Κάποιος ἀπὸ τοὺς πατέρες εἶπε ὅτι οἱ
μοναχοὶ τρία πράγματα τιμοῦν ἰδιαίτερα:
-Πρῶτα, πλησιάζουν μὲ φόβο καὶ μὲ
τρόμο ἀλλὰ καὶ μὲ χαρὰ πνευματικὴ στὴν Ἁγία Τράπεζα γιὰ νὰ κοινωνήσουν,
- ἐπίσης,
μὲ χαρὰ καὶ μὲ σεμνότητα πλησιάζουν στὸτραπέζι, ὅταν τρῶνε ὅλοι μαζί,
- καὶ
τρίτον, μὲ φόβο καὶ μὲ ἀγάπη πλησιάζουν,ὅταν ὁ ἕνας συγχωρεῖται μὲ τὸν ἄλλον.
Καὶ εἶπε ἕνα
παράδειγμα. Ἕνας γέροντας μεγάλος καὶ διορατικός μία μέρα ἦταν καθισμένος μαζὶ
μὲ πολλοὺς ἀδελφοὺς στὴν τράπεζα. Ἐκεῖ ποὺ ἔτρωγαν ὅλοι μαζί, εἶδε μὲ τὸ πνεῦμα
του ἄλλους νὰ τρῶνε μέλι, ἄλλους ψωμὶ κι ἄλλους νὰ τρῶνε κοπριές. Ἀπόρησε μέσα
του καὶ παρακαλοῦσε τὸν Θεό «Κύριε, φανέρωσέ μου τί εἶναι αὐτὸ τὸ μυστηριῶδες
πρᾶγμα. Οἱ ἴδιες τροφὲς εἶναι μπροστὰ σ’ ὅλους πάνω στὸ τραπέζι, ὅμως τὴν ὥρα
ποὺ τρῶνε φαίνονται τόσο ἀλλαγμένες σὰν ἄλλοι νὰ τρῶνε μέλι, σὰν ἄλλοι νὰ τρῶνε
ψωμὶ καὶ σὰν ἄλλοι νὰ τρῶνε κοπριές».
Τότε ἦρθε φωνὴ ἀπὸ τὸν ἄγγελο ποὺ ἔστειλε
ὁ Θεὸς καὶ τοῦ ἔλεγε:
- «Αὐτοί ποὺ τρῶνε μέλι εἶναι ὅσοι μὲ φόβο καὶ τρόμο καὶ πνευματικὴ καθαρότητα κάθονται στὸ τραπέζι καὶ ἡ προσευχὴ τους εἶναι ἀκατάπαυστη μέσα τους.
Ἔτσι, ἡ προσευχή
τους σὰν θυμίαμα ἀνεβαίνει στὸν Θεό, γι’ αὐτὸ καὶ εἶδες να τρῶνε μέλι. Αὐτοὶ ποὺ
μοιάζουν σὰν νὰ τρῶνε ψωμὶ εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ τὴν ὥρα ποὺ τρῶνε εὐχαριστοῦν
τὸ Θεὸ γιὰ ὅ,τι τρῶνε, ποὺ τοὺς τὸ δωρίζει ὁ Θεός. Καὶ αὐτοὶ ποὺ φαίνεται σὰν νὰ
τρῶνε κοπρία εἶναι ὅσοι τρῶνε καὶ μαραζώνουν καὶ γογγύζουν καὶ γκρινιάζουν καὶ
λένε, «φαΐ εἶναι αὐτό, δὲν τρώγεται, καὶ ἐκεῖνο εἶναι ἄχρηστο, καθόλου νόστιμο,
σάπιο εἶναι κι αὐτό». Εἶναι ἡ τρίτη κατηγορία τῶν ἀνθρώπων. Δὲν πρέπει ἔτσι νὰ
σκέφτεται κανείς, ἀλλὰ μᾶλλον νὰ δοξολογεῖ τὸν Θεὸ καὶ νὰ τὸν ὑμνολογεῖ γιὰ νὰ ἐκπληρωθεῖ
τὸ ρητὸ τοῦ Ἀποστόλου: «εἴτε τρῶτε, εἴτε πίνετε, εἴτε ὁ,τιδήποτε ἄλλο κάνετε,
πρέπει νὰ τὸ κάνετε γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ».
Πόσο ὄμορφη εἶναι αὐτὴ ἡ ἱστορία στὴν ἐποχή μας ποὺ εἶναι ἡ ἐποχὴ τῶν γεύσεων καὶ τῶν ποικίλων φαγητῶν! Περιοδικά, τηλεόραση, ἐφημερίδες, ὅλα μιλοῦν γιὰ συνταγὲς καὶ νόστιμα ἐδέσματα. Τὰ καταστήματα τῶν τροφῶν καὶ τὰ ἑστιατόρια βρίσκονται σὲ ἕναν μεγάλο συναγωνισμό, γιὰ νὰ προσφέρουν τὸ καλύτερο καὶ τὸ φτηνότερο. Γεύσεις καινούργιες καὶ τραπέζια ἀτελείωτα εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ σημερινοῦ εὐδαιμονισμοῦ. Κάθε οἰκογένεια ζεῖ γιὰ τὸ αὔριο, πότε θὰ πάει στὸ σοῦπερ μάρκετ, τί θὰ πάρει καὶ τί θὰ φᾶνε. Καὶ οἱ νοικοκυρὲς συναγωνίζονται καὶ προβάλλουν συνταγὲς καὶ φαγητὰ καὶ ἐκλεκτὰ γλυκά, συνεπικουρούμεναι ἀπὸ τὰ κανάλια τῆς τηλεοράσεως, ὅπου μαγειρεύουν ζωντανὰ μεγάλοι μάγειροι. Τὰ παιδιὰ ἔχουν γίνει ἕρμαια τῶν προκλήσεων τῆς διαφήμισης καὶ τῶν νέων γεύσεων. Εἶναι τὰ εἴδωλα τῶν γονέων ποὺ τὰ λατρεύουν καὶ τὰ πάντα τοὺς παρέχουν. Χτυποῦν τὰ πόδια τους στὸ πάτωμα καὶ τσιρίζουν καὶ γκρινιάζουν, ἐπειδὴ τὸ ἕνα δὲν τοὺς ἀρέσει καὶ τὸ ἄλλο δὲν τοὺς κάνει καὶ θὰ ἤθελαν ἐκεῖνο. Μία γκρίνια ποὺ οἱ μεγάλοι τοὺς τὴν ἔμαθαν καὶ τὰ κακόμαθαν καὶ γίνονται οἱ τύραννοί τους. Κι ἀπὸ αὐτὸ ποὺ τρῶνε τὸ μισὸ πετοῦν καὶ τὸ φτύνουν καὶ ἡ γκρίνια αὐτὴ εἶναι ἡ χειρότερη κατάρα καὶ ἀχαριστία στὸ σπίτι. Εἶναι ἡ εἰκόνα ποὺ εἶδε ὁ γέροντας τοὺς μοναχοὺς σὰν νὰ τρῶνε κοπριές. Τὰ ἔχουν ὅλα μὲ τὴν ὀλιγοπαιδία ποὺ ὑπάρχει καὶ τὸ χειρότερο εἶναι πῶς κάθονται στὸ τραπέζι χωρὶς νὰ λένε τὴν προσευχὴ καὶ νὰ ἀναγνωρίζουν ὅτι ὁ Μεγαλοδύναμος Θεός τοὺς τὰ δίνει. Πλάθουμε παιδιὰ μὲ πολλὲς παροχές, χωρὶς στερήσεις, καὶ μὲ καρδία ποὺ δὲν εἶναι εὐγνώμων γι’ αὐτὰ ποὺ ἀπολαμβάνει. Καὶ ἐμεῖς τρῶμε ψωμὶ καὶ μία προσευχὴ δὲ λέμε.
Καὶ ὄχι μόνο τὰ παιδιὰ, ἀλλὰ κανεὶς
δὲν εἶναι εὐχαριστημένος μὲ τὸ ἕνα φαγητὸ γιὰ νὰ χορτάσει, ἀλλὰ θέλει νὰ εἶναι
γεμάτο τὸ τραπέζι μὲ πολλὰ καὶ διάφορα. Τὸ ἀχόρταγο γκρινιάρικο μάτι εἶναι τὸ σῆμα
κατατεθὲν τῆς σημερινῆς ἐποχῆς. Τὸ τραγικὸ εἶναι πὼς κανεὶς δὲν εὐχαριστεῖ τὸν
Θεό ποὺ πλούσια τὰ ἀγαθὰ μᾶς παρέχει. Τὸ τραγικότερο ὅλων εἶναι ὅτι στὶς
λεγόμενες πολιτισμένες χῶρες πετοῦμε τὰ φαγητά ποὺ μόνο ἀκροθιγῶς γευόμαστε, ἐνῶ
στὶς χῶρες τῆς φτώχειας πεθαίνουν ἀπὸ τὴν πείνα. Καὶ ὅλα αὐτὰ ποὺ πετᾶμε, ἂν τὰ
μαζεύαμε, θὰ ταΐζαμε τοὺς φτωχοὺς ὅλου τοῦ κόσμου. Ἐμεῖς τρῶμε ὅσο γιὰ δέκα ἀνθρώπους
καὶ αὐτὸ τὸ ἁρπάζουμε ἀπὸ τὸ στόμα τῶν φτωχῶν. Κι ἂν ἔχει πλούτη ὁ ἄνθρωπος, ὁ
Θεὸς τοῦ τὰ ἔχει δώσει γιὰ νὰ τὰ διαχειριστεῖ καὶ νὰ τὰ προσφέρει εἴτε σὰν
περίσσευμα, εἴτε σὰν ὑστέρημα. Καὶ ποιός μπορεῖ νὰ πεῖ πὼς κάτι εἶναι δικὸ του;
Εἶναι ἀληθές πὼς ὁ Θεὸς ἀνοίγει τὰ χέρια Του καὶ γεμίζει τὴν πλάση μὲ εὐλογίες «ἄνωθέν ἐστι καταβαῖνον ἐκ τοῦ Πατρὸς τῶν
φώτων».
Τελικὰ, μὲ τίποτα δὲν εἶναι ἰκανοποιημένος ὁ ἄνθρωπος καὶ ἡ γκρίνια καὶ ἡ δυσαρέσκεια εἶναι μόνιμες. Καί ἄραγε ποιά εἶναι ἡ αἰτία; Ἐνῶ γεύεται καὶ τρώει πολλὰ καὶ μὲ ποικιλία γεύσεων, ὅμως δὲν εἶναι χορτάτος. Ὅλο αὐτὸ τὸ ἀνικανοποίητο καὶ τὸ ἀχόρταγο προέρχεται ἀπὸ τὴν πείνα τὴν πνευματική ποὺ ὑπάρχει μέσα του. Τὸ τεράστιο κενὸ τοῦ Θεοῦ προσπαθεῖ νὰ τὸ γεμίσει μὲ τὸ φαγητὸ καὶ τὸ κυνηγητὸ τῶν γεύσεων. Ἡ αἰτία δηλ. εἶναι ἡ ἔλλειψη Θεοῦ στὴν ζωὴ του. Ἐκεῖνος ὁ χριστιανός ποὺ συνεχῶς γεύεται τὸν Θεό μὲ τὴν Θεία Κοινωνία, ποὺ τρώγει καὶ πίνει τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, αὐτὸς εἶναι ὁ χορτάτος, αὐτὸς εἶναι ποὺ ζεῖ μὲ πληρότητα χαρᾶς τὴν ζωὴ του. Αὐτός, τοῦ ὁποίου ἡ καρδία εἶναι πλήρης ἀπὸ τὴν προσευχή, ἀσφαλῶς καὶ δὲν χρειάζεται τὴν ποικίλη γεύση φαγητῶν, εἶναι χορτάτος ἀπὸ Θεό. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ ἀσκητὲς Ἅγιοι ζοῦσαν μὲ λίγα τρόφιμα καὶ παρόλο ποὺ ἔμεναν ἄσιτοι, ἦταν πάντοτε χορτάτοι. Ἔτρωγαν ὅσο τοὺς χρειαζόταν γιὰ τὸ σῶμα τους, γιὰ νὰ κρατιέται ζωντανὸ καὶ ζοῦσαν πιὸ πολλὰ χρόνια, γιατὶ ἔτρωγαν τὸν Ἄρτο τῆς Ζωῆς. Ἔνιωθαν αὐτάρκεια μὲ τὰ ἁπλὰ σκεπάσματά τους καὶ τὴν ἁπλὴ τροφή τους. Ζοῦσαν ὅπως ὁ ἀπ. Παῦλος ποὺ ἔλεγε πὼς εἶναι αὐτάρκης κι ὅταν πεινᾶ κι ὅταν ἔχει νὰ φάει καὶ ἀρκοῦνταν σ’ αὐτό ποὺ κάθε μέρα ὁ Θεὸς τοὺς ἔδινε, «ἔχοντες διατροφὰς καὶ σκεπάσματα τούτοις ἀρκεσθησόμεθα». Ἡ καρδία τους ἀνῆκε ἀλλοῦ, στὴν μελέτη καὶ στὴν προσευχή. Εἶναι θέμα νοῦ καὶ κυρίως καρδιᾶς τὸ φαγητό. Ὅπου εἶναι ὁ θησαυρὸς ἐκεῖ εἶναι καὶ ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς εὑρισκόμενος σὲ τράπεζα στὸ σπίτι τοῦ φίλου του Λαζάρου ἔβλεπε τὴν μὲν Μαρία νὰ κάθεται δίπλα του καὶ νὰ ἀκούει τὰ λόγια του, τὴν δὲ Μάρθα νὰ ἀσχολεῖται μὲ τὸ μαγείρεμα φαγητῶν. Τότε ὁ Κύριος ἀπευθύνθηκε στὴν Μάρθα λέγοντάς της ὅτι μεριμνᾶ γιὰ πολλὰ φαγητὰ καὶ ὅτι ἀρκεῖ τὸ ἕνα, «ἑνὸς δέ ἐστι χρεία». Τὸ καλύτερο φαγητὸ εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ποὺ τρέφει τὴν ὕπαρξή μας, εἶναι «ἡ ἀγαθὴ μερίδα». Ἔτσι ὁ Κύριος δὲν ἐπέπληξε τὴν μαγείρισσα, γιατὶ ἑτοίμαζε φαγητὸ νὰ φᾶνε, ἀλλὰ τὴν ἐπιθυμία της νὰ κάνει πολλὰ γιὰ νὰ τοὺς εὐχαριστήσει. Ἡ πληθωρικότητα τῶν φαγητῶν, ἡ ἐνασχόληση καὶ ἡ λαιμαργία ποὺ ἀκολουθοῦν ἀποδιώχνουν τὸν πόθο γιὰ ἀκρόαση θείου λόγου καὶ βαραίνουν τὴν διάθεση γιὰ πνευματικὴ ἐπικοινωνία. Πόσο μεγάλη εὐλογία, ὅταν θὰ πᾶς σ’ ἕνα σπίτι καὶ σοῦ στρώσουν ἕνα ἁπλὸ καὶ λιτὸ φαγητὸ γιὰ τὴν ἀνάγκη τοῦ σώματος καὶ μετὰ ἔρχεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ νὰ θρέψει τὶς ψυχές. Καὶ πᾶνε καὶ ἔρχονται τὰ πιάτα, τὸ πρῶτο καὶ τὸ δεύτερο καὶ τὸ τρίτο καὶ τὸ ἐπιδόρπιο καὶ τὸ φροῦτο καὶ τόσα ἄλλα, γιὰ νὰ χορτάσει ἡ γαστέρα. Καὶ τί χῶρος νὰ ἀπομείνει στὴν καρδιὰ γιὰ νὰ πεῖ καὶ νὰ ἀκούσει λόγο Θεοῦ μέσα στὸ κυνηγητὸ αὐτὸ τῶν γεύσεων καὶ τῶν ὀρέξεων; Καὶ ἕνα τραπέζι δὲν εἶναι μόνο γιὰ τὸ φαγητό, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν λόγο.
Ἐκεῖ ποὺ ἡ γκρίνια μεγαλώνει στὸν ἄνθρωπο,
εἶναι ὅταν ἔρχονται οἱ ἡμέρες τῶν νηστειῶν. Τρέχουμε παντοῦ, στὰ καταστήματα,
στὰ σοῦπερ μάρκετ γιὰ νὰ πάρουμε ὅ,τι καλύτερο νηστήσιμο γιὰ νὰ μὴ στερηθοῦμε,
εἴτε αὐτὸ εἶναι ἀπὸ τὰ ψαρικὰ ποὺ τρώγονται, εἴτε ἀπὸ χίλιες δυὸ ἄλλες γεύσεις
σαρακοστιανές. Τὸ τραπέζι στὸ σπίτι μας γεμίζει ἀπὸ χίλια δυὸ καλούδια
νηστήσιμα μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ μὴν γκρινιάζει ἡ καρδιά μας καὶ μὴ στερηθοῦμε
τίποτα. Εἴμαστε καλομαθημένοι καὶ ὅταν τρῶμε ἕνα φαγητὸ νηστήσιμο καὶ ἄλαδο.
Τρώγεσαι καὶ γκρινιάζεις ἀπὸ μέσα σου καὶ λὲς «τὶ ἄχρηστο εἶναι, δὲν τρώγεται».
Εὐλογημένη νηστεία εἶναι ὅ,τι δίνει κάθε μέρα ὁ Θεὸς μὲ εὐχαριστία καὶ χαρὰ νὰ
τὸ τρῶμε. Αὐτὸ ἔδωσε, αὐτὸ εὐλόγησε ὁ Θεός, ψωμὶ καὶ ἐλιὰ σήμερα καὶ κρεμμύδι.
Ναί, αὔριο ὁ Θεὸς δίνει λάδι καὶ ψάρι γιὰ νὰ φᾶμε. Ὅ,τι δίνει ὁ Χριστὸς χωρὶς νὰ
καταφεύγουμε σὲ πολυτέλειες περιττὲς καὶ ἀνακαλύψεις φαγητῶν νηστήσιμων. Μόνο ὅ,τι
τρῶμε μὲ εὐχαριστία νὰ τὸ λαμβάνουμε. Κάποιος ποὺ εἶναι ἄρρωστος μπορεῖ νὰ
φάγει, ἀλλὰ οἱ ἄλλοι ποὺ εἶναι καλὰ, γιατὶ νὰ καλομαθαίνουν καὶ νὰ κακοπαίρνουν
τὸν ἑαυτό τους; Ἡ αὐτολύπηση εἶναι ἡ χειρότερη γκρίνια στὸν Θεὸ στὶς ἡμέρες τῆς
νηστείας.
Καὶ σκεφτόμουν πὼς ἡ χειρότερή μου ἁμαρτία
στὸν Θεὸ εἶναι ἡ γκρίνια μου καὶ ἡ ἔλλειψη τῆς εὐχαριστίας. Μεγάλη εὐλογία νὰ
μπορῶ νὰ εἶμαι αὐτάρκης καὶ χαρούμενος γιὰ ὅ,τι μοῦ δίνει. Ἡ καρδιά μου νὰ ζεῖ
μία μεγάλη εὐχαριστία καὶ δοξολογία στὸν Θεό. Ὁ στόχος μου νὰ εἶναι στὴν
προσευχὴ καὶ στὴν ἀγάπη στὸν Θεό ποὺ τὴν ζωή μου φροντίζει. Τίποτα δὲν ἔρχεται
χωρὶς να τὸ θέλει ὁ Θεός.
Καὶ ἄκουγα τὸν Χριστὸ νὰ μοῦ λέει: «ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ ταῦτα
πάντα προστεθήσεται ὑμῖν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου