Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2020

Ψαλτηρίου Θησαύρισμα - Ψαλμός 16ος

 

Προσευχὴ τοῦ Δαυΐδ.

1 (Μασ. 17) ΕΙΣΑΚΟΥΣΟΝ, Κύριε, τῆς δικαιοσύνης μου, πρόσχες τῇ δεήσει μου, ἐνώτισαι τὴν προσευχήν μου οὐκ ἐν χείλεσι δολίοις.
1 (Μασ. 17) Καμε δεκτήν, Κυριε, την δικαίαν αίτησιν της προσευχής μου· δώσε προσοχήν εις την δέησίν μου, με ώτα ευμενή άκουσε την προσευχήν μου, την οποίαν εγώ τώρα απευθύνω προς σε με χείλη άδολα και ειλικρινή.
2 ἐκ προσώπου σου τὸ κρῖμά μου ἐξέλθοι, οἱ ὀφθαλμοί μου ἰδέτωσαν εὐθύτητας.
2 Από σε προσωπικώς ποθώ και παρακαλώ να εκδοθή η δικαία απόφασις υπέρ εμού και έτσι τα μάτιά μου να ιδούν την επικράτησιν των δικαίων αποφάσεών σου.
3 ἐδοκίμασας τὴν καρδίαν μου, ἐπεσκέψω νυκτός· ἐπύρωσάς με, καὶ οὐχ εὑρέθη ἐν ἐμοὶ ἀδικία.
3 Εξήτασας τα βάθη της καρδίας μου, όταν με επεσκέφθης κατά τας νυκτερινάς ώρας της αυτοεξετάσεώς μου. Ωσάν χρυσόν στο χωνευτήριον με υπέβαλες στο πυρ των δοκιμασιών και εις όλα αυτά δεν ευρέθη μέσα μου καμμία αδικία εναντίον ουδενός.
4 ὅπως ἂν μὴ λαλήσῃ τὸ στόμα μου τὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων, διὰ τοὺς λόγους τῶν χειλέων σου ἐγὼ ἐφύλαξα ὁδοὺς σκληράς.
4 Δια να μη λαλή το στόμα μου τίποτε σχετικόν με τα πονηρά έργα των ανθρώπων και δια να τηρώ τους λόγους και τα παραγγέλματα του στόματός σου, Κυριε, εγώ εβάδισα τας δυσκόλους και πλήρεις ταλαιπωρίας οδούς του θείου σου θελήματος.
5 κατάρτισαι τὰ διαβήματά μου ἐν ταῖς τρίβοις σου, ἵνα μὴ σαλευθῶσι τὰ διαβήματά μου.
5 Καθοδήγησε και προσάρμοσε πλήρως τα βήματα της ζωής μου στους δρόμους των εντολών σου, δια να μη κλονισθούν ποτέ αι πορείαι μου.
6 ἐγὼ ἐκέκραξα, ὅτι ἐπήκουσάς μου, ὁ Θεός· κλῖνον τὸ οὖς σου ἐμοὶ καὶ εἰσάκουσον τῶν ῥημάτων μου.
6 Εγώ φωνάζω τώρα προς σε, Κυριε, διότι είμαι βέβαιος ότι με έχεις ακούσει και με ακούεις. Κλίνε, λοιπόν, το αυτί σου ευμενές εις την φωνήν μου και άκουσε τα λόγια των προσευχών μου.
7 θαυμάστωσον τὰ ἐλέη σου, ὁ σῴζων τοὺς ἐλπίζοντας ἐπὶ σὲ ἐκ τῶν ἀνθεστηκότων τῇ δεξιᾷ σου.
7 Φανέρωσέ μου κατά ένα τρόπον θαυμαστόν το έλεός σου προς εμέ, συ ο οποίος τους ελπίζοντας εις σε τους σώζεις από τους εχθρούς σου, από εκείνους οι οποίοι αντιτάσσονται εις την παντοδύναμον δεξιάν σου.
8 φύλαξόν με ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ· ἐν σκέπῃ τῶν πτερύγων σου σκεπάσεις με
8 Φυλαξέ με ως κόρην οφθαλμού, σκέπασέ με κάτω από την ακατανίκητον προστασίαν των πτερύγων σου, όπως η όρνις σκεπάζει τους νεοσσούς της.
9 ἀπὸ προσώπου ἀσεβῶν τῶν ταλαιπωρησάντων με. οἱ ἐχθροί μου τὴν ψυχήν μου περιέσχον·
9 Διαφύλαξέ με από τους ασεβείς ανθρώπους, οι οποίοι έως τώρα με έχουν ταλαιπωρήσει. Αυτοί οι εχθροί μου, Κυριε, με περιεκύκλωσαν από όλα τα σημεία και απειλούν την ζωήν μου.
10 τὸ στέαρ αὐτῶν συνέκλεισαν, τὸ στόμα αὐτῶν ἐλάλησεν ὑπερηφανίαν.
10 Εκλεισαν τελείως τα σπλάγχνα των και έγινε σκληρά η καρδία των ανθρώπων αυτών απέναντί μου. Το στόμα αυτών ελάλησε λόγους αλαζονικούς και θρασείς εναντίον μου.
11 ἐκβαλόντες με νυνὶ περιεκύκλωσάν με, τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν ἔθεντο ἐκκλῖναι ἐν τῇ γῇ.
11 Αφού με έβγαλαν έξω και με εδίωξαν από την πατρίδα μου, με περιεκύκλωσαν με μοχθηρίαν και έστρεψαν ολόγυρά των τα βλέμματά των με φονικήν διάθεσιν εναντίον μου πως θα με ξαπλώσουν νεκρόν κάτω εις την γην.
12 ὑπέλαβόν με ὡσεὶ λέων ἕτοιμος εἰς θήραν καὶ ὡσεὶ σκύμνος οἰκῶν ἐν ἀποκρύφοις.
12 Με εθεώρησαν και με αντίκρυσαν, όπως ο λέων αντικρύζει το θύμα του και είναι έτοιμος να επιτεθή εναντίον του θηράματός του· σαν νεαρό ορμητικό ληοντάρι, που ενεδρεύει εις αποκρύφους τόπους, δια να συλλάβη την λείαν του.
13 ἀνάστηθι, Κύριε, πρόφθασον αὐτοὺς καὶ ὑποσκέλισον αὐτούς, ρῦσαι τὴν ψυχήν μου ἀπὸ ἀσεβοῦς, ρομφαίαν σου ἀπὸ ἐχθρῶν τῆς χειρός σου.
13 Σηκω επάνω, Κυριε, και πρόφθασέ τους, πριν με θανατώσουν. Βαλε τους τρικλοποδιά, ρίξε τους κάτω στο χώμα και γλύτωσε την ζωήν μου από τον ασεβή αρχηγόν των, τον Σαούλ. Παρε στο χέρι σου την ρομφαίαν εναντίον των εχθρών, που ανθίστανται εις σέ.
14 Κύριε, ἀπὸ ὀλίγων ἀπὸ γῆς διαμέρισον αὐτοὺς ἐν τῇ ζωῇ αὐτῶν, καὶ τῶν κεκρυμμένων σου ἐπλήσθη ἡ γαστὴρ αὐτῶν, ἐχορτάσθησαν υἱῶν (* Αλλη γραφή· ὑείων), καὶ ἀφῆκαν τὰ κατάλοιπα τοῖς νηπίοις αὐτῶν.
14 Ω, Κυριε, από τους ολίγους ευσεβείς ξεχώρισε και απομάκρυνε το πλήθος των ασεβών. Διασκόρπισέ τους εις την γην, ενώ ευρίσκονται ακόμη εις την παρούσαν ζωήν. Υλόφρονες και λαίμαργοι, καθώς είναι, εγέμισαν την κοιλίαν των δε όσα αγαθά, συ έχεις αποκρύψει εις τα βάθη της γης και της θαλάσσης. Εχόρτασαν από χριρινά απαγορευμένα κρέατα και αφού οι ίδιοι έφαγαν και έπιαν και εχρρτάσθησαν, αφήκαν τα υπολείμματα του συμποσίου των εις τα νήπιά των.
15 ἐγὼ δὲ ἐν δικαιοσύνῃ ὀφθήσομαι τῷ προσώπῳ σου, χορτασθήσομαι ἐν τῷ ὀφθῆναί μοι τὴν δόξαν σου.
15 Εγώ όμως θα εργασθώ την αρετήν και με αυτήν θα αξιωθώ της χαράς να ίδω το πρόσωπόν σου, θα χορτάση η ψυχή μου, όταν θα βλέπω, Κυριε, την δόξαν σου.


Ερμηνεία από το βιβλίο ΤΟ ΙΕΡΟΝ ΨΑΛΤΗΡΙΟΝ (Μετάφραση-Σύντομη Ἀνάλυση) Τόμος Α´ Ψαλμ. 1-50 Ὑπό Ἐπισκόπου Ἱερεμίου Μητροπολίτου Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως

1. Ὁ ψαλμός αὐτός ἐπιγράφεται «στηλογραφία τῷ Δαβίδ». Εἶναι ἕνα ὡραῖο κείμενο, σάν ἕνας στῆλος, σάν ἕνας ἀνδριάντας, πού παρουσιάζει καί κηρύττει τήν ἀκλόνητη πίστη τοῦ Δαβίδ στόν ἀληθινό Θεό. Καί ἀκόμη ὁ ψαλμός αὐτός παρουσιάζει τά ὡραῖα βιώματα καί σκιρτήματα τοῦ Δαβίδ ἀπό τήν πίστη αὐτή στόν Θεό. Ὅπως διαβάζουμε στήν Παλαιά Διαθήκη (βλ. Α´ Βασ. 26,12) ὁ Δαβίδ διωκόμενος ἐπλανᾶτο στήν ξένη χώρα καί ζητοῦσε φιλοξενία μεταξύ τῶν ἀλλοθρήσκων. Ὅπως δέ τό καταλαβαίνουμε, πολλές φορές ὁ Δαβίδ θά ἐνοχλεῖτο ἀπό τούς ἀλλοπίστους γιά νά ἀρνηθεῖ τόν δικό του Θεό, τόν Γιαχβέ, καί νά λατρεύσει τούς δικούς τους θεούς καί νά προσφέρει θυσία σ᾽ αὐτούς. Αὐτή πρέπει νά εἶναι ἡ κατάσταση στήν ὁποία μᾶς μεταφέρει ἐδῶ ὁ ψαλμός μας.
Ὁ Δαβίδ ἀρχίζει λέγοντας τρεῖς φορές τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ὅπως φαίνεται στό πρωτότυπο Ἑβραϊκό κείμενο, ὀνομάζει τόν Θεό μέ διάφορες ὀνομασίες:Ἔλ, Γιαχβέ καί Ἀδωναΐ. Δέν λέει τήν γενική ὀνομασία «Θεέ», πού τήν λένε καί οἱ ἄλλοι λαοί, γιά τούς δικούς τους ψεύτικους θεούς, ἀλλά λέει τά ὀνόματα τοῦ δικοῦ του ἀληθινοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν ξεχνάει τόν Θεό του. Ἀπό τήν ἀρχή ὁ Δαβίδ, σ᾽ αὐτούς τούς ἀλλοθρήσκους, πού τόν προτρέπουν νά ἀλλάξει τήν πίστη του, τούς λέγει ὅτι ὁ Γιαχβέ, ὁ Θεός του, Αὐτός εἶναι ἡ ἐλπίδα του (στίχ. 1) καί Αὐτός εἶναι ὁ Κύριός του: «Εἶπα τῷ Κυρίῳ μου: Κύριός μου εἶ σύ» (στίχ. 2).
2. Στήν συνέχεια ὁ Δαβίδ παρουσιάζει τόν Θεό του, γιά νά δείξει τήν ἀνωτερότητά Του ἀπό τούς ψεύτικους θεούς, καί δέν εἶναι λοιπόν δυνατόν νά Τόν ἀρνηθεῖ. Γιά τό Θεό του λοιπόν ὁ Δαβίδ λέγει «τῶν ἀγαθῶν μου οὐ χρείαν ἔχεις» (στίχ. 2). Δέν ἔχει ἀνάγκη ὁ Θεός τοῦ Δαβίδ γιά ὑλικές τροφές καί ποτά, ὅπως οἱ θεοί τῶν ἄλλων λαῶν, στούς ὁποίους οἱ λάτρεις τους πήγαιναν μέλι καί γάλα καί κρέατα γιά νά φάγουν καί νά πιοῦν. Ὁ Θεός τοῦ Δαβίδ ὁ ἀληθινός, εἶναι πνεῦμα, καί λοιπόν, «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» Αὐτόν (Ἰωάν. 4,24).

3. Ὅτι ὁ Θεός τοῦ Δαβίδ εἶναι ἀληθινός φαίνεται καί ἀπό τό ὅτι εἶναι σωστοί καί ἀληθινοί ὅσοι Τόν λατρεύουν. Εἶναι ἅγιοι! Ἡ πίστη τοῦ Δαβίδ βγάζει θαυμαστούς ἁγίους. «Τοῖς ἁγίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ αὐτοῦ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος» (στίχ. 3), λέγει ὁ Ψαλμός. Βέβαια καί οἱ ἅγιοι ἔχουν δυσκολίες στήν ζωή τους καί αὐτοί ἔχουν ταλαιπωρίες καί ἀσθένειες· καί μάλιστα λέγει ὁ ψαλμωδός μας ὅτι «ἐπληθύνθησαν αἱ ἀσθένειαι αὐτῶν». Ὅμως μέ τήν ἁγιότητά τους τά ξεπερνᾶνε ὅλα γρήγορα. Γι᾽ αὐτό παρακάτω λέγει ὁ
ψαλμωδός «μετά ταῦτα ἐτάχυναν»· οἱ ἀρρώστιες «ἐτάχυναν» (στίχ. 4). Ξεπεράστηκαν γρήγορα μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, γιατί «τοῖς ἁγίοις τῆς ἐν τῇ γῇ αὐτοῦ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος» (στίχ. 3).

4. Ἀφοῦ λοιπόν ὁ Δαβίδ εἶναι πιστός στόν Θεό του, λέγει τώρα μέ σταθερότητα ὅτι ποτέ δέν θά πάει στίς συγκεντρώσεις τῶν ἀλλοθρήσκων καί ποτέ δέν θά προσ φέρει αἱματηρές θυσίες σ᾽ αὐτές: «Οὐ μή συναγάγω τάς συναγωγάς αὐτῶν ἐξ αἱμάτων». Καί ἀκόμη περισσότερο, ποτέ δέν θά μολύνει τά χείλη του λέγοντας τά ὀνόματα τῶν ψεύτικων θεῶν (στίχ. 4), ὅπως τά ὀνόματα Καμώς, Μολώχ, Βάαλ καί Ἀστάρτη.
5. Παρακάτω στόν ψαλμό μας, ἀγαπητοί, ὁ Δαβίδ παριστάνεται ὡς πολύ δεμένος μέ τόν Θεό, σάν ἱερέας Του. Καί ὅπως οἱ Λευῖτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἔλαβαν ὡς κληρονομιά τους τόν Ἴδιο τόν Θεό καί ὄχι μερίδα γῆς (βλ. Ἀριθμ. 18,20. Δευτ. 10,9), ἔτσι λέγει καί ὁ Δαβίδ γιά τόν ἑαυτό του. Λέγει ὅτι «Κύριος μερίς τῆς κληρονομίας μου καί τοῦ ποτηρίου μου» (στίχ.5). Αὐτή ἡ κληρονομία τοῦ μετρήθηκε («σχοινία ἐπέπεσέ με ἐν τοῖς κρατίστοις», στίχ. 6), κληρονομία, τήν ὁποία ἀμέσως παρακάτω τήν ὀνομάζει «κράτιστη» (στίχ. 6). Ὑπέροχη, δηλαδή! Ἀσύγκριτη! Ναί, δέν ὑπάρχει τίποτε ἀνώτερο καί τίποτε καλύτερο ἀπό τό νά εἶναι κάποιος πιστός καί ἀφιερωμένος στόν Θεό. Καί αὐτή ἡ κληρονομία, τό νά εἶσαι δηλαδή τοῦ Θεοῦ, ἔχει καί «ποτήριον». Ἔτσι εἶπε παραπάνω ὁ Δαβίδ: «Κύριος μερίς τῆς κληρονομίας μου καί τοῦ ποτηρίου μου» (στίχ. 5). Ποιό εἶναι αὐτό τό «ποτήριον»; Νομίζουμε ὅτι ἐδῶ ὁ ψαλμός μιλάει προφητικά γιά τήν θεία Κοινωνία. Ναί, αὐτό εἶναι! Ὤ, αὐτό τό θεῖο Ποτήρι. «Τό Ποτήριόν Σου, ὦ Θεέ, μεθύσκον μέ ὡσεί κράτιστον»!

6. Μετά ἀπό αὐτά ὁ Δαβίδ δίνει ἱερή ὑπόσχεση ὅτι τόν Θεό του, τόν Γιαχβέ, δέν θά τόν ἀρνηθεῖ ποτέ. Ὑπόσχεται ὅτι «εὐλογήσω τόν Κύριον τόν συνετίσαντά με» (στίχ. 7)! Θά δοξάζει, δηλαδή, πάντα τόν Θεό του, πού τόν φώτισε νά Τόν γνωρίσει καί νά Τόν ἀγαπήσει καί νά πάρει αὐτή τήν ἀπόφαση, τό νά εἶναι γιά πάντα πιστός σ᾽ Αὐτόν. Πολύ τόν ἀγαπάει τόν Θεό του ὁ Δαβίδ. Ἀφοῦ λέγει ὅτι ὄχι μόνο τήν ἡμέρα, ἀλλά καί τήν νύχτα ἀκόμη, ὅλο του τό «εἶναι» καί ὅλα του τά σωθικά σκέπτονται Αὐτόν: «Ἔτι δέ καί ἕως νυκτός ἐπαίδευσάν με οἱ νεφροί μου» (στίχ. 7)! Τόν Θεό Του, λέγει παρακάτω ὁ Δαβίδ, τόν ἔχει σύντροφο, διαρκῶς ἱστάμενο στό πλευρό του, στά δεξιά του. Καί ἔτσι νοιώθει σιγουριά: «Προωρώμην τόν Κύριον ἐνώπιόν μου διαπαντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν μού ἐστιν, ἵνα μή σαλευθῶ» (στίχ. 8)!

7. Στό τέλος ὁ ψαλμός μᾶς παρουσιάζει τόν Δαβίδ νά χαίρεται καί νά εὐφραίνεται καί νά σείεται ὁλόκληρος ἀπό χαρά (στίχ. 9) Ἡ χαρά του βέβαια εἶναι γιά τόν Θεό του, ἕναν τόσο δυνατό καί ὑπέροχο Θεό, πού ἔχει. Στήν χαρά του αὐτή συμμετέχει καί τό σῶμα του: «Ἔτι δέ καί ἡ σάρξ μου κατασκηνώσει ἐπ᾽ ἐλπίδι» (στίχ. 9). «Ἐπ᾽ ἐλπίδι», λέγει, γιατί εἶναι βέβαιος ὅτι ὁ Θεός του θά τοῦ εἶναι πιστός καί δέν θά τόν ἐγκαταλείψει ποτέ, οὔτε στόν θάνατό του. Τό λέγει καθαρά παρακάτω: «Οὐκ ἐγκαταλείψεις τήν
ψυχήν μου εἰς ᾅδην, οὐδέ δώσεις τόν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθορᾶν» (στίχ. 10). Τελικά λέγει ὁ ποιητής μας ὅτι ἡ ζωή μέ τόν Θεό ἔχει χαρές, ἔχει μεγάλες χαρές, ἔχει «εὐφροσύνες» καί «τερπνότητες» (στίχ. 11). Ἄς χαιρόμαστε τίς χαρές τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ μας καί ἄς εἴμεθα πιστοί σ᾽ Αὐτόν γιά πάντα.



Από το βιβλίο “Η Παλαιά Διαθήκη”- Κείμενον - Σύντομος ερμηνεία -Εκτενείς σχολιασμοί-Πατερικαί γνώμαι - Πρακτικά διδάγματα.

Τόμος Ι’- Ψαλμοί

υπό Π.Ν.Τρεμπέλα

 ΨΑΛΜΟΣ [ς΄ ([ΖΊ. 16.

Προσευχὴ τῷ Δαυΐδ.

        Η ἐπιγραφὴ «προσευχὴ τῷ Δαυΐδ», ἀπαντῶσα καὶ εἰς τοὺς ψαλμοὺς 85, 89,101, 141, ἀνταποκρίνεται πλήρως πρός τε τὸ περιεχόμενον καὶ τὸν χαρακτῆρα τοῦ ψαλμοῦ. Ὃ ποιητὴς κυκλούμενος ὑπὸ σκληρῶν ἐχθρῶν,οἵτινες ἐπεζήτουν τὸν ὄλεθρον αὐτοῦ,διατρέχει κίνδυνον ἀπειλητικόν,διὰ τὸν ὁποῖον ἔχει ἀνάγκη ἀμέσου βοηθείας,τὴν ὁποίαν μεθ΄ ἱκεσίας θερμῆς ζητεῖ ἀπὸ τὸν Θεόν.Πόθεν ἐπεγένετο εἰς αὐτὸν ὁ κίνδυνος οὗτος,εἶναι ἄγνωστον, πιθανολογεῖται δὲ μόνον,ὅτι πρόκειται περὶ περιστάσεώς τινος ἐκ τῶν διωγμῶν τοῦ Σαοὺλ δημι- ουργηθείσης. Ὃ ψαλμὸς κατὰ τὸν Ζιγαβηνὸν ἁρμόζει καὶ εἰς πάντα ἐνάρετον ἀντιμετωπίζοντα ἐπιβουλὰς ἐξ ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν. Ὁ δὲ Μ. ᾿Αθανάσιος παρατηρεῖ, ὅτι «ᾷδεται ὁ ψαλμὸς ἐκ προσώπου τοῦ κατὰ Θεὸν τελείου».Καὶ ἐκ τῶν νεωτέρων τινὲς ὑπεστήριξαν,ὅτι καὶ ἐν τῷ ψαλμῷ τούτῳ ὁ Δαβὶδ ὑπῆρξε τύπος τοῦ Χριστοῦ, ὅστις ἦτο ὁ ἀπολύτως ἀθῶος καὶ ὅμως ἐμισήθη καὶ κατεδιώχθη, ἀλλ΄ ὡς ὁ Δαβίδ, ἐνεπιστεύθη ἑαυτὸν καὶ τὸ δίκαιον αὐτοῦ εἰς τὸν Θεόν,τὸν κρίνοντα δικαίως. Θὰ ἠδύνατο νὰ διαιρεθῇ εἰς τρία μέρη. Εἰς τὸ πρῶτον (στίχ. 1-5), τὸ περιλαμβάνον δύο στροφάς, ὁ ψαλμῳδὸς ἀπευθύνει θερμὴν ἱκεσίαν πρὸς τὸν Θεὸν ζητῶν τὴν ἐπέμβασιν αὐτοῦ,ὅπως ἀποδοθῇ εἰς αὐτὸν τὸ δίκαιόν του.Προβάλ- λων δὲ τὴν δεδοκιμασμένην ἀθωότητα αὐτοῦ παρακαλεῖ,ἵνα ὁ Θεὸς ἀπαλλάξῃ μὲν αὐτὸν ἀπὸ τὰς ἀδικίας τῶν ἐχθρῶν του,συμμορφώσῃ δὲ τὴν διαγωγήν του πρὸς τὰς ἀξιώσεις τῶν θείων ἐντολῶν. Εἰς τὸ δεύτερον(στίχ. 6-12), τὸ περιλαμβάνον τρεῖς στροφάς,ὁ Δαβὶδ παρακαλεῖ ἐντονώτερον τὸν Κύριον,ἵνα εἰσακούσῃ τῆς δεήσεως αὐτοῦ καὶ προστατεύσῃ αὐτὸν ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ ἀπὸ τῶν προσβολῶν τῶν ἐχθρῶν του, τῆς κακίας τῶν ὁποίων παρέχει ζωηροτάτην εἰκόνα. Καὶ εἰς τὸ τρίτον μέρος (στίχ. 13- 15), τὸ περιλαμβάνον τὴν ἕκτην καὶ ἑβδόμην στροφήν, ζητεῖ ὅπως ἐξαναστῇ ὁ Κύριος πρὸς τιμωρίαν τῶν πονηρῶν τούτων καὶ ἀσεβῶν ἀν- θρώπων, τῶν ὁποίων περιγράφει!τὴν εὐτυχίαν καὶ τὸ πλῆθος τῶν κοσμικῶν ἀγαθῶν ἐν ἀντι- θέσει πρὸς αὐτόν, ὅστις μόνον πλοῦτον του ἔχει τὴν ἀρετήν.

      ᾿Αλληγορίαι. Κατὰ τὸν Κύριλλον ᾿Αλεξανδρείας ὁ ψαλμὸς οὗτος ἁρμόζει μάλιστα εἰς  τοὺς ἀποστόλους τοῦ Κυρίου, ἴσως δὲ καὶ εἰς τὸν Χριστὸν προσευχόμενον κατὰ τὸ ἀνθρώπινον ὑπὲρ τῶν δι’ αὐτοῦ σωθησομένων. Ὀρθότερον ὁ Μ.᾿Αθανάσιος λέγει, ὅτι «ἄδεται ὁ ψαλμὸς ἐκ προσώπου τοῦ κατὰ Θεὸν τελείου».Κατὰ δὲ τὸν Ζιγαβηνὸν ἁρμόζει ὁ ψαλμὸς οὗ- τος εἰς πάντα ἐνάρετον ἔχοντα ἄσπονδον ἐχθρὸν τὸν διάβολον καὶ τοὺς ὑπ’ αὐτὸν δαίμονας, αὐτοὶ δὲ εἶναι καὶ οἱ ἀνθεστηκότες τῇ δεξιᾷ τοῦ Κυρίου. Καὶ τὰ περὶ τοῦ πλούτου δὲ καὶ τῆς τιμωρίας δέον νὰ προσαρμοσθοῦν εἰς τοὺς δαίμονας,τούτων δὲ υἱοὺς καὶ ἐγγόνους ἐννοεῖ τοὺς μαθητὰς καὶ ὑπηρέτας αὐτῶν πονηροὺς ἀνθρώπους.

     Ἠθικὴ ἐφαρμογή. Ἄδολα θέλει ὁ Κύριος νὰ εἶναι τὰ χείλη,ποὺ ἀπευθύνονται διὰ προ- σευχῆς πρὸς αὐτόν. ᾿Απηλλαγμένα ἀπὸ τὴν ἀκαθαρσίαν τῆς βλασφημίας κατ’ αὐτοῦ,τῆς συκοφαντίας κατὰ τοῦ πλησίον, τῶν αἰσχρολογιῶν καὶ τῶν ρυπαρῶν λόγων. ᾿Απὸ τὸ στόμιον μιᾶς καὶ τῆς αὐτῆς πηγῆς,λέγει ὁ θεῖος Ἰάκωβος,δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐξέρχηται τὸ γλυκὺ καὶ τὸ πικρόν. Οὕτω καὶ ἡ προσευχή, ὅταν ἐξέρχεται ἀπὸ στόμα τὸ ὁποῖον ἐμολύνθη μὲ ψεύδη καὶ διαβολάς, μὲ κατάρας καὶ βλασφημίας, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ φθάνῃ ὡς θυμίαμα εὐῶδες εἰς τὸν θρόνον τοῦ Κυρίου. Συναποκομίζει πάντοτε τὴν δυσωδίαν τῆς ἀκαθάρτου καρδίας, ἀπὸ τὴν ὁποίαν προέρχεται, καὶ τῶν ρυπαρῶν χειλέων, τὰ ὁποῖα τὴν προφέρουν. Καὶ συνεπῶς ὁ Θεὸς ἀποστρέφεται αὐτὴν καὶ δὲν τὴν ἀκούει. Ἂς τὸν παρακαλῶμεν λοιπὸν νὰ ἐλευθερώνῃ τὰς καρδίας μας ἀπὸ κάθε πάθος, πρὸ παντὸς ἀπὸ τὸ μῖσος καὶ τὴν μνησικακίαν, καὶ νὰ καθαρίζῃ τὰ χείλη μας ἀπὸ κάθε τι ποὺ καθιστᾷ τὸ στόμα μας βορβορῶδες, ὥστε μὲ συνείδησιν ἀνένοχον καὶ ἤρεμον νὰ δυνάμεθα καὶ ἡμεῖς μετὰ τοῦ Δαβὶδ νὰ τοῦ λέγωμεν: «᾿Ενώτισαι τὰς ἀπὸ ἁγνὰ χείλη προερχομένας προσευχάς μας. Ἐκ προσώπου σου ἡ περὶ τοῦ δικαίου μας ἀπόφασις ἂς ἐκδοθῇ».

  Ἧ ὁδὸς τοῦ καθήκοντος λόγῳ τῶν ἐμποδίων ποὺ συναντῶμεν ἀπὸ τὸ ἁμαρτωλὸν περιβάλλον, ἐν μέσῳ τοῦ ὁποίου ζῶμεν, ἀλλὰ καὶ λόγῳ τῶν ἀδυναμιῶν, ποὺ ἐκληρονομήσαμεν ἀπὸ τὴν παράβασιν τῶν πρωτοπλάστων, μᾶς παρουσιάζεται πολλάκις δύσκολος, τραχεῖα καὶ σκληρά. ᾿Ασφαλῶς δὲν θὰ ἠδυνάμεθα οὐδὲ βῆμα νὰ σημειώσωμεν ἐν αὐτῇ, ἐὰν δὲν ἦτο εἰς τὸ πλευρόν μας βοηθός,ὑποστηρικτὴς καὶ χειραγωγὸς αὐτὸς ὁ Κύριός μας. Δι΄ αὐτὸ ἂς τὸν εὐχαριστῶμεν, ὅταν διὰ τῆς χάριτός του εἴμεθα εἰς θέσιν νὰ τοῦ εἴπωμεν: «Διὰ τοὺς λόγους

τῶν χειλέων σου ἐγὼ ἐφύλαξα ὁδοὺς σκληράς». Επειδὴ ὅμως, ἐφ΄ ὅσον ζῶμεν,θὰ συναντῶμεν δυσκολίας καὶ κινδύνους, δι΄ αὐτὸ ἂς τὸν ἱκετεύωμεν ταπεινῶς λέγοντες: «Κατάρτισαι τὰ διαβήματά μου ἐν ταῖς τρίβοις σου, ὅπως μὴ σαλευθῶσι».

  Πάρα πολύ, θὰ ἔλεγαν ἴσως μερικοί, τολμᾷ νὰ ζητήσῃ ὁ Δαβὶδ ἀπὸ τὸν Θεόν, ὅταν λέγῃ «φύλαξόν με ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ». ᾿Αλλὰ πάρα πολὺ μεγάλη καὶ ἀνεξάντλητος καὶ ἀπέραντος καὶ ἀκατάληπτος διὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι καὶ ἡ ἀγαθότης καὶ συγκατάβασις τοῦ Θεοῦ. Ἄπειρος καὶ ἀμέτρητος. Δι’ αὐτὸ καὶ καταδέχεται τὸν σκώληκα τῆς γῆς ἄνθρωπο νὰ ἐπιμελῆται καὶ νὰ φροντίζῃ «ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ». Μὲ ποίους λόγους νὰ τὸν δοξάσωμεν καὶ μὲ ποίαν γλῶσσαν νὰ ἐκφράσωμεν εἰς αὐτὸν τὴν εὐγνωμοσύνην μας;

  Αἱ ἀπολαύσεις τῶν αἰσθήσεων καὶ ὁ φόρτος τῆς γαστρὸς κουράζουν,φθείρουν πολλάκις τὸ σῶμα, ἐπὶ τέλους παρέρχονται καὶ ἡ ἐξ αὐτῶν ἡδονὴ δὲν διαρκεῖ παρὰ ὀλίγας μόνον στιγμάς,διὰ νὰ ἐπακολουθήσῃ ὁ κόρος καὶ ἡ ἀηδία. Ἕν μόνον δὲν κουράζει, ἀλλὰ ἀναπαύει καὶ εὐφραίνει ἄνευ διακοπῆς καὶ χορταίνει τὴν ψυχὴν χωρὶς νὰ τῆς προκαλῇ κάματον ἢ κόρον: Ἣ ἀπόλαυσις τῆς δόξης τοῦ Κυρίου,τὴν ὁποίαν προγευόμεθα μὲν ἀπὸ τῆς παρούσης ζωῆς διὰ τῆς στενῆς καὶ ἀχωρίστου ἐπικοινωνίας μας μετ΄ αὐτοῦ,θὰ τὴν ἀπολαύσωμεν δὲ τελείως ἐν τῷ οὐρανῷ,ὅταν θὰ χορτασθῶμεν βλέποντες τὸν Κύριον πρόσωπον πρὸς πρόσωπον. Καὶ ὅμως ἡ ματαιότης τῶν αἰσθήσεων μᾶς αἰχμαλωτίζει καὶ προτιμῶμεν τὸν κόρον καὶ τὴν ἀηδίαν, τὰ ὁποῖα συνήθως ἀποκτηνώνουν καὶ ἐξευτελίζουν τὸν ἄνθρωπον. Ποῖος θὰ μᾶς δώσῃ πτέρυγας νὰ πετάξωμεν πλησίον τοῦ Κυρίου καὶ νὰ ἐντρυφήσωμεν εἰς τὰ θέλγητρα τῆς μακαρίας του ζωῆς; Αὐτὸς καὶ μόνον αὐτός. Ἂς τοῦ τὸ ζητήσωμεν λοιπὸν μὲ ὅλην τὴν καρδίαν μας.






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου