Κατά την εποχή που ζούσε ο Άγιος Σάββας, έπεσε πείνα μεγάλη και ακρίβεια πολύ σ’ όλη την Παλαιστίνη επί 5 χρόνια και κατά το διάστημα αυτό δεν έβρεξε καθόλου.
Γι’ αυτό στην Παλαιστίνη υπήρχε στεναχώρια μεγάλη στους κοσμικούς αλλά και στους Μοναχούς που ήταν σε κελιά και Μοναστήρια. Ο Άγιος Σάββας διηύθυνε τότε 7 μεγάλα Μοναστήρια, που είχαν μεγάλη στέρηση των αναγκαίων, όμως εκείνος δεν μεριμνούσε για τίποτα, αλλά μόνο στον Θεό είχε εναποθέσει τις ελπίδες του, ζητώντας απ’ Αυτόν βοήθεια. Καλούσε και τους Ηγουμένους των Μοναστηριών και τους συμβούλευε να μην μεριμνούν, ούτε να στενοχωρούνται για τα δεινά, αλλά να ελπίζουν στον Κύριο και Εκείνος θα δώσει σ’ αυτούς τα χρειαζούμενα.
Μετά από λίγες ημέρες, η Λαύρα του Αγίου Σάββα ήρθε σε μεγάλη στέρηση, και δεν είχαν ούτε αλεύρι, ούτε κάτι άλλο βρώσιμο. Ερχόμενος τότε ο διακονητής είπε προς τον Άγιο ότι την ερχόμενη Κυριακή δεν θα είχαν άρτο ούτε για να λειτουργήσουν. Ο Άγιος, χωρίς να απελπισθεί του απήντησε ότι Εκείνος ο οποίος μας είπε να μην μεριμνούμε για το αύριο, Αυτός έχει και την φροντίδα μας και θα μας στείλει βοήθεια, ώστε να μην στερηθούμε την Θεία Λειτουργία…
Καθώς προφήτευσε ο Άγιος, πριν έρθει η Κυριακή, κατέφθασαν στο Μοναστήρι κάποιοι άγνωστοι άνθρωποι, σαν να τους έστειλε ο Θεός και έφεραν 30 υποζύγια φορτωμένα με σιτάρι, κρασί, λάδι και διάφορα άλλα αναγκαία τρόφιμα. Ευχαριστώντας τότε ο Άγιος τον Θεό, επιτίμησε τον κελάρη που έπεσε μετανοημένος στα πόδια του ζητώντας δακρυσμένος συγχώρεση.
Φοβερός πολέμιος των δαιμόνων, ο άγιος Σάββας ήταν όλος πραότητα και διάκριση έναντι των ανθρώπων. Έτσι, όταν δύο φορές κάποιοι από τους μοναχούς του στράφηκαν εναντίον του (490 και 503), ο όσιος γέροντας αποσύρθηκε οικειοθελώς δίχως να προσπαθήση να δικαιολογηθή ή να επιβάλη την εξουσία του, και εδέχθη να επανέλθη στην θέση και το αξίωμά του μόνον κατόπιν επίμονης παρακλήσεως του Πατριάρχου.
Το 531, μετά την αιματηρή εξέγερση των Σαμαρειτών, ο Γέροντας υπερήλικας πλέον, εστάλη εκ νέου στην Κωνσταντινούπολη, ως απεσταλμένος του πατριάρχη Πέτρου, στον ευλαβή αυτοκράτορα Ιουστινιανό (527-565), ζητώντας την συνδρομή και την προστασία του. Ήταν μάλιστα η φήμη της σοφίας και αγιότητός του τόσο διαδεδομένη και στην Κωνσταντινούπολη, ώστε και ο ίδιος ο αυτοκράτορας, ο μέγας Ιουστινιανός, «περιχαρής γεγονώς, τους βασιλικούς δρόμωνας απέστειλεν εις συνάντησιν αυτού…». Ο ίδιος είχε αντιληφθεί με οπτασία την αγιότητά του κι έσπευσε, προσκύνησε τον άγιο Σάββα και με χαρά και δάκρυα φίλησε τη θεία του κεφαλή και αφού ευλογήθηκε από τον άγιο, δέχθηκε από τα χέρια του τα αιτήματα της Παλαιστίνης, στη συνέχεια τον έπεισε να πάει μαζί του στα ανάκτορα και να ευλογήσει και την αυγούστα Θεοδώρα. Ο Άγιος παρώτρυνε ακόμη τον ευσεβή βασιλέα, να προβεί στη δίωξη των αιρέσεων των Αρείου, Νεστορίου και Ωριγένους και σε κοινωφελή έργα στην Παλαιστίνη, έναντι των οποίων του προφήτευσε θα επανακτούσε την Αφρική και την Ιταλία, καθώς και την οριστική νίκη επί του μονοφυσιτισμού, του νεστοριανισμού και του ωριγενισμού, που θα αποτελούσε την δόξα της βασιλείας του. Πράγματι η προφητεία και ευλογία αυτή του Αγίου Σάββα εκπληρώθηκε. Οι νίκες των στρατηγών Βελισσαρίου και Ναρσή έφεραν και πάλιν τα δυτικά τμήματα της Αυτοκρατορίας υπό τον αυτοκράτορα της Πόλεως. Τόση ήταν η προφητική χάρη του Αγίου Σάββα.
Έχοντας κατακτήσει την μακαρία απάθεια, ακλόνητα προσηλωμένος στον Κύριο, ο άγιος Σάββας ειρήνευε τα θηρία, θεράπευε τους αρρώστους και με τις προσευχές του έφερνε ευεργετικές βροχές στην περιοχή εκείνη που την έπληττε ξηρασία και λιμός.
πηγή: https://simeiakairwn.wordpress.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου