Κυριακή 7 Ιουνίου 2020

Παιδαγωγική Ανθρωπολογία Αγ. Ιω. Χρυσοστόμου, τόμος Α΄ Κεφάλαιο 9: Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ


Γονείς και εκπαιδευτικοί βρίσκονται συχνά μπροστά στο αγωνιώδες δίλημμα: να δώσουμε ελευθερία στα παιδιά ή όχι; Κι αν δώσουμε σε ποια ηλικία και μέχρι ποίου σημείου; Δεν κάνω βέβαια εδώ λόγο για τις διαλυμένες οικογένειες, τα παιδιά των οποίων παίρνουν από νωρίς «με το σπαθί τους» απόλυτες ελευθερίες, βαδίζοντας συνήθως ολοταχώς προς την καταστροφή, τη δική τους και του κοινωνικού περιβάλλοντος.

Παλαιότεροι και νεότεροι παιδαγωγοί έχουν δώσει βέβαια τις απαντήσεις τους στο ανωτέρω ερώτημα. Αλλ’ οι απαντήσεις αυτές, σύμφωνες σχεδόν πάντοτε με την κοσμοθεωρία και τη βιοθεωρία του κάθε συγγραφέα, δεν συμφωνούν μεταξύ τους και συχνά βρίσκονται αντιμέτωπες. Άλλοι είναι άκρως συντηρητικοί και αυστηροί και υποστηρίζουν ότι είναι αναγκαία η δυναμική επέμβαση στη ζωή του παιδιού, και άλλοι είναι άκρως φιλελεύθεροι και πιστεύουν ότι το παιδί πρέπει να αφήνετε από νωρίς απολύτως ελεύθερο, για να αναπτύξει την πρωτοβουλία του και τις δεξιότητές του. Δε λείπουν βέβαια και εκείνοι που συνιστούν τη μέση οδό, το μέτρο. Σκοπός αυτής της μελέτης δεν είναι να αναπτύξω τις ανωτέρω θεωρίες, αλλά να πληροφορήσω τους αναγνώστες τι είπε ο μεγάλος παιδαγωγός της Εκκλησίας, ο Χρυσόστομος γενικά με την Ελευθερία και ειδικά για τη θέση στην αγωγή.

 

Α) Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΜΦΥΤΗ ΚΑΙ
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΥΡΙΟΣ ΤΗΣ ΘΕΛΗΣΕΩΣ ΤΟΥ

 

Ο Χρυσόστομος ξεκινάει από την αρχή ότι: «Δεν είναι φυσική η κακία. Έχουμε τιμηθεί με προαίρεση και με το δώρο της ελευθερίας («προαιρέσει τετιμήμεθα και ελευθερία»)… Δεν υπάρχει καμιά κακία, που να μην εξαλείφεται με τη μετάνοια» (MG 52,451. 48,1042).

«Όταν ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο, δεν τον έκανε δούλο, αλλά ελεύθερο. Εδημιούργησε τον Αδάμ και την Εύα και ήταν και οι δύο ελεύθεροι. Από πού λοιπόν προήλθε η δουλεία; Έπεσε έξω το ανθρώπινο γένος, και, αφού ξεπέρασαν το μέτρο στις επιθυμίες τους, κατέληξαν στην ακράτεια» (MG 48,1037. 53,117). Ο Θεός τους άφησε ελεύθερους, «για να μάθουν έστω και με την πείρα να αποφεύγουν τον εξευτελισμό, που φέρνει το κακό που επιθύμησαν» (MG 60,415).

Τη γνώση της αρετής τη φύτεψε ο Θεός μέσα στη φύση μας («ενέθηκεν ημών τη φύσει»). Την εφαρμογή της όμως και την διόρθωσή μας την άφησε στην ελεύθερη θέλησή μας («επέτρεψεν ημών τη προαίρεσει») (MG 49,140. 58,575-576. 49,387). «Είδες, πόσο αυτεξούσια και ελεύθερη εδημιούργησε τη φύση μας ο Κύριος;» (MG 53,187. 54.606). Ενώ όμως ο Θεός μας χάρισε το δώρο της ελευθερίας και μας δίνει τη Χάρη Του, για να μείνουμε ελεύθεροι και να σωθούμε, εν τούτοις δεν δεσμεύει την ελευθερία μας ούτε με όσα προορίζει για μας. «Δεν έγινε προδότης ο Ιούδας, επειδή το προείπε ο Χριστός, αλλ’ επειδή επρόκειτο με τη θέλησή του να γίνει προδότης, γι’ αυτό το προφήτευσε ο Χριστός» (MG 56,170-171, 60,579).

«Ο Θεός εδημιούργησε τον άνθρωπο αυτάρκη και αυτοδύναμο, ώστε να μπορεί ελεύθερα να εκλέγει την αρετή και να αποφεύγει την κακία» (MG 60,429). Η ψυχή,… αν δε θέλει, δεν πείθεται σε όλα στο Θεό». Και αυτό δείχνει ότι είναι ελεύθερος ο άνθρωπος και δε βιάζεται από κανένα (MG 59,83).

«Αυτεξουσίους ημάς ειργάσατο και εφ’ ημίν είναι κατέλιπε και τη γνώμη τη ημετέρα και το την αρετήν ελέσθαι και το προς την κακίαν αυτομολήσαι» (ΕΠΕ 30,514). (Ο Θεός μας έπλασε αυτεξουσίους και άφησε σε μας και στην ελεύθερη απόφασή μας και το να προτιμήσουμε την αρετή και το να προσχωρήσουμε στην κακία). «Η αλλαγή της ελεύθερης απόφασης του ανθρώπου είναι πολύ δυσκολότερη από τη διόρθωση των φυσικών ελαττωμάτων» (MG 51,120).

Ο Χρυσόστομος πιστεύει ότι: «εκ προαιρέσεως και φαύλοι γινόμεθα και σπουδαίοι» (MG 47,355-356) (Με την ελεύθερη εκλογή μας γινόμαστε και αχρείοι και άριστοι στο ήθος). «Από τη νωθρότητά μας γινόμαστε κακοί και με την επιμέλεια και την επαγρύπνηση γινόμαστε καλοί» (MG 56,282). Κανείς δε γίνεται πονηρός χωρίς τη θέλησή του (MG 58,733).

«Υπάρχουν δίκαιοι πατέρες, που έχουν αμαρτωλά παιδιά και αγαθά παιδιά, που έχουν πονηρούς γονείς. Αυτό δείχνει ότι το κακό δεν είναι αποτέλεσμα ανάγκης και συγγένειας, αλλά εξαρτάται από τη διάθεση και την προσωπική στάση του καθενός» (MG 56,282,283,285). Απόδειξη ότι μας έκαμε ο Θεός ελεύθερους, είναι και το γεγονός ότι «απείλησε με κόλαση και ετοίμασε βασιλεία. Δεν θα ήταν δυνατόν να ετοιμάσει στεφάνια στους δέσμιους της ανάγκης, ούτε να απειλήσει τιμωρία… Δε θα όριζε νόμους, ούτε θα προέτρεπε με συμβουλές» (MG 63,509. 56,282). «Η αμαρτία δεν οφείλεται στη φύση μας, ούτε είναι αποτέλεσμα καταναγκασμού και βίας» (MG 58,473), αλλά είναι αποτέλεσμα κακής χρήσεως της ελευθερίας. Η πτώση του ανθρώπου στο κακό «είναι αποτέλεσμα ελεύθερης εκλογής και το έγκλημα δεν είναι αποτέλεσμα καταναγκασμού» (MG 60,425).

Εκείνο που αποδεικνύει ιδιαίτερα την προαίρεση και ελευθερία της φύσεώς μας «είναι η απότομη μεταβολή της συμπεριφοράς του ανθρώπου». Τέτοια ξαφνική μεταβολή παρουσίασαν, όπως σημειώνει ο ιερός Πατήρ, ο Απ. Παύλος, ο ληστής και ο τελώνης. Αν τα κακά ήταν φυσικά και αναγκαία, δε θα ήταν δυνατή η μεταβολή αυτή προς το καλό» (MG 60,291. 57,361). Αν ο άνθρωπος, κάνοντας χρήση της ελευθερίας του, βρίσκει τη δύναμη να μετανοήσει, συγχρόνως και «η μετάνοια χαρίζει ελευθερία» (MG 49,388), αφού απαλλάσσει τον άνθρωπο από τη δουλεία των παθών.

 

Β΄) ΑΙΤΙΑ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΚΑΛΩΝ ΚΑΙ ΚΑΚΩΝ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΟΑΙΡΕΣΗ.

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΗ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ

 

Ο άγιος Ιεράρχης υποστηρίζει την άποψη ότι: «Η προαίρεση είναι η αιτία σε όλες τις περιπτώσεις όλων των καλών και των κακών» (MG 49,378). Όλα εξαρτώνται από την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου και όχι από το φυσικό του χαρακτήρα. Γι’ αυτό είναι δυνατόν και η άσχημη ψυχή και η πιο βδελυρή, αν θελήσει, να μεταβληθεί αμέσως και να ξαναφθάσει σε ύψη ομορφιάς,… όπως επίσης είναι δυνατόν, αν δείξει ραθυμία, να καταντήσει στη χειρότερη και την πιο αποκρουστική ασχήμια» (ΕΠΕ 30,330). Δεν υπάρχει φυσική αναγκαιότητα. Το μαρτυρεί το γεγονός ότι οι κακοί μπορούν να γίνουν καλοί και οι καλοί κακοί. Γι’ αυτό ζητούμε και ευθύνες από τους ένοχους (MG 58,576. 62,428). «Μετά από τη Χάρη του Θεού, όλα εξαρτώνται από τη θέλησή μας και από την προθυμία μας» (ΕΠΕ 30,446).

«Και άγριος γίνομαι όταν βούλωμαι, και ήμερος όταν θέλω. Ου γαρ φύσει δέδεμαι, αλλ’ ελευθερία προαιρέσεως τετίμημαι» (MG 48,1042) (Και άγριος γίνομαι, όταν το επιθυμώ και ήμερος, όταν θέλω. Δεν με δεσμεύει η φυσική ανάγκη, γιατί έχω τιμηθεί με την εξουσία και το δικαίωμα της ελεύθερης εκλογής). Όσον αφορά το πεπρωμένο, που έτρεμαν οι αρχαίοι Έλληνες και οι άλλοι ειδωλολατρικοί λαοί, γράφει: «Πού είναι λοιπόν αυτοί που αντιτάσσουν με πείσμα την δήθεν καταπιεστική δύναμη του πεπρωμένου στην ελευθερία της βουλήσεως;… Εκείνον που θέλει να γίνει ενάρετος, δεν τον εμποδίζει τίποτε, έστω κι αν βρεθεί μπροστά στους φοβερότερους πειρασμούς. Κι αυτό, γιατί έχουμε προικιστεί με την ικανότητα να γίνουμε αγαθοί, εφόσον η αρετή είναι για μας φυσική κατάσταση, ενώ η κακιά είναι αφύσικη, ό,τι δηλαδή ακριβώς συμβαίνει με την αρρώστια (που την αποστρέφεται η φύση μας) και με την υγεία (την οποία η φύση μας επιθυμεί)» (MG 61,186). Στους φυσικούς νόμους επικρατεί αναγκαιότητα. «Στην πνευματική όμως ζωή όλα είναι αποτέλεσμα ελεύθερης εκλογής και προσωπικής στάσεως» (MG 61,509. 63,509-510).

«Οι άνθρωποι δεν έχουν ανάγκη από εξωτερικές δυνάμεις, για να γίνουν ενάρετοι, και το να γίνουν ή να μη γίνουν καλοί δεν εξαρτάται από τον εξαναγκασμό ούτε από την τύχη» (MG 61,60). Η δύναμη του κακού δεν καταργεί το αυτεξούσιο. Γι’ αυτό και τιμωρεί ο Θεός (MG 60,509).

«Τίποτε δεν είναι δύσκολο, όταν θέλουμε και τίποτε δεν είναι εύκολο, όταν δε θέλουμε. Γιατί εμείς είμαστε κύριοι και υπεύθυνοι για όλα… Γι αυτό άλλωστε και τιμωρούμαστε, όταν φταίμε, και επαινούμαστε, όταν κάνουμε το καλό» (MG 62,428. 58,733).

Διατηρούμε την ελεύθερη βούλησή μας και πριν από την κλήση του Θεού και μετά από αυτή. Ο Θεός κάλεσε και τους Ιουδαίους «με τη σάρκωση του Υιού Του, αλλά δε θέλησαν να πιστέψουν» (MG 50,488).

 

Γ΄) ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΕΡΙΟΡΙΣΤΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

 

Ενώ όμως ο Χρυσόστομος εξυμνεί την ελευθερία, εν τούτοις δεν κρύβει τους κινδύνους που περικλείει απεριόριστη ελευθερία. Κατ’ αυτών η ασυδοσία οδηγεί στην αυθάδεια (MG 61,424), στην οκνηρία και στην αδιαφορία ΕΠΕ 30,425).

 

Δ΄) ΑΞΙΑ ΚΑΙ ΩΦΕΛΕΙΕΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

 

Κάνοντας καλή χρήση της ελευθερίας μας, μπορούμε να διορθώσουμε τελείως την ψυχή μας και να κατορθώσουμε την αρετή (MG 49,101. 61,20-21).

Η ελευθερία είναι ο μεγαλύτερος πλούτος (MG 62,305). «Τίποτε δεν είναι δύσκολο, όταν θέλουμε»  (MG 62,428).

Αξίζουν μόνον οι πράξεις που γίνονται ελεύθερα και όχι με τη βία (MG 63,768. 53,367).

Η ελεύθερη εκλογή αναδεικνύει αγίους. «Όσοι αγάπησαν με θερμότητα τη φιλοσοφία της Καινής Διαθήκης, έγιναν οποίοι έγιναν (άγιοι δηλαδή)… με τη θεία αγάπη και το φλογερό έρωτα προς το Θεό. Δεν χρειάστηκαν δηλαδή προσταγές, ούτε διαταγές και νόμους, για να εκλέξουν την αρετή και να αποφύγουν την κακία, αλλά σαν ευγενικά και ελεύθερα παιδιά, αφού απόκτησαν επίγνωση της προσωπικής τους αξίας, προσχώρησαν ελεύθερα στο στρατόπεδο της αρετής, χωρίς κανένα εκφοβισμό και καμία τιμωρία» (MG 51,286). Τα ανωτέρω βαρυσήμαντα λόγια είναι απολύτως σύμφωνα με τα πορίσματα της σύγχρονης Παιδαγωγικής που συνιστά να καλλιεργούμε στους εφήβους το συναίσθημα της προσωπικής τους αξίας και του αυτοσεβασμού[1]. Τα λόγια αυτά του Χρυσοστόμου δείχνουν τη μεγάλη αξία της ελευθερίας και μάλιστα της χριστιανικής ελευθερίας. Στο ίδιο θέμα αναφέρονται και τα παρακάτω λόγια του αυτού Πατρός: «Στην εκκλησία, αν βρω αγκάθι (κάποιο πάθος), το μεταβάλλω σε ελιά (σε αρετή)… Αν πάλι βρω λύκο, το κάνω πρόβατο, όχι αλλάζοντας τη φύση, αλλά μεταβάλλοντας τη διάθεση» (MG 49,336).

Όποιος σέβεται την ελευθερία του άλλου, τον προσελκύει κοντά του (MG 61,519).

Η ελευθερία συμπορεύεται με την αλήθεια. «Ο ελεύθερος άνθρωπος μιλάει παντού και πάντοτε τη γλώσσα της αλήθειας» (MG 61,157). Η ελευθερία οδηγεί στην αρετή και η αρετή χαρίζει την πλήρη και πραγματική ελευθερία η αρετή και η εσωτερική ελευθερία αναδεικνύουν το δούλο σπουδαιότερο από τον ελεύθερο κύριό του και το φτωχό πιο πλούσιο από τον πλούσιο (MG 57,387).

 

Ε΄) ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ

 

Ελεύθερος είναι ο ειλικρινής και ανυπόκριτος (MG 62,367. 61,156-157). Πραγματικά ελεύθερος είναι ο ενάρετος. Ενώ ο κακός είναι ανελεύθερος και πιο αδύνατος από την αράχνη (MG 63,483. 55,237). Ο καλός και ενάρετος δούλος είναι ανώτερος από τον κακό κύριο, γιατί κάνει ό,τι θέλει (MG 55,236-237).

Ελεύθερος είναι όποιος έχει ελεύθερο εσωτερικό φρόνιμα (MG 62,599. 51,178. 61,156-157). Ελεύθερος είναι ο απαλλαγμένος από την τυραννία των παθών, ιδιαίτερα από τη φιλαυτία, τη φιλαργυρία, τη φιληδονία και τη φιλοδοξία, καθώς και ο ανεξίκακος, ο αόργητος, «ο μηδέν κεκτημένος», εκείνος που δεν έχει τίποτε ή περιορίζεται στα απαραίτητα, ο ακενόδοξος, ο ανεπιθύμητος, ο απαλλαγμένος από αγωνιώδεις φροντίδες (MG 61,156-157. 58,574. 63,145. 62,599. 51,202-203. 47,314-315. 59,437,349. 55,278,279. 60,486). «Η ψυχή που αρκείται στα λίγα είναι πραγματικά ελεύθερη» (MG 63,19,198). Εκείνος που δε φοβάται, μπορεί να ενεργεί πάντοτε ελεύθερα (MG 48,648. 55.236-237).

Ελεύθερος είναι όποιος υπερνίκησε όλα τα ανθρώπινα και τα υλικά, ζει μόνον για το Χριστό, έχει την ψυχή του στραμμένη προς τους ουρανούς και δε φοβάται το θάνατο, αλλά τον θεωρεί «γλυκύτερο από τη ζωή» (MG 47,314-315).

«Ελεύθερος είναι εκείνος που κρίνει και αποφασίζει μέσα στην καρδιά του» (Α΄ Κορ. ζ΄ 37), πρώτα εξετάζει και μετά εκλέγει και ενεργεί (MG 48,594).

Ελεύθερος είναι όποιος έχει «το άτυφον και ακόμπαστον», ο απαλλαγμένος δηλαδή από την έπαρση και την καυχησιολογία (MG 63,200). Ευγενής και ελεύθερος είναι «όποιος δε λέει τίποτε από εκείνα που αρμόζουν σε δούλους», δε βρίζει δηλαδή και δεν προσβάλλει (MG 60,280). Έχοντας την εν Χριστώ ελευθερία, απολαμβάνουμε με μέτρο τα φαγητά και κάθε υλικό αγαθό, περιποιούμαστε το σώμα και φροντίζουμε όσο πρέπει για την ψυχή. Άρα έναν μόνον απέχουμε, από την αμαρτία, που γεννιέται από την τρυφηλή ζωή (ΕΠΕ 30,430). Οι χριστιανοί μόνον είναι απαλλαγμένοι από τη δουλεία του σεξ (MG 47,510).

 

ΣΤ΄) ΕΧΘΡΟΙ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

 

Τα πάθη κάνουν την καρδιά βαρειά, ενώ από τη φύση της «είναι ανάλαφρη και έχει την τάση να ανεβαίνει ψηλά», αλλ’ «ημείς παρά φύσιν βαρείαν ποιούμεν», με αποτέλεσμα να χάνουμε την πνευματική μας ελευθερία και να υποδουλωνόμαστε στα κοσμικά αγαθά (MG 55,47-48). Εκείνοι που επιδιώκουν υλικά αγαθά και ανθρώπινα μεγαλεία, χάνουν την ελευθερία τους και γίνονται δούλοι σε πολλούς κυρίους (MG 58,571).

Γενικότερα εχθρός της ελευθερίας είναι η αμαρτία, «που είναι πραγματικά τύραννος φοβερός, που προστάζει πονηρά παραγγέλματα και καταντροπιάζει εκείνους που την υπακούν» (MG 55,360). Όπως σημειώνει ο Χρυσόστομος: «Αφού μπήκε στον κόσμο η αμαρτία, κατέστρεψε την ελευθερία και διέφθειρε την αξία που έχουμε από τη φύση μας και έφερε τη δουλεία» (MG 55,270).

Πολλοί εγκαταλείπουν την ελευθερία και υποδηλώνονται στην κακία από οκνηρία. «Ενώ ο Ιούδας είχε τη δύναμη να αλλάξει συμπεριφορά, δε θέλησε, επομένως όλα όσα ακολούθησαν οφείλονταν στην οκνηρία του» (MG 49,387. 55,470).

 

Ζ΄) Ο ΣΕΒΑΣΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΗΚΟΝ

 

Εφόσον η ελευθερία είναι το σπουδαιότερο δώρο του Θεού στον άνθρωπο, οφείλουμε όλοι, και οι γονείς και οι δάσκαλοι, να την σεβόμαστε. «Τέτοιος είναι ο σύμβουλος. Δεν αποφασίζει ο ίδιος, αν θα ακολουθήσουν οι άλλοι αυτά που είπε, αλλά τα αναθέτει όλα στην κρίση των ακροατών του» (MG 48,566). «Γνώμη το πράγμα έστιν, ουκ επίταγμα. Συμβουλεύω γαρ ου νομοθετώ» (Α΄ Κορ. ζ΄ 25-26) (Αυτό που σας λέω είναι γνώμη μου, δεν είναι διαταγή, διότι συμβουλεύω, δε νομοθετώ). Σχολιάζοντας τα ανωτέρω λόγια του Απ. Παύλου ο Χρυσόστομος, γράφει: «Βλέπεις και πάλι πόσο ο λόγος του είναι ήμερος και απαλλαγμένος από κάθε εξουσιαστικό ύφος… Αντί να πει συμβουλεύω, λέει «γνώμη σας δίνω», και αντί να πει σας μιλάω σαν δάσκαλός σας, λέει «σαν κάποιος που ελεήθηκα από τον Κύριο (MG 48,565-566). 

Θα συμβουλεύουμε λοιπόν, θα ελέγχουμε και θα διορθώνουμε τα παιδιά και τους εφήβους με φιλοστοργία, με τρόπο πατρικό και όχι με αποτομία, παραφορά και αυταρχικότητα. «Δεν πρέπει να κακολογούμε, ούτε να επεμβαίνουμε απότομα, αλλά να νομοθετούμε… Ούτε να κάνουμε επίθεση με παραφορά, αλλά να διορθώνουμε με φιλοστοργία» («…μετά φιλοστοργίας διορθούν») (MG 57,309). Και ο σοφός Ιεράρχης προσθέτει: «…αφού τον περιβάλεις με θερμά λόγια… και καταπραΰνει την φλεγμονή, τότε άνοιξε την πληγή, αλλά με τέτοιον τρόπο, ώστε ούτε να τον καταπιέζεις, γιατί θα αντιδράσει και θα φύγει, ούτε να τον αποκοιμίζεις, γιατί τότε θα δείξει αδιαφορία και περιφρόνηση» (MG 61,379).

Η ανεκτικότητα, η επιείκεια και η πραότητα έχουν μεγαλύτερη δύναμη από την καταπίεση και τη βία. Ο Χρυσόστομος δε στέκεται στην επιφάνεια. Με την τεράστια πνευματική εμπειρία και την ψυχολογική διορατικότητα, που διέθετε, έμπαινε στην ουσία των πραγμάτων. Στο σημείο αυτό είναι επιγραμματικός και αποφθεγματικός: «Επιείκεια γαρ πάσης βίας δυνατωτέρα» (MG 57,361). «Ουδέν γαρ επιεικείας και πραότητος ισχυρότερον» (MG 48,708). «Θρασύτης ου θρασύτητα, αλλ’ επιεικεία σβέντυται» (MG 57,390). (Η θρασύτητα του νεαρού δεν εξουδετερώνεται με τη δική μας άγρια και σκληρή συμπεριφορά, αλλά με την επιείκεια και την υποχωρητικότητα). «Όποιος θέλει να σωφρονίσει ένα μανιακό, δεν χρησιμοποιεί την οργή και την αυστηρότητα. Αυτό είναι αληθινή αρετή, το να αντιμετωπίζεις ανθρώπους αυτού του είδους με επιείκεια και ανεκτικότητα» (MG 54,400).

«Αυτόν που τραυματίστηκε, τίποτε δεν μπορεί να τον θεραπεύσει καλύτερα από την επιείκεια. Γιατί η επιείκεια είναι δυνατότερη από τη βία… Εκείνος που έγινε καλύτερος από ανθρώπινο φόβο, γρήγορα θα ξαναγυρίσει και πάλι στις πονηρές τους συνήθειες» (MG 57,351).

«Αν δεν μπορέσεις να τον πείσεις, μην τον εξαναγκάσεις… και δεν αρκεί μόνον αυτό,… αλλά να είσαι και συγκαταβατικός (MG 60,639). Οι γονείς οφείλουν να χορηγούν στους νέους την ανεξαρτησία τους (MG 61,656 ε΄).

 

Η) Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΓΟΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΕΙΝΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΣ

 

«Έχουμε ορισθεί να διδάσκουμε… και όχι να εξουσιάζουμε, ούτε να διατάζουμε. Έχουμε τη θέση συμβούλων, που προτρέπουν στο καλό. Εκείνος που συμβουλεύει λέει τη γνώμη του, χωρίς να εξαναγκάζει τον ακροατή, αλλά τον αφήνει ελεύθερο να ακολουθήσει ή όχι αυτά που τον συμβούλεψε. Είναι υπεύθυνος μόνον τότε, όταν δε συμβουλέψει τα πρέποντα» (MG 62,87).

Ο ιερός Συγγραφέας, κάνοντας διάκριση ανάμεσα στη συμβουλή, που είναι προαιρετική για το συμβουλευόμενο, και στους νόμους που είναι υποχρεωτικοί, γράφει: «Εκείνος που προτρέπει και συμβουλεύει, αφήνει αυτόν που ακούει ελεύθερον και να ακολουθήσει ή όχι τη συμβουλή. Ενώ εκείνος που δίνει εντολές και καθιερώνει νόμους, καταργεί το δικαίωμα της ελεύθερης εκλογής» (MG 51,325). Και αλλού συμβουλεύει: «Ενθαρρύνεται πάρα πολύ στο καλό εκείνος που ακούει, όταν δεν τον προστάζουμε,… αλλά συζητούμε μαζί του συμβουλεύοντας σαν να πρόκειται να κριθούμε απ’ αυτόν τον ίδιο» (MG 61,199). Σχολιάζοντας το χωρίο Εφεσ. στ΄ 4, γράφει: «Τα παιδιά, λέγει ο Απ. Παύλος, να υπακούετε στους γονείς σας»… Πρόσεξε, ότι στο δρόμο της αρετής έθεσε θαυμάσιο θεμέλιο την τιμή και το σεβασμό προς τους γονείς… Αφού λοιπόν έδωσε τις συμβουλές που έπρεπε στα παιδιά, έρχεται τώρα στους πατέρες και λέει: «Και οι πατέρες να μην εξοργίζεται τα παιδιά σας,… αυτό δηλαδή που κάνουν πολλοί με το να τα αποκληρώνουν, να τα διώχνουν και να τα καταπιέζουν (φορτικώς επικείμενοι»), σαν να μην είναι ελεύθεροι άνθρωποι, αλλά δούλοι» (MG 62,150).

 

Θ) Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟΡΓΙΚΟΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΦΟΡΤΙΚΟΣ ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ

 

Σχολιάζοντας το χωρίο Α΄ Θεσ. β΄7, γράφει: «Υπήρξαμε πράοι μεταξύ σας. Φερθήκαμε όπως μια καλή παραμάνα που περιθάλπει με στοργή τα παιδιά της». Στη συμπεριφορά μας δεν παρουσιάσαμε τίποτε το φορτικό, τίποτε το δυσάρεστο, τίποτε το βαρύ, τίποτε το υπεροπτικό… Τέτοιος πρέπει να είναι και ο δάσκαλος» (MG 62,402-403).

Σε άλλες ομιλίες του επιμένει ότι ο εξαναγκασμός του δασκάλου δε φτάνει, για να διορθωθεί ο μαθητής: «Αυτό είναι προκοπή, το να ξεπερνάει κανείς τις εντολές και τις διαταγές. Διότι όλα κατορθώνονται με τη δική μας ελεύθερη εκλογή και όχι με τον εξαναγκασμό του δασκάλου» (MG 62,423).

«Ο λόγος πρέπει να είναι λόγος ανθρώπου που διδάσκει μάλλον παρά που ελέγχει, που παιδαγωγεί παρά που τιμωρεί, που βάζει τάξη παρά που διαπομπεύει, που διορθώνει παρά που επεμβαίνει στη ζωή του άλλου (MG 61,593-594).

Ακόμη και η τιμωρία πρέπει να επιβάλλεται με ήπιο τρόπο, όπως αρμόζει σε ελεύθερους ανθρώπους και όχι με σκληρότητα και απανθρωπία, όπως επιβαλλόταν στους δούλους. Η τιμωρία απαιτεί «άκραν ημερότητα, αρίστην ιατρείαν και πολλήν κηδεμονίαν» (MG 61,502).

Ο δάσκαλος επίσης μπορεί να ανακαλέσει στην τάξη έναν άτακτο μαθητή χωρίς βιαιότητα, αλλά χαριεντιζόμενος: «Μην αποκάμεις να επαναλαμβάνεις τα ίδια λόγια, όχι όμως πιεστικά, αλλά χαριεντιζόμενος» (MG 57,369). Μερικοί εκπαιδευτικοί, όταν τους προκαλούν οι μαθητές, χάνουν την ψυχραιμία τους και καταφεύγουν σε δυναμικές λύσεις. Αυτό όμως ηρωοποιεί τους ταραξίες, οι οποίοι αυτό ακριβώς επιδιώκουν, να εκνευρίσουν τον δάσκαλό τους. Και όμως θα μπορούσαν να επιβληθούν στην τάξη με ένα επιτυχημένο αστείο, το οποίο, χωρίς να θίγει κανένα, παιδαγωγεί.

 

Ι) ΘΑ ΑΦΗΝΟΥΜΕ ΣΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ ΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ
ΝΑ ΠΑΡΟΥΝ ΤΗΝ ΤΕΛΙΚΗ ΤΟΥΣ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Αν λάβει κανείς υπόψη του, ότι ο Χρυσόστομος ζει σε εποχή που υπάρχει ακόμη ο θεσμός της δουλείας και οι σωματικές ποινές είναι το συνηθισμένο μέσο επιβολής, μένει κατάπληκτος μπροστά στις παρακάτω παιδαγωγικές γνώμες του, εμπνευσμένες από το πνεύμα του Ευαγγελίου, στις οποίες δε θα μπορούσε τίποτε να προσθέσει μετά από τόσους αιώνες η σύγχρονη Παιδαγωγική.

«Να καταφεύγει συνεχώς στην αγάπη, μετριάζοντας έτσι τη φορτικότητα των λόγων και δίνοντας σ’ αυτόν την εξουσία, να του λες:

-«Εγώ αυτά σε προτρέπω και σε συμβουλεύω. Αλλά εξαρτάται από σένα, αν θα πειστείς. Δε σε εξαναγκάζω, ούτε σε βιάζω. Τα εμπιστεύομαι όλα στη δική σου γνώμη και απόφαση» (MG 61,379-380 ε΄).

Σ’ εκείνους που δυσανασχετούν και διερωτώνται αν είναι δυνατόν να αντιμετωπίσει κάνεις σήμερα την οργισμένη συμπεριφορά των νεαρών χωρίς βία, ο Χρυσόστομος απαντά: Θα αγωνιστούμε με την ανοχή και την υπομονή (MG 48,635), με την πειθώ και την επιείκεια λόγο επιείκεια («λόγω, επιεικεία») (MG 60,139).

 

ΙΑ') Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΒΟΝΤΑΝ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

 

Ο Χρυσόστομος, για να τεκμηριώσει τις απόψεις του, καταφεύγει συχνά στο παράδειγμα και τα λόγια του Χριστού και του Απ. Παύλου, του οποίου υπήρξε σπουδαίος υμνητής. Έτσι γράφει: «Ο Απ. Παύλος δεν συνηθίζει να δίνει εντολές σε όλους και όλα, αλλά είναι συγκαταβατικός στις αδυναμίες των ακροατών του, όπως ακριβώς έκανε και ο Χριστός. Γιατί και σ’ εκείνον τον πλούσιο που Τον πλησίασε και συζήτησε μαζί Του για την αιώνια ζωή, δεν του είπε, πήγαινε πούλησε τα υπάρχοντά σου,… αλλά «αν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε πούλησε τα υπάρχοντά σου». Το αφήνω στη δική σου κρίση, σε κάνω κύριο της θελήσεώς σου, δεν σε καταναγκάζω» (MG 49,40,318).

Κατά τον Απ. Παύλο η εκλογή της αρετής πρέπει να γίνεται ελεύθερα (MG 48,589). Ότι ο Απόστολος των Εθνών είναι εχθρός του καταναγκασμού, φαίνεται και από το χωρίο Κολασ. β΄1-2, το οποίον ο Χρυσόστομος σχολιάζει ως εξής: «Έχω αγώνα», λέγει ο Απ. Παύλος, «για να ενωθούν οι Χριστιανοί με αγάπη, όχι αναγκαστικά ούτε με τη βία. …Όταν συμβουλεύει, δεν είναι φορτικός, ο Απ. Παύλος και γι’ αυτό αγωνιά, επειδή θέλει να πιστέψουν με αγάπη και με τη θέλησή τους» (MG 62,334).

Ο Χριστός δεν ανάγκασε ποτέ τους μαθητές του να μείνουν κοντά Του. Ιδού τα σχετικά σχόλια του Χρυσοστόμου: «Ρωτάει τους μαθητές του, «μήπως θέλετε και εσείς να φύγετε;». Αφαιρεί δηλαδή κάθε βία και κάθε εξαναγκασμό και δεν θέλει να Τον ακολουθήσουν από κάποια ντροπή, αλλά από ευγνωμοσύνη… Εμείς όμως κάνουμε τα αντίθετα,… νομίζουμε ότι μειωνόμαστε, όταν φεύγουν εκείνοι που μας κολακεύουν… Ο Κύριος όμως ούτε τους εκολάκευσε, ούτε τους απομάκρυνε…, αλλά δεν ήθελε να μένουν κοντά Του με τη βία. Διότι το να μένουν αναγκαστικά κοντά Του, θα ήταν το ίδιο με το να είχαν φύγει» (MG 59,266). «Αυτόν που έρχεται σε μένα, δεν θα τον πετάξω έξω» (Ιω. στ΄ 37)… δε θα τον απομακρύνω εγώ…, αν όμως αποσκιρτούν μόνοι τους, δεν τους σύρω προς το μέρος μου αναγκαστικά (MG 59,440).

Ο Χριστός μπορούσε να κάνει καλούς και τους Ιουδαίους και τον Ιούδα, αλλά δεν ήθελε με τη βία. «Τον Ιούδα, που έπεσε, θέλησε ο Χριστός να τον σηκώσει, και γι’ αυτό έκαμε το παν, αλλ’ εκείνος δε θέλησε» (MG 55,470. 49,375. 57,441).

Η αρχή του Χριστού ήταν: «Αν κάποιος θέλει, ας με ακολουθήσει» (Ματθ. ιστ΄ 24) γι’ αυτό και ο λόγος Του ήταν περισσότερο ελκυστικός (MG 58,541) και οι μαθητές Του έμεναν μόνιμα κοντά Του (MG 59,123,266). Ο Χριστός απευθύνεται στην ελεύθερη βούλησή μας (MG 62,666. 49,318) και δεν επεμβαίνει παρά μόνον, όταν δεχτούμε ελεύθερα την κλήση Του (MG 59,83,117).

 

ΙΒ΄) Ο ΘΕΟΣ ΣΕΒΕΤΑΙ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

 

Ο Θεός δε βιάζει την ανθρώπινη θέληση. Η σωτηρία είναι θέμα προσωπικής εκλογής. Πολλοί από εκείνους που εκλύθηκαν, εχάθηκαν (MG 59,268). Σώζει όσους θέλουν. Εκείνους που αποσκιρτούν, δεν τους πιέζει (MG 51,144). Προσελκύει μόνον όσους το επιθυμούν (MG 51,143).

Ο Θεός θέλει να ακολουθούμε τις εντολές Του, αλλά με τη δική μας θέληση (MG 61,176ε΄). Θέλει να τον ακολουθήσουμε ελεύθερα, για να μας ανταμείψει (MG 61,85). Επειδή είμαστε ελεύθεροι, γι’ αυτό ο Θεός βραβεύει και τιμωρεί (MG 63,509ζ΄). Ο Θεός μας μεταχειρίζεται σαν παιδιά Του ευγενική ελεύθερα (MG 49,320). Δεν καταργεί την ελευθερία μας, αλλά θέλει να ζούμε σαν παιδιά Του, για να τη διασφαλίσουμε (MG 61,146-147). Ο Θεός θέλει να γινόμαστε ενάρετοι με τη συγκατάθεσή μας (MG 59,83).

Η ελευθερία μας δόθηκε, όχι για να βρίζουμε το Θεό, αλλά για να Τον δοξάζουμε (MG 48,174-175ε΄). Η πρόγνωση του Θεού δε βιάζει την ελευθερία μας. Ο Θεός προγνωρίζει όσα θα αποφασίσουμε με τη θέλησή μας (MG 58,573-575).

Ο Θεός δε θέλει τον άνθρωπο καταπιεσμένο. Ο Χρυσόστομος, για να δείξει ότι ο Θεός θέλει τον άνθρωπο ρυθμιστή της ζωής του, ερωτά.

-Γιατί δεν είπε ο ευαγγελιστής Ιωάννης ότι ο Θεός έκαμε τους ανθρώπους τέκνα Του, αλλ’ ότι: «Τους έδωσε την εξουσία να γίνουν τέκνα του Θεού;» (Ιω. α΄12). Και δίνει ο ίδιος την απάντηση: -Για να δείξει ότι, για να γίνει ο άνθρωπος τέκνο του Θεού, χρειάζεται πολλή από μέρους του προσπάθεια,… και για να διακηρύξει, ότι την εξουσία αυτή να γίνουμε παιδιά του Θεού, δε θα μπορέσει κανείς να μας την αφαιρέσει, αν δεν την αφαιρέσουμε εμείς οι ίδιοι (MG 59,76. 61,85. 51,254).

 

ΙΓ') Ο ΘΕΟΣ ΣΕΒΕΤΑΙ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

 

Είναι πολύ συγκινητικοί οι λόγοι του μεγάλου Πατρός πάνω σ’ αυτό το θέμα:

α) Ο Θεός δεν τιμωρεί, αλλά ευεργετεί τους βλάσφημους, τους διώκτες και τους κακούς, δίνοντάς τους έτσι τον καιρό και τις ευκαιρίες να μετανοήσουν, όπως γίνεται με πολλούς απ’ αυτούς. «Ο Θεός των όλων, ενώ μπορεί να στείλει κεραυνό σ’ εκείνους που Τον βλασφημούν, εν τούτοις ανατέλλει τον ήλιο και στέλνει βροχές και χορηγεί όλα τα άλλα με αφθονία… Αυτόν πρέπει να μιμούμαστε κι εμείς και να παρακαλούμε, να συμβουλεύουμε με πραότητα, χωρίς να αποθηριωνόμαστε… Γι’ αυτό ο Χριστός διέταξε να αφήνουμε τα ζιζάνια να αυξάνουν μαζί με το σιτάρι, δίνοντας έτσι καιρό σ’ αυτούς που αμάρτησαν να μετανοήσουν» (MG 57,361). Μπορεί να φανταστεί κανείς τι θα έχανε η Εκκλησία, αν ο Θεός τιμωρούσε αμέσως. Θα έχαναν Παύλο, ένα Αυγουστίνο και τόσους άλλους.

β) Ο Θεός θέλει και οι κακοί ναι είναι καλοί με τη θέλησή τους και όχι με τη βία. «Ο Θεός θέλει να είμαστε καλοί με τη θέλησή μας και όχι με τη βία… Αν λοιπόν να σύρει χωρίς τη θέλησή μας, θα αφαιρέσουμε αυτό που μας έδωσε, εννοώ την ελευθερία της βουλήσεως» (MG 62,25. 50,499).

γ) Ο Θεός αφήνει τους κακούς ελεύθερους, ώστε και μετά την πτώση τους να καταλάβουν την ανοησία τους και να διορθωθούν (MG 60,415. 49,283).

δ) Ο Θεός αποστρέφεται τη βία. Έναν υπηρέτη που μας μισεί και μας αποστρέφεται, δε δεχόμαστε να τον κρατήσουμε κοντά μας, ακόμη κι αν έχουμε ανάγκη από τις υπηρεσίες του. Πολύ περισσότερο δε δέχεται ο Θεός να κρατήσει κοντά Του με τη βία ανθρώπους που δε θέλουν (MG 57,305. 50,499).

 

ΙΔ') ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΑΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

 

            Αν δεν ήταν πεπεισμένοι οι άνθρωποι ότι είναι στο χέρι τους να εκλέγουν τις πράξεις τους, τότε κανείς πλέον δε θα έμενε σταθερός στην αρετή, ούτε θα απέφευγε την κακία, αφού ο ενάρετος δε θα ήταν άξιος επαίνου και ο κακός δε θα ήταν άξιος τιμωρίας (MG 56,155).

 

ΙΕ΄) ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΠΩΣ ΘΑ ΔΙΝΟΥΜΕ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥΣ

 

            Η μητέρα των πουλιών δεν αφήνει τους νεοσσούς να πετάξουν παρά μόνον, όταν τους ασκήσει και διαπιστώσει ότι δυνάμωσαν καλά τα φτερά τους και μπορούν να πετάξουν με ασφάλεια (MG 48,545). Το ίδιο και οι γονείς δεν πρέπει να δίνουν μεγάλη ελευθερία ιδίως τα μικρότερα παιδιά αν δε διαπιστώσουν ότι μπορούν να αυτοκυβερνηθούν. Η ελευθερία θα δίδεται στα παιδιά προοδευτικά. Το ίδιο έκαμε και ο Χριστός. Στην αρχή έμενε μαζί με τους μαθητές και τους υποβάσταζε. Όταν διαπίστωσε ότι μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους, τους άφησε να κηρύξουν σε όλη την οικουμένη. (MG 51,199).

Οι πλοίαρχοι, όταν φυσούν πολύ δυνατοί άνεμοι, για να μην ανατρέψουν το σκάφος, δεν ανοίγουν πολύ τα πανιά. Τα ανοίγουν λίγο, ώστε να οδηγήσουν με ασφάλεια το πλοίο στο λιμάνι (MG 52,608). Έτσι και στα παιδιά δίνουμε με μέτρο την ελευθερία, γιατί αν τους δώσουμε από πολύ νωρίς απόλυτη ελευθερία, υπάρχει ο κίνδυνος να καταστραφούν.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

 

Στο ερώτημα λοιπόν, αν πρέπει να είμαστε φιλελεύθεροι ή καταπιεστικοί στην αγωγή, ο Χρυσόστομος απάντα: να αποφεύγουμε την «αμετρία», τις υπερβολές δηλαδή και τις ακρότητες και να επιδιώκουμε τη «συμμετρία», την τήρηση δηλαδή του μέτρου, γιατί «το σύμμετρον ηδύ και χρήσιμον ημίν και προσηνές» (MG 48,736).

Ούτε λοιπόν άκρατος φιλελευθερισμός και ασυδοσία, ούτε αυταρχικότητα και καταπιεστική τακτική. Οι νόμοι που έχει θεσπίσει η Πολιτεία με τη συναίνεση του λαού, οι κανονισμοί του σχολείου και οι αρχές της οικογένειας δε δεσμεύουν, αλλά διασφαλίζουν την ελευθερία των άπειρων ακόμη παιδιών και εφήβων. Η εφαρμογή όμως των κανονισμών από τους γονείς και τους δασκάλους, απαιτεί σύνεση και διάκριση, ιδίως όταν έχουμε να κάνουμε με νεαρά άτομα. Όπως γράφει ο Αγιορείτης Καθηγούμενος π. Γεώργιος Καψάνης: «Ο ταπεινός ορθόδοξος παιδαγωγός… σέβεται και δεν βιάζει την ελευθερία του παιδαγωγουμένου. Η ταπείνωση του χαρίζει και τη διάκριση, την ύψιστη των αρετών κατά τους Πατέρας, με την οποία διακρίνει την πρέπουσα στον κάθε άνθρωπο πνευματική μεταχείριση. Έχοντας το ταπεινό εκκλησιαστικό φρόνημα όχι μόνον διδάσκει, αλλά και διδάσκεται από τους μαθητάς»[2]. Κατά τον ιερό Χρυσόστομο: «Ο φιλών ουκ επιτάττειν βούλεται ουδέ άρχειν» (Όποιος αγαπάει, δε θέλει να διατάζει ούτε να εξουσιάζει) (MG 62,404).

 

Κεφ. 9- Εισαγωγικά κεφάλαια, Η Ελευθερία και η θέση της στην αγωγή, (σελ. 111-123), Παιδαγωγική Ανθρωπολογία Αγ. Ιω. Χρυσοστόμου, τόμος Α΄, Αγαθότητα-Αχαριστία, Βασιλείου Δ. Χαρώνη με συνεργασία Ουρανίας Α. Λαναρα, Αθήνα 1993


[1] Βλ. Βασ. Χαρώνη, Ψυχολογία και αγωγή των εφήβων, σελ. 136-137.

[2] Πρακτικά Ε΄ Πανελληνίου Θεολογικού Συνεδρίου, Αθήναι 1984, 207.


Πηγή: Παιδαγωγική Ανθρωπολογία Αγ. Ιω. Χρυσοστόμου, τόμος Α΄, Αγαθότητα-Αχαριστία, Βασιλείου Δ. Χαρώνη με συνεργασία Ουρανίας Α. Λαναρα, Αθήνα 1993.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου