Παρασκευή 12 Ιουνίου 2020

Τό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν 'Αποστόλων, Β΄ 14-36 Η πρώτη Ὁμιλία τοῦ Ἀπ. Πέτρου πρός τα πλήθη.

14 Σταθεὶς δὲ Πέτρος σὺν τοῖς ἕνδεκα ἐπῆρε τὴν φωνὴν αὐτοῦ καὶ ἀπεφθέγξατο αὐτοῖς· ἄνδρες ᾿Ιουδαῖοι καὶ οἱ κατοικοῦντες ῾Ιερουσαλὴμ ἅπαντες, τοῦτο ὑμῖν γνωστὸν ἔστω καὶ ἐνωτίσασθε τὰ ρήματά μου.
 15 οὐ γάρ, ὡς ὑμεῖς ὑπολαμβάνετε, οὗτοι μεθύουσιν· ἔστι γὰρ ὥρα τρίτη τῆς ἡμέρας·
 16 ἀλλὰ τοῦτό ἐστι τὸ εἰρημένον διὰ τοῦ προφήτου ᾿Ιωήλ·
 17 καὶ ἔσται ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις, λέγει ὁ Θεός, ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός μου ἐπὶ πᾶσαν σάρκα, καὶ προφητεύσουσιν οἱ υἱοὶ ὑμῶν καὶ αἱ θυγατέρες ὑμῶν, καὶ οἱ νεανίσκοι ὑμῶν ὁράσεις ὄψονται καὶ οἱ πρεσβύτεροι ὑμῶν ἐνύπνια ἐνυπνιασθήσονται· 
18 καί γε ἐπὶ τοὺς δούλους μου καὶ ἐπὶ τὰς δούλας μου ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός μου, καὶ προφητεύσουσι.
 19 καὶ δώσω τέρατα ἐν τῷ οὐρανῷ ἄνω καὶ σημεῖα ἐπὶ τῆς γῆς κάτω, αἷμα καὶ πῦρ καὶ ἀτμίδα καπνοῦ·
 20 ὁ ἥλιος μεταστραφήσεται εἰς σκότος καὶ ἡ σελήνη εἰς αἷμα πρὶν ἢ ἐλθεῖν τὴν ἡμέραν Κυρίου τὴν μεγάλην καὶ ἐπιφανῆ. 
21 καὶ ἔσται πᾶς ὃς ἂν ἐπικαλέσηται τὸ ὄνομα Κυρίου σωθήσεται.
 22 ῎Ανδρες ᾿Ισραηλῖται, ἀκούσατε τοὺς λόγους τούτους. ᾿Ιησοῦν τὸν Ναζωραῖον, ἄνδρα ἀπὸ τοῦ Θεοῦ ἀποδεδειγμένον εἰς ὑμᾶς δυνάμεσι καὶ τέρασι καὶ σημείοις οἷς ἐποίησε δι᾿ αὐτοῦ ὁ Θεὸς ἐν μέσῳ ὑμῶν, καθὼς καὶ αὐτοὶ οἴδατε, 
23 τοῦτον τῇ ὡρισμένῃ βουλῇ καὶ προγνώσει τοῦ Θεοῦ ἔκδοτον λαβόντες, διὰ χειρῶν ἀνόμων προσπήξαντες ἀνείλετε· 
24 ὃν ὁ Θεὸς ἀνέστησε λύσας τὰς ὠδῖνας τοῦ θανάτου, καθότι οὐκ ἦν δυνατὸν κρατεῖσθαι αὐτὸν ὑπ᾿ αὐτοῦ.
25 Δαυῒδ γὰρ λέγει εἰς αὐτόν· προωρώμην τὸν Κύριον ἐνώπιόν μου διὰ παντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν μού ἐστιν ἵνα μὴ σαλευθῶ.
 26 διὰ τοῦτο εὐφράνθη ἡ καρδία μου καὶ ἠγαλλιάσατο ἡ γλῶσσά μου, ἔτι δὲ καὶ ἡ σάρξ μου κατασκηνώσει ἐπ᾿ ἐλπίδι, 
27 ὅτι οὐκ ἐγκαταλείψεις τὴν ψυχήν μου εἰς ᾅδου οὐδὲ δώσεις τὸν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθοράν. 
28 ἐγνώρισάς μοι ὁδοὺς ζωῆς, πληρώσεις με εὐφροσύνης μετὰ τοῦ προσώπου σου. 
29 ῎Ανδρες ἀδελφοί, ἐξὸν εἰπεῖν μετὰ παρρησίας πρὸς ὑμᾶς περὶ τοῦ πατριάρχου Δαυῒδ ὅτι καὶ ἐτελεύτησε καὶ ἐτάφη καὶ τὸ μνῆμα αὐτοῦ ἐστιν ἐν ἡμῖν ἄχρι τῆς ἡμέρας ταύτης. 
30 προφήτης οὖν ὑπάρχων, καὶ εἰδὼς ὅτι ὅρκῳ ὤμοσεν αὐτῷ ὁ Θεὸς ἐκ καρποῦ τῆς ὀσφύος αὐτοῦ τὸ κατὰ σάρκα ἀναστήσειν τὸν Χριστὸν καθίσαι ἐπὶ τοῦ θρόνου αὐτοῦ, 
31 προϊδὼν ἐλάλησε περὶ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ὅτι οὐ κατελείφθη ἡ ψυχὴ αὐτοῦ εἰς ᾅδου οὐδὲ ἡ σὰρξ αὐτοῦ εἶδε διαφθοράν.
 32 τοῦτον τὸν ᾿Ιησοῦν ἀνέστησεν ὁ Θεός, οὗ πάντες ἡμεῖς ἐσμεν μάρτυρες. 
33 τῇ δεξιᾷ οὖν τοῦ Θεοῦ ὑψωθείς, τήν τε ἐπαγγελίαν τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος λαβὼν παρὰ τοῦ πατρός, ἐξέχεε τοῦτο ὃ νῦν ὑμεῖς βλέπετε καὶ ἀκούετε. 
34 οὐ γὰρ Δαυῒδ ἀνέβη εἰς τοὺς οὐρανούς, λέγει δὲ αὐτός· εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου, κάθου ἐκ δεξιῶν μου 
35 ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου. 
36 ἀσφαλῶς οὖν γινωσκέτω πᾶς οἶκος ᾿Ισραὴλ ὅτι καὶ Κύριον καὶ Χριστὸν αὐτὸν ὁ Θεὸς ἐποίησε, τοῦτον τὸν ᾿Ιησοῦν ὃν ὑμεῖς ἐσταυρώσατε.


Ερμηνεία από το βιβλίο Πράξεις Αποστόλων. (Μαθήματα ᾿Αγιογραφικών Κύκλων)

 ΝΙΚΟΛΑΟΥ Ι. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ - ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ. (σελ.37-51)



Στὸ δεύτερο κεφάλαιο τῶν Πράξεων, στίχ. 22 - 36,περιέχεται τὸ δεύτερο μέρος τῆς ὁμιλίας τοῦ ἀποστό-
λου Πέτρου κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Στὸ μέρο τοῦτο ὁ ἀπόστολοςὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἀνάστασι, τὴν ἐξύψωσι,τὴ μεσσιακὴ ἰδιότητα καὶ τὴν κυριότητα τοῦ ᾿Ιησοῦ.

᾿Ἐξήγησις λέξεων καὶ φράσεων
22. ἀποδεδειγμένον εἰς ὑμᾶς -- ποὺ ἀποδείχθηκε σὲ σᾶς.οἷς ἐποίησε -- τὰ ὁποῖα ἔκανε.
χαθὼς καὶ αὐτοὶ οἴδατε -- καθὼς καὶοἱ ἴδιοι γνωρίζετε.
23. τῇ ὡρισμένῃ βουλῇ καὶ προγνώσει -- σύμφωνα μὲ τὴν ὡρισμένη ἀπόφασι καὶ πρόγνωσι.
ἔχδοτον λαβόντες -- ἀφοῦ παραδόθηκεκαὶ τὸν συλλάβατε. διὰ χειρῶν ἀνόμων -- μὲ χέρια ἄνομα (Ρωμαίων). προσπήξαντες ἀνείλετε -- τὸν καρφώσατεκαὶ τὸν φονεύσατε.
24. λύσας τὰς ὠδῖνας -- μὲ τὸ νὰ λύσῃ τὶς ὠδῖνες, τοὺς πόνους τοκετοῦ.
25. εἰς αὐτὸν -- ἀναφερόμενος εἰς αὐτόν. προωρώμην -- ἔβλεπα ἐνώπιόν μου, εἶχα στὸ νοῦ μου.
διὰ παντὸς -- συνεχῶς, πάντοτε.
26. κατασχηνώσει ἐπ᾽ ἐλπίδι -- θὰ κατοικήσῃ μὲ ἐλπίδα.
21. ἰδεῖν διαφθορὰν -- νὰ ἰδῇ, νὰ γνωρίσῃ ἀποσύνθεσι καὶ διάλυσι.
28. πληρώσεις με -- θὰ μὲ γεμίσῃς. μετὰ τοῦ προσώπου σου -- πλησίον σου.
20. ἐξὸν -- ἐπιτρέπεται, δύναμαι.μετὰ παρρησίας -- μὰ θάρρος, ἐλεύθερα,
20. εἰδὼς -- γνωρίζων, ἐπειδὴ γνώριζε,ἐχ καρποῦ τῆς ὀσφύος αὐτοῦ -- ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους του.
τὸ χατὰ σάρχα ἀναστήσειν τὸν Χριστὸν -- ὅτι θὰ ἐγείρῃ κατὰ τὸ ἀνθρώπινο τὸν Μεσσία. θὰ τὸν φέρῃ στὸν κόσμο.
31. διαφθορὰν -- φθοράν, ἀποσύνθεσιν, διάλυσιν.
32. οὗ Ξ-- τοῦ ὁποίου.
33. τῇ δεξιᾷ οὖν -- στὰ δεξιὰ δέ.τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ ᾿Αγίου Πνεύματος -- Τὸ ἐπηγγελμένο Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Θεός.
34. αὐτὸς -- ὁ ἴδιος.
35. ἕως ἂν θῶ -- ἕως ὅτου θέσω, ἕως ὅτου κάνω.
36. ἀσφαλῶς -- χωρὶς ἀμφιβολία, μὲ βεβαιότητα.
Παρατηρήσεις καὶ διδάγματα

Στίχ. 22 - 23: Ὁ ἀπόστολος ἐλέγχει μὲ ἀγάπη τὸ ἔγκλημα τῶν Ιουδαίων. Γιὰ νὰ τοὺς φέρῃ σὲ συναίσθησι τῆς ἐνοχῆς των, πρῶτα τονίζει, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ἦταν πρόσωπο «ἀποδεδειγμένον» σ᾽ αὐτούς. Ὁ Θεὸς συνώδευσε τὴν παρουσία τοῦ Ἰησοῦ μὲ ἀποδείξεις τῆς θείας προελεύσεώς του. Ὁ Θεὸς δὲν θέλει τυφλή, ἀλλ᾽ ἔλλογη πίστι. Καὶ ποῖες ἦταν οἱ ἀποδείξεις τῆς θείας προελεύσεως τοῦ Ἰησοῦ; Γεγονότα, ποὺ συνέβησαν ἀνάμεσα στοὺς Ἰουδαίους, μπροστὰ στὰ μάτια τους, καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ τὰ ἀρνηθοῦν. Ὁ Θεὸς διὰ μέσου τοῦ Ἰησοῦ ἔκανε «δυνάμεις καὶ τέρατα καὶ σημεῖα». «Δυνάμεις» λέγονται τὰ θαύματα, διότι σ᾽ αὐτὰ ἐκλάμπει ἡ ὑπερφυσικὴ δύναμις τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὑπερβαίνει κάθε φυσικὴ δύναμι. «Τέρατα» λέγονται πάλι τὰ θαύματα, ἐπειδὴ προκαλοῦν κατάπληξι. Καὶ «σημεῖα» λέγονται ἐπίσης τὰ θαύματα, ἐπειδὴ σημαίνουν, ἀποδεικνύουν, ὅτι ἡ πίστις εἶνε ἀληθινή.

Τὰ θαύματα, τόσο μεγάλα, καταπληκτικὰ καὶ πολλά, ποὺ κανεὶς μέχρι τότε δὲν εἶχε κάνει, θαύματα στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ Πατρός, μάλιστα καὶ ἐκβολὲς δαιμονίων, αὐτὲς ἦταν οἱ μεγάλες ἀποδείξεις, αὐτὰ ἦταν τὰ διαπιστευτήρια τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ πάντοτε τὰ θαύματα εἶνε οἱ ἰσχυρότερες ἀποδείξεις τῆς θρησκείας μας, ἂν καὶ δυστυχῶς σήμερα πολλοὶ ἐντρέπονται νὰ χρησιμοποιήσουν ὡς ἐπιχειρήματα τὰ θαύματα, καὶ προσπαθοῦν νὰ πείσουν τοὺς δυσπίστους καὶ ἀπίστους μὲ θεωρητικὰ ἐπιχειρήματα. Ὁ ὀρθολογι- σμὸς ἐπηρεάζει καὶ εὐσεβεῖς θεολόγους, ἀκόμη καὶ σπουδαίους ἀπολογητάς. Παρ᾽ ὅλες τὶς «δυνάμεις», παρ᾽ ὅλα τὰ «τέρατα», παρ᾽ ὅλα τὰ «σημεῖα», ποὺ ἔκανε ὁ Θεὸς διὰ μέσου τοῦ Ἰησοῦ, οἱ Ἰουδαῖοι δὲν πίστευσαν. Δὲν ἀρνήθηκαν, δὲν μποροῦσαν ν᾿ ἀρνηθοῦν, τὰ θαύματα, ἀλλὰ παρερμήνευσαν, ἀλλὰ διέστρεψψαν τὸν χαρακτῆρα τῶν θαυμάτων. Εἶπαν, ὅτι τὰ θαύματα γίνονταν μὲ τὴ δύναμι τοῦ Σατανᾶ, ἀκόμη καὶ οἱ ἐκβολὲς τῶν δαιμονίων! Καὶ ἔπιασαν τὸν Ἰησοῦ καὶ τὸν φόνευσαν μὲ τὰ χέρια «ἀνόμων», ἀνθρώπων ποὺ δὲν εἶχαν σχέσι μὲ τὸ Μωσαϊκὸ Νόμο, τῶν εἰδωλολατρῶν Ρωμαίων. Τοῦτο ἐπιβάρυνξε περισσότερο τὴν θέσι τῶν Ἰουδαίων. Καὶ πῶς τὸν ἐξετέλεσαν; «Προσπήξαντες», ἀφοῦ δηλαδὴ τὸν κάρφωσαν πάνω στὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ. Ἐφήρμοσαν τὸ φρικτότερο καὶ ἐξευτελιστικώτερο εἶδος μαρτυρίου. Καὶ τοῦτο ἐπιβάρυνε ἀκόμη περισσότερο τὴν θέσι τους. ᾿Αλλὰ βεβαίως ἐγεννᾶτο στὶς ψυχὲς τῶν Ἰουδαίων ἡ ἔνστασις: Ἂν ὁ Ἰησοῦς ἦταν ὁ Μεσσίας, πῶς θὰ καταντοῦσε σὲ τόσους ἐξευτελισμοὺς καὶ σὲ σταύρωσι; Στὴν ἔνστασι αὐτὴ ἀπαντᾷ ὁ ἀπόστολος τονίζοντας, ὅτι αὐτὰ συνέβησαν στὸν Ἰησοῦ συμφώνως μὲ τὸ σχέδιο καὶ τὴν πρόγνωσι τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς προγνώριζε τί θὰ συνέβαινε. Καὶ σὰν παντοδύναμος μποροῦσε νὰ τὸ ἀποτρέψῃ. ᾿Αλλὰ τὸ ἐπέτρεψε. Καὶ δὲν προγνώριζξε μόνο, ἀλλὰ ἦταν καὶ στὸ σχέδιό του νὰ ὑποστῇ ἐξευτελισμοὺς καὶ σταύρωσι ὁ Ἰησοῦς, γιὰ νὰ σωθοῦν οἱ ἄνθρωποι. Οἱ ἐξευτελισμοὶ καὶ οἱ πόνοι τοῦ ᾿Αναμαρτήτου ἦταν ἀναγκαῖα γιὰ ν᾿ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὰ αἴσχη καὶ τὴν κόλασι οἱ ἁμαρτωλοί. Ἡ θεία πρόγνωσις καὶ τὸ θεῖο σχέδιο δὲν ἀπαλλάσσουν βεβαίως τοὺς Ιουδαίους ἀπ᾿ τὴν εὐθύνη γιὰ τὴ διαγωγή τους πρὸς τὸν Ἰησοῦ. Διότι αὐτοὶ ἐλευθέρως ἔπραξαν ὅ,τι ἔπραξαν. Ἐξετέλεσαν τὸ θεῖο σχέδιο ὄχι ἀπὸ θεία βία, ἀλλὰ ἀπὸ δική τους κακία. Δὲν ὑπῆρχε ἔλλειψις κακοποιῶν, ὥστε νὰ βιάσῃ ὡρισμένους ὁ Θεὸς γιὰ νὰ ἐκτελέσουν τὸ σωτηριῶδες σχέδιό του! Ἂν δὲν ἦταν ἄλλωστε ἁμαρτωλοὶ καὶ κακοποιοὶ οἱ ἄνθρωποι, δὲν θὰ χρειαζόταν νὰ σταυρωθῇ ὁ ᾿Ιησοῦς. Ἢ θεία πρόγνωσις καὶ τὸ θεῖο σχέδιο, ἐνῷ δὲν ἀπαλλάσσουντοὺς Ιουδαίους ἀπ᾽ τὸ ἔγκλημα, μειώνουν τὶς τύψεις καὶ ἁπαλύνουν τὴ λύπη ἐκείνων ἀπὸ τοὺς Ἰου- δαίους, ποὺ συναισθάνονται τὸ ἔγκλημα. Ὅταν ὁ Ἰωσὴφ στὴν Αἴγυπτο, τύπος τοῦ Ἰησοῦ, ἀναγνωριζόταν στοὺς ἀδελφούς του, ἔλεγε σ᾽ αὐτούς: «Νῦν οὖν μὴ λυπεῖσθε, μηδὲ σκληρὸν ὑμῖν φανήτω, ὅτι ἀπέδοσθέ με ὧδε: εἰς γὰρ ζωὴν ἀπέστειλέ με ὁ Θεὸς ἔμπροσθεν ὑμῶν»(Γεν. με΄ 5). Τώρα λοιπόν, ἔλεγε δηλαδὴ ὁ Ἰωσήφ, νὰ μὴ λυπῆσθε καὶ νὰ μὴ φανῇ βαρὺ σὲ σᾶς, ὅτι μὲ πωλήσατε ἐδῶ: διότι ὁ Θεὸς μὲ ἔστειλε μπροστὰ ἀπὸ σᾶςγιὰ καλό, γιὰ διατήρησι τῆς ζωῆς. Καὶ ὁ ἀπόστολος Πέτρος, τονίζοντας τὸ σχέδιο καὶ τὴν πρόγνωσι τοῦ Θεοῦ γιὰ τὰ πάθη τοῦ Ἰησοῦ, εἶνε σὰν νὰ ἔλεγε: ᾿Αδελφοί! Τώρα νὰ μὴ λυπῆσθεγιατὶ σταυρώσατε τὸν Ἰησοῦ. Ἦταν στὴν πρόγνωσι καὶ στὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ νὰ σταυρωθῇ ὁ Ἰησοῦς γιὰ τὸ καλό μας, γιὰ τὴ σωτηρία μας. ᾿Αλλ᾽ ἐνῷ γιὰ τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ εἶχαν συναίσθησι τῆς ἐνοχῆς των, ὁ τονισμὸς τοῦ σχεδίου καὶ τῆς προγνώσεως τοῦ Θεοῦ ἦταν κατευναστικὸ τῶν τύψεων, γιὰ τοὺς ἀναισθήτους Ιουδαίους, ποὺ θριαμβολογοῦσαν μετὰ τὸ ἔγκλημα, εἶχε ἄλλη ἔννοια. Εἶνε σὰν νὰ ἔλεγε ὁ ἀπόστολος: Μὴ θριαμβολογεῖτε, Ἰουδαῖοι! Μὴ νομίζετε ὅτι κατισχύσα- τε μὲ τὴ σταύρωσι τοῦ Ἰησοῦ. Ἂν δὲν ἤθελε ὁ Θεός, δὲν θὰ μπορούσατε νὰ κάνετε τὸ παραμικρὸ κατὰ τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ Θεὸς ἤξερετί θὰ κάνατε, καὶ σᾶς ἄφησενὰ τὸ κάνετε, γιὰ νὰ ἐκπληρωθῇ τὸ σχέδιό του. Δὲν ὑπερίσχυσε τὸ δικό σας θέλημα, ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Στίχ. 24 - 34: Στοὺς στίχους τούτους ὁ ἀπόστολος ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ᾿Ανάστασι καὶ τὴν ἐξύψωσι τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ Θεός, λέγει, ἀνέστησε τὸν Ἰησοῦ, μὲ τὸ νὰ λύσῃ τὶς ὠδῖνες τοῦ θανάτου, τοὺς πόνους τοκετοῦ. Ἐδῶ ὁ ἀπόστολος προσωποποιεῖ τὸν θάνατο, τὸν παρουσιάζει σὰν μιὰ ἐπίτοκη γυναῖκα, ποὺ τὴν σφίγγουν οἱ ὠδῖνες, οἱ τρομεροὶ πόνοι τοῦ τοκετοῦ. Ὁ θάνατος δέχθηκε στὴν κοιλιά του τὸν Ἰησοῦ καὶ δὲν μποροῦσε νὰ τὸν κρατήσῃ, γιατὶ αὐτὸς δὲν ἦταν σὰν τοὺς ἄλλους νεκρούς, ἦταν ὁ ἀρχηγὸς τῆς ζωῆς. Κοιλοπονοῦσε λοιπὸν ὁ θάνατος, πονοῦσε φρικτά. Σὰν δεσμὰ τὸν ἔσφιγγαν οἱ τρομεροὶ πόνοι τοῦ τοκετοῦ. Καὶ μὴν ὑποφέροντας τοὺς πόνους, ἄφησε τὸν Ἰησοῦ νὰ βγῇ ἀπ᾽ τὴν κοιλιά του. Ἔτσι ὁ Ἰησοῦς γεννήθηκε ἀπ᾽ τὴν κοιλιὰ τοῦ θανάτου. Καὶ γι αὐτὸ ἀλλοῦ ὀνομάζεται «πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν» (Κολ. α΄ 18). Ἡ ἀνάστασις εἶνε ἕνα εἶδος τοκετοῦ, γεννήσεως. Ὅπως ὁ ἄνθρωπος γεννιέται ἀπ᾿ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας του, ἔτσι καὶ ὁ Ἰησοῦς γεννήθηκε ἀπ᾽ τὴν κοιλιὰ τῆς γῆς, τὸν τάφο. Καὶ λέγεται «πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν», διότι εἶνε ὁ πρῶτος ποὺ ἀναστήθηκε τὴν ἔνδοξη ἀνάστασι καὶ δὲν ἐπιστρέφει στὸ θάνατο. Τὴν ἔνδοξη δὲ ἀνάστασι τοῦ Ἰησοῦ θὰ ἀκολουθήσῃ στὴ δευτέρα παρουσία ἡ ἀνάστασις ὅλων τῶν νεκρῶν Ὅπως γιὰ τὴν ἔκχυσι τῶν χαρισμάτων τοῦ ᾿Αγίου Πνεύματος ὁ ἀπόστολος ἐπικαλέστηκξ τὴν προφητεία τοῦ Ἰωήλ,ἔτσι καὶ γιὰ τὴν ἀνάστασι τοῦ Ἰησοῦ ἐπικαλεῖται ἄλλη προφητεία, τοῦ προφητάνακτος Δαβίδ, ποὺ ἦταν καύχημα καὶ γαυρίαμα τῶν Ἰουδαίων. Ἡ προφητεία περιέχεται στὸν ἱβαλμὸ τε΄ (ιστ), στοὺς στίχ. 8 - 11. Στοὺς στίχους αὐτοὺς ὁ Δαβὶδ λέγει: Εἶχα συνεχῶς τὸν Κύριο μπροστὰ στὰ μάτια μου, στὴ σκέψη μου. Γι᾿ αὐτὸ εἶνε στὰ δεξιά μου, ἕτοιμος νὰ μὲ βοηθήσῃ, γιὰ νὰ μὴ σαλευθῶ. Γι᾿ αὐτὸ ἡ καρδία μου εὐφράνθηκεκαὶ ἡ γλῶσσα μου δοκίμασε ἀγαλλίασι, ἀκόμη δὲ καὶ ἡ σάρκα μου θὰ κατοικήσῃ στὸν τάφο μὲ ἐλπίδα (τὴν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως). Διότι δὲν θὰ ἐγκαταλείψῃς τὴν ψυχή μου στὸν ἅδη, οὔτε θὰ ἐπιτρέψῃς νὰ γνωρίσῃ ὁ ἅγιός σου φθορά, ἀποσύνθεσι καὶ διάλυσι στὸ σῶμα. Μοῦ γνώρισες δρόμους ζωῆς, θὰ μὲ γεμίσῃς εὐφροσύνη πλησίον σου.

 Αὐτὰ τὰ λόγια, ἀδελφοί, τονίζει ὁ ἀπόστολος στοὺς Ἰουδαίους, δὲν εἶπε ὁ Δαβὶδ γιὰ τὸν ἑαυτό του. Πατριάρχης εἶνε ὁ Δαβὶδ και ἄξιος μεγάλου σεβασμοῦ. ᾿Αλλὰ μπορῶ νὰ εἰπῶ μὲ κάθε θάρρος, ὅτι ὁ Δαβίδ καὶ πέθανξ καὶ ἐτάφη καὶ τὸ μνῆμα του εἶνε ἐδῶ μέχρι σήμερα. Μὲ τὴν τελευταία φράσι γιὰ τὸ μνῆμα εἶνε σὰν νὰ ἔλεγε ὁ ἀπόστολος: Ἐρευνῆστε τὸ μνῆμα. Δὲν εἶνε ἀδειανό, ὅπως τὸ μνῆμα τοῦ Ἰησοῦ: περιέχει τὰ ὀστᾶ. Ἄρα ὁ Δαβὶδ δὲν ἀνέστη ἐκ νεκρῶν. Καὶ ἄρα τὰ λόγια του δὲν ἦταν γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ τὸ Χριστό. Ἐπειδὴ ὁ Δαβὶδ ἦταν προφήτης, συνεχίζει ὁ ἀπόστολος, καὶ ἤξερε, ὅτι ἐνόρκως τοῦ ὑποσχέθηκε ὁ Θεὸς νὰ ἐγείρῃ ἀπ᾽ τοὺς ἀπογόνους του τὸ Χριστὸ «κατὰ σάρκα», ὡς ἄνθρωπον δηλαδή, γιὰ νὰ καθίσῃ στὸ θρόνο του, προεῖδε καὶ μίλησε γιὰ τὴν ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ, γιατὶ πράγματι δὲν ἐγκαταλείφθηκε ἡ ψυχή του στὸν ἅδη, καὶ δὲν γνώρισε ἡ σάρκα του φθορά, ἀποσύνθεσι καὶ διάλυσι. Ὁ Θεὸς ἀνέστησε τὸν Ἰησοῦ. Καὶ μάρτυρες εἴμαστε ὅλοι ἐμεῖς. Ὁ Δαβὶδ προεμαρτύρησε καὶ ἐμεῖς ἐπιμαρτυροῦμε τὴν ἀνάστασι τοῦ Μεσσίου. ᾿Αντιθέτως πρός τὰ σώματα τῶν ἄλλων νεκρῶν, τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ δὲν γνώρισε φθορὰ ὄχι μόνο διότι θὰ ἀνασταινόταν, ἀλλὰ καὶ διότι ἔγινε «ἐκ Πνεύματος ᾿Αγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου» καὶ ἦταν σῶμα προσώπου ἀπηλλαγμένου ἀπ᾽ τὴν προπατορικὴ καὶ ἀπὸ κάθε ἄλλη ἁμαρτία. Τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἦταν τελείως ἁγνό, ἅγιο,πανάγιο. Μετὰ τὸ Χριστὸ στὴν Ἐκκλησία συμβαίνει θαῦμα ὅμοιο πρὸς τὸ θαῦμα τῆς ἀφθαρσίας τοῦ νεκροῦ σώματος τοῦ Ἰησοῦ. Τὰ σώματα μερικῶν ἁγίων διατηροῦνται ἀταρίχευτα ἐπὶ αἰῶνες. Δὲν ἀποσυντίθενται καὶ δὲν διαλύονται. Διατηροῦνται ὁλόκληρα. Καὶ εὐωδιάζουν καὶ κάνουν θαύματα. Θεραπεύουν ἀσθενεῖς καὶ ἐκβάλλουν δαιμόνια. Μὲ τὸ καταπληκτικὸ καὶ συγκλονιστικὸ τοῦτο θαῦμα τῆς διατηρήσεως τῶν σωμάτων μερικῶν ἁγίων ὁ Θεὸς θέλει νὰ δείξῃ, ὅτι ἡ θρησκεία μας εἶνε ἀληθινή" ὅτι τὰ σώματα τῶν χριστιανῶν, ἐπειδὴ κοινωνοῦν τὸ σῶμα καὶτὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἔχουν ἰδιαίτερη χάρι καὶ ὅτι ὅλα τὰ σώματα προορίζονται γιὰ τὴν ἀνάστασι. Ἡ ἀφθαρσία, τὴν ὁποία ἀπὸ τώρα ἔχουν τὰ σώματα μερικῶν ἁγίων, ἐγγυᾶται τὴν ἀφθαρσία, τὴν ὁποίαν ὅλα τὰ σώματα θὰ λάβουν κατὰ τὴν κοινὴ ἀνάστασι. Μετὰ τὴν ἀνάστασί του ὁ Χριστός, μὲ τήν ἀνάληψί του, συνέχισε ὁ ἀπόστολος, ὑψώθηκε στοὺς οὐρανούς. Καὶ ἀφοῦ ἔλαβε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ εἶχεν ὑποσχεθῆ ὁ Θεός, ἔχυσςε ἄφθονα τὰ πνευματικὰ χαρίσματα, τὰ ὁποῖα βλέπετε καὶ ἀκούετε. «Οὐ γὰρ Δαβὶδ ἀνέβη εἰς τοὺς οὐρανούς», τονίζει ὁ ἀπόστολος (στίχ. 34). Δὲν ἀνέστη καὶ δὲν ἀνέβη στοὺς οὐρανοὺς ὁ Δαβίδ. Ὁ Χριστὸς ἀνέστη καὶ ἀνέβη στοὺς οὐρανούς. Καὶ ἔλαβε ἀπ᾿ τὸν Πατέρα του καὶ σκόρπισε τὰ χαρίσματα τοῦ ᾿Αγίου Πνεύματος. Καὶ γιὰ τὸ γεγονὸς τοῦτο τῆς ἀναβάσεως τοῦ Χριστοῦ στοὺς οὐρα- νοὺς καὶ τῆς καθέδρας του στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ Πατρὸς ὁ ἀπόστολος ἐπικαλεῖται πάλι προφητεία, τὴν ἀρχὴ τοῦ περιφήμουρθ΄ (ρι) Ψαλμοῦ τοῦ Δαβίδ: «Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου, κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου». Μετὰ τὴν ἀνάληψι ἕνας «Κύριος», ὁ Θεὸς Πατήρ, καλεῖ ἕνα ἄλλο «Κύριον», τὸν Χριστό, νὰ καθήσῃ στὰ δεξιά του, ὡς ἰσότιμος, καὶ τρόπον τινὰ ν᾿ ἀναπαυθῇ, ἀφοῦ ἐξετέλεσε τὸ ἔργο του στὴ γῆ, μέχρις ὅτου αὐτὸς ὁ Θεὸς Πατὴρ καταστήσῃ τοὺς ἐχθροὺς ὑποπόδιον αὐτοῦ, τοῦ Χριστοῦ. Καθαρὰ ὁ Δαβὶδ διακρίνει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸ Χριστό, τὸν ὁποῖον ὀνομάζει Κύριό του. Ὁ Χριστὸς σὰν Θεὸς προὐπῆρχε τοῦ Δαβὶδ καὶ ἦταν Κύριός του. ᾿Αλλὰ καὶ σαν ἄνθρωποςὁ Χριστός, ποὺ ἔλαβε κάθε ἐξουσία, εἶνε Κύριος τοῦ Δαβίδ. Καὶ ἀκριβῶς ὁ Χριστὸς ἔγινε Κύριος σὰν ἄνθρωπος, «πάντων Κύριος» (Πράξ. κι 36), διότι ἦταν Κύριος σὰν Θεός. ᾿Απλῶς ἄνθρωπος ἢ ἄγγελος δὲν θὰ ἦταν δυνατὸ νὰ γίνῃ «πάντων Κύριος». Λόγῳ τῆς ὑποστατικῆς ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων, ὁ Ἰησοῦς ἔλαβε καὶ ὡς ἄνθρωποςὅ,τι εἶχεν ὡς Θεός, τὴν κυριότητα δηλαδή. Ὁ Ψαλμὸς ρθ΄ (ριί) στὴν ἀρχή του εἶνε παράδοξος, κυρίως διότι ἀναφέρει δύο πρόσωπα μὲ τὸ ὄνομα «Κύριος». Στὴ συνέχεια δὲ ὁ Ψαλμὸς γίνεται παραδοξότερος, γιατὶ ἀναφέρει καὶ τρίτο «Κύριον», τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Τέτοια παράδοξα δὲν μποροῦσε νὰ διανοηθῇ καὶ νὰ ἐπινοήσῃ ὁ ἀνθρώπινοςνοῦς. Τέτοια παράδοξα ἀποδεικνύουν τὴ θεοπνευστία τῆς Γραφῆς.

Στίχ. 30: Ὁ Θεὸς τὸν Ἰησοῦ ἔκανε «Χριστὸν» (στίχ. 30, 31) καὶ «Κύριον» (στίχ. 34) ὡς ἄνθρωπον. Ὡς Υἱὸς καὶ Λόγος ὁ Ἰησοῦς ἦταν «Κύριος» πάντοτε, διότι ἦταν Θεός. Ὡς Θεὸς δὲ ὁ Ἰησοῦς ἀνέστησεν ὁ ἴδιος τὸ σῶμα του (Ἰωάν. β΄ 19 καὶ( 18).


                                                       Ομιλία π. Αθανασίου Μυτιληναίου  
                                                    Η ομιλία αυτή εκφωνήθηκε στις 10/02/1985 


 Πράξ. Β, 12 - 15 Ἡ βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Χαρακτηρισμός τῆς Ὁμιλίας τοῦ Ἀπ. Πέτρου.

Πηγή ομιλιών π. Αθανασίου: www.arnion.gr 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου