ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ [:Eφ. 4, 1-7]
Υπομνηματισμός του Ιερού Χρυσοστόμου στα εδάφια 1-3 του κεφ. 4
της «Πρός Ἐφεσίους» επιστολής του αποστόλου Παύλου
«Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς ἐγὼ ὁ δέσμιος ἐν κυρίῳ ἀξίως περιπατῆσαι τῆς κλήσεως ἧς ἐκλήθητε, μετὰ πάσης ταπεινοφροσύνης καὶ πραΰτητος, μετὰ μακροθυμίας, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ, σπουδάζοντες τηρεῖν τὴν ἑνότητα τοῦ πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης(:Σύμφωνα λοιπόν με αυτά που σας έγραψα προηγουμένως, σας παρακαλώ εγώ που είμαι φυλακισμένος για το όνομα του Κυρίου, να πορευτείτε και να ζήσετε με τρόπο άξιο της υψηλής κλήσεως που σας έκανε ο Θεός. Σας παρακαλώ λοιπόν να ζείτε με κάθε ταπεινοφροσύνη και πραότητα, με μακροθυμία και υπομονή. Να ανέχεστε με αγάπη ο ένας τα ελαττώματα του άλλου. Και να καταβάλλετε κάθε προσπάθεια προκειμένου να διατηρείτε τη μεταξύ σας ενότητα με την οποία σας ένωσε το Άγιο Πνεύμα, χρησιμοποιώντας ως σύνδεσμο την ειρήνη, η οποία θα σας δένει όλους μαζί σε ένα)»[:Εφ.4,1-3].
Αποδείχτηκε μεγάλη η δύναμη της αλυσίδας του Παύλου και λαμπρότερη από τα θαύματα. Όχι μάταια λοιπόν, όπως φαίνεται, ούτε τυχαία προβάλλει αυτήν, αλλά για να παρακινήσει. «Να φέρεστε αντάξια», λέγει, «προς την κλήση, την οποία λάβατε». Πώς; «Με κάθε ταπεινοφροσύνη και πραότητα, με υπομονή στο να ανέχεστε ο ένας τον άλλο με αγάπη». Καλό δεν είναι απλώς το να είναι κανείς φυλακισμένος, αλλά το να είναι για τον Χριστό φυλακισμένος. Τίποτε δεν είναι ίσο προς αυτό. Αλλά πάλι μας παρασύρει και μας αποσπά από το θέμα η αλυσίδα, και δεν μπορούμε να αντισταθούμε, αλλά ελκόμαστε θέλοντας και επιθυμώντας και ευχόμενοι για αυτό. Και είθε να ήταν δυνατό να ομιλούσαμε πάντοτε για την αλυσίδα του Παύλου.
Αλλά μη χαλαρώσετε· διότι ήλθε στον νου μου ένα ζήτημα τώρα. Όταν λοιπόν έλεγε ο απόστολος Παύλος, ενώ απολογούνταν στον Αγρίππα: «Εὐξαίμην ἂν τῷ Θεῷ καὶ ἐν ὀλίγῳ καὶ ἐν πολλῷ οὐ μόνον σέ, ἀλλὰ καὶ πάντας τοὺς ἀκούοντάς μου σήμερον γενέσθαι τοιούτους ὁποῖος κἀγώ εἰμι, παρεκτὸς τῶν δεσμῶν τούτων(:Θα ευχόμουν στο Θεό είτε εύκολα και με λίγο κόπο, είτε δύσκολα και με πολλή προσπάθεια, όχι μόνο εσύ, αλλά και όλοι όσοι με ακούνε σήμερα να γίνουν τέτοιοι όπως είμαι και εγώ, εκτός από τις αλυσίδες μου αυτές, τις οποίες εύχομαι κανείς από σας να μην τις δοκιμάσει)» [Πράξ.26,29], δεν έλεγε αυτά, σαν να θεωρούσε το πράγμα ως κάτι που μπορούσε να γίνει, μη γένοιτο! Διότι δεν θα καυχιόταν για τα δεσμά του εάν ήταν απευκταίο πράγμα, και για τις φυλακίσεις και για τις άλλες θλίψεις· και γράφοντας έλεγε: «Ἣδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾿ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ(:Με πολλή ευχαρίστηση θα καυχιέμαι περισσότερο στις ασθένειές μου, για να κατοικήσει μέσα μου η δύναμη του Χριστού)» [Β΄Κορ. 12,9].
Αλλά τι; Αυτό το ίδιο ήταν απόδειξη ότι θεωρούσε μεγάλης αξίας τα δεσμά. Όπως ακριβώς έλεγε και όταν έγραφε προς τους Κορινθίους: «Γάλα ὑμᾶς ἐπότισα καὶ οὐ βρῶμα. οὔπω γὰρ ἠδύνασθε. ἀλλ᾿ οὔτε ἔτι νῦν δύνασθε· ἔτι γὰρ σαρκικοί ἐστε(: Σας πότισα με γάλα. Σας δίδαξα δηλαδή τις στοιχειώδεις χριστιανικές αλήθειες. Και δεν σας έθρεψα με στερεή τροφή· διότι δεν είχατε τότε αρκετή πνευματική δύναμη. Αλλά ούτε και τώρα έχετε αρκετή δύναμη· διότι έχετε ακόμη σαρκικά φρονήματα)»[Α΄Κορ. 3,2]. Έτσι λοιπόν και εδώ, δεν μπορούσαν να δεχτούν το κάλλος, ούτε την τιμή, ούτε την ωφέλεια των δεσμών. Για τον λόγο αυτόν λέγει «εκτός από αυτά τα δεσμά».
Στους Εβραίους όμως δεν έγραφε έτσι, αλλά τους παρότρυνε να φυλακιστούν μαζί με τους φυλακισμένους: «Μιμνήσκεσθε τῶν δεσμίων ὡς συνδεδεμένοι, τῶν κακουχουμένων ὡς καὶ αὐτοὶ ὄντες ἐν σώματι (:Να θυμάστε τους φυλακισμένους, σαν να είστε και εσείς μαζί τους δεμένοι με τις αλυσίδες της φυλακής. Να θυμάστε όσους υποφέρουν και κακοπαθούν, διότι και εσείς έχετε σώμα φθαρτό και μπορεί να βρεθείτε αύριο στη θέση τους κα να υποφέρετε αυτά που υποφέρουν αυτοί σήμερα)» [Εβρ.13,3].
Για τον λόγο αυτόν και ο ίδιος χαιρόταν για τα δεσμά και φυλακιζόταν και μαζί με τους δεσμώτες οδηγούνταν στην φυλακή. Μεγάλη η δύναμη της αλυσίδας του Παύλου· είναι αρκετό αντί όλων των αγαθών αυτό το θέαμα, το να δει κανείς δεμένο τον Παύλο και να εξάγεται από τη φυλακή. Το να τον δει κανείς δεμένο και να κάθεται μέσα, από ποια ηδονή δεν είναι μεγαλύτερο αυτό; Με τι δεν θα τιμούσαν αυτό το πράγμα; Δεν βλέπετε τους βασιλιάδες, τους υπάτους να φέρονται σε άμαξα με δύο ίππους και ενδεδυμένους με χρυσό κα τους ακολούθους να έχουν τα πάντα χρυσά, χρυσά τα δόρατα, χρυσές τις ασπίδες, χρυσά τα ενδύματα, ίππους χρυσοφορεμένους; Πόσο τερπνότερο είναι αυτό από εκείνο το θέαμα; Θα ευχόμουνα να δω μία φορά τον Παύλο να εξέρχεται από τη φυλακή με τα δεσμά, παρά χιλιάδες φορές εκείνους να περνούν σε πομπή μαζί με εκείνη την ακολουθία τους. Πόσοι άγγελοι νομίζετε ότι θα προηγούνταν αυτού, όταν οδηγούνταν έτσι;
Και για το ότι δεν ψεύδομαι, θα κάνω φανερό το πράγμα από κάποια παλαιά ιστορία. Ο προφήτης Ελισσαίος- ίσως να γνωρίζετε τον άνδρα-, ενώ ο βασιλιάς της Συρίας είχε εμπλακεί σε πόλεμο με τον βασιλέα του Ισραήλ, καθισμένος πλησίον του, όλα όσα αποφάσιζε εκείνος με τους συμβούλους του στο διοικητήριό του, τα φανέρωνε και αχρήστευε τα σχέδια του βασιλιά με το να λέγει από πριν τα απόρρητα κα να μην αφήνει τους Ισραηλίτες να πέφτουν στις παγίδες του. Αυτό στενοχωρούσε τον βασιλιά της Συρίας και μικροψυχώντας περιέπιπτε σε μεγαλύτερη στενοχώρια, μη μπορώντας να μάθει εκείνον ο οποίος γνωστοποιούσε τα πάντα και τον επιβουλευόταν και έκανε άχρηστα τα σχέδιά του.
Ενώ λοιπόν στενοχωριόταν και έψαχνε να βρει την αιτία, είπε κάποιος από τους υπασπιστές του, ότι ήταν κάποιος προφήτης Ελισσαίος ο οποίος καθόταν στη Σαμάρεια, ο οποίος δεν άφηνε να πραγματοποιηθούν τα σχέδια του βασιλέως, αλλά τα φανέρωνε όλα. Εκείνος νόμισε ότι βρήκε το παν. Τίποτε αθλιότερο από αυτό. Έπρεπε να τιμήσει τον άνδρα, να θαυμάσει, να εκπλαγεί, εφόσον έχει τόση δύναμη, ώστε ενώ καθόταν σε τόση απόσταση, όλα όσα σχεδιάζονταν στο διοικητήριο του βασιλέως, ενώ κανείς δεν του το ανήγγελλε, να το γνωρίζει· δεν έκανε μεν αυτό, αλλά αφού εξοργίστηκε και καταλήφθηκε μόνο από θυμό, συνέταξε ιππείς και οπλίτες και τους στέλνει να φέρουν εμπρός του τον προφήτη. Υπήρχε δε πλησίον του Ελισαίου κάποιος μαθητής ευρισκόμενος στα πρόθυρα του προφητικού χαρίσματος, ο οποίος απείχε ακόμη από του να αξιωθεί τέτοιες αποκαλύψεις.
Έφτασαν οι στρατιώτες του βασιλέως, για να δέσουν τον άνδρα, μάλλον δε τον προφήτη. Πάλι επάνω σε δεσμά πίπτουμε, και από παντού αυτός ο λόγος έτσι υφαίνεται. Και όταν είδε ο μαθητής το πλήθος των στρατιωτών, ταράχτηκε και γεμάτος φόβο και τρόμο αφού προσέτρεξε στον διδάσκαλό του, ανήγγειλε την συμφορά, όπως νόμιζε, και μήνυσε τον αναπόφευκτο κίνδυνο. Γέλασε ο προφήτης, διότι ο μαθητής φοβούνταν τα ανάξια φόβου, και τον παρότρυνε να έχει θάρρος. Εκείνος όμως επειδή ήταν ατελής ακόμη, δεν πειθόταν, αλλά εκπληττόμενος ακόμη περισσότερο από την εμφάνισή του, παρέμενε φοβισμένος. Τι έκανε λοιπόν ο προφήτης; «Καὶ εἶπε πρὸς αὐτοὺς Ἑλισαιέ· οὐχὶ αὕτη ἡ πόλις καὶ αὕτη ἡ ὁδός· δεῦτε ὀπίσω μου, καὶ ἄξω ὑμᾶς πρὸς τὸν ἄνδρα, ὃν ζητεῖτε· καὶ ἀπήγαγεν αὐτοὺς πρὸς Σαμάρειαν(:Ο Ελισαίος είπε προς τους προελαύνοντες στρατιώτες: «Δεν είναι αυτή η πόλη και ούτε η οδός. Ελάτε κοντά μου και εγώ θα σας οδηγήσω προς τον άνθρωπο, τον οποίο ζητείτε». Ο Ελισαίος οδήγησε αυτούς μέσα στη Σαμάρεια)» [Δ΄Βασ.6,17]. Και ξαφνικά βλέπει ολόκληρο το όρος, στο οποίο κατοικούσε τότε ο προφήτης, να έχει γεμίσει από πύρινους ίππους και άρματα. Τούτο δε τίποτε άλλο δεν ήταν, παρά στρατιές αγγέλων. Εάν λοιπόν στον Ελισαίο για τούτο μόνο ακολουθούσε τόσο μεγάλη παράταξη αγγέλων, τι θα γινόταν στον Παύλο;
Αυτό έλεγε και ο προφήτης Δαβίδ: «Παρεμβαλεῖ ἄγγελος Κυρίου κύκλῳ τῶν φοβουμένων αὐτὸν καὶ ῥύσεται αὐτούς(:Άγγελος Κυρίου θα στρατοπεδεύει γύρω και θα περιφρουρεί όσους σέβονται τον Κύριο και θα τους γλυτώσει από τους κινδύνους, στους οποίους έχουν εκτεθεί)»[Ψαλμ33,8]. Και πάλι: «Ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσί σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου(:Θα σε αναλάβουν οι άγγελοι στα χέρια τους και θα σε καθοδηγούν, ώστε ούτε το ένα σου πόδι να μην σκοντάψει σε κανένα λίθο)» [Ψαλμ.90,12].
Και τι λέγω για τους αγγέλους; Ο ίδιος ο Κύριος βρισκόταν τότε μαζί του όταν εξερχόταν. Διότι βεβαίως δεν υπήρχε μόνο όταν εμφανιζόταν στον Αβραάμ, αλλά και μετά από αυτό· διότι ο ίδιος υποσχέθηκε λέγοντας: «Ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος(:Και ιδού, εγώ που έλαβα κάθε εξουσία, θα είμαι πάντα μαζί σας βοηθός και συμπαραστάτης σας, μέχρι να τελειώσει ο αιώνας αυτός, μέχρι δηλαδή τη συντέλεια του κόσμου)» [Ματθ.28,20].
Και πάλι αφού εμφανίστηκε ο ίδιος ο Κύριος σε αυτόν έλεγε: «Εἶπε δὲ ὁ Κύριος δι᾿ ὁράματος ἐν νυκτὶ τῷ Παύλῳ· μὴ φοβοῦ, ἀλλὰ λάλει καὶ μὴ σιωπήσῃς(:Κάποια ώρα λοιπόν μέσα στη νύχτα παρουσιάστηκε ο Κύριος, με όραμα στον Παύλο και του είπε: «Μη φοβάσαι τις απειλές των Ιουδαίων, οι οποίοι έγιναν έξω φρενών από την αποσκίρτηση του Κρίσπου· αλλά δίδασκε το ευαγγέλιο και μη σιωπήσεις»)» [Πράξ. 18,9].Και σε όνειρο τον επισκέφτηκε αυτό λέγοντας: «Θάρσει, Παῦλε· ὡς γὰρ διεμαρτύρω τὰ περὶ ἐμοῦ εἰς Ἱερουσαλήμ, οὕτω σε δεῖ καὶ εἰς Ῥώμην μαρτυρῆσαι(:Έχε θάρρος, Παύλε· διότι, όπως με παρρησία μαρτύρησες και κήρυξες την αλήθεια για εμένα στην Ιερουσαλήμ, έτσι σύμφωνα με το θείο σχέδιο θα κηρύξεις και στη Ρώμη)» [Πράξ.23,11].
Πάντοτε μεν λοιπόν οι άγιοι είναι θαυμαστοί και γεμάτοι από πολλή χάρη, πολύ περισσότερο όμως όταν κινδυνεύουν για τον Χριστό, όταν φυλακίζονται. Διότι όπως ακριβώς ο στρατιώτης είναι μεν πάντοτε γενναίος και γίνεται ευχάριστο θέαμα σε εκείνους οι οποίοι τον βλέπουν στη συνήθη μορφή, πολύ περισσότερο όμως όταν έχει σταθεί και παραταχτεί στο πλευρό του ίδιου του βασιλέως. Έτσι λοιπόν να σκεφτείς και τον Παύλο, πόσο ευχάριστο ήταν να τον δεις να διδάσκει με τα δεσμά. Να πω όπως σε παρένθεση κάτι το ποιο ήλθε στη σκέψη μου τώρα; Ο μακάριος μάρτυρας Βαβύλας φυλακίστηκε και αυτός για την ίδια αιτία, για την οποία και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, επειδή δηλαδή έλεγξε τον βασιλέα διότι παρανομούσε. Όταν απέθνησκε, παράγγειλε να παραμείνουν τα δεσμά με το σώμα, και το σώμα να ταφεί δεμένο· και τώρα οι χειροπέδες βρίσκονται μαζί με την τέφρα. Τόσο πολύ ποθούσε τα δεσμά για τον Χριστό. «Ἐταπείνωσαν ἐν πέδαις τοὺς πόδας αὐτοῦ, σίδηρον διῆλθεν ἡ ψυχὴ αὐτοῦ(:Εκεί τον έριξαν στη φυλακή, έδεσαν με σιδηρά δεσμά τους πόδες του και τον εξευτέλισαν, σαν να επρόκειτο για κακούργο. Η ψυχή του υπέφερε την αγωνία των σιδερένιων αυτών αλυσίδων)» [Ψαλμ.104,18], λέγει ο προφήτης για τον Ιωσήφ.
Ήδη και οι γυναίκες έλαβαν πείρα αυτών των δεσμών. Εμείς όμως δε φυλακιζόμαστε. Ούτε προτρέπω σε αυτό, διότι τώρα δεν είναι ο κατάλληλος καιρός. Μη δέσεις τα χέρια σου, αλλά δέσε τη σκέψη σου. Υπάρχουν και άλλα δεσμά· όσοι δεν υποφέρουν αυτά, θα γνωρίσουν εκείνα. Άκουσε τον Χριστό ο Οποίος λέγει: «Δήσαντες αὐτοῦ πόδας καὶ χεῖρας ἄρατε αὐτὸν καὶ ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον(:Δέσετε τα χέρια και τα πόδια του και πάρτε τον και ρίξτε τον έξω, στο πιο βαθύ σκοτάδι, που είναι μακριά από τη βασιλεία του Θεού)»[Ματθ.22,13]. Μακάρι όμως να μη γίνει ποτέ να λάβουμε πείρα εκείνων των αιωνίων δεσμών του Άδη, αλλά μακάρι να πλουτίσουμε από τη χάρη αυτών των δεσμών. Για τον λόγο αυτόν έλεγε: «Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς ἐγὼ ὁ δέσμιος ἐν κυρίῳ ἀξίως περιπατῆσαι τῆς κλήσεως ἧς ἐκλήθητε(:Σύμφωνα λοιπόν με αυτά που σας έγραψα προηγουμένως, σας παρακαλώ εγώ που είμαι φυλακισμένος για το όνομα του Κυρίου, να πορευτείτε και να ζήσετε με τρόπο άξιο της υψηλής κλήσεως που σας έκανε ο Θεός)».
Ποια όμως είναι αυτή; «Σώμα ονομαστήκατε», λέγει· «κεφαλή έχετε τον Χριστό· συνανύψωσε και σας κάθισε μαζί Του ενώ ήσασταν εχθροί και είχατε διαπράξει άπειρα κακά. Μεγάλη είναι αυτή η κλήση και σε μεγάλα πράγματα, όχι μόνο διότι προήλθε από αυτά, ούτε και διότι ισχύει για αυτά, αλλά και διότι δόθηκε με αυτόν τον τρόπο». Πώς όμως είναι δυνατό να ζήσουμε αντάξια; «Με κάθε ταπεινοφροσύνη». Αυτός ζει αντάξια. Αυτό είναι το θεμέλιο κάθε αρετής. Αν είσαι ταπεινός και αναλογιστείς ενώ ήσουν τέτοιος, πώς σώθηκες, ούτε στα δεσμά θα υπερηφανεύεσαι, ούτε σε αυτά τα οποία είπα, αλλά γνωρίζοντας ότι το παν είναι έργο της χάριτος, θα ταπεινώνεις τον εαυτό σου. Ο ταπεινόφρονας και ευγνώμονας μπορεί να είναι και ευάρεστος δούλος. Διότι «Τί δὲ ἔχεις (:Και ποιο χάρισμα έχεις)», λέγει, «ὃ οὐκ ἔλαβες;(:το οποίο δεν έλαβες από τον Θεό;)» [Α΄Κορ.4,7]. Άκουσε πάλι τον ίδιο ο οποίος λέγει: «Χάριτι δὲ Θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι· καὶ ἡ χάρις αὐτοῦ ἡ εἰς ἐμὲ οὐ κενὴ ἐγενήθη, ἀλλὰ περισσότερον αὐτῶν πάντων ἐκοπίασα, οὐκ ἐγὼ δέ, ἀλλ᾿ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σὺν ἐμοί (:Με τη χάρη του Θεού όμως είμαι ό,τι είμαι τώρα, δηλαδή Απόστολος ίσος με τους άλλους. Και η χάρη που μου έδωσε ο Κύριος δεν έμεινε άκαρπη και χωρίς αποτέλεσμα, αλλά περισσότερο από όλους αυτούς κοπίασα. Και το έργα μάλιστα αυτό δεν το εργάστηκα εγώ, αλλά η χάρη του Θεού που είναι μαζί μου και με ενισχύει)» [Α΄Κορ.15,10].
«Μετὰ πάσης ταπεινοφροσύνης(:Σας παρακαλώ λοιπόν να ζείτε με κάθε ταπεινοφροσύνη)», λέγει, όχι μόνο στους λόγους, ούτε στα πράγματα, αλλά και στη μορφή και στην ομιλία· όχι ως προς μεν το ένα να είσαι ταπεινός, ως προς το άλλο όμως να είσαι θρασύς· προς όλους να είσαι ταπεινός, είτε φίλος είναι, είτε εχθρός, είτε μεγάλος, είτε μικρός· αυτό είναι ταπεινοφροσύνη. Και στα κατορθώματα να είσαι ταπεινός. Διότι άκουσε τον Χριστό ο οποίος λέγει: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν(:Μακάριοι και τρισευτυχισμένοι είναι εκείνοι που συναισθάνονται ταπεινά την πνευματική τους φτώχεια και την εξάρτηση ολόκληρου του εαυτού τους από τον Θεό, διότι είναι δική τους η βασιλεία των ουρανών)»[Ματθ.5,3] και θέτει αυτό πρώτο από όλα.
Για τον λόγο αυτόν ο Παύλος λέγει: «Μετὰ πάσης ταπεινοφροσύνης καὶ πραΰτητος, μετὰ μακροθυμίας, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ(:Σας παρακαλώ λοιπόν να ζείτε με κάθε ταπεινοφροσύνη και πραότητα, με μακροθυμία και υπομονή. Να ανέχεστε με αγάπη ο ένας τα ελαττώματα του άλλου)». Πώς είναι δυνατόν να ανέχεσαι, αν είσαι οργίλος και κακόλογος; Είπε τον τρόπο: «με αγάπη». «Εάν δεν ανέχεσαι τον πλησίον», λέγει, «πώς θα σε ανεχτεί ο Θεός; Εάν εσύ δεν υποφέρεις αυτόν ο οποίος είναι σύνδουλός σου, πώς θα σε υπομείνει ο Κύριος;». Όπου υπάρχει αγάπη, όλα είναι υποφερτά.
«Σπουδάζοντες τηρεῖν τὴν ἑνότητα τοῦ πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης(:Και να καταβάλλετε κάθε προσπάθεια προκειμένου να διατηρείτε την μεταξύ σας ενότητα με την οποία σας ένωσε το Άγιο Πνεύμα, χρησιμοποιώντας ως σύνδεσμο την ειρήνη, η οποία θα σας δένει όλους μαζί σε ένα)», λέγει. Δέσε λοιπόν τα χέρια σου με την επιείκεια. Πάλι η ωραία λέξη, ο δεσμός· εμείς τον αφήσαμε και αυτός πάλι σε εμάς προσέτρεξε. Καλά είναι εκείνα τα δεσμά, καλά και αυτά· και εκείνα από αυτά γεννώνται. Σύνδεσε τον εαυτό σου με τον αδελφό· αυτοί που είναι συνδεδεμένοι με αγάπη, τα πάντα υποφέρουν ως ελαφρό ζυγό και όχι βαρύ. Δέσε τον εαυτό σου με εκείνον, και εκείνον με εσένα· εσύ είσαι κύριος για να κάνεις και τα δύο· διότι όποιον θέλω να κάνω φίλο, θα το κάνω με ευκολία.
«Σπουδάζοντες(:Και να καταβάλλετε κάθε προσπάθεια)», λέγει· δεν το λέγει αυτό τυχαίως και ως σχήμα λόγου. «Και να καταβάλλετε κάθε προσπάθεια», λέγει, «να διατηρείτε τη μεταξύ σας ενότητα με την οποία σας ένωσε το Άγιο Πνεύμα». Τι είναι ενότητα του Πνεύματος; Όπως ακριβώς στο σώμα υπάρχει πνεύμα το οποίο συνέχει τα πάντα, αν και σε διάφορα μέλη, έτσι και εδώ· διότι για τον λόγο αυτόν δόθηκε το Πνεύμα, για να ενώσει εκείνους οι οποίο είναι χωρισμένοι κατά τα γένη και κατά τους τρόπους· διότι ο γέροντας και ο νέος, ο πτωχός και ο πλούσιος, το παιδί και ο έφηβος, η γυναίκα και ο άνδρας και κάθε ψυχή γίνεται ένα, και περισσότερο από όσο εάν ήταν ένα σώμα· διότι από αυτή τη συγγένεια πολύ μεγαλύτερη είναι εκείνη, και αυτή η ένωση είναι τελειότερη· διότι η ένωση της ψυχής είναι τελειότερη, όσο και πιο απλή και ομοιόμορφη είναι αυτή.
Πώς όμως διατηρείται αυτή η ενότητα του Πνεύματος; «Ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης(:Χρησιμοποιώντας ως σύνδεσμο την ειρήνη, η οποία θα σας δένει όλους μαζί σε ένα)»[Εφ.4,3]. Δεν είναι δυνατό να ζει αυτή μέσα σε έχθρα και διχόνοια· διότι «Ὃπου γὰρ ἐν ὑμῖν ζῆλος καὶ ἔρις καὶ διχοστασίαι, οὐχὶ σαρκικοί ἐστε καὶ κατὰ ἄνθρωπον περιπατεῖτε;(:Εφόσον μεταξύ σας υπάρχει φθόνος και φιλονικία και διαιρέσεις, δεν είστε άνθρωποι κυριευμένοι από σαρκικά ελατήρια και πάθη και δεν συμπεριφέρεστε με διαγωγή κοινού ανθρώπου και μη αναγεννημένου;)»[Α΄Κορ.3,3]· διότι όπως ακριβώς το πυρ, όταν μεν βρει ξερά φύλλα, σε μία φωτιά μετατρέπει τα πάντα, ενώ όταν είναι υγρά, ούτε ενεργεί επάνω τους, ούτε τα ανάπτει, έτσι και εδώ· τίποτε από όσα ψυχραίνουν την αγάπη δεν μπορεί να την κάνει να συνενώνει, ενώ αυτό μπορεί να το κάνει, ως επί το πλείστον, το καθένα από όσα τη θερμαίνουν. Από αυτό λοιπόν γεννάται και η θερμότητα της αγάπης· από τον σύνδεσμο της ειρήνης θέλει να δέσει μαζί όλους εμάς. «Όπως ακριβώς, δηλαδή», λέγει, «εάν θέλεις να προσδέσεις τον εαυτό σου σε κάποιο άλλο, δε θα μπορέσεις να το κάνεις αυτό με άλλον τρόπο, παρά με το να προσδέσεις και εκείνον στον εαυτό σου· εάν βέβαια θέλεις να κάνεις διπλό τον δεσμό, πρέπει και εκείνος να προσδεθεί σε εσένα»· έτσι και εδώ θέλει να συνδεθούν μεταξύ τους, όχι απλώς να ειρηνεύουν, ούτε απλώς να αγαπούν, αλλά να είναι όλοι ένα, μία ψυχή.
Καλός είναι αυτός ο δεσμός· με αυτόν τον δεσμό και μεταξύ μας και με τον Θεό ας συνδέσουμε τους εαυτούς μας. Δεν πονάει ούτε πιέζει τα δεμένα χέρια αυτός ο δεσμός, αλλά ελευθερώνει και μας οδηγεί σε πολλή ευρυχωρία, και μας κάνει περισσότερο να αισθανόμαστε λυμένοι. Όταν ο ισχυρός είναι δεμένος μαζί με τον ασθενή, στηρίζει και εκείνον και δεν τον αφήνει να χαθεί· και αν συνδεθεί με τον οκνηρό, διεγείρει αυτό στο να είναι πρόθυμος. Διότι «Ἀδελφὸς ὑπὸ ἀδελφοῦ βοηθούμενος ὡς πόλις ὀχυρὰ καὶ ὑψηλή, ἰσχύει δὲ ὥσπερ τεθεμελιωμένον βασίλειον(:Αδελφός, όταν με αγάπη βοηθιέται από τον αδελφό, είναι σαν οχυρωμένη και απόρθητη πόλη, κτισμένη επάνω σε υψηλό μέρος· και είναι ισχυρός σαν το ασάλευτο ανάκτορο, που έχει θεμελιωθεί σε στερεό έδαφος)»[Παροιμ. 18,19], λέγει. Αυτήν την αλυσίδα ούτε η απόσταση των οδών μπορεί να την εμποδίσει, ούτε ο ουρανός, ούτε η γη, ούτε ο θάνατος, ούτε τίποτε άλλο, αλλά είναι ισχυρότερη και δυνατότερη από όλα. Αυτή η αγάπη, και από μία ψυχή εάν γεννηθεί, μπορεί να συμπεριλάβει πολλούς μαζί· διότι άκουσε τον Παύλο όταν λέγει: «Οὐ στενοχωρεῖσθε ἐν ἡμῖν, στενοχωρεῖσθε δὲ ἐν τοῖς σπλάγχνοις ὑμῶν· τὴν δὲ αὐτὴν ἀντιμισθίαν, ὡς τέκνοις λέγω, πλατύνθητε καὶ ὑμεῖς(:Δεν αισθάνεστε σφίξιμο καθώς είστε μέσα στην ευρύχωρη από αγάπη καρδιά μας. Πιέζεστε όμως μέσα στα δικά σας σπλάχνα, που είναι στενά, διότι σας λείπει η αγάπη. Δείξτε κι εσείς την ίδια αγαθή διάθεση για να ανταμείψετε την αγάπη μας. Σας μιλώ σαν παιδιά μου. Ανοίξτε κι εσείς διάπλατα τις καρδιές σας με την αγάπη)» [Β΄Κορ. 6,12-13].
Τι καταστρέφει, λοιπόν, αυτόν τον δεσμό; Η αγάπη των χρημάτων, της εξουσίας, της δόξας και των άλλων όσα είναι όμοια με αυτά· αυτά τους αποχαυνώνουν και τους κατακόπτουν. Πώς λοιπόν να μην κατακοπούν; Όταν αυτά απομακρύνονται και τίποτε δεν εμποδίζει αυτά τα οποία καταστρέφουν την αγάπη. Διότι άκουσε τον Χριστό ο οποίος λέγει: «Καὶ διὰ τὸ πληθυνθῆναι τὴν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν(:Και επειδή θα πληθυνθεί η κακία και η ανηθικότητα, θα ψυχρανθεί η αγάπη των πολλών προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, αυτών δηλαδή που στο όνομα μόνο είναι χριστιανοί και έχουν μία τυπική θρησκευτικότητα)» [Ματθ. 24,12]. Τίποτε δεν είναι τόσο ενάντιο στην αγάπη, όσο η αμαρτία, και δεν εννοώ μόνο την προς τον Θεό αγάπη, αλλά και την προς τον πλησίον. Πώς, λοιπόν, λέγει, οι ληστές έχουν μεταξύ τους ειρήνη; Πότε; Πες μου. Ασφαλώς όχι όταν ληστεύονται μεταξύ τους· διότι εάν μεταξύ τους, σε όσα μοιράζονται, δεν φυλάξουν τους νόμους του δικαίου και δεν αποδώσουν στον καθένα ό,τι του αναλογεί, θα βρεις και εκείνους να βρίσκονται σε πόλεμο και συγκρούσεις. Ώστε ούτε στα κακά είναι δυνατό να βρούμε την ειρήνη· είναι δυνατό όμως παντού να βρούμε αυτήν, όπου ζουν με δικαιοσύνη και αρετή.
Αλλά μήπως έχουν ειρήνη οι αντεραστές; Καθόλου. Αλλά για ποιον θέλεις να πω; Ο πλεονέκτης με τον πλεονέκτη δε θα ειρήνευε ποτέ· διότι εάν βέβαια δεν ήσαν οι άνθρωποι δίκαιοι και επιεικείς μεταξύ τους, θα είχε διασπαστεί το ανθρώπινο γένος. Όπως ακριβώς δύο θηρία τα οποία πεινούν πολύ, αν δεν παρουσιαστεί μπροστά τους κάτι το οποίο μπορούν να φάνε, κατατρώγονται μεταξύ τους, έτσι θα γινόταν και με τους πλεονέκτες και τους κακούς. Ώστε δεν είναι δυνατόν να υπάρχει ειρήνη, εάν προηγουμένως δεν έχει κατορθωθεί η αρετή. Ας υποθέσουμε ότι κατασκευάζουμε μία πόλη, όπου όλοι οι πολίτες είναι πλεονέκτες και έχουν την ίδια αξία και τα ίδια δικαιώματα, και κανείς δεν ανέχεται να αδικείται, αλλά όλοι αδικούν· μήπως είναι δυνατόν να σταθεί εκείνη η πόλη; Καθόλου. Αλλά μήπως υπάρχει ειρήνη μεταξύ μοιχών; Δεν θα βρεις όμως ούτε δύο να ομονοούν.
Ώστε καμία άλλη αιτία δεν υπάρχει πάλι, παρά το ότι ψυχράνθηκε η αγάπη· η δε αιτία για το ότι ψυχράνθηκε η αγάπη, είναι ότι πληθύνθηκε η ανομία· διότι αυτό παρασύρει σε φιλαυτία και διαιρεί και σχίζει το σώμα και αποχαυνώνει και διασπά. Όπου όμως υπάρχει αρετή, κάνει το αντίθετο. Διότι ο μεν ενάρετος, και όταν είναι κύριος χρημάτων και όταν είναι χιλιάδες σε πτωχεία, δύναται να είναι ειρηνικός· ενώ οι πλεονέκτες, ακόμη και αν είναι δύο, ουδέποτε μπορούν να ειρηνεύσουν. Ώστε εάν εμείς είμαστε ενάρετοι, η αγάπη δεν αφανίζεται· διότι από την αγάπη γεννάται η αρετή, και η αρετή από την αγάπη. Και θα σας πω με ποιο τρόπο. Ο ενάρετος δεν προτιμά τα χρήματα από τη φιλία, ούτε μνησίκακος είναι, ούτε αδικεί τον πλησίον, ούτε υβρίζει, υπομένει τα πάντα με γενναιότητα. Από αυτά συνίσταται η αγάπη. Και πάλι, εκείνος ο οποίος αγαπά, όλα αυτά τα θέτει πλησίον. Έτσι βοηθούνται και συγκροτούνται μεταξύ τους.
Και αυτό μεν αποδεικνύεται εδώ, ότι από την αρετή γεννάται η αγάπη· διότι με το να πει: «Καὶ διὰ τὸ πληθυνθῆναι τὴν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν(:Και επειδή θα πληθυνθεί η κακία και η ανηθικότητα, θα ψυχρανθεί η αγάπη των πολλών προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, αυτών δηλαδή που στο όνομα μόνο είναι χριστιανοί και έχουν μία τυπική θρησκευτικότητα)»[Ματθ.24,12], αυτό φανέρωσε· και για το ότι από την αγάπη γεννάται η αρετή, «Μηδενὶ μηδὲν ὀφείλετε εἰ μὴ τὸ ἀγαπᾶν ἀλλήλους. Ὁ γὰρ ἀγαπῶν τὸν ἕτερον νόμον πεπλήρωκε(:Και σε σχέση με τα άλλα μέλη της κοινωνίας που δεν έχουν εξουσία ή αξίωμα, σας παραγγέλλω να μη χρωστάτε σε κανέναν τίποτε άλλο, παρά μόνο το να αγαπά ο ένας τον άλλον· διότι εκείνος που αγαπά τον άλλο, έχει εκπληρώσει με την αγάπη του αυτή όλο τον νόμο)»[Ρωμ.13,8], λέγει. Ώστε ένα από τα δύο πρέπει να υπάρχει, ή να είναι κανείς πολύ φιλικός και να αγαπά ή πολύ ενάρετος. Διότι εκείνος ο οποίος έχει το ένα, αποκτά κατ’ ανάγκη και το άλλο· και το αντίθετο, εκείνος ο οποίος δεν αγαπά, θα διαπράξει και πολλά κακά· εκείνος ο οποίος διαπράττει το κακό, ούτε να αγαπά γνωρίζει.
Ας επιδιώξουμε, λοιπόν, την αγάπη· διότι είναι φρούριο στο να μην επιτρέψει να πάθουμε κανένα κακό. Ας συνδέσουμε λοιπόν τους εαυτούς μας. Τίποτε δόλιο ή ύπουλο ας μην υπάρχει μεταξύ μας. Τίποτε τέτοιο δεν υπάρχει, όπου υπάρχει η αγάπη. Το είπε δε αυτό κάποτε και κάποιος άλλος σοφός άνδρας, ο Σειράχ: «Ἐπὶ φίλον ἐὰν σπάσῃς ῥομφαίαν, μὴ ἀπελπίσῃς, ἔστι γὰρ ἐπάνοδος·ἐπὶ φίλον ἐὰν ἀνοίξῃς στόμα, μὴ εὐλαβηθῇς, ἔστι γὰρ διαλλαγή· πλὴν ὀνειδισμοῦ καὶ ὑπερηφανίας καὶ μυστηρίου ἀποκαλύψεως καὶ πληγῆς δολίας, ἐν τούτοις ἀποφεύξεται πᾶς φίλος(:Εάν σε στιγμή παραφοράς ανασύρεις φανερά την μάχαιρα εναντίον του φίλου σου, μην απελπιστείς, διότι είναι δυνατή η επανόρθωση και αποκατάσταση της φιλίας. Εάν ανοίξεις το στόμα σου και καταφερθείς εναντίον του φίλου σου, μη φοβηθείς, διότι είναι δυνατόν να υπάρξει συνδιαλλαγή και συμφιλίωση. Μόνον εάν τον υβρίσεις και φερθείς προς αυτόν με υπερηφάνεια και φανερώσεις τα μυστικά του και δολίως τον πληγώσεις, τότε ο φίλος σου θα απομακρυνθεί οριστικά από εσένα)»[Σοφ. Σειρ.22,21-22]·στο να αποκαλύψεις δηλαδή μυστικά.
Αν, λοιπόν, είμαστε όλοι φίλοι, ούτε μυστικά χρειάζονται· διότι όπως ακριβώς κανείς δεν έχει μυστικά από τον εαυτό του, ούτε μπορεί να αποκρύψει κάτι από τον εαυτό του, έτσι ούτε από φίλους. Εάν δεν υπάρχουν λοιπόν μυστικά, είναι αδύνατη η διακοπή της φιλίας. Διότι για κανένα άλλο λόγο δεν έχουμε μυστικά, παρά διότι δεν έχουμε θάρρος προς όλους· ώστε το ότι ψυχράνθηκε η αγάπη δημιουργεί μυστικά. Διότι τι έχεις μυστικό; Θέλεις να αδικήσεις τον πλησίον; Ή τον εμποδίζεις να μετάσχει στην απόλαυση κάποιου αγαθού και δι’ αυτού κρύβεις τα έργα σου; Τίποτε από αυτά· αλλά ντρέπεσαι; Λοιπόν αυτό είναι απόδειξη του ότι δεν υπάρχει οικειότητα και θάρρος. Αν λοιπόν υπάρχει αγάπη, δε θα υπάρχει αποκάλυψη μυστικών αλλά ούτε περιφρόνηση και εξευτελισμός.
Διότι, πες μου, ποιος θα κατηγορούσε τη δική του ψυχή; Εάν όμως γίνει, θα γίνει προς όφελος. Διότι και τα παιδιά τα κατηγορούμε, αλλά επειδή θέλουμε να τα παιδεύσουμε· και ο Χριστός τότε άρχισε να κατηγορεί τις πόλεις, λέγοντας: «Οὐαί σοι, Χοραζίν, οὐαί σοι, Βηθσαϊδά(:Αλίμονό σου, Χοραζίν, αλίμονό σου Βηθσαϊδά)»[Λουκά, 10,13], αλλά για να απαλλάξει αυτές από την κατηγορία στην Κρίση· διότι τίποτε δεν δύναται να καταπραΰνει τόσο τη διάνοια και να την ανασηκώσει και ενώ είναι αποχαυνωμένη να την ανορθώσει. Ας μην κατηγορούμε λοιπόν ο ένας τον άλλον χωρίς λόγο. Διότι τι; Για χρήματα τον κατηγορείς αυτόν; Καθόλου, εάν βέβαια όλα όσα αποκτάς είναι κοινά. Μήπως για αμαρτίες; Ούτε όμως για αυτό, αλλά μάλλον το κάνεις προς διόρθωση. «Καὶ πληγῆς δολίας(:Και με δόλιο τρόπο τον πληγώσεις)»[Σοφ. Σειρ.22,22], λέγει. Ποιος όμως θα φονεύσει τον εαυτό του; Ποιος θα τον πληγώσει; Κανείς.
Ας επιδιώκουμε λοιπόν την αγάπη. Δεν είπε απλώς να αγαπάμε, αλλά να επιδιώκουμε να καλλιεργούμε την αγάπη: «Διώκετε τὴν ἀγάπην· ζηλοῦτε δὲ τὰ πνευματικά, μᾶλλον δὲ ἵνα προφητεύητε(:Αφού λοιπόν τόσο πολύ υπερέχει η αγάπη, να επιδιώκετε με επιμονή να την αποκτήσετε. Και να επιθυμείτε με ζήλο τα πνευματικά χαρίσματα, και περισσότερο την έμπνευση του προφητικού χαρίσματος, για να διδάσκετε τους πιστούς)»[Α΄Κορ.14,1]. Χρειάζεται πολλή φροντίδα· ταχέως εξαφανίζεται, αλλά είναι και πολύ ταχεία στο να αναχωρεί· τόσα πράγματα σε αυτή τη ζωή την καταστρέφουν. Αν την επιδιώκουμε, δεν θα προφτάσει να απέλθει, αλλά ταχέως θα τη συγκρατήσουμε. Η αγάπη του Θεού ένωσε τον ουρανό με τη γη· η αγάπη του Θεού κάθισε τον άνθρωπο στο βασιλικό θρόνο· η αγάπη του Θεού φανέρωσε τον Θεό επί της γης· η αγάπη του Θεού έκανε τον Κύριο δούλο· η αγάπη του Θεού έκανε να σταυρωθεί προς χάριν των εχθρών ο αγαπητός, προς χάριν των μισούντων ο Υιός, προς χάριν των δούλων ο δεσπότης, προς χάριν των ανθρώπων ο Θεός, προς χάριν των δούλων ο ελεύθερος. Και ούτε μέχρι εδώ σταμάτησε, αλλά και σε μεγαλύτερα μας κάλεσε· διότι δεν μας απάλλαξε από τα προηγούμενα κακά μόνο, αλλά και υποσχέθηκε ότι θα μας δωρίσει άλλα πολύ μεγαλύτερα. Υπέρ όλων αυτών λοιπόν αφού ευχαριστήσουμε τον Θεό, κάθε αρετή ας αποκτήσουμε, για να καταξιωθούμε να επιτύχουμε τα αγαθά που μας έχει υποσχεθεί με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και στο Άγιο Πνεύμα ανήκει δόξα, δύναμη, τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
πηγή: https://ethnegersis.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου