Πέμπτη 10 Ιουνίου 2021

COVID: η ιατρικοποίηση ως πολιτική κατά της πανδημίας.

Πέντε κινήσεις για “ρουά-ματ” σε βάρος του ιατροφασιστικού καθεστώτος. Το ξεσκεπάζει ο Σπύρος Μανουσέλης:
1. Ήδη κατά τον 20ό αιώνα, έγινε απολύτως σαφές ότι η πρωταρχική επιλογή της κυρίαρχης εξουσίας ήταν μάλλον ο π ρ ο λ η π τ ι κ ό ς έλεγχος και όχι η εκ των υστέρων καταστολή.
2. Η “απανθρωποποίηση” της πολιτικής προϋποθέτει και, ταυτοχρόνως, συνεπάγεται τη “βιολογικοποίηση” της ανθρώπινης κατάστασης.
3. Στη διαχείριση της νέας πανδημίας, είναι φανερό ότι η κυρίαρχη βιοπολιτική δεν αντιμετωπίζει τους ανθρώπους ως απαραίτητες –οικονομικά ή κοινωνικά– “παραγωγικές μονάδες” αλλά ως ένα αναλώσιμο “βιολογικό απόθεμα”, το οποίο και διαχειρίζεται κατά βούληση.
4. Οι νέες βιοπολιτικές πρακτικές εκμεταλλεύονται στις μέρες μας τις βιοτεχνολογικές, βιοϊατρικές προόδους και τη μαζική ιατρικοποίηση για να μετατρέψουν τη ζωή των ανθρώπων σε “γ υ μ ν ή ζωή” (Agamben , Homo sacer).
5. Στη νεωτερική βιοπολιτική κ υ ρ ί α ρ χ ο ς είναι εκείνος που αποφασίζει για την αξία ή τη μη αξία της ζωής ως τέτοιας, δηλαδή για το αν η ζωή ως τέτοια έχει ή δεν έχει αξία.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Αν η συμπαγής [;] πλειοψηφία δεν σταματήσει να βαυκαλίζεται ότι θα επιστρέψουμε στη παλιά κανονικότητα, η νέα κανονικότητα θα γίνει η λαιμητόμος της και, ταυτοχρόνως, το κολαστήριο ό λ ω ν μας.
Θα γίνει ή μήπως έχει ήδη γίνει; (Κωνσταντίνος Βαθιώτης)




΄

 Γιατί στη σημερινή κρίση της πανδημίας του κορονοϊού είναι ζωτικής σημασίας ο συστηματικός έλεγχος των νέων ιατρικών πρακτικών που υιοθετούνται και, ταυτοχρόνως, η σαφής διαφοροποίηση αυτών των πρακτικών από τα πολιτικά και τα οικονομικά κέντρα εξουσίας; 

 Η μαζική ιατρικοποίηση, λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, συνδέεται στενά με τον συστηματικό έλεγχο και την επιτήρηση κάθε πτυχής της ατομικής και κοινωνικής ζωής των ανθρώπινων. Επομένως, ως η έκφραση της κυρίαρχης βιοπολιτικής, θα επιδιώξει να παραμείνει και μετά την πανδημία.



Στην αρχή της δεύτερης χρονιάς διάδοσης του κορονοϊού Sars-CoV-2 και της πλανητικής επιδημίας της νόσου COVID-19, διαπιστώνουμε μια πρωτοφανή επέκταση των ιατρικών εξουσιών σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής. Το ιατρικό βλέμμα και οι ιατρικές πρακτικές έχουν αναλάβει τη διαχείριση της ζωής μας, με αποτέλεσμα να διαπλέκονται με την πολιτική και τελικά να την υποκαθιστούν. Πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, άνθρωποι υγιείς αντιμετωπίζονται ως ασθενείς και απομονώνονται ως δυνητικοί φορείς της νέας μολυσματικής ασθένειας.

Γεγονός που οδηγεί στην «ιατρικοποίηση» τόσο της ατομικής όσο και της κοινωνικής ζωής των ανθρώπων, οι οποίοι οφείλουν -επ’ αόριστον και μέχρι νεωτέρας- να παραμένουν έγκλειστοι στα σπίτια τους για να μη μολυνθούν από τον κορονοϊό και αν είναι φορείς να μην επιβαρύνουν το από χρόνια υποβαθμισμένο νοσοκομειακό σύστημα της χώρας τους. Πρόκειται, όπως θα δούμε, για την αντιμετώπιση της τρέχουσας υγειονομικής κρίσης μέσω αποκλειστικά της ιατρικής διαχείρισης-αστυνόμευσης της ανθρώπινης ζωής συνολικά.
Αναζητώντας ιατρική «θεραπεία» στα πλανητικά αδιέξοδα

Οι κυρίαρχες στρατηγικές για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού μάς αποκαλύπτουν τις εγγενείς αδυναμίες των σημερινών νεοφιλελεύθερων πολιτικών για την προστασία της δημόσιας υγείας, οι οποίες αποδείχτηκαν τραγικά ανεπαρκείς τόσο για την προστασία της υγείας των πολιτών όσο και για τη διασφάλιση ενός βιώσιμου μέλλοντος των κοινωνιών στις οποίες εφαρμόζονται.

Εξ ου και οι πανικόβλητες και αναποτελεσματικές αντιδράσεις, όπως το κλείσιμο των επιχειρήσεων, των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, η απαγόρευση της ελεύθερης κυκλοφορίας και της συγκέντρωσης των πολιτών. Στρατηγικές άμυνας απέναντι στην πανδημία που, ενώ εμποδίζουν μόνο πρόσκαιρα τη μετάδοση του κορονοϊού, εφαρμόζονται οριζόντια και άρα πλήττουν αδιάκριτα την οικονομική και κοινωνική ζωή των περισσότερων ανθρώπων.

Οι σοβαροί περιορισμοί των ανθρώπινων ελευθεριών και δικαιωμάτων, που έχουν επιβληθεί στις περισσότερες χώρες λόγω της έκτακτης υγειονομικής κρίσης, ενδέχεται, αύριο, να διατηρηθούν ή και να επεκταθούν εξαιτίας της βαθύτατης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, που έχει προκληθεί από την εφαρμογή αυτών των «υγειονομικών» μέτρων.

Πώς όμως, εδώ και έναν χρόνο, επιχειρείται να δικαιολογηθούν επιστημονικά και άρα να νομιμοποιηθούν πολιτικά οι (αυτο-)καταστροφικές βιοπολιτικές που υιοθετούνται πλανητικά για την αντιμετώπιση της επώδυνης μεν αλλά πρόσκαιρης απειλής του κορονοϊού;

Η εισβολή του νέου κορονοϊού στη ζωή μας έχει οδηγήσει σε μια πρωτοφανή στην ανθρώπινη ιστορία επιβολή ιατρικών παρεμβάσεων και απαγορεύσεων για την αντιμετώπισή του, με ορατά πια τα σοβαρά κοινωνικά, οικονομικά και ανθρωπιστικά προβλήματα που δημιουργούν τέτοιες ακραίες ιατρικές πρακτικές.
Η πανδημία ως υγειονομική νέμεση

Ωστόσο, το να αποδίδει κανείς ιατρικό χαρακτήρα στις μη κανονικές ή στις αντισυμβατικές ανθρώπινες συμπεριφορές (ατομικές και κοινωνικές) σημαίνει αυτομάτως ότι τις αντιμετωπίζει ως «νόσους», δηλαδή ως παθολογικά φαινόμενα που αποδεδειγμένα επιδέχονται ιατρική θεραπεία.

Αυτή είναι μια σχετικά πρόσφατη κοινωνικοπολιτική πρακτική που συνήθως περιγράφεται ως «ιατρικοποίηση», επειδή συνεπάγεται τη μη αναμενόμενη διεύρυνση και κυρίως την εφαρμογή των ιατρικών πρακτικών σε πεδία της ανθρώπινης ζωής που, μέχρι χθες, δεν εντάσσονταν στη δικαιοδοσία της Ιατρικής.

Πρόκειται δηλαδή για την ένταξη στη σφαίρα της Ιατρικής ασυνήθιστων φαινομένων και συμπεριφορών, που κανονικά δεν εντάσσονται σ’ αυτήν, επειδή η κλασική Ιατρική δεν είναι σε θέση να τα αντιμετωπίσει κλινικά και ακόμη λιγότερο να τα θεραπεύσει.

Συνεπώς, η ιατρικοποίηση όλων ανεξαιρέτως των ανθρώπινων συμπεριφορών προϋποθέτει μια «εναλλακτική» ιατρική πρακτική, που δεν θα βασίζεται πια στην αυστηρή επιστημονική διάκριση του «παθολογικού» από το «φυσιολογικό» και το «υγιές», τη διάκριση δηλαδή που αποτελεί το θεμέλιο της παραδοσιακής Ιατρικής.

Μόνο αν παρακάμψουμε εσκεμμένα -είτε συσκοτίζοντας είτε υποβαθμίζοντας- την ιατρική σημασία της αυστηρής διαφοροποίησης του παθολογικού από το φυσιολογικό είναι εφικτή η επέκταση των ιατρικών πρακτικών σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής!

Πριν από αρκετά χρόνια, το 1976, κυκλοφόρησε ένα πολύ προκλητικό βιβλίο με τίτλο «Ιατρική Νέμεση, η απαλλοτρίωση της υγείας» (που αρχικά κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδ. Εκδοτική Ομάδα και τώρα από τις εκδ. Νησίδες). Σε αυτό το προφητικό βιβλίο ο φιλόσοφος Ιβάν Ιλιτς ασκεί καταλυτική κριτική στην ήδη εμφανή από τότε τάση των πιο αναπτυγμένων κοινωνιών να καταφεύγουν στις εφαρμογές της Ιατρικής για να αντιμετωπίσουν κάθε ανθρώπινο κακό, ατομικό ή συλλογικό.

Με τη ριζική κριτική που άσκησε στην πρωτοφανή, τότε, διεύρυνση των ιατρικών πρακτικών, ο Ιλιτς όχι μόνο προέβλεψε εγκαίρως αλλά και διατύπωσε ρητά τη δυνατότητα να επιβληθεί η ιατρικοποίηση ως κυρίαρχη κοινωνική πρακτική και ιδεολογία.

Οπως πολύ χαρακτηριστικά γράφει στην πρώτη πρόταση αυτού του βιβλίου: «Το ιατρικό κατεστημένο έχει γίνει σημαντικότατη απειλή για την υγεία. Το ιατρικό επάγγελμα εξουσιάζει την Ιατρική. Το αποτέλεσμα είναι καταστροφικό κι έχει πάρει διαστάσεις επιδημίας».

Αυτή την ανθρωποκτόνο επιδημία που οφείλεται στη δραστηριότητα των γιατρών, ο Ιλιτς την ονομάζει «ιατρογένεση» και ταυτίζεται επακριβώς με ό,τι περιγράφουμε σήμερα ως «ιατρικοποίηση».

Μόλις κυκλοφόρησε αυτό το πολύ διορατικό βιβλίο, δέχτηκε σφοδρότατη κριτική από το ιατρικό κατεστημένο, που με περισσή ευκολία το καταδίκασε ως αντιεπιστημονικό και άρα σκοταδιστικό. Εν τούτοις, λίγα χρόνια μετά, η μαζική απαλλοτρίωση της υγείας των ανθρώπων από την αγοραία ιατρικοποίηση επιβεβαίωσε ακόμη και τις πιο σκοτεινές προβλέψεις του Ιβάν Ιλιτς.

Οσο για τη σημερινή κρίση της πανδημίας του κορονοϊού, υπάρχει ανάγκη, αφ’ ενός, για συστηματικό έλεγχο των νέων ιατρικών πρακτικών και, αφ’ ετέρου, για σαφή διαφοροποίηση αυτών των ιατρικών πρακτικών από τα πολιτικά και οικονομικά κέντρα εξουσίας. Δύο τυπικά, σύμφωνα με τον Ιλιτς, γνωρίσματα της ιατρικής νέμεσης, που αποτελούν ζωτικής σημασίας αιτήματα για την όσο γίνεται λιγότερο καταστροφική διαχείριση της νέας πανδημίας.
Η βιοπολιτική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης


Απέναντι στις κυρίαρχες πολιτικές πρακτικές της ατομικής ενοχοποίησης και, ευρύτερα, της εθνικής καταστολής, που έχουν επιβληθεί πλανητικά για την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19, οφείλουμε να αντιτάξουμε την ανθρώπινη αλληλεγγύη και με κάθε τρόπο να αντισταθούμε στις εμφανείς πια προσπάθειες απανθρωποποίησης της κοινωνικής μας ζωής μέσω της επιβολής μιας διαρκούς «κατάστασης εκτάκτου ανάγκης».

Για να τεκμηριώσουμε αυτή την προκλητική δήλωσή μας θα χρειαστεί να ανατρέξουμε στο έργο ακόμη δύο πολύ σημαντικών σύγχρονων στοχαστών: του Μισέλ Φουκό και του Τζόρτζιο Αγκάμπεν. Οι ιδιοφυείς αναλύσεις των οποίων μας αποκαλύπτουν το πώς η βιοπολιτική διαχείριση της νέας πανδημίας διαμορφώνει όχι μόνο τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη διάδοση του κορονοϊού αλλά και το πώς δρούμε για την αντιμετώπισή της.

Την έννοια «βιοπολιτική» εισηγείται πρώτος ο Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Φουκό (M. Foucault) για να εξηγήσει το ιστορικά επιβεβαιωμένο γεγονός ότι για τις σύγχρονες μορφές άσκησης εξουσίας το πραγματικό πολιτικό διακύβευμα είναι η ίδια η «ζωή» και ειδικότερα οι άνθρωποι ως «έμβια όντα».

Πράγματι, το 1976, την ίδια εποχή που ο Ιβάν Ιλιτς περιγράφει και καταγγέλλει την «ιατρικοποίηση», ο Φουκό εισάγει τον όρο «βιοπολιτική» για να περιγράψει τις νέες τεχνικές αξιολόγησης και διαχείρισης της ζωής και του θανάτου των ανθρώπων από τη νεωτερική εξουσία.

Οπως εξηγεί ο Φουκό στον πρώτο τόμο του βιβλίου του «Ιστορία της σεξουαλικότητας» (κυκλοφορεί από εκδ. Πλέθρον), η προϋπόθεση για την εισαγωγή, κατά τον 18ο και τον 19ο αιώνα, της βιοπολιτικής ως κυρίαρχης εξουσιαστικής πρακτικής στις δυτικές κοινωνίες ήταν να υποβαθμιστούν και να ξεπεραστούν σταδιακά οι μεσαιωνικές «πειθαρχικές πρακτικές» και οι αποκλειστικά τιμωρητικές μορφές άσκησης της εξουσίας για χάρη των νεωτερικών «βιορυθμιστικών πρακτικών», οι οποίες, στην εποχή μας, κατέληξαν να εφαρμόζονται όχι μόνο σε μεμονωμένα άτομα ή σε μικρές κοινωνικές ομάδες αλλά σε ολόκληρους πληθυσμούς και τελικά στο σύνολο της ανθρωπότητας.

Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι η κυρίαρχη βιοεξουσία έπαψε να ασκεί κατασταλτικές ή και θανατηφόρες πολιτικές όποτε το έκρινε απαραίτητο. Εν τούτοις, ήδη κατά τον 20ό αιώνα, έγινε απολύτως σαφές ότι η πρωταρχική επιλογή της κυρίαρχης εξουσίας ήταν μάλλον ο προληπτικός έλεγχος και όχι η εκ των υστέρων καταστολή. Σήμερα, πάντως, η άνωθεν βιοπολιτική ρύθμιση και ο έλεγχος της ανθρώπινης ζωής θεωρούνται σαφώς προτιμότερα -και κυρίως πολύ πιο αποτελεσματικά- από τη βίαιη καταστολή.

Τα φαινομενικά παράδοξα και οι εξόφθαλμες αντιφάσεις στη διαχείριση των μεγάλων υγειονομικών κρίσεων, όπως π.χ. η τρέχουσα πανδημία της νόσου COVID-19, διαφωτίζονται επαρκώς, όταν συνειδητοποιήσουμε ότι η «απανθρωποποίηση» της πολιτικής προϋποθέτει και, ταυτοχρόνως, συνεπάγεται τη «βιολογικοποίηση» της ανθρώπινης κατάστασης.

Ειδικότερα, στη διαχείριση της νέας πανδημίας, είναι φανερό ότι η κυρίαρχη βιοπολιτική δεν αντιμετωπίζει τους ανθρώπους ως απαραίτητες -οικονομικά ή κοινωνικά- «παραγωγικές μονάδες» αλλά ως ένα αναλώσιμο «βιολογικό απόθεμα», το οποίο και διαχειρίζεται κατά βούληση.

Οπως πολύ ορθά διέβλεψε ο Μισέλ Φουκό, σήμερα, όχι μόνο μπορούμε αλλά είμαστε υποχρεωμένοι να μιλάμε για βιοπολιτική «προκειμένου να περιγράψουμε αυτό που εισάγει τη ζωή και τους μηχανισμούς της στον τομέα των ρητών υπολογισμών και μετατρέπει την εξουσία-γνώση σε παράγοντα μετασχηματισμού της ανθρώπινης ζωής».
Από τη βιοπολιτική στη θανατοπολιτική


Δυστυχώς, ο πρόωρος θάνατος του Φουκό -λόγω μόλυνσης από τον ιό του AIDS!- δεν του επέτρεψε να αναπτύξει επαρκώς αυτές τις πολύ ριζοσπαστικές ιδέες. Ομως, η καινοφανής ανάλυση της εξουσίας από τον Φουκό θα υιοθετηθεί και θα διευρυνθεί από πολλούς σύγχρονους πολιτικούς φιλοσόφους, όπως ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν ο οποίος θα επικαιροποιήσει και θα διευρύνει την ανατρεπτική ιδέα της βιοπολιτικής.

Πράγματι, στο εντυπωσιακό βιβλίο του «Homo sacer, κυρίαρχη εξουσία και γυμνή ζωή», που κυκλοφορεί άριστα μεταφρασμένο από τις εκδ. Εξάρχεια, ο κορυφαίος Ιταλός πολιτικός φιλόσοφος, ενώ ξεκινά διερευνώντας τα αίτια της απάνθρωπης ναζιστικής πολιτικής στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, καταλήγει σε μια πολύ ευρύτερη ανάλυση των σύγχρονων βιοπολιτικών πρακτικών.

Σύμφωνα με τον συγγραφέα, οι νέες βιοπολιτικές πρακτικές εκμεταλλεύονται στις μέρες μας τις βιοτεχνολογικές, βιοϊατρικές προόδους και τη μαζική ιατρικοποίηση για να μετατρέψουν τη ζωή των ανθρώπων σε «γυμνή ζωή».

Αναλύοντας σε αυτό το βιβλίο τα όσα «ανήκουστα» βλέπουμε να συμβαίνουν γύρω μας ή και σε εμάς τους ίδιους, ο Αγκάμπεν καταλήγει στο εύλογο και, δυστυχώς, πολύ συχνά επιβεβαιωμένο συμπέρασμα ότι: «Στη νεωτερική βιοπολιτική κυρίαρχος είναι εκείνος που αποφασίζει για την αξία ή τη μη αξία της ζωής ως τέτοιας, δηλαδή για το αν η ζωή ως τέτοια έχει ή δεν έχει αξία».

Η επιλογή της σύγχρονης εξουσίας να ασκείται κυρίως μέσω της βιοπολιτικής οδήγησε όχι μόνο στα διάφορα «αποτρόπαια» εγκλήματα των δύο Παγκόσμιων Πολέμων αλλά, ευρύτερα, στην συστηματική απανθρωποποίηση της ίδιας της ανθρώπινης ζωής.

Ετσι, όμως, ανάλογα με τις ιστορικοπολιτικές περιστάσεις, η κυρίαρχη «βιοπολιτική» μπορεί κάλλιστα να μετατραπεί σε «θανατοπολιτική», και αυτό ακριβώς βλέπουμε να συμβαίνει σήμερα, λόγω της ανεπαρκούς διαχείρισης της πανδημίας.

Στο επόμενο άρθρο θα παρουσιάσουμε αναλυτικά τις αντισυμβατικές απόψεις που, επί έναν χρόνο, έχει διατυπώσει ο Αγκάμπεν σχετικά με την πανδημία του κορονοϊού και τη σφοδρότατη κριτική που δέχτηκε για αυτές τις «αιρετικές» απόψεις του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου