Καὶ τὰ
Φῶτα, ὅπως τὰ Χριστούγεννα καὶ ἡ Ὕψωσις τοῦ Σταυροῦ, ἔχουν μεθέορτη Κυριακή,
Κυριακὴ μετὰ τὰ Φῶτα. Ἀκοῦμε τὸ Εὐαγγέλιο:
Ἐκεῖνο
τὸν καιρό, ὁ Χριστός, ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι παραδόθηκε ὁ Ἰωάννης, ἀνεχώρησε
στὴν Γαλιλαία. Καὶ ἀφοῦ ἄφησε τὴν Ναζαρέτ, ἦρθε καὶ ἐγκαταστάθηκε στὴν
παραθαλάσσια Καπερναούμ, στὰ σύνορα Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ, γιὰ νὰ ἐκπληρωθῆ ὁ
λόγος τοῦ προφήτου Ἡσαΐου, ποὺ ἔλεγε˙ «Γῆ Ζαβουλὼν καὶ γῆ Νεφθαλείμ, στὸν
παραθαλάσσιο δρόμο πάνω ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, ὅπου εἶναι ἡ Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ἐκεῖ
ὁ λαὸς ποὺ καθόταν στὸ σκοτάδι εἶδε φῶς μεγάλο, καὶ ὅσοι κάθονταν στὴν χώρα ποὺ
ἐξουσιάζει ὁ θάνατος φάνηκε φῶς». Ἀπὸ τὸτε ἄρχισε ὁ Ἰησοῦς νὰ κηρύττη καὶ νὰ
λέγη˙ Μετανήσατε, διότι ἔφθασε ἡ ὥρα τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Ἔκπληξι καὶ θαυμασμὸ προκαλεῖ ὁ σεβασμὸς τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν πρόδρομό του. Ὅσο ὁ Ἰωάννης ἑτοιμάζει τὸν δρόμο γιὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Κυρίου, ὁ Ἰησοῦς τὸν ἀφήνει νὰ ὁλοκληρώση τὴν ἀποστολή του. Δὲν ἀρχίζει τὸ δικό του ἔργο. Καὶ μόνον ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι ὁ Ἰωάννης παραδόθηκε, τότε ξεκίνησε. Ἀπὸ ποῦ; Ὁ Ἰησοῦς μέχρι τὴν ἡλικία τῶν τριάντα ἐτῶν ζοῦσε καὶ μεγάλωνε καὶ ἐργαζόταν στὴν Ναζαρέτ. Μὲ τὴν εἴδησι τῆς παραδόσεως τοῦ Ἰωάννου ἐγκατέλειψε τὴν Ναζαρὲτ καὶ ἦρθε στὴν Καπερναούμ. Ἡ Καπερναοὺμ ἦταν παραθαλάσσια πόλις τῆς Γαλιλαίας, στὰ σύνορα τῶν δύο φυλῶν τοῦ Ἰσραήλ, Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ. Ἡ δὲ Γαλιλαία καταλαμβάνει τὸ βόρειο μέρος τῆς Παλαιστίνης, στὸ νότο εἶναι ἡ Ἰουδαία, καὶ ἐνδιάμεσα ἡ Σαμάρεια. Ἔρχεται λοιπὸν ὁ Κύριος στὴν Καπερναοὺμ καὶ τὴν κάνει κέντρο τῆς ἱεραποστολῆς του. Δὲν ἐπέλεξε τὴν πρωτεύουσα, τὰ Ἰεροσόλυμα, ἀλλὰ μία πόλι τῆς Γαλιλαίας. Καταγράφοντας τὰ γεγονότα ὁ εὐαγγελιστής, ἴσως εἶχε τὴν ἀπορία γιὰ τὴν ἐπιλογὴ τῆς πόλεως, ἀλλὰ θυμήθηκε καὶ παρέθεσε τὴν σχετικὴ προφητεία τοῦ Ἡσαΐου, ποὺ λύνει τὴν ὅποια ἀπορία. Ὡς καὶ γιὰ τὸν τόπο ἐνάρξεως τοῦ ἔργου τοῦ Κυρίου μας ὑπάρχει προφητεία. Καθορίζεται μὲ σαφήνεια καὶ ἀκρίβεια ὁ τόπος ἐνάρξεως τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Κυρίου μας. Ὄχι μόνον τοπικά, ἀλλὰ καὶ σὲ βάθος. Δὲν ἐπέλεξε ὁ Κύριος τὰ Ἰεροσόλυμα, γιὰ νὰ μὴν θεωρηθῆ τὸ ἔργο του ἰουδαϊκὴ ὑπόθεσις, ποὺ ἀφορᾶ δηλαδὴ μόνον στοὺς Ἰουδαίους. Ἐπιλέγει τὴν Καπερνανούμ, διότι βρίσκεται σὲ ἕνα τόπο, ὅπου ἐκπροσωποῦνται ὅλα τὰ ἔθνη. Ἐδῶ εἶναι ἡ «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν». Ὑπάρχουν ἐδῶ πόλεις ποὺ οἱ κάτοικοί τους προέρχονται ἀπὸ διάφορα μέρη τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου. Αὐτοὶ θὰ ἀκούσουν καὶ θὰ μεταφέρουν τὸ νέο μήνυμα, τὸ «εὐαγγέλιο», στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης. Τὸ σωτήριο ἔργο τοῦ Κυρίου μας ἀπευθύνεται σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὄχι μόνον στοὺς Ἰουδαίους. Γιὰ νὰ τὸ ἀκούσουν λοιπὸν ὅλοι, ἐπιλέγει ὁ Κύριος τήν «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν». Οἱ προφητεῖες ἀποκαλύπτουν τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ποὺ προβλέπει τὰ πάντα, μέχρι καὶ τὴν πιὸ μικρὴ λεπτομέρεια. Καὶ οἱ προφητεῖες ἀποτελοῦν τὴν μεγάλη βεβαίωσι γιὰ τὴν ἀλήθεια τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὅ,τι εἰπώθηκε προφητικὰ, ἐπαληθεύθηκε.
Ἄρχισε
τὸ κήρυγμα καὶ τὴν διδασκαλία του ὁ Κύριος. Καὶ ποιὸ ἦταν τὸ θέμα; Ἡ Μετάνοια.
Τί πρωτοκήρυξε ὁ Κύριος; Τὴν Μετάνοια. Ἔλεγε˙ «Μετανοεῖτε˙ ἤγγικε γὰρ ἡ
βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Ἡ σωτηρία ἔρχεται μέσω τῆς μετανοίας. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ
Πρόδρομος στὴ ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου καλεῖ τὸν κόσμο σὲ μετάνοια. Ἡ προετοιμασία
τῶν ἀνθρώπων γιὰ νὰ δεχθοῦν καὶ ἀποδεχθοῦν τὸν Μεσσία Χριστό, εἶναι ἡ Μετάνοια.
Ἡ «φωνὴ βοῶντος ἐν ἐρήμῳ» εἶναι τὰ λόγια˙ «Μετανοεῖτε˙ ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία
τῶν οὐρανῶν». Αὐτὸ κήρυττε ὁ Ἰωάννης˙ Μετάνοια.
Εἶναι
τόσο σημαντικὸ θέμα ἡ Μετάνοια, εἶναι τόσο ἀναγκαία ἡ Μετάνοια, ὥστε καὶ ὁ
ἴδιος ὁ Κύριος, ὅταν ἄρχισε τὸ κήρυγμά του, τὸ ἄρχισε μὲ τὰ ἴδια λόγια τοῦ
Ἰωάννου˙ «Μετανοεῖτε˙ ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Τὸ πρῶτο καὶ
σημαντικότερο κήρυγμα καὶ τοῦ Προδρόμου καὶ τοῦ Χριστοῦ μας εἶναι ἡ Μετάνοια.
Διότι δρόμος σωτηρίας χωρὶς μετάνοια δὲν ὑπάρχει. Ἡ εἴσοδος τῆς βασιλείας τῶν
οὐρανῶν εἶναι μία, ἡ Μετάνοια. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος ἔλεγε˙ «Οὐκ ἦλθον καλέσαι
δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν».
Ἀλλὰ καὶ
οἱ Ἀπόστολοι τοῦ Κυρίου μας τὸ πρῶτο ποὺ κήρυξαν ἦταν ἡ Μετάνοια. Τὴν ἡμέρα τῆς
Πεντηκοστῆς, τὴν ἡμέρα ποὺ μπῆκε στὴν ἱστορία ἡ Ἐκκλησία, τὰ πλήθη ποὺ
συγκεντρώθηκαν λόγῳ τῆς «βιαίας πνοῆς», ρώτησαν˙ «Τὶ ποιήσωμεν, ἄνδρες
ἀδελφοί;» Καὶ ὁ «Πέτρος ἔφη πρὸς αὐτοὺς˙ μετανοήσατε…». Βλέπομε δηλαδὴ ὅτι καὶ
τὸ ἀποστολικὸ πρῶτο κήρυγμα εἶναι ἡ Μετάνοια.
Ἡ
συνέχεια τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας μὲ τοὺς Πατέρες δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ
κήρυγμα καὶ πρόσκλησι γιὰ Μετάνοια. Ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες μας εἶναι κήρυκες
Μετανοίας. Ὄχι μόνον μὲ λόγους, ἀλλὰ πρωτίστως εἶναι εἰκόνες καὶ ζωντανὰ
παραδείγματα μετανοίας. Πρῶτα βιώνουν τὴν Μετάνοια καὶ μετὰ τὴν κηρύττουν.
Μάλιστα ἔχομε περίπτωσι ἁγίου πατρός, ὁ ὁποῖος ἄρχιζε καὶ τελείωνε ὅλα τὰ
κηρύγματα καὶ τὶς διδαχές του μὲ τό˙ «Μετανοεῖτε», καὶ ἔμεινε στὴν
ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία μὲ αὐτὸ τὸ ἐπώνυμο, «Νίκων ὁ Μετανοεῖτε».
Ἡ δὲ
ἐκκλησιαστικὴ γραμματεία εἶναι γεμάτη ἀπὸ πατερικὰ ἔργα ποὺ ἔχουν ὡς θέμα τὴν
Μετάνοια. Καὶ θὰ ἐξακολουθοῦν νὰ γράφωνται λόγοι, κηρύγματα καὶ πραγματεῖες
σχετικὰ μὲ τὴν Μετάνοια. Διότι ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ἡ Μετάνοια. Ἡ
Ἐκκλησία συνεχίζει τὸ ἐργο τοῦ Χριστοῦ. Καλεῖ τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν
καὶ φυλῶν σὲ σωτηρία. Καὶ δὲν ἐπιτυγχάνεται ἡ σωτηρία χωρὶς Μετάνοια. Πάντα
ἐπίκαιρο, πάντα ἀναγκαῖο, πάντα σωτήριο θὰ παραμένει τὸ κήρυγμα τῆς Μετανοίας.
Καὶ δὲν μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία νὰ μὴν κηρύττη τὴν Μετάνοια, διότι δὲν μπορεῖ νὰ
ἀρνηθῆ τὸν ἑαυτό της. Ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει γιὰ νὰ μᾶς καλῆ σὲ σωτηρία, γιὰ νὰ μᾶς
καλῆ νὰ γίνουμε πολῖτες τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Καὶ αὐτὸ γίνεται μόνο μὲ τὴν
Μετάνοια.
Ἄμποτε
νὰ μὴν εἴμαστε «ἔρημος», ὅταν ἀκούγεται τὸ κήρυγμα τῆς Μετανοίας, ἀλλὰ νὰ
ἀποδεχθοῦμε τὴν πρόσκλησι καὶ νὰ πορευθοῦμε τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Ἡ «βασιλεία
τῶν οὐρανῶν ἤγγικε». Γιὰ τὸν καθένα μας ἡ «βασιλεία τῶν οὐρανῶν» ἦρθε, ἔφθασε.
Οἱ προθεσμίες τελείωσαν. Ὅμως ἔχομε Μετάνοια; Αὐτὸ εἶναι τὸ ζητούμενο ἀπὸ ἐμᾶς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου