Κ |
άποιος μοναχὸς
πλησίασε καὶ εἶπε στὸν ἀββᾶ Ποιμένα: –
«Διέπραξα μεγάλη ἁμαρτία καὶ θέλω νὰ μπῶ σὲ κανόνα μετανοίας γιὰ τρία χρόνια».
Καὶ ὁ Γέροντας τοῦ λέει:
–
«Πολὺ εἶναι».
–
«Μήπως γιὰ ἕνα χρόνο;» ρωτάει ὁ ἀδελφός.
–
«Πολὺ εἶναι» ἀπαντᾶ πάλι ὁ Γέροντας.
Αὐτοὶ ποὺ βρίσκονταν ἐκεῖ εἶπαν: – «Μέχρι σαράντα
μέρες;» Καὶ πάλι ὁ Γέροντας εἶπε:
– «Εἶναι πολύ». Καὶ πρόσθεσε: «Ἐγὼ πιστεύω ὅτι,ἐὰν ὁ ἄνθρωπος μετανοήσει μὲ ὅλη του τὴν καρδιὰ καὶ δὲν συνεχίσει νὰ κάνει τὴν ἁμαρτία, καὶ μέσα σὲ τρεῖς μέρες τὸν δέχεται ὁ Θεός».
Ἡ ἁμαρτία ἔχει ἀπὸ τὴ ρίζα της τὴν καταστροφὴ
καὶ τὴν διάλυσή της τὴν ψυχική. Ὅταν τελεστεῖ ἡ ἁμαρτία, τότε ἀρχίζει ὁ μεγάλος
πόνος καὶ ἡ τραγικότητα τοῦ ψυχικοῦ θανάτου. Μέσα στὴν ὥρα αὐτὴ ξεπηδᾶ μία
σκληρὴ λύπη καὶ ὁ κατακλυσμὸς τῶν ἐνοχῶν. Αὐτὴ ἡ λύπη εἶναι ἀπὸ τὸν Θεὸ
φυτεμένη γιὰ νὰ ὁδηγήσει τὸν ἄνθρωπο στὴν μετάνοια. Εἶναι «ἡ κατὰ Θεὸν λύπη», ὅπως λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος. Ἔρχεται στὴν ὥρα της εὐεργετικὴ καὶ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὸν Θεό,
γιὰ νὰ βρεῖ τὴν συγχώρηση καὶ τὴν εἰρήνευση τῆς καρδιᾶς του μὲ τὴν μετάνοιά
του. Ἡ ἁμαρτία γεννᾶ τὴν λύπη καὶ ἡ λύπη τρώγει τὴν ἁμαρτία, ὅπως ἀκριβῶς τὸ
ξύλο γεννᾶ τὸ σκουλήκι καὶ τὸ σκουλήκι τρώει τὸ ξύλο. Γνωρίζοντας ὁ διάβολος τὴν
φιλάνθρωπη αὐτὴ τακτικὴ τοῦ Θεοῦ ἔρχεται νὰ ἐμβάλει ἀνελέητα τὴν ἀπελπισία καὶ
τὴν ἀπόγνωση μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Τότε ἡ κατὰ Θεὸν λύπη γίνεται ἀπελπισία
τοῦ διαβόλου. Τὸν Ἰούδα εὐεργετικὰ τὸν ἐπισκέφθηκε ἡ λύπη αὐτή, μὲ τὴν
συναίσθηση τοῦ λάθους του. Ὅμως, πάνω σ’ αὐτὴν τὴν ἀρχὴ τῆς μετανοίας του ἔρχεται
ὁ διάβολος καὶ τοῦ βάζει τὴν θηλιὰ τῆς ἀπόγνωσης, τὸν συμπνίγει καὶ τὸν ὁδηγεῖ
στὴν αὐτοκτονία. Ἡ κατὰ Θεὸν λύπη μετατράπηκε σὲ σατανικὴ ἀπελπισία.
Εἶναι ἀλήθεια πὼς ὁ στόχος τοῦ διαβόλου δὲν εἶναι τόσο νὰ ρίξει κάποιον σὲ ἕνα λάθος, ὅσο νὰ τὸν ἀπελπίσει γιὰ τὴν σωτηρία του. Ἡ ἀπελπισία τὸν ὁδηγεῖ ἐξ ὁλοκλήρου στὸ στρατόπεδο τῆς κολάσεως. Ὁ διάβολος γνωρίζει πολὺ καλὰ ὅτι ἡ ἁμαρτία δὲν ἔχει καμία δύναμη καὶ πολὺ εὔκολα καταργεῖται μὲ τὴν μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου. Τί εἶναι ἡ ἁμαρτία; Ποιά εἶναι ἡ δύναμή της; ἐρωτᾶ ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος. Καὶ λέγει ὅτι ὁμοιάζει μὲ ἕνα κάρβουνο ἀναμμένο ποὺ τὸ ρίχνεις στὴν θάλασσα καὶ σβήνει. Τόσο εὔκολα σβήνει καὶ ἡ πιὸ μεγάλη ἁμαρτία στὸ πέλαγος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ὁμοιάζει μὲ τὸν ἱστὸ τῆς ἀράχνης ποὺ μὲ μία σκούπα τὸν καθαρίζεις πολὺ ἁπλὰ καὶ γρήγορα. Ὁ διάβολος ξέρει τὴν δύναμη τῆς μετανοίας, διότι πολλὲς φορὲς εἶδε μεγάλους ἁμαρτωλούς, τὰ ἐργαλεῖα του, νὰ τοῦ φεύγουν μέσα ἀπὸ τὰ χέρια του καὶ νὰ ἔρχονται στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Γνωρίζει καλὰ ποιά εἶναι ἡ δύναμή του καὶ ποιά ἡ ἀδυναμία του. Ἔτσι, θὰ δοῦμε τὸν ἑαυτό μας νὰ ἀπελπίζεται σκληρὰ μετὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Δὲν μποροῦμε νὰ τὸν συγχωρέσουμε. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δὲν μετρᾶ μέσα μας, οὔτε τὴν βλέπουμε νὰ μᾶς ἀκουμπάει. Ὁ ἐγωισμὸς καὶ τὸ χάσιμο τῆς καλῆς ἰδέας γιὰ τὸν ἑαυτό μας γκρεμίζουν καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι δεδομένη. Τὰ βάζουμε μὲ τὸν ἑαυτό μας καὶ δὲν βλέπουμε τὸν Θεό. Τιμωροῦμε τὸν ἑαυτό μας σὰν ἐξιλέωση γιὰ τὸ λάθος μας καὶ σὰν μία δίκαιη ἐπιβολὴ δικαιοσύνης. Εἶναι ἡ ἐγωιστικὴ ἀπελπισία ποὺ ὁδηγεῖ στὸν πνευματικὸ θάνατο. Ὁ Ἰούδας δὲν ἄντεξε τὸν ἑαυτό του, ἀμφισβήτησε τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ πῆγε καὶ κρεμάστηκε.
Ἐπιπλέον, ἐπικρατεῖ μία νομικίστικη
νοοτροπία ὡς πρὸς τὸν κανονισμὸ καὶ τὰ ἐπιτίμια γιὰ τὴν κάθε ἁμαρτία.
Κατατάσσονται καὶ κατηγοριοποιοῦνται κατὰ τὸ πρότυπο τῶν αἱρετικῶν παπικῶν σὲ
μεγάλες καὶ μικρὲς ἁμαρτίες. Ἡ ὅλη αὐτὴ καταλογοποίηση καὶ κατηγοριοποίηση
δημιουργεῖ στοὺς πιστοὺς ἕναν καταναγκασμὸ σὰν τρόπο σχέσεως μὲ τὸν Θεό. Ἄραγε,
ἐρωτοῦν πολλοί, ποῖος κανόνας μοῦ ἀναλογεῖ γιὰ νὰ μοῦ συγχωρηθεῖ ἡ ἁμαρτία μου;
Τηρώντας κάποια ἐπιτίμια νιώθουν πὼς δικαιοῦνται τῆς Θείας Κοινωνίας, ἐφόσον
κάτι ἔκαναν καὶ τυραννίστηκαν καὶ ἐξιλεώθηκαν. Αὐτὸς εἶναι ὁ «μπακάλικος»
τρόπος καὶ ἡ εὐσεβίστικη νοοτροπία, ποὺ ποτὲ δὲν θὰ τοὺς ἀφήσει νὰ μάθουν πόσο
μεγάλη εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν χρειάζεται ἐξιλεωτικὲς ποινὲς καὶ
τιμωρίες γιὰ νὰ συγχωρήσει. Ὁ Χριστὸς μὲ τὸ Αἷμα Του πάνω στὸν Σταυρὸ ἔχει
πληρώσει γιὰ ὅλες τὶς ἁμαρτίες μας εἰς τὸ διηνεκές. Τὸ μόνο ποὺ χρειάζεται ἀπὸ
μέρους μας εἶναι ἡ μετάνοιά μας καὶ τὰ δάκρυά μας. Ὅσο πιὸ ἀληθινὴ εἶναι ἡ
μετάνοιά μας τόσο πιὸ μεγάλη εἶναι ἡ ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ Πατέρα.
Ἡ λύπη ὁδηγεῖ στὴν μετάνοια, ἀντιθέτως,
οἱ ἐνοχικότητες μονάχα σ’ ἕνα ἀρρωστημένο παζάρι μὲ τὸν Θεό.
Ἡ μετάνοια εἶναι ἕνας
λεβέντικος εὐθυνοκεντρικὸς μηχανισμὸς ποὺ πενθεῖ καὶ ὁμολογεῖ καὶ βασίζεται στὸ
ἔλεος τοῦ Κυρίου. Οἱ ἐνοχικότητες καὶ οἱ φόβοι εἶναι ἕνα ἐγωιστικὸ σύμπτωμα. Εἶναι
παιδικὰ ἀνόητα φερσίματα πρὸς τὸν Κύριο. Σὰν τὰ παιδιὰ πού, ὅταν κάνουν μία
ζημιὰ μαζεύονται σὲ μία γωνιά, φοβοῦνται καὶ κρύβονται ἀπὸ τοὺς γονεῖς των, καὶ
δὲν μποροῦν νὰ ὁμολογήσουν καὶ νὰ βασιστοῦν στὴν ἀγάπη τους καὶ τρέμουν μήπως ἀποκαλυφθοῦν
καὶ ὑποστοῦν τιμωρία. Δὲν εἶναι ὅμως ἔτσι ὁ Θεός. Τὸν ὑποτιμοῦμε σὰν Πατέρα καὶ
τὸν ἐξομοιώνουμε μὲ τὸν ἑαυτό μας ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ συγχωρήσει καὶ νὰ ἀγαπήσει
τὸν ἁμαρτωλό.
Ἔτσι, ἀντὶ νὰ σκέπτεται καὶ νὰ ἀπελπίζεται ὁ ἄνθρωπος καὶ νὰ λέει τὸ «γιατί;», καλύτερα νὰ μετανοεῖ γνήσια ἀπέναντι στὸν Θεὸ καὶ νὰ πιάνεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ὅσο πιὸ δυνατὴ εἶναι ἡ μετάνοια τόσο πιὸ μεγάλη εἶναι ἡ συγχώρηση. Ὅπου κι ἂν βρίσκεται εἴτε στὸ σπίτι εἴτε στὴν δουλειά του εἴτε στὴ ἀγορά, ἡ καρδιά του μπορεῖ νὰ γίνει τὸ ἄλλο ἱερὸ ἐξομολογητήριο, στὸ ὁποῖο μέσα σκύβει, ἐπικαλεῖται τὸν Χριστὸ καὶ ὁμολογεῖ ταπεινὰ τὴν ἁμαρτία ποὺ ἔκανε εἴτε μὲ τὰ λόγια του, εἴτε μὲ τὶς ἐπιθυμίες του ἢ καὶ μὲ τὴν σκέψη του καὶ τὰ μάτια του. Ἔχει τὸ θάρρος νὰ ἀπευθύνεται στὸν Πατέρα του καὶ νὰ Τοῦ λέει τὰ πάντα καὶ πάντοτε. Καὶ μέσα στὸν δρόμο καὶ στὴν εργασία του μπορεῖ νὰ Τοῦ μιλᾶ ὡς οἰκεῖος Του καὶ νὰ ζητᾶ τὴν συγχώρηση. Δὲν Τὸν φοβᾶται δουλικά, ἀλλὰ Τὸν ἀγαπᾶ υἱικά. Καὶ ἔρχεται και ἡ νύχτα καὶ λούζει τὴν κλίνη του μὲ τὰ δάκρυά του καὶ ζητᾶ συγχώρηση ἀπὸ τὸν Θεό. Ἔτσι προτρέπει ὁ Ἱ. Χρυσόστομος: «Ὅταν ἔλθει ἡ νύχτα καὶ καθίσεις στὸ κρεβάτι σου, στὸ λιμάνι τὸ ἀκύμαντο, καὶ κανένας δὲν σὲ ἐνοχλεῖ πλέον, πὲς στὴν καρδιά σου καὶ στὴν ψυχή σου: περάσαμε καὶ τὴν ἡμέρα αὐτή, ψυχή μου. Τί ἀγαθὸ ἐπιτελέσαμε ἢ τί πονηρὸ πράξαμε; Καὶ θυμήσου τὴν κόλαση γιὰ νὰ προσθέσεις τὸ καλὸ καὶ νὰ ξεριζώσεις τὸ πονηρό. Καὶ ἐκεῖ στὸ κρεβάτι σου θυμήσου τὰ ἁμαρτήματά σου, δάκρυσε, καὶ μπορεῖς νὰ τὰ ἐξαλείψεις. Προσευχήσου καὶ παρακάλεσε τὸν Θεὸ καὶ ἔτσι παράδωσε τὴν ψυχή σου στὸν ὕπνο».
Καὶ ἔρχεται καὶ στὸ ἄλλο ἐξομολογητήριο,
στὸν Πνευματικό του, καὶ στὸ πρόσωπό του προσβλέπει σὰν στὸν Πατέρα του, τὸν
Θεό. Ἔτσι προτρέπει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος… «ὅσες φορὲς κι ἂν πέσεις τὴν ὥρα ποὺ
βρίσκεσαι στὴν καθημερινή σου δουλειά, τόσες φορὲς καὶ νὰ σηκωθεῖς. Μὴν ἀπελπισθεῖς.
Κι ἂν δεύτερη φορὰ ξαναπέσεις, δεύτερη φορὰ μετανόησε καὶ μὴν ἀφήσεις νὰ χάσεις
τελικὰ ἀπὸ τὴν ραθυμία σου τὴν ἐλπίδα ἀπὸ τὰ προκείμενα ἀγαθά. Κι ἂν βρίσκεσαι
σὲ γηρατειὰ καὶ ἁμαρτήσεις, εἴσελθε, μετανόησε. Ἰατρεῖο εἶναι ἐδῶ, ὄχι
δικαστήριο γιὰ νὰ ἀπαιτεῖ εὐθύνες ἁμαρτημάτων, ἀλλὰ γιὰ νὰ παρέχει συγχώρηση ἁμαρτημάτων.
Μόνο στὸν Θεὸ πὲς τὴν ἁμαρτία σου, «σοὶ
μόνῳ ἥμαρτον καὶ τὸ πονηρὸν ἐνώπιόν σου ἐποίησα», καὶ συγχωρεῖται ἡ ἁμαρτία
σου».
Καὶ σκεφτόμουν καὶ ἔλεγα πὼς εἶναι
πολὺ τυραννικὸ νὰ ζεῖ ὁ ἄνθρωπος κάτω ἀπὸ ἁμαρτωλοφοβικὰ αἰσθήματα καὶ πανικοὺς
καὶ νὰ φεύγει ἀπὸ τὸν Θεό, σὰν νὰ εἶναι ὁ τιμωρὸς ποὺ τὸν περιμένει στὴν γωνία
γιὰ νὰ τοῦ πάρει τὸ κεφάλι, ἐπειδὴ ἁμάρτησε. Δὲν εἶναι αὐτὸς ὁ Θεός. Ἔχει τόση ἀγάπη
ὁ Θεός.
Κάθε φορὰ ποὺ μετανοῶ, τότε πιὸ ἀληθινὰ
Τὸν ἀγαπῶ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου