«ἔργον ποίησον εὐαγγελιστοῦ, τήν διακονίαν σου πληροφόρησον (:κάνε έργο ευαγγελιστού, ολοκλήρωσε με επιτυχία τη διακονία που σου ανατέθηκε στην Εκκλησία)»[Β’ Τιμ.4,5]. Άρα αυτό είναι έργο του ευαγγελιστού, το να κακοπαθαίνει και από μόνος του και από τους έξω. «Ολοκλήρωσε με επιτυχία τη διακονία που σου ανατέθηκε στην Εκκλησία»· δηλαδή αποτελείωσέ την. Να και άλλη ανάγκη κακοπαθήσεως. «ἐγὼ γὰρ ἤδη σπένδομαι, καὶ ὁ καιρὸς τῆς ἐμῆς ἀναλύσεως ἐφέστηκε(:να αγρυπνείς και να κοπιάζεις διότι εγώ τώρα χύνω το αίμα μου ως σπονδή και θυσία στον Θεό· και ο καιρός της αναχωρήσεώς μου από τον κόσμο αυτόν είναι πολύ κοντά)»[Β΄Τιμ.4,6]. Δεν είπε: «της θυσίας μου», αλλά αυτό που είναι κάτι παραπάνω· γιατί η θυσία δεν αναφέρεται όλη στον Θεό, ενώ η σπονδή ολόκληρη.
«Τὸν ἀγῶνα τὸν καλὸν ἠγώνισμαι, τόν δρόμον τετέλεκα, τήν πίστιν τετήρηκα(: έχω αγωνιστεί τον καλό αγώνα για τη διάδοση του Ευαγγελίου. Έχω φτάσει στο τέλος του δρόμου της αρετής και της εκπληρώσεως της αποστολής μου. Έχω διαφυλάξει την πίστη)»[Β΄Τιμ.4,7]. Πολλές φορές εγώ παίρνοντας τον απόστολο στα χέρια και εξετάζοντας αυτό το χωρίου, βρέθηκα σε απορία, για ποιο λόγο δηλαδή καυχιέται τόσο πολύ ο Παύλος, λέγοντας: «έχω αγωνιστεί τον καλό αγώνα για τη διάδοση του Ευαγγελίου». Τώρα όμως νομίζω με τη χάρη του Θεού ότι βρήκα τον λόγο.
Για ποιον λόγο λοιπόν τα λέγει αυτά; Θέλει να παρηγορήσει τη λύπη του μαθητού, προτρέποντάς τον να πάρει θάρρος, γιατί βαδίζει για να στεφανωθεί, γιατί όλα τα έχει τελειώσει, γιατί πέτυχε καλό τέλος. «Πρέπει να χαίρεσαι», του λέγει, «όχι να λυπάσαι». Γιατί; «Τον αγώνα τον καλό αγωνίστηκα». Όπως ακριβώς αν κάποιος πατέρας παρηγορούσε το παιδί του που κάθεται κοντά του και δεν μπορεί να υποφέρει την ορφάνια, λέγοντάς του : «παιδί μου, μην κλαις· ζήσαμε καλά και φτάνοντας στα γηρατειά σε αφήνουμε. Άμεμπτη ήταν η ζωή μας, φεύγουμε με δόξα· μπορείς κι εσύ να θαυμαστείς εξαιτίας των πράξεών μας· πολλή ευγνωμοσύνη μας αναγνωρίζει ο βασιλιάς». Σαν να έλεγε: «τρόπαια στήσαμε, τους εχθρούς νικήσαμε», όχι μεγαληγορώντας, μακριά μια τέτοια σκέψη, αλλά ανορθώνοντας το παιδί και παιδεύοντάς το με τους επαίνους να υπομείνει ελαφριά τα συμβάντα, να έχει αγαθές ελπίδες και να μη νομίζει ότι το πράγμα είναι βαρύ.
Πραγματικά είναι φοβερός ο χωρισμός· και άκου αυτόν που λέγει: «Ἡμεῖς δέ, ἀδελφοί, ἀπορφανισθέντες ἀφ᾿ ὑμῶν πρὸς καιρὸν ὥρας, προσώπῳ οὐ καρδίᾳ, περισσοτέρως ἐσπουδάσαμεν τὸ πρόσωπον ὑμῶν ἰδεῖν ἐν πολλῇ ἐπιθυμίᾳ(:εμείς, όμως, αδελφοί, όταν χωριστήκαμε από σας και μείναμε σαν ορφανά παιδιά μακριά από σας για ένα μικρό χρονικό διάστημα και με το σώμα βεβαίως μόνο, όχι με την καρδιά, ποθήσαμε με πολλή λαχτάρα να ξαναδούμε το πρόσωπό σας)» [Α΄Θεσ.2,17]. Αν αυτός πάθαινε τέτοια όταν χωριζόταν από τους μαθητές, τι νομίζεις ότι θα πάθαινε ο Τιμόθεος; Αν όταν ζούσε, δάκρυζε επειδή χωριζόταν από αυτόν, όπως και ο ίδιος λέγει, «ἐπιποθῶν σε ἰδεῖν, μεμνημένος σου τῶν δακρύων, ἵνα χαρᾶς πληρωθῶ(:και ποθώ πολύ να σε δω. Έχω τόσο πιο κι αγάπη για σένα, διότι θυμάμαι τα δάκρυα που έχυνες όταν αποχωριζόμασταν. Και θέλω να σε δω, για να πλημμυρήσει η καρδιά μου από χαρά)» [Β΄Τιμ.1,4], πόσο μάλλον όταν πέθανε;
Αυτά λοιπόν τα έγραφε για να παρηγορήσει· αλλά και όλη η επιστολή είναι γεμάτη από παρηγοριά και είναι σαν μία διαθήκη. «Τον αγώνα τον καλό αγωνίστηκα, τον δρόμο», λέγει, «τελείωσα, την πίστη την τήρησα». «Τον αγώνα τον καλό», λέγει. Λοιπόν και εσύ προσπάθησε να επιτύχεις αυτό. Όπου υπάρχει αλυσίδα, όπου φυλακή, όπου θάνατος, αυτός είναι ο καλός αγώνας; «Ναι», λέγει· «γιατί γίνεται για τον Χριστό· έχει μεγάλα στεφάνια». «Τον αγώνα τον καλό». Τίποτε ωραιότερο δεν υπάρχει από αυτόν τον αγώνα· αυτό το στεφάνι δεν τελειώνει· αυτό το στεφάνι δεν είναι από κότινο, δεν είναι άνθρωπος ο αγωνοθέτης, δεν έχει θεατές ανθρώπους· το θέατρο αποτελείται από αγγέλους. Εκεί κοπιάζουν πολλές ημέρες και ταλαιπωρούνται, και έλαβαν το στεφάνι σε μία ώρα και αμέσως έφυγε η ηδονή· εδώ δεν είναι έτσι, αλλά για πάντα ο νικητής ζει σε λαμπρότητα, σε δόξα, σε τιμή. «Πρέπει λοιπόν να χαίρεσαι· γιατί πηγαίνω για ανάπαυση, βγαίνω από το στάδιο. Άκουσες ότι είναι καλύτερο το να πεθάνει κανείς και να είναι με τον Χριστό».
«Τον δρόμο τον τελείωσα». Γιατί πρέπει να αγωνίζεσαι και να τρέχεις. Να αγωνίζεσαι υπομένοντας τις θλίψεις και να τρέχεις όχι τυχαία, αλλά για κάτι χρήσιμο. Πραγματικά είναι ωραίος ο αγώνας, όχι επειδή ευχαριστεί απλώς τον θεατή, αλλά επειδή ωφελεί· και ο δρόμος δεν οδηγεί στο μηδέν, ούτε είναι επίδειξη δυνάμεως και φιλοτιμίας, αλλά όλους τους οδηγεί στον ουρανό. Αυτός ο δρόμος που ο Παύλος έτρεχε στη γη είναι καθαρότερος από τον ήλιο, παρά εκείνος τον οποίο ο ήλιος τρέχει στον ουρανό. Πώς όμως τέλειωσε τον δρόμο; Όλη την οικουμένη περιέτρεξε όταν άρχισε από τη Γαλιλαία και από την Αραβία και ήρθε μέχρι τα πέρατα της γης· «ὥστε με ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ καὶ κύκλῳ μέχρι τοῦ Ἰλλυρικοῦ πεπληρωκέναι τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ (:κι έτσι εγώ, κάνοντας ένα μεγάλο κύκλο περιόδευσα σε όλα τα μέρη από την Ιερουσαλήμ μέχρι το Ιλλυρικό, και έχω κηρύξει παντού πλήρως και τελείως το Ευαγγέλιο του Χριστού)», λέγει[Ρωμ.15,19]. Και διέτρεξε ολόκληρη την οικουμένη σαν κάποιο πτηνό, ή καλύτερα γρηγορότερα και από πτηνό· γιατί το πτηνό απλώς τη διέτρεχε, ενώ αυτός δεν διέτρεχε απλώς αυτήν, αλλά έχοντας τα φτερά του Πνεύματος και παραμερίζοντας μύρια εμπόδια, θανάτους, επιβουλές, συμφορές. Ώστε ήταν γρηγορότερος και από πτηνό. Αν ήταν απλώς πτηνό, θα ήταν δυνατό και να καταπέσει και να καταστραφεί, επειδή όμως στηριζόταν από το Πνεύμα, ξέφυγε από όλα τα δίχτυα, σαν πτηνό που έχει φτερά από φωτιά.
«Την πίστη την έχω διαφυλάξει», λέγει. Πράγματι πολλά ήταν εκείνα που ήθελαν να τον εξαρπάσουν· όχι μόνο οι φιλίες των ανθρώπων, αλλά και οι απειλές και οι θάνατοι και μύρια άλλα. Αλλά προς όλα αντιστάθηκε. Πώς; Με νήψη και εγρήγορση. Αυτά βέβαια ήταν αρκετά για παρηγοριά των μαθητών, αυτός όμως προσθέτει και τα έπαθλα. Και ποια είναι αυτά; «Λοιπὸν ἀπόκειταί μοι(:Λοιπόν τώρα πια με περιμένει)», λέγει, «ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος(:το στεφάνι που ανήκει ως βραβείο στη δικαιοσύνη και την αρετή)»[Β΄Τιμ.4,8]. Δικαιοσύνη εδώ πάλι εννοεί την όλη αρετή. «Δεν πρέπει λοιπόν να στενοχωριέσαι που φεύγω για να στεφανωθώ με το στεφάνι που θα βάλει ο Χριστός στο κεφάλι μου. Αλλά αν παρέμεινα εδώ, πραγματικά έπρεπε να λυπάσαι περισσότερο και να φοβάσαι μήπως παραπέσω, μήπως χαθώ». «ὃν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος κριτής, οὐ μόνον δὲ ἐμοί, ἀλλὰ καὶ πᾶσι τοῖς ἠγαπηκόσι τὴν ἐπιφάνειαν αὐτοῦ(:Το στεφάνι αυτό θα μου το δώσει ως ανταμοιβή ο Κύριος κατά την ένδοξη εκείνη ημέρα της Κρίσεως, ο δίκαιος κριτής. Θα το δώσει μάλιστα όχι μόνο σε μένα αλλά και σε όλους όσους έχουν αγαπήσει και με πόθο περιμένουν την ένδοξη εμφάνισή Του)»[Β΄Τιμ.4,8].
Εδώ αναθάρρησε και αυτόν. Αν θα το δώσει σε όλους, πολύ περισσότερο στον Τιμόθεο. Αλλά δεν είπε: «και σε σένα», αλλά «σε όλους», δηλώνοντας ότι, αν «σε όλους», πολύ περισσότερο σε αυτόν. «Πώς όμως», αναρωτιέται ίσως κάποιος, «θα μπορούσε κάποιος να αγαπήσει την εμφάνιση του Χριστού;». Αν χαίρεται για την παρουσία Του· και αυτός που χαίρεται για την παρουσία Του κάνει έργα άξια της χαράς· τα υπάρχοντά του θα δώσει αν χρειαστεί και τη ζωή του, ώστε να επιτύχει τα μέλλοντα αγαθά, ώστε να αξιωθεί να δει τη Δευτέρα παρουσία με το πρέπον σχήμα, με παρρησία, με δόξα και λαμπρότητα. Αυτό σημαίνει «να αγαπά την εμφάνισή Του». Αυτός που αγαπά την εμφάνισή Του θα κάνει το παν, ώστε να επιτύχει τη μερική, την πριν από εκείνη την καθολική εμφάνιση.
«Και πώς», λέγει ίσως κάποιος, «είναι δυνατόν αυτό;» Άκουε τον Χριστό που λέγει: «ἐάν τις ἀγαπᾷ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ' αὐτῷ ποιήσομεν(:όποιος με αγαπά, θα φυλάξει τον λόγο μου, και ο Πατήρ θα τον αγαπήσει, και θα έλθουμε σε αυτόν Εγώ και ο Πατέρας μου και θα κατοικήσουμε μόνιμα μέσα του μεταβάλλοντας την καρδιά του σε έμψυχο και ζωντανό ναό μας)» [Ιω.14,23]. Σκέψου πόσο μεγάλο είναι, Αυτός που πρόκειται να εμφανιστεί σε όλους από κοινού, να υπόσχεται Αυτός να φανεί ιδιαίτερα σε μας. Γιατί λέγει «θα έρθουμε και θα κατοικήσουμε μέσα σε αυτόν». Αν κανείς αγαπά την εμφάνισή του, τα πάντα θα κάμει, ώστε να Τον καλέσει στον εαυτό του και να Τον έχει, για να λάμψει σε αυτόν το φως. Ας μην υπάρχει τίποτε ανάξιο της παρουσίας Αυτού και γρήγορα καταλύει σε μας. Δέχεται «επιφάνεια» επειδή φαίνεται επάνω και ανατέλλει από επάνω.
Λοιπόν ας επιζητούμε τα άνω και γρήγορα θα αποσπάσουμε τις ακτίνες εκείνες. Κανένας από αυτούς που σκύβουν κάτω και καταθάπτουν τον εαυτό τους στη γη, δεν θα μπορέσει να δει το ηλιακό φως. Κανένας από αυτούς που μολύνουν τον εαυτό τους με κοσμικές υποθέσεις δεν θα μπορέσει να δει τον ήλιο της δικαιοσύνης· σε κανέναν από αυτούς που περιστρέφονται σε αυτά δεν παρουσιάζεται. Σήκω λιγάκι, σήκω από το βάθος, από τον κλύδωνα τον βιοτικό, αν θέλεις να δεις τον ήλιο, αν θέλεις να επιτύχεις την εμφάνισή του· αν επιτύχεις την εμφάνισή του αυτή, τότε θα δεις αυτόν με πολλή παρρησία.
Φιλοσόφησε τώρα· ας μην υπάρχει σε σένα πνεύμα αλαζονείας, για να μη σε χτυπήσει δυνατά και σε καταβάλλει· ας μην είναι η καρδιά σου πετρωμένη και σκοτεινή, για να μην αράξεις εκεί το πλοίο· ας μην υπάρχει κανένας δόλος· γιατί οι ύφαλοι προξενούν φοβερότατα ναυάγια. Μην τρέφεις θηρία, εννοώ τα πάθη· γιατί εκείνα είναι χειρότερα από τα θηρία· μην έχεις θάρρος στα ρευστά πράγματα, για να μπορείς να σταθείς με ασφάλεια επάνω στην πέτρα. Νερό είναι οι βιοτικές υποθέσεις· «εἰσήλθοσαν ὕδατα (: ήρθαν τα νερά)», λέγει, «ἕως ψυχῆς μου (:μέχρι την ψυχή μου, την περιβρέχουν σαν χείμαρροι)»[Ψαλμ.68,2]. Πέτρα είναι τα πνευματικά· «γιατί», λέγει, «ἔστησας ἐπὶ πέτραν τοὺς πόδας μου(: στην πέτρα ύψωσες τα πόδια μου)» [Ψαλμ.39,3]. Τα βιοτικά είναι βόρβορος και πηλός· ας αποσπάσουμε τους εαυτούς μας από αυτά· γιατί έτσι θα μπορέσουμε να δούμε την εμφάνιση του Χριστού. Οτιδήποτε και αν έρθει ας το υπομένουμε· για όλα είναι αρκετή η παρηγοριά το να πάθεις για τον Χριστό· αυτή τη θεία προσφώνηση, ας επαναλαμβάνουμε, και θα σταματήσει ο πόνος του τραύματος.
«Και πώς», αναρωτιέται ίσως κάποιος, «είναι δυνατό να πάθουμε για τον Χριστό;» Σε συκοφάντησε κάποιος απλώς όχι για τον Χριστό; Αν το υπομείνεις γενναία, αν ευχαριστήσεις, αν προσευχηθείς για εκείνον, όλα αυτά τα κάνεις για τον Χριστό. Αν καταραστείς, αν σου λείψει η υπομονή, αν επιχειρήσεις να αμυνθείς, και αν δεν μπορέσεις, δεν είναι για τον Χριστό, αλλά ζημιά επέφερες και αποστερήθηκες τον καρπό εξαιτίας της προαιρέσεως της δικής σου. Στο χέρι μας είναι και να κερδίσουμε από τα δεινά και να ζημιωθούμε· αυτό δεν συμβαίνει από τη φύση των δεινών, αλλά από τη δική μας προαίρεση.
Εννοώ το εξής με αυτό που λέγω· έπαθε τόσα ο Ιώβ· τα υπόφερε με ευχαρίστηση· δικαιώθηκε, όχι επειδή έπαθε, αλλά επειδή τα πάθαινε υπομένοντάς τα με ευχαρίστηση. Άλλος που έπαθε τα ίδια, ή καλύτερα ούτε τα ίδια(γιατί κανένας δεν υπάρχει που να έπαθε τέτοια, αλλά πολύ λιγότερα), βλασφήμησε, αγανάκτησε, καταράστηκε όλο τον κόσμο, οργίστηκε εναντίον του Θεού· αυτός κατακρίθηκε και καταδικάστηκε, όχι επειδή έπαθε, αλλά επειδή βλασφήμησε· και βλασφήμησε όχι από την ανάγκη των γεγονότων· γιατί αν η ανάγκη των γεγονότων τον ανάγκασε σε αυτό, έπρεπε και ο Ιώβ να βλασφημήσει· εφόσον όμως έπαθε χειρότερα και δεν έκαμε τίποτε παρόμοιο, δεν συνέβησαν αυτά κατ ’ανάγκη, αλλά εξαιτίας της αρρωστημένης προαιρέσεως.
Χρειαζόμαστε λοιπόν ισχυρή ψυχή και τίποτε δεν θα μας φανεί δύσκολο· όπως πάλι όταν είναι ασθενική η ψυχή τίποτε δεν υπάρχει που να μην είναι δύσκολο. Ανάλογα με τη διάθεσή μας όλα γίνονται και υποφερτά και ανυπόφορα· αυτήν ας οχυρώσουμε και όλα θα τα υποφέρουμε εύκολα. Γιατί και το δέντρο όταν χώσει βαθιά τη ρίζα, ούτε σφοδρή καταιγίδα θα μπορέσει να το διασαλεύσει, αν όμως βρίσκεται στα ρηχά και πάνω στην επιφάνεια, κι αν ακόμα πέσει ένα μικρό φύσημα ανέμου, το έσπασε από τη ρίζα. Έτσι συμβαίνει και με μας· αν καθηλώσουμε τις σάρκες μας στον φόβο του Θεού, τίποτε δεν θα μπορέσει να μας παρασαλεύσει· αν όμως απλώς πλησιάσουμε κοντά σε Αυτόν, και το μικρό φύσημα μάς αφάνισε και μας κατέστρεψε.
Γι' αυτό, παρακαλώ, να τα υποφέρουμε όλα με πολλή προθυμία και να μιμηθούμε τον προφήτη που λέγει: «ἐκολλήθη ἡ ψυχή μου ὀπίσω σου (:προσκολλήθηκε πάντοτε η ψυχή μου προς Εσένα)» [Ψαλμ.62,9]. Πρόσεχε τι λέγει «κόλλησε η ψυχή μου». Δεν είπε απλώς «άγγιξε», αλλά «κόλλησε». Και πάλι: «ἐδίψησέ σε ἡ ψυχή μου(: σε δίψασε η ψυχή μου)» [Ψαλμ.62,2]. Δεν είπε απλώς «σε πόθησε», αλλά «δίψασε», για να δείξει με αυτές τις λέξεις τον σφοδρό πόθο. Και πάλι: «Καθήλωσον ἐκ τοῦ φόβου σου τὰς σάρκας μου (:κάρφωσε και νέκρωσε με τον άγιο φόβο Σου τα μέλη της σάρκας μου που κλίνουν προς την αμαρτία)» [Ψαλμ.118,120]. Θέλει δηλαδή να είμαστε τόσο προσκολλημένοι σε Αυτόν και συνδεδεμένοι, ώστε ποτέ να μην αποχωριζόμαστε από Αυτόν. Αν έτσι ακολουθούμε τον Θεό, αν προσηλώσουμε σε Αυτόν τις σκέψεις μας, αν διψούμε τον πόθο Του, και όλα όσα θέλουμε θα μας γίνονται, και τα μελλοντικά αγαθά θα επιτύχουμε, στο όνομα του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, στον οποίο, μαζί με τον Πατέρα και το άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή, τώρα και πάντοτε και αιώνια. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
πηγή: https://ethnegersis.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου