Γεωργίου Ἰ. Βιλλιώτη
15-4-2020
«Μυσταγωγῶν σου, Κύριε, τοὺς μαθητάς, ἐδἰδασκες λέγων· Ὦ φίλοι, ὁρᾶτε, μηδεὶς ὑμᾶς χωρίσει μου φόβος· εἰ γὰρ πάσχω, ἀλλ’ ὑπὲρ τοῦ κόσμου. Μὴ οὖν σκανδαλίζεσθε ἐν ἐμοί· οὐ γὰρ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχήν μου λύτρον ὑπὲρ τοῦ κόσμου. Εἰ οὖν ὑμεῖς φίλοι μου ἐστέ, ἐμὲ μιμεῖσθε· ὁ θέλων πρῶτος εἶναι ἔστω ἒσχατος· ὁ δεσπότης ὡς ὁ διάκονος· μείνατε ἐν ἐμοί, ἵνα βότρυν φέρητε· ἐγὼ γάρ εἰμι τῆς ζωῆς ἡ ἄμπελος».
«Μυσταγωγῶν σου, Κύριε, τοὺς μαθητάς, ἐδἰδασκες λέγων»: Μυσταγωγῶντας, Κύριε, τοὺς μαθητές Σου, τοὺς δίδασκες λέγοντας. Μυσταγωγῶ σημαίνει ἄγω στὸ μυστήριο, εἰσάγω, μυῶ κάποιον στὰ μυστήρια, κατηχῶ. Ἡ καινὴ ζωὴ ποὺ χάρισε ὁ Κύριος στοὺς ἀνθρώπους εἶναι ἡ μυστηριακὴ ζωὴ ποὺ βιώνεται μόνο μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία φανερώνεται καὶ ἐκφράζεται στὰ μυστήρια. Καὶ ἡ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ μυσταγωγικὴ εἶναι. Σὲ ποιὸ μυστήριο ἐπρόκειτο νὰ εἰσάγῃ ὁ Κύριος τοὺς μαθητές Του; Στὸ μυστήριο τοῦ σταυρικοῦ θανάτου.
«Ὦ φίλοι, ὁρᾶτε, μηδεὶς ὑμᾶς χωρίσει μου φόβος», κανένας φόβος δὲν πρέπει νὰ σᾶς χωρίσῃ ἀπὸ Ἐμένα. Τί ὡραῖα ποὺ τὸ γράφει ὁ Ἀπόστολος; «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα; καθὼς γέγραπται ὅτι ἕνεκά σου θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν· ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς. ἀλλ’ ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διὰ τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς. πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα, οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» (Ρωμ.8, 35-39).
«εἰ γὰρ πάσχω, ἀλλ’ ὑπὲρ τοῦ κόσμου», ἄν τώρα πάσχω, πάσχω γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου.
«Μὴ οὖν σκανδαλίζεσθε ἐν ἐμοί», Μὴν σκανδαλιστῆτε ποὺ μὲ βλέπετε νὰ ταπεινώνωμαι. Τὸ σκάνδαλον δήλωνε ἀρχικὰ ἕνα μακρὺ κομμάτι ξύλου, ποὺ ἀποτελοῦσε εἴτε ἐξάρτημα τῆς παγίδας. Μὴν πέσετε στὴν παγίδα νὰ κλονιστῆτε, τοὺς λέει. Μήπως καὶ σήμερα τὸ ἴδιο δὲν Τοῦ ζητᾶμε; Νὰ κατεβῆ ἀπὸ τὸν Σταυρὸ γιὰ νὰ πιστέψουμε. Ὁ ἄνθρωπος κατανοεῖ τὸν Θεὸ μέσα ἀπὸ τὴν δική του μικρότητα: θέλει ἄρτους καὶ θεάματα, ἐκδίκηση, ἀνταπόδοση, ζητᾶ «δικαιοσύνη». Δὲν μπορεῖ νὰ φανταστῇ τὸν παντοδύναμο Θεὸ νὰ ὑβρίζεται, νὰ κολαφίζεται, νὰ λοιδορεῖται, νὰ μαστιγώνεται, νὰ σταυρώνεται. Δὲν τοῦ περνάῃ ἡ ἰδέα ἀπὸ τὸ μυαλὸ ὅτι ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ φιλανθρωπία Του.
«οὐ γὰρ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι», Δὲν ἦλθα νὰ διακονηθῶ, ἦλθα νὰ διακονηθῶ. Τί ρωμαλέα χριστιανικὴ λέξη εἶναι αὐτή; Τὸ ρῆμα διακονέω εἶναι ἕνα θαμιστικό-ἐπιτατικὸ μεταρρηματικὸ παράγωγο, συνώνυμο τοῦ ἐγκονέω (ὑπηρετῶ μὲ προθυμία). Τὸ προρρηματικὸ δια- ἐκφράζει τὴν σημασία «τελείως». Ὑπηρετῶ τὸν ἀδελφό μου μὲ αὐταπάρνηση, ἐπειδὴ εἶμαι ἀφίλαυτος καὶ ἐπειδὴ εἶμαι ἀφίλαυτος, εἶμαι φιλάδελφος καὶ φιλόθεος. Γράφει γιὰ τὸν Ἐπαφρόδιτο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Φιλιππησίους ἐπιστολή: «ὅτι διὰ τὸ ἔργον Χριστοῦ μέχρι θανάτου ἤγγισε, παραβουλευσάμενος τῇ ψυχῇ ἵνα ἀναπληρώσῃ τὸ ὑμῶν ὑστέρημα τῆς πρός με λειτουργίας» (2,30), ποὺ γιὰ τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ ἐπλησίασε μέχρι θανάτου, ριψοκινδυνεύοντας τὴν ζωή του, γιὰ νὰ ἀναπληρώσῃ τὴν ἔλλειψη τῆς ὑπηρεσίας πρὸς ἐμένα. Αὐτὴ εἶναι ἡ χριστιανικὴ διακονία. Ἂς θυμηθοῦμε ἐδῶ τοὺς παραβολάνους τῆς πρώτης Ἐκκλησίας, τὶς ὁμάδες τῶν τολμηρῶν χριστιανῶν ποὺ ἀναλάμβαναν μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους ἐπικίνδυνες ἀποστολές, ἐπίσκεψη σὲ ἀσθενεῖς μὲ μεταδοτικὲς ἀσθένειες, βοήθεια σὲ φυλακισμένους. Πολὺ ἐλεγκτικὸ γιὰ μᾶς σήμερα ποὺ κυκλοφοροῦμε μὲ μάσκες καὶ ἀποφεύγουμε τοὺς συνανθρώπους μας.
«Διακονήματα λέγονται οἱ ἐργασίες στὰ μοναστήρια. Ποτὲ ἡ ἐργασία δὲν καταντᾶ δραστηριότητα βιοποριστικῆς τριβῆς.
«ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχήν μου λύτρον ὑπὲρ τοῦ κόσμου», ἦλθα νὰ δώσω τὴν ψυχή μου λύτρο ὑπὲρ τοῦ κόσμου. Τὰ λύτρα (ἀπὸ τὸ λύω) εἶναι τὸ χρηματικὸ ποσὸ ποὺ καταβάλλεται γιὰ ἀπελευθέρωση αἰχμαλώτου. Ὁ ἄνθρωπος, ἀφοῦ ἡττήθηκε ἀπὸ τὸν διάβολο, ἦταν ἀνάγκη νὰ παλέψῃ γιὰ νὰ ἐλευθερωθῇ. Αὐτὸ ὅμως ἦταν ἀδύνατο, διότι εἶχε πουλήσῃ τὴν ἐλευθερία του στὸν διάβολο. Ἔλαμψε ὅμως ἡ σοφία καὶ ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ: ὁ Θεὸς οἰκειώνεται τὸν ὑπὲρ τοῦ ἀνθρώπου ἀγῶνα καὶ ἔτσι ἕνας ἄνθρωπος, ὁ Θεάνθρωπος, νικᾶ τὴν ἁμαρτία, καθαρὸς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἀφοῦ ἦταν Θεός. Ἔτσι ἡ νίκη ὑπῆρξε δίκαιη, ἐφόσον ἕνας ἄνθρωπος νίκησε καὶ ἡ ἀπελευθέρωση ὑπῆρξε πραγματική, ἐφόσον ἀπελευθέρωσε τὸν ἄνθρωπο ὁ Θεός (ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας, Περὶ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς).
«Εἰ οὖν ὑμεῖς φίλοι μου ἐστέ, ἐμὲ μιμεῖσθε», Ἐσεῖς εἶστε φίλοι μου, Ἐμένα νὰ μιμῆσθε. Δὲν σᾶς εἶπα δούλους, ἀλλὰ φίλους. Ἐγὼ σᾶς ἐξέλεξα, ἐγὼ σᾶς ἐφύτεψα γιὰ νὰ φέρετε καρπὸ ποὺ θὰ μείνῃ, σᾶς ἐμπιστεύτηκα τὰ ἀπόρρητα τῆς Ἁγίας Τριάδος, θὰ μείνω γιὰ πάντα μαζί σας μέχρι τὴν συντέλεια τοῦ αἰῶνος. «Τὸν Χριστὸ νὰ Τὸν αἰσθανόμαστε φίλο μας. Εἶναι ὁ φίλος μας. Τὸ βεβαιώνει ὁ ἴδιος, ὅταν λέει: ‘’Ὑμεῖς φίλοι μου ἐστέ…’’. Σὰν φίλο νὰ Τὸν ἀτενίζουμε καὶ νὰ Τὸν πλησιάζουμε. Πέφτουμε; Ἁμαρτάνουμε; Μὲ οἰκειότητα, ἀγάπη κι ἐμπιστοσύνη νὰ τρέχουμε κοντά Του, ὄχι μὲ φόβο ὅτι θὰ μᾶς τιμωρήσῃ, ἀλλὰ μὲ θάρρος, ποὺ θὰ μᾶς τὸ δίνῃ ἡ αἴσθηση τοῦ φίλου. Νὰ Τοῦ ποῦμε: «Κύριε, τὸ ἔκανα, ἔπεσα, συγχώρεσέ με». Ἀλλὰ συγχρόνως νὰ αἰσθανώμαστε ὅτι μᾶς ἀγαπάει, ὅτι μᾶς δέχεται τρυφερά, μὲ ἀγάπη καὶ μᾶς συγχωρεῖ. Νὰ μὴ μᾶς χωρίζῃ ἀπὸ τὸν Χριστὸ ἡ ἁμαρτία. Ὅταν πιστεύουμε πὼς μᾶς ἀγαπάει καὶ Τὸν ἀγαπᾶμε, δὲν αἰσθανόμαστε ξένοι καὶ χωρισμένοι ἀπ’ Αὐτόν, οὔτε ὅταν ἁμαρτάνουμε. Ἔχουμε ἐξασφαλίσει τὴν ἀγάπη Του κι ὅπως καὶ νὰ φερθοῦμε, ξέρουμε ὅτι μᾶς ἀγαπάει (Ὅσιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης).
«ὁ θέλων πρῶτος εἶναι ἔστω ἔσχατος», αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ εἶναι πρῶτος, ἂς εἶναι τελευταῖος, ὁ δεσπότης ὅπως ὁ διάκονος.
«μείνατε ἐν ἐμοί, ἵνα βότρυν φέρητε· ἐγὼ γάρ εἰμι τῆς ζωῆς ἡ ἄμπελος», Μείνετε μαζί μου, γιὰ νὰ φέρετε καρπούς, διότι ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἄμπελος τῆς ζωῆς. Μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος νὰ ἐργαστοῦμε στὸν ἀμπελῶνα. Νὰ ἐργαστοῦμε ὑπὲρ τῶν κλημάτων, δηλαδὴ γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Τὶ φιλανθρωπία! Μᾶς ὑπόσχεται καὶ μισθό: Τὴν αἰώνια ζωή (ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, Πρὸς τὴν ἐν μοναζούσαις Ξένην περὶ παθῶν καὶ ἀρετῶν καὶ περὶ τῶν τικτομένων ἐκ τῆς κατὰ νοῦν σχολῆς).
πηγή: https://enromiosini.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου