Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2024

Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «Καλύτερα να προσεύχεται ο άνθρωπος και να συνομιλεί με το Θεό, παρά ν’ αναπνέει…»

Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Τοιχογραφία του 16ου αιώνα μ.Χ. 
Ιερός Ναός Παναγίας Καρδιοβαστάζουσας, Καμινάρια


«Ηράσθης της όντως σοφίας Θεού και των λόγων το κάλλος ηγάπησας και πάντων προτετίμηκας τερπνών των επί γης…» (Κανών β’, Ωδή ε’)

Η αλλαγή του κόσμου αρχίζει από την εσωτερική μας αλλαγή κατά τον Ιερό Γρηγόριο:

“Καθαρθῆναι δεῖ πρῶτον, εἶτα καθᾶραι∙ σοφισθῆναι καί οὕτω σοφίσαι∙ γενέσθαι φῶς καί φωτίσαι∙ ἐγγίσαι Θεῷ καί προσαγαγεῖν ἄλλους∙ ἁγιασθῆναι καὶ ἁγιάσαι,“
(Λόγος 3. 71. PG 35. 480 B)

Πρέπει νά καθαρίσουμε πρῶτα τόν ἑαυτό μας, ἔπειτα νά καθαρίσουμε ἄλλους. Νά ἀποκτήσουμε σοφία καί ἔπειτα νά κάνουμε καί τούς ἄλλους σοφούς. Νά γίνουμε φῶς, γιά νά φωτίσουμε. Νά πλησιάσουμε τόν Θεό οἱ ἴδιοι, γιά νά φέρουμε κοντά καί τούς ἄλλους. Νά ἁγιασθοῦμε, γιά νά ἁγιάσουμε.


Ζʹ. Οὐδὲν γὰρ ἐδόκει μοι τοιοῦτον οἷον μύσαντα τὰς αἰσθήσεις, ἔξω σαρκὸς καὶ κόσμου γενόμενον, εἰς ἑαυτὸν συστραφέντα, μηδενὸς τῶν ἀνθρωπίνων προσαπτόμενον, ὅτι μὴ πᾶσα ἀνάγκη, ἑαυτῷ προσλαλοῦντα καὶ τῷ Θεῷ, ζῇν ὑπὲρ τὰ ὁρώμενα, καὶ τὰς θείας ἐμφάσεις ἀεὶ καθαρὰς ἐν ἑαυτῷ φέρειν ἀμιγεῖς τῶν κάτω χαρακτήρων καὶ πλανωμένων, ὄντως ἔσοπτρον ἀκηλίδωτον Θεοῦ καὶ τῶν θείων καὶ ὂν καὶ ἀεὶ γινόμενον, φωτὶ προσλαμβάνοντα φῶς, καὶ ἀμαυροτέρῳ τρανότερον, ἤδη τὸ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος ἀγαθὸν ταῖς ἐλπίσι καρπούμενον, καὶ συμπεριπολεῖν ἀγγέλοις, ἔτι ὑπὲρ γῆς ὄντα καταλιπόντα τὴν γῆν, καὶ ὑπὸ τοῦ πνεύματος ἄνω τιθέμενον. Εἴ τις ὑμῶν τούτῳ τῷ ἔρωτι κάτοχος, οἶδεν ὃ λέγω, καὶ τῷ τότε πάθει συγγνώσεται·

Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος

Τίποτα δεν ποθούσα περισσότερο από το να κλείσω τη θύρα των αισθήσεων, να εξέλθω της σαρκός και του κόσμου, να συγκεντρωθώ εις εαυτόν, διακόπτοντας κάθε δεσμό με τα ανθρώπινα, πέρα από τα απολύτως αναγκαία, να συνδιαλεχθώ με τον εαυτό μου και μετά του Θεού, ώστε να ζήσω υπεράνω των ορατών, με τρόπο ώστε να φέρω επάνω μου τις θεϊκές εμφάσεις, χωρίς αλλοίωση ή ανάμειξη με τις παγιωμένες μορφές του ενθάδε. Να καταστώ αληθινά και συνεχώς να καθίσταμαι αληθής ακηλίδωτος καθρέπτης του Θεού και των ουρανίων, προσθέτοντας φως στο φως, υποκαθιστώντας την ασάφεια με την ευκρίνεια, απολαμβάνοντας ήδη από τον παρόντα βίο την ελπίδα των αγαθών της μέλλουσας ζωής, ώστε να συνοδοιπορήσω μετά των Αγγέλων, παραμένοντας στη γη, την οποία προηγουμένως άφησα και ανήλθα εις τα άνω διά του Αγίου Πνεύματος. Αν κάποιος από εσάς κατέχεται από αυτόν τον πόθο, γνωρίζει τι θέλω να πω και θα μου συγχωρήσει αυτό που ένιωσα τότε…» («Λόγοι» 2, 7· PG 35, 413C-416A· ΕΠΕ 1, 83).

Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: Αν δεν ήμουν δικός Σου, 
Χριστέ μου, θά ’μουν, αδικημένος

ΙΘ’. Η ανθρώπινη ζωή

Μια ρόδα π’ άτσαλα την έχουν στήσει
ετούτη η σύντομη και πολυδαίδαλη ζωή.
Εκεί πού τείνει προς τα πάνω, κατρακυλά στα χαμηλά-
κι αν φαίνεται πώς στέριωσε δεν μένει ωστόσο σταθερή
Θαρρεϊς πώς φεύγει κι είναι στάσιμη, θαρρείς πώς στέκει κι όμως τρέχει.
Κάνει άλματα συχνά, μα δεν μπορεί να ξεκολλήσει. Σέρνει και παρασέρνει αυτοκινούμενη τη στασιμότητα.
“Ενα διάγραμμα του τίποτα η ζωή, Καπνός ή κι όνειρο ή κι ένα αγριολούλουδο.

***

ΞΘʹ. Δέηση προς τον Χριστό

Μια τρικυμία, Κύριε, τρομερή ταράζει
το μαθητή σου. Ξύπνησε προτού χαθώ.
Η εντολή σου αρκεί τα κύματα να πέσουν.
Τολμώ ένα ψέλλισμα: Χριστέ, μη με πιέζεις,
μη μ’ αφανίσεις με των θλίψεων το φορτίο.
Δεν είναι λίγοι, και χειρότεροι από μένα,
Πού τους σπλαχνίστηκες. Μη μ’ επικρίνεις όσο αξίζω.
Παρακαλώ σε, λάφρυνε από το καντάρι το περσότερο.
Το βάρος και μιας μονάχα μέρας ποιός τ’ αντέχει;
Σέ ποιόν να τρέξω να σωθώ πού οι πίκρες με βαραίνουν;
Βίβλος β’. Έπη ιστορικά. Τομή α’. Περί εαυτού. (PG 37, σελ. 969 – 1.452).

***

ΛΖʹ. Στην υπομονή

Ευτυχισμένο αν βρεις μες στους κακούς
του τέλους ξέρε η ελπίδα τον κρατεί.
Κι αν κάποιο βρεις καλό μες στα δεινά,
άγνισμα η λύπη ξέρε• κι αν μικρό
ίχνος πηλού έχει, πρέπει με τους πόνους
να σβήσει, να μή μείνει τίποτα για τη φωτιά.
Η του εχθρού είναι πειρασμός και πάλι
απ’το Θεό ευκαιρία να δειχτείς μεγάλος.
Ο Ιώβ ο νικηφόρος ας σε πείσει.
Αγ. Γρηγορίου του Θεολόγου, ΕΠΕ 9- Έπη ηθικά. (PG 37, σελ. 521 – 968).

***

ΟΔ’. Προς Χριστόν

Προς τί η τυραννία; ήρθα στη ζωή, καλώς.
Γιατί χτυπιέμαι από τις τρικυμίες της ζωής;
Θα πω έναν λόγο, θρασύ μεν, αλλά θα τον πω:
Αν δεν ήμουν δικός Σου, θά’μουν, Χριστέ μου, αδικημένος.

Γεννιόμαστε, λιώνουμε, ολοκληρωνόμαστε,
νυστάζω, κοιμάμαι, αγρυπνώ, περπατώ,
αρρωσταίνουμε, είμαστε υγιείς, απολαύσεις, πόνοι.
Να ζεις τους κύκλους του ήλιου, όσους είναι της γης,
να πεθάνεις, να σαπίσει η σάρκα σου. Αυτά περνάν και τα ζώα,
που είναι μεν άτιμα, αλλ’όμως ανεύθυνα.
Τί είμαι εγώ λοιπόν παραπάνω; Τίποτα, εκτός απ’τον Θεό.
Αν δεν ήμουν δικός Σου, θά’μουν, Χριστέ μου, αδικημένος.

***

Ο άγιος Γρηγόριος, ένας πληγωμένος ποιητής, ένας αποτραβηγμένος στην ερημιά πατέρας, για την ειρήνη της Εκκλησίας. Εξυμνώντας σε μια ομιλία του την ειρήνη, αναφωνεί: «Ειρήνη φίλη, το γλυκύ και πράγμα και όνομα… Ειρήνη το εμόν μελέτημα και καλλώπισμα… Ειρήνη φίλη, το παρά πάντων μεν επαινούμενον αγαθόν, υπ’ ολίγων δε φυλασσόμενον..». Σε επιστολή (20) προς τον αδελφό του Καισάριο, που πέρασε κάποια δοκιμασία, γράφει: «Κάμνουσα… ψυχή εγγίζει Θεώ». Το κέρδος του πόνου είναι ότι η ψυχή στον πόνο της προσεγγίζει το Θεό. Και αλλού γράφει: Η μόνωση, είναι η συνεργός και η μητέρα της θείας και θεοποιού αναβάσεως. Μόνο έτσι η ψυχή θα μπορέσει να προσεγγίσει το Θεό. «Εμοί δε μεγίστη πράξις εστιν η απραξία». Απεχώρησε για να πάη να βρη “την φίλη του ησυχία”. Έγραψε στον Βοσπόριο, επίσκοπο Καισαρείας, «θα αποσυρθώ στο Θεό, που είναι ο μόνος καθαρός και χωρίς δολιότητα. Θα αποσυρθώ στον εαυτό μου. Η παροιμία λέγει ότι μόνον οι ανόητοι σκοντάφτουν δυο φορές στην ίδια πέτρα». «Είναι καλό να ακολουθείς το Χριστό, όταν εκείνος διώκεται». «Καλύτερα να προσεύχεται ο άνθρωπος και να συνομιλεί με το Θεό, παρά ν’ αναπνέει• και αν μπορεί κανείς να πει και τούτο, πως πρέπει κανείς να μην κάνει τίποτε άλλο παρά τούτο μονάχα το έργο, δηλαδή να προσεύχεται».

«Τι είναι αυτό που έπαθα, φίλοι και μύστες και συνεραστές της αλήθειας; Έτρεχα για να κατανοήσω τον Θεό και έτσι ανέβηκα στο όρος (την θεολογία) και πέρασα μέσα από τη νεφέλη και βρέθηκα μέσα… Όταν δε κοίταξα, μόλις και είδα τα οπίσθια του Θεού… και εκεί έσκυψα». (28ο λόγο). Και λέγει ο υμνωδός σε ένα τροπάριο «Τω της θεολογίας όρει προσέβης, τα θεία μυσταγωγούμενος, θεοφάντορ Γρηγόριε∙ και τον άδυτον υπελθών γνόφον, την θεοτύπωτον εδέξω νομοθεσίαν, ομοούσιον, εγγεγραμμένην Τριάδα» (Ανέβηκες στο όρος της θεολογίας, οδηγούμενος στη μύηση των θείων, θεοφάντορ Γρηγόριε. Κι αφού μπήκες μέσα στο μυστήριο του φωτός του Θεού, δέχτηκες την θεοτύπωτη νομοθεσία, γραμμένη ως ομοούσια Τριάδα). Οπως παλιά ο Μωυσής, πόθησες και αυτός να δει τον αιώνιο Θεό. Και αξιώθηκε να δει τα «οπίσθια» Αυτού.

Αποσύρθηκε για τέσσερα περίπου χρόνια στη Σελεύκεια (Ισαυρίας) στον εκεί ναό της αγίας Θέκλας, πραγματοποιώντας το παλαιό του όνειρο για μοναστική ζωή, νηπτικό βίο, ησυχία και θεωρία. Εκεί τον βρήκε ο θάνατος του αγαπημένου φίλου του Βασιλείου και η λύπη του υπήρξε άρρητη, γιατί λόγω ασθενείας δεν μπόρεσε να τον προπέμψει.

Γράφει προς τον φίλο του τον ρήτορα Ευδόξιο αυτήν την εποχή: «Ερωτάς, πώς τα ημέτερα. Και λίαν πικρώς. Βασίλειον ουκ έχω, Καισάριον ουκ έχω, τον πνευματικό αδελφό και σωματικόν. «Ο πατήρ μου και μήτηρ μου εγκατέλειπόν με;» μετά του Δαβίδ φθέγγομαι. Τα του σώματος πονηρώς έχει, το γήρας υπέρ κεφαλής, φροντίδων επιπλοκαί, πραγμάτων επιδρομαί, τα των φίλων άπιστα, τα της Εκκλησίας αποίμαντα. Έρρει τα καλά, γυμνά τα κακά, ο πλους εν νυκτί, πυρσός ουδαμού, Χριστός καθεύδει. Τί χρη παθείν; Μία μοι των κακών λύσις, ο θάνατος. Και τα εκείθεν μοι φοβερά, τοις εντεύθεν τεκμαιρομένω». (Βλ. Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου συγγράμματα, ἐκδ. ΕΠΕ, 7, σ. 152). Δηλαδή, «Ρωτάς, πώς πάνε τα δικά μου; Πολύ άσχημα! Δεν έχω τον Βασίλειο, δεν έχω τον Καισάριο, τον πνευματικό μου αδερφό, και το σωματικό. Ο πατέρας και η μητέρα μου μ’ εγκαταλείψαν, λέγω κι εγώ μαζί με το Δαυίδ. Το σώμα μου είναι σε κακή κατάσταση, το γήρας βαραίνει το κεφάλι μου, οι φροντίδες περιπλέκονται, τα ζητήματα επιτίθενται, η φιλία δεν έχει εμπιστοσύνη, η Εκκλησία χωρίς ποιμένες. Έφυγαν τα καλά, τα δεινά προκαλούν, το ταξίδι μας μέσα στη νύχτα, φάρος πουθενά, ο Χριστός κοιμάται. Τι μου μέλλεται τάχα; Μια μόνο βλέπω λύση των συμφορών, το θάνατο. Και τα εκεί όμως τα βλέπω ζοφερά, συμπεραίνοντας από τα εδώ».

Πώς να μην αγαπήσεις αυτόν τον αγιασμένο άνθρωπο της λεπτότητας, τον τρυφερό και ευαίσθητο ποιητή, τον αληθινό και στοργικό φίλο, τη βαθειά ευγενική ψυχή, που ολόκληρη είναι ένας πόνος, μια πληγή για όλους μας και για όλα!!! Αετός υψιπέτης του πνεύματος και της Θεολογίας αλλά και τόσο ανθρώπινος!

πηγή: https://immorfou.org.cy/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου