάδι διέλυσε, ούτε και τους φανερώθηκε αμέσως, για να τους εξασκήσει, όπως προανέφερα, με την παράταση αυτή του φόβου τους, και για να τους διδάξει να είναι καρτερικοί.
Το ίδιο έκανε και στην περίπτωση του Ιώβ· διότι όταν επρόκειτο να τον ελευθερώσει από τον φόβο και τον πειρασμό, ακριβώς τότε επέτρεψε να γίνει χειρότερο το τέλος της συμφοράς του. Δεν εννοώ τον θάνατο των παιδιών του και τα λόγια της γυναίκας του, αλλά τους χλευασμούς των υπηρετών του και των φίλων του. Και όταν πάλι επρόκειτο να απαλλάξει τον Ιακώβ από τις ταλαιπωρίες του στην ξένη χώρα, επέτρεψε να δημιουργηθεί και να γίνει μεγάλος θόρυβος. Καθόσον ο πεθερός του, αφού τον συνέλαβε τον απειλούσε με θάνατο και ύστερα από εκείνον δεν άργησε να έλθει ο αδελφός του που παραλίγο να τον φόνευε[πρβλ. Γέν. κεφ.31-32]· διότι επειδή δεν είναι δυνατόν οι δίκαιοι να δοκιμάζονται και επί πολύ χρόνο και με μεγάλες δοκιμασίες, για τον λόγο αυτόν όταν πρόκειται να απαλλαγούν από τις δοκιμασίες, θέλοντας να τους ωφελήσει σε μεγαλύτερο βαθμό, αυξάνει τις δοκιμασίες. Πράγμα που έκανε και στην περίπτωση του Αβραάμ στέλνοντας σε αυτόν την τελευταία δοκιμασία, δηλαδή τη θυσία του παιδιού του[πρβ.Γέν.22,1 κ.ε.]· διότι με τον τρόπο αυτόν οι δυσβάστακτες δοκιμασίες γίνονται υποφερτές, όταν αποστέλλονται στο τέλος της δοκιμασίας, και είναι πλέον πολύ κοντά η απαλλαγή από αυτές. Το ίδιο λοιπόν και τότε έκανε ο Χριστός και δεν φανέρωσε προηγουμένως τον εαυτό Του, αλλά τότε μόνο, όταν οι μαθητές Τον φώναξαν δυνατά· διότι όσο περισσότερο μεγάλωνε η αγωνία τους, τόσο περισσότερο επιζητούσαν την παρουσία Του.
Στη συνέχεια, λέγει ο ευαγγελιστής, μόλις φώναξαν δυνατά, «εὐθέως δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε(:αμέσως όμως τους μίλησε ο Ιησούς και τους είπε: “Έχετε θάρρος, εγώ είμαι, μη φοβάστε”)»[Ματθ.14,27]. Τα λόγια αυτά διέλυσαν τον φόβο τους και τους έδωσαν θάρρος. Επειδή δηλαδή αρχικά δεν Τον ανεγνώρισαν όταν Τον είδαν, και εξαιτίας του παράδοξου βαδίσματός Του επάνω στην θάλασσα και εξαιτίας της ώρας που συνέβη αυτό, για τον λόγο αυτόν φανερώνει τον εαυτό Του σε αυτούς με τη φωνή Του.
Τι έκανε λοιπόν ο Πέτρος που ήταν ενθουσιώδης σε όλες του τις ενέργειες και πάντοτε εκδηλωνόταν πριν από τους άλλους μαθητές; «Κύριε», λέγει, «εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρός σε ἐλθεῖν ἐπὶ τὰ ὕδατα(:“Κύριε, εάν είσαι Εσύ, δώσε μου εντολή να έλθω κοντά Σου περπατώντας πάνω στα νερά”)». Δεν Του είπε να προσευχηθεί και να παρακαλέσει τον Πατέρα Του, αλλά Του είπε: «κέλευσον(:δώσε εντολή)». Είδες πόσο μεγάλος ήταν ο ενθουσιασμός του; Πόσο μεγάλη η πίστη του; Μολονότι βέβαια πολλές φορές εξαιτίας αυτού του ενθουσιασμού του ζητούσε πράγματα που υπερέβαιναν το μέτρο.
Καθόσον και στην περίπτωση αυτήν ζήτησε πολύ μεγάλο πράγμα, αλλά αυτό το έκανε από αγάπη και μόνο και όχι προς επίδειξη· διότι δεν είπε «Πρόσταξέ με να βαδίσω επάνω στα ύδατα», αλλά τι; «Πρόσταξέ με να έλθω προς Εσένα»· διότι κανείς δεν αγαπούσε τόσο πολύ τον Ιησού. Το ίδιο έκανε και μετά την Ανάσταση· δεν θέλησε και τότε να πάει στον τάφο μαζί με τους άλλους μαθητές, αλλά έτρεξε να πάει πριν από αυτούς. Και δεν δείχνει με αυτό μόνο την αγάπη του, αλλά και την πίστη του· διότι δεν πίστεψε απλά και μόνο ότι ο Ιησούς μπορεί να περιπατεί επάνω στη θάλασσα, αλλά ότι και σε άλλους μπορεί να μεταδώσει αυτήν τη δυνατότητα. Η επιθυμία του λοιπόν είναι να βρεθεί πλησίον Του το ταχύτερο.
«Ὁ δὲ εἶπεν, ἐλθέ. καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου ὁ Πέτρος περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ὕδατα ἐλθεῖν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. βλέπων δὲ τὸν ἄνεμον ἰσχυρὸν ἐφοβήθη, καὶ ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι ἔκραξε λέγων· Κύριε, σῶσόν με. εὐθέως δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἐπελάβετο αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτῷ· ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἐδίστασας;(: ο Κύριος του είπε: “Έλα”. Και τότε ο Πέτρος κατέβηκε από το πλοίο και περπάτησε πάνω στα νερά για να έλθει κοντά στον Ιησού. Όταν όμως είδε τον αέρα πόσο δυνατός ήταν, κλονίστηκε η πίστη του και φοβήθηκε, και καθώς άρχισε να βουλιάζει, φώναξε δυνατά: “Κύριε, σώσε με, διότι κινδυνεύω να πνιγώ”. Αμέσως ο Ιησούς άπλωσε το χέρι Του, τον έπιασε και του είπε: “Ολιγόπιστε, γιατί δείλιασες;”)».[Ματθ. 14,28-31].
Αυτό το θαύμα είναι πιο παράδοξο από το προηγούμενο, και γι' αυτό και γίνεται μετά από εκείνο. Αφού δηλαδή ο Ιησούς απέδειξε ότι είναι εξουσιαστής της θάλασσας, στη συνέχεια επιτελεί και το πιο αξιοθαύμαστο θαύμα· διότι τότε μεν, επιτίμησε μόνο τους ανέμους, τώρα όμως και ο Ίδιος βαδίζει επάνω στα ύδατα και σε άλλον παρέχει τη δυνατότητα να πράξει το ίδιο, πράγμα που εάν από την αρχή πρόσταζε να γίνει, οπωσδήποτε δεν θα το δεχόταν ο Πέτρος με τον ίδιο τρόπο επειδή δεν θα είχε ακόμη αποκτήσει τόση μεγάλη πίστη.
Γιατί όμως ο Χριστός το επέτρεψε να γίνει αυτό; Διότι, εάν του έλεγε ότι δεν μπορεί να βαδίσει επάνω στη θάλασσα, ο Πέτρος, επειδή ήταν ορμητικός, θα είχε αντιρρήσεις. Για τον λόγο αυτό τον πείθει με τα γεγονότα, ώστε στο μέλλον να είναι πιο σώφρονας. Αλλά και έτσι δεν μπορεί να συγκρατήσει τον εαυτό του πάνω στην επιφάνεια. Αφού λοιπόν, κατέβηκε από το πλοίο, κλυδωνίζεται, επειδή φοβήθηκε. Και τον κλυδωνισμό προκάλεσε η τρικυμία, τον φόβο όμως τον δημιούργησε ο άνεμος. Ο δε ευαγγελιστής Ιωάννης λέγει ότι: «ἤθελον οὖν λαβεῖν αὐτὸν εἰς τὸ πλοῖον, καὶ εὐθέως τὸ πλοῖον ἐγένετο ἐπὶ τῆς γῆς εἰς ἣν ὑπῆγον(:μετά λοιπόν από τη διαβεβαίωσή Του αυτή, οι μαθητές εκδήλωσαν πολλή σπουδή και προθυμία να Τον πάρουν πάνω στο πλοίο. Και μόλις Τον πήραν, αμέσως το πλοίο έφθασε θαυματουργικώς στη στεριά όπου κατευθυνόταν)»[Ιω.6,21]. Ώστε όταν επρόκειτο να προσεγγίσουν την ξηρά, τότε ο Ιησούς ανέβηκε στο πλοίο.
Αφού λοιπόν κατέβηκε ο Πέτρος από το πλοίο, βάδιζε προς τον Ιησού, χαρούμενος όχι τόσο επειδή περπατούσε πάνω στη θάλασσα, αλλά επειδή ερχόταν κοντά στον Κύριο. Και ενώ είχε νικήσει το σπουδαιότερο, επρόκειτο να κακοπαθήσει από το μικρότερο, εννοώ την ορμή του αέρος και όχι τη θάλασσα. Πραγματικά τέτοια είναι η ανθρώπινη φύση, πολλές φορές, δηλαδή, επιτυγχάνει τα μεγάλα και αποτυγχάνει στα ελάχιστα. Όπως έγινε στον Ηλία με την Ιεζάβελ, τον Μωυσή με τον Αιγύπτιο και τον Δαυίδ με τη Βηρσαβεέ. Έτσι, λοιπόν, και ο Πέτρος. Ενώ ήταν ακόμη φοβισμένος, πήρε το θάρρος να πατήσει επάνω στα κύματα, αλλά δεν μπόρεσε να αντισταθεί στην ορμή του ανέμου, αν και βρισκόταν κοντά στον Χριστό.
Έτσι, δεν τον ωφελεί καθόλου το ότι βρίσκεται κοντά στον Χριστό τοπικώς, εάν δεν είναι κοντά Του με την πίστη. Το γεγονός αυτό φανέρωνε και τη διαφορά μεταξύ του Διδασκάλου και του μαθητή και έδινε παρηγοριά και στους άλλους μαθητές· διότι εάν αγανάκτησαν για τους δύο αδελφούς που ζήτησαν τα πρωτεία, πολύ περισσότερο θα αγανάκτησαν εδώ, επειδή δεν είχαν λάβει το Άγιο Πνεύμα. Μετά τη δωρεά του αγίου Πνεύματος, όμως, δεν συμπεριφέρονται έτσι· διότι σε κάθε περίπτωση παραχωρούν τα πρωτεία στον Πέτρο και στις ομιλίες προς τον λαό, αυτόν προβάλλουν, αν και ήταν ο πιο αμόρφωτος από τους άλλους.
Και γιατί δεν διέταξε ο Ιησούς τους ανέμους να σταματήσουν, αλλά άπλωσε ο Ίδιος το χέρι Του και τον έπιασε; Διότι χρειαζόταν και η πίστη του Πέτρου. Επειδή, όταν δεν γίνεται ό,τι εξαρτάται από εμάς, τότε παύει και η βοήθεια του Θεού. Για να του δείξει, λοιπόν, ότι δεν τον παρέσυρε η δύναμη του ανέμου, αλλά η δική του ολιγοπιστία, λέγει: «Ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἐδίστασας;(:Ολιγόπιστε, γιατί κλονίστηκες στην πίστη και δείλιασες;)»[Ματθ.14,31]. Ώστε εάν δεν του έλειπε η πίστη, θα μπορούσε με ευκολία να αντιμετωπίσει και τον άνεμο. Για τον λόγο αυτόν, ακριβώς, αφού τον έπιασε από το χέρι, άφησε τον άνεμο να φυσά, για να του αποδείξει ότι καθόλου δεν μπορεί να τον βλάψει ο άνεμος, όταν η πίστη του είναι σταθερή και αμετακίνητη. Και όπως το μικρό πουλάκι, που προ ολίγου πέταξε από τη φωλιά του και κινδυνεύει να πέσει στη γη, το παίρνει στα φτερά της η μητέρα του και το επαναφέρει στη φωλιά, έτσι έκανε και ο Χριστός.
«Καὶ ἐμβάντων αὐτῶν εἰς τὸ πλοῖον ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος(:και όταν ο Χριστός και ο Πέτρος μπήκαν στο πλοίο, ησύχασε ο άνεμος)». Προηγουμένως, έλεγαν: «Τι άνθρωπος είναι αυτός, εφόσον και οι άνεμοι και η θάλασσα υπακούουν σε αυτόν;» [Ματθ. 8,27]. Τώρα όμως δεν λέγουν τα ίδια. «Οἱ δὲ ἐν τῷ πλοίῳ(:οι μαθητές, που ήσαν στο πλοίο)», λέγει ο ευαγγελιστής, «ἐλθόντες προσεκύνησαν αὐτῷ λέγοντες· ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ(:ήλθαν και Τον προσκύνησαν με πολλή ευλάβεια λέγοντας: “Αληθινά, είσαι Υιός του Θεού”)». Βλέπεις με ποιον τρόπο σιγά σιγά τους ανέβαζε υψηλότερα; Πραγματικά, από το γεγονός ότι βάδισε ο Ίδιος επάνω στη θάλασσα και από το ότι και σε άλλον έδωσε την εντολή να κάνει το ίδιο και τον έσωσε όταν κινδύνευσε, αυξήθηκε κατά πολύ η πίστη αυτών. Τότε, βέβαια, επιτίμησε τη θάλασσα, τώρα όμως, δεν την επιτιμά, αλλά με άλλον τρόπο αποδεικνύει περισσότερο τη δύναμή Του. Γι' αυτό και έλεγαν: «Αληθινά, είσαι Υιός του Θεού». Τι λοιπόν; Τους μάλωσε επειδή είπαν αυτόν τον λόγο; Όχι βέβαια, αλλά αντίθετα, και επιβεβαίωσε τους λόγους τους, με το να θεραπεύει με μεγαλύτερη εξουσία όσους ασθενείς βρίσκονταν κοντά Του και όχι όπως προηγουμένως.
«Καὶ διαπεράσαντες ἦλθον εἰς τὴν γῆν Γεννησαρέτ. καὶ ἐπιγνόντες αὐτὸν οἱ ἄνδρες τοῦ τόπου ἐκείνου ἀπέστειλαν εἰς ὅλην τὴν περίχωρον ἐκείνην, καὶ προσήνεγκαν αὐτῷ πάντας τοὺς κακῶς ἔχοντας, καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα κἂν μόνον ἅψωνται τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ· καὶ ὅσοι ἥψαντο διεσώθησαν(:και αφού πέρασαν απ’ το ένα μέρος της λίμνης στο άλλο, ήλθαν στη χώρα Γεννησαρέτ. Όταν οι άνθρωποι του τόπου εκείνου Τον αντιλήφθηκαν, έστειλαν απεσταλμένους σε όλη την περιφέρεια εκείνη για να ειδοποιήσουν τους κατοίκους της για την άφιξή Του, και Του έφεραν όλους τους ασθενείς Και Τον παρακαλούσαν να τους αφήσει να αγγίξουν μόνο την άκρη του εξωτερικού Του ενδύματος.Και όσοι Τον άγγιξαν, θεραπεύτηκαν τελείως)».[Ματθ.14,34-36].
Πραγματικά, δεν πήγαιναν κοντά Του, όπως προηγουμένως, που Τον καλούσαν στα σπίτια και ζητούσαν να αγγίξει με το χέρι Του τους ασθενείς και να δώσει εντολή για τη θεραπεία· τώρα Τον πλησιάζουν με υψηλότερο φρόνημα και με μεγαλύτερη ευσέβεια και με μεγαλύτερη πίστη ζητούν και επιτυγχάνουν τη θεραπεία· διότι η αιμορροούσα γυναίκα που με βαθιά πίστη είχε αναζητήσει τη θεραπεία της απλά και μόνο με το άγγιγμα του ενδύματός Του, τους δίδαξε όλους να φιλοσοφούν.
Για να δείξει επίσης ο ευαγγελιστής ότι για πολύ χρόνο παρέμεινε στα μέρη εκείνα λέγει ότι «Όταν οι άνθρωποι του τόπου εκείνου Τον αντιλήφθηκαν έστειλαν απεσταλμένους σε όλη την περιοχή εκείνη για να ειδοποιήσουν τους κατοίκους της περί της αφίξεώς Του και Του έφεραν όλους τους ασθενείς». Και όμως, η μακρά παραμονή Του σε αυτούς όχι μόνο δεν παρέλυσε την πίστη τους, αλλά την έκανε μεγαλύτερη και την κράτησε σε ακμή.
Ας αγγίξουμε λοιπόν και εμείς το άκρο του ενδύματός Του. Ή μάλλον, εάν θέλουμε, Τον έχουμε ολόκληρο κοντά μας· διότι και το σώμα Του έχει παρατεθεί τώρα μπροστά μας. Όχι μόνο το ένδυμα, αλλά και το σώμα. Όχι να το αγγίξουμε μόνο, αλλά να το φάγουμε και να χορτάσουμε. Για τον λόγο αυτόν ας Τον πλησιάσουμε με πίστη, καθένας μας που υποφέρει από κάποια ασθένεια· διότι εάν εκείνοι, που άγγιξαν το άκρο του ενδύματός Του, πήραν τόσο μεγάλη δύναμη, πόση θα λάβουμε εμείς που Τον έχουμε ολόκληρο;
Αλλά το να πλησιάσουμε τον Χριστό με πίστη, δεν σημαίνει να λάβουμε μόνο τη Θεία Κοινωνία, αλλά να τη δεχτούμε με καθαρή την καρδιά και να βρισκόμαστε σε τέτοια ψυχική διάθεση, σαν να βαδίζουμε προς τον Ίδιο τον Χριστό. Διότι, τι σημασία έχει, αν δεν ακούμε τη φωνή Του; Βλέπεις τον Ίδιο να σου προσφέρεται. Ή μάλλον ακούς και τη φωνή Του, αφού σου ομιλεί διαμέσου των ευαγγελιστών. Πιστέψτε λοιπόν ότι και τώρα εκείνο το δείπνο γίνεται στο οποίο και ο Ίδιος παρευρισκόταν· διότι αυτό δεν διαφέρει σε τίποτε από εκείνο. Ούτε βέβαια, αυτό μεν το παραθέτει άνθρωπος, ενώ εκείνο ο Κύριος, αλλά και το ένα και το άλλο το παρασκευάζει ο Ιησούς. Συνεπώς, όταν θα δεις τον ιερέα να σου το προσφέρει, να μην έχεις τη γνώμη ότι ο ιερέας το κάνει αυτό, αλλά να πιστεύεις ότι το χέρι που απλώνεται είναι του Χριστού· διότι όπως όταν βαπτίζεσαι, δεν είναι ο ιερέας που σε βαπτίζει, αλλά ο Θεός που σου αγγίζει το κεφάλι με αόρατη δύναμη, και ούτε άγγελος, ούτε αρχάγγελος, ούτε κανείς άλλος δεν τολμά να πλησιάσει και να σε αγγίξει, κατά όμοιο τρόπο και τώρα.
Πραγματικά, όταν ο Θεός αναγεννά κάποιον, η δωρεά είναι αποκλειστικά και μόνο του Θεού. Δεν βλέπεις εκείνους που υιοθετούν εδώ στη γη ότι δεν αναθέτουν τη διαδικασία της υιοθεσίας στους δούλους τους, αλλά προσέρχονται οι ίδιοι στο δικαστήριο; Κατά όμοιο τρόπο και ο Θεός δεν ανέθεσε στους αγγέλους τη διαχείριση της δωρεάς Του, αλλά παρευρίσκεται ο Ίδιος και μας συμβουλεύει και μας λέγει: «καὶ πατέρα μὴ καλέσητε ὑμῶν ἐπὶ τῆς γῆς· εἷς γάρ ἐστιν ὁ πατήρ ὑμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς(:και κανέναν επάνω στη γη να μην τον ονομάσετε πατέρα σας με κύρος και εξουσία απεριόριστη και απόλυτη· διότι ένας είναι ο Πατέρας σας, Εκείνος που είναι στους ουρανούς)»[Ματθ.23,9]. Και το λέγει αυτό όχι για να μην αποδίδεις τις πρέπουσες τιμές στους γονείς σου, αλλά για να θέσεις επάνω από όλα Εκείνον που σε δημιούργησε και σε συμπεριέλαβε στα παιδιά Του· διότι εκείνος που έδωσε το σπουδαιότερο, δηλαδή προσέφερε θυσία τον εαυτό Του, πολύ περισσότερο δεν θα απαξιώσει να σου δώσει και το σώμα Του.
Ας ακούσουμε, λοιπόν, ιερείς και όλοι οι υπόλοιποι Χριστιανοί, πόσο μεγάλη δωρεά λάβαμε. Ας το ακούσουμε και ας νιώσουμε φρίκη. Μας έδωσε το δικαίωμα να χορτάσουμε με τις αγίες Του σάρκες, πρόσφερε τον ίδιο τον εαυτό Του να θυσιαστεί. Ποια απολογία θα έχουμε, όταν ενώ τρεφόμαστε με την τροφή αυτού του είδους διαπράττουμε τόσο μεγάλες αμαρτίες; Όταν, ενώ τρώγουμε αμνό, γινόμαστε λύκοι; Όταν ενώ τρώγουμε πρόβατο, αρπάζουμε όπως οι λέοντες; Διότι το μυστήριο αυτό μάς δίνει εντολή όχι μόνο να είμαστε τελείως καθαροί από αρπαγή, αλλά και από την απλή έχθρα· διότι το μυστήριο αυτό είναι μυστήριο ειρήνης. Δεν επιτρέπει να το ανταλλάσουμε με χρήματα. Πραγματικά, εάν ο Κύριος δεν λυπήθηκε τον εαυτό Του για εμάς, ποιας τιμωρίας είμαστε άξιοι εμείς, όταν ενδιαφερόμαστε για τα χρήματα και αδιαφορούμε για την ψυχή μας, χάριν της οποίας ο Ιησούς θυσίασε τον εαυτό Του; Στους μεν Ιουδαίους ο Θεός καθόρισε τις ετήσιες εορτές για να θυμούνται τις ευεργεσίες που τους έκανε, ενώ εσένα σου τις υπενθυμίζουν κάθε ημέρα, όπως μπορεί να πει κανείς, τα μυστήρια αυτά.
Συνεπώς, να μην ντρέπεσαι τον σταυρό· διότι αυτά είναι για εμάς τα άξια σεβασμού, αυτά είναι τα μυστήριά μας. Με αυτό το δώρο κοσμούμαστε, με αυτό δοξαζόμαστε. Και αν πω ότι ο Θεός εξέτεινε τον ουρανό, άπλωσε τη γη και τη θάλασσα και απέστειλε τους αγγέλους, δεν θα πω τίποτε το ισάξιο με αυτό· διότι αυτό είναι το αποκορύφωμα όλων των αγαθών, ότι δηλαδή, ο Θεός προσέφερε τον ίδιο τον Υιό Του, για να σώσει τους δούλους Του που απομακρύνθηκαν από κοντά Του.
Γι' αυτό ας μην πλησιάζει στην τράπεζα αυτήν κανένας Ιούδας, κανένας Σίμων μάγος[αυτός είχε προσπαθήσει να εξαγοράσει από τον Απόστολο Πέτρο το αποστολικό χάρισμα της μεταδόσεως των δωρεών του Αγίου Πνεύματος και να εμπορευτεί τη Θεία Χάρη, προκειμένου να κερδίσει χρήματα: βλ. Πράξ.8,9-25 εξ.]· διότι και οι δύο χάθηκαν από τη φιλαργυρία τους. Ας αποφύγουμε λοιπόν το βάραθρο αυτό και ας μην νομίζουμε ότι είναι αρκετό για τη σωτηρία μας, το να προσφέρουμε δηλαδή στην Αγία Τράπεζα χρυσό και στολισμένο με πολύτιμους λίθους ποτήριο, ενώ από την άλλη απογυμνώνουμε χήρες και ορφανά με την τρομερή φιλαργυρία μας. Εάν όμως θέλεις να τιμήσεις τη θυσία του Υιού του Θεού, να προσφέρεις την ψυχή σου, για την οποία θυσιάστηκε ο Χριστός. Αυτήν να κάνεις χρυσή. Εάν αυτή, όμως, είναι χειρότερη από το μολύβι και από το όστρακο, ποια είναι η ωφέλεια, και αν ακόμη το σκεύος είναι από χρυσό;
Ώστε ας μη φροντίζουμε μόνο το πώς θα προσφέρουμε στην εκκλησία χρυσά σκεύη, αλλά το πώς η προσφορά μας θα προέρχεται από δίκαιους κόπους και πλούτη· διότι εκείνες οι προσφορές είναι πιο πολύτιμες και από το χρυσάφι, οι οποίες δεν είναι προϊόντα πλεονεξίας. Δεν είναι βέβαια χρυσοχοείο, ούτε αργυροκοπείο η εκκλησία, αλλά πανήγυρη αγγέλων. Για τον λόγο αυτό και ψυχές χρειαζόμαστε αγαθές· διότι και ο Θεός για τις ψυχές τα προσφέρει όλα αυτά. Δεν ήταν, βέβαια, αργυρή τότε η τράπεζα εκείνη, ούτε το ποτήριο χρυσό, με το οποίο έδωσε ο Χριστός το Αίμα Του στους μαθητές Του. Αλλά ήσαν τίμια και φρικτά εκείνα, επειδή ήσαν πλήρη από το Άγιο Πνεύμα.
Θέλεις να το τιμήσεις το σώμα του Χριστού; Να μην αδιαφορήσεις όταν είναι γυμνός. Ούτε να Τον τιμήσεις εδώ στον ναό με μεταξωτά ενδύματα, και έξω να Τον περιφρονήσεις, όταν θα βασανίζεται από το ψύχος και τη γυμνότητα· διότι εκείνος που είπε «λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου(:λάβετε και φάτε· αυτό είναι το Σώμα μου)»[Ματθ.26,26] και επιβεβαίωσε με τον λόγο Του το πράγμα, ο Ίδιος θα πει: « ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με(:διότι πείνασα και δεν μου δώσατε να φάω, δίψασα και δεν μου δώσατε λίγο νερό να πιω)»[Ματθ.25,42] και «ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε(:αληθινά σας λέω, καθετί που δεν κάνατε σε έναν απ’ αυτούς που ο κόσμος θεωρούσε πολύ μικρούς, ούτε σε μένα το κάνατε)»[Ματθ.25,45]. Το σώμα Του λοιπόν, δεν χρειάζεται ενδύματα, αλλά καθαρή ψυχή, και η καθαρή ψυχή απαιτεί μεγάλη φροντίδα.
Ας μάθουμε, λοιπόν, να φιλοσοφούμε και να τιμάμε τον Χριστό, όπως Αυτός θέλει· διότι για εκείνον που τιμάται η πιο ευχάριστη τιμή είναι εκείνη που ο Ίδιος επιθυμεί και όχι εκείνη που εμείς νομίζουμε ότι επιζητεί. Επειδή και ο Πέτρος νόμιζε ότι τιμά τον Χριστό με το να Τον εμποδίσει να νίψει τα πόδια των μαθητών. Η πράξη του όμως δεν ήταν τιμή, αλλά τελείως το αντίθετο. Έτσι και εσύ να τιμάς τον Ιησού με την τιμή που ο Ίδιος καθόρισε, δηλαδή, με το να ξοδεύεις τα πλούτη σου στους πτωχούς. Πραγματικά, ο Θεός δεν χρειάζεται χρυσά σκεύη, αλλά ψυχές χρυσές.
Και αυτά τα λέω όχι για να σας εμποδίσω να κατασκευάζετε αφιερώματα χρυσά στον Θεό, αλλά τα λέγω, επειδή έχω την αξίωση μαζί με αυτά, και μάλιστα πριν από αυτά, να κάνετε ελεημοσύνη· διότι ο Θεός τα δέχεται αυτά, αλλά πολύ περισσότερο δέχεται τα έργα της ελεημοσύνης. Πραγματικά, με τα αφιερώματα στους ναούς θα ωφεληθεί μόνο αυτός που προσφέρει, ενώ με την ελεημοσύνη ωφελείται και αυτός που τη λαμβάνει. Στην πρώτη περίπτωση πιθανόν να θεωρηθεί ότι η προσφορά είναι αφορμή φιλοδοξίας, ενώ στη δεύτερη το παν προέρχεται από την ελεημοσύνη και τη φιλανθρωπία· διότι ποια η ωφέλεια, όταν η τράπεζα του Χριστού είναι γεμάτη από χρυσά ποτήρια, ενώ ο Ίδιος πεθαίνει από την πείνα;
Πρώτα να χορτάσεις αυτόν που πεινά, και ύστερα στόλισε και την τράπεζά του με αφθονία. Φτιάχνεις χρυσό ποτήριο και δεν προσφέρεις ένα ποτήριο κρύο νερό; Και ποια η ωφέλεια; Χρυσοποίκιλτα τραπεζομάντηλα κατασκευάζεις για την Αγία Τράπεζά Του και στον Ίδιο δεν δίνεις ούτε τα αναγκαία ενδύματα; Και ποιο το κέρδος από αυτά; Διότι πες μου, σε παρακαλώ, εάν δεις κάποιον, που δεν έχει ούτε την απαραίτητη για να συντηρηθεί τροφή, και τον αφήσεις μόνο του να αντιμετωπίσει την πείνα, αλλά παράλληλα, στολίσεις την Αγία Τράπεζα με άργυρο, άραγε θα σου χρωστάει ευγνωμοσύνη ο Κύριος ή θα αγανακτήσει πολύ εναντίον σου; Τι λοιπόν; Εάν βλέπεις έναν άνθρωπο, που φορεί κουρέλια και παγώνει από το κρύο, και δεν του δώσεις ενδύματα, αλλά κατασκευάζεις χρυσούς κίονες για τον ναό, ισχυριζόμενος ότι το κάνεις προς τιμή του, δεν θα νομίσει ότι Τον ειρωνεύεσαι και Τον περιπαίζεις και μάλιστα με τον χειρότερο τρόπο; Το ίδιο να σκέπτεσαι και για τον Χριστό, όταν περιφέρεται άστεγος και ξένος και ζητεί στέγη. Εσύ όμως παραλείπεις να Τον υποδεχτείς και καλλωπίζεις το έδαφος και τους τοίχους και τα κιονόκρανα. Και απλώνεις αργυρές αλυσίδες ανάμεσα στις λαμπάδες, ενώ δεν θέλεις ούτε να δεις τον Ίδιο που είναι δεμένος στη φυλακή.
Αυτά τα λέγω όχι για να σας αφαιρέσω την προθυμία σας για τις προσφορές αυτές, αλλά για να σας προτρέψω μαζί με αυτά να πράττετε και εκείνα ή μάλλον να προτάσσετε εκείνα από αυτά· διότι κανένας δεν κατηγορήθηκε ποτέ, επειδή δεν έπραξε αυτά, ενώ για εκείνα και με τη γέενα διατυπώθηκε απειλή και με το άσβεστο πυρ και με την τιμωρία με τους δαίμονες. Συνεπώς, να μην αδιαφορείς για τον αδελφό σου που βασανίζεται, ενώ στολίζεις τον οίκο του Θεού, διότι αυτός είναι πιο σπουδαίος ναός από εκείνον. Πραγματικά, αυτά τα κειμήλια θα μπορέσουν να τα αρπάξουν βασιλείς άπιστοι, τύραννοι και ληστές. Όσα όμως θα προσφέρεις στον αδελφό σου που πεινά και είναι ξένος και γυμνός, ούτε ο διάβολος δεν θα μπορέσει να τα διαρπάξει, αλλά θα φυλαχτούν σε θησαυροφυλάκιο ασύλητο.
Τότε γιατί λέγει ο ίδιος ο Ιησούς: «τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ᾿ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε(:διότι τους φτωχούς τους έχετε πάντοτε μαζί σας και μπορείτε οποιαδήποτε ώρα να τους ευεργετήσετε. Εμένα όμως δεν θα με έχετε πάντοτε)»[Ματθ.26,11]; Μα γι' αυτό ακριβώς πρέπει περισσότερο να ελεούμε, επειδή δεν Τον έχουμε πάντοτε να πεινά, παρά μόνο κατά τη διάρκεια της παρούσης ζωής μας.
Εάν όμως επιθυμείς να μάθεις εξ ολοκλήρου το νόημα των λόγων αυτών, μάθε ότι αυτά δεν τα είπε προς τους μαθητές Του, αν και εκ πρώτης όψεως έτσι φαίνεται, αλλά τα είπε αποβλέποντας στην αδυναμία της πόρνης γυναίκας που είχε περιλούσει με πολυτίμητο μύρο τα πόδια του Ιησού. Επειδή δηλαδή εκείνη βρισκόταν σε πνευματικά ατελή κατάσταση ακόμη και οι μαθητές την έφεραν σε αδιέξοδο, ο Ιησούς λέγει τους λόγους αυτούς για να την ενισχύσει και να της δώσει θάρρος. Πραγματικά, για να δείξει ότι αυτά τα έλεγε για να την παρηγορήσει, πρόσθεσε: «Τί κόπους παρέχετε τῇ γυναικί; ἔργον γὰρ καλὸν εἰργάσατο εἰς ἐμέ(:Γιατί ενοχλείτε τη γυναίκα; Μην την πικραίνετε. Διότι πράξη καλή έκανε σε μένα. Και η πράξη αυτή είναι προτιμότερη στη περίσταση αυτή και από την ελεημοσύνη και τη βοήθεια των φτωχών)»[Ματθ.26,10].
Ότι επίσης Τον έχουμε πάντοτε κοντά μας το απέδειξε, όταν είπε: «διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν(:διδάσκοντάς τους να τηρούν και να εφαρμόζουν στη ζωή τους όλα τα παραγγέλματα που σας έδωσα ως εντολές. Και ιδού, εγώ που έλαβα κάθε εξουσία, θα είμαι πάντα μαζί σας βοηθός και συμπαραστάτης σας, μέχρι να τελειώσει ο αιώνας αυτός, μέχρι δηλαδή τη συντέλεια του κόσμου. Αμήν)»[Ματθ.28,20]. Από όλα αυτά γίνεται φανερό, ότι για τίποτε άλλο δεν τα έλεγε αυτά, παρά για να μην καταμαράνει η επιτίμηση των μαθητών την πίστη της γυναίκας που βλάστησε μόλις εκείνη τη στιγμή.
Αλλά τώρα ας μην ασχολούμαστε με τα λόγια αυτά που ειπώθηκαν τότε για κάποιο σκοπό, αλλά αφού αναγνώσουμε όλους τους νόμους και της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης που κάνουν λόγο για την ελεημοσύνη, να δείξουμε μεγάλη προθυμία για την αρετή αυτήν· διότι αυτή απαλείφει τις αμαρτίες: «Πλὴν τὰ ἐνόντα δότε ἐλεημοσύνην, καὶ ἰδοὺ ἅπαντα καθαρὰ ὑμῖν ἔσται(:δώστε όμως ελεημοσύνη εκείνα που είναι μέσα στο ποτήρι και την πιατέλα, και γίνετε ευεργετικοί στους άλλους με τα αγαθά σας˙ και έτσι, όλα όσα τρώτε τότε θα σας γίνουν καθαρά, έστω και αν τα τρώτε χωρίς να πλυθείτε προηγουμένως)»[Λουκ.11,41]. Αυτή είναι ανώτερη από τη θυσία: «ἔλεος θέλω καὶ οὐ θυσίαν(:διότι εγώ προτιμώ την προς εμένα αγάπη σας και όχι τις τυπικές θυσίες)»[Ωσηέ, 6,6]. Αυτή ανοίγει τον ουρανό: «Αἱ προσευχαί σου καὶ αἱ ἐλεημοσύναι σου ἀνέβησαν εἰς μνημόσυνον ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ(:οι προσευχές σου και οι ελεημοσύνες σου ανέβηκαν στον ουρανό ως προσφορά ευπρόσδεκτη στον Θεό και ως μια ενθύμηση για να μη σε ξεχνά ποτέ)»[Πράξ.10,4]. Αυτή είναι πιο αναγκαία και από την παρθενία: διότι έτσι εκδιώχτηκαν από τον νυμφώνα οι ανόητες παρθένοι και δι’ αυτής εισήλθαν οι φρόνιμες[πρβλ. Ματθ.25,8: «ἀπερχομένων δὲ αὐτῶν ἀγοράσαι ἦλθεν ὁ νυμφίος καὶ αἱ ἕτοιμοι εἰσῆλθον μετ᾿ αὐτοῦ εἰς τοὺς γάμους, καὶ ἐκλείσθη ἡ θύρα(:όταν όμως οι ανόητης παρθένες πήγαιναν να αγοράσουν λάδι για τα λυχνάριά τους, ήλθε ο γαμπρός. Και έτσι οι συνετές παρθένες μπήκαν μαζί του στην αίθουσα του γάμου και έκλεισε η θύρα)].
Αυτά λοιπόν αφού κατανοήσουμε καλά, ας σπείρουμε με γενναιοδωρία, για να θερίσουμε με αφθονία και για να επιτύχουμε τα μελλοντικά αγαθά, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
πηγή: https://aktines.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου