Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2020

ΤΟ ΣΑΡΑΝΤΑΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ -7. Οἱ καλὲς καὶ οἱ κακὲς μας συζητήσεις, Αρχιμανδρίτου Σεβαστιανού Τοπάλη

 



Κ

άποτε κάθονταν οἱ γέροντες τῆς Σκήτης καὶ μιλοῦσαν γιὰ τὴν ὠφέλεια τῆς ψυχῆς. Μεταξύ τους ἦταν κι ἕνας διορατικὸς γέροντας, ποὺ τὴν ὥρα ἐκείνη κατὰ θαυμαστὸ τρόπο ἔβλεπε ἀγγέλους νὰ στέκονται δίπλα τους καὶ νὰ σείουν κλαδιά βαΐων θριαμβευτικὰ καὶ νὰ τοὺς ἐπαινοῦν. Μόλις ὅμως ξέφευγε ἡ συζήτηση καὶ ἄρχιζε διαφορετικὴ συνομιλία, οἱ ἄγγελοι ἀναχωροῦσαν, ἔφευγαν ἀπὸ κοντά τους καὶ μπροστὰ τους ἔρχονταν καὶ κυλιόντουσαν γουρούνια γεμάτα δυσοσμία καὶ βρωμιά. Ὅταν πάλι ἄρχιζαν νὰ μιλᾶνε γιὰ θέματα ὠφέλιμα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ, οἱ ἄγγελοι ἐπανέρχονταν κι ἔλεγαν καλὰ λόγια γι’ αὐτοὺς καὶ τοὺς εὐλογοῦσαν.

 Σ’ ἕνα δεύτερο περιστατικό, ἕνας ἄλλος γέροντας πῆρε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸ χάρισμα νὰ βλέπει ὅσα γίνονται. Κάποια μέρα εἶδε ἕναν ἀδελφὸ νὰ μελετάει στὸ κελί του τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ νὰ ἕνας δαίμονας ἦρθε καὶ στεκόταν ἔξω ἀπ’ τὸ κελί. Ὅση ὥρα ὁ ἀδελφὸς μελετοῦσε δὲν μποροῦσε νὰ μπεῖ μέσα ὁ διάβολος, μόλις ὅμως σταματοῦσε τὴ μελέτη, τότε ἄνοιγε τὴν πόρτα τοῦ κελιοῦ του καὶ ἐφορμοῦσε καὶ τοῦ ἔκανε πόλεμο μὲ λογισμοὺς βρώμικους.

Ὁ ἄνθρωπος ἐκφράζεται καὶ ἐπικοινωνεῖ μὲ τοὺς ἀδελφοὺς διὰ τοῦ λόγου. Εἶναι ἕνα προνόμιο καὶ μία ἰδιαίτερη εὐλογία ἀπὸ τὸν Θεό ποὺ δείχνει τὴν θεϊκή του προέλευση καὶ ὅτι εἶναι εἰκόνα Θεοῦ. Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς μέσα στοὺς αἰῶνες μιλοῦσε κατ’ ἀρχὴν ἄμεσα μὲ τοὺς δικαίους ἢ καὶ διὰ τῶν Ἀγγέλων Του καὶ τοὺς ἐξέφραζε τὸ θέλημά Του. Ἐπικοινωνοῦσε μὲ τὸν Ἀβραὰμ πρόσωπο μὲ πρόσωπο, τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὸν Μωυσή. Ἐπειδή, ὅμως ὑπάρχει ἡ λήθη καὶ ἡ τάση τῶν ἀνθρώπων νὰ κόβουν στὰ μέτρα τους τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ τοὺς βολεύει στὶς ἡδονές τους, ἀναγκάστηκε ὁ Θεὸς νὰ γράψει ὁ ἴδιος τὶς δέκα ἐντολές Του καὶ νὰ τὶς δώσει μὲ τὶς δύο λίθινες πλάκες. Ὑπαγόρευσε δὲ καὶ ἐπιπλέον λόγια Του γιὰ νὰ καταγραφοῦν ἀπὸ τὸν Μωυσῆ ποὺ τὰ βρίσκουμε στὴν Πεντάτευχο καὶ ἦταν ὁ νόμος τῆς συμπεριφορᾶς των ἀπέναντι στὸν συνάνθρωπο καὶ στὸν Θεό. Μέσα στοὺς αἰῶνες μιλοῦσε μὲ τοὺς προφῆτες καὶ τοὺς παρέδιδε τὸν λόγο Του καὶ ἔτσι δημιουργήθηκε ὁ Νόμος καὶ οἱ Προφῆτες, ἡ Παλαιὰ Διαθήκη, ὁ θεόπνευστος λόγος τοῦ Κυρίου. Ἀλλ’ ὅμως καὶ αὐτὸν τὸν γραπτὸ νόμο οἱ Ἰουδαῖοι τὸν διέστρεψαν μὲ ἑρμηνεῖες καὶ παραδόσεις ἀνθρώπων (Ταλμούδ), τὰ ὁποῖα ἔγιναν τὰ ὑποκατάστατα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ.

Ἂν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ τοὺς ἐλευθέρωνε καὶ τοὺς κρατοῦσε σὲ ἀρίστη πνευματικὴ συμπεριφορὰ καὶ κοινωνικὴ τάξη σὰν θεοκρατικὸ σύστημα, αὐτὲς οἱ σχολαστικὲς καὶ καταναγκαστικὲς παραδόσεις ἀνθρώπων τοὺς ἔφερναν δουλεία πνευματική. Διέστρεψαν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ μὲ λόγια ἀνθρώπινα καὶ τοὺς προφῆτες, ποὺ ἦταν τὸ στόμα τοῦ Θεοῦ, τοὺς ἀπέκτειναν, διότι τοὺς ἔλεγαν τὴν ἀλήθεια. Ἔτσι, ὁ Θεὸς ἀναγκάστηκε νὰ στείλει τὸν Υἱὸ Του ποὺ εἶναι ὁ Λόγος ποὺ τελικὰ μὲ τὴ ζωή Του, τὰ λόγια Του, τὸ θάνατο καὶ τὴν Ἀνάστασή Του ἔγινε τὸ ζωντανὸ βιβλίο ποὺ εἶναι ἀδύνατον νὰ διαστραφεῖ.

Μὲ τὸν λόγο ἐπικοινωνεῖ ὁ Θεὸς μὲ τοὺς ἀνθρώπους καὶ μὲ τὸν λόγο ἐπικοινωνεῖ ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν διπλανὸ του. Ἀκούει, μιλᾶ καὶ διαβάζει. Ἕνα βιβλίο εἶναι μία ζωντανὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸν συγγραφέα, μὲ τὴν σκέψη του καὶ τὴν καρδιά του. Ὁ λόγος τρέχει τρισδιάστατα μέσα στὴν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὰ αὐτιά του, τὴν γλῶσσα του καὶ τὰ μάτια του. Ὁ λόγος ποὺ εἰσρέει στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου γίνεται ψωμὶ τῆς ψυχῆς, ποὺ, ἂν εἶναι καλὸς, τὴν τρέφει καὶ τὴν καλλιεργεῖ πνευματικὰ καὶ ἂν εἶναι κακὸς, τὴν δηλητηριάζει μὲ ἀθλιότητα. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτός ποὺ μορφώνει τὸν Χριστὸ μέσα στὸν ἄνθρωπο ὥστε νὰ γίνεται εἰκόνα Θεοῦ. Ὁ λόγος εἶναι τόσο σπουδαῖος ποὺ κτίζει τὴν προσωπικότητα καὶ διαμορφώνει τὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Τί εἴδους ὅμως ψωμὶ τρῶμε;

Τὰ δυὸ περιστατικὰ ἀπὸ τὸ Γεροντικὸ μᾶς μιλοῦν γιὰ τὸ τί διαβάζουμε, ἀλλὰ καὶ τὶ λέμε. Ἐν πρώτοις αὐτό ποὺ ἀγαπᾶ ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου αὐτὸ καὶ μελετᾶ, αὐτὸ καὶ ὁμιλεῖ. Τοὺς ἀποστόλους, ὅταν συνελήφθησαν ἀπὸ τοὺς Ἀρχιερεῖς, τοὺς ἐπέπληξαν καὶ τοὺς ἀπείλησαν νὰ μὴν μιλήσουν ξανὰ γιὰ τὸν Χριστό. Οἱ ἴδιοι ἀπάντησαν πὼς δὲν μποροῦν νὰ μὴ μιλήσουν γι’ αὐτά ποὺ εἶδαν καὶ ἀγάπησαν ἐκ καρδίας. Ἑπομένως ἐκεῖ ποὺ εἶναι ὁ θησαυρὸς ἐκεῖ εἶναι καὶ ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου. Ἂν ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ζεῖ μέσα μας, τότε εἶναι ἀχόρταγα τὰ μάτια καὶ ἡ γλώσσα μας γιὰ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἄραγε ποῦ εἶναι οἱ πόθοι τῆς καρδιᾶς μας; Ὁ ἀπ. Ἰωάννης μιλᾶ γιὰ τὴν «ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν» ποὺ εἶναι τὸ ἀχόρταγο μάτι τῆς καρδιᾶς ποὺ τρέχει μόνιμα νὰ μελετᾶ τὶς ἡδονὲς καὶ τὰ πλούτη. Ἔτσι σὰν πρώτη διαπίστωση πρέπει νὰ ποῦμε πὼς ὁ λόγος ποὺ ἀκοῦμε καὶ τὰ λόγια ποὺ λέμε ἀντηχοῦν ἀπὸ τῆς καρδιᾶς μας τὸν πόθο καὶ τὴν καλλιέργεια.

Κατὰ δεύτερον εἶναι καταφανές πὼς ὁ λόγος ποὺ κατοικεῖ μέσα μας εἶναι αὐτός ποὺ καλλιεργεῖ καὶ τὴν ἀνάλογη προσωπικότητα, διαφυλάγει ἢ παρασύρει. Εἶσαι ὅ,τι ἀκοῦς καὶ ὅ,τι διαβάζεις, εἶσαι αὐτὸ ποὺ τρῶς καὶ αὐτὸ ποὺ σπέρνεις στὸ χωράφι σου. Τὸν ἄνθρωπο ποὺ μελετάει τὴν Ἁγία Γραφή, ὁ διάβολος δὲν μπορεῖ νὰ τὸν πειράξει μὲ λογισμοὺς εἴτε ἀπελπισίας, εἴτε κακίας, εἴτε λογισμοὺς ἀθλίους καὶ πονηρούς. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ διαφυλάγει τὸ μυαλὸ μας καθαρὸ καὶ τὸ ἐξαγνίζει. Ἀπὸ τὸ μυαλὸ μας μπαίνει ὁ πονηρὸς καὶ μᾶς ἀναστατώνει ὁλόκληρους.

Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι πρωτοπαθής, αὐτὸς πειράζεται κατὰ πρῶτον μὲ τὴν εἰσροὴ τοῦ λόγου ποὺ μετατρέπεται σέ πειρασμικούς λογισμοὺς ποὺ φέρουν τὴν πτώση. Ὅταν θέλεις νὰ ἔχεις καθαρὸ τὸ μυαλό σου, νὰ τὸ γεμίζεις μὲ λόγο Θεοῦ. Ἄν τὸ ἀφήσεις, θὰ γεμίσει μὲ λόγους καὶ λογισμοὺς πονηρούς. Ἕνας λόγος τοῦ διαβόλου στὴν Εὕα ἔγινε ἡ αἰτία γιὰ νὰ πέσει ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα. Τὸ ζήτημα εἶναι πῶς νὰ ἐλέγχεις τὶ ἀκοῦς καὶ τὶ λὲς καὶ πῶς νὰ γίνεσαι σκληρὸς φύλακας γιὰ νὰ μὴν εἰσέλθει ὁ ἐχθρός ποὺ πλανᾶ μὲ τὰ λόγια του. Ὁ κακὸς λόγος εἰσέρχεται ἁπλά, κολλᾶ καὶ μέσα στὸν καιρὸ δημιουργεῖ τὴν ἀλλοίωση τοῦ προσώπου. Μὲ τὸ πές-πές ὅλο καὶ κάτι μένει καὶ καρποφορεῖ. Δὲν καταλαβαίνεις πότε ἔρχεται τὸ κακό, χάνεις τὸν δρόμο σου καὶ τὴν πορεία σου. Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι σὰν τὸν μύλο ποὺ ἀλέθει ὅ,τι τοῦ ρίξεις. Ἂν στὴν μυλόπετρα ρίξεις διάφορα σκύβαλα καὶ ζιζάνια, ζιζάνια θὰ βγάλει, δὲν θὰ  βγάλει ἀλεύρι. Ἔτσι καὶ τὸ μυαλὸ μας εἶναι μία μυλόπετρα πού, ὅσο τῆς ρίχνουμε λόγο Θεοῦ, θὰ βγάζει ἀλεύρι, ψωμὶ πραγματικὸ καὶ νόστιμο.

Μία τρίτη σκέψη εἶναι πὼς καὶ ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ εὔκολα παρασύρεται στὸ νὰ στήσει τὸ αὐτὶ του καὶ τὰ μάτια του στὸν βρώμικο λόγο ποὺ λέγεται καὶ προβάλλεται. Σήμερα τέτοιος λόγος προσφέρεται μὲ τραγούδια ποὺ οἱ στίχοι εἶναι φτωχοί, ἀλλά τραγουδιοῦνται μὲ τὴν γύμνια τοῦ κορμιοῦ. Ἡ τηλεόραση ἀπὸ τὴν ἄλλη μονοπωλεῖ τὸν λόγο στοὺς ἀνθρώπους μὲ ὅλη τὴν λαγνεία τῆς εἰκόνας της καὶ κατάντησε τοὺς ἀνθρώπους φυτεμένα λάχανα σὲ μία πολυθρόνα χωρὶς γνώμη καὶ πνευματικὴ καλλιέργεια, παρασύροντάς τους σὲ ὅ, τι βρώμικο καὶ ἁμαρτωλὸ καὶ ὡραιοπαθὲς ὑπάρχει. Καὶ τὰ λόγια μένουν, διότι ἡ εἰκόνα βοηθᾶ νὰ ἐντυπωθοῦν στὸ μυαλό καὶ νὰ γίνουν πειρασμὸς καὶ ἁμαρτία. Καὶ ἕνας τέτοιος λόγος παράλληλα παρασύρει στὴν συνομιλία τοῦ κακοῦ καὶ κούφιου λόγου ἢ καὶ στὴν ἀκατάσχετη πολυλογία, «ἐν τῇ πολυλογίᾳ οὐκ ἐκφεύξει τῆς ἁμαρτίας». Ὁ ἅγιος Ἰάκωβος λέγει πῶς ἡ γλώσσα μας μοιάζει σὰν ἕνα μαχαίρι ποὺ ὅταν τὸ τροχίζεις στὴν περιστρεφόμενη πέτρα ἀνάβει καὶ τὸ ἴδιο καὶ ἡ πέτρα. Ἔτσι, μὲ τὰ λόγια μας ἀνάβουμε καὶ μέσα μας καὶ στοὺς ἄλλους φωτιὲς ἁμαρτωλὲς καὶ ἄθλιες καταστάσεις.

Καὶ ἔσκυβα μέσα μου νὰ δῶ… κι ἔβλεπα ἄνυδρη τὴν καρδιά μου σὰν τὸ χωράφι τὸ ξερὸ καὶ τὸ ἄκαρπο. Ἄκουγα τὴν καρδιά μου νὰ ζητᾶ διψασμένα τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ σβήσει τὴν ξεραΐλα καὶ τὴν ἀπόγνωση. Καὶ πλούσια ἄρχισα νὰ ἀκούω, νὰ βλέπω, νὰ διαβάζω λόγο Θεοῦ καὶ ἔτσι πλουσίως νὰ ἐνοικεῖ Αὐτός μέσα μου καὶ μὲ Αὐτὸν νὰ ἁλατίζω κάθε μου σκέψη καὶ ἔκφραση.

Ἦταν τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν, ὁ Ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς. Καὶ γέμιζε ἡ ψυχή μου ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Χορτάτος, πλέον, δὲν μοῦ ἔμενε χῶρος γιὰ νὰ πῶ ἀργὸ καὶ σαπρὸ λόγο, οὔτε καὶ νὰ κατακρίνω. Μοῦ ἔβγαινε μόνο τρανὸς ὁ λόγος γιὰ τὸν Χριστὸ μου ποὺ ἀγαπῶ.

Καὶ αὐτομάτως ἡ γῆ καρποφοροῦσε.


Από το βιβλίο: ΤΟ ΣΑΡΑΝΤΑΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ

Μια ιστορία και ένας λόγος στην κάθε μέρα του Σαρανταλείτουργου.

Αρχιμ. Σεβαστιανού Τοπάλη

Αμύνταιο 2018

Δ' Εκδοση 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου