Πρὸ ἐτῶν εἰς δικαστήριον τῶν Ἀθηνῶν ἐδικάζετο μία ὑπόθεσις. Εἰς τὸ ἐδώλιον τοῦ κατηγορουμένου ἐκάθητο νέος, ἡλικίας 25 ἐτῶν. Εἶχε μηνυθῆ διʼ ἀπαγωγὴν νεάνιδος. Κατεδικάσθη εἰς δύο ἐτῶν φυλάκισιν. Ὁ κατηγορούμενος, ὅταν ἤκουσε τὴν καταδίκην του, ἐγένετο ἔξω φρενῶν. Ἐκ τοῦ στόματός του ἐξῆλθε βόρβορος˙ ἐξῆλθον ὕβρεις φοβεραί, ἀκατανόμαστοι κατὰ τῶν δικαστῶν. Αἱ ἐφημερίδες μὲ ἀποσιωπητικὰ ἐσημείωσαν τὰς αἰσχρὰς ὕβρεις. Δὲν ἤθελον, βλέπετε, νὰ μολύνουν τὸν χάρτην, τὸν ὁποῖον ἐν τούτοις δὲν παύουν νὰ μολύνουν μὲ ἄλλας λέξεις καὶ φράσεις, ποὺ ὑπονοοῦν αἰσχρότερα τῶν ὅσων ἐξεστόμισεν ἐν τῷ δικαστηρίῳ ὁ νέος. Ἀλλʼ ἄς εἶνε. Τὸ θέμα δὲν εἶνε αὐτό. Εἶνε ἄλλο.
Ὁ νέος, εἴπομεν, ὕβρισε χυδαιότατα τοὺς δικαστάς του. Εἶνε καὶ τὸ γεγονὸς αὐτὸ χαρακτηριστικὸν τῆς διαφθορᾶς τῆς συγχρόνου νεότητος. Δεικνύει τὴν τάσιν τῶν νέων νὰ μὴ σέβωνται τίποτε, ἀλλὰ καὶ εἰς τοὺς πλέον ἱεροὺς τόπους νὰ συμπεριφέρωνται ὡς νὰ εὑρίσκωνται εἰς ἀχυρῶνα τετραπόδων, εἰς τὰ περιβόητα, ἠθέλομεν νὰ εἴπωμεν, κέντρα συγχρόνου διασκεδάσεως, εἰς τὰ ὁποῖα ἄφρων καὶ ἀκόλαστος νεότης, ὑπὸ τοὺς ἤχους μπουζουκίων, θραύει πιάτα καὶ ὀργιάζει...
* * *
Ὕβρισε χυδαίως τοὺς δικαστάς του ὁ νέος, γέννημα καὶ θρέμμα μιᾶς Ἑλλάδος, εἰς τὴν ὁποίαν πρὸ Χριστοῦ ὁ φιλόσοφος τῶν Ἀθηνῶν, καταδικασθεὶς ἀδίκως εἰς τὴν ἐσχάτην τῶν ποινῶν, δὲν ἐξέφερεν ὑβριστικοὺς λόγους κατὰ τῶν δικαστῶν, ἀλλὰ πίνων τὸ κώνειον καὶ ἀποθνήσκων ἐξηκολούθει νὰ διδάσκῃ περὶ τοῦ σεβασμοῦ πρὸς τοὺς νόμους.
Τὸ Δικαστήριον, ὡς ἦτο ἐπόμενον, δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ ἀντιπαρέλθῃ ἀδιάφορον τὴν ὕβριν. Ὁ νέος ἐκάθησεν ἐκ νέου εἰς τὸ ἐδώλιον. Τοῦ ἀπηγγέλθῃ κατηγορία ἐπὶ ἐξυβρίσει τῶν δικαστῶν. Μάρτυρες κατηγορίας οἱ χωροφύλακες φρουροὶ τῆς αἰθούσης. Ὁ Εἰσαγγελεὺς ὑπῆρξε δριμύτατος εἰς τὴν ἀγόρευσίν του. «Ἡ περίπτωσις αὐτὴ – εἶπεν - εἶνε μοναδικὴ εἰς τὰ Ἑλληνικὰ δικαστηριακὰ χρονικά». Ἐζήτησε τὴν καταδίκην του. Τὸ Δικαστήριον κατεδίκασε τὸν ὑβριστὴν τῆς Δικαιοσύνης εἰς δύο ἐτῶν φυλάκισιν.
Σκληρὸν μάθημα ἔλαβεν ὁ ὑβριστὴς νέος, ποὺ θὰ τὸ ἐνθυμῆται εἰς ὅλην του τὴν ζωήν. Ὅσοι δὲ ἄλλοι ἔχουν παρομοίας τάσεις καὶ εἶνε ἕτοιμοι νὰ ὑβρίσουν δικαστάς, ἀκούοντες τώρα τὴν καταδίκην αὐτήν, ἀσφαλῶς θὰ σωφρονισθοῦν καὶ δὲν θὰ τολμήσουν νὰ ἐπαναλάβουν τὸ ἴδιον. Θὰ ἵστανται μὲ σεβασμόν, μὲ ἐξωτερικὸν τουλάχιστον σεβασμόν, καὶ θὰ ὁμιλοῦν μὲ εὐπρέπειαν γλώσσης ἐνώπιον τῶν δικαστῶν. Ἐνῷ, ἐὰν ὁ ἐκτραπεῖς εἰς δεινὰς ὕβρεις νέος ἔμενεν ἀτιμώρητος, τότε οἱ ἄλλοι νέοι θʼ ἀπεθρασύνοντο καὶ θὰ ἦτο ἀδύνατον πλέον νὰ καθήσουν εἰς τὰς ἕδρας δικασταὶ καὶ νὰ δικάσουν. Θὰ περιελούοντο μὲ κρουνοὺς ὕβρεων ἀπὸ τοὺς κατηγορουμένους, καὶ αἱ δειναὶ ὕβρεις κατὰ τῆς Ἑλληνικῆς Δικαιοσύνης θὰ ἐθεωροῦντο ὡς εἶδος χιοῦμορ, χαριτωμένου εὐφυολογήματος, ποὺ ἀντὶ νὰ λυπῇ, θὰ ηὔφραινε τοὺς δικαστάς...
Πόσον περιστέλλει τὸ κακὸν μία αὐστηρὰ τιμωρία!
* * *
Λαμβάνοντες ἀφορμὴν ἀπὸ τὴν ἀνωτέρω θλιβερὰν περίπτωσιν, θέλομεν νὰ ἀπευθύνωμεν μίαν ἐρώτησιν, ὄχι μόνον πρὸς τοὺς δικαστάς, ἀλλὰ πρὸς ὅλας τὰς ἀρχὰς καὶ ἐξουσίας τοῦ μικροῦ μας Βασιλείου. Ἐρωτῶμεν˙ Ἐκτὸς τῶν ἀρχῶν καὶ ἐξουσιῶν, ποὺ πρέπει οἱ Ἕλληνες πολῖται νὰ σεβώμεθα, δὲν ὑπάρχει ἄλλη ἐξουσία, ἡ ὁποῖα νὰ ὑπέρκειται, ὅλων τῶν κρατικῶν ἐξουσιῶν, νὰ ὑπέρκειται καὶ αὐτοῦ ἀκόμη τοῦ ἀνωτάτου ἄρχοντος, τοῦ βασιλέως τῶν Ἑλλήνων; Ἀσφαλῶς ὑπάρχει. Εἶνε ὁ ἐν Τριάδι Θεός, ὁ εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας. Τοῦτον τὸν ἀληθινὸν Θεὸν διακηρύσσει ἐπισήμως τὸ πρῶτον ἄρθρον τοῦ ἰσχύοντος Ἑλληνικοῦ Συντάγματος. Οὗτος ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ὑπέρκειται πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας. Ἣ εἰκὼν τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Πατρός, ἡ εἰκὼν τοῦ Ἐσταυρωμένου, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, εἶνε ἐκεῖ ὑψηλά, εἰς τὰς αἰθούσας τῶν δικαστηρίων. Τὸ Εὐαγγέλιόν του εὑρίσκεται ἐπὶ τῆς ἕδρας τῶν δικαστῶν. Ἐπʼ αὐτοῦ ὁρκίζονται οἱ πάντες. Σεβασμός, ὄχι σχετικὸς ἀλλʼ ἀπόλυτος, ὀφείλεται εἰς τὸν Θεόν, εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, εἰς τὰ ὅσια καὶ ἱερὰ τῆς ἁγιωτάτης μας Θρησκείας, ἡ ὁποία θεωρεῖται ἐπίσημως θρησκεία τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους.
Ναί, σεβασμὸς ἀπόλυτος! Ἀλλὰ τί βλέπομεν καὶ τί ἀκούομεν; Ὁποῖον φρικτὸν θέαμα καὶ ἄκουσμα, ποὺ πρέπει νὰ συγκινήσῃ ἐκ βαθέων πᾶσαν ἑλληνικὴν καὶ χριστιανικὴν καρδίαν! Ὄχι εἶς, ὡς εἰς τὴν ἀνωτέρω περίπτωσιν τῆς ὕβρεως τῶν δικαστῶν, ἀλλὰ πολλοί, πλῆθος ἀναρίθμητον, καθημερινῶς ἀνοίγουν τὰ στόματά των καὶ ἐκσφενδονίζουν βόρβορον χυδαιοτάτων ὕβρεων καὶ βλασφημιῶν ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας, τῶν Ἁγίων καὶ παντὸς ὁσίου καὶ ἱεροῦ. Ἡ βλασφημία κατήντησεν εἰς τὸν τόπον μας μία ἀκίνδυνος συνήθεια, εἶδος ἀστείου, ποὺ ποικίλλει τὴν ζωὴν τῶν νεοελλήνων. Καὶ ὅμως πρόκειται περὶ βαρυτάτου ἐγκλήματος.
Τίς ὁ τιμωρῶν τὸ ἔγκλημα τοῦτο; Τίς ὁ ἀγανακτῶν; Τίς ὁ ὑπερασπίζων τὴν τιμὴν τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ; Τὰ ὄργανα τῆς τάξεως, τὰ ὁποῖα, μόλις ἀκούσουν κάποιον νὰ ὑβρίζῃ τὸν βασιλέα, ἀμέσως τὸν συλλαμβάνουν καὶ τὸν ὁδηγοῦν εἰς τὸ Τμῆμα καὶ τὸν μηνύουν αὐτεπαγγέλτως, δὲν δεικνύουν ἀνάλογον συγκίνησιν καὶ ταραχὴν ὅταν ἀκούουν χυδαίως νὰ βλασφημῆται ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριος τῶν κυριευόντων. Ἀδιαφοροῦν. Νὰ εἴπωμέν τι χειρότερον; Πολλοὶ ἐξ αὐτῶν, οἱ ὁποῖοι εἰς τὰ πηλήκιά των φέρουν τὸν Τίμιον Σταυρόν, ἔνδοξον σύμβολον τῆς μαρτυρικῆς μας Πατρίδος, στρατιῶται ἀλλὰ καὶ ἀξιωματικοί, βλασφημοῦν τὰ Θεῖα. Εὐσεβὴς νέος, κληθεὶς πρὸ καιροῦ διὰ νὰ ἐκπληρώσῃ τὴν στρατιωτικήν του θητείαν, ἔγραφεν ἐκ τοῦ κέντρου εἰς τὸ ὁποῖον ἐξεπαιδεύετο, ὅτι ἡ ζωή του ἐκεῖ εἶχε καταστῆ ἀνυπόφορος ἀπὸ τὰς βλασφημίας ποὺ ἠκούοντο εἰς τὸ κέντρον, ἀπὸ τῆς ὥρας τοῦ ἐγερτηρίου μέχρι τῆς ὥρας τοῦ σιωπητηρίου. Ὅλοι σχεδὸν ἐκεῖ ἐβλασφήμουν.
Καὶ ἐὰν ποτὲ κανεὶς ἐκ τῶν βλασφήμων τῶν ἱερῶν καὶ τῶν ὁσίων μηνυθῇ καὶ ὁδηγηθῇ ἐνώπιον τῶν δικαστηρίων μας, ποία ἡ τιμωρία του; Μικρὰ καὶ ἀσήμαντος, ἐν σχέσει πρὸς τὸ βαρύτατον ἔγκλημα. Ὁ δημόσιος κατήγορος, ὁ ὁποῖος εἰς ἄλλας περιπτώσεις παραβάσεως διατάξεων τοῦ Ποινικοῦ Κώδικος ἀγορεύει μὲ πυρίνην γλῶσσαν, προκειμένου περὶ βλασφημίας γίνεται ὑποτονικός, μόλις λέγει ὀλίγας λέξεις χλιαράς.
* * *
Ἡ βλασφημία εἰς τὸ Ἔθνος μας κυριολεκτικῶς ὀργιάζει. Μένει σχεδὸν ἀκαταδίωκτος καὶ ἀτιμώρητος. Αἱ ἐλάχισται τιμωρίαι ὀλίγων βλασφήμων μᾶλλον ὡς θωπεῖαι ἤ ὡς τιμωρίαι πρέπει νὰ λογίζωνται.
Ὅταν βλέπωμεν τοὺς μὲν ὑβριστὰς τῶν ὑψηλῶν προσώπων τῆς Πατρίδος μας νὰ τιμωρῶνται αὐστηρῶς πρὸς παραδειγματισμόν, τοὺς δὲ βλασφήμους τῶν Θείων νὰ μένουν ἀκαταδίωκτοι καὶ ἀτιμώρητοι, ἀνησυχοῦμεν διὰ τὸ μέλλον τοῦ Ἔθνους τούτου, τὸ ὁποῖον ἄλλοτε ἐτιμώρει αὐστηρῶς, καὶ εἰς θάνατον ἀκόμη, τοὺς ὑβριστὰς τῶν θεῶν, τοὺς ὁποίους ἐπίστευε... Φοβούμεθα ὅτι κάποια φοβερὰ συμφορὰ θὰ ἔλθῃ εἰς τὸν τόπον μας διὰ νὰ σωφρονισθῶμεν.
Ἑλλάς! Τιμωρεῖς μὲ αὐστηρὰς ποινὰς τοὺς ὐβριστὰς τῶν ἀρχόντων σου, τοὺς δὲ ὑβριστὰς τοῦ Θεοῦ; Μεγάλος λοιπὸν εἶνε ὁ βασιλεύς, μεγάλοι εἶνε οἱ δικασταί σου, μεγάλοι εἶνε οἱ πολιτικοί σου ἄρχοντες, ἀλλὰ μικρὸς ὁ Χριστός, μικρὰ ἡ Παναγία, μικροὶ οἱ Ἅγιοι. Τοῦτο τὸ εἴπομεν καὶ ἄλλοτε, καὶ δὲν θὰ παύσωμεν νὰ τὸ ἐπαναλαμβάνωμεν. 'Ἴσως συγκινηθῇ καμμία ψυχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου