Σάββατο 6 Αυγούστου 2022

Ἑρμηνεία στὸ Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς H΄ Ματθαίου ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ π. Αὐγουστῖνου ''ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ''

 ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

Α΄ Κορ. 1, 10-17


Ποιός σταυρώθηκε;

«Μεμέρισται ὁ Χριστός; μή Παῦλος

ἐσταυρώθη ὑπὲρ ὑμῶν;»

(Α΄ Κορ. 1, 13)


Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Παῦλος, ἀγαπητοί μου, ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει στοὺς χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου. Ἦταν δὲ τότε ἡ Κόρινθος μιἀ ἀπὀ τἰς πιὀ μεγάλες πόλεις τοῦ κόσμου. Χτισμένη κοντὰ στὴ θάλασσα, στὸν περίφημο Ἰσθμό, εἶχε ἐξελιχθεῖ σʼ ἕνα σπουδαῖο ναυτικὸ καὶ ἐμπορικὸ κέντρο τῆς Μεσογείου. Χιλιάδες καράβια ἔρχονταν κʼ ἔφευγαν ἀπʼ τὸ λιμάνι της. Οἱ κάτοικοι ζοῦσαν μὲ πολυτέλεια καὶ ἀσωτία. Διεφθαρμένες γυναῖκες κοπάδια. Εἶχαν ὡς κατοικία ἕνα ναό, τὸν περιβόητο ναὸ τῆς Ἀφροδίτης, ποὺ οἱ Ἕλληνηες εἰδωλολάτρες εἶχαν χτίσει γιὰ νὰ τιμήσουν τὴν αἰσχρὰ θεότητα.

Φιλόσοφοι καὶ ῥήτορες ἔρχονταν ἐκεῖ ἀπʼ τὴ γειτονικὴ πόλι, τὴν Ἀθήνα, καὶ μὲ πληρωμὴ δίδασκαν τοὺς νέους τὴν πονηριὰ καὶ τὴν ψευτιά. Ἔτσι στὴν πόλι μαζεύτηκε πολλὴ κοπριά. Πορνεία, μοιχεία, ἀσωτία, πολυτέλεια καὶ κάθε ἄλλη κακία, αὐτὴ ἦταν ἡ κοπριά˙ μιὰ κοπριά, ποὺ ἤξερε ὁ σατανᾶς νὰ τὴ σκεπάζη, μὲ χρυσόχαρτο, μὲ τὶς ψευτοφιλοσοφίες τῶν ἀρχαίων, γιὰ νὰ μὴ φαίνεται ἡ ἀσχήμια της.

* * *

Στὴν Κόρινθο ἦταν ἄγνωστος ὁ Χριστός. Ἀλλʼ ἦρθαν καὶ σʼ αὐτὴν οἱ κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου. Ἦρθε ὁ Παῦλος. Ὁ Παῦλος ἔκανε ἑνάμισυ χρόνο. Μὲ φλογερὴ καρδιὰ κήρυξε καὶ κάλεσε τοὺς ἀνθρώπους νὰ πιστέψουν στὸν Ἐσταυρωμένο. Τὸ κήρυγμά του ἔφερε λαμπρὰ ἀποτελέσματα. Ἄνθρωποι, ποὺ μέχρι χτὲς ἦταν βουτηγμένοι στὴν πιὸ μεγάλη διαφθορά, βγῆκαν ἀπὸ τὸ βοῦρκο αὐτό, πίστεψαν, βαπτίστηκαν καὶ ἔγιναν χριστιανοί. Ἦταν αὐτὸ ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ συγκινητικὰ θεάματα ποὺ παρουσίασε ἡ δύναμις τοῦ χριστιανισμοῦ. Μὲ τὰ κηρύγματα τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὅπως καὶ ἄλλων ἀποστόλων καὶ κηρύκων τοῦ εὐαγγελίου, σχηματίσθηκε ἡ πρώτη ἐκκλησία στὴν Κόρινθο. Αὐτὴ ἡ ἐκκλησία δὲν εἶχε κανένα ναό, γιατὶ οἱ εἰδωλολάτρες ὄχι μόνο δὲν ἐπέτρεπαν νὰ χτίσουν οἱ χριστιανοὶ ναούς, ἀλλὰ καὶ δὲν τοὺς ἄφηναν οὔτε νὰ συγκεντρωθοῦν δημοσία. Ὅσοι πίστευαν στὸ Χριστό, κρυφὰ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες μαζεύονταν σὲ ὡρισμένα σπίτια χριστιανῶν κʼ ἐκεῖ προσεύχονταν καὶ τελοῦσαν τὸ μυστήριο τῆς θείας εὐχαριστίας. Ἦταν δὲ ὅλοι οἱ χριστιανοὶ ἐκεῖνοι ἑνωμένοι στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ἦταν μιὰ μεγάλη οἰκογένεια, ποὺ ὅλα τὰ μέλη της συνδέονταν μὲ τὴν πίστι καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.

Ἑνωμένη ἦταν ἡ ἐκκλησία τῆς Κορίνθου. Χαρὰ τοῦ Παύλου, λύπη τῶν δαιμόνων. Γιατὶ τίποτε ἄλλο δὲν μισεῖ ὁ σατανᾶς τόσο ὅσο νὰ βλέπη τοὺς χριστιανοὺς νὰ εἶνε ἑνωμένοι κι ἀγαπημένοι. Γιʼ αὐτὸ καὶ προσπάθησε ὁ σατανᾶς νὰ διαιρέση τὴν ἐκκλησία τῆς Κορίνθου. Καὶ πρὸς στιγμὴν τὸ κατόρθωσε. Ἕλληνες ἦταν οἱ περισσότεροι χριστιανοὶ τῆς Κορίνθου. Οἱ δὲ Ἕλληνες ἔχουν ἕνα φοβερ[ο κληρονομικὸ ἐλάττωμα, τὴ διχόνοια. Οἱ Ἕλληνες δύσκολα συμφωνοῦν. Καὶ ἄν συμφωνήσουν, ἡ συμφωνία τους δὲν διαρκεῖ πολύ. Ὁ καθένας, ὑπερήφανος καὶ ἐγωιστής, σηκώνει τὴ σημαία, ἐπαναστατεῖ κατὰ τῆς πνευματικῆς ἡγεσίας. Ἔτσι φύτρωσαν μέσα στὴν Κόρινθο θρησκευτικὰ κόμματα. Οἱ λίγοι χριστιανοὶ διαιρέθηκαν. Ἄλλοι ἔκαναν ἀρχηγό τους τὸν Παῦλο˙ ἄλλοι τὸν Ἀπολλώ, ποὺ ἦταν ἕνας δυνατὸς ῥήτορας˙ ἄλλοι τὸν Πέτρο, ποὺ ἦταν ὁ πιὸ γνωστὸς ἀπόστολος καὶ μαθητὴς τοῦ Κυρίου.

* * *

Ὄχι! Φωνάζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στοὺς Κορινθίους. Αὐτὸ ποὺ κάνετε, νὰ διαιρῆτε τὴν Ἐκκλησία σὲ διάφορα κόμματα, δὲν εἶνε σωστό. Οὔτε ἐγὼ οὔτε ὁ Πέτρος οὔτε ὁ Ἀπολλὼς ἤρθαμε στὴν πόλι σας γιὰ νὰ προβάλουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ ζητήσουμε τιμὲς καὶ δόξες. Τί εἴμαστʼ ἐμεῖς; Ὅ,τι ἔχετε, ἀπʼ τὸ Χριστὸ τὸ ἔχετε. Ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ πᾶν. Ὁ Χριστὸς δημιούργησε τὸν κόσμο ἀπὸ τὸ μηδέν. Ὁ Χριστὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο. Ὁ Χριστὸς δίνει στὸν ἄνθρωπο ὅ,τι χρειάζεται γιὰ νὰ ζήση. Τὸ νερό, τὸ φῶς, ὁ ἀέρας δικά του εἶνε. Ὅλα εἶνε δικά του. Λίγα λεπτὰ τῆς ὥρας νὰ πάψη ὁ Χριστὸς νὰ ἐνδιαφέρεται, πῶς θὰ μπορέση ὁ ἄνθρωπος νὰ ζήση;...

Ἀλλʼ ὁ Παῦλος ἀφήνει αὐτὲς τὶς ὑλικὲς εὐεργεσίες τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔρχεται νὰ ὑπενθυμίση στοὺς Κορινθίους τὴν πιὸ τρανὴ ἀπʼ ὅλες τὶς εὐεργεσίες, ποὺ θὰ διαλαλῆ σʼ ὅλους τοὺς αἰῶνας, ὅτι κανένας ἄλλος δὲν ἀγάπησε τόσο τὸν ἄνθρωπο ὅσο ὁ Χριστός. Καὶ ἡ εὐεργεσία αὐτή, ποὺ δὲν ὑπάρχει μέτρο νὰ μετρηθῆ καὶ ζυγαριὰ νὰ ζυγιστῆ, εἶνε, ὅτι ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε καὶ ἔχυσε τὸ τίμιό του αἷμα γιʼ αὐτόν.

Ναί, ὁ σταυρὸς εἶνε ἡ πιὸ τρανὴ ἀπόδειξι τῆς θεϊκῆς ἀγάπης. Χωρὶς τὴ θυσία ποὺ πρόσφερε ὁ Χριστὸς πάνω στὸ σταυρό, κανένας δὲν θὰ μποροῦσε νὰ σωθῆ. Αὐτὸ βέβαια δὲν τὸ αἰσθάνονται οἱ πιὸ πολλοὶ χριστιανοί. Καὶ γιʼ αὐτὸ μένουν ἀδιάφοροι ὅταν ἀκοῦνε ὅτι ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε. Οἱ μικρὲς εὐεργεσίες, ποὺ τοὺς κάνουν οἱ ἄνθρωποι, τοὺς συγκινοῦν. Ἄν π.χ. ἕνας ἀρρωστήση καὶ κινδυνεύη νὰ πεθάνη, κʼ εἶνε ἀνάγκη νὰ τοῦ γίνη μετάγγιση αἵματος, καὶ βρεθῆ ἄνθρωπος καὶ δώση αἷμα, ὁ ἄρρωστος αἰσθάνεται βαθειὰ τὴν εὐγνωμοσύνη˙ καὶ ἄν γίνη καλὰ καὶ σηκωθῆ ἀπʼ τὸ κρεβάτι, δημοσιεύει στὶς ἐφημερίδες θερμὸ εὐχαριστήριο.

Ἀλλʼ αὐτὸ ποὺ ἔκανε ὁ Χριστός, νʼ ἀνοίξη τὶς φλέβες του καὶ νὰ μεταγγίση τὸ ἅγιό του αἷμα μέσα στὴν ἄρρωστη καὶ ἑτοιμοθάνατη ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες ἀνθρωπότητα, δυστυχῶς πολλοὶ δὲν τὸ αἰσθάνονται. Τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ δὲν λαλεῖ μέσʼ στὶς καρδιές τους. Ὁ σταυρὸς δὲν τοὺς συγκινεῖ. Μένουν ἀδιάφοροι.

Καὶ ὅμως χωρὶς τὸ σταυρό, χωρὶς τὸ αἷμα τοῦ Θεανθρώπου ποὺ χύθηκε πάνω στὸ φρικτὸ Γολγοθᾶ, Ἐκκλησία δὲν θὰ ὑπῆρχε. Ὑπάρχει Ἐκκλησία, ἐπειδὴ θυσιάστηκε ὁ Χριστός. Ὑπάρχει Ἐκκλησία ἐπειδή, κάθε φορὰ ποὺ χτυπάει ἡ καμπάνα καὶ μαζεύονται οἱ χριστιανοί, αὐτὴ ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὸ τίμιο αἷμα τοῦ Χριστοῦ κατὰ μυστηριώδη τρόπο προσφέρεται στοὺς χριστιανοὺς «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον».

* * *

Ὁ Παῦλος, θέλοντας νὰ χτυπήση τὴ διαίρεσι τῶν χριστιανῶν καὶ νὰ τοὺς ἑνώση, σὰν τὸ πιὸ δυνατὸ ἐπιχείρημα ἀναφέρει τὸ σταυρό. Ποιός, έρωτᾶ, σταυρώθηκε; Ποιός ἔχυσε τὸ αἷμα του; Ποιό αἷμα στάθηκε ἱκανὸ νὰ ξεπλύνη τὶς ἁμαρτίες ὅλου τοῦ κόσμου; Χίλιοι Παῦλοι, χίλιοι Ἀπολλώ, χίλιοι Πέτροι νά ʼχυναν τὸ αἷμα τους, δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ σβήσουν οὔτε μιὰ ἁμαρτία. Γιατὶ ὅλοι ἀνεξαιρέτως εἶνε ἄνθρωποι ἁμαρτωλοί, καὶ ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ συγχώρησι καὶ λύτρωσι.

Ἕνας μᾶς σώζει, ἕνας μᾶς λυτρώνει, ὁ Χριστός. Ὅλοι οἱ ἄλλοι, ποὺ κηρύττουμε τὸ Χριστό, δὲν εἴμαστε τίποτε μπροστά του. Δοῦλοι του εἴμαστε, ὑπηρέτες του εἴμαστε. Γιατί λοιπὸν ὑπερηφανευόμαστε καὶ καυχιώμαστε; Γιατί διαιροῦμε τὴν Ἐκκλησία καὶ προβάλλουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ θέλουμε νὰ στήσουμε τὸ «ἐγὼ» μέσα στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ; Ἄχ αὐτὰ τὰ «ἐγώ», κομματιάζουν τὴν Ἐκκλησία!

Αὐτὰ τὰ «ἐγὼ» πρέπει νὰ σβήσουν. Μόνο ὅταν τὰ μικρὰ καὶ τὰ μεγάλα «ἐγὼ» ὑποταχθοῦν στὸ θέλημα τοῦ Ἑνός, ἐκείνου δηλαδὴ ποὺ μὲ τὸ τίμιό του αἷμα ἵδρυσε τὴν Ἐκκλησία, μόνο τότε θὰ ἐξαφανιστοῦν ὅλα τὰ σχίσματα καὶ ὅλες οἱ διαιρέσεις, καὶ τότε ἡ Ἐκκλησία ἑνωμένη θὰ προβάλη λαμπρὴ σὰν τὸν ἥλιο, χωρὶς σύννεφα καὶ χωρὶς σκιές.


Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστῖνου Ν. Καντιώτου (Μητροπολίτου πρώην Φλωρίνης) ''ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ'', σελ. 128-133 (ἕκδοσις Γ΄ 2001).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου