Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2025

Οι επιπόλαιες διαγνώσεις των διαταραχών του φύλου στην ιατρική περίθαλψη


"Ο Hermes Postma των "Dutch Leaks"
 γράφει για την παρωδία της διάγνωσης της "δυσφορίας φύλου""

Από την ιστοσελίδα «Genspect»

Η Διάγνωση στην Ιατρική: Από τους τραυματισμούς στο γόνατο έως τη κεφαλαλγία.

Στην ιατρική, οι διαγνώσεις βασίζονται σε αντικειμενικά στοιχεία. Σκεφτείτε έναν ασθενή που πονάει στο γόνατο: ο γιατρός εξετάζει το γόνατο και εάν χρειαστεί, παραγγέλνει μια ακτινογραφία. Η ακτινογραφία μπορεί να αποκαλύψει ρήξη χόνδρου, -μια σαφή, αναγνωρίσιμη βλάβη. Η διάγνωση κατευθύνει σε έναν διαγνωστικό αλγόριθμο και προτείνει τη θεραπεία. Αλλά υπάρχουν καταστάσεις που δεν σχετίζονται με μετρήσιμα στοιχεία. Για παράδειγμα, καμία ακτινογραφία δεν ανιχνεύει τη κεφαλαλγία. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι γιατροί χρησιμοποιούν τη λεγόμενη διαφορική διάγνωση, απαριθμώντας πιθανές αιτίες όπως ένα κτύπημα στο κεφάλι, κατάχρηση αλκοόλ, ημικρανίες ή άγχος, και στη συνέχεια τις αποκλείουν διαδοχικά μέσω της εργαστηριακής έρευνας και της κλινικής τους κρίσης.

Εν ολίγοις, στις ασθένειες:
  • Μπορεί να υπάρχουν μετρήσιμα στοιχεία, που οδηγούν σε συγκεκριμένες διαγνώσεις με βάση τα αδιάσειστα τεκμήρια.
  • Μπορεί να μην υπάρχου μετρήσιμα στοιχεία, οπότε απαιτείται λογική διαδικασία διαφορικής διάγνωσης και κατόπιν προσεκτική αξιολόγηση των δεδομένων ώστε να τεθεί η διάγνωση.
Και στις δύο περιπτώσεις, δύο αρχές εφαρμόζονται στην υποστήριξη του αρρώστου: «Να μη βλαφθεί ο άρρωστος » και «In dubio abstine – Σε περίπτωση αμφιβολίας, δεν παρεμβαίνουμε».

oi epipolaies diagnoseis ton diataraxon tou fylou stin iatriki perithalpsi 01


Η ιδιαίτερη περίπτωση της Δυσφορίας Φύλου

Η διάγνωση της Δυσφορίας Φύλου εμπίπτει σαφώς στη δεύτερη κατηγορία νοσημάτων και η μεθοδολογία που χρησιμοποιείται για την επιβεβαίωση της διάγνωσης πρέπει να είναι η διαφορική διάγνωση.

Το 1980, το DSM-III ταξινόμησε τη Διαταραχή Ταυτότητας Φύλου - Gender Identity Disorder (GID), ως ψυχιατρική πάθηση στις «ψυχοσεξουαλικές διαταραχές». Η GID περιέγραφε τη σοβαρή αποσύνδεση μεταξύ του φύλου γέννησης ενός ατόμου και του βιωμένου ρόλου του φύλου του. Μερικοί ψυχίατροι θεώρησαν την πεποίθηση «είμαι το αντίθετο φύλο» ως παραληρηματική, καθώς έρχεται σε αντίθεση με τη βιολογική πραγματικότητα, ωστόσο η GID δεν χαρακτηρίστηκε επίσημα ως ψυχωσική διαταραχή, όπως η σχιζοφρένεια. Παρόλα αυτά, παρέμεινε μια αναγνωρισμένη ψυχική πάθηση.

Το DSM-IV μετατόπισε την εστίαση, από την ίδια τη διαταραχή, δηλ. την ασυμφωνία βιολογικής πραγματικότητας και προσωπικής αίσθησης, στην αγωνία που προκαλείται από αυτήν την αποσύνδεση. Όχι στην διαταραχή καθαυτή.

Με το DSM-5, ο ακτιβισμός οδήγησε στην υιοθέτηση του όρου «Δυσφορία Φύλου», πιέζοντας για την αποπαθολογικοποίηση της τρανς ταυτότητας.

Αυτή η μετατόπιση είχε συνέπειες:
  • Το βάρος και η αντιμετώπιση της νόσου μετακινήθηκαν από την διαταραχή της αυτοαντίληψης, στην αίσθηση της «ταυτότητας».
  • Η δημιουργία «ταυτότητας φύλου» άρχισε να θεωρείται ουδέτερη ή φυσιολογική τακτική.
  • Μόνο η δυσφορία που συνοδεύει την ασυμφωνία φύλου παρέμεινε ως (παθολογική) διάγνωση
Αυτό δημιούργησε ένα πρόβλημα: η ταυτότητα από μόνη της δεν αποτελεί ιατρική πάθηση και δεν δικαιολογεί θεραπεία. Για να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα, οι κλινικοί γιατροί ανέπτυξαν κριτήρια που συνδυάζουν τις εμπειρίες τρανς ταυτότητας με την αναφερόμενη «ταλαιπωρία/ βάσανο». Αυτά τα κριτήρια προσπαθούν να δώσουν την εντύπωση κάποιας ιατρικής αναγκαιότητας για θεραπείες όπως ορμόνες ή χειρουργικές επεμβάσεις.

Πώς η κυκλική συλλογιστική παρεμποδίζει την έγκυρη διαγνωστική

Οι ιατροί φύλου συχνά ακολουθούν μια ελαττωματική διαδικασία: οι ασθενείς συμπληρώνουν τυποποιημένα ερωτηματολόγια που απλώς επιβεβαιώνουν τις υποθέσεις της αρχικής τους παραπομπής. Ένας ασθενής, ο οποίος αυτοπροσδιορίζεται ως τρανς, απαντά καταφατικά στις ερωτήσεις και το αποτέλεσμα τον χαρακτηρίζει ως τρανς. Αυτή η κυκλική συλλογιστική - «Είσαι τρανς επειδή λες ότι είσαι τρανς» - στερείται ανεξάρτητης παρατήρησης ή κριτικής διαφορικής διάγνωσης εκ μέρους του γιατρού. Το διαγνωστικό ερωτηματολόγιο λειτουργεί ως γραφειοκρατική συγκάλυψη, καθώς δίνει την εντύπωση πως όλα όσα συμπληρώνονται οδηγούν σε λεπτομερή ψυχολογική διερεύνηση, ενώ στη πράξη αποτυγχάνουν να διερευνήσουν εάν η τρανς αυτοαναγνώριση προέρχεται εξαιτίας άλλων υποκειμένων προβλημάτων.

Κλινική Πρακτική: Πώς οι κλινικοί γιατροί παρακάμπτουν τη διαφορική διάγνωση

Η διαφορική διάγνωση, πολύ κρίσιμη στα ψυχολογικά προβλήματα, διενεργείται μεν τυπικά, αλλά ουσιαστικά αγνοείται στα ιατρεία και τις κλινικές φύλου. Οι κλινικοί γιατροί κάνουν κάποιες ερωτήσεις για να ισχυριστούν ότι διερεύνησαν την υπόθεση, αλλά ποτέ δεν εκδίδουν αρνητική διάγνωση (δηλαδή, ότι το παιδί δεν είναι τρανς). Καταγράφουν τις πληροφορίες ακόμη και τις αντιρρήσεις από τους γονείς ή την οικογένεια, αλλά ποτέ δεν τις αντιμετωπίζουν ως λόγους για να καταλήξουν σε αρνητική διάγνωση. Οι ειδικοί δίνουν προτεραιότητα στις αυτοαναφορές, και προσπαθώντας να μειώσουν τη νομική τους ευθύνη, ισχυρίζονται ότι «άκουσαν τους πάντες».

Αυτό δημιουργεί μια επιπόλαια διάγνωση, καθώς ενώ η διαδικασία δείχνει διεξοδική, ωστόσο δεν διενεργεί τεκμηριωμένους ελέγχους, και αγνοεί εναλλακτικές διαγνώσεις.

Συνέπεια: Μεγάλοι Κίνδυνοι για τους Ασθενείς, τις Οικογένειες και την Υγειονομική Περίθαλψη

Αυτό το ελαττωματικό διαγνωστικό μοντέλο εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους:
  • Οι ασθενείς παθαίνουν μόνιμη βλάβη από τις ακατάλληλες θεραπείες.
  • Οι οικογένειες υποφέρουν από συναισθηματική καταστροφή καθώς οι κλινικοί γιατροί απορρίπτουν ή και περιφρονούν τις ανησυχίες τους.
  • Το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης χάνει την εμπιστοσύνη του κοινού.
Συνήθως, οι επικίνδυνες θεραπείες, όπως εκείνες που παρεμβαίνουν στο φύλο, απαιτούν σωστή διάγνωση και ενημερωμένη συγκατάθεση. Στην υγειονομική περίθαλψη για τα φύλα, οι κλινικοί γιατροί εφαρμόζουν αυτές τις προϋποθέσεις με ανησυχητική χαλαρότητα.

Οι ασφαλιστικές εταιρίες δεν μπορούν να αγνοούν το πρόβλημα.

Η λανθασμένη μέθοδος διάγνωσης εγείρει κρίσιμα νομικά και οικονομικά ζητήματα.

Ένα εξ’ αυτών είναι και η επιστροφή των αποζημιώσεων που χορηγήθηκαν για λάθος διαγνώσεις

Οι ασφαλιστικές εταιρίες αποζημιώνουν θεραπείες με βάση διαγνωστικούς κωδικούς. Εάν αυτές οι διαγνώσεις αποδειχθούν συστηματικά λανθασμένες, ακολουθούν νομικές συνέπειες: 
  • Οι ασφαλιστικές εταιρίες μπορούν να απαιτήσουν επιστροφές χρημάτων από τους ασφαλισμένους ή από το υγειονομικό σύστημα για καταχρηστικές πληρωμές.
  • Οι ασθενείς και οι οικογένειες μπορούν να μηνύσουν τους υγειονομικούς για αμέλεια ή κακή πρακτική.
  • Σε ακραίες περιπτώσεις, αυτό θα μπορούσε να συνιστά απάτη στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης.
Τώρα που οι επιφυλάξεις διατυπώνονται δημόσια, οι ασφαλιστικές εταιρίες δεν μπορούν να ισχυριστούν άγνοια. Η συνεχής χρηματοδότηση αυτών των θεραπειών τις καθιστά συνένοχους σε πιθανή ιατρική κακή πρακτική.

Ας δώσουμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα: Ένα νεαρό άτομο λαμβάνει θεραπεία επιβεβαίωσης φύλου βάσει ερωτηματολογίου, δεν διενεργείται διεξοδική διαφορική διάγνωση και δεν λαμβάνεται υπόψη η άποψη της οικογένειας. Χρόνια αργότερα, το νεαρό άτομο αντιμετωπίζει σοβαρές σωματικές και ψυχολογικές συνέπειες. Οι γονείς του μαθαίνουν ότι η διαγνωστική διαδικασία δεν πληρούσε τα ιατρικά πρότυπα. Θεωρούν τους γιατρούς υπεύθυνους για αμέλεια και τον ασφαλιστικό φορέα ή την κλινική υπεύθυνους επίσης για αμέλεια, διότι χρηματοδότησαν ή ανέχθηκαν κατώτερης ποιότητας περίθαλψη.

Συμπέρασμα:
  • Οι τρέχουσες πρακτικές διάγνωσης φύλου δεν πληρούν τα ιατρικά πρότυπα
  • Δεν είναι βασισμένες σε αντικειμενικά μετρήσιμες παραμέτρους.
  • Βασίζονται στην κυκλικά τροφοδοτούμενη συλλογιστική που στηρίζεται στον αυτοπροσδιορισμό.
  • Απορρίπτουν τη συμβολή της οικογένειας.
  • Υπονομεύουν τη διαφορική διάγνωση.
  • Τα παιδιά διατρέχουν κίνδυνο μή αναστρέψιμης βλάβης από τις «θεραπείες».
Οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης, οι ασφαλιστικές εταιρίες και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να δράσουν. Η ιατρική ηθική απαιτεί: «Να μην γίνεται κακό και να μην γίνονται επεμβάσεις εάν δεν γνωρίζουμε».

πηγή: https://aktines.blogspot.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου