Σάββατο 21 Μαΐου 2022

Ἑρμηνεία στὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τῆς Σαμαρείτιδος ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ π. Αὐγουστῖνου ''Σταγόνες ἀπὸ τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν''

 ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ

Ἰωάν. 4, 5-42


Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΛΑΤΡΕΙΑ

«Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας

αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν»

(Ἰωάν. 4, 24)


ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, τὸ Εὐαγγέλιο τῆς σημερινῆς Κυριακῆς μιλάει γιὰ μιὰ γυναίκα, ποὺ πρὶν πιστέψη στὸ Χριστὸ ἦταν ἄγνωστη γυναίκα, ἀλλὰ κατόπιν, ὅταν πίστεψε στὸ Χριστό, ἔγινε γνωστὴ σὲ ὅλους τοὺς χριστιανοὺς ὅλων τῶν αἰώνων. Ἀναφέρεται σὰν ἔξοχο παράδειγμα πίστεως, εἰλικρινοῦς μετανοίας καὶ ἐπιστροφῆς. Τὸ ὄνομά της; Τὸ μικρὸ τηξς ὄνομα πρὶν πιστέψη καὶ βαπτισθῆ μας εἶνε ἄγνωστο. Ἀλλὰ μετὰ τὴ βάπτισί της στὸ χριστιανικὸ κόσμο εἶνε γνωστὴ μὲ τὸ ὄνομα Φωτεινή. Περιώδευσε πολλὰ μέρη καὶ κήρυξε μὲ φλογερὴ καρδιὰ τὸ Χριστὸ καὶ εἴλκυσε πολλοὺς ἀνθρώπους στὴν πίστι του, καὶ τέλος μαρτύρησε στὴ Σμύρνη.

* * *

Ἡ γυναίκα αὐτὴ τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου φέρεται μὲ ἕνα γενικώτερο ὄνομα, τὸ ὄνομα Σαμαρεῖτις. Τὸ ὄνομα αὐτὸ φανερώνει τὴν ἰδιαίτερή της πατρίδα. Ἐπειδὴ καταγόταν ἀπὸ τὴ Σαμάρεια, ὠνομαζόταν Σαμαρεῖτις.

Τί δὲ εἶνε ἡ Σαμάρεια; Ὅπως ἔχουμε πεῖ καὶ ἄλλοτε, ἦταν μία ἀπʼ τὶς τρεῖς ἐπαρχίες τῆς Παλαιστίνης. Βρισκόταν ἀνάμεσα στὶς ἐπαρχίες Ἰουδαίας καὶ Γαλιλαίας. Κάτοικοί της στὴν ἀρχὴ ἦταν μόνο Ἰουδαῖοι. Αὐτοὶ ἀναμίχθηκαν μὲ τοὺς παλιοὺς κατοίκους καὶ ἀπὸ τὴν ἀνάμιξι αὐτὴ τῶν δύο φυλῶν προῆλθε ἕνας λαός, ποὺ πίστευε μὲν στὸν ἀληθινὸ Θεό, ἀλλὰ διατηροῦσε ἤθη καὶ ἔθιμα τῆς εἰδωλολατρικῆς θρησκείας. Ὑπῆρξε ἕνας λαὸς μιγάς.

Οἱ Ἰουδαῖοι, ποὺ καυχῶνταν ὅτι ἦταν γνήσιος λαὸς τοῦ Θεοῦ, μισοῦσαν καὶ ἀποστρεφόταν τὸν μιγάδα αὐτὸν λαὸ καὶ δὲν ἤθελαν νὰ ἔχουν καμμιὰ ἐπικοινωνία μαζί του. Καὶ γιὰ νὰ μὴ μολυνθοῦν πατώντας τὸ χῶμα τῆς Σαμαρείας οἱ Ἰουδαῖοι, ἔκαναν ὁλόκληρο γῦρο ὅταν ἤθελαν νὰ πᾶνε στὴν Γαλιλαία. Ἀλλὰ καὶ οἱ Σαμαρεῖτες μισοῦσαν καὶ ἀποστρέφονταν τοὺς Ἰουδαίους. Ὅπως δυστυχῶς καὶ σήμερα συμβαίνει ἀνάμεσα στοὺς λαοὺς ποὺ ἔχουν διαφορετικὰ πολιτικὰ καὶ θρησκευτικὰ συστήματα.

Πότε θὰ ἐπικρατήση σʼ ὅλο τὸν κόσμο ὁ Χριστός, γιὰ νὰ ἑνωθοῦν ὅλοι οἱ λαοὶ καὶ νʼ ἀποτελέσουν μιὰ οἰκογένεια, μιὰ πίστι, μιὰ ποίμνη μὲ ποιμένα καὶ ἀρχηγὸ τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό!

* * *

Μέσα στὸ λαὸ αὐτὸ τῆς Σαμαρείας ζοῦσε καὶ ἡ γυναίκα τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Στὴν ἄγνοια ζοῦσε ὁ λαὸς τῆς Σαμαρείας; στὴν ἄγνοια ζοῦσε καὶ ἡ Σαμαρεῖτις. Ἀλλὰ ἡ Σαμαρεῖτις αὐτὴ εἶχε καὶ ἠθικῶς παρεκτραπῆ. Πέντε φορὲς παντρεύτηκε καὶ πέντε φορὲς ξεπαντρεύτηκε, καὶ τώρα ζοῦσε μὲ ἕναν ἕκτο ἄνδρα. Παρʼ ὅλη ὅμως τὴν ἀκόλαστη ζωὴ ποὺ ζοῦσε ἡ Σαμαρεῖτις, ἔκρυβε μέσα στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς της μιὰ σπίθα ἀρετῆς. Καὶ ἀπόδειξις ἦταν ὅτι, ἐνῶ ἄλλες γυναῖκες τοῦ χωριοῦ πήγαιναν τὸ πρωὶ στὴ βρύσι γιὰ νὰ πάρουν νερό, αὐτὴ περίμενε νὰ γίνη μεσημέρι, καὶ τότε ὁλομόναχη πήγαινε στὴ βρύσι, γιὰ νὰ ἀποφύγη τὰ μάτια τῶν ἄλλων καὶ τὰ σχόλια. Διατηροῦσε ἴχνη ντροπῆς. Ἀντιθέτως ἄλλες γυναῖκες, ὄχι μόνο κάνουν τὸ κακὸ καὶ διαλύουν ξένες οἰκογένειες καὶ γίνονται ἀνδροχωρίστρες, ἀλλὰ καὶ καυχῶνται, καὶ περπατοῦν δημόσια καὶ ἐπιδεικνύονται σὰν κυρίες περιωπῆς.

Γιʼ αὐτὴ τὴ γυναίκα, τὸ θέρος ποὺ ὁ ἥλιος στὰ μέρη ἐκεῖνα ἔκαιγε καὶ τὶς πέτρες, ὁ Χριστὸς περπάτησε πολλὰ χιλιόμετρα, ὥρες ὁλόκληρες γιὰ νὰ τὴ συναντήση.

Ὁ Χριστός, κουρασμένος ἀπὸ τὸ δρόμο, κάθισε κοντὰ σʼ ἕνα πηγάδι. Στὸ πηγάδι αὐτὸ ἦρθε τὸ καταμεσήμερο ἡ Σαμαρεῖτις. Ὁ Χριστὸς διψασμένος καθὼς ἦταν, ζήτησε νερὸ ἀπὸ τὴ Σαμαρείτιδα. Ἀλλʼ αὐτή, ἀκούγοντας ἕναν Ἰουδαίο νὰ μιλάη σὲ μιὰ Σαμαρείτιδα, παραξενεύτηκε. Ὁ Χριστὸς μὲ τρόπο τὴν ἔκανε νὰ ἐννοήση, ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὸ φυσικὸ νερό, ὑπάρχει καὶ ἕνα ἄλλο νερό, πνευματικό, ὑπερφυσικὸ καὶ ἀθάνατο. Ὅποιος πίνει ἀπὸ τὸ νερὸ αὐτὸ δὲν διψάει πιά. Ἡ Σαμαρεῖτις ζήτησε τὸ νερὸ αὐτό, ἀλλʼ ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ δώση ζήτησε ἀπὸ τὴ γυναῖκα νὰ φωνάξη τὸν ἄνδρα της.

- Δὲν ἔχω ἄνδρα, ἀπάντησε ἐκείνη.

- Καλὰ εἶπες ὅτι δὲν ἔχεις ἄνδρα˙ πέντε ἄνδρες εἶχες, καὶ αὐτὸς ποὺ ἔχεις τώρα δὲν εἶνε δικός σου.

Ἡ γυναίκα μόλις ἄκουσε τὰ λόγια αὐτὰ ἔμεινε κατάπληκτη. Ποῦ ἤξερε ὁ ξένος αὐτὸς τὴ ζωή της; Μιὰ ἀκτῖνα θεϊκοῦ φωτὸς ἔλαμψε στὸ πνεῦμα της. Αὐτός, ποὺ γνωρίζει τὰ μυστικὰ τῆς ζωῆς της, δὲν μπορεῖ νὰ εἶνε ἕνας τυχαῖος ἄνθρωπος, ἀλλʼ εἶνε ἕνας ἄνθρωπος προφήτης.

- Κύριε, νομίζω πὼς εἶσαι προφήτης. Παρακαλῶ λῦσε μιὰ ἀπορία μου. Σεῖς οἱ Ἰουδαῖοι κʼ ἐμεῖς οἱ Σαμαρεῖτες διαφωνοῦμε ὡς πρὸς τὸν τόπο ὅπου πρέπει νὰ λατρεύεται ὁ Θεός. Σεῖς λέτε, ὅτι πρέπει νὰ λατρεύεται στὸ ναὸ τῶν Ἰεροσολύμων, ἐμεῖς δέ, ὅτι πρέπει νὰ λατρεύεται στὸ ὄρος Γαριζίν. Ποῦ λοιπὸν πρέπει νὰ λατρεύεται ὁ Θεός;

Στὴν ἐρώτησι αὐτὴ τῆς Σαμαρείτιδος ὁ Χριστὸς ἀπάντησε μὲ λόγια, ποὺ αὐτὰ καὶ μόνο ἄν ἔλεγε ἔφθαναν νʼ ἀποδείξουν ὅτι εἶνε ἀληθινὸς Θεός˙

- Ἔρχεται ὥρα, τῆς εἶπε, ποὺ οὔτε στὰ Ἰεροσόλυμα οὔτε στὸ Γαριζὶν θὰ λατρεύεται ὁ ἀληθινὸς Θεός. Διότι ὁ Θεὸς εἶνε πνεῦμα καὶ «τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν».

Νὰ ἑρμηνεύσουμε τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Χριστοῦ; Ἁπλῶς λέμε τὰ ἐξῆς.

* * *

Ὁ ἀληθινὸς Θεός, διακηρεύσσει ὁ Χριστός, εἶνε πνεῦμα. Δηλαδή, δὲν εἶνε ὅπως οἱ ψεύτικοι θεοὶ τῶν εἰδωλολατρῶν, ποὺ ἦταν ξύλινα ἤ ἀργυρᾶ ἤ χρυσᾶ ἀγάλματα καὶ τὰ ἔκλειναν μέσα σὲ καλλιμάρμαρους ναοὺς καὶ τὰ φύλαγαν νὰ μὴν τὰ κλέψουν. Ὁ ἀληθινὸς Θεὸς δὲν εἶνε ὕλη, δὲν εἶνε ὑλικὸ σῶμα, ποὺ περιορίζεται σὲ τόπο καὶ χρόνο. Ὁ ἀληθινὸς Θεὸς εἶνε πνεῦμα, εἶνε ἄυλος, ἀσώματος, ἀόρατος καὶ βρίσκεται παρὼν σὲ κάθε τόπο καὶ χρόνο.

Ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν ψυχή, μὲ τὸ πνεῦμα του, συγγενεύει μὲ τὸ Πνεῦμα, μὲ τὸν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος «εἰκὼν τοῦ Θεοῦ», μπορεῖ μὲ τὸ πνεῦμα του νὰ ἐπικοινωνήση μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ τὸν λατρεύση. Ἡ λατρεία εἶνε πνευματική. Ἡ λατρεία στὸν χριστιανισμὸ δὲν εἶνε θυσίες ζώων καὶ ἀνθρώπων, ἀλλὰ εἶνε νοερά, πνευματικὴ λατρεία. Ὁ ἄνθρωπος, σʼ ὁποιοδήποτε σημεῖο τῆς γῆς κι ἄν βρίσκεται, εἴτε στὰ βάθη τῶν σπηλαίων εἴτε στὰ ὕψη τοῦ οὐρανοῦ εἴτε στὰ πελάγη τῶν θαλασσῶν, μπορεῖ νὰ ὑψώση τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά του πρὸς τὰ ἄνω καὶ νὰ λατρεύση τὸν Θεό. Ὁλόκληρο τὸ ὑλικὸ σύμπαν εἶνε ἕνας ὡραῖος ναὸς τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ πέρα ἀπὸ τὸ ὑλικὸ σύμπαν ναὸς ἀχειροποίητος εἶνε ἡ ψυχή, τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου. Πνεῦμα εἶνε ὁ Θεὸς καὶ «ἐν πνεύματι» πρέπει νὰ προσκυνῆται.

Ἀλλὰ προσθέτει καὶ «ἐν ἀληθείᾳ». Ὄχι μόνο θεωρητικῶς ἀλλὰ καὶ πρακτικῶς πρέπει νὰ λατρεύεται. Καὶ ἐξηγούμεθα. Ὁ Θεός, ὁ ἀληθινὸς Θεός, εἶνε δίκαιος; δίκαιος πρέπει νὰ εἶνε καὶ ὁ ἄνθρωπος ποὺ τὸν λατρεύει. Ὁ Θεὸς εἶνε φιλάνθρωπος; φιλάνθρωπος πρέπει νὰ εἶνε καὶ ὁ ἄνθρωπος. Ὁ ἄνθρωπος μιμητὴς τοῦ Θεοῦ στὴν καθημερινή του ζωή. Ἐὰν ὅμως ὁ χριστιανὸς δὲν φροντίζη νὰ ἀποκτήση τὶς θεϊκὲς ἀρετές, ἀλλὰ ζῆ μὲ ἀδικία, μὲ ψέματα, μὲ κακία καὶ μοχθηρία, τότε ἡ λατρεία του, καὶ ἄν κάνη χίλιες προσευχές, δὲν εἶνε λατρεία «ἐν ἀληθείᾳ». Εἶνε λατρεία τυπική, λατρεία τῶν χειλέων καὶ ὄχι τῆς καρδιᾶς. Θεωρία καὶ πρᾶξις πρέπει νὰ συμβαδίζουν. Πίστις ἀληθινὴ καὶ ζωὴ ἁγία, νὰ ἡ «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ» λατρεία τοῦ Θεοῦ.


Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστῖνου Ν. Καντιώτου (Μητροπολίτου πρώην Φλωρίνης) ''Σταγόνες ἀπὸ τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν'', σελ. 118-124 (ἕκδοσις Γ΄, ''Ἀδελφότης ΣΤΑΥΡΟΣ'', Ἀθῆναι 1990).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου