Ἡρακλῆς Ρεράκης, Καθηγητής ΑΠΘ
Πρόεδρος τῆς Πανελλήνιας Ἑνώσεως Θεολόγων
«Ἡ συμβολή τῆς Ὀρθόδοξης πίστεως στήν πρόληψη τῆς βίας»
Ἡ βία ἀποτελεῖ ἕνα θέμα πολυδιάστατο, πού προβληματίζει τήν εὐρύτερη κοινωνία καί ἰδιαίτερα φορεῖς, πού ἐνδιαφέρονται γιά τούς νέους, τούς γονεῖς καί τό σχολεῖο.
Οἱ ἀσκοῦντες βίαιες ἐνέργειες, ἐντός τῆς σύγχρονης κοινωνίας, αὐξάνονται μέ ταχύτατους ρυθμούς, ἐνῶ ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ θέματος, λόγῳ τῆς ἰδιαιτερότητάς του, ἀπαιτεῖ προσεκτικούς... καί ἐπιτήδειους χειρισμούς.
Ἰδιαίτερα, ἡ βαθύτερη ἐξέταση καί προσέγγιση τῶν βίαιων ἐπεισοδίων, πού διαδραματίζονται στό χῶρο τῶν νέων μας, ἐμφανίζει πολλές δυσκολίες, καθώς αὐτοί ἔχουν διαφορετική κοινωνική προέλευση, μέ διαφορετική ἀξιακή κουλτούρα καί ποικίλα πρότυπα συμπεριφορᾶς.,συμπεριφοράς.
Γιά τόν λόγο αὐτό, ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος τῆς βίας φαίνεται νά εἶναι ἀρκετά δυσχερής, καθώς ὅλο καί πιό πολύ γίνεται σαφές ὅτι ἐπιτυχέστερα καί ἀποτελεσματικότερα ἀντιμετωπίζε-ταί, μέ τό «προλαμβάνειν», παρά μέ τό «θεραπεύειν».
Τήν πρόληψη τῆς βίας, μάλιστα, ἔχει ἐπιλέξει, διαχρονικά, ὡς τόν πλέον ὀρθό τρόπο ἀντιμετώπισης, ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Ὡς ἀποδοτική στάση ἔναντι τῆς βίας ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ἐπικεντρωμένη στό «ὅστις σέ ραπίσει ἐπί τήν δεξιάν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καί τήν ἄλλην» Ματθ. 5,39), φανερώνει τή σοφία τῆς μεθόδου τῆς προλήψεως καί ἀποτροπῆς τοῦ κακοῦ, πού προτείνει ἡ Ἐκκλησία, πρός ἀποφυγή τοῦ κύκλου βίας, πού ἐπιφέρουν οἱ ἐπιθετικές ἀμυντικές πρακτικές, πού, ὡς ἐπί τό πλεῖστον, ἐπιλέγουν οἱ ἄνθρωποι καί ἰδιαίτερα οἱ νέοι.
Ἡ ἀντιμετώπιση τῆς βίας, μέ βία, δηλαδή το «ὀφθαλμόν ἀντί ὀφθαλμοῦ» τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (Λευϊτ. 24, 20-21), ἀνοίγει τήν πόρτα στόν πόλεμο, στό αἷμα, στό μῖσος, στήν ἐχθρότητα καί στήν ἐπέκταση τῆς βίας.
Ἡ Ἐκκλησία, ὡς θεραπευτικός φορέας τοῦ κακοῦ, παιδαγωγεῖ διαρκῶς τούς πιστούς, μικρούς καί μεγάλους, στοχεύοντας, μέσα ἀπό τή μυστηριακή καί λειτουργική της ζωή, νά γεμίσει τίς ψυχές μέ τίς ἀπαραίτητες καί ἀναντικατάστατες γιά τίς διαπροσωπικές σχέσεις ἀρετές.
Τέτοιες εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ εἰρήνη, ἡ πραότητα, ἡ δικαιοσύνη, ἡ συγχωρητικότητα ἡ ταπείνωση, ἡ ὑποχωρητικότητα, πού ἀποτελοῦν πολύτιμη καί μοναδική ἀγωγή καί καλλιέργεια τοῦ ἔσω ἀνθρώπου, γιά νά εἶναι σέ θέση διαχειρίζεται ὀρθά τίς κρίσεις καί νά προλαμβάνει τίς δράσεις τῶν παθῶν καί τῶν κακιῶν, πού συνήθως ὁδηγοῦν σέ ἐγκληματικές πρακτικές.
Τό μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως τῆς Ἐκκλησίας, παίζει σημαντικό ἐγκληματοπροληπτικό καί κατευναστικό ρόλο σέ διαπροσωπικές διαφορές, προκειμένου νά καταλήγουν οἱ ἄνθρωποι σέ ἀλληλοκατανόηση, ἀλληλοσυγχώρεση καί εἰρήνη, καί, συνεπῶς, σέ ἀποτροπή καί ἀποφυγή ἐχθρικῶν καί πολεμικῶν ἀντεγκλήσεων.
Ἡ Θεία Κοινωνία ὅλων τῶν πιστῶν, ἐκ τοῦ ἑνός Ἁγίου Ποτηρίου, σφυρηλατεῖ τήν ἑνότητα, τή συναδέλφωση καί τήν ἀγάπη καί ἀποτρέπει τήν ἐχθρότητα καί τό μῖσος μεταξύ τους.
Ὁ Πνευματικός Πατέρας ἀσκεῖ στά πνευματικά του παιδιά μεγάλη ἐπιρροή, καθώς, κατά τήν ἐξομολόγηση, μπορεῖ νά διαγνώσει τίς νοσηρές καί τραυματικές καταστάσεις, πού διαταράσσουν, σέ ἐπικίνδυνο βαθμό, τίς διανθρώπινες σχέσεις καί νά παρέμβει θεραπευτικά, μέ διάκριση, σοφία καί σύνεση, ἔτσι ὥστε νά καταλαγιάσουν οἱ ὀργισμένες συνειδήσεις καί ψυχές καί νά ἐπικρατήσει ἡ εἰρήνη.
Ἡ ἐκκλησιαστική πίστη, ἐπίσης, διδάσκοντας τούς γονεῖς καί τούς δασκάλους νά μορφώνουν τά παιδιά τους «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου» (Ἐφ. 6,4), συμβάλλει στήν ἐνδυνάμωση τοῦ προληπτικοῦ ρόλου τῆς οἰκογένειας καί τοῦ σχολείου.
Στόχος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά συνειδητοποιοῦν οἱ γονεῖς καί οἱ δάσκαλοι ὅτι εἶναι ἀνάγκη νά ἐνεργοῦν, ἐν ἀγάπῃ καί ἀληθείᾳ, στό ἔργο τῆς ἀνατροφῆς καί τῆς διδασκαλίας, ἔτσι ὥστε νά μήν συμβουλεύουν καί νά ὑποδεικνύουν, μόνον λεκτικά, στά παιδιά, πρότυπα, ἀρετές καί ἀξίες, πού οἱ ἴδιοι δέν ζοῦν.
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός δίδασκε πρός τοῦτο: «Εἶναι μιά μηλιά καί κάνει ξινά μῆλα. Ἐμεῖς τώρα τί πρέπει νά κατηγορήσουμε, τή μηλιά ἤ τά μῆλα; Τή μηλιά. Λοιπόν, κάμνετε καλά ἐσεῖς οἱ γονεῖς, ὅπου εἶστε ἡ μηλιά, νά γίνονται καί τά μῆλα γλυκά.. Ἐσύ, ἀδελφέ μου, ὅπου κάνεις τά παιδιά, νά κλαῖς καί νά λυπᾶσαι, γιατί, ὅσες ἁμαρτίες κάνουν τά παιδιά σου ἀναφέρονται στήν ψυχή σου. Ἔχεις χρέος νά σώσεις τά παιδιά, πού ἔκαμες. Δια τοῦτο, ἐσύ, ὁπού,ὁποῦ κάνεις τά παιδιά, νά τά παιδεύεις... Ἐκεῖνοι ὁπού,ὁποῦ ἔχουν παιδιά εἶναι σκλάβοι καί κατά τήν ψυχή καί κατά τό σῶμα».
Ἀπευθυνόμενος πρός τήν μητέρα, ἐπίσης, ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς τονίζει: «Πάλιν ἐσύ γυναῖκα ἔχεις περισσότερο χρέος ἀπό τόν ἄνδρα νά ἀνατρέφεις τά παιδιά σου καί νά τά νουθετεῖς στά καλά ἔργα... Καί νά τό παίρνεις (τό παιδί) στήν Ἐκκλησία καί νά τό διδάσκεις τά χριστιανικά καμώματα, διότι ἔχεις νά δώσεις ἀπολογισμό γι' αὐτό... Καί νά διαβάζεις τό συναξάρι τοῦ ἁγίου, νά ἀκούει τό παιδί σου. Ἀκούοντας τό παιδί σου τέτοια θαύματα, ζηλεύει καί λέγει: Ἄχ, πότε νά γίνω καί ἐγώ σάν τόν Ἅγιό μου».
Ἡ χριστιανική πίστη, ὅταν πληροῖ τήν ἀνθρώπινη ψυχή, συνοδευόμενη ἀπό τήν ἀρετή τῆς ἀγάπης, μπορεῖ νά ἀποτελέσει τό κύριο ἐμπόδιο στήν ἐπικράτηση τῆς βίας.
Στίς μέρες μας, ὅλο καί πιό πολύ, γινόμαστε μάρτυρες βίας, τρομοκρατίας καί ἐγκληματικότητας τόσο στό ἑλληνικό ὅσο καί στό διεθνές κοινωνικό περιβάλλον.
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὄχι μόνον δέν ἀπορρίπτει τίς πράξεις βίας, ὡς ἀντίθετες στίς ἐντολές τῶν ἁγίων ἀρετῶν τοῦ Θεοῦ, ἀλλά, μέσῳ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καί τῆς προσευχῆς, μεριμνᾶ νυχθημερόν, ἔτσι ὥστε νά ὑπάρξει ἡ ἄνωθεν φωτιστική ἐνέργεια πρός ἀποφυγή ἐντάσεων καί βίαιων ἐνεργειῶν, πρῶτα, στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων καί, ἔπειτα, στίς διανθρώπινες σχέσεις καί συμπεριφορές.
Ἐπί πλέον, στίς διάφορες ἀκολουθίες της, πού ἔχουν ὅλες μορφωτικό καί παιδαγωγικό χαρακτῆρα, ἀγωνίζεται νά οἰκοδομήσει πνευματικά θεμέλια στίς ψυχές τῶν πιστῶν, ἔτσι ὥστε νά εἶναι ἐξοπλισμένες μέ ἀγάπη, εἰρήνη καί πραότητα καί νά μήν ὑπάρχει ἐντός αὐτῶν, οὔτε κἄν ὡς λογισμός, ἡ πρόθεση γιά βία.
Στό πλαίσιο αὐτό, οἱ πιστοί, ὅλοι μαζί, ὡς ἕνα ἀχώριστο, ἀδελφικό καί ἀγαπητικό «Ἐμεῖς», εὔχονται καί προσεύχονται, καθημερινά, ὑπέρ τῆς ἐσωτερικῆς εἰρήνης τῶν ἀνθρώπων, ἡ ὁποία νά συμβάλλει στήν εἰρήνευση τοῦ σύμπαντος κόσμου.
Ὁ λειτουργός προσεύχεται καί ζητᾶ, ἐξ' ὀνόματος ὅλων, τή θεία δύναμη ἀπό τόν Θεό γιά τήν ἐπικράτηση τῆς ὁμόνοιας στούς πιστούς, ἐπικαλούμενος συνεχῶς το «Εἰρήνη πᾶσι».
Προτρέπει, ἐπίσης τούς πιστούς, νά ἀγαπᾶνε ὁ ἕνας τόν ἄλλο, γιά νά μποροῦν, ἐν ἀγάπῃ, νά ὁμολογοῦν τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ: «Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἶνα,ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσω-μέν».
Στό πλαίσιο αὐτό, ζητᾶ νά προσεύχονται, πρῶτα, γιά ἐκείνους πού τούς μισοῦν καί, ἔπειτα, γιά ὅσους τούς ἀγαποῦν «εὐξόμεθα ὑπέρ τῶν μισούντων καί ἀγαπώντων ἡμᾶς».
Τούς καλεῖ, ἀκόμη, νά προσέρχονται στό κοινό Ποτήριο, στή Θεία Κοινωνία, μέ φόβο (σεβασμό) στόν Θεό, πίστη καί ἀγάπη: «Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε».
Τούς διδάσκει, ἐπίσης, διά τῆς ἀκροάσεως τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελίου ὅτι εὐλογημένοι καί μακάριοι εἶναι οἱ καθαροί στήν καρδιά, οἱ πραείς, οἱ εἰρηνοποιοί, οἱ ἐλεήμονες, οἱ διωγμένοι γιά τήν πίστη καί τήν ἀρετή τους, οἱ ὑβριζόμενοι καί διωκόμενοι γιά τήν πίστη τούς (Ματθ. 5, 3-12).
Μέ ἄλλα λόγια, μέσα σέ ἕναν κόσμο, πού ἀγαπᾶ πιό πολύ τό σκότος, ἀπό τό φῶς (Ἰω. 3, 19), πού, συνήθως, μισεῖται καί σταυρώνεται τόσο ὁ Χριστός, ὅσο καί ὁ συνάνθρωπος, ἐκεῖνοι πού πιστεύουν στόν Χριστό ἐμπνέονται καί ὁδηγοῦνται ἄνωθεν, γιά νά ζοῦν διαρκῶς σέ ἕνα κλίμα λυτρωτικῆς ἀγάπης καί εἰρήνης, προσδοκῶντας τήν Αἰώνια Ζωή.
Ἔτσι, καλλιεργεῖται μέσα τους μιά ἐσωτερική γαλήνη, πού καταπραΰνει καί νικᾶ τά πάθη, τά ὁποῖα ὁδηγοῦν τούς λογισμούς, στίς κακές σκέψεις ἤ ἀποφάσεις καί καταλήγουν σέ πράξεις βίας καί ἐπιθετικότητας.
Οἱ εὐσεβεῖς καί συνεπεῖς στήν πίστη τους Χριστιανοί, τηρῶντας τόν ἀγαπητικό τρόπο ζωῆς, πού ἐκφράζει τό θέλημα τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ἐπιλέγουν τόν εἰρηνικό καί πρᾶο τρόπο ζωῆς στίς σχέσεις τους μέ τούς συνανθρώπους.
Καί αὐτό, διότι ὡς φιλοσοφία ζωῆς ἔχουν τήν ἀρχή ὅτι οἱ «ἄλλοι» δέν εἶναι ἡ κόλασή τους, ὅπως πίστευε ὁ Ζάν Πώλ Σάρτρ, ἀλλά ἡ πνευματική τους εὐκαιρία, ὁ παράδεισός τους, ὅπως τούς διδάσκει ἡ ὀρθόδοξη παράδοσή τους, γεγονός πού τούς κάνει νά στέκονται ἐν ἀγάπῃ καί ἐν εἰρήνῃ ἀπέναντί τους.
πηγή: http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου