ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΑΓΩΝΑΣ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΦΡΟΝΗΜΑΤΟΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 19-7-1981] (Β53)
«Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ᾿ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν».
Υπάρχει, αγαπητοί μου, μία τάσις εις τους ανθρώπους, ένεκα ακριβώς αυτής της πεσμένης των καταστάσεως, να αλλοιώνουν πάντοτε την αλήθειαν. Υπάρχει η τάσις να βάζουν πολλοί το υποκείμενό τους μέσα εις το αντικείμενον· με αποτέλεσμα να επέρχεται μία αλλοίωσις, μία φθορά. Φυσικά αυτό είναι αποτέλεσμα του εγωισμού του ανθρώπου, ο οποίος εγωισμός είναι ο πυρήνας της αμαρτίας που υπάρχει στον κάθε άνθρωπο, απόγονο του Αδάμ, που είναι πεσμένος. Περιττό να σας πω ότι αυτό υπάρχει και εις τον διάβολον. Ο διάβολος, ακριβώς κατεξοχήν υπερήφανος, δεν θα ήθελε ποτέ να δεχθεί την αλήθειαν του Θεού, όπως προσφέρεται, αλλά θα ήθελε να βάλει το υποκείμενό του μέσα. Και να διαστρέψει την αλήθειαν του Θεού.
Έτσι, όπως αντιλαμβάνεσθε, η ακεραιότης του λόγου του Θεού, είναι ένα σπουδαιότατον κεφάλαιον, που πρέπει ο κάθε πιστός, αν θα ήθελε πράγματι να σωθεί, να το προσέξει. Ο Κύριος, έχοντας ακριβώς υπόψη Του ότι Τον ακούουν άνθρωποι, όχι απλώς άνθρωποι πεπτωκότες, αλλά και ικανά διεστραμμένοι, όπως ήσαν οι άρχοντες του λαού, οι ιερείς, ο κλήρος, οι Φαρισαίοι, οι Γραμματείς και οι Νομικοί, αυτοί οι οποίοι ήσαν ταγοί του λαού, οι άνθρωποι αυτοί είχαν πολύ μεγάλον εγωισμόν και έτσι ήθελαν πάντοτε να διαστρέφουν τον λόγο του Θεού. Μόνο, αγαπητοί μου, μόνο αγαπητοί μου, αν λογαριάσει κανείς αυτήν την ραβινική τους παραγωγή που λέγεται Ταλμούδ και περιέχει μέσα έξι χιλιάδες εντολές, μόνο αυτό είναι αρκετό για να καταλάβετε…- εκ των οποίων οι πιο πολλές εντολές είναι μία διαστροφή, είναι μία διαστροφή της αληθείας, μπορείτε να καταλάβετε από κει πώς οι άνθρωποι αυτοί εκινούντο.
Ο Κύριος είπε ακριβώς γι’ αυτή την περίπτωση ότι όλα αυτά τα κατασκευάσματα είναι εντάλματα ανθρώπων. Καθίστανται τόσο βαριά, ώστε οι ίδιοι οι οποίοι εντέλλονται αυτά δεν μπορούν ούτε με το μικρό τους δακτυλάκι να τα σηκώσουν. Δηλαδή τίποτα, ούτε το πιο ελάχιστο απ’ αυτά δεν μπορούν να κρατήσουν. Και όμως οι άνθρωποι αυτοί απαιτούσαν αυτά τα πράγματα όλα να επιβληθούν στον λαό. Και μάλιστα περιέχει η Αγία Γραφή, η Καινή Διαθήκη μερικές τέτοιες περιπτώσεις. Ότι αν δεν έπλυναν τα χέρια τους – στο κάτω-κάτω της γραφής είναι θέμα καθαριότητος, όχι όμως και θέμα θρησκευτικόν- ότι ήταν αμαρτία, διότι με να φάγουν με άπλυτα χέρια, καθίσταντο αμαρτωλοί... Και άλλα πολλά. Έχοντας λοιπόν μπροστά Του ο Κύριος ένα πλήθος ανθρώπων, που μπορούσαν να διαστρέφουν την αλήθειαν, αλλά και να έχουν μίαν εκλεκτικότητα έναντι του λόγου του Θεού, είπε αυτόν τον λόγον τον βαρυσήμαντο: ότι «ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν».
Γιατί ονόμασε ο Κύριος «μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων»; Ποιες είναι αυτές οι εντολές; «Τούτων». Ποιες αυτές; Ποιων «τούτων»; Εκείνα τα οποία ο Κύριος διδάσκει. Και γιατί τις λέει «ἐλάχιστες»; Διότι ελάχιστες εθεωρούντο από τους ανθρώπους, κάνοντας μίαν επιλογήν. Και λέγαν: «αυτή η εντολή είναι σπουδαία», «εκείνη δεν είναι σπουδαία, στο καλάθι των αχρήστων, δεν μας ενδιαφέρει». Σημειώσατε δε ότι αυτό υπάρχει πάντοτε μέσα στην Εκκλησίαν. Οι πιστοί πάντα το κάνουν αυτό. Ρίξτε μια ματιά, να πω, τι; Στο περιβάλλον; Αγαπητοί μου, στον εαυτό μας να ρίξομε μία ματιά, βλέπομε ότι κι εμείς επιλέγομε τον λόγον του Θεού. Όταν διαβάζομε την Γραφή ή όταν ακούμε κήρυγμα, κρατούμε εκείνο το οποίον δεν είναι οδυνηρόν εις την εφαρμογήν του· το ανώδυνον. Και εγκαταλείπομε το οδυνηρόν και το βάζομε στην άκρη. Και λέμε «Ε, αυτά είναι για κάποιους άλλους». Και έτσι υποτιμούμε τον λόγον του Θεού και έχομε μίαν διάκρισιν περί σπουδαίων και περί μη σπουδαίων εντολών του Θεού. Μπροστά ακριβώς σε αυτό το φαινόμενον ο Κύριος είπε…- ειρωνεύεται, τρόπον τινά, σαν να λέγει: «Θεωρείτε ελάχιστες τις εντολές; Ε, λοιπόν, σας λέγω εάν λύσετε, δηλαδή παραβείτε, εάν δεν εφαρμόσετε, εάν υποτιμήσετε μία απ’ αυτές τις νομιζόμενες για σας ελάχιστες εντολές, ελάχιστοι θα κληθείτε στη Βασιλεία του Θεού». Δηλαδή τιποτένιοι. Δηλαδή δεν θα μπείτε στην Βασιλεία του Θεού.
Βλέπετε λοιπόν, αγαπητοί, ότι το θέμα της τηρήσεως των εντολών είναι πολύ σπουδαίο και ότι πρέπει μετ’ ακριβείας να βλέπομε τον λόγον του Θεού και να μην τον περιτέμνομε; Και να μην τον επιλέγομε; Αλλά να τον εφαρμόζομε ολόκληρον; Γιατί; Διότι δεν σώζεσαι, αδελφέ μου, εάν όλον τον νόμον τηρήσεις, εις έναν πταίσεις. Έτσι δεν μας λέγει ο αδελφόθεος Ιάκωβος; Εάν εις έναν νόμον πταίσεις, σε μίαν εντολή δεν πας καλά, τότε είσαι παραβάτης όλου του νόμου. Για να το καταλάβετε αυτό, μπορείς να είσαι ένας καλός πολίτης, αλλά εάν έναν νόμον παραβείς, μπαίνεις στη φυλακή. Μπορείς να επικαλεστείς στο δικαστήριο ότι είσαι καλός πολίτης; Δεν αμφισβητεί το δικαστήριο ότι είσαι καλός πολίτης. Αλλά βλέπει μπροστά του την παραβαινομένην εντολήν. Και σε βάζει στη φυλακή. Αυτό ακριβώς εννοεί ο λόγος του Θεού.
Αλλά το σπουδαίον δεν είναι μόνον αυτό. Το σπουδαίον, αγαπητοί μου, είναι ότι αν διαστρέψομε την αλήθειαν του Ευαγγελίου, τότε δεν έχομε την Ορθοδοξίαν. Δεν έχομε το ορθόδοξον, που προσφέρεται από τον Θεόν ατόφιο. Αυτό θα πει ορθόδοξον. Να πιστεύω τον λόγον του Θεού, όπως ακριβώς προσφέρεται ο λόγος του Θεού, χωρίς προσθαφαιρέσεις και χωρίς περιτομές. Και το ακόμα σπουδαιότερον: Εκ της Ορθοδοξίας προκύπτει η ορθοπραξία. Πρέπει δηλαδή, αν έχω ακριβή αντίληψη περί του λόγου του Θεού, να εφαρμόσω ορθά τον λόγο του Θεού. Εάν έχω διαστρέψει την αλήθειαν, και τα βιώματά μου δεν θα είναι διεστραμμένα; Οπωσδήποτε ναι. Όπως λοιπόν αντιλαμβάνεσθε, είναι μία πάρα πολύ σπουδαία υπόθεσις, που πρέπει να την προσέξομε πολύ.
Ας δούμε λοιπόν τι πρέπει να κάνομε. Πρέπει πρώτα να γνωρίσομε το περιεχόμενο της πίστεώς μας. Όπως ερμηνεύεται από την Εκκλησία και μέσα εις την Εκκλησία. Μην ξεχνάμε ότι οι αιρέσεις γεννήθηκαν με την προσπάθεια να ερμηνευθεί ο λόγος του Θεού κατά το δοκούν. Όπως κανείς νόμιζε, όπως κανείς ήθελε. Η Εκκλησία ερμηνεύει το Ευαγγέλιον και είναι η ταμιούχος της ορθής ερμηνείας. Όταν προέκυψαν οι αιρέσεις, όπως σήμερα η Εκκλησία μας γιορτάζει την μνήμη των 630 θεοφόρων Πατέρων της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, η οποία συνήλθε στην Χαλκηδόνα, για να στερεώσει το δόγμα των δύο φύσεων του Χριστού, κατ΄ουσίαν λοιπόν να χτυπήσει τον Μονοφυσιτισμόν, ότι ο Ιησούς είναι τέλειος Θεός, είναι και τέλειος άνθρωπος, διότι στο θέμα του Αρείου χτυπήθηκε η θεότητα του Χριστού από τον Αρειανισμόν και η Α΄Οικουμενική Σύνοδος ετόνισε την τελειότητα της θείας φύσεως του Ιησού, η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος -χριστολογική η Α΄, χριστολογική και η Δ΄- έρχεται να στερεώσει την τελείαν ανθρωπίνην φύσιν του Χριστού. Δηλαδή το ακριβώς αντίθετο από εκείνο το οποίον έλεγε ο Άρειος, το λέγουν τώρα καινούριοι αιρετικοί· όπως ο Ευτυχής, ο Διόσκουρος κ.λπ.
Όπως λοιπόν αντιλαμβάνεσθε, αυτά όλα ήταν κατατεθειμένα στην Εκκλησία. Πολλοί νομίζουν ότι εξ αφορμής των Συνόδων, η Εκκλησία απέκτησε νέα δόγματα. Δεν υπάρχει πιο μεγάλη πλάνη. Αγαπητοί μου, τα δόγματα αυτά ήσαν κατατεθειμένα εις την Εκκλησίαν. Πάντοτε η Εκκλησία επίστευε, επί παραδείγματι, ο Ιησούς Χριστός είναι τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός, δηλαδή τέλειος Θεάνθρωπος. Όταν προέκυψε θέμα, τότε η Εκκλησία ηναγκάσθη εν Συνόδω να κατοχυρώσει αυτήν την αλήθειαν. Αυτή η αλήθεια, αυτή η πίστις, δεν είναι καινούρια, δεν έρχεται στο φως με την παρουσία μίας Συνόδου. Απλώς είναι υπάρχουσα και κατατεθειμένη στην Εκκλησίαν. Είναι η πίστις της Εκκλησίας. Και έρχεται τώρα μία Σύνοδος να μαντρώσει και να κατοχυρώσει εκείνο το οποίον η Εκκλησία ανέκαθεν επίστευε. Δεν είναι λοιπόν καινούρια πράγματα. Πώς είναι μερικοί που λέγουν ότι «Τα δόγματα και τα δόγματα και οι Σύνοδοι…» και τ’ απορρίπτουν συλλήβδην. Πόσο φοβερό πράγμα είναι αυτό! Και νομίζουν ότι είναι ακίνητα πράγματα. Ακίνητα είναι, γιατί η αλήθεια είναι ακίνητη. Και τους φιλοσόφους αν πάρετε, αγαπητοί μου, αυτό πιστεύουν. Ότι η αλήθεια είναι ακίνητη, αμετάβλητη. Δεν είναι δυνατόν να μεταβάλλεται. Πώς, λοιπόν, εσύ θα ήθελες την αλήθειαν να μην μεταβάλλεται και τα δόγματα να τα θεωρείς, αδελφέ μου, σκουριασμένα και παρωχημένα και άχρηστα; Και ακόμη εμπόδιον δήθεν για μία επέκταση της χριστιανικής σου ζωής και πίστεως μέσα στον σύγχρονον κόσμον;
Αλλά, αγαπητοί, θα σας έλεγα, δύο πράγματα γέννησαν την αίρεσιν. Η άγνοια και ο εγωισμός. Και αν μεν κανείς είναι εγωιστής με δαιμονικόν εγωισμόν, θα γίνει αιρετικός και θα επιμείνει στην αίρεσή του. Οι πολλοί, όμως, δεν κινούνται έτσι. Οι πολλοί, οι πάρα πολλοί, οι πιστοί μας, κινούνται από άγνοια. Δεν γνωρίζουν το περιεχόμενο της πίστεως. Λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος ότι «ἡ ἄγνοια τῶν γραφῶν εἰσήγαγεν καί τήν λύμην τῶν αἱρέσεων καί τόν διεφθαρμένον βίον ἀλλά καί τά ἄνω κάτω πεποίηκεν». Τα πάντα τα αναποδογύρισε. Γιατί; Υπάρχει η άγνοια των γραφών. Δεν μελετούμε επαρκώς τον λόγον του Θεού. Δεν γνωρίζομε το περιεχόμενο της πίστεώς μας. Είναι τραγικόν. Είναι τραγικό να λεγόμαστε Χριστιανοί και να μη γνωρίζομε το περιεχόμενον της πίστεώς μας.
Θα ήθελα να σας πω ένα παράδειγμα. Πέστε μου, σας παρακαλώ, σήμερα μάλιστα που τα επαγγέλματα βγαίνουν, θα λέγαμε, σαν κατάρτιση από σχολές, λίγο πολύ. Και τα πιο μικρά επαγγέλματα και εύκολα, κι αυτά βγαίνουν από σχολές. Δεν μαθαίνομε κάποτε και την ιστορία του επαγγέλματός μας; Ή δεν θα είχαμε την περιέργεια να μάθομε την Ιστορία του επαγγέλματός μας; Η ιστορία της επιστήμης διδάσκεται πάντοτε στο Πανεπιστήμιο. Η ιστορία κάθε επιστήμης. Η ιστορία της Ιατρικής. Η ιστορία της Φυσικής κ.ο.κ. Εσύ, αδελφέ μου, δεν έχεις την περιέργεια να μάθεις την ιστορία του Χριστιανισμού; Σήμερα δεν μπορεί κανείς να ζήσει και να είναι καλός επιστήμων, να βγάλει και χρήματα και να έχει περιωπή, εάν δεν γνωρίζει καλά την δουλειά του, εάν δεν ανανεώνει την γνώση του, επειδή οι γνώσεις διαρκώς γίνονται καινούριες στο κάθε επάγγελμα. Αδελφέ μου, δεν έχεις την περιέργεια να γνωρίσεις το περιεχόμενο της πίστεώς σου; Δεν ερώτησες ποτέ, αδελφέ μου, να πεις… Πόθεν έρχομαι και πού πηγαίνω; Ποιος είμαι; Τι θα πει άνθρωπος; Γιατί υπάρχω; Πού πηγαίνω; Ποιος είναι ο προορισμός μου; Ποιος είναι ο σκοπός μου; Να παντρευτώ; Να κάνω παιδιά; Μετά θα πεθάνω. Κι ύστερα τα παιδιά μου θα κάνουν κι αυτά παιδιά κι ύστερα θα πεθάνουν». Μα αυτό πια δεν αφορά το πρόσωπό μας· αφορά το γένος. Δεν αφορά εμένα, αφορά την γενιά. «Εγώ όμως σαν πρόσωπο τι θα γίνω; Θα τελειώσω; Δηλαδή τελειώνω, κι είμαι σίγουρος ότι τελειώνω;» Δεν έχω την περιέργεια λοιπόν να το γνωρίσω; Η Γραφή θα με βοηθήσει. Η μελέτη του λόγου του Θεού. Οι Πατέρες είναι το κλειδί· γιατί είναι η ερμηνεία της Αγίας Γραφής μέσ’ την Εκκλησία και με την Εκκλησία. Γιατί αν δεν έχω το κλειδί αυτό να μελετήσω την Γραφή κι αρχίζω να μελετώ και να κατανοώ όπως εγώ θέλω, τότε αντιλαμβάνεσθε, αγαπητοί μου, ότι γρήγορα θα γίνω αιρετικός, θα διαστραφώ, θα παρεκκλίνω.
Αλλά, τι να πω; Να πω κανένα παράδειγμα; Να πω ότι πάμε σε μία κηδεία, βλέπομε έναν άνθρωπο που πέθανε, συγγενή μας ή φίλο μας, οδυρόμεθα, φεύγομε και λέμε: «Ε, αυτή είναι η ζωή. Όλοι θα πεθάνομε. Είναι η τελευταία μας κατοικία ο τάφος». Αδελφέ μου, η τελευταία σου κατοικία ο τάφος; Αλήθεια, όλοι θα πεθάνουμε; Αλήθεια αυτός είναι ο προορισμός μας, να πεθάνουμε; Δεν ήχησε στα αυτιά σου, αδελφέ μου, το «Χριστός Ἀνέστη... και τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωήν χαρισάμενος»; Αυτά δεν ήχησαν στα αυτιά σου ποτέ; Πώς ακούς την Λειτουργία; Πώς ακούς τις ακολουθίες και τις εορτές του έτους; Πώς διαβάζεις την Γραφή; Λέγει ο Κύριος: «Βλέπετε πῶς ἀκούετε». «Προσέχετε πώς ακούτε». Κι αν θέλετε, ακριβώς αυτή η γνώσις είναι η λυδία λίθος για κάθε αίρεση. Δεν είναι ανάγκη να μελετήσομε τις αιρέσεις. Είναι περιττόν. Επιτρέψατέ μου να σας πω. Είναι περιττόν. Γνωρίζεις την αλήθειαν; Ό,τι κίβδηλον, ό,τι ψεύτικον έλθει, τότε θα δοκιμάσεις το ψεύτικο στο αληθινό που κατέχεις και θα πεις: «Αυτό είναι ψεύτικον». Έμαθες να αναγνωρίζεις τον χρυσόν; Αληθινά τον χρυσόν; Αν σου ‘ρθει μπρούντζος με μείγμα χρυσού, θα πεις: «Αυτό δεν είναι χρυσός». Έτσι, αγαπητοί, η γνώσις της Γραφής είναι και η λυδία λίθος της αληθείας.
Αλλά πρέπει όμως όχι μόνον να γνωρίσομε την αλήθεια, πρέπει να γνωρίσομε και το περιεχόμενον, να ζήσομε το περιεχόμενο της αληθείας. Γιατί αλλιώτικα δημιουργούμε διανοητικούς ανθρώπους. Μην ξεχνάμε, είναι οι άνθρωποι οι οποίοι ασχολούνται με την υψηλήν γνώσιν της Γραφής, αλλά δεν βιώνουν εκείνο το οποίον πρέπει να βιώσουν. Μην ξεχνάμε ότι ο λόγος του Θεού δεν έρχεται να ικανοποιήσει τον νου. Αλλά έρχεται να σώσει ολόκληρον τον άνθρωπο. Να γίνει αίμα μας, να γίνει σώμα μας. Αυτός ο λόγος του Θεού. Πρέπει να μας θρέψει ο λόγος του Θεού. Και πρέπει να ζήσομε. Αλλά όχι απλώς να τηρήσομε τις εντολές του Θεού κατά έναν ηθικιστικόν τρόπον. Όχι. Αλλά πρέπει κάτι άλλο. Πρέπει να κάνομε, να πετύχομε αυτό που λέγει ο Απόστολος Παύλος. Να μεταμορφωθούμε. «Μεταμορφοῦσθε», λέγει, «τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοός ὑμῶν, εἰς τό δοκιμάζειν τί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό εὐάρεστον καί τέλειον». «Να μεταμορφώνεσθε με την ανακαίνιση του νοός σας». Και αλλού λέγει: «Εμείς έχομε νουν Χριστού και γνωρίζομε τα νοήματα του σατανά». Τι είναι αυτός ο «νοῦς τοῦ Χριστοῦ»; Είναι το να γίνω ένας μικρός Χριστός. Να σκέπτομαι όπως σκέπτεται ο Χριστός. Σας έχουν πει καμία φορά, αγαπητοί μου, ότι σκέπτεσθε με εκείνον τον τάδε και μοιάζετε πολύ στην νοοτροπία; Σας το έχουν πει αυτό; Αν σας το έχουν πει είναι αυτό το ίδιο που λέμε τώρα. Το να αναγνωρίσει ο άλλος ότι σκέπτομαι όπως σκέπτεται ο Χριστός. Αυτό θα πει «έχω νουν Χριστού». Δεν σκέπτομαι διαφορετικά. Ενεργώ όπως θα ενήργει ο Χριστός. Δεν είναι μακρινά πράγματα αυτά. Μην πούμε ότι… «εγώ με τον Χριστό θα συγκριθώ; Εγώ με τον Χριστό θα συγκριθώ;
Αγαπητοί μου, δεν είναι θέμα συγκρίσεως. Είναι θέμα να μιμηθώ να φτάσω να γίνω σαν τον Χριστό. Όσο μπορώ, όσο φτάνω. Διαρκώς, συνεχώς. Γιατί νομίζετε ότι ενηνθρώπησε ο Λόγος του Θεού; Ας μου επιτραπεί να πω αυτήν την απλή κουβέντα: «για τα μαύρα μάτια»; Έτσι για το θεαθήναι; Έτσι να πούμε για γούστο; Ο Υιός του Θεού ενηνθρώπησε για δύο λόγους. Πρώτον για να δούμε την ζωή Του και να την μιμηθούμε. Να φέρει το Ευαγγέλιον πάνω στη γη· που σημαίνει να φέρει τον τρόπο ζωής του ουρανού πάνω στη γη και ότι είναι δυνατόν να εφαρμοστεί το Ευαγγέλιον επάνω στη γη. Το δεύτερον είναι οντολογικό. Με την ενανθρώπησή Του να σώσει την ύπαρξή μας ολόκληρη από τον θάνατο και την φθορά και να αναστηθούμε και να βρεθούμε στην Βασιλεία του Θεού και στην μακαριότητά Του. Αυτός είναι ο λόγος. Τι λέτε, λοιπόν; Πρέπει να μείνομε με την ψιλήν γνώσιν; Με την γυμνή γνώσιν; Απλώς να ικανοποιούμε τον νου μας; Απλώς να λέμε ότι μελετούμε; Και να μην εφαρμόζομε εκείνο το οποίον ο λόγος του Θεού εντέλλεται;
Αλλά και κάτι ακόμη. Σας είπα προηγουμένως ότι σήμερα η Εκκλησία μας γιορτάζει τη μνήμη των 630 θεοφόρων Πατέρων που έλαβαν μέρος στην Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο στην Χαλκηδόνα, απέναντι από την Μικρά Ασία, από την Κωνσταντινούπολη απέναντι. Γνωρίζετε, παρακαλώ, ότι οι Πατέρες όχι ορθώς φρονούσαν μόνον, όχι ορθώς ζούσαν μόνον, αλλά και ορθώς διεκήρυσσον την πίστιν. Και την διεκήρυσσον. Δηλαδή πρέπει τώρα να εκθέσομε εις τους άλλους το περιεχόμενον της πίστεώς μας. Διότι έρχονται διαρκώς καινούριοι άνθρωποι εις τον κόσμον. Και πρέπει όχι μόνο οι καινούριοι άνθρωποι -τα παιδιά σας δηλαδή- να μάθουν την αλήθειαν, αλλά θα πρέπει και να διορθώνω εκείνους που δεν πήραν καλή γνώση του περιεχομένου της πίστεώς μας. Και συνεπώς πρέπει διαρκώς να γίνομαι ένας ιεραπόστολος. Να λέγω παντού πάντα την αλήθεια. Μπήκατε καμία φορά σε κανένα ταξί; Ασφαλώς ναι. Είδατε πλάι στον σταυρό, που έχει κρεμασμένο μπροστά στο παρμπρίζ ο οδηγός, να έχει και ένα πεταλάκι με μία μπλε χάντρα; Το έχετε δει αυτό; Αυτήν είναι μία στραβή πίστη. Ο άνθρωπος αυτός δεν ξέρει ακριβώς τι πιστεύει. Πιστεύει ότι από τον σταυρό βγαίνει μία δύναμις. Αλλά και από την μπλε χάντρα και το πέταλο, βγαίνει μία κάποια άλλη δύναμη, ε, ή η μία ενεργήσει ή η άλλη ενεργήσει, δεν πειράζει, ας τα έχομε και τα δύο και όποιο πιάσει... Είπατε ποτέ αγαπητοί μου στον οδηγό, όταν είδατε αυτό το φαινόμενο, ότι αυτό που κάνει δεν είναι σωστό; Του το έχετε πει αυτό; Και πλήθος άλλα υπάρχουν, για να μην πολυπραγμονώ, πλήθος άλλα· που πρέπει πάντοτε να διορθώνομε. Προσέξτε όμως, όχι εισαγγελικά, σαν να είμαστε εισαγγελείς και δημόσιοι κατήγοροι. Και να λέμε: «Κοίταξε να ιδείς το και το και αλίμονό σου…». Όχι, αγαπητοί. Με πολλή αγάπη, με πολλή αδελφικότητα θα διορθώσομε τον άλλον να μην τον προσβάλλομε. Να τον διορθώσομε. Ακόμη να του πούμε να μας συγχωρεί που θα του πούμε αυτό το κάτι, ότι ίσως το παρέλειψε. Ξέρει ίσως πολλά αλλά αυτό του διέφυγε. Κι ερχόμαστε τώρα να του το πούμε, για να το διορθώσει και αυτό. Όταν με αγάπη του το πούμε, τότε, τι νομίζετε, ο ένας αδελφός θα διορθώνει τον άλλον.
Και τότε θα έχομε μία χριστιανική κοινωνία, δηλαδή την Εκκλησία του Χριστού, η οποία θα ορθοδοξεί αλλά και θα ορθοβιοί, θα ζει σωστά. Και δεν θα έχομε αυτό το φοβερό φαινόμενο μέσ’ την Εκκλησία, ο καθένας να ζει ή να πιστεύει κατά το δοκούν. Δεν λέμε στη Θεία Λειτουργίαν να μας δώσει ο Κύριος «τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»; Τι είναι αυτό; Εδώ ακριβώς, αγαπητοί μου, είναι όλη η προσφορά της Εκκλησίας. Η ενότης της πίστεως είναι εκείνο που πιστεύω να το πιστεύει και ο άλλος και ο άλλος. Η πίστις της Εκκλησίας. Και ποια είναι η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος; Είναι ο τελικός μας σκοπός. Να γίνομε κοινωνοί του Αγίου Πνεύματος. Να αποκτήσομε το Πνεύμα το Άγιον. Να έχομε Θεό. Για να ζήσομε από την παρούσα ζωή μέσα στην Βασιλεία του Θεού. Να καταστήσομε την Βασιλεία του Θεού πρώτα πρώτα γεγονός της υπάρξεώς μας. Θα κλείσουμε εμείς μέσα μας την Βασιλείαν του Θεού. Και όταν θα πάμε εκεί, στην Βασιλεία του Θεού, τότε Εκείνη θα μας κλείσει μέσα στον εαυτόν της.
Έτσι λοιπόν βλέπετε, αγαπητοί, η σημερινή ημέρα, που η Εκκλησία μας προβάλλει τους 630 Θεοφόρους Πατέρας, τους προβάλλει προς μίμησιν. Δεν είναι ένα γεγονός που απλώς ανήκει στο παρελθόν. Διάβαζα χθες το βράδυ τον δογματικόν Όρον της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου. Δεν είναι πάρα πολύ εκτενής. Είναι μόλις 5-6 φύλλα ενός βιβλίου. Είναι πάρα πολύ λίγο. Και εκεί είναι αποκρυσταλλωμένη όλη η απόφασις περί του προσώπου του Ιησού Χριστού. Αν, λοιπόν, όλα αυτά σιγά σιγά τα γνωρίσομε… μάλιστα αν θέλετε να ξέρετε, όταν άρχισα να διαβάζω, για μια στιγμή δεν αντελήφθηκα ότι είναι η αρχαία γλώσσα. Δεν ήμουνα καλός στα Αρχαία. Για να μην πείτε ότι ήμουνα καλός στα φιλολογικά και έτσι τα ξέρω. Όχι. Όταν συνήντησα ένα «τοίνυν», ένα «λοιπόν», α, λέω, είναι αρχαία γλώσσα. Δηλαδή, με άλλα λόγια, θέλω να σας πω, λίγο το παλιό γυμνάσιο να είχαμε τελειώσει, την γλώσσα αυτή την καταλαβαίνομε. Πιστέψτε με, την καταλαβαίνομε. Άλλο τώρα ότι είναι μία συμφορά ότι πια τα παιδιά μας δεν ξέρουν Αρχαία Ελληνικά και δηλαδή δεν ξέρουν Ελληνικά. Άλλη παράγραφος αυτό. Αλλ΄ όμως νομίζω ότι πρέπει να έχομε πάντοτε την φιλομάθειαν, να πηγαίνομε να διαβάζομε. Να ερωτούμε. Να ακούμε λόγο Θεού, λόγο Θεού άρτον· ο Οποίος θα μας φέρει εις το επίπεδο του κηρύγματος, εις το επίπεδον της προσφοράς, όλα τα κατατεθειμένα της Εκκλησίας. Μη μιλάμε μόνο και να λέμε… - θα μου πείτε αυτό είναι δικό μας θέμα· ναι· μη μιλάμε πάντα και να λέμε: «Να είμαστε καλοί άνθρωποι». Πρέπει να γνωρίσομε το περιεχόμενο της πίστεώς μας, για να γνωρίσομε τον δρόμο μας, να γνωρίσομε την πορεία μας.
Έτσι λοιπόν, η προβολή των 630 Θεοφόρων Πατέρων, δεν είναι μία ανάμνησις, μία μνήμη που ανήκει στο παρελθόν, μία μνήμη μουσειακή. Είναι μία μνήμη ζωντανή. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντοτε. Υπάρχουν στη Βασιλεία του Θεού. Υπάρχουν με τα κηρύγματά τους. Υπάρχουν με τα θεσπίσματά τους και με τα δόγματά τους. Υπάρχουν στη ζωή μας, οδηγοί σε ένα δύσκολο δρόμο, σε μία δύσκολη εποχή, που τα πάντα διαλύονται, που τα πάντα καταρρακώνονται και που πρέπει να μείνομε όρθιοι. Οι Πατέρες λοιπόν είναι οι φωτοδόται, είναι οι στυλοβάται. Είναι η βακτηρία εκείνη, επί της οποίας θα στηριχθούμε, για να ομολογήσομε ορθήν πίστιν, ορθήν βίωσιν, για να δούμε μίαν ημέραν το πρόσωπο του Θεού.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο.
πηγή: https://aktines.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου