Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2020

ΤΟ ΣΑΡΑΝΤΑΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ-16. Ὁ κόπος τῆς ἀφανοῦς ἀγάπης, Αρχιμανδρίτου Σεβαστιανού Δ. Τοπάλη

 



O

ἀββᾶς Μακάριος ἦταν ἕνας ἅγιος ἄνθρωπος καὶ κάποτε πῆγε ἐπίσκεψη σ’ ἕναν ἀναχωρητὴ καὶ τὸν βρῆκε ἄρρωστο μέσα στὸ κελὶ του. Τὸν φρόντισε, τὸν περιποιήθηκε, τοῦ πρόσφερε ὅ,τι μποροῦσε καὶ τὸν ρωτάει:

- «Τί θὰ ἤθελες νὰ σοῦ φέρω νὰ φᾶς;», διότι δὲν βαστοῦσε τρόφιμα στὸ κελί.

Καὶ τοῦ εἶπε ὁ ἀναχωρητὴς:

-«Λίγο παστέλι νὰ μοῦ φέρεις».

Τότε ὁ ἀββᾶς Μακάριος, ὁ καρτερόψυχος αὐτὸς ἄντρας, δὲ δίστασε νὰ πάει μέχρι τὴν Ἀλεξάνδρεια, νὰ κάνει χιλιόμετρα ὁλόκληρα, νὰ ἀνεβεῖ λαγκάδια καὶ βουνά, γιὰ νὰ πάει νὰ φέρει παστέλι, γιὰ νὰ φάει λίγο ὁ ἀδελφός. Ἀπέκρυψε ἀπὸ τὸν γέροντα πὼς θὰ πήγαινε μακριά. Ἀντίθετα, τὸν ἄφησε νὰ ἐννοήσει πὼς δυὸ βήματα ἀπὸ ἐκεῖ θὰ πάει καὶ θὰ τὸ φέρει. Καὶ τὸ θαυμαστὸ εἶναι ὅτι σὲ κανέναν δὲν τὸ εἶπε. Τὸ ἔκανε μὲ τὴν καρδιά του. Ἐξάλλου δὲν κατάλαβε πῶς πῆγε καὶ πῶς γύρισε, ὁ Θεὸς τοῦ ἔδινε δύναμη καὶ τὸν κρατοῦσε ἀπὸ τὸ χέρι γιὰ χάρη τοῦ κόπου τῆς ἀγάπης του.

Κάθε ἀρετὴ ἔχει τὴν λυδία λίθο ἀπ’ ὅπου ἐξετάζεται καὶ φαίνεται ἂν εἶναι ἀληθής. Ἔτσι ὁ ἀπ. Παῦλος ἐπαινώντας τοὺς Θεσσαλονικεῖς γιὰ τὴν πρόοδό τους τὴν πνευματικὴ λέγει ὅτι εἶδε τὸ ἔργο τῆς πίστεως, τὴν ὑπομονὴ τῆς ἐλπίδος καὶ τὸν κόπο τῆς ἀγάπης. Εἶναι ἀλήθεια πὼς τὰ ἔργα ἀποδεικνύουν τὴν πίστη καὶ ἡ ὑπομονὴ δείχνει τὴν μεγάλη ἐλπίδα ποὺ ἔχει ὁ ἄνθρωπος στὸν Θεὸ καὶ ὁ κόπος ἀποδεικνύει τὴν γνησιότητα τῆς ἀγάπης. Καὶ ἐδῶ στὴν ἱστορία αὐτὴ ἡ ἀγάπη τοῦ ἀββᾶ Μακαρίου φαίνεται ἀπὸ δύο στοιχεῖα, ἀπὸ τὸν κόπο του καὶ τὴν μυστικότητα ποὺ κράτησε. Ἔκανε χιλιόμετρα πολλὰ καὶ δὲν τὸ εἶπε πουθενά, δὲν τὸ δημοσίευσε, οὔτε τὸ διαλάλησε στοὺς ἀδελφούς, ἀλλ’ οὔτε καὶ ἄφησε νὰ τὸ καταλάβει κι αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ ἀσκητὴς πὼς ἔκανε κάτι σπουδαῖο. Ὁ ἅγιος Μακάριος μόλις ἄκουσε τὴν ἐπιθυμία τοῦ γέροντα, δὲν τοῦ εἶπε «δὲν γίνεται, ποῦ νὰ βροῦμε, πῶς νὰ πᾶμε, μακριὰ εἶναι», ἀλλὰ ξεκίνησε βάζοντας αὐτὸς τὸν κόπο του καὶ ὁ Θεὸς τὴν δύναμή Του καὶ τὸ θαῦμα Του. Ἡ ἀγάπη τὰ κάνει ὅλα, καὶ ἔχει τὴ δύναμη νὰ ξεπεράσει τὶς δυσκολίες, καὶ ὁ κόπος της ἐφευρίσκει τρόπους γιὰ νὰ ξεπεράσει τὰ ἐμπόδια. Τό ὅλο θέμα εἶναι πῶς τολμᾶς καὶ ξεκινᾶς νὰ κάνεις τὴν ἀγάπη. Μετὰ ὅλα τὰ κάνει καὶ τὰ βρίσκει ὁ Θεός, γιατὶ εἶσαι δικός Του. Στὴν ἀρετὴ αὐτὴ ἐμεῖς βάζουμε τὸν κόπο μας καὶ ὅλα τὰ ἄλλα τὰ κάνει ὁ Κύριος. Ἡ σιωπὴ καὶ ὁ κόπος εἶναι αὐτὰ ποὺ μιλοῦν γιὰ τὴν γνησιότητα τῆς ἀγάπης.

Αὐτὰ τὰ δυὸ χαρίσματα τῆς ἀγάπης προέρχονται μέσα ἀπὸ τὴν βαθειά πνευματικότητα τῆς καρδιᾶς. Ἂν ὁ κόπος φανερώνει τὴν γνησιότητα τῆς ἀγάπης, τότε ἡ σιωπὴ διαφυλάγει τὴν εὐλογία καὶ τὸν μισθό της. Ἀσφαλῶς ὁ κόπος δὲν εἶναι λόγια. Πολὺ ὄμορφα ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος λέγει στὴν ἐπιστολή του: ἂν ἔρθει ἕνας ἀδελφὸς φτωχὸς καὶ σοῦ ζητήσει τὴν βοήθειά σου καὶ σὺ τὸν παρηγορήσεις καὶ τὸν ξεπροβοδίσεις λέγοντάς του νὰ πάει στὸ καλό, νὰ πάει στὸ σπίτι του νὰ φάει καὶ νὰ ζεσταθεῖ χωρὶς νὰ τοῦ δώσεις κάτι, δὲν τὸν κορόιδεψες; Ἔπρεπε τὰ λόγια νὰ γίνουν κόπος καὶ προσφορὰ γιὰ νὰ εἶναι ἀγάπη. Εἰδάλλως εἶναι ἕνα ξεγέλασμα ἀγάπης. Ἡ ἀγάπη μας πολλὲς φορὲς γίνεται ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς χωρὶς νὰ χαλοῦμε τὴν ἄνεσή μας, δίνοντας ἁπλῶς κάποια χρήματα ἢ κάποια ροῦχα ποὺ πάλιωσαν καὶ δὲν φοριοῦνται, ἢ καὶ παρηγορώντας τὸν ἄρρωστο μὲ ἀρίστη διδασκαλικότητα καὶ λογόρροια καλολογίας. Δὲν μπήκαμε στὸ πρόβλημα τοῦ ἄλλου, ἀλλὰ ἀπὸ μακριὰ τὸ ἀκουμπήσαμε, χωρὶς νὰ βάλλουμε τὸν κόπο μας καὶ τὸν χρόνο μας.

Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ ὁ ἀρνητισμὸς μας νὰ μποῦμε σὲ ἔργο ἀγάπης προέρχεται ἀπὸ μία αὐτολύπηση καὶ ἀπὸ τὸ ἑρμητικὸ κλείσιμο τοῦ ἑαυτοῦ μας στὸ βόλεμα τῆς καθημερινότητος. Ἕνα ἄλλο αἴτιο εἶναι ἡ ἀναβολὴ καὶ κυρίως ἡ μόνιμη κρίση τοῦ ἄλλου πὼς δὲν ἀξίζει νὰ τὸν βοηθήσουμε λόγῳ τῆς κακίας του. Μία ζάλη ἀμφιβόλων λογισμῶν ρημάζουν κάθε ἁγία πρόθεση γιὰ βοήθεια καὶ συμπαράσταση. Ἔτσι, βλέπεις κι ἀκοῦς πὼς αὐτὸς ὁ πτωχὸς εἶναι μίζερος, κακὸς καὶ πότης φοβερὸς καὶ πὼς μόνιμα κατηγορεῖ καὶ κοροϊδεύει. Εἶναι ὁ πειρασμὸς ἑνὸς ὁλόκληρου χωριοῦ ποὺ μὲ τὴν ἀπέχθειά τους τὸν ἐγκατέλειψαν καὶ τὸν πέταξαν σὰν τὸ σκυλὶ γιὰ νὰ πεθάνει. Βρέθηκαν ἀπὸ τὸν Θεὸ κάποιοι ἄλλοι καὶ τὸν περιέθαλψαν μὲ τὸν κόπο τους. Καὶ ἡ ἀγάπη εἶχε τὴν ἔγνοια καὶ τὴν ὑπομονὴ, διότι καὶ ὁ κόσμος ἐπέκρινε, ἀλλὰ καὶ ὁ πτωχὸς μὲ τὶς ἰδιοτροπίες του ἐξέθετε τοὺς φιλανθρώπους. Καὶ εἶναι πολὺ μεγάλος κόπος νὰ ἀγαπᾶς τὸν ἰδιότροπο φτωχὸ καὶ νὰ τὸν ταΐζεις. «Σοῦ βγάζει τὴν ψυχή», λέγει θυμόσοφα ὁ λαός. Δὲν εἶναι κόπος σωματικὸς μόνον, ἀλλὰ κυρίως ψυχικὸς ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὸν ἔσω πόλεμό μας καὶ ἀπὸ τὰ σχόλια τῶν ἄλλων. Πρέπει νὰ ἀντέξεις στὸν κόπο αὐτὸ καὶ νὰ διακονεῖς ἀμετακίνητα. Ὅμως, ἡ ἀγάπη τότε ἔχει τὴν ἀξία της, ὅταν δὲν σὲ νοιάζει γιὰ τὸ τί λέει ὁ κόσμος οὔτε γιὰ τὸ ποιὰ εἶναι ἡ ποιότητα τοῦ πτωχοῦ. Κι ἂν τὸν βοηθᾶς κι αὐτὸς σὲ σταυρώνει καὶ σὲ κατηγορεῖ, τότε ἡ ἀγάπη αὐτὴ ὁμοιάζει μὲ τοῦ Χριστοῦ. Κι ὅταν διώκεσαι γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ δὲν τὰ παρατᾶς, τότε ὁ κόπος ἔχει τὴν ἀξία του. Ἐξάλλου σὲ κάθε καλὸ ἔρχεται ὁ διάβολος γιὰ νὰ τὸ μαγαρίσει μὲ τὴν γκρίνια του καὶ ἐδῶ εἶναι ποὺ πρέπει νὰ ἀντέξει ὁ ἄνθρωπος ἀνεπηρέαστα. Στὸ πρόσωπο τοῦ φυλακισμένου εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Καὶ στὴν φυλακὴ δὲν μπαίνουν οἱ καλοί, ἀλλὰ οἱ κακοὶ κατὰ τὸν νόμο. Γιὰ μᾶς τοὺς χριστιανοὺς δὲν ὑπάρχουν καλοὶ καὶ κακοί, οὔτε ὁ Θεὸς μᾶς ἔμαθε νὰ ξεχωρίζουμε τοὺς ἀνθρώπους, διότι ὅλοι εἶναι πλάσματα τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀγάπη δὲν ἔχει ὅρια οὔτε καὶ ὅρους. Οὔτε ποτὲ μᾶς ἔβαλε κριτὲς καὶ βοσκοὺς ὁ Θεὸς γιὰ νὰ χωρίζουμε τοὺς ἄλλους σὲ πρόβατα καὶ σὲ κατσίκια. Κι ἂν μέσα μας ὑπάρχει ἡ ἄρνηση καὶ ἡ γκρίνια γιὰ τὴν ἀγάπη, τὸ μόνο ποὺ πρέπει νὰ δοῦμε εἶναι ἡ μεγάλη ψυχική φτώχεια ποὺ κουβαλοῦμε καὶ ἡ τσιγκουνιὰ καὶ ἡ μιζέρια τῆς ψυχῆς μας. Καὶ πίσω ἀπὸ ὅλα αὐτὰ βρίσκονται ὁ ἐγωισμὸς καὶ ἡ δική μας ὡραιοπάθεια.

Μπαίνεις σὲ σπίτια πολυτέκνων καὶ βλέπεις τὸν κόπο τους τὸν καθημερινὸ τῆς ἀγάπης. Ἐκεῖ διαπιστώνει κανεὶς πὼς ὁ προσωπικὸς χρόνος, ὁ ὕπνος, ἡ ξεκούραση εἶναι δοσμένα στὴν ὑπηρεσία τῶν παιδιῶν καὶ ὁ κόπος τῶν γονέων εἶναι ἀμέτρητος καὶ οἱ ὑπομονὲς πολλές. Ἴσως καὶ νὰ πεῖ κάποιος πὼς χάνουν τὸ πρόσωπό τους καὶ δὲν ἔχουν προσωπικὴ ζωὴ καὶ παράτησαν τὴν καριέρα τους καὶ ἀσχολοῦνται μὲ τὰ παιδιά. Ὅμως, τότε βρίσκεις τὸ ἀληθινὸ πρόσωπό σου, ὅταν ἔχεις κόπο στὴν ἀγάπη, ὅταν ζεῖς γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸ θέλημά Του, ὅταν ζεῖς γιὰ τοὺς ἄλλους, ὅταν ἡ ζωή σου κάθε μέρα εἶναι μία θυσία ἀγάπης καὶ προσφορᾶς. Τότε τὸ πρόσωπό σου εἶναι πρόσωπο Χριστοῦ.

Συνήθως λέμε ἀγάπη καὶ ἐλεημοσύνη τὸ νὰ συνεισφέρουμε μία - δύο φορὲς τὸ χρόνο σὲ φιλανθρωπικὰ ἔργα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τὰ Χριστούγεννα καὶ τὸ Πάσχα. Ὅμως, ἡ καθημερινότητα ἔχει τὸν κόπο τῆς ἀγάπης. Στὰ μικρὰ πράγματα φαίνεται ὁ ἀγώνας καὶ στὴν ἀφάνεια τῆς προσφορᾶς. Δίπλα μας, στὸ σπίτι μας, στὴν δουλειά μας πάντοτε εἶναι ὁ χῶρος τοῦ κόπου αὐτοῦ. Ἀρκεῖ νὰ βλέπεις τὴν διακονία ποὺ σοῦ ἀνοίγει ὁ Θεὸς κάθε ἡμέρα. Πόσοι παπποῦδες καὶ γιαγιάδες ὑπηρετοῦν τὰ παιδιὰ καὶ σκύβουν μὲ ἀγάπη καὶ τὰ μαθαίνουν προσευχές, τὰ πηγαίνουν στὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς διαβάζουν τὴν Ἁγία Γραφή! Εἶναι μικρὲς διακονίες, ἀλλὰ ἔχουν τὸν κόπο τους. Καὶ ἐκεῖ εἶναι ἡ ἀγάπη εὐλογημένη, ὅταν εἶναι ἀφανὴς καὶ σὲ μικρὰ πράγματα. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἔλεγε πὼς δὲν εἶναι ἄξιος νὰ δέσει τὰ κορδόνια τῶν ὑποδημάτων τοῦ Χριστοῦ. Ἔνιωθε τόσο ταπεινὰ ἀπέναντί Του, ποὺ θὰ χαιρόταν νὰ ἀξιωθεῖ καὶ μόνο νὰ ξεκουράζει τὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ. Ἦταν ὁ πιὸ μεγάλος ἅγιος καὶ ὁ ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, ποὺ κυριαρχοῦσε στὰ πλήθη μὲ τὸ κήρυγμά του καὶ ὅμως χάθηκε ἀπὸ τὸ προσκήνιο ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ ἔδειξε μὲ τὸ χέρι του τὸν Μεσσία καὶ ἔλεγε «ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι». Τί εὐλογία νὰ ὑπηρετεῖς ταπεινά, σιωπηλὰ τὶς πιὸ μικρὲς ἐργασίες γιὰ τὴν ἀγάπη. Μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνα μαγείρεμα, ἕνα καθάρισμα ἑνὸς κατάκοιτου, ἡ φύλαξη ἑνὸς παιδιοῦ, ἡ ἐπίσκεψη ἑνὸς ἀρρώστου… τὴν κάθε δουλειά ποὺ δὲν φαντάζει καὶ δὲν παίρνεις εὐχαριστῶ. Ἐκεῖ εἶναι τὸ ὕψος τῆς ἀγάπης, ὅταν σὲ μικρὲς ταπεινὲς δουλειὲς προσφορᾶς ζεῖς στὴν ἀφάνειά σου περιμένοντας μόνο τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Καὶ πόσο πιὸ ὄμορφο νὰ μή διαλέγεις ποιὰ ἀγάπη νὰ τελέσεις, ἀλλὰ νὰ κάνεις αὐτὸ ποὺ ὁ Θεὸς σοῦ ἀποστέλλει, ὅσο δύσκολο κι ἂν εἶναι, ξέροντας πάντα ὅτι «πίσω μας στέκει ὁ Θεός». Αὐτὸς εἶναι ὁ κόπος τοῦ Θεοῦ καὶ πρέπει νὰ συνοδεύεται ἀπὸ σιωπή. Ἐξάλλου, αὐτὸ εἶπε ὁ Χριστός: ὅταν κάνεις τὴν ἐλεημοσύνη, νὰ τὴν κάνεις κρυφὰ καὶ ὄχι γιὰ τὸ «θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις». Καὶ ὁ Θεὸς ποὺ τὰ βλέπει ὅλα θὰ σὲ ἀμείψει στὸν οὐρανό. Νὰ μὴ γνωρίζει τὸ ἀριστερό σου χέρι τὶ κάνει τὸ δεξί. Αὐτὸς ποὺ ψάχνει τὴν εὐχαριστία καὶ τὴν ἀναγνώριση ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, αὐτὸς μὴν περιμένει ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα νὰ τὸ κάνει.

Καὶ ἔσκυβα μέσα μου καὶ ἔβλεπα τὸν ἑαυτό μου. Σὲ πόσες μικρὲς δουλειὲς καὶ ἐξυπηρετήσεις ἀναλώνομαι καὶ μὲ πιάνει ἡ γκρίνια καὶ ἀντιδρῶ καὶ ψάχνω νὰ μοῦ ἀναγνωρίσουν τὸν κόπο μου. Καὶ εἶπα πὼς πρέπει νὰ φυλάξω τὸν θησαυρό μου ἀπείραχτο καὶ ἀσύλητο ἀπὸ τὸν κλέφτη διάβολο. Νὰ κρύβω τὴν ἐργασία μου καὶ τὸν κόπο μου καὶ μὲ πόθο πολὺ νὰ ὑπηρετῶ τὸν Χριστό μου καὶ στὰ πιὸ ταπεινά, πλένοντας τὰ πόδια Του. Καὶ τὸν παρακαλοῦσα πρῶτα νὰ μοῦ δίνει τὴν δύναμη Του, ποτὲ νὰ μὴν κουραστῶ στὴν ἀγάπη, νὰ μὴν ἀποκάμω ἀγαθοποιώντας. Αὐτὸς εἶπε πώς, ἂν πιστεύετε σὲ μένα, αὐτὰ ποὺ ἐγὼ ἔκαμα καὶ ἐσεῖς θὰ κάμετε μὲ τὴν πίστη σας. Καὶ τὸν παρακαλοῦσα νὰ μὴν ἀφήνει τὸν πονηρὸ νὰ μοῦ κλέβει τὴν χαρὰ τῆς ἀγάπης ψιθυρίζοντας βαθιά μέσα μου τὴν ἀπελπισία τοῦ κόπου μου.

Καὶ ἄκουγα τὸν Κύριο νὰ μοῦ λέγει διὰ τοῦ ἀπ. Παύλου πὼς κανένας κόπος ἀγάπης δὲν πάει χαμένος μπροστὰ στὸν Θεό.

«Οὐκ ἔστι κόπος κενὸς ἐν Κυρίῳ»

Από το βιβλίο: ΤΟ ΣΑΡΑΝΤΑΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ

Μια ιστορία και ένας λόγος στην κάθε μέρα του Σαρανταλείτουργου.

Αρχιμ. Σεβαστιανού Τοπάλη

Αμύνταιο 2018

Δ' Εκδοση 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου