Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2020

Τό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν 'Αποστόλων, Ε 1 - 16 ᾿Ανανίας καὶ Σαπφείρα Οἱ θαυματουργίες τῶν ἀποστόλων

 

1 Ἀνὴρ δέ τις Ἁνανίας ὀνόματι σὺν Σαπφείρῃ τῇ γυναικὶ αὐτοῦ ἐπώλησε κτῆμα
1 Ενας άνθρωπος, Ανανίας ονόματι, μαζή με την γυναίκα του την Σαπφείραν επώλησε το κτήμα του
2 καὶ ἐνοσφίσατο ἀπὸ τῆς τιμῆς, συνειδυίας καὶ τῆς γυναικός αὐτοῦ, καὶ ἐνέγκας μέρος τι παρὰ τοὺς πόδας τῶν ἀποστόλων ἔθηκεν.
2 και εξεχώρισε και εκράτησε δια τον εαυτόν του ένα μέρος από τα εισπραχθέντα χρήματα, με γνώσιν και συγκατάθεσιν της γυναικός του, εν αγνοία των Αποστόλων. Και αφού έφερε το υπόλοιπον μέρος των χρημάτων, το έθεσε στους πόδας των Αποστόλων.
3 εἶπε δὲ Πέτρος· Ἁνανία, διατί ἐπλήρωσεν ὁ σατανᾶς τὴν καρδίαν σου ψεύσασθαί σε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον καὶ νοσφίσασθαι ἀπὸ τῆς τιμῆς τοῦ χωρίου;
3 Είπε δε ο Πετρος· “Ανανία, διατί αφήκες τον σατανάν να γεμίση με πονηρίαν την καρδίαν σου, ώστε να πης ψέματα και να θελήσης να απατήσης το Πνεύμα το Αγιον και να κρατήσης δολίως δια τον εαυτόν σου ένα μέρος από το αντίτιμον του χωραφιού;
4 οὐχὶ μένον σοι ἔμενε καὶ πραθὲν ἐν τῇ σῇ ἐξουσίᾳ ὑπῆρχε; τί ὅτι ἔθου ἐν τῇ καρδίᾳ σου τὸ πρᾶγμα τοῦτο; οὐκ ἐψεύσω ἀνθρώποις, ἀλλὰ τῷ Θεῷ.
4 Πριν πωληθή το χωράφι δεν έμενε ιδικόν σου και αφού επωλήθη, δεν ήτο το αντίτιμόν του εις την εξουσίαν σου να το κρατήσης η να το δώσης; Διατί έβαλες εις την καρδίαν σου αυτήν την πονηράν πράξιν, να εξαπατήσης την Εκκλησίαν και να φανής, ότι από χριστιανικήν τάχα αγάπην προσφέρεις τα πάντα στους πιστούς; Δεν είπες ψέματα εις ανθρώπους, αλλά στο Αγιον Πνεύμα, στον Θεόν”.
5 ἀκούων δὲ ὁ Ἁνανίας τοὺς λόγους τούτους πεσὼν ἐξέψυξε, καὶ ἐγένετο φόβος μέγας ἐπὶ πάντας τοὺς ἀκούοντας ταῦτα.
5 Ενώ δε ήκουε τους λόγους αυτούς ο Ανανίας και σχεδόν πριν τελειώση ο Πετρος, έπεσε καταγής και εξεψύχησε. Και έπεσε μεγάλος φόβος εις όλους εκείνους που ήκουαν αυτά.
6 ἀναστάντες δὲ οἱ νεώτεροι συνέστειλαν αὐτὸν καὶ ἐξενέγκαντες ἔθαψαν.
6 Οι νεώτεροι δε εσηκώθησαν αμέσως, περιετύλιξαν το νεκρό σώμα του Ανανίου με νεκρικά σάβανα, το μετέφεραν έξω από την πόλιν και το έθαψαν.
7 Ἐγένετο δὲ ὡς ὡρῶν τριῶν διάστημα καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ, μὴ εἰδυῖα τὸ γεγονὸς, εἰσῆλθεν.
7 Υστερον δε από διάστημα τριών περίπου ωρών η σύζυγος του Ανανίου, η οποία δεν είχε ακόμη πληροφορηθή το γεγονός αυτό, ήλθεν στον τόπον της συγκεντρώσεως των πιστών.
8 ἀπεκρίθη δὲ αὐτῇ ὁ Πέτρος· Εἰπέ μοι, εἰ τοσούτου τὸ χωρίον ἀπέδοσθε; ἡ δὲ εἶπε· Ναί, τοσούτου.
8 Την ηρώτησε δε ο Πετρος· πες μου, πράγματι αντί τόσου ποσού επωλήσατε το χωράφι;” Εκείνη δε είπε· “ναι, αντί τόσου”.
9 ὁ δὲ Πέτρος εἶπε πρὸς αὐτήν· Τί ὅτι συνεφωνήθη ὑμῖν πειράσαι τὸ Πνεῦμα Κυρίου; ἰδοὺ οἱ πόδες τῶν θαψάντων τὸν ἄνδρα σου ἐπὶ τῇ θύρᾳ καὶ ἐξοίσουσί σε.
9 Ο δε Πετρος της είπε τότε· “διατί εσυμφωνήσατε συ και ο σύζυγός σου να πειράξετε με την ψευδολογίαν και απάτην το Πνεύμα του Κυρίου; Ιδού, τα πόδια εκείνων, που έθαψαν τον άνδρα σου είναι τώρα εις την θύραν και θα μεταφέρουν και σε έξω από την πόλιν, δια να σε θάψουν”.
10 ἔπεσε δὲ παραχρῆμα παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ καὶ ἐξέψυξεν· εἰσελθόντες δὲ οἱ νεανίσκοι εὗρον αὐτὴν νεκράν, καὶ ἐξενέγκαντες ἔθαψαν πρὸς τὸν ἄνδρα αὐτῆς.
10 Επεσε δε και αυτή αμέσως κοντά εις τα πόδια του Πετρου και εξεψύχησε. Οταν δε εισήλθαν οι νέοι, ευρήκαν και αυτήν νεκράν. Και αφού την έβγαλαν έξω από την πόλιν, την έθαψαν κοντά στον σύζυγόν της.
11 καὶ ἐγένετο φόβος μέγας ἐφ’ ὅλην τὴν ἐκκλησίαν καὶ ἐπὶ πάντας τοὺς ἀκούοντας ταῦτα.
11 Και έπεσε μεγάλος φόβος εις όλην την Εκκλησίαν και εις όλους όσοι επληροφορούντο τα φοβερά αυτά γεγονότα.
12 Διὰ δὲ τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλὰ· καὶ ἦσαν ὁμοθυμαδὸν ἅπαντες ἐν τῇ στοᾷ Σολομῶντος·
12 Με τα χέρια δε των Αποστόλων εγίνοντο πολλά και μεγάλα θαύματα, που επιμαρτυρούσαν την αλήθειαν του κηρύγματός των και επροκαλούσαν κατάπληξιν στον λαόν. Και ήσαν όλοι με μια καρδιά και με μια γνώμη εις την στοάν του Σολομώντος.
13 τῶν δὲ λοιπῶν οὐδεὶς ἐτόλμα κολλᾶσθαι αὐτοῖς, ἀλλ’ ἐμεγάλυνεν αὐτοὺς ὁ λαός·
13 Από δε τους άλλους, που είχαν πιστεύσει, κανείς δεν ετολμούσε να τους πλησιάση και να ανακατευθή με θάρρος μαζή των, αλλά ο λαός τους ετιμούσε και τους εδόξαζε.
14 μᾶλλον δὲ προσετίθεντο πιστεύοντες τῷ Κυρίῳ πλήθη ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν,
14 Οσον δε επερνούσαν αι ημέραι, ολονέν περισσότερα πλήθη ανδρών και γυναικών προσειλκύοντο εις την πίστιν του Κυρίου και επροστίθεντο στον αριθμόν των πιστών.
15 ὥστε κατὰ τὰς πλατείας ἐκφέρειν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τιθέναι ἐπὶ κλινῶν καὶ κραβάττων, ἵνα ἐρχομένου Πέτρου κἂν ἡ σκιὰ ἐπισκιάσῃ τινὶ αὐτῶν.
15 Ο σεβασμός δε και η εκτίμησις του λαού προς αυτούς δια την θείαν δύναμιν, που ενεργούσε δια μέσου αυτών, ήτο τόσος, ώστε έβγαζαν τους ασθενείς εις τας πλατείας και τους έβαζαν οι μεν πλούσιοι επάνω εις κλίνας, οι δε πτωχοί εις απέριττα κρεββάτια, ώστε, όταν θα ήρχετο και θα επερνούσε ο Πετρος, και η σκια του έστω να πέση επάνω εις κανένα από αυτούς, δια να τον θεραπεύση.
16 συνήρχετο δὲ καὶ τὸ πλῆθος τῶν πέριξ πόλεων Ἱερουσαλήμ φέροντες ἀσθενεῖς καὶ ὀχλουμένους ὑπὸ πνευμάτων ἀκαθάρτων, οἵτινες ἐθεραπεύοντο ἅπαντες.
16 Αλλά και το πλήθος των γύρω πόλεων εμαζεύοντο εις την Ιερουσαλήμ και έφεραν τους ασθενείς και αυτούς που ηνωχλούντο από πονηρά πνεύματα, οι οποίοι και εθεραπεύοντο όλοι.
                                            


 Ερμηνεία από το βιβλίο Πράξεις Αποστόλων. (Μαθήματα ᾿Αγιογραφικών Κύκλων)
 ΝΙΚΟΛΑΟΥ Ι. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ - ΦΙΛΟΛΟΓΟ

Στὸ πέμπτο κεφάλαιο τῶν Πράξεων, στίχ. 1 - 16, ἐκτίθενται:\

 1) Τὸ ψεῦδος καὶ ἡ τιμωρία τοῦ ᾿Ανανίου καὶ τῆς Σαπφείρας, στίχ. 1 - 11,

 2) Οἱ θαυματουργίες τῶν ἀποστόλων, στίχ. 12 - 16.


Ἐξήγησις λέξεων καὶ φράσεων,

 κτῆμα -- χωράφι.

 ἐνοσφίσατο -- κράτησεγιὰ τὸν ἑαυτό του κρυφά, ὑπεξαίρεσε.

συνειδυίας καὶ τῆς γυναικὸς -- ἐνῷ γνώριζε μαζὶ καὶ ἡ

γυναῖκα, ἐν γνώσεικαὶ τῆς γυναικός.

ἐνέγχας --ἀφοῦ ἔφερε.

ἐπλήρωσε -- γέμισε, κυρίευσε.

ἀπὸ τῆς τιμῆς τοῦ χωρίου -- ἀπ᾿ τὴν ἀξία τοῦ χωραφιοῦ.

 οὐχὶ μένον σοι ἔμενε καὶ πραθὲν ἐν τῇ σῇ ἐξουσίᾳ ὑπῆρχε;--ἐνόσῳ παρέμενε, σὲ σένα δὲν παρέμενε, καὶ ὅτανπωλήθηκε, στὴν ἐξουσία σου δὲν ἦταν;

τί ὅτι ἔθου ἐν τῇ καρδίᾳ σου; --γιατί σκέφθηκες; γιατί ἀποφάσισες;

 ἐξέψυξε -- ξεψύχησε.

 συνέστειλαν αὐτὸν -- τὸν συμμάζεψαν.

ἐξενέγκαντες -- ἀφοῦ τὸν μετέφεραν ἔξω (ἀπ᾽ τὴν πόλι).

μὴ εἰδυῖα -- μὴ γνωρίζουσα, χωρὶς νὰ γνωρίζῃ.

ἀπεκρίθη -- εἶπε.

εἰ τοσούτου τὸ χωρίον ἀπέδοσθε; - τόσο πωλήσατε τὸ χωράφι;

 τί ὅτι συνεφωνήθη ὑμῖν; -- γιατί ἔγινε συμφωνία μεταξύ σας:

πειρᾶσαι -- νὰ πειράξετε. νὰ δοκιμάσετε.

ἐξοίσουσί σε -- θὰ κάμουν τὴν ἐκφοράν σου.

 διὰ τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων - διὰ μέσου τῶν ἀποστόλων.

χολλᾶσθαι αὐτοῖς - νὰ προσκολληθῇ σ᾽ αὐτούς, ν᾿ ἀναμιχθῇ μ᾽ αὐτούς.

ἐμεγάλυνε -- τιμοῦσε. ἐγκωμίαζε.

μᾶλλον δὲ προσετίθεντο -- ὁλοένα δὲ καὶ περισσότερο προσθέτονταν.

 ὥστε ἐκφέρειν -- ὥστε νὰ βγάζουν καὶ νὰ φέρουν. καὶ τιθέναι -- καὶ νὰ θέτουν.

ἵνα κἂν ἡ σχιὰ ἐπισκιάσῃ τινὶ αὐτῶν -- γιὰ νὰ πέσῃ σὲκάποιον ἀπ᾿ αὐτοὺς ἔστω ἡ σκιά.

 συνήρχετο -- συνέρρεε.

ὀχλουμένους -- καὶ ἀνθρώπους ποὺ ἐνωχλοῦνταν.

Παρατηρήσεις καὶ διδάγματα

Στίχ. 1 - 14: Λαμπρὸ τὸ παράδειγμα τοῦ Βαρνάβα, ποὺ ἐπώλησετὸν ἀγρό του καὶ κατέθεσε τὴν ἀξία του στὰ πόδια τῶν ἀποστόλων. ᾿Αλλ᾽ ἀφοῦ πολλοὶ πωλοῦσαν τὰ ὑπάρχοντά τους καὶ κατέθεταν τὰ χρήματα στὰ πόδια τῶν ἀποστόλων, γιατί ὁ Λουκᾶς ἀνέφερε τὸν Βαρνάβα ἰδιαιτέρὼς καὶ ὀνομαστικῶς; Διότι ἤθελε νὰ λάβῃ ἀφορμὴ νὰ ἐξηγήσῃ τὸ ὄνομά του καὶ νὰ δείξῃ ὅτι ὄνομα καὶ πρᾶγμα ἦταν «υἱὸς παρακλήσεως», ἄνθρωπος ἐνισχύσεως καὶ παρηγορίας; Διότι ὁ Βαρνάβας ἦταν Λευΐτης καὶ ἔγινε ἐπιφανὴς ἀπόστολος; Καὶ γι᾿ αὐτοὺς βεβαίως τοὺς λόγους ὁ Λουκᾶς ἀνέφερε τὸν Βαρνάβα ἰδιαιτέρως καὶ ὀνομαστικῶς, ἀλλὰ περισσότερο τὸν ἀνέφερε, ἐπειδὴ στὴ συνέχεια ἀναφέρει ἕνα ἀντίθετο παράδειγμα. ᾿Ανέφερε πρῶτα τὸ λαμπρὸ παράδειγμα τοῦ Βαρνάβα, γιὰ νὰ εἶνε χτυπητὴ ἀντίθεσι πρὸς τὸ κακὸ παράδειγμα τοῦ ᾿Ανανίου καὶ τῆς Σαπφείρας ποὺ ἀναφέρει κατόπιν.

Ὁ κόσμος εἶνε γεμᾶτος ἀντιθέσεις. Καὶ στὴν πρώτη χριστιανικὴ κοινωνία τῆς ἰδανικῆς ἑνότητος δὲν ἐβράδυνε νὰ φανῇ μία σοβαρὴ ἠθικὴ ἀντίθεσις. Ὁ Βαρνάβας δείχτηκε εὐθὺς καὶ εἰλικρινής, ὁ ᾿Ανανίας καὶ ἡ Σάπφειρα, σύζυγοι, δείχτηκαν ὑποκριταὶ καὶ ψεῦτες. ᾿Ανανίας! Ὡραϊο ὄνομα. Σημαίνει ἐκεῖνον, στὸν ὁποῖον χάρισε ὁ Κύριος. Ὑπόμνησις τῆς χάριτος, τῆς δωρεᾶς τοῦ Κυρίου τὸ ὄνομα τοῦ ἀνδρός. Σάπφειρα! Ὡραῖο καὶ τὸ ὄνομα τοῦτο, ἀπὸ τὴν λέξι «σάπφειρος», ποὺ σημαίνει ἕνα ἀπὸ τοὺς πολυτίμους λίθους. Ὑπόμνησις τὸ ὄνομα τῆς γυναικός, ὅτι ἔπρεπε νὰ εἶνε λαμπρὴ καὶ πολύτιμη σὰν τὸ ζαφείρι. ᾿Αλλ᾽ ἀλλοίμονο!\

 Τὰ ὡραῖα αὐτὰ ὀνόματα συνδέθηκαν μὲ πρόσωπα κακοῦ παραδείγματος. Ὁ Βαρνάβας δικαίωσε τὸ ὄνομά του, ὁ ᾿Ανανίας καὶ ἡ Σάπφειρα ἀτίμασαν τὰ ὀνόματά τους. Πόσοι κι ἀπὸ μᾶς δὲν ἔχουμε λαμπρὰ ὀνόματα καὶ κακὴ πολλὲς φορὲς διαγωγή! Ἄγγελος λέγεται ἕνας καὶ εἶνε διάβολος. ᾿Ανδρέας λέγεται ἄλλος καὶ δὲν εἶνε ἀνδρεῖος, ἀλλὰ δειλός. Βασίλειος λέγεται τρίτος καὶ δὲν βασιλεύει πάνω στὰ πάθη του, ἀλλὰ δυναστεύεται ἀπ᾿ αὐτά. Γεώργιος λέγεται τέταρτος καὶ δὲν γεωργεῖ τὴν ψυχή του, δὲν καλλιεργεῖ τὸν ἐσωτερικό του κόσμο, ἀλλ᾽ ἀφήνει νὰ φυτρώνουν μέσα του καὶ ν᾿ αὐξάνουν τὰ τριβόλια καὶ τ᾽ ἀγκάθια τῶν παθῶν. Εὐστάθιος λέγεται πέμπτος καὶ εἶνε ἀσταθής. Νικόλαος λέγεται ἕκτος, καί, ἀντὶ νὰ νικᾷ τὸν κόσμο, νικιέται ἀπ᾿ αὐτόν. Σωτήριος λέγεται ἕβδομος, καὶ εἶνε ἄσωτος... ᾿Ανθοῦλα ὀνομάζεται ἡ μία καὶ δὲν εἶνε ἄνθος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλ᾽ ἀγκάθι τοῦ Διαβόλου, ποὺ κεντάει μὲ τὴ γλῶσσα καὶ τὰ ἄλλα ἐλαττώματά της. ᾿Αρετὴ ὀνομάζεται ἡ ἄλλη καὶ εἶνε κακία. Βασιλικὴ ὀνομάζεται ἡ τρίτη, καὶ δὲν εὐωδιάζει σὰν βασιλικός, δὲν ἀποπνέει εὐωδία Χριστοῦ, ἀλλὰ δυσοσμία κακῶν λόγων καὶ πράξεων.Εἰρήνη ὀνομάζεται ἡ τετάρτη καὶ συνεχῶς βάζει σκάνδαλα καὶ δημιουργεῖ διαμάχες. Παρασκευὴ ὀνομάζεται ἡ πέμπτη, καὶ καμμιὰ προπαρασκευὴ δὲν κάνει γιὰ τὸν παράδεισο. Οὐρανία ὀνομάζεταιἡ ἕκτη, καὶ ποτὲ δὲν σκέπτεται τὸν οὐρανό. Φωτεινὴ ὀνομάζεται ἡ ἑβδόμη καὶ εἶνε σκοτεινὴ ἀπὸ τὴν ἄγνοια τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἁμαρτία... 

᾿Αλλοίμονο σ᾽ἐμᾶς, διότι ἡ διαγωγή μας εἶνε ἀντίθετη ἀπ᾿ τὰ ὀνόματά μας. Καὶ πρέπει ἢ νὰ ἀλλάξωμε διαγωγὴ ἢ νὰ ἀλλάξωμε ὄνομα. Ποιὰ ἦταν ἡ σοβαρὴ ἁμαρτία τοῦ ᾿Ανανία καὶ τῆς Σαπφείρας; Ἦταν μιὰ ἁμαρτία ποὺ τοὺς ἔκανε νὰ μοιάζουν κατὰ ἕνα τρόπο μὲ τὸν Ἰούδα καὶ κατ᾽ ἄλλο τρόπο μὲ τὸ πρῶτο ἁμαρτωλὸ ζεῦγος, τὸν ᾿Αδὰμ καὶ τὴν Εὔα. Ὁ Ἰούδας ἦταν στὸν ἱερὸ ὅμιλο τῶν ἀποστόλων. Ἄκουε ἀπ᾽ τὸν Χριστὸ τὰ ὡραιότερα λόγια καὶ ἔβλεπε τὸ ἁγιώτερο παράδειγμα ζωῆς καὶ τὰ καταπληκτικώτερα θαύματα. Ἐν τούτοις δὲν διωρθωνόταν, ἀλλὰ παρέμενε φιλάργυρος, ἔκλεβε τὸ κοινὸ ταμεῖο καὶ φερόταν δολίως καὶ ἀνειλικρινῶς. Ὁμοία διαγωγὴ ἔδειξαν ὁ ᾿Ανανίας καὶ ἡ Σάπφειρα. ηταν μέλη τῆς ἱερᾶς κοινότητος τῶν πρώτων χριστιανῶν, ἄκουσαν τὰ συγκινητικώτερα λόγια τοῦ ᾿Αγίου Πνεύματος, εἶδαν τὸ ἀνιδιοτελέστερο καὶ ἀγνότερο παράδειγμα ζωῆς τῶν ἀποστόλων καὶ τῶν χιλιάδων ἀδελφῶν, διαπίστωσαν τὰ συνταρακτικώτερα θαύματα.

 Ἐν τούτοις καὶ αὐτοὶ δὲν διορθώθηκαν. Παρέμειναν φιλάργυροι καὶ ἐνήργησαν δολίως καὶ ἀνειλικρινῶς. Ἐνῷ παρέμειναν φιλάργυροι, ἤθελαν νά ἐμφανισθοῦν στὰ μάτια τῶν ἀποστόλων καὶ τῶνἀδελφῶν ὡς ἀνιδιοτελεῖς. Ἐνῷ ἡ ρίζα τους ἦταν σάπια, ἤθελαν νὰ ἐμφανισθοῦν ὡς κατάκαρπα δένδρα. Ἐκτὸς δηλαδὴ ἀπ᾽ τὴν φιλαργυρία, εἶχαν καὶ κενοδοξία. Καὶ γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουν τὰ δυὸ αὐτὰ πάθη, προέβησαν σὲ μιὰ ἐσκεμμένη καὶ δολία πρᾶξι: Πώλησαν ἕνα χωράφι μὲ τὴν ὑπόσχεσι νὰ προσφέρουν τὰ χρήματα γιὰ τὸ κοινὸ ταμεῖο τῆς ἀδελφότητος, ἀλλὰ κρυφὰ κράτησαν ἕνα μέρος τῆς ἀξίας γιὰ τὸν ἑαυτό τους καὶ πρόσφεραν τὸ ὑπόλοιπο λέγοντας, ὅτι πρόσφεραν ὁλόκληρη τὴν ἀξία. Ὅπως ὁ Ἰούδας ἔκλεβε, ἔτσι καὶ αὐτοὶ «ἐνοσφίσαντο», ἔκλεψαν, ἀφοῦ κρυφὰ κράτησαν ἕνα μέρος ἀπ᾽ αὐτό ποὺ ὑποσχέθηκαν καὶ εἶπαν ὅτι ἔδωσαν. Ἔγιναν ἱερόσυλοι. Καὶ ὅπως οἱ πρωτόπλαστοι, ἔτσι καὶ αὐτοὶ ἔκαμαν τὴν ἁμαρτία ἐν γνώσει μεταξύ τους καὶ μὲ συγκατάθεσι τοῦ ἑνὸς στὴ γνώμη τοῦ ἄλλου. Τὸ ἁμάρτημα τοῦ ᾿Ανανία καὶ τῆς Σαπφείρας ἦταν ἐξόχως σοβαρό, γιατὶ προερχόταν ἀπὸ ἐλατήρια σκοτεινὰ καὶ ἦταν ἀπάτη κατὰ χιλιάδων ἀδελφῶν, κατὰ τῶν ἀποστόλων καὶ πάνω ἀπ᾽ ὅλα κατὰ τοῦ ᾿Αγίου Πνεύματος, τὸ ὁποῖον ἐμψύχωνε καὶ κατηύθυνε τὴν ᾿Εκκλησία. Ὁ ᾿Ανανίας καὶ ἡ Σάπφειρα τόλμησαν νὰ ἀπατήσουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ ἐκδηλωνόταν μὲ τόσα καὶ τόσα καταπληκτικὰ σημεῖα. Ὁ ᾿Ανανίας εἶχε τὴν πρωτοβουλία τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ὁ Πέτρος τὸν ἤλεγξε μὲ τὴν πρέπουσα αὐστηρότητα: Ανανία! Γιατί ἄφησες τὸν Σατανᾶ νὰ κυριεύσῃ τὴν καρδιά σου ὥστε νὰ ψευσθῆς στὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ νὰ κλέψῃς ἀπ᾿ τὴν ἀξία τοῦ χωραφιοῦ; Ποιὸς σὲ βίασε νὰ τὸ πωλήσῃς; Δικό σου δὲν θὰ ἦταν, ἂν ἔμενε ἀπώλητο; Καὶ ὅταν τὸ πώλησες, στὴν ἐξουσία σου δὲν ἦταν τὸ εἰσπραχθὲν ἀντίτιμο; Ἂν δὲν ἤθελες, μποροῦσες νὰ μὴ τὸ προσφέρῃς.

᾿Αλλ᾽ ἀφοῦ μόνος, χωρὶς κανεὶς νὰ σ᾽ ἀναγκάσῃ, ὑποσχέθηκες νὰ τὸ προσφέρῃς, γιατί δέχτηκες μέσα στὴν καρδιά σου τοὺς σατανικοὺς λογισμοὺς καὶ ἀποφάσισες νὰ εἰπῇς ψέμα; Δὲν εἶπες ψέμα σ᾽ ἀνθρώπους, ἀλλὰ στὸ Θεό. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, στὸ ὁποῖο ὁ ᾿Ανανίας εἶπε ψέμα, εἶνε  πρόσωπο τῆς Θεότητος, εἶνε ὅλη ἡ θεία οὐσία, εἶνε ὁ Θεός. Καὶ ἐνῷ ὁ ᾿Ανανίας εἶπε ψέμα καὶ σ᾽ ἀνθρώπους, ο ἀπόστολος λέγει, ὅτι δὲν εἶπε ψέμα σ᾽ ἀνθρώπους, ἀλλὰ στὸ Θεό. Γιατὶ ὁ ἀπόστολος ἐκφράζεται ἔτσι; Διότι θέλει νὰ τονίσῃ πόσο σοβαρὸ εἶνε τὸ ν᾿ ἁμαρτήσῃ κανεὶς στὸν ὕψιστο Θεό. Τὸ ν᾿ ἁμαρτήσῃ σ᾽ ἀνθρώπους καταντᾷ μηδὲν μπροστὰ στὸ ν᾿ ἁμαρτήσῃ στὸ Θεό. Ἔτσι ἐκφράζεται καὶ ὁ Δαβὶδ στὸν δ0ὸ Ψαλμὸ τῆς μετανοίας. Ἐνῷ ἁμάρτησε καὶ στὴν Βηρσαβεὲ μὲτὴν μοιχεία καὶ στὸν Οὐρία μὲ τὸν φόνο, ἐξομολογούμενος τὸ διπλὸ ἁμάρτημά του στὸ Θεὸ λέγει: «Σοὶ μόνῳ ἥμαρτον» (Ψψαλμ. ν΄ 6). «Σὲ σένα μόνο ἁμάρτησα». Εἶνε σὰν νὰ ἔλεγε: Οἱ ἄνθρωποι δὲν εἶνε τίποτε μπροστὰ σὲ σένα. Τὸ σοβαρὸ εἶνε, ὅτι ἁμάρτησα σὲ σένα, ὦ Θεέ!

Ἢ Σάπφειρα, ἐπειδὴ δὲν εἶχε τὴν πρωτοβουλία τῆς ἁμαρτίας καὶ σάν γυναῖκα ἦταν ἀσθενέστερο σκεῦος, ἐλέγχθηκε μὲ λιγώτερη αὐστηρότητα. Ὃ ἀπόστολος τὴν ρώτησε: «Τόσο πωλήσατε τὸ χωράφι;» Γιατί τὴν ρώτησε; Γιὰ νὰ τῆς δώσῃ τὴν εὐκαιρία νὰ ὁμολογήσῃ τὴν ἀλήθεια, νὰ δείξῃ μετάνοια καὶ νὰ σωθῇ. ᾿Αλλ᾽ ὅπως ἡ Εὔα, ἔτσι καὶ αὐτὴ δὲν ἔδειξε μετάνοια.

Ὁ ἀπόστολος Πέτρος, φωτισμένος ἀπ᾿ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γνώρισε καὶ τὴν ἀπάτη τοῦ ᾿Ανανία καὶ τὴν ἀπάτη τῆς Σαπφείρας καὶ τὴν τιμωρία, ποὺ θὰ ὑφίσταντο γιὰ τὴν ἀπάτη. Δὲν καταράσθηκε ὁ ἀπόστολος τὸ ὑποκριτικὸ ζεῦγος γιὰ νὰ πάθῃ κακό, ἀλλὰ προεξήγγειλε τὴν τιμωρία, ποὺ ἐπέφερε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα γιὰ τὴν ἀπάτη. Εἶπε ὅτι θὰ θανατωθοῦν, καὶ θανατώθηκαν.

Κάνει ἐντύπωσι ἡ τιμωρία τοῦ ᾿Ανανία καὶ τῆς Σαπφείρας μὲ θάνατο. Διότι στὴν Καινὴ Διαθήκη, τὴν περιοχὴ τῆς χάριτος, ὁ Θεὸς δὲν θανατώνει τοὺς ἁμαρτωλούς, ὅπως στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ἀλλὰ δείχνει ἔλεος. Ὁ Ἰησοῦς κανένα τιμωρητικὸ θαῦμα δὲν ἔκανε σὲ ἄνθρωπο. Δύο τιμωρητικὰ θαύματα ἔκανε καὶ τὸ μὲν ἕνα ἦταν σὲ δένδρο,τὴν συκιά, τὸ δὲ ἄλλο σὲ ζῶα, τοὺς χοίρους τῶν Γαδαρηνῶν. Ἐδῶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κάνει τιμωρητικὸ θαῦμα σὲ ἀνθρώπους, θανατώνει τὸν ᾿Ανανία καὶ τὴν Σάπφειρα, διότι ἡ Ἐκκλησία ἦταν στὴν ἀρχὴ καὶ θὰ κινδύνευς νὰ ἀποσυντεθῇ, ἂν ἡ ἠθικὴ τάξις καὶ ἡ πειθαρχία διασαλεύονταν. Ἡ τιμωρία ἔγινε γιὰ παραδειγματισμό. Καὶ εἶχε σπουδαῖο ἀποτέλεσμα. Φόβος καὶ τρόμος ἔπεσε στὶς ψυχές. Οἱ ἄνθρωποι κατάλαβαν, ὅτι δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀπατᾷ τοὺς ἀποστόλους. Οἱ ἄλλοτε δειλοὶ ἀπόστολοι τώραεἶνε φοβεροί.

 Ὅπως οἱ ἀπόστολοι δὲν μποροῦσαν νὰ ἔλθουν σὲ μεγάλη οἰκειότητα μὲ τὸν Χριστό, ἔτσι καὶ ὁ λαὸς δὲν μποροῦσε νὰ ἔλθῃ σὲ μεγάλη οἰκειότητα μὲ τοὺς ἀποστόλους. Ὁ λαὸς ἔβλεπε τοὺς ἀποστόλους μὲ δέος καὶ τοὺς «ἐμεγάλυνε». Τοὺς εἶχε δηλαδὴ σὲ μεγάλη τιμὴ καὶ τοὺς ἐγκωμίαζε. Καὶ δικαίως ὁ λαὸς «ἐμεγάλυνε» τοὺς ἀποστόλους, διότι εἶνε μεγάλοι, οἱ πιὸ μεγάλοι τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ποῦ εἶνε οἱ Χιλιασταὶ καὶ οἱ Προτεστάντες, οἱ ὁποῖοι κατηγοροῦν ἐμᾶς τοὺς ᾿Ορθοδόξους, διότι τιμᾶμε τοὺς ἁγίους;

Ἡ παραδειγματικὴ τιμωρία τοῦ ᾿Ανανία καὶ τῆς Σαπφείρας εἶχε ἀγαθὸ ἀποτέλεσμα στὴν Ἐκκλησία, ἴσως δὲ καὶ στοὺς ἰδίους τοὺς τιμωρηθέντας. Ἐπειδὴ εἶχαν καὶ καλὴ διάθεσι: ἐπειδὴ ἐπίσης, ὅταν ὁ ἀπόστολος τοὺς ἤλεγξε, δὲν ἐπέμειναν στό ψεῦδος, ἀλλ᾽ ἐσιώπησαν, ἀναγνωρίζοντας μὲ τὴν σιωπή τους, ὅτι ἐψεύσθησαν: καὶ ἐπειδὴ τιμωρήθηκαν ἐδῶ στὸ σῶμα, μάλιστα μὲ θάνατο, ἴσως στὸν ἄλλο κόσμο τὸ πνεῦμα τους σώθηκε (Πρβλ. Α΄ Κορ. ε΄ 5᾽ια΄ 32). Ἢ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ δίνει ἐλπίδα γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ᾿Ανανία καὶ τῆς Σαπφείρας. Ἂν ἄλλωστε ὁ Θεὸς γενίκευςε τὴ θανατικὴ ποινὴ σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις ἰδιοτελείας, κενοδοξίας, κλοπῆς καὶ ψεύδους τῶν χριστιανῶν, πόσοι δὲν θὰ εἴχαμε τὸ τέλος τοῦ ᾿Ανανία καὶ τῆς Σαπφείρας;...

Ὁπωσδήποτε ὅμως τὸ πάθημα τῶν δύο ἐκείνων χριστιανῶν μᾶς διδάσκει νὰ τρέμωμε γιὰ τὴν διαγωγή μας πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὴν Ἐκκλησία. Δὲν μποροῦμε νὰ μοιράζωμε τὴν καρδιά μας ἀνάμεσα στὸ Θεὸ καὶ στὸ Μαμωνᾶ. Δὲν μποροῦμε νὰ ζητᾶμε τιμὴ καὶ ὑπόληψι γιὰ φαινομενικὴ ἀρετή. Δὲν μποροῦμε νὰ δίνωμε ὑποσχέσεις στὸ Θεὸ γιὰ ὑλικὴ ἢ πνευματικὴ ἀφιέρωσι καὶ ν᾿ ἀθετοῦμε τὶς ὑποσχέσεις μας. Τέτοιες ἀθετήσεις εἶνε ἱεροσυλίες. Δὲν μποροῦμε νὰ εἴμεθα ἀνειλικρινεῖς στοὺς ἀντιπροσώπους τοῦ Θεοῦ, ἰδίως τὴν ὥρα τῆς ἐξομολογήσεως τῶν ἁμαρτιῶν μας, διότι τέτοια ἀνειλικρίνεια εἶνε ἰδιαιτέρως φοβερή. ᾿Ιδιαιτέρως ἐπίσης φοβερὴ εἶνε ἡ ἀνειλικρίνεια κατὰ τὸν ὅρκο. Κακὸ νὰ ὁρκίζεται κανείς. Πόσο μᾶλλον νὰ ψευδορκῇ ἢ νὰ ἐπιορκῇ. Δὲν μποροῦμε ν᾿ ἀπατᾶμε καὶ νὰ ἐμπαίζωμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, διότι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶνε Θεός, ξέρει τὰ πάντα, δύναται τὰ πάντα καὶ ἣ θὰ μᾶς τιμωρήσῃ ἐδῶ, ἢ στὴν ἄλλη ζωή, ἢ καὶ ἐδῶ καὶ στὴν ἄλλη ζωή. Καὶ καλλίτερα νὰ τιμωρούμεθα ἐδῶ καὶ νὰ ἐξοφλοῦμε ἁμαρτίες, παρὰ νὰ μένωμε ἐδῶ ἀτιμώρητοι, ν᾿ ἀναθαρροῦμε ἀπέναντι τῆς τιμωρίας καὶ νὰ ἐπιβαρύνωμε τὴ θέσι μας στὴν αἰώνια ζωή.

Κάνουμε μνημόσυνα νεκρῶν. Ἂς μνημονεύουμε  κἄποτε στὴν προσευχή μας καὶ πρόσωπα σὰντὸν ᾿Ανανία καὶ τὴν Σάπφειρα. Διότι ὁ πολυεύσπλαγχνος Θεὸς τὰ ἐθανάτωσε ὄχι τόσο γιὰ νὰ τὰ τιμωρήσῃ, ὅσο γιὰ νὰ δώσῃ παράδειγμα σὲ μᾶς. Ὁ Θεὸς πατάσσει μερικὲς φορὲς γιὰ παραδειγματισμό, ἐμεῖς ἂς συμπαθοῦμε (Πρβλ. ἱϑαλμ. ξη΄ 27 ἢ ξθ'26). Ἄλλωστε ὅλοι κατὰ καιροὺς ἔχουμε κάποια ἀνειλικρίνεια, ὅλοι κρύβουμε μέσα μας κάποιον ᾿Ανανία καὶ κάποια Σάπφειρα. «Πᾶς ἄνθρωπος ψεύστης» (Ρωμ. γ᾽ 4). Στίχ. 15: Θαυμαστότατο πρᾶγμα ἀναφέρεται ἐδῶ. Οἱ ἄνθρωποι μετέφεραν τοὺς ἀσθενεῖς στὶς πλατεῖες καὶ τοὺς ἔθεταν ἐπάνω σὲ κλίνες καὶ κρεββάτια, ὥστε, ὅταν θὰ ἐρχόταν καὶ θὰ περνοῦσε ἀπ᾿ ἐκεῖ ὁ Πέτρος, ἔστω ἡ σκιά του νὰ πέσῃ ἐπάνω σὲ κανένα ἀσθενῆ. Διότι ἡ σκιὰ τοῦ ἀποστόλου θεράπευε ἀσθενεῖς. Γιὰ τὴ σκιὰ τοῦ Χριστοῦ δὲν λέγεται, ὅτι θεράπευε ἀσθενεῖς. Γιὰ τὴ σκιὰ τοῦ ἀποστόλου λέγεται τὸ θαυμαστότατο τοῦτο πρᾶγμα. 

Ἂς μὴ παραξενευώμεθα. Τὸ προεῖπε ὁ Χριστός: «᾿Αμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, τὰ ἔργα ἃ ἐγὼ ποιῶ κἀκεῖνος ποιήσει, καὶ μείζονα τούτων ποιήσει, ὅτι ἐγὼ πρὸς τὸν Πατέρα μου πορεύομαι, καὶ ὅ,τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο ποιήσω, ἵνα δοξασθῇ ὁ Πατὴρ ἐν τῷ Υἱῷ. Ἐὰν τι αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐγὼ ποιήσω» (Ἰωάν. ιδ΄ 12 - 14). Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἔδινε τὴν δύναμι νὰ κάνουν μεγαλύτερα σημεῖα οἱ ἀπόστολοι, νὰ θαυματουργοῦν καὶ οἱ σκιές τους.᾿Αλλ᾽ ἡ σκιὰ εἶνε εἶδος εἰκόνος. Καὶ ἀφοῦ ἡ σκιὰ θαυματουργοῦσε, γιατί οἱ Χιλιασταὶ καὶ οἱ Προτεστάντες ἀρνοῦνται τὰ θαύματα τῶν ἱερῶν εἰκόνων; Ὁ Θεός, γιὰ νὰ τιμήσῃ τοὺς ἁγίους του, δίνει τὴ χάρι του καὶ στὴ σκιά τους νὰ θαυματουργῇ. Τόσο πολὺ τιμᾷ ὁ Θεὸς τοὺς φίλους του, τοὺς ἁγίους, καὶ τόσο πολὺ τοὺς ὑποτιμοῦν οἱαἱρετικοί!


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου