Σάββατο 20 Μαρτίου 2021

Ἑρμηνεία στὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς Α΄Νηστειῶν (Ὀρθοδοξίας) ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ π. Αὐγουστῖνου ''Σταγόνες ἀπὸ τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν''

 ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

Ἰωάν. 1, 44-52

ΜΑΣ ΒΛΕΠΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ!

«Πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι,

ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν εἶδόν σε»

(Ἰωάν. 1, 49)

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ, ἀγαπητοί μου, τὸ Εὐαγγέλιο σήμερα μιλάει γιὰ δυὸ ποὺ ἔγιναν μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἕνας ὀνομάζεται Φίλιππος, ὁ ἄλλος Ναθαναήλ. Κʼ οἱ δυὸ ἀγνοοῦσαν τὸ Χριστό, ὁ Φίλιππος ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ γνώρισε τὸ Χριστό, πίστεψε καὶ τὸν ἀκολούθησε. Μιὰ φλόγα τότε ἄναψε μέσα στὴν καρδιά του. Αὐτὸ ποὺ γνώρισε ποθοῦσε νὰ τὸ μεταδώση σʼ ὅλο τὸν κόσμο. Γιʼ αὐτὸ κι ὅταν συνάντησε τὸ φίλο του Ναθαναήλ, γεμᾶτος χαρὰ τοῦ εἶπε˙ «Βρήκαμε ἐκεῖνον ποὺ περίμεναν οἱ αἰῶνες. Βρήκαμε τὸν Χριστό, ποὺ κατάγεται ἀπὸ τὴ Ναζαρέτ».

Ἀλλὰ μόλις ὁ Ναθαναὴλ ἄκουσε, ὅτι ὁ Χριστὸς κατάγεται ἀπʼ τὴ Ναζαρέτ, ἕνα χωριὸ ποὺ δὲν εἶχε καλὸ ὄνομα, ἐξεδήλωσε ἀμφιβολία, ἄν ποτε εἶνε δυνατὸν ἀπʼ τὴ Ναζαρὲτ νὰ προέλθη ὁ Μεσσίας. Ὁ Φίλιππος δὲν προσπαθεῖ μὲ ἐπιχειρήματα νὰ τὸν πείση, ἀλλὰ τοῦ λέει˙ «Ἔλα νὰ δῆς» (Ἰωάν. 1, 48). Ἦταν βέβαιος, πὼς καὶ μόνο νά ʼβλεπε καὶ νά ʼκουγε τὸ Χριστό, ἔφτανε γιὰ νὰ πιστέψη. Ἡ γνωριμία μὲ τὸ Χριστὸ εἶνε ἀρκετὴ γιὰ ἕναν εὐθὺ χαρακτῆρα γιὰ νὰ πιστέψη στὸ Χριστό. Ὁ Χριστὸς εἶνε ἥλιος πνευματικός. Ἀκτινοβολεῖ θεϊκὸ φῶς, καὶ μιὰ ἀκτῖνα τῆς θεανδρικῆς του προσωπικότητος εἶνε ἱκανὴ νὰ φωτίση τὸ σκοτάδι τῶν ψυχῶν. «Ἐν τῶ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς» (Δοξολογία).

Αὐτὸ συνέβη μὲ τὸν Ναθαναήλ. Λίγα λεπτὰ τῆς ὥρας ἔφτασαν γιὰ νʼ ἀποβάλη ὁ Ναθαναὴλ τὶς ἀμφιβολίες του καὶ νὰ πιστέψη στὸ Χριστό. Πῶς;

* * *



Μόλις ὁ Χριστὸς εἶδε τὸν Ναθανήλ, εἶπε˙ «Νὰ ἕνας Ἰσραηλίτης, ποὺ μέσα στὴν καρδιά του δὲν ἔχει πονηρία» (Ἰωάν. 1, 48). Ὁ Ναθαναήλ, μόλις ἄκουσε τὸν ἔπαινο ἀπὸ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ δὲν τὸν γνώριζε, ἀπόρησε καὶ ρώτησε˙ «Ποῦ μὲ γνωρίζεις;» (Ἰωάν. 1, 49). Κι ὁ Χριστὸς τοῦ ἀπάντησε˙ «Πρὶν νὰ σὲ φωνάξη ὁ Φίλιππος νά ʼρθης ἐδῶ, σὲ εἶδα κάτω ἀπὸ τὴ συκιά» (Ἰωάν. 1, 49).

Κάτω ἀπὸ τὴ συκιά! Αὐτὸ ἦταν μιὰ λεπτομέρεια τῆς ζωῆς τοῦ Ναθαναήλ, ποὺ κανένας δὲν τὴν γνώριζε. Ὁ Ναθαναὴλ εἶχε πάει στὸ ἀμπέλι του καὶ κάτω ἀπʼ τὸ πλούσιο φύλλωμα τῆς συκιᾶς ἔκανε τὴν προσευχή του. Εἶχαν τέτοια συνήθεια οἱ Ἰσραηλίτες, νὰ γονατίζουν κάτω ἀπʼ τὰ πλούσια φυλλώματα τῶν δέντρων καὶ νὰ προσεύχωνται. Ἡ λεπτομέρεια αὐτὴ τῆς ζωῆς τοῦ Ναθαναὴλ ἦταν γνωστὴ στὸ Χριστό. Σὰν Θεὸς ἦταν πανταχοῦ παρὼν καὶ γνώριζε τὰ πάντα. Ὁ Ναθαναὴλ ἔμεινε κατάπληκτος. Μόνο ὁ Θεὸς ἦταν δυνατὸν νὰ γνωρίζη τὴ λεπτομέρεια αὐτὴ τῆς ζωῆς του. Ἄρα ὁ Χριστός, καὶ μόνο γιατὶ γνώριζε τὴ λεπτομέρεια αὐτή, άποδεικνυόταν ὅτι εῑνε Θεός, ποὺ τὰ γνωρίζει ὅλα. Γιʼ αὐτὸ καὶ λέει στὸ Χριστό˙ «Σὺ εἶσαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶσαι ὁ βασιλιᾶς τοῦ Ἰσραήλ» (Ἰωάν. 1, 50).

Μιὰ λεπτομέρεια, μιὰ ἀπόδειξις, ἔφτασε νὰ πείση τὸ Ναθαναήλ, γιατὶ ἦταν πραγματικὰ ἄνθρωπος ποὺ μέσα του δὲν ὑπῆρχε δόλος. Χίλιες ἀποδείξεις γιὰ τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ κι ἄν παρουσιάση κανεὶς σʼ ἕναν ποὺ δὲν ἔχει καλὴ διάθεσι, ἀλλʼ εἶνε πονηρὸς καὶ διεστραμμένος, ὅπως ἦταν οι γραμματεῖς κʼ οἱ φαρισαῖοι, δὲν πρόκειται νὰ πιστέψη.

* * *


Ἄς προσέξουμε παρακαλῶ, ἐκεῖνο ποὺ ἄφησε κατάπληκτο τὸ Ναθαναὴλ καὶ τὸν ἔκανε νὰ πιστέψη. Εἶνε ὅτι ὁ Χριστὸς τὸν εἶδε κάτω ἀπʼ τὴ συκιά. Ἀλλὰ καθὼς εἶδε τὸ Ναθαναὴλ κάτω ἀπʼ τὴ συκιά, ἔτσι βλέπει καὶ τὸν κάθε ἄνθρωπο, ποῦ βρίσκεται, τί κάνει, τί λέει, τί σκέπτεται. Ὅλες οἱ λεπτομέρειες τῆς ζωῆς μας, κι αὐτὲς ἀκόμα οἱ πιὸ ἀπόκρυφες ποὺ κάνει ὁ ἄνθρωπος κάτω ἀπʼ τὰ φυλλώματα τῆς συκιᾶς, καὶ στὰ πιὸ σκοτεινὰ δωμάτια καὶ στὶς πιὸ ἀπόμερες σπηλιές, ὅλες εἶνε γνωστὲς στὸ Θεό. Τίποτε δὲν διαφεύγει τὸ βλέμμα τοῦ Θεοῦ. Ὅλα τὰ βλέπει κι ὅλα τὰ ἀκούει ὁ Θεός. Εἶνε πανταχοῦ παρών. Εἶνε παντογνώστης. Κʼ εἶνε τοῦτο μιὰ ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας πού, ἄν καὶ δὲν μποροῦμε νὰ τὴν καταλάβουμε, ὅπως κι ὁ Ναθαναὴλ δὲν μποροῦσε νὰ καταλάβη πῶς τὸν εἶδε ὁ Χριστός, ὅμως πρέπει νὰ τὴν πιστεύουμε χωρὶς καμμιὰ ἀμφιβολία.

Ὁ Θεὸς εἶνε πανταχοῦ παρών! Μιὰ ἰδέα τῆς πανταχοῦ παρουσίας τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει ἕνας σπουδαῖος διδάσκαλος τοῦ Εὐαγγελίου, μᾶς δίνουν δυὸ ἀπὸ τὰ δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ˙ ὁ ἀέρας καὶ ὁ ἥλιος.

Ὁ ἀέρας, μποροῦμε νὰ ποῦμε, εἶνε παντοῦ. Εἶνε στὰ μέγαρα τῶν πλουσίων, στὶς καλύβες τῶν φτωχῶν, στοὺς κάμπους, στὰ βουνά, στὶς σπηλιές, καὶ δὲν ὑπάρχει γωνιὰ τῆς γῆς ἀπὸ ὅπου νὰ λείπη ὁ ἀέρας. Ἀλλὰ κι ὁ ἥλιος μᾶς δίνει λαμπρότερη τὴν εἰκόνα τῆς πανταχοῦ παρουσίας τοῦ Θεοῦ. Ἄν καὶ ὁ ἥλιος βρίσκεται σὲ ἰλιγγιώδη ἀπόστασι ἀπὸ τὴ γῆ, ὅμως οἱ ἀκτῖνες του φτάνουν στὴ γῆ, διασκορπίζονται παντοπυ, περνοῦν τὰ τζάμια τῶν σπιτιῶν, φτάνουν στὶς σπηλιὲς καὶ στὶς σκοτεινὲς φυλακές, καὶ δὲν ὑπάρχει γωνιὰ τοῦ πλανήτου μας ποὺ νὰ μὴ τὴν ἀγγίζουν οἱ ἀκτῖνες τοῦ ἡλίου.

Ὅ ἀέρας καὶ ὁ ἥλιος πανταχοῦ παρόντες μέσα στὸν ὑλικὸ κόσμο. Κι ἄν τὰ δημιουργήματα αὐτὰ τοῦ Θεοῦ ἔχουν τὴν ἰδιότητα νὰ βρίσκωνται παντοῦ, πόσο μᾶλλον ὁ Θεός, ὁ δημιουργὸς τοῦ παντός, μπορεῖ νὰ βρίσκεται παντοῦ, νὰ βλέπη καὶ νὰ παρακολουθῆ τὰ πάντα; Γιʼ αὐτὸ ὁ ψαλμωδὸς Δαυΐδ, ὑμνώντας τὸ Θεό, λέει σὲ ἕνα ψαλμό˙

«Θεέ μου, ποῦ νὰ φύγω καὶ νὰ κρυφτῶ ἀπὸ σένα; Ὅπου κι ἄν πάω, σὺ εἶσαι ἐκεῖ. Ἄν ἀνεβῶ στὸν ούρανό, ἐκεῖ εἶσαι. Ἀν κατεβῶ στὸν ἅδη, ἐκεῖ πάλι εἶσαι. Ἄν πάων στὰ βάθη τῆς θάλασσας, κʼ ἐκεῖ εἶσαι. Εἶσαι παντοῦ. Ποιός μπορεῖ νὰ φύγη ἀπʼ τὸ κράτος τῆς ἐξουσίας σου;» (Ψαλμ. 138, 7-10).

Ὁ Θεὸς εἶνε παντοῦ καὶ μᾶς βλέπει. Αὐτὸ καὶ μόνο νὰ σκέπτεται ὁ χριστιανός, εἶνε ἀρκετὸ γιὰ νʼ ἀποφεύγη τὴν ἁμαρτία, νὰ παρηγοριέται καὶ νὰ ἐνισχύεται στὶς δύσκολες στιγμὲς τῆς ζωῆς του, καὶ σʼ αὐτὴ τὴ φοβερὴ στιγμὴ τοῦ θανάτου. Ὅταν ὁ Ἰωσὴφ πιεζόταν ἀπὸ τὴ διεφθαρμένη γυναῖκα τοῦ κυρίου του, τοῦ Πετεφρῆ, νὰ διαπράξη τὴν αἰσχρὴ ἁμαρτία, αἰσθανόμενος τὴν πανταχοῦ παρουσία τοῦ Θεοῦ, εἶπε˙ «Ὁ Κύριος μὲ βλέπει˙ πῶς θὰ κάνω μπροστὰ στὰ μάτια του τὴν ἁμαρτία;» (Γεν. 39, 9).

Πόσο ὠφελεῖ τὸν ἄνθρωπο ἡ ἰδέα ὅτι, κι ἄν δὲν τὸν βλέπουν οἱ ἄνθρωποι, τὸν βλέπει ὁ Θεός! Ὅπως ἕνας ἄνθρωπος, ποὺ διασώζει ἴχνη ντροπῆς, δὲν τολμάει νὰ κάνη μιὰ αἰσχρὴ πρᾶξι μπροστὰ σʼ ἕναν ἄλλο ἄνθρωπο, ἔτσι ἕνας χριστιανὸς δὲν τολμάει νὰ διαπράξη τὴν ἁμαρτία ὅταν σκέπτεται ὅτι μπροστά του εἶνε ὁ Χριστός, ποὺ τὸν βλέπει, ὅπως ἔβλεπε τὸν Ναθαναὴλ κάτω ἀπʼ τὴ συκιά.

Γιὰ ἕναν ἅγιο τῆς Ἐκκλησίας μας λένε τὰ συναξάρια, πὼς τοῦ συνέβη ὁ ἐξῆς πειρασμός. Μιὰ διεφθαρμένη γυναίκα τὸν πλησίασε καὶ τὸν προέτρεπε νὰ κάνουν μαζὶ τὴν ἁμαρτία. Ὁ ἅγιος προσποιήθηκε ὅτι δέχεται νὰ κάνη τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ πρότεινε νὰ τὴν κάνουν τὸ μεσημέρι στὴν πλατεῖα τῆς πόλεως. Μόλις τὸ ἄκουσε ἡ γυναίκα, τρόμαξε καὶ εἶπε˙

- Δὲν ντρέπεσαι, καλόγερος ἐσύ, νὰ θέλης νὰ γίνη ἡ ἁμαρτία στὴν πλατεῖα, ὅπου θὰ μᾶς βλέπουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι;

Τότε ὁ ἅγιος ἀπάντησε˙

Ντρέπεσαι νὰ κάνης τὴν ἁμαρτία δημόσια; Ἀλλὰ πιὸ πολὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ντρέπεσαι νὰ κάνης τὴν ἁμαρτία, γιατὶ σὲ βλέπει ὁ Θεός. Σʼ ὁποιοδήποτε μέρος τῆς γῆς νὰ κάνουμε τὴν ἁμαρτία, μᾶς βλέπει ὁ Θεός...

Ἡ γυναίκα ἄκουσε τὰ λόγια τοῦ ἀσκητοῦ, συναισθάνθηκε, μετανόησε καὶ ἔπαψε τὴν ἁμαρτία
                                                                        .* * *

Ἀγαπητοί μας ἀναγνῶσται! Κάτω ἀπὸ τὴ συκιὰ εἶδε ὁ Χριστὸς τὸ Ναθαναήλ. Κʼ ἐμᾶς μᾶς βλέπει ὁ Χριστός. Ἄν ἡ ἰδέα τῆς πανταχοῦ παρουσίας καὶ παντογνωσίας τοῦ Χριστοῦ ριζώση μέσα στὶς καρδιές μας, τὸ κακὸ ποτὲ δὲν θὰ τὸ κάνουμε. Πάντοτε τὸ καλὸ θὰ σκεπτώμαστε καὶ θὰ κάνουμε.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστῖνου Ν. Καντιώτου (Μητροπολίτου πρώην Φλωρίνης) ''Σταγόνες ἀπὸ τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν'', σελ. 52-58 (ἕκδοσις Γ΄, ''Ἀδελφότης ΣΤΑΥΡΟΣ'', Ἀθῆναι 1990).


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου