Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2020

ΤΟ ΣΑΡΑΝΤΑΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ-10. Τὸ πανέρι μὲ τὰ σταφύλια Αρχιμανδρίτου Σεβαστιανού Δ. Τοπάλη

 


     Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Κολοβός, ἕνας μεγάλος ἀσκητής, ἔλεγε ὅτι, ἂν ἕνας βασιλιὰς θελήσει νὰ καταλάβει μία ἐχθρική πόλη, πρῶτα κόβει τὶς παροχὲς τοῦ νεροῦ καὶ τὴν τροφή ἀπὸ τὴν πόλη αὐτή, κι ἔτσι οἱ ἐχθροὶ κινδυνεύοντας νὰ πεθάνουν ἀπὸ τὴν πείνα ὑποτάσσονται σ’ αὐτόν. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ σὲ μᾶς. Ἂν ὁ ἄνθρωπος στὸν καιρὸ τῆς νηστείας ἀποκόψει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸ φαγητό, τότε τὰ πάθη ποὺ ἔχει στὴν ψυχή του χάνουν τὴ δύναμή τους καὶ ἐξαφανίζονται.

     Καὶ ἕνα ἄλλο περιστατικό: πρόσφεραν κάποτεστὸν ἀββᾶ Μακάριο ἕνα πανέρι μὲ σταφύλια ποὺ πολὺ τοῦ ἄρεσαν. Ἀπό ἐγκράτεια, ὅμως, δὲν θέλησε νὰ τὰ φάει καὶ τὰ ἔστειλε σ’ ἕναν ἄλλο ἀδελφὸ ἄρρωστο, ποὺ καὶ σ’ αὐτόν ἄρεσαν τὰ σταφύλια. Κι ἐκεῖνος, ὅταν πῆρε τὸ πανέρι μὲ τὰ σταφύλια, ἔδειξε ὅτι χάρηκε πολύ, ἀλλ’ ὅμως δὲν ἤθελε νὰ τὰ φάει γιὰ τὴν ἐγκράτειά του καὶ τὴ νηστεία του, καὶ τὰ ἔστειλε σ’ ἄλλον ἀδελφό, μὲ τὴν δικαιολογία ὅτι δὲν εἶχε ὄρεξη γιὰ ὁ,τιδήποτε φαγώσιμο. Τὰ πῆρε ὁ ἄλλος ἀδελφὸς καὶ ἔκαμε τὸ ἴδιο κι ἐκεῖνος, τὰ ἔστειλε ἀλλοῦ, ἂν καὶ εἶχε μεγάλη ἐπιθυμία νὰ τὰ γευθεῖ. Πόση ἐγκράτεια εἶχαν ὅλοι τους! Τὸ πανέρι μὲ τὰ σταφύλια πέρασε ἀπ’ ὅλους τοὺς ἀδελφοὺς τῆς Σκήτης καὶ κανεὶς δὲν θέλησε νὰ τὰ φάει. Ὁ τελευταῖος ἀδελφὸς τὰ ἔστειλε στὸν ἀββᾶ Μακάριο πιστεύοντας ὅτι τοῦ προσφέρει ὡραῖο δῶρο. Ὁ Μακάριος κατάλαβε ὅτι τὰ σταφύλια ἔκαναν ἕναν ὁλόκληρο κύκλο καὶ πάλι κατέληξαν σ’ αὐτόν. Ὅλοι τους ἀσκήτευαν μὲ ἁπλότητα, νήστευαν, ἐκπαιδεύονταν στὴν στέρηση τοῦ θελήματος καὶ ἤθελαν ἀπὸ ἀγάπη νὰ δώσουν στὸν ἄλλον κάτι νὰ χαρεῖ. Θαύμασε καὶ εὐχαρίστησε τὸν Θεὸ γιὰ τὴν τόσο μεγάλη ἐγκράτεια καὶ ἀγάπη τῶν ἀδελφῶν.

Ἡ νηστεία ἔχει τὴν μεγάλη της πνευματικὴ δύναμη μέσα στὴ ζωή μας. Μέσα ἀπὸ τὴν στέρηση κάποιων φαγητῶν καὶ τὴν ἔλλειψη καλοπέρασης τῆς γαστρὸς ἀρχίζει νὰ ἐλαφρώνει ἡ καρδία καὶ νὰ σκέφτεται ὁ ἄνθρωπος τὸν Θεό, νὰ δουλεύει ἡ μετάνοια καὶ νὰ προσεύχεται εὐλογημένα. Ἡ νηστεία εἶναι ἡ τροφὴ τῆς ψυχῆς καὶ ὅσο αὐτὴ τρέφεται τόσο αὐξάνει ἡ ἀγάπη της στὸν Θεό. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὸν Παράδεισο ὁ Θεὸς ἔβαλε τὸν ἄνθρωπο μέσα στὴν ἀγκάλη τῆς φιλόστοργης μάνας, τῆς νηστείας. Ἂν τότε ἦταν χρήσιμη καὶ ὠφέλιμη, πόσο ἀναγκαία εἶναι σήμερα σ’ ὅλους; Εἶναι ἀσφάλεια καὶ ἀνανέωση πνευματικὴ ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν ἀκηδία τὴν πνευματική. Δὲν εἶναι μία ἁπλὴ ἀποχὴ ἀπὸ τρόφιμα, ἀλλὰ ἕνας ἄλλος τρόπος ζωῆς ποὺ περιέχει τὴν ἀπαλλαγὴ τῶν παθῶν, τὸν θεῖο ἔρωτα τῆς προσευχῆς, τὴν συνεχῆ Θεία Κοινωνία, τὴν μελέτη τῶν Γραφῶν καὶ τὴν ἐλεημοσύνη.

Ὁ Μέγας Βασίλειος ἔλεγε πὼς ἡ νηστεία εἶναι φάρμακο ἀλλὰ πρέπει νὰ ξέρεις πῶς νὰ τὸ πάρεις γιὰ νὰ σὲ ὠφελήσει. Ἔτσι, κατὰ πρῶτον, ἡ νηστεία εἶναι τὸ παθοκτόνο φάρμακο. Ἡ νηστεία γίνεται ἡ ἀλλοτρίωση καὶ ἀπομάκρυνση τῶν παθῶν. Μὲ τὴν μετάνοια καὶ τὴν ἐξομολόγηση ὁ χριστιανὸς παλεύει καὶ ἀποβάλλει τὸν κακὸ του ἑαυτό. Πολιορκεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ τὸν δουλαγωγεῖ γιὰ νὰ ἐκδιώξει κάθε πάθος ποὺ τὸν κρατᾶ γήινο καὶ κολλημένο στὴν ἁμαρτία. Ξεριζώνει μὲ τὴν ἐξομολόγησή του τὰ ἁμαρτήματά του καὶ πολιορκεῖ τὸν ἑαυτό του στὶς κακές του συνήθειες. Τί ὠφελεῖ νὰ μὴν τρώει κανεὶς πουλερικὰ καὶ κρέατα καὶ νὰ κρατᾶ τὸ ἀλάδωτο, ὅταν ἡ γλώσσα του κατατρώγει τὸν διπλανό του μὲ τὴν κατάκριση; Πῶς μπορεῖ στὶς ἡμέρες τῶν νηστειῶν νὰ πλησιάσει τὸν Θεὸ καὶ νὰ κοινωνήσει τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, ὅταν τὸ στόμα του εἶναι γεμάτο ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ ἀδελφοῦ, τὸν ὁποῖο δαγκώνει μὲ τὶς κακίες καὶ τὶς κατάρες του; Πῶς γίνεται νὰ καθαρίζεις τὸ σπίτι σου ἐξωτερικά, ἐνῶ μέσα σου κατοικοῦν φίδια καὶ κόρακες καὶ ἄγρια θηρία;

Καὶ ξεκινώντας τὴν νηστεία πολιορκεῖς τὶς συνήθειές σου τὶς κακές. Καὶ, βέβαια, ἂν κόψεις τὸ τσιγάρο, κι ἂν ἐκδιώκεις καθέναν ποὺ ἔρχεται νὰ καταλαλεῖ καὶ νὰ διαπομπεύει, κι ἂν ἀπομακρυνθεῖς ἀπὸ τὸν ἐθισμὸ τῶν σήριαλ τῆς τηλεοράσεως καὶ τῆς παραθυρολαγνείας τῶν εἰδήσεων, κι ἂν ξεφύγεις ἀπὸ τὴν ὡραιοπαθῆ ἔνδυση καὶ στολισμό σου καὶ ἀπὸ τὸ σεργιάνι τῶν βιτρίνων καὶ περιοδικῶν εἶναι ὄντως μία εὐλογημένη πολιορκία νηστείας. Εἶναι ἄχρηστη ἡ νηστεία σου, ἂν δὲν συγχωρήσεις τὸν ἐχθρό σου καὶ δὲν ἀγαπήσεις τὸν συκοφάντη σου. Καὶ δὲν εἶναι μόνο νὰ ξεριζώνουμε ἀλλὰ καὶ νὰ φυτεύουμε. Αὐτὸ εἶναι μετάνοια, στὴν θέση τῆς κάθε μας κακίας καὶ ἐθισμοῦ ποὺ ξεριζώνουμε, νὰ φυτεύουμε τὰ ἀντίστοιχα λουλούδια τῶν ἀρετῶν. Καὶ πόσο ὄμορφα εἶναι νὰ φυτέψουμε τὴν μελέτη καὶ τὴν ἀκρόαση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν προσφορὰ σὲ ἔργα τῆς Ἐκκλησίας!

Ἡ νηστεία, ἐπιπλέον, δὲν εἶναι μία νευρωτικὴ καταναγκαστικὴ πράξη, ποὺ πρέπει νὰ τὴν κάνουμε γιὰ νὰ γίνουμε τὰ καλὰ παιδιὰ καὶ ἔτσι νὰ κοινωνήσουμε τὴν πρώτη ἑβδομάδα τῶν νηστειῶν, ἀλλὰ εἶναι μία πράξη πηγαία τῆς καρδιᾶς ποὺ τὴν κάνει ὁ χριστιανὸς ἀπὸ ἀγάπη στὸν Θεὸ καὶ μὲ ἀγάπη στὸν διπλανό του. Ναί, στερούμαστε τὸ φαγητὸ, γιατὶ ἀγαποῦμε τὸν Θεό. Στὴν θέση του βάζουμε τὴν προσευχὴ καὶ τὴν συνεχῆ Θεία Κοινωνία. Μέσα ἀπὸ τὴν πείνα τοῦ στομαχιοῦ ἀνατέλλει ἡ πείνα γιὰ τὸν Θεὸ καὶ χορταίνουμε μὲ τὴν παρουσία Του κοινωνώντας τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ κύριος σκοπὸς καὶ ἡ πεμπτουσία τῆς νηστείας, νὰ ἑνωνόμαστε μὲ τὸν Θεὸ διὰ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων Του. Εἶναι ὁ δρόμος τῆς νηστείας ποὺ περνᾶ ἀπὸ τὴν κάθαρση τῶν παθῶν διὰ τῆς μετανοίας, φθάνει στὸν θεῖο ἔρωτα διὰ τῆς προσευχῆς καὶ καταλήγει στὴν ἕνωση μὲ τὸν Θεὸ μὲ τὴν Θεία Κοινωνία.

Στερούμαστε τὸ φαγητὸ, γιατὶ ἀγαποῦμε καὶ τὸν διπλανό μας. Καὶ ἔλεγαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας πώς, ὅταν πρόκειται νὰ νηστέψεις, ξεκίνα νὰ βάζεις στὴν ἄκρη τὰ χρήματα καὶ τὰ τρόφιμα ποὺ θὰ ξόδευες καὶ θὰ ἔτρωγες, καὶ ὅλα αὐτὰ δῶσε τα στοὺς φτωχούς. Ὅπως ἡ μάνα ἀπὸ ἀγάπη στὸ παιδὶ της ἡ ἴδια στερεῖται καὶ τὴν μπουκιὰ της δίνει ἀπὸ τὸ στόμα της, γιὰ νὰ φάει αὐτό, ἔτσι καὶ ὁ πιστὸς δοῦλος τοῦ Θεοῦ στερεῖται γιὰ νὰ δώσει αὐτό ἀπὸ τὸ ὁποῖο ὁ ἴδιος θέλγεται στὸν σύντροφό του ποὺ ἀγαπᾶ καὶ στὸν φτωχό ποὺ ἀγαπᾶ. Ἀγάπη δὲν εἶναι νὰ δώσεις αὐτό ποὺ σοῦ περισσεύει ἢ δὲν τὸ χρειάζεσαι καὶ δὲν τὸ φορᾶς ἢ ποὺ πρόκειται νὰ τὸ πετάξεις, ἀλλὰ δίνεις τὸ καλύτερο καὶ τὸ πολυτιμότερο, αὐτό ποὺ μὲ πολλὴ βουλιμία ἐσὺ θὰ ἔτρωγες καὶ ὡραιοπαθῶς θὰ φοροῦσες. Ἡ ἀγάπη μας δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι θυσία Κάιν, ἀλλὰ θυσία Ἄβελ. Ἡ ἀγάπη μας εἶναι γνήσια καὶ ἀληθινὴ, ὅταν ἔχει τὸ πρόθυμο, τὸ ἄφθονο καὶ τὸ χαρούμενο στὴν προσφορὰ της.

Καὶ ἔλεγα μέσα μου καὶ μελετοῦσα πὼς ἡ νηστεία δὲν εἶναι τὸ «πρέπει» τῶν ἡμερῶν πρὶν ἀπ’ τὶς γιορτές, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἀγάπη μου ποὺ ἀποθέτω στὸν Θεό. Εἶναι ἡ ἀνερχόμενη ἀγάπη μου σ’ Αὐτόν, καθὼς βλέπω τὴν δική Του κατερχόμενη. Καὶ Τὸν ἀγαπῶ πρόσωπο μὲ πρόσωπο καὶ Τὸν ἀγαπῶ στὸ πρόσωπο τῶν ἀδελφῶν. Οἱ δύο ἀγάπες μου ποὺ πλάθονται καὶ γαλουχοῦνται μέσα στὴν ἀγκάλη τῆς νηστείας.

Καὶ εὐχόμουν γιὰ τὴν ἀληθινὴ νηστεία τῆς ἀγάπης.

Από το βιβλίο: ΤΟ ΣΑΡΑΝΤΑΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ

Μια ιστορία και ένας λόγος στην κάθε μέρα του Σαρανταλείτουργου.

Αρχιμ. Σεβαστιανού Τοπάλη

Αμύνταιο 2018

Δ' Εκδοση 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου