Χωρίς ιδιαίτερη δημοσιότητα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έδωσε στη δημοσιότητα ένα νέο «σχέδιο παγκόσμιας υγειονομικής έκτακτης ανάγκης», το οποίο, εάν τεθεί σε εφαρμογή, θα μεταβάλει ριζικά την έννοια της εθνικής κυριαρχίας.
Το έγγραφο προβλέπει τη συγκρότηση ενός μόνιμου μηχανισμού διεθνούς διοίκησης υπό την καθοδήγηση του ΠΟΥ, δίνοντάς του τη δυνατότητα να επιβάλλει «συντονισμό έκτακτης ανάγκης» όχι μόνο σε περιπτώσεις πανδημιών, αλλά και σε κρίσεις που σχετίζονται με το κλίμα, φυσικές καταστροφές ή ακόμη και κοινωνικές αναταραχές.
Για πρώτη φορά, η έννοια της «παγκόσμιας ασφάλειας υγείας» επεκτείνεται πέρα από το πεδίο των ασθενειών, εισχωρώντας σε κάθε μορφή κρίσης που μπορεί να επηρεάσει το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο ενός κράτους.
Στην ενότητα που φέρει τον τίτλο «Εθνικός και διεθνής συντονισμός έκτακτης ανάγκης», το κείμενο προδιαγράφει τη σταδιακή υποκατάσταση των εθνικών μηχανισμών πολιτικής προστασίας και δημόσιας υγείας από μια υπερεθνική, κεντρικά ελεγχόμενη αρχή με έδρα τη Γενεύη.
Η φρασεολογία είναι χαρακτηριστική: «Πρέπει να θεσπιστούν μηχανισμοί συντονισμού σε όλα τα επίπεδα — εθνικό, περιφερειακό και διεθνές — υπό την καθοδήγηση του ΠΟΥ». Αυτό σημαίνει ότι, σε περίπτωση «έκτακτης ανάγκης», οι αποφάσεις ενός κράτους θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τις εντολές και τις οδηγίες του οργανισμού, καθώς η ανεξάρτητη δράση θεωρείται παράγοντας «κατακερματισμού» και «αναποτελεσματικότητας».
Η λογική αυτή μεταφράζεται σε ένα νέο μοντέλο παγκόσμιας διοίκησης, όπου ο ΠΟΥ αποκτά τον ρόλο του υπερ-συντονιστή, επιβάλλοντας «ευθυγράμμιση» μεταξύ τοπικών και διεθνών φορέων. Στην πράξη, οι εθνικές αρχές δημόσιας υγείας θα ενσωματωθούν πλήρως στις δομές του ΠΟΥ, απολέγοντας μεγάλο μέρος της αυτονομίας τους. Το επιχείρημα της «αποτελεσματικότητας» λειτουργεί ως πρόσχημα για τη μεταφορά εξουσιών από τα κράτη προς μια κεντρική παγκόσμια γραφειοκρατία.
Το πλέον ανησυχητικό στοιχείο του σχεδίου είναι η σύσταση ενός «Παγκόσμιου Σώματος Έκτακτης Ανάγκης για την Υγεία» (Global Health Emergency Corps – GHEC). Σύμφωνα με το έγγραφο, πρόκειται για ένα ενιαίο πλαίσιο που θα συντονίζει το προσωπικό και τους μηχανισμούς έκτακτης ανάγκης σε όλες τις χώρες. Η επίσημη διατύπωση είναι αποκαλυπτική: «Ένα συνεκτικά οργανωμένο προσωπικό έκτακτης ανάγκης στον τομέα της υγείας, με διαλειτουργικές δυνατότητες και μια διασυνδεδεμένη ομάδα ηγετών σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο, αποτελεί τη βάση για μια πιο συντονισμένη και αποτελεσματική ανταπόκριση σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης».
Στην ουσία, ο ΠΟΥ προτείνει τη δημιουργία μιας μόνιμης διεθνούς δύναμης, ικανής να ενεργεί εντός των κρατών-μελών χωρίς την ανάγκη έγκρισης από τα εθνικά κοινοβούλια. Ένα είδος «παγκόσμιου στρατού υγείας», στελεχωμένου από εθνικό προσωπικό που θα υπάγεται, ωστόσο, σε ενιαία διοίκηση υπό τη Γενεύη. Ένα γραφειοκρατικό ΝΑΤΟ της υγείας, χωρίς ψήφους, χωρίς εθνικό βέτο, χωρίς δημοκρατική λογοδοσία.
Η GHEC προβλέπεται να λειτουργεί ως ο επιχειρησιακός βραχίονας αυτής της αρχιτεκτονικής. «Εκπαιδευμένοι επαγγελματίες», «διασυνδεδεμένοι ηγέτες» και «διαλειτουργικές ικανότητες» θα συντονίζονται απευθείας μέσω του ΠΟΥ. Δεν θα είναι απλώς τεχνικοί σύμβουλοι, αλλά φορείς εξουσίας με δικαιοδοσία να ενεργούν διασυνοριακά, να αναπτύσσονται επιχειρησιακά και να διαχειρίζονται κρίσεις πέρα από τα εθνικά σύνορα.
Το πλαίσιο, ωστόσο, δεν περιορίζεται σε υγειονομικά ζητήματα. Η έκθεση εισάγει την έννοια της «κοινωνικής ακρόασης» — δηλαδή της συστηματικής παρακολούθησης των διαδικτυακών συνομιλιών, με στόχο τον εντοπισμό και την καταπολέμηση της «παραπληροφόρησης» σε περιόδους κρίσης. Ο ΠΟΥ χαρακτηρίζει αυτή τη δραστηριότητα «ζωτικό εργαλείο για τη διαχείριση της δημόσιας αντίληψης». Η δημόσια γνώμη, επομένως, αντιμετωπίζεται πλέον ως μέρος του ίδιου του πεδίου κρίσης — ένας παράγοντας που πρέπει να ελέγχεται για να διασφαλίζεται «η κοινωνική συνοχή».
Η σύνδεση μεταξύ επιτήρησης του λόγου, ελέγχου της πληροφορίας και μηχανισμών διαχείρισης κρίσεων είναι εμφανής. Με το πρόσχημα της προστασίας της δημόσιας υγείας, συγκροτείται ένα σύστημα που μπορεί να ρυθμίζει όχι μόνο τη βιολογική αλλά και τη γνωσιακή σφαίρα των κοινωνιών. Η «κοινωνική ακρόαση» μετατρέπεται έτσι σε πολιτικό εργαλείο, που επιτρέπει σε μια διεθνή γραφειοκρατία να καθορίζει τι θεωρείται αλήθεια και τι ψευδές, τι επιτρέπεται να λέγεται και τι όχι.
Η γλώσσα του εγγράφου είναι προσεκτικά επιλεγμένη, γεμάτη όρους όπως «ομοιόμορφος συντονισμός», «αλληλοϋποστήριξη», «ανάπτυξη ικανοτήτων». Πίσω όμως από τη φαινομενικά τεχνοκρατική ορολογία, αποκαλύπτεται η πρόθεση δημιουργίας μιας παγκόσμιας αλυσίδας διοίκησης, που θα συνδέει όλα τα εθνικά συστήματα έκτακτης ανάγκης υπό την ηγεσία του ΠΟΥ.
Οι χώρες που δεν θα συμμορφώνονται ή δεν θα ενσωματώνονται πλήρως στο σύστημα αυτό, θα χαρακτηρίζονται «μη συνεργάσιμες» ή «ανεπαρκώς προετοιμασμένες» — χαρακτηρισμοί που θα ανοίγουν τον δρόμο για διεθνή παρέμβαση.
Αυτό που παρουσιάζεται ως «παγκόσμια συνεργασία» είναι στην πραγματικότητα ένα μοντέλο ελέγχου, όπου η υπερεθνική διοίκηση αποκτά το δικαίωμα να καθορίζει τις αντιδράσεις, τις πολιτικές και τις αφηγήσεις των κρατών-μελών. Ο ΠΟΥ, μέσα από το GHEC, δεν ζητά απλώς συμμόρφωση· οικοδομεί εξάρτηση. Μια νέα εξουσία χωρίς εκλογές, χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση, με τη δυνατότητα να παρεμβαίνει όχι μόνο στις κρίσεις αλλά και στη διαμόρφωση της ίδιας της πραγματικότητας.
Το σχέδιο αυτό δεν είναι πολιτική υγείας. Είναι μια νέα αρχιτεκτονική διακυβέρνησης, όπου το όριο μεταξύ υγειονομικής διαχείρισης και παγκόσμιου ελέγχου γίνεται δυσδιάκριτο. Ένα πλαίσιο που μεταμφιέζει την πολιτική ισχύ πίσω από τη γλώσσα της προστασίας. Ένα «Παγκόσμιο Σώμα Υγείας» που μοιάζει όλο και περισσότερο με Παγκόσμιο Σώμα Εξουσίας.
πηγή: https://panagia-ierosolymitissa.blogspot.com/





Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου