Η ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ [:Κολ.2,8-12]
EΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
[Ὑπομνηματισμὸς τῶν ἐδαφίων Κολ. 2,6-15]
«Ὡς οὖν παρελάβετε τὸν Χριστὸν ᾿Ιησοῦν τὸν Κύριον, ἐν αὐτῷ περιπατεῖτε, ἐρριζωμένοι καὶ ἐποικοδομούμενοι ἐν αὐτῷ καὶ βεβαιούμενοι ἐν τῇ πίστει καθὼς ἐδιδάχθητε, περισσεύοντες ἐν αὐτῇ ἐν εὐχαριστίᾳ (:Ὅπως λοιπόν σᾶς τὸ δίδαξε ὁ Ἐπαφρὰς καὶ ἐσεῖς τὸ ἀποδεχθήκατε ὅτι ὁ ἀληθινὸς Χριστὸς εἶναι ὁ Ἰησοῦς ὁ Κύριος, ἔτσι ἀκριβῶς νὰ ἐξακολουθεῖτε νὰ ζεῖτε καὶ νὰ πορεύεστε. Νὰ ἐξακολουθεῖτε νὰ μένετε στερεὰ ριζωμένοι καὶ νὰ οἰκοδομεῖστε πάνω στὸν Χριστό, ἀποκτῶντας μεγαλύτερη βεβαιότητα γιὰ τὴν πίστη, ὅπως ἀκριβῶς τὴ διδαχθήκατε. Καὶ ἔτσι νὰ προοδεύετε περισσότερο στὴν πίστη καὶ νὰ εὐχαριστεῖτε τὸν Θεὸ ποὺ σᾶς χάρισε τὸν φωτισμὸ της)» [Κολ. 2,6-7].
Πάλι προλαβαίνει αὐτοὺς μὲ τὴ δική του μαρτυρία, λέγοντας: «Ὅπως λοιπὸν παραλάβατε». «Τίποτα τὸ ἄγνωστο», λέγει, «δὲν παρουσιάζουμε· οὔτε καὶ ἐσεῖς (:ποὺ τὸ ἀποδεχτήκατε)»· «ἐν αὐτῷ περιπατεῖτε (:μέσα στὴ δική Του διδασκαλία νὰ ἐξακολουθεῖτε νὰ ζεῖτε καὶ νὰ πορεύεστε)», διότι Αὐτὸς εἶναι ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὸν Πατέρα. Μὴν πιστεύετε στοὺς ἀγγέλους· δὲν ὁδηγεῖ ἐκεῖ αὐτὴ ἡ ὁδός.
«ἐρριζωμένοι (:Νὰ ἐξακολουθεῖτε νὰ μένετε στερεὰ ριζωμένοι)»· δηλαδὴ στερεωμένοι σταθερά. «Νὰ μὴν πολιτεύεστε ἄλλοτε ἔτσι καὶ ἄλλοτε διαφορετικά, ἀλλὰ στηριζόμενοι σταθερά, διότι αὐτὸ ποὺ εἶναι σταθερὰ στηριγμένο δὲν θὰ μετακινηθεῖ ποτέ». Βλέπεις ὅτι ἀναφέρει τίς λέξεις μὲ τὴν κύρια σημασία τους· «καὶ ἐποικοδομούμενοι ἐν αὐτῷ (:καὶ νὰ οἰκοδομεῖστε πάνω στὸν Χριστό)», δηλαδή, φθάνοντας μὲ τὸ λογικὸ σὲ Αὐτόν. «Καὶ βεβαιούμενοι ἐν τῇ πίστει (:Ἀποκτῶντας μεγαλύτερη βεβαιότητα γιὰ τὴν πίστη)»· δηλαδὴ «νὰ κατέχετε Αὐτόν, σὰν νὰ οἰκοδομεῖστε ἐπάνω σὲ θεμέλιο». Παρουσιάζει αὐτοὺς νὰ ἔχουν πέσει, διότι τὸ «ἐποικοδομούμενοι», αὐτὸ σημαίνει· διότι ἡ πίστη εἶναι πραγματικὰ οἰκοδομὴ καὶ χρειάζεται καὶ ἰσχυρὸ θεμέλιο καὶ σταθερὸ κτίσιμο, ἐφόσον καὶ ἂν δὲν κτίσει κανεὶς μὲ ἀσφάλεια, κλονίζεται, καὶ ἂν μὲ ἀσφάλεια καὶ ὄχι σὲ σταθερὸ θεμέλιο, δὲν στέκεται πλέον. «Καθὼς ἐδιδάχθητε (:Ὅπως ἀκριβῶς τὴ διδαχθήκατε)». Πάλι τὸ «καθώς», ποὺ σημαίνει ὅτι τίποτε τὸ νέο δὲν λέγει. «περισσεύοντες ἐν αὐτῇ (:καὶ ἔτσι νὰ προοδεύετε περισσότερο στὴν πίστη)», λέγει, «ἐν εὐχαριστίᾳ (:καὶ νὰ εὐχαριστεῖτε τὸν Θεὸ ποὺ σᾶς χάρισε τὸν φωτισμό της)». Αὐτὸ εἶναι πράγματι δεῖγμα εὐγνωμόνων ἀνθρώπων. «Δὲν λέγω ἁπλῶς νὰ εὐχαριστεῖτε, ἀλλὰ πάρα πολύ, περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι μάθατε, καὶ ἐὰν εἶναι δυνατό, μὲ μεγάλη φιλοτιμία».
«Βλέπετε μή τις ὑμᾶς ἔσται ὁ συλαγωγῶν (:Προσέχετε μήπως σᾶς ἐξαπατήσει κανείς)» [Κολ. 2,8]. Βλέπεις πῶς ἔδειξε ὅτι ὑπάρχει κλέπτης καὶ ξένος καὶ ἐπιτίθεται σιγά - σιγά; Ἤδη λοιπὸν παρουσίασε αὐτὸν νὰ ἔχει ἐπιτεθεῖ. «Προσέχετε». Καὶ σωστὰ εἶπε: «Νὰ μὴν σᾶς ἐξαπατήσει». Ὅπως ἀκριβῶς ὅταν κανεὶς σκάπτει ἀπὸ κάτω τὸ ἔδαφος δὲν ἀντιλαμβάνεται τίποτε καὶ ἐκεῖνο ὑποχωρεῖ, ἔτσι καὶ ἐσεῖς προσέχετε, διότι αὐτὸ εἶναι τὸ ἔργο ἐκείνου, τὸ νὰ μὴ γίνεται δηλαδὴ καθόλου ἀντιληπτός. Ὅπως δηλαδὴ ἐνῶ κάποιος χάνει κάτι καθημερινά, ἀκούει νὰ τοῦ λέγουν πρόσεχε μήπως ὑπάρχει κάποιος ποὺ σὲ κλέπτει.
Καὶ φανερώνει καὶ τὴν ὁδό· «ἀπὸ αὐτήν», λέγει, «τὴν ὁδό»· σὰν νὰ λέγαμε, ἀπὸ αὐτὸ ἐδῶ τὸ δωμάτιο· «διὰ τῆς φιλοσοφίας (:μὲ τὴν ψευδοφιλοσοφία)», λέγει. Ἔπειτα, ἐπειδὴ φαίνεται ὅτι εἶναι ἀξιόλογο τὸ μέσο τῆς φιλοσοφίας, πρόσθεσε: «καὶ κενῆς ἀπάτης (:καὶ τὴν ἀπάτη ποὺ εἶναι ἄδεια ἀπὸ ὠφέλιμο περιεχόμενο)»· διότι ὑπάρχει καὶ καλὴ ἀπάτη, μὲ τὴν ὁποία ἔχουν ἐξαπατηθεῖ πολλοὶ καὶ τὴν ὁποία οὔτε κἂν ἀπάτη πρέπει νὰ ὀνομάζουμε. Γιὰ τὴν ἀπάτη αὐτὴ ὁ Ἰερεμίας λέγει: «Ἠπάτησάς με, Κύριε, καὶ ἠπατήθην, ἐκράτησας καὶ ἠδυνάσθης· ἐγενόμην εἰς γέλωτα, πᾶσαν ἡμέραν διετέλεσα μυκτηριζόμενος (:Μὲ ἐξαπάτησες, Κύριε, διότι κατὰ τὴν κλήση μου στὸ προφητικὸ ἔργο δὲν μοῦ ἀνάφερες τίς δυσκολίες καὶ τοὺς κινδύνους ποὺ θὰ ἀντιμετώπιζα· ἐνῶ μάλιστα μοῦ ὑποσχέθηκες βοήθεια, δὲν μὲ βοήθησες. Μὲ ἐξαπάτησες, καὶ ἐγὼ ἐξαπατήθηκα ἀποδεχόμενος τὴν κλήση. Ἐπέμεινες στὴν ἄποψὴ Σου καί, ὡς παντοδύναμος ποὺ εἶσαι, ὑπερίσχυσε ἡ γνώμη Σου, χωρὶς ἐγὼ νὰ μπορῶ νὰ ἀντισταθῶ. Ἰδού, ὅμως, ὅτι ἔγινα ἀντικείμενο γέλωτος, ὅλη τὴν ἡμέρα δέχομαι εἰρωνεῖες καὶ χλευασμούς)» [Ἰερ. 20,7]. Ἐγὼ ὅμως δὲν πείθομαι, διότι αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ τὸ ὀνομάζουμε οὔτε κἂν ἀπάτη, ἀφοῦ καὶ τὸν πατέρα του ἐξαπάτησε ὁ Ἰακώβ, ὅμως αὐτὸ δὲν ἦταν ἀπάτη, ἀλλὰ οἰκονομία.
«Διὰ τῆς φιλοσοφίας (:μὲ τὴν ψευδοφιλοσοφία)», λέγει, «καὶ κενῆς ἀπάτης κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, κατὰ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου καὶ οὐ κατὰ Χριστόν (:καὶ τὴν ἀπάτη ποὺ εἶναι ἄδεια ἀπὸ ὠφέλιμο περιεχόμενο καὶ στηρίζεται ὄχι σὲ θεία ἀποκάλυψη, ἀλλὰ στὴν παράδοση τῶν ἀνθρώπων, σύμφωνα μὲ τὴ στοιχειώδη καὶ παιδαριώδη θρησκευτικὴ διδασκαλία τοῦ πλανεμένου κόσμου καὶ ὄχι σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ)» [Κολ. 2,8]. Ἐλέγχει πρῶτα ἀπὸ ὅλα τὴ διάκριση τῶν ἡμερῶν, λέγοντας «στοιχεῖα τοῦ κόσμου» τὸν ἥλιο καὶ τὴ σελήνη, ὅπως καὶ στὴν πρός τοὺς Γαλάτες ἐπιστολή του ἔλεγε: «Νῦν δὲ γνόντες Θεόν, μᾶλλον δὲ γνωσθέντες ὑπὸ Θεοῦ, πῶς ἐπιστρέφετε πάλιν ἐπὶ τὰ ἀσθενῆ καὶ πτωχὰ στοιχεῖα, οἷς πάλιν ἄνωθεν δουλεύειν θέλετε; ἡμέρας παρατηρεῖσθε καὶ μῆνας καὶ καιροὺς καὶ ἐνιαυτούς; (:Τώρα ὅμως ποὺ γνωρίσατε τὸν ἀληθινὸ Θεό, ἤ, γιὰ νὰ πῶ καλύτερα, τώρα ποὺ σᾶς γνώρισε ὁ Θεὸς ὡς παιδιά Του, πῶς ἐπιστρέφετε πάλι στὴ στοιχειώδη καὶ ἀτελῆ θρησκευτικὴ διδασκαλία, ποὺ εἶναι φτωχή, ἀδύνατη καὶ ἀνίκανη νὰ σᾶς σώσει; Καὶ θέλετε νὰ ὑποδουλωθεῖτε σὲ αὐτὴν πάλι τώρα ἀπὸ τὴν ἀρχή, ὅπως παλιότερα; Ἔτσι καταντήσατε νὰ τηρεῖτε ἐκεῖνες τίς μέρες τῆς ἑβδομάδας ποὺ τηροῦν καὶ οἱ Ἑβραῖοι, καὶ τίς ἑορτὲς κάθε μῆνα καὶ τίς ἑορταστικὲς περιόδους καὶ τίς ἑορτὲς τῶν ἑορτῶν)» [Γαλ. 4,9]. Καὶ δὲν εἶπε «διακρίσεις ἡμερῶν», ἀλλὰ «ὁλοκλήρου τοῦ παρόντος κόσμου» («στοιχεῖα τοῦ κόσμου»), γιὰ νὰ δείξει τὴ μηδαμινή του ἀξία. Ἐὰν λοιπὸν ὁ παρὼν κόσμος δὲν ἀξίζει τίποτε, πολὺ περισσότερο καὶ τὰ στοιχεῖα του.
Ἀφοῦ ἔδειξε πρῶτα τὰ ὅσα ἔχουν εὐεργετηθεῖ, τὰ ὅσα ἔχουν ἀπολαύσει, τότε προσθέτει τὴν κατηγορία, γιὰ νὰ τὴν παρουσιάσει πιὸ μεγάλη καὶ νὰ κερδίσει αὐτοὺς ποὺ τὸν ἀκοῦν. Τὸ ἴδιο κάνουν καὶ οἱ προφῆτες πάντοτε· παρουσιάζουν προηγουμένως τίς εὐεργεσίες καὶ ὕστερα μεγαλώνουν τὴν κατηγορία, ὅπως ἀκριβῶς ὁ Ἠσαΐας λέγει: «Υἱοὺς ἐγέννησα καὶ ὕψωσα, αὐτοὶ δὲ μὲ ἠθέτησαν (:Υἱοὺς γέννησα καὶ τοὺς ἀνέδειξα ἀνυψώνοντάς τους· αὐτοὶ ὅμως μὲ ἀρνήθηκαν)» [Ἠσ. 1,2]. Καὶ πάλι: «Λαός μου, τί ἐποίησά σοι ἢ τί ἐλύπησά σε ἢ τί παρηνώχλησά σοι; (:Λαέ μου, τί κακό σου ἔκανα, ἢ σὲ τί σὲ λύπησα ἢ σὲ τί σὲ ἐνόχλησα, ὥστε νὰ φέρεσαι τόσο ἐχθρικὰ ἀπέναντι σὲ Ἐμένα;)» [Μιχ. 6,3]· καὶ ὁ Δαβίδ, ὅπως ὅταν λέγει: «Ἐν θλίψει ἐπεκαλέσω με, καὶ ἐρρυσάμην σε· ἐπήκουσά σου ἐν ἀποκρύφῳ καταιγίδος, ἐδοκίμασά σε ἐπὶ ὕδατος ἀντιλογίας (:Μὲ ἐπικαλέστηκες ὅταν βρισκόσουνα σὲ θλίψη καὶ καταπίεση καὶ σὲ ἐλευθέρωσα, καὶ ἐπάνω στὸ ὄρος Χωρήβ, κρυμμένος στὸν γνόφο καὶ τίς βροντὲς μιᾶς σφοδρῆς θύελλας, σὲ ἐπάκουσα. Σὲ δοκίμασα καὶ φάνηκες ποιός εἶσαι στὴν ἔρημο Ραφιδείν, στὸ "ὕδωρ τῆς ἀντιλογίας", ὅταν σὲ ἄφησα νὰ διψάσεις λίγο καὶ ἄρχισες ἀμέσως νὰ γογγύζεις καὶ νὰ ἀντιλέγεις ἐνάντια σὲ Ἐμένα)» [Ψαλμ. 80,8]· καὶ πάλι: «Ἐγὼ γὰρ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς σου ὁ ἀναγαγὼν σε ἐκ γῆς Αἰγύπτου· πλάτυνον τὸ στόμα σου, καὶ πληρώσω αὐτό (:Διότι Ἐγὼ εἶμαι Κύριος ὁ Θεός σου, ὁ Ὁποῖος σὲ ἀνέβασα στὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας ἀπὸ τὴ χώρα τῆς Αἰγύπτου. Ἄνοιξε πλατὺ τὸ στόμα σου καὶ θὰ τὸ γεμίσω. Ὁποιαδήποτε σωματική σου ἀνάγκη καὶ ὁποιοδήποτε πνευματικό σου πόθο, θά σοῦ τὰ ἱκανοποιήσω πλήρως)» [Ψαλμ. 80,11]. Καὶ παντοῦ θὰ βρεῖς νὰ συμβαίνει ἔτσι.
«Καὶ βέβαια ὁπωσδήποτε δὲν ἔπρεπε νὰ πείθεστε καὶ ἂν ἀκόμη σᾶς ἔλεγαν κάτι, τώρα ὅμως πρέπει, ἀφοῦ δὲν δεχτήκατε εὐεργεσίες, νὰ ἀποφεύγετε ἐκεῖνα». «Καὶ οὐ κατὰ Χριστόν (:Καὶ ὄχι σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ)», λέγει [Κολ. 2,8]. «Καὶ ὁπωσδήποτε βέβαια, καὶ ἂν ἀκόμη ἔτσι εἶχε τὸ πρᾶγμα, ὥστε νὰ μπορεῖτε νὰ εἶστε ἐξ ἡμισείας δοῦλοι καὶ σὲ αὐτὸν καὶ σὲ ἐκεῖνον, οὔτε ἔτσι ἔπρεπε· τώρα ὅμως δὲν σᾶς ἀφήνει νὰ πολιτεύεστε σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ». Ἐκεῖ ὁδηγοῦν αὐτά. Ἀφοῦ προηγουμένως κλόνισε τίς ἑλληνικὲς ἀντιλήψεις, στὴ συνέχεια ἀνατρέπει τίς ἰουδαϊκές· διότι πραγματικὰ Ἕλληνες καὶ Ἰουδαῖοι διακήρυτταν πάρα πολλά, οἱ πρῶτοι ὁρμώμενοι ἀπὸ τὴ φιλοσοφία καὶ οἱ ἄλλοι ἀπὸ τὸν μωσαϊκὸ νόμο.
Πρῶτα λοιπὸν ἐπιτίθεται σὲ αὐτούς, ὅπου εἶναι πιὸ μεγάλη ἡ κατηγορία. Πῶς ὄχι σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ; «Ὅτι ἐν αὐτῷ κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς, καὶ ἐστὲ ἐν αὐτῷ πεπληρωμένοι, ὅς ἐστιν ἡ κεφαλὴ πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας (:Μείνετε σταθεροὶ στὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ· διότι μέσα στὸν Χριστὸ κατοικεῖ ὁλόκληρη ἡ θεότητα σωματικῶς, δηλαδὴ μέσα στὸ σῶμα καὶ τὴν ἀνθρώπινη φύση ποὺ προσέλαβε μὲ τὴ σάρκωσή Του. Καὶ ἐσεῖς ἑνωμένοι μὲ Αὐτὸν εἶστε πλημμυρισμένοι ἀπό τίς χάριτές Του. Αὐτὸς εἶναι ἡ κεφαλὴ καὶ ἡ αἰτία κάθε ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων)» [Κολ. 2,9-10]. Πρόσεξε πῶς στὴν κατηγορία αὐτῶν καταρρίπτει ἐκεῖνο, θέτοντας πρῶτα τὴ λύση καὶ ὕστερα τὴν ἀντίθεση. Πραγματικὰ δὲν ὑποπτεύεται κανεὶς αὐτὴ τὴ λύση, καὶ περισσότερο τὴ δέχεται ὁ ἀκροατής, ἐπειδὴ δὲν ἐπιδιώκει τοῦτο ἐκεῖνος ποὺ τὰ λέγει αὐτά· διότι ἐκεῖ φιλονικεῖ νὰ μὴν ἡττηθεῖ, ἐδῶ ὅμως ὄχι. «Διότι μέσα σὲ Αὐτόν», λέγει, «κατοικεῖ». Δηλαδή, διότι μέσα σὲ Αὐτὸν βρίσκεται ὁ Θεός.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ νομίσεις ὅτι Αὐτὸς ἔχει περιοριστεῖ μέσα σὲ σῶμα, λέγει: «Κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς, καὶ ἐστὲ ἐν αὐτῷ πεπληρωμένοι (:Μὴ λησμονεῖτε ποτὲ ὅτι στὸν Χριστό, μέσα στὸ Σῶμα Του, μέσα στὴν ἀνθρώπινή Του φύση, τὴν ὁποία διὰ τῆς σαρκώσεως προσέλαβε, κατοικεῖ ὁλόκληρη ἡ θεότητα. Ἄλλωστε καὶ ἐσεῖς εἶστε δι᾿ Αὐτοῦ γεμᾶτοι μὲ πλῆθος ἀπὸ ἀνεκτίμητα χαρίσματα)». Ἄλλοι ἰσχυρίζονται ὅτι τὴν ἐκκλησία ἐννοεῖ ὅτι εἶναι πλήρης ἀπὸ τὴ θεότητα Αὐτοῦ, καθὼς λέγει ἀλλοῦ: «Ἣτις ἐστὶ τὸ σῶμα αὐτοῦ, τὸ πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου (:Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ σῶμα Του, τὸ συμπλήρωμα τοῦ Χριστοῦ ὡς ἀνθρώπου˙ συμπλήρωμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος ὡς Θεὸς γεμίζει τὰ πάντα ἱκανοποιῶντας ὅλες τίς ἀνάγκες τους, καὶ παρέχει σὲ κάθε δημιούργημά Του ὅ,τι τοῦ χρειάζεται)» [Ἐφ. 1,23]· τὸ δὲ «σωματικῶς» ἐδῶ σημαίνει ὅπως στὴν κεφαλὴ τὸ σῶμα.
Πῶς λοιπὸν δὲν πρόσθεσε «ἡ ὁποία εἶναι ἡ Ἐκκλησία;». Μερικοὶ λέγουν ὅτι γιὰ τὸν Πατέρα τὸ λέγει, ὅτι δηλαδὴ τὸ πλήρωμα τῆς Θεότητος κατοικεῖ μέσα σὲ Αὐτόν. Πρῶτα, γιατί τὸ κατοικεῖν δὲν λέγεται κυριολεκτικὰ γιὰ τὸν Θεό, καὶ δεύτερον, γιατί τὸ πλήρωμα δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ δέχεται· «Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς, ἡ οἰκουμένη καὶ πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐν αὐτῇ (:Τοῦ Κυρίου κτῆμα εἶναι ἡ γῆ καὶ τὸ καθετὶ ποὺ τὴ γεμίζει, δικὰ Του εἶναι ἡ οἰκουμένη καὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ κατοικοῦν σὲ αὐτήν)» [Ψαλμ. 23,1]· καὶ πάλι ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγει: «Οὐ γὰρ θέλω ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, τὸ μυστήριον τοῦτο, ἵνα μὴ ἦτε παρ᾿ ἑαυτοῖς φρόνιμοι, ὅτι πώρωσις ἀπὸ μέρους τῷ Ἰσραὴλ γέγονεν ἄχρις οὗ τὸ πλήρωμα τῶν ἐθνῶν εἰσέλθῃ (:Διότι δὲν θέλω νὰ ἀγνοεῖτε, ἀδελφοί, τὸ μυστήριο αὐτό, τὴν ἀλήθεια δηλαδὴ ποὺ μέχρι τώρα ἦταν κρυμμένη καὶ μᾶς φανερώθηκε ἀπὸ τὸν Θεό. Εἶναι ὠφέλιμο νὰ μάθετε τὸ μυστήριο αὐτό, γιὰ νὰ μὴ θεωρεῖτε οἱ ἴδιοι τοὺς ἑαυτούς σας φρόνιμους καὶ περιφρονεῖτε ἀγέρωχα τοὺς Ἰσραηλῖτες. Καὶ ἡ ἀλήθεια αὐτὴ εἶναι ὅτι ἔχει γίνει σκλήρυνση σὲ μέρος τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, ἕως ὅτου εἰσέλθει στὴ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ ὁ πλήρης ἀριθμὸς τῶν ἐθνικῶν ποὺ ἔχει ὁρίσει ὁ Θεός)» [Ρωμ. 11,25]. Τὸ σύνολο λοιπὸν λέγεται «πλήρωμα».
Ἔπειτα τὸ «σωματικῶς» τί ἤθελε νὰ δηλώσει; Ὅπως στὴν κεφαλὴ τὸ σῶμα. Γιατί ὅμως ἐπαναλαμβάνει τὸ ἴδιο: «Καὶ εἶστε μὲ τὴν ἕνωσή σας μὲ Αὐτὸν πλήρεις»; Τί λοιπὸν σημαίνει; Ὅτι «δὲν ἔχετε τίποτε λιγότερο ἀπὸ Αὐτόν. Ὅπως κατοίκησε σὲ Ἐκεῖνον, ἔτσι καί σὲ σᾶς». Βιάζεται λοιπὸν πάντοτε ὁ Παῦλος νὰ μᾶς ὁδηγήσει πλησίον τοῦ Χριστοῦ, καθὼς ὅταν λέγει: «Καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθισεν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ (:Καὶ μᾶς ἀνέστησε μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μᾶς ἔβαλε νὰ καθίσουμε μαζί Του στὰ ἐπουράνια. Καὶ ἡ ἀνάσταση καὶ ἀνύψωσή μας αὐτὴ ἔγινε μὲ τὴν ἕνωσή μας μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό)» [Ἐφ. 2,6] καί: «Εἰ ὑπομένομεν, καὶ συμβασιλεύσομεν (:Ἐὰν δείχνουμε ὑπομονή, τότε καὶ θὰ βασιλεύουμε μαζὶ Του)» [:Β΄ Τιμ. 2,12] καί: «Ὅς γὲ τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο, ἀλλ᾿ ὑπὲρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτόν, πῶς οὐχὶ καὶ σὺν αὐτῷ τὰ πάντα ἡμῖν χαρίσεται; (:Αὐτὸς ὁ Ὁποῖος δὲν λυπήθηκε τὸν ἴδιο τὸν μονογενῆ Υἱό Του, ἀλλὰ γιὰ χάρη ὅλων μας Τὸν παρέδωσε σὲ θάνατο, πῶς δὲν θὰ μᾶς χαρίσει μαζὶ μὲ Αὐτὸν καὶ ὅλες τις χάριτες ποὺ εἶναι ἀπαραίτητες γιὰ τὴ σωτηρία μας; Ἀφοῦ μᾶς χάρισε τὸν Υἱό Του, δὲν θὰ μᾶς χαρίσει καὶ ὅλα τὰ ἄλλα ποὺ χρειαζόμαστε γιὰ νὰ σωθοῦμε;)» [:Ρωμ. 8,32] καὶ μᾶς ἀποκαλεῖ «συγκληρονόμους τοῦ Χριστοῦ» [βλ. Ρωμ. 8,17: «Εἰ δὲ τέκνα, καὶ κληρονόμοι, κληρονόμοι μὲν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δὲ Χριστοῦ, εἴπερ συμπάσχομεν ἵνα καὶ συνδοξασθῶμεν (:Ἀφοῦ λοιπὸν εἴμαστε παιδιά, εἶναι φυσικὸ νὰ εἴμαστε καὶ κληρονόμοι· κληρονόμοι τοῦ Θεοῦ ὡς πατέρα μας, καὶ συγκληρονόμοι τοῦ Χριστοῦ ὡς ἀδελφοῦ μας. Καὶ γινόμαστε συγκληρονόμοι τοῦ Χριστοῦ, ἂν βεβαίως πάσχουμε μαζὶ μὲ Αὐτόν, ἔτσι ὥστε καὶ νὰ δοξαστοῦμε μαζί Του)»].
Στὴ συνέχεια ὁμιλεῖ περὶ τοῦ ἀξιώματός Του: «Ὃς ἐστιν ἡ κεφαλὴ πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας (:Αὐτὸς εἶναι ἡ κεφαλὴ καὶ ἡ αἰτία κάθε ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων)» [Κολ. 2,10]. Αὐτὸς ποὺ εἶναι ἀνώτερος ὅλων, ἡ αἰτία τῶν πάντων, δὲν εἶναι ὁμοούσιος; Ἔπειτα μὲ θαυμαστὸ τρόπο πρόσθεσε τίς εὐεργεσίες καὶ μάλιστα πολὺ πιὸ θαυμαστὰ ἀπό τὴν πρὸς Ρωμαίους. Διότι ἐκεῖ λέγει: «Ἀλλ᾿ ὁ ἐν τῷ κρυπτῷ Ἰουδαῖος, καὶ περιτομὴ καρδίας ἐν πνεύματι, οὐ γράμματι, οὗ ὁ ἔπαινος οὐκ ἐξ ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ ἐκ τοῦ Θεοῦ (:Ἀλλὰ πραγματικὸς Ἰουδαῖος εἶναι ὁ ἀφοσιωμένος στὸν Θεὸ μὲ τὸ ἐσωτερικό του, ποὺ εἶναι ἀπόκρυφο καὶ μόνο στὸν Θεὸ φανερό. Καὶ ἀληθινὴ περιτομὴ εἶναι ἡ περιτομὴ τῆς καρδιᾶς, ποὺ γίνεται μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ὄχι μὲ τὸ γράμμα τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, τὸ ὁποῖο δὲν ἔχει τὴ δύναμη νὰ μεταβάλει τὴν καρδιά. Καὶ ὁ ἔπαινος τοῦ γνησίου αὐτοῦ Ἰουδαίου δὲν προέρχεται ἀπὸ ἀνθρώπους, ποὺ ὑπόκεινται σὲ πλάνη, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Θεό)» [Ρωμ. 2,29], ἐδῶ ὅμως «μὲ τὴν ἕνωσή σας μὲ τὸν Χριστό».
«ἐν ᾧ καὶ περιετμήθητε περιτομῇ ἀχειροποιήτῳ ἐν τῇ ἀπεκδύσει τοῦ σώματος τῶν ἁμαρτιῶν τῆς σαρκός, ἐν τῇ περιτομῇ τοῦ Χριστοῦ (:Ἔχοντας κοινωνία μαζὶ Του περιτμηθήκατε μὲ πνευματικὴ περιτομή, ποὺ δὲν γίνεται ἀπὸ χέρι ἀνθρώπινο, ὅπως ἡ ἰουδαϊκὴ περιτομή, ἀλλὰ ἐνεργεῖται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ ἡ περιτομὴ αὐτὴ συνίσταται στὸ γδύσιμο καὶ τὴν ἀποβολὴ τοῦ σώματος ποὺ ἦταν ὑποδουλωμένο στὶς ἁμαρτίες τῆς σάρκας. Καὶ τὸ γδύσιμο αὐτὸ δὲν ἔγινε μὲ τὴν κατακοπὴ τοῦ σώματος, ἀλλὰ εἶναι ἡ περιτομὴ ποὺ λάβατε ἀπὸ τὸν Χριστό)», λέγει [Κολ. 2,11]. Πρόσεξε πῶς πλησιάζει τὸ θέμα. «Ἀπεκδύσει (:Στὸ γδύσιμο καὶ τὴν ἀποβολή)», λέγει· δὲν εἶπε: «στὴν ἀφαίρεση»· «τοῦ σώματος τῶν ἁμαρτιῶν τῆς σαρκός (:τοῦ σώματος ποὺ ἦταν ὑποδουλωμένο στὶς ἁμαρτίες τῆς σάρκας)»· τὴν παλαιά, ἐννοεῖ, ζωή. Συνεχῶς περιστρέφεται στὰ ἴδια καὶ μὲ διαφορετικὸ τρόπο, ὅπως ἔλεγε πιὸ πρὶν στὴν ἐπιστολὴ του, «ὃς ἐῤῥύσατο ἡμᾶς ἐκ τῆς ἐξουσίας τοῦ σκότους (:Νὰ εὐχαριστεῖτε τὸν Θεὸ ποὺ μᾶς γλύτωσε ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ σκότους καὶ μᾶς μετέφερε στὴ βασιλεία τοῦ ἀγαπημένου του Υἱοῦ)» [Κολ. 1,13] καὶ «Νυνὶ δὲ ἀποκατήλλαξεν ἐν τῷ σώματι τῆς σαρκὸς αὐτοῦ διὰ τοῦ θανάτου, παραστῆσαι ὑμᾶς ἁγίους καὶ ἀμώμους καὶ ἀνεγκλήτους κατενώπιον αὐτοῦ (:Τώρα ὅμως σᾶς συμφιλίωσε μὲ τὸν Θεὸ προσφέροντας τὸ σῶμα Του, ποὺ ἦταν δική Του ἀνθρώπινη σάρκα. Μὲ τὸν θάνατό Του σᾶς συμφιλίωσε μὲ τὸν Θεό, γιὰ νὰ σᾶς παραστήσει ἐνώπιόν Του ἁγίους καὶ ἀμέμπτους καὶ ἀπαλλαγμένους ἀπὸ κάθε κατηγορία)» [ Κολ. 1,22]. «Δὲν γίνεται πλέον», λέγει, «ἡ περιτομὴ μὲ μαχαίρι, ἀλλὰ μὲ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό»· διότι δὲν προκαλεῖ, ὅπως ἐκεῖ, τὴν περιτομὴ χέρι ἀνθρώπου, ἀλλὰ τὸ ἅγιο Πνεῦμα· δὲν περιτέμνει ἕνα μέρος, ἀλλὰ ὅλον τὸν ἄνθρωπο. Καὶ αὐτὸ εἶναι σῶμα καὶ ἐκεῖνο σῶμα, ἀλλὰ τὸ ἕνα περιτέμνεται σαρκικὰ καὶ τὸ ἄλλο πνευματικά.
Ὄχι ὅμως νὰ κάνετε ὅπως οἱ Ἰουδαῖοι, διότι δὲν ἀποκόψατε σάρκα, ἀλλὰ τὰ ἁμαρτήματα. Πότε καὶ ποῦ; Στὸ βάπτισμα. Καὶ αὐτὸ τὸ ὁποῖο ὀνομάζει περιτομή, πάλι ὀνομάζει τάφο. Πρόσεξε πάλι πῶς περνᾷ στὰ δικαιώματα. «Τῶν ἁμαρτιῶν τῆς σαρκός (:Τοῦ σώματος ποὺ ἦταν ὑποδουλωμένο στὶς ἁμαρτίες τῆς σάρκας)», δηλαδὴ ἐκεῖνα ποὺ ἔπραξαν μὲ τὴ σάρκα τους. Μεγαλύτερο τῆς περιτομῆς, λέγει, διότι δὲν ἀπομάκρυναν τὸ περιτμηθὲν μέρος τοῦ σώματος, ἀλλὰ τὸ ἐξαφάνισαν, τὸ κατέστρεψαν.
«Συνταφέντες αὐτῷ ἐν τῷ βαπτίσματι, ἐν ᾧ καὶ συνηγέρθητε διὰ τῆς πίστεως τῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ τοῦ ἐγείραντος αὐτὸν ἐκ τῶν νεκρῶν (:Ὅταν θαφτήκατε μαζί Του στὸ βάπτισμα. Καὶ δὲν θαφτήκατε μόνο, ἀλλὰ καὶ ἀναστηθήκατε μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ μυστηριακῶς μὲ τὸ βάπτισμα. Κι ὅλα αὐτὰ ἔγιναν ἐπειδὴ πιστέψατε στὴν ἐνέργεια καὶ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ Πατρός, ὁ Ὁποῖος Τὸν ἀνέστησε ἀπὸ τοὺς νεκρούς. Πιστέψατε δηλαδὴ ὅτι ὁ Θεὸς μὲ τὴν ἴδια δύναμη καὶ ἐνέργεια θὰ ἀναστήσει κι ἐσᾶς ἀπὸ τοὺς νεκρούς)» [Κολ. 2,12], λέγει. Καλῶς εἶπε, «διὰ τῆς πίστεως», διότι διὰ τῆς πίστεως γίνονται τὰ πάντα. Πιστέψατε ὅτι μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ σᾶς ἀναστήσει, καὶ ἔτσι ἔχετε ἀναστηθεῖ. Ἔπειτα καὶ ἡ ἀπόδειξη: «τοῦ ἐγείραντος αὐτὸν ἐκ τῶν νεκρῶν (:ὁ Ὁποῖος ἀνέστησε αὐτὸν ἐκ νεκρῶν)», λέγει. Ἤδη παρουσιάζει τὴν ἀνάσταση.
«Καὶ ὑμᾶς, νεκροὺς ὄντας ἐν τοῖς παραπτώμασι καὶ τῇ ἀκροβυστίᾳ τῆς σαρκὸς ὑμῶν, συνεζωοποίησεν ὑμᾶς σὺν αὐτῷ (:Πράγματι λοιπὸν ὁ Θεὸς Πατὴρ μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ ζωοποίησε καὶ ἐσᾶς ποὺ ἤσασταν νεκροὶ ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτημάτων καὶ τῆς ἀποξένωσής σας ἀπὸ τὸν Θεό, ἡ ὁποία φαινόταν μὲ τὴν ἔλλειψη σωματικῆς περιτομῆς)» [Κολ. 2,13]· «διότι ἤσασταν κάτω ἀπὸ τὴ φύση τοῦ θανάτου. Καὶ ἐνῶ βέβαια πεθάνατε, ὁ θάνατος ὅμως εἶναι χρήσιμος».
Πρόσεξε πῶς παρουσιάζει πάλι ἐκεῖνα γιὰ τὰ ὁποῖα ἦσαν ἄξιοι, μὲ αὐτὰ ποὺ πρόσθεσε: «χαρισάμενος ἡμῖν πάντα τὰ παραπτώματα, ἐξαλείψας τὸ καθ᾿ ἡμῶν χειρόγραφον τοῖς δόγμασιν ὃ ἦν ὑπεναντίον ἡμῖν, καὶ αὐτὸ ἦρεν ἐκ τοῦ μέσου προσηλώσας αὐτὸ τῷ σταυρῷ· ἀπεκδυσάμενος τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ἐξουσίας ἐδειγμάτισεν ἐν παρρησίᾳ, θριαμβεύσας αὐτοὺς ἐν αὐτῷ (:καὶ ἔτσι συγχώρησε ὅλα τὰ παραπτώματα, καὶ τὰ δικά σας, τῶν ἐθνικῶν, καὶ τὰ δικά μας, τῶν Ἰουδαίων. Καὶ ἔσβησε ὁλοκληρωτικὰ τὸ χρεωστικὸ γραμμάτιο ποὺ ἦταν εἰς βάρος μας καὶ εἶχε γίνει ἀπὸ τίς διατάξεις τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, τίς ὁποῖες ἦταν ἀδύνατο νὰ τηρήσουμε καὶ γι᾿ αὐτὸ εἴχαμε γίνει ἔνοχοι καὶ χρεωφειλέτες ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὸ γραμμάτιο αὐτό, ποὺ ἦταν ἐναντίον μας, ὁ Κύριος τὸ ἔβγαλε ἀπ᾿ τὴ μέση καὶ τὸ κάρφωσε στὸν σταυρό, ὅπου μὲ τὸ αἷμα Του τὸ ἔσβησε. Ἐκεῖ στὸν σταυρὸ ἔγδυσε τίς πονηρὲς ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες καὶ τίς διαπόμπευσε, τίς καταντρόπιασε φανερὰ μπροστὰ σὲ ὅλον τὸν πνευματικὸ κόσμο καὶ ἔσυρε τοὺς δαίμονες νικημένους μὲ θριαμβευτικὴ πομπή. Καὶ τὸ πραγματοποίησε αὐτὸ μὲ τὸν σταυρό Του, ὁ ὁποῖος ἔγινε γιὰ τὸν Χριστὸ θριαμβευτικὸ ἅρμα νικητῆ)» [Κολ. 2,13-15].
«Ἀφοῦ μᾶς συγχώρησε», λέγει, «ὅλα τὰ παραπτώματα», τὰ ὁποῖα προκαλοῦσαν τὸν θάνατο. Καὶ τί σημαίνει αὐτό; Ἄρα τὰ ἄφησε νὰ παραμείνουν; Ὄχι, ἀλλὰ καὶ τὰ ἔσβησε ὁλότελα, δὲν τὰ κάλυψε μόνο γιὰ νὰ μὴ φαίνονται. «τοῖς δόγμασιν (:μὲ τὰ δόγματα)», λέγει. Μὲ ποιά δόγματα; Μὲ τὴν πίστη· ἀρκεῖ μόνο νὰ πιστέψουμε. Δὲν παρέθεσε ἔργα στὰ ἔργα, ἀλλὰ στὴν πίστη ἔργα. Καὶ τί γίνεται ὕστερα ἀπὸ αὐτά; Εἶναι πιὸ ἰσχυρὸ τὸ «ἐξαλείψας (:ἔσβησε ἐντελῶς)», ἀπὸ τὸ «συγχώρησε». Πάλι λέγει: «Αὐτὸ ἦρεν ἐκ τοῦ μέσου (:καὶ τὸ γραμμάτιο αὐτό, ποὺ ἦταν ἐναντίον μας, ὁ Κύριος τὸ ἔβγαλε ἀπ᾿ τὴ μέση καὶ αὐτὸ ἔχει σηκώσει ἀπὸ ἀνάμεσά μας)». Καὶ οὔτε ἔτσι τὸ φύλαξε, ἀλλὰ καὶ ἔσχισε αὐτό, «καὶ τὸ κάρφωσε στὸν σταυρό, ὅπου μὲ τὸ αἷμα Του τὸ ἔσβησε».
«Ἀπεκδυσάμενος τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ἐξουσίας ἐδειγμάτισεν ἐν παρρησίᾳ, θριαμβεύσας αὐτοὺς ἐν αὐτῷ (:Ἐκεῖ στὸν σταυρὸ ἔγδυσε τίς πονηρὲς ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες καὶ τίς διαπόμπευσε, τίς καταντρόπιασε φανερὰ μπροστὰ σὲ ὅλον τὸν πνευματικὸ κόσμο καὶ ἔσυρε τοὺς δαίμονες νικημένους μὲ θριαμβευτικὴ πομπή. Καὶ τὸ πραγματοποίησε αὐτὸ μὲ τὸν σταυρό Του, ὁ ὁποῖος ἔγινε γιὰ τὸν Χριστὸ θριαμβευτικὸ ἅρμα νικητῆ)» [Κολ. 2,15]. Πουθενὰ δὲν μίλησε τόσο μεγαλόφωνα. Βλέπεις πόσο φρόντισε γιὰ νὰ καταστραφεῖ τὸ χρεωστικό μας γραμμάτιο; Γιὰ παράδειγμα, ὅλοι εἴμαστε ὑπὸ τὴν ἐξουσία τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς κολάσεως· Αὐτός, ἀφοῦ τιμωρήθηκε, διάλυσε καὶ τὴν τιμωρία καὶ τὴν κόλαση· καὶ τιμωρήθηκε ἐπάνω στὸν σταυρό. Ἐκεῖ λοιπὸν αὐτὸ τὸ κάρφωσε καὶ στὴ συνέχεια, ἐπειδὴ εἶχε ἐξουσία, τὸ ἔσχισε.
Ποιό χρεωστικὸ γραμμάτιο; Ἢ αὐτὸ ἐννοεῖ, τὸ ὁποῖο ἔλεγαν πρὸς τὸν Μωυσῆ, ὅτι «πάντα, ὅσα εἶπεν ὁ Θέός, ποιήσομεν καὶ ἀκουσόμεθα (:ὅλα ὅσα εἶπε ὁ Θεὸς θὰ τὰ κάνουμε καὶ θὰ ὑπακούουμε)» [Ἔξ. 19,8], ἢ ἐὰν δὲν εἶναι αὐτό, ὅτι ὀφείλουμε νὰ ὑπακούουμε στὸν Θεό. Καὶ ἐὰν δὲν εἶναι αὐτό, τὸ ὅτι κατεῖχε ὁ διάβολος αὐτὸ τὸ χρεωστικὸ γραμμάτιο, τὸ ὁποῖο ἔκαμε μὲ τὸν Ἀδὰμ ὁ Θεός, λέγοντας: «Ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ· ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε (:Ἀπὸ τὸ δέντρο ὅμως, τοῦ ὁποίου οἱ καρποὶ θὰ σοῦ γνωρίσουν πειραματικὰ τὸ ἠθικὸ κακό, τόσο ἐσύ, ὅσο καὶ ἡ γυναῖκα σου -ποὺ θὰ δημιουργηθεῖ ἐντὸς ὀλίγου-, δὲν θὰ φᾶτε· τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ παραβεῖτε τὴν ἐντολὴ καὶ θὰ φᾶτε ἀπὸ τὸν ἀπαγορευμένο καρπό, θὰ ἀποθάνετε ἐξάπαντος μὲ θάνατο πνευματικό· θὰ χωριστεῖτε δηλαδὴ ἀπὸ Ἐμένα τὸν Θεό. Ὡς ἀποτέλεσμα τοῦ θανάτου αὐτοῦ, θὰ ἔλθει κατόπιν καὶ ὁ σωματικὸς θάνατος, ὁ χωρισμὸς τοῦ σώματος ἀπὸ τὴν ψυχή)» [Γέν. 2,17].
Εἶχε ὑπὸ τὴν ἐξουσία του λοιπὸν ὁ διάβολος τὸ γραμμάτιο αὐτό. Καὶ δέν μᾶς τὸ ἔδωσε αὐτὸ ὁ Χριστός, ἀλλὰ ὁ Ἴδιος τὸ ἔσχισε, τὸ ὁποῖο εἶναι ἔργο Ἐκείνου ποὺ μὲ χαρά μας τὸ συγχώρησε· «ἀπεκδυσάμενος τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ἐξουσίας (:ἐκεῖ στὸν σταυρὸ ἔγδυσε τίς πονηρὲς ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες)». Τίς δυνάμεις τοῦ διαβόλου ἐννοεῖ. Ἐπειδὴ λοιπὸν ἡ φύση τοῦ ἀνθρώπου εἶχε ἐνδυθεῖ αὐτές, ἢ ἐπειδὴ εἶχαν ὡς ἀφορμὴ αὐτές, ἀφοῦ ἔγινε ἄνθρωπος ἀπομάκρυνε τὴν ἀφορμή. Τί σημαίνει: «ἐδειγμάτισεν»; Πολὺ καλὰ τὸ εἶπε. Ποτὲ ὁ διάβολος δὲν συμπεριφέρθηκε τόσο ἄσεμνα· διότι, ἐλπίζοντας νὰ κατακρατήσει Αὐτόν, ἔχασε καὶ ὅσους εἶχε· καὶ ἐνῶ τὸ σῶμα Του ἦταν καρφωμένο στὸν σταυρό, οἱ νεκροὶ ἀνασταίνονταν.
Ἐκεῖ ἐπάνω στὸν σταυρὸ ἔλαβε τὸ χτύπημα ὁ θάνατος, ἀπὸ σῶμα νεκρὸ δέχτηκε τὸ θανάσιμο χτύπημα. Καὶ ὅπως ὁ ἀθλητὴς πού, ἐνῶ νομίζει ὅτι ἔχει καταλάβει τὸν ἀντίπαλο, δέχεται θανάσιμο χτύπημα, ἔτσι λοιπὸν καὶ αὐτός. Ἀποδεικνύει ὅτι τὸ νὰ πεθάνει μὲ παρρησία, εἶναι ἀσχημοσύνη τοῦ διαβόλου· διότι τὰ πάντα θὰ ἔκανε ἐκεῖνος, ἐὰν βέβαια μποροῦσε, ὥστε νὰ πείσει τοὺς ἀνθρώπους ὅτι δὲν πέθανε. Ἐπειδὴ λοιπὸν ὅλος ὁ καιρὸς ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ ἦταν ἀπόδειξη τῆς ἀναστάσεως, τοῦ θανάτου ὅμως, ἐὰν δὲν γινόταν ἐκεῖνος, δὲν θὰ ὑπῆρχε ἄλλος καιρὸς γιὰ ἀπόδειξη, γι᾿ αὐτὸ πέθανε δημόσια καὶ ὅλοι ἔβλεπαν, δὲν ἀναστήθηκε ὅμως φανερὰ ἐπειδὴ γνώριζε ὅτι θὰ μαρτυρήσει τὴν ἀλήθεια ὁ χρόνος ὕστερα ἀπὸ αὐτά· διότι τὸ νὰ σφαγιασθεῖ ὁ ὄφις ἐπάνω στὸ ξύλο, ἐνῶ ὁ κόσμος ἦταν θεατής, αὐτὸ εἶναι τὸ θαυμαστό. Καὶ τί δὲν ἔκανε λοιπὸν ὁ διάβολος, ὥστε νὰ πεθάνει ἀπαρατήρητα ὁ Χριστός; Ἄκου τὸν Πιλάτο, ὁ ὁποῖος λέγει: «Λάβετε αὐτὸν ὑμεῖς καὶ σταυρώσατε· ἐγὼ γὰρ οὐχ εὑρίσκω ἐν αὐτῷ αἰτίαν (:Πᾶρτε τον ἐσεῖς καὶ σταυρῶστε τον· διότι ἐγὼ δὲν τοῦ βρίσκω καμία ἐνοχή, καμία αἰτία καταδίκης, καὶ δὲν μπορῶ νὰ τὸν σταυρώσω)» [Ἰω. 19,6] καὶ πρόβαλε πολλὲς ἀντιρρήσεις. Καὶ πάλι οἱ Ἰουδαῖοι ἔλεγαν πρὸς Αὐτόν: «Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ σταυροῦ (:Ἐὰν εἶσαι υἱὸς τοῦ Θεοῦ, κατέβα ἀπὸ τὸν σταυρό)» [Ματθ. 27,40].
Στὴ συνέχεια λοιπὸν ἐπειδὴ ἔλαβε θανατηφόρο χτύπημα, καὶ δὲν κατέβηκε, γι᾿ αὐτὸ καὶ θάφτηκε, ἀφοῦ ἦταν δυνατὸ νὰ ἀναστηθεῖ ἀμέσως, ἀλλὰ γιὰ νὰ πιστευτεῖ τὸ πρᾶγμα. Ἄν καὶ στὶς ἰδιωτικὲς ἐκτελέσεις εἶναι δυνατὸ νὰ κατηγορηθοῦν γιὰ λιποθυμία, ἐδῶ ὅμως οὔτε καὶ αὐτὸ συμβαίνει. Διότι πράγματι καὶ οἱ στρατιῶτες δὲν ἔσπασαν τὰ σκέλη Του, ὅπως τῶν ἄλλων, γιὰ νὰ γίνει φανερὸ ὅτι εἶχε πεθάνει, καὶ στὰ φανερὰ ἔθαψαν τὸ σῶμα Του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ Ἰουδαῖοι σφραγίζουν τὴν πέτρα καὶ τοποθέτησαν φρουρὰ τοὺς στρατιῶτες. Ἐκεῖνο λοιπὸν ποὺ προπαντὸς φρόντιζαν ἦταν αὐτό, δηλαδὴ τὸ νὰ μὴ κρυφτεῖ τὸ γεγονός. Καὶ οἱ μάρτυρες ἦσαν ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους. Ἄκουσε αὐτοὺς ποὺ λέγουν στὸν Πιλάτο: «Κύριε, ἐμνήσθημεν ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος εἶπεν ἔτι ζῶν, μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι. κέλευσον οὖν ἀσφαλισθῆναι τὸν τάφον ἕως τῆς τρίτὴς ἡμέρας (:κύριε, θυμηθήκαμε ὅτι ἐκεῖνος ὁ λαοπλάνος εἶχε πεῖ ὅταν ἀκόμη ζοῦσε: "Τρεῖς ἡμέρες μετὰ τὸν θάνατό μου θὰ ἀναστηθῶ". Γι᾿ αὐτὸ δῶσε διαταγὴ νὰ ἀσφαλιστεῖ ὁ τάφος μέχρι τὴν τρίτη ἡμέρα)» [Ματθ. 27,63-64]. Καὶ ἔγινε αὐτὸ καθὼς οἱ στρατιῶτες σφράγιζαν τὸν τάφο.
Καὶ ἄκουσε αὐτοὺς νὰ λέγουν ἀργότερα τὸ ἴδιο στοὺς ἀποστόλους: «Βούλεσθε ἐπαγαγεῖν ἐφ᾿ ἡμᾶς τὸ αἷμα τοῦ ἀνθρώπου τούτου (:Μὲ κακὲς προθέσεις ζητᾶτε κακόβουλα νὰ ρίξετε πάνω μας τὴν εὐθύνη καὶ τὴν ἐνοχὴ γιὰ τὸν φόνο τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ)» [Πράξ. 5,28]. Δὲν ἄφησε νὰ αἰσχύνεται ὁ σταυρός Του. Ἐπειδὴ λοιπὸν οἱ ἄγγελοι δὲν ἔχουν πάθει τίποτε τέτοιο, γι᾿ αὐτὸ τὰ πάντα κάνει γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτόν, ἀποδεικνύοντας ὅτι ὁ θάνατος πέτυχε μεγάλο ἔργο. Ἔχει γίνει σὰν μονομαχία. Χτύπησε τὸν Χριστὸ ὁ θάνατος, ἀλλὰ ὁ Χριστός, ἀφοῦ χτυπήθηκε, ὕστερα φόνευσε αὐτόν. Μὲ νεκρὸ σῶμα καταργοῦνταν ἐκεῖνος ποὺ νόμιζε ὅτι εἶναι ἀθάνατος καὶ αὐτὸ τὸ ἔβλεπε ἡ οἰκουμένη. Καὶ τὸ πιὸ θαυμαστό, δὲν ἐπέτρεψε αὐτὸ σὲ ἄλλον. Ἀλλὰ ἔγινε ἄλλο γραμμάτιο, ὄχι τέτοιο, ὅπως τὸ προηγούμενο.
Προσέχετε λοιπὸν μήπως μᾶς κυριεύσει αὐτός, λύοντας τό: «Ἀποκηρύσσω τὸν Σατανᾶ καὶ τάσσομαι μαζί σου, Χριστέ». Καλύτερα ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ ὀνομαστεῖ αὐτὸ γραμμάτιο, ἀλλὰ συμφωνία. Διότι γραμμάτιο ὑπάρχει, ὅταν κάποιος ἔχει χρέη. Αὐτὸ ὅμως εἶναι συμφωνία, δὲν ἔχει τιμωρία, οὔτε λέγει, ἐὰν γίνει αὐτὸ ἐδῶ ἢ ἐὰν δὲν γίνει αὐτό. Αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Μωυσῆς ραντίζοντας τὸ αἷμα τῆς διαθήκης μὲ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς ὑποσχέθηκε τὴν αἰώνια ζωή. Ὅλα αὐτὰ εἶναι συμφωνία. Ἐκεῖ δοῦλος μὲ κύριο, ἐδῶ φίλος μὲ φίλο. Ἐκεῖ: «Τὴν ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία θὰ φᾷς», λέγει, «θὰ πεθάνεις»· ἀμέσως ὑπάρχει ἡ ἀπειλή, ἐδῶ ὅμως τίποτε τὸ παρόμοιο. Ἔρχεται ὁ Θεός, καὶ ἐδῶ γυμνότητα, καὶ ἐκεῖ γυμνότητα. Ἀλλὰ ἐκεῖ πρῶτα ἁμάρτησε καὶ ὕστερα γυμνώθηκε ὁ ἄνθρωπος, ἐπειδὴ ἁμάρτησε. Ἐδῶ ὅμως γυμνώνεται ὁ Θεός, γιὰ νὰ ἀπαλλάξει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τίς ἁμαρτίες. Ἀπέρριψε τότε ὁ ἄνθρωπος τὴ δόξα ποὺ εἶχε. Ἀπορρίπτει τώρα τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, καὶ προτοῦ νὰ προχωρήσει, τόσο εὔκολα τὸν ἀπορρίπτει, ὅπως τὰ ἐνδύματα. Ἀλείφεται, ὅπως οἱ ἀθλητὲς ποὺ πρόκειται νὰ ἀγωνιστοῦν στὸ στάδιο. Ἀμέσως μόλις γεννᾷται, καὶ ὄχι ὅπως ἐκεῖνος ὁ πρῶτος σιγὰ σιγὰ, ἀλλὰ ἀμέσως· ὄχι ὅπως οἱ ἱερεῖς παλαιὰ ἄλειφαν μόνο τὸ κεφάλι, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο· διότι ἐκεῖνος μὲν ἄλειφε τὸ κεφάλι, τὸ δεξιὸ αὐτί, τὸ χέρι, γιὰ νὰ διεγείρει αὐτὸν πρὸς ὑπακοὴ καὶ ἀγαθὰ ἔργα, αὐτὸς ὅμως ὅλο τὸ σῶμα.
Δὲν ἔρχεται βέβαια μὲ σκοπὸ μόνο νὰ διδαχτεῖ, ἀλλὰ καὶ νὰ ἀγωνιστεῖ καὶ νὰ ἀσκηθεῖ. Ὑψώνεται σὲ ἄλλη κτίση. Διότι ὅταν ὁμολογεῖ στὴν αἰώνια ζωή, ὁμολόγησε ἄλλη κτίση. Ἔλαβε χῶμα ἀπό τὴ γῆ καὶ δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο. Στὸ ἑξῆς ὅμως δὲν λαμβάνει πλέον χῶμα, ἀλλὰ Πνεῦμα ἅγιο· μὲ αὐτὸ διαπλάσσεται, μὲ αὐτὸ διαμορφώνεται, ὅπως καὶ Αὐτὸς μέσα στὴ μήτρα τῆς Παρθένου. Δὲν εἶπε: «στὸν παράδεισο», ἀλλὰ «στὸν οὐρανό». Μὴ νομίσεις λοιπόν, ἐπειδὴ βρίσκεται στὴ γῆ, ὅτι εἶναι στὴ γῆ· μετακινήθηκε ἐκεῖ πρὸς τὸν οὐρανό· ἐκεῖ αὐτὰ γίνονται μεταξὺ τῶν ἀγγέλων. Στὸν οὐρανὸ παίρνει τὴν ψυχή σου ὁ Θεός, στὸν οὐρανὸ τὴ διαμορφώνει, στέκεσαι πλησίον τοῦ θρόνου τοῦ Βασιλέως. Δημιουργεῖται μέσα στὸ νερὸ καὶ λαμβάνει ἀντὶ τῆς ψυχῆς τὸ ἅγιο Πνεῦμα.
Μετὰ τὴν ἀναδημιουργία αὐτὴν δὲν ὁδηγεῖ πρὸς αὐτὸν θηρία, ἀλλὰ δαίμονες καὶ τὸν ἀρχηγό τους καὶ λέγει: «Ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ (:Ἰδού, ἐγώ σᾶς δίνω τώρα ἐξουσία ἐναντίον τοῦ σατανᾶ πολὺ μεγαλύτερη ἀπ᾿ ὅση σᾶς ἔδωσα ὅταν σᾶς ἔστειλα νὰ κηρύξετε. Σᾶς δίνω ἐξουσία νὰ νικᾶτε καὶ νὰ ποδοπατᾶτε ὅλα τὰ ὄργανα τοῦ σατανᾶ, ποὺ σὰν φίδια καὶ σκορπιοὶ ἐπιβουλεύονται καὶ χύνουν τὸ δηλητήριό τους ὕπουλα στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, γιὰ νὰ τίς νεκρώσουν. Σᾶς δίνω ἐξουσία νὰ κατανικᾶτε ὅλη τὴ δύναμη ποὺ διαθέτει ὁ ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ σατανᾶς. Κι ἔτσι κανένα μέσο νὰ μὴν τελεσφορεῖ ἀπ᾿ ὅσα θὰ χρησιμοποιεῖ γιὰ νὰ παρεμποδίσει τὸ ἔργο σας. Καὶ ἀπ᾿ ὅσα μηχανεύεται ἐναντίον σας, τίποτε δὲν θὰ σᾶς ζημιώσει οὔτε θὰ σᾶς βλάψει)» [Λουκᾶ 10,19].
Δὲν λέγει: «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν (:Ἄς κάνουμε μέγα καὶ θαυμαστὸ δημιούργημα, τὸ τιμιότερο ὅλων τῶν ζωντανῶν κτισμάτων, γιὰ τὸ ὁποῖο δημιουργήθηκε ὁ οὐρανός, ἡ γῆ, ἡ θάλασσα καὶ ὅλα ὅσα ὑπάρχουν σὲ αὐτά· ἂς κάνουμε ἄνθρωπο, ἄντρα καὶ γυναῖκα, καὶ ἂς τὸν τιμήσουμε μὲ ἔξοχα χαρίσματα καὶ θεῖες ἱκανότητες· δηλαδὴ μὲ ψυχὴ λογικὴ καὶ ἀθάνατη, μὲ ἐλεύθερη βούληση, μὲ ἱκανότητα γνωστικὴ καὶ δημιουργικὴ καὶ ἐξουσία ἐπὶ ὅλου τοῦ ὁρατοῦ κόσμου καὶ ἂς τὸν κάνουμε ἔτσι, ὥστε νὰ μπορεῖ, ἐὰν θέλει, νὰ γίνει ὅμοιος μὲ ἐμᾶς κατὰ τὴν ἀρετή, τὴν ὁσιότητα καὶ ἁγιότητα, ὅσο αὐτὸ εἶναι δυνατὸ στὸ κτίσμα νὰ ὁμοιάσει στὸν κτίστη του)» [Γέν. 1,26] ἀλλὰ τί; Δίνει τὸ δικαίωμα στοὺς ἀνθρώπους νὰ γίνουν τέκνα τοῦ Θεοῦ: «Ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ, οἳ οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκός, οὐδὲ ἐκ θελήματος ἀνδρός, ἀλλ᾿ ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν (:Ὅσοι ὅμως τὸν δέχθηκαν καὶ τὸν ἐγκολπώθηκαν ὡς σωτῆρα τους, καὶ πίστεψαν ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ σώσει τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς ἔδωσε τὸ δικαίωμα καί τὴ χάρη νὰ γίνουν τέκνα τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὶ δὲν γεννήθηκαν ἀπὸ γυναικεῖα αἵματα, οὔτε ἀπὸ σαρκικὴ ἐπιθυμία, οὔτε ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία κάποιου ἄνδρα, ἀλλὰ γεννήθηκαν ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό)», λέγει [Ἰω. 1,13-14].
Ἔπειτα γιὰ νὰ μὴν ἀκούσεις τὸ φίδι, ἀμέσως διδάσκει νὰ λέγεις: «Σὲ ἀποκηρύσσω», ἀντὶ τοῦ «δὲν θὰ σὲ ἀκούσω», πρᾶγμα ποὺ μπορεῖς νὰ πεῖς. Ἔπειτα γιὰ νὰ μὴν σὲ κυριεύσει μὲ ἄλλα μέσα, λέγει: «καὶ τὴν ἀκολουθία σου καὶ τὴ λατρεία σου καὶ τοὺς ἀγγέλους σου». Δὲν τοποθέτησε τὸν ἄνθρωπο νὰ φυλάσσει τὸν παράδεισο, ἀλλὰ νὰ πολιτεύεται στὸν οὐρανό· διότι ἀμέσως μόλις ἀνεβεῖ στὸν οὐρανό, λέγει αὐτὰ τὰ λόγια: «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς· ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου· ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου· γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς (:Πατέρα μας ποὺ εἶσαι παντοῦ, ἀλλὰ κυρίως δείχνεις τὴν παρουσία Σου στοὺς οὐρανούς, ἂς ἀναγνωριστεῖ ἡ ἁγιότητά Σου, ὥστε νὰ δοξαστεῖ καὶ νὰ λατρευτεῖ ἄξια τὸ ὄνομά Σου. Ἄς ἔλθει ἡ βασιλεία Σου μὲ τὴν ἐλεύθερη καὶ πρόθυμη ὑποταγὴ ὅλων τῶν ἀνθρώπων σὲ Σένα, ὥστε μὲ τὴν ὑπακοή τους στὰ προστάγματά Σου νὰ γίνουν αὐτοὶ πραγματικοὶ ὑπήκοοί Σου καὶ ὁλοκληρωτικὰ ἀφοσιωμένοι σὲ Σένα. Ἄς γίνει τὸ θέλημά Σου καὶ στὴ γῆ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ὅπως γίνεται αὐτὸ καὶ στὸν οὐρανὸ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἁγίους)» [Ματθ. 6,9-10].
Ἄν δὲν κατεβεῖς ἐσὺ πρὸς Αὐτόν, δὲν θὰ μπορέσει νὰ ἀνέβει ἐκεῖ ὅπου εἶσαι ἐσύ, διότι βρίσκεσαι στὸν οὐρανὸ καὶ ὁ οὐρανὸς εἶναι ἄβατος στὸν διάβολο. Δὲν ὑπάρχει γυναῖκα, γιὰ νὰ ἔλθει καὶ νὰ τὴν ἐξαπατήσει, ἐπειδὴ εἶναι πιὸ ἀσθενής· «Οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ (:Δὲν ὑπάρχει διάκριση ἄνδρα καὶ γυναίκας)», λέγει [Γαλ. 3,28]. Δὲν ὑπάρχει δέντρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ μόνο τὸ δέντρο τῆς ζωῆς. Δὲν δημιουργεῖται πιὰ ἀπὸ τὴν πλευρά σου γυναῖκα, ἀλλὰ ὅλοι εἴμαστε ἕνα ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Χριστοῦ.
Ἐὰν λοιπὸν ὅσοι ἀλείφονται ἀπὸ ἀνθρώπους, δὲν παθαίνουν τίποτε ἀπὸ τὰ φίδια, οὔτε καὶ ἐσὺ θὰ πάθεις κάτι, ἕως ὅτου θὰ εἶσαι χρισμένος, γιὰ νὰ μπορέσεις νὰ νικᾷς τὸ φίδι καὶ νὰ τὸ ἐξοντώνεις ἐντελῶς, νὰ πατεῖς ἐπάνω στὰ φίδια καὶ στοὺς σκορπιούς. Ἀλλὰ ὅπως εἶναι μεγάλα τὰ δῶρα, ἔτσι εἶναι μεγάλη καὶ ἡ τιμωρία. Δὲν εἶναι δυνατό, ἂν ἐκπέσεις ἀπὸ τὸν παράδεισο, νὰ κατοικήσεις ἀπέναντι τοῦ παραδείσου, οὔτε νὰ ἐπανέλθεις ἐκεῖ, ἀπὸ ὅπου ἔχουμε ἐκπέσει. Ἀλλὰ τί θὰ ἀκολουθήσει ὕστερα ἀπὸ αὐτά; Κόλαση καὶ αἰώνια βασανιστήρια. Εἴθε ὅμως νὰ μὴ συμβεῖ νὰ τιμωρηθεῖ κανεὶς μας μὲ αὐτὴν τὴν τιμωρία, ἀλλά, ζῶντας ἐνάρετα, ἂς φροντίσουμε νὰ πράττουμε ἐκεῖνα ποὺ ἀρέσουν σὲ Αὐτόν. Ἄς γίνουμε ἀρεστοὶ στὸν Θεό, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ πετύχουμε τὰ αἰώνια ἀγαθά. Αὐτὰ τὰ ἀγαθὰ εἴθε ὅλοι μας νὰ τὰ ἀξιωθοῦμε, μέ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, μαζὶ μὲ τὸν Ὁποῖο στὸν Πατέρα καὶ συγχρόνως στὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀνήκει ἡ δόξα, ἡ δύναμις καὶ ἡ τιμή, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
πηγή: http://ethnegersis.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου