Δευτέρα 29 Ιουνίου 2020

Η ορθόδοξη Πίστη μας του Αρχιμ. Επιφανίου Κ. Χατζηγιάγκου (11ο κεφ)



11. ΤΟ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

4. «Σταυρωθέντα τε ὑπὲρ ἡμῶν ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου

καὶ παθόντα καὶ ταφέντα»

 11.1. Η ΘΥΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΚΑΙ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ

 

Ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ γενικὰ

Ὡστόσο γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἦταν ἀρκετὸ τὸ διδακτικὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Θὰ ἔπρεπε νὰ ξεπεραστεῖ τὸ μεγάλο ἐμπόδιο ποὺ τὸν χώριζε ἀπὸ τὸν Θεό· ἁμαρτία.

Ἡ ἁμαρτία ἐξαλείφθηκε τελείως καὶ ὁλοκληρωτικὰ μὲ τὴ σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ. Τὸ Αἷμα ποὺ ἔχυσε ὁ Θεάνθρωπος στὸν Γολγοθᾶ ξέπλυνε τὶς ἁμαρτίες ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ συμφιλίωσε τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Θεό. Ὅπως πολὺ χαρακτηριστικὰ λέει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, «τὸ αἷμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ μᾶς καθαρίζει ἀπὸ κάθε ἁμαρτία» (Α΄ Ἰω. 1,7).

 

Τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ

Ὁ Χριστός, ἀφοῦ γιὰ τρία χρόνια δίδαξε, ἔκανε θαύματα καὶ ἄφησε τέλειο παράδειγμα ἁγίας ζωῆς, προχωρεῖ πρὸς τὸ Πάθος γιὰ νὰ προσφέρει τὸν ἑαυτό του θυσία στὸν Σταυρό.

Ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ ἦταν «ἐξιλαστήριος». Δηλαδή, θυσιάστηκε γιὰ νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ νὰ μᾶς συμφιλιώσει μὲ τὸν Θεό. «Μὲ τὸν θάνατο τοῦ Χριστοῦ συμφιλιωθήκαμε μὲ τὸν Θεὸ ἐνῶ ἤμασταν ἐχθροί του» (Ρωμ. 5,10· πρβλ. Ἠσ. 53,4-7).

Ἡ θυσία τοῦ Κυρίου ἦταν ἐπίσης καὶ «ἀντιπροσωπευτική», διότι θυσιάστηκε αὐτὸς γιὰ νὰ λυτρώσει ἐμᾶς. Ἀνέλαβε νὰ σηκώσει τὶς ἁμαρτίες ὅλων τῶν ἀνθρώπων ὡς ἀντιπρόσωπος ὁλοκλήρου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. «Εἷς ὑπὲρ πάντων ἀπέθανε» (Β΄ Κορ. 5,14).

Τὸ Πάθος τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἑκούσιο, δηλαδὴ θεληματικό. Ὁ ἴδιος θέλησε νὰ σταυρωθεῖ, χωρὶς νὰ τὸν ὑποχρεώσει κανείς. Ἐπὶ πλέον, τὸ Πάθος τοῦ Κυρίου ὑπῆρξε τὸ ἀποκορύφωμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Ὅπως λέει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, «τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο, ποὺ παρέδωσε σὲ θάνατο τὸν μονογενῆ του υἱό, ὥστε ὅποιος πιστεύει σ’ αὐτὸν νὰ μὴ ὁδηγηθεῖ στὴν ἀπώλεια ἀλλὰ νὰ ἔχει ζωὴ αἰώνια» (Ἰω. 3,16· πρβλ. Ρωμ. 5,8).

 

Τὰ ἀποτελέσματα τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ

Ὅπως ἀναφέρει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, μὲ τὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ «ἔπεσε ἡ τυραννία τοῦ διαβόλου, ἔσβησε ὁ θάνατος, ἡ ἁμαρτία ἀναιρέθηκε, ἡ κατάρα καταργήθηκε, ὁ Παράδεισος ἄνοιξε. Ἄνθρωποι καὶ ἄγγελοι ἑνώθηκαν, τὸ τεῖχος ποὺ μᾶς χώριζε ἔφυγε, καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης συμφιλίωσε τὰ ἄνω καὶ τὰ κάτω».

Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Χριστὸς θυσιάστηκε ἀπὸ ἀγάπη σ’ ἐμᾶς καὶ μᾶς πρόσφερε τόσες εὐλογίες καὶ ἀγαθά, θὰ πρέπει νὰ αἰσθανόμαστε ἀπέναντί του ἀπέραντη εὐγνωμοσύνη. Πρέπει διαρκῶς νὰ τὸν εὐχαριστοῦμε μὲ τὰ λόγια καὶ μὲ τὰ ἔργα μας, καὶ ὄχι νὰ τὸν λυποῦμε μὲ τὶς ἁμαρτίες μας. Ὁ ἀπ. Παῦλος λέει ὅτι αὐτοὶ ποὺ βαπτίστηκαν, πῆραν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἔζησαν τὴ χριστιανικὴ ζωή, καὶ μετὰ ἀπ’ αὐτὰ θὰ ξαναπέσουν στὴν ἁμαρτία, αὐτοὶ ξανασταυρώνουν τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ (Ἑβρ. 6,6). Κάθε φορὰ λοιπὸν ποὺ ἁμαρτάνουμε ξανασταυρώνουμε τὸν Χριστό!

 

Ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ ἀναβιώνεται σὲ κάθε Θεία Λειτουργία

   Ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ ἔγινε «ἅπαξ» (μιὰ φορά), ἀλλὰ ἰσχύει «εἰς τὸ διηνεκές» (γιὰ πάντα). Τὴν ξαναζοῦν οἱ Χριστιανοὶ ὅλων τῶν αἰώνων στὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία ἡ Ἁγία Τράπεζα γίνεται Γολγοθᾶς πάνω στὸν ὁποῖο προσφέρεται ἡ ἀναίμακτη Θυσία τοῦ Κυρίου.

 

11.2. Η ΚΑΘΟΔΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΟΝ ΑΔΗ

 

Ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ

Ἀφοῦ ὁ Κύριος εἶπε τὸν τελευταῖο του λόγο πάνω στὸν Σταυρό, τὸ «Τετέλεσται», «ἔκλινε τὴν κεφαλὴ καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα» (Ἰω. 19,30). Μὲ τὸν θάνατό του ἡ ψυχή του χωρίστηκε ἀπὸ τὸ σῶμα, ὅπως συμβαίνει μὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Τὸ σῶμα του μπῆκε στὸν τάφο, ἐνῶ ἡ ψυχή του κατέβηκε στὸν Ἅδη.

Ὅμως ὁ Χριστὸς δὲν ἦταν μόνο ἄνθρωπος· ἦταν καὶ Θεός. Μαζὶ μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση του ἦταν ἀχώριστα ἑνωμένη καὶ ἡ θεία του φύση. Ἔτσι, ἡ θεία φύση τοῦ Χριστοῦ ἐξακολούθησε νὰ εἶναι ἑνωμένη τόσο μὲ τὴν ψυχή του ποὺ πῆγε στὸν Ἅδη, ὅσο καὶ μὲ τὸ σῶμα του ποὺ ἔμεινε στὸν τάφο. Ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἑνώσεως αὐτῆς ἦταν τὸ ὅτι τὸ νεκρὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ δὲν ἔπαθε φθορά, δὲν ἔλειωσε, ὅπως τὰ σώματα ὅλων τῶν ἀνθρώπων ποὺ πεθαίνουν, ἀλλὰ ἔμεινε ἐντελῶς ἄφθαρτο (βλ. Ψαλμ. 15,9-10).

                                                       

Ἡ λυτρωτικὴ κάθοδος τοῦ Χριστοῦ στὸν Ἅδη

Ὅταν ἡ Ἁγία Γραφὴ λέει «Ἅδης» ἐννοεῖ τὸ μέρος στὸ ὁποῖο πήγαιναν οἱ ψυχὲς μετὰ τὸν θάνατο. Ἦταν μιὰ κατάσταση ὅπου ἐπικρατοῦσε ἡ λύπη, ὁ πόνος, ἡ μοναξιά, ἀποτελέσματα τῆς ἐλλείψεως τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ. Ποῦ βρισκόταν ὁ Ἅδης δὲν γνωρίζουμε.

Στὸν Ἅδη βρίσκονταν οἱ ψυχὲς ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν ἀνθρώπων, τόσο τῶν ἁμαρτωλῶν ὅσο καὶ τῶν δικαίων. Σ’ ὅλους αὐτοὺς ἔπρεπε νὰ κηρύξει ὁ Χριστὸς τὴν ἀλήθεια, ὅπως κήρυξε στὴ γῆ. Πρὶν ἀπ’ αὐτὸν εἶχε πάει ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος γιὰ νὰ τοὺς προετοιμάσει.

Ἦλθε λοιπὸν ἡ μεγάλη στιγμὴ ποὺ περίμεναν οἱ αἰῶνες. Ἡ ψυχὴ τοῦ Χριστοῦ ἑνωμένη μὲ τὴ θεότητα κατεβαίνει στὰ σκοτεινὰ βασίλεια τοῦ Ἅδη. Κατεβαίνει γιὰ νὰ δώσει καὶ ἐκεῖ τὴ μεγάλη μάχη. Καὶ ὅπως νίκησε τὸν διάβολο στὴ γῆ, ἔτσι θὰ ἔπρεπε νὰ συντρίψει καὶ τὸ κύριο μέρος τῆς ἐξουσίας του στὸν Ἅδη, καὶ νὰ ἐλευθερώσει τὶς ψυχὲς ὅσων θὰ πίστευαν σ’ αὐτόν.

Ὁ Ἅδης δὲν μποροῦσε νὰ ἔχει καμμία ἐξουσία ἐπάνω στὸν Χριστό. Διότι ἡ ψυχή του ἦταν ἀναμάρτητη ἀλλὰ καὶ διότι ἦταν ἑνωμένη μὲ τὴ θεότητα. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: «Ἂν ἡ ψυχὴ τοῦ Χριστοῦ δὲν ἦταν ἑνωμένη μὲ τὴ θεότητα, τότε θὰ ἐκρατεῖτο ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ Ἅδου, ὅπως καὶ οἱ ἄλλες ψυχὲς τῶν δικαίων ποὺ πέθαναν. Ἐπειδὴ ὅμως ἦταν ἑνωμένη μὲ τὴ θεότητα, ὄχι μόνο τὸν Ἅδην ἐνέκρωσε μὲ τὴν ἀστραπὴ τῆς θεότητος, ὄχι μόνο δὲν κρατήθηκε ἡ ψυχή του ἀπὸ τὰ δεσμά του, ἀλλὰ καὶ ὅλες ἐκεῖνες τὶς ψυχὲς ποὺ ἐκρατοῦντο σὰν σὲ φυλακὴ τὶς ἐλευθέρωσε καὶ τὶς συνανέστησε» (Ἑορτοδρόμιο).

Ποιά ἦταν ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ στὸν  Ἅδη δὲν γνωρίζουμε. Οὔτε γνωρίζουμε τὸ πόσοι καὶ ποιοί σώθηκαν. Ὅσοι δέχτηκαν τὸ κήρυγμά του καὶ πίστεψαν, ἐλευθερώθηκαν ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ Ἅδη καὶ ἀκολούθησαν τὸν Χριστὸ στὸν Παράδεισο.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου