2,1 Ἱνατί ἐφρύαξαν ἔθνη, καὶ λαοὶ ἐμελέτησαν κενά; 2 Παρέστησαν οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς, καὶ οἱ ἄρχοντες συνήχθησαν ἐπὶ τὸ αὐτὸ κατὰ τοῦ Κυρίου καὶ κατὰ τοῦ χριστοῦ αὐτοῦ.
(Διάψαλμα). 3 Διαῤῥήξωμεν τοὺς δεσμοὺς αὐτῶν καὶ ἀποῤῥίψωμεν ἀφ᾿ ἡμῶν τὸν ζυγὸν αὐτῶν. 4 Ὁ κατοικῶν ἐν οὐρανοῖς ἐκγελάσεται αὐτούς, καὶ ὁ Κύριος ἐκμυκτηριεῖ αὐτούς. 5 Τότε λαλήσει πρὸς αὐτοὺς ἐν ὀργῇ αὐτοῦ καὶ ἐν τῷ θυμῷ αὐτοῦ ταράξει αὐτούς. 6 ᾿Εγὼ δὲ κατεστάθην βασιλεὺς ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐπὶ Σιὼν ὄρος τὸ ἅγιον αὐτοῦ 7 διαγγέλλων τὸ πρόσταγμα Κυρίου. Κύριος εἶπε πρός
με· υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά
σε. 8 Αἴτησαι παρ᾿ ἐμοῦ, καὶ δώσω σοι ἔθνη τὴν κληρονομίαν σου καὶ τὴν κατάσχεσίν σου τὰπέρατα τῆς γῆς. 9 Ποιμανεῖς αὐτοὺς ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ, ὡς σκεύη κεραμέως συντρίψεις αὐτούς. 10 Καὶ νῦν, βασιλεῖς, σύνετε, παιδεύθητε, πάντες οἱ κρίνοντες τὴν γῆν. 11 Δουλεύσατε τῷ Κυρίῳ ἐν φόβῳ καὶ ἀγαλλιᾶσθε αὐτῷ ἐν τρόμῳ. 12 Δράξασθε παιδείας, μήποτε ὀργισθῇ Κύριος καὶ ἀπολεῖσθε ἐξ ὁδοῦ δικαίας. 13 Ὅταν ἐκκαυθῇ ἐντάχει ὁ θυμὸς αὐτοῦ,μακάριοι πάντες οἱ πεποιθότες ἐπ᾿ αὐτῷ. |
2,1 Γιά ποιό λόγο φρύαξαν τά ἔθνη καί λαοί σχεδίασαν ἀνόητα; 2 Οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς ἔγιναν ἀρχηγοί τοῦ κινήματος καί οἱ ἄρχοντες συναντήθηκαν, γιά νά στραφοῦν κατά τοῦ Κυρίου καί κατά τοῦ Χριστοῦ Του. 3 (Εἶπαν:) «Ἄς ἀποκόψωμεν τούς δεσμούς μας μέ αὐτούς καί ἄς ἀπορρίψουμε ἀπό πάνω μας τόν ζυγό τους». 4 (Ἀλλά) ὁ κατοικῶν στούς οὐρανούς θά τούς περιγελάσει καί ὁ Κύριος θά τούς χλευάσει. 5 Τότε θά λαλήσει (ὁ Θεός) πρός αὐτούς μέ τήν ὀργή Του καί μέ τόν θυμό Του θά τούς ταράξει. (Ὁμιλεῖ ὁ Μεσσίας:) 6 «Ἐγώ δέ καταστάθηκα βασιλεύς ἀπ᾽ Αὐτόν (τόν Θεό) στήν Σιών, τό ὄρος τό ἅγιό Του, 8 Ζήτησε ἀπό μένα καί θά σοῦ σώσω τά ἔθνη ὡς κληρονομία σου καί τήν κυριαρχία σου μέχρι τά πέρατα τῆς γῆς. 9 Θά τούς κτυπήσεις μέ σιδηρά ράβδο,θά τούς συντρίψεις ὡς δοχεῖα κεραμοποιοῦ”». 10 Λοιπόν, τώρα, βασιλεῖς, συνετιστεῖτε, ἀποκτῆστε παιδεία ὅλοι οἱ κρίνοντες τήν γῆ. 11 Δουλέψτε τόν Κύριο μέ φόβο καί χαρεῖτε αὐτόν μέ τρόμο. * |
* Πῶς εἶναι δυνατόν νά ἀγαλλιᾶται
κάποιος μέ τρόμο; «Ἀδύνατον μοί φαίνεται ὁ ποιητής να μή ὡμίλει ἐν τέλει τοῦ
ψαλμοῦ περί ὑποταγῆς τῶν βασιλέων εἰς τόν Μεσσίαν, τόν Υἱόν. Διό και ἴσως
δυνάμεθα, ἀντί τοῦ «καί ἀγαλλιᾶσθε αὐτῷ ἐν τρόμῳ. Δράξασθε παιδείας», νά ἀναγνώσωμεν·
«ὑμνήσατε (ἀγαλλιᾶσθε) τόν υἱόν καί ἀσπάσασθε αὐτόν». Ὁ ἀσπασμός ἦτο ἔκφρασις ὑποταγῆς
και ὀφειλομένου σέβας πρός ἀνώτερον (Α/ Βασ. 10,1)» (Βέλλας, Ἐκλεκτοί Ψαλμοί).
1. Στόν ψαλμό μας αὐτόν
παριστάνονται ἔθνη καί λαοί νά διοργανώνουν ἕνα ἐπαναστατικό κίνημα ἐναντίον τοῦ
Θεοῦ Πατέρα καί τοῦ Υἱοῦ του Ἰησοῦ Χριστοῦ!... «Κατά τοῦ Κυρίου καί κατά τοῦ
Χριστοῦ Αὐτοῦ», λέγει ὁ ψαλμός (στίχ. 2). Βέβαια ἀπό τήν ἀρχή ὁ ψαλμωδός βλέπει
ὅτι τό κίνημα αὐτό θά καταλήξει στό «τίποτα», γι᾽ αὐτό καί ἀπορώντας λέγει: «Ἱνατί
ἐφρύαξαν ἔθνη καί λαοί ἐμελέτησαν κενά;» (στίχ. 1). Ὁ ψαλμός μας λέει γιά ποιό
λόγο τά ἔθνη καί οἱ λαοί αὐτοί τά βάζουν μέ τόν Θεό Πατέρα και μέ τόν Χριστό
Του. Τό κάνουν αὐτό γιατί δέν θέλουν τήν ὑποταγή τους σ᾽
Αὐτόν. Θέλουν νά διαρρήξουν κάθε δεσμό μέ τόν Θεό. Θέλουν νά εἶναι ἄθεοι καί ἄπιστοι. Γι᾽ αὐτό καί λένε καί διακηρύττουν: «Διαρρήξωμεν τους δεσμούς αὐτῶν καί ἀπορρίψωμεν ἀφ᾽ ἡμῶν τόν ζυγόν αὐτῶν» (στίχ. 3). Σαν νά ἔλεγαν: Φύγε, Θεέ, ἀπό πάνω μας!... Ὁ Θεός ὅμως ἀπό ψηλά βλέπει το κίνημα αὐτό τῶν ἀνοήτων ἀνθρώπων, πού τά βάζουν ἐναντίον Του, καί το ἀντιπαρέρχεται μέ ἕνα «μειδίαμα», ὅπως λέγει ὁ ψαλμός μας: «Ὁ κατοικῶν ἐν οὐρανοῖς ἐκγελάσεται αὐτούς» (στίχ. 4). Ὅμως, ἄν αὐτοί οἱ ἀνόητοι, οἱ ἄθεοι καί οἱ ἄπιστοι, συνεχίσουν τό ἐπαναστατικό τους κίνημα κατά τοῦ Θεοῦ, τότε ὁ Θεός δέν θά περιοριστεῖ στό ἁπλό μειδίαμα, ἀλλά, ὅπως λέγει ὁ ψαλμός μας, τότε «λαλήσει πρός αὐτούς ἐν ὀργῇ Αὐτοῦ καί ἐν τῷ θυμῷ Αὐτοῦ ταράξει αὐτούς» (στίχ. 5)!
2. Τώρα ἐμφανίζεται στόν ψαλμό μας νά ὁμιλεῖ ὁ Ἴδιος ὁ Μεσσίας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, πού γνωρίζουμε στήν Καινή Διαθήκη. Ὁμιλεῖ καί λέγει γιά τόν Ἑαυτό Του ὅτι χρίστηκε ἀπό Αὐτόν τόν Θεόν καί καταστάθηκε ἀπό Αὐτόν βασιλεύς στήν Σιών. Λέγει: «Ἐγώ δέ κατεστάθην βασιλεύς ὑπ᾽ Αὐτοῦ, ἐπί Σιών ὄρος τό ἅγιον Αὐτοῦ» (στίχ. 6). Καί ἀκόμη λέγει ὁ Μεσσίας για τόν σκοπό τῆς ἐγκαταστάσεώς Του ὡς βασιλέως τῆς Σιών. Καί ὁ σκοπός εἶναι νά ἐξαγγείλει τό πρόσταγμα τοῦ Θεοῦ. «Διαγγέλλων τό πρόσταγμα Κυρίου» (στίχ. 7). Ποιό εἶναι αὐτό τό «πρόσταγμα τοῦ Κυρίου», πού ἔρχεται ὁ Μεσσίας νά ἐξαγγείλει; Εἶναι ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ἐπειδή ὑπῆρχε στήν Παλαιά Διαθήκη ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ, πού δόθηκε διά τοῦ Μωυσέως, ἄρα τώρα ὁ Μεσσίας θά ἐξαγγείλει νέο Νόμο, τό ἅγιο Εὐαγγέλιό Του. Ἀκόμη ὁ ψαλμός μας ἐδῶ μᾶς λέει γιά τήν σχέση, τήν στενή σχέση, πούἔχει ὁ Μεσσίας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, μέ τόν Θεό. Εἶναι Υἱός Του, πού γεννήθηκε ἀπό τήν οὐσία Του. Γι᾽ αὐτό καί ἐδῶ στόν ψαλμό μας μέ πανηγυρικό τόνο ὁ Μεσσίας λέγει: «Κύριος εἶπε πρός με· Υἱός Μου εἶ Σύ, Ἐγώ σήμερον γεγέννηκά Σε» (στίχ. 7). Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ καί γεννήθηκε ἀπό τόν Θεό Πατέρα πρό πάντων τῶν αἰώνων, ὅπως τό λέγουμε στό «Πιστεύω» μας. Αὐτήν τήν προαιώνια γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ δηλώνουν οἱ λόγοι τοῦ Θεοῦ πρός Αὐτόν, πού εἴπαμε παραπάνω: «Υἱός Μου εἶ Σύ, Ἐγώ σήμερον γεγέννηκά Σε». Καί ἀφοῦ ὁ Μεσσίας ἔλαβε ὡς ἄνθρωπος τέτοια ἐξουσία καί τέτοια δύναμη ἀπό τόν Θεό, ἄρα τό βασίλειό Του, δηλαδή ἡ Ἐκκλησία Του, εἶναι παγκόσμια. Εἶναι «καθολική», δηλαδή εἶναι σέ ὅλο τόν κόσμο, ὅπως τό λέμε καί στό «Πιστεύω» μας. Αὐτήν τήν παγκοσμιότητα τοῦ Μεσσία ἐκφράζει ὁ ψαλμός μας ἐδῶ παρουσιάζοντας τόν Θεό Πατέρα νά λέγει πρός Αὐτόν: «Δώσω Σοι ἔθνη την κληρονομίαν Σου καί τήν κατάσχεσίν Σου τά πέρατα τῆς γῆς» (στίχ. 8). Εἶναι αὐτό πού εἶπε ὁ ἀναστάς Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός στούς μαθητές Του: «Ἐδόθη Μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς» (Ματθ. 28,18). Βέβαια, τήν ἐξουσία αὐτή τοῦ Μεσσία δέν θά τήν ἀναγνωρίζουν ὅλοι καί δέν θα ὑποτάσσονται ὅλοι σ᾽ Αὐτόν. Θά ὑπάρχουν καί οἱ ὑβριστές καί οἱ ἐπαναστατοῦντες ἐναντίον Του, ὅπως τό εἴδαμε καί στόν 2ο ψαλμό πού ἑρμη-νεύουμε. Γιατί εἴπαμε ἀπό τήν ἀρχή ὅτι ὁ ψαλμωδός βλέπει ἔθνη καί λαούς. νά στρέφονται κατά τοῦ Θεοῦ καί κατά τοῦ Μεσσία (στίχ. 1-2). Ἀλλά, ἄς καθήσουν φρόνιμα καί ἄς μήν ἐνεργοῦν ἀσύνετα τά ἔθνη καί οἱ λαοί και μεμονωμένα ἄτομα πού στρέφονται κατά τοῦ Μεσσία, κατά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γιατί ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Μεσσίας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, παριστάνεται ἐδῶ νά κρατεῖ στά χέρια Του «ράβδο σιδηρά», γιά νά συντρίψει «ὡς σκεύη κεραμέως» ὅσους ἐναντιοῦνται σ᾽ Αὐτόν (στίχ. 9). Ἄς φοβηθοῦν λοιπόν οἱ ἐναντιούμενοι κατά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του, γιατί ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι Θεός. Μακροθυμεῖ μέν στήν ἀρχή, «ἐκγελάσεται αὐτούς», ὅπως λέγει ὁ ψαλμός μας (στίχ. 4), γιά νά δώσει καιρό μετανοίας στούς ἀπίστους καί ἀθέους, ἀλλά, ὅταν αὐτοί συνεχίζουν την ἀθεϊστική τους πολεμική, τότε ὁ Ἰησοῦς Χριστός «λαλήσει πρός αὐτούς ἐν ὀργῇ Αὐτοῦ καί ἐν τῷ θυμῷ Αὐτοῦ ταράξει αὐτούς» (στίχ. 5). Τότε ὁ Ἰησοῦς Χριστός μέ τήν σιδηρά ράβδο Του «ὡς σκεύη κεραμέως συντρίψει αὐτούς» (στίχ. 9). Καί ἄς φοβηθοῦμε ὅλοι ὅσοι συνεχίζουμε νά ἁμαρτάνουμε, ἐναντιούμενοι ἔτσι κατά τοῦ Θεοῦ, τό «σιδερένιο μπαστούνι τοῦ Θεοῦ», πού ἔλεγε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός.
3. Τέλος ὁ ποιητής τοῦ ψαλμοῦ στρέφεται πρός αὐτούς πού διοργάνωσαν τό ἐπαναστατικό κίνημα κατά τοῦ Θεοῦ καί κατά τοῦ Υἱοῦ Του, τοῦ Μεσσία, καί τούς λέγει νά ἔχουν σύνεση («σύνετε», στίχ. 10), νά ἀποκτήσουν τήν παιδεία τοῦ Θεοῦ («παιδεύθητε», στίχ. 10· «δράξασθε παιδείας», στίχ. 12) καί νά ὑποταγοῦν στόν Θεό μέ πλήρη ὑποταγή σ᾽ Αὐτόν («δουλεύσατε τῷ Κυρίῳ ἐν φόβῳ», στίχ. 11), «μή ποτε ὀργισθῇ Κύριος... ὅταν ἐκκαυθῇ ἐν τάχει ὁ θυμός Αὐτοῦ», στίχ. 13. Ἀλλοίμονο σέ ὅσους τά βάζουν μέ τόν Θεό καί χαρά καί εὐτυχία σέ ἐκείνους πού ὑποτάσσονται σ᾽ Αὐτόν.«Μακάριοι πάντες οἱ πεποιθότες ἐπ᾽ Αὐτῷ», ὅπως λέγει στό τέλος του ὁ ψαλμός μας (στίχ. 13).
Aνεπίγραφος καὶ ὁ ψαλμὸς οὗτος. ᾿Αλλ’ ἐν Πράξ. δ΄ 25 ἀποδίδεται εἰς τὸν Δαβίδ. Εἶναι καθαρῶς μεσσιακὸς ψαλμός, εἰς τοῦτο δὲ συμφωνοῦσι τόσον ἡ ἰουδαϊκή, ὅσον καὶ ἡ χριστιανικὴ παράδοσις. Καὶ διετύπωσαν μέν τινες ἐκ τῶν νεωτέρων διαφόρους γνώμας περισσότερον ἢ ὀλιγώτερον ὀρθολογιστικάς, αἱ ἐκδοχαὶ ὅμως αὗται, ἐκτὸς τοῦ ὅτι παρουσιάζονται ἐν πολλοῖς ἀντιφατικαὶ καὶ ἀναιροῦσιν ἀλλήλας, δὲν συμβιβάζονται καὶ πρὸς τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ ἐν τῷ ψαλμῷ κατασταθέντος βασιλέως, ὅστις κατονομάζεται υἱὸς τοῦ Θεοῦ ὑπὸ εἰδικήν τινα ἔννοιαν καὶ εἶναι προωρισμένος νὰ βασιλεύσῃ μέχρι τῶν περάτων τῆς γῆς καὶ νὰ συντρίψῃ ὡς σκεύη κεραμέως τοὺς ἀντιτιθεμένους αὐτῷ, ἐπὶ πλέον δὲ χαρακτηρίζεται καὶ ὡς Χριστὸς τοῦ Κυρίου. Αἱ ἐπανειλημμέναι ἄλλως τε παραπομπαὶ αἵτινες ἐγένοντο ὑπὸ τῶν θεοπνεύστων συγγραφέων τῆς Κ. Δ. εἰς τὸν ψαλμὸν τοῦτον (Πράξ. δ΄ 25, ιγ΄ 33, Ἕβρ. α΄ 5, ε΄ 5, ᾿Αποκ. β΄ 27-28, ιθ΄ 15-19) ἐπιβεβαιοῦσι τὸν ἀποκλειστικῶς μεσσιακὸν χαρακτῆρα αὐτοῦ. Ὁ ψαλμὸς ἄλλωστε οὗτος εἶναι καὶ τὸ ἀναγκαῖον συμπλήρωμα τοῦ προηγουμένου ψαλμοῦ. Διότι ἐὰν ἐκεῖνος δεικνύῃ πρὸς ἡμᾶς τὴν ὁδὸν τῆς μακαριότητος, οὗτος παρουσιάζειεἰς ἡμᾶς τὸν Σωτῆρα, τὸν ἐξασφαλίζοντα εἰς ἡμᾶς τὴν μοκοριότητα τούτην. Ὑπὸ τοῦ πρώτου τονίζεται ἡ ἀνάγκη τῆς ὑποταγῆς ἡμῶν εἰς τὸν νόμον, διότι ἄνευ αὐτῆς καθίσταται ἀδύνατον , νὰ γίνωμεν ἀρεστοὶ εἰς τὸν Θεόν. Ὑπὸ τοῦ δευτέρου τούτου δεικνύεται εἰς ἡμᾶς ὁ Μεσσίας, τὸν ὁποῖον καλούμεθα νὰ ἐγκολπωθῶμεν προκειμένου νὰ μετάσχωμεν τῆς χάριτος καὶ τῶν δωρεῶν τοῦ Εὐαγγελίου,διὰ τῶν ὁποίων θὰ καταστῶμεν μακάριοι. Διαιρεῖται εἰς τέσσαρας στροφάς. Ἐν τῇ πρώτῃ (στίχ. 1- 3) παρουσιάζονται τὰ ἔθνη ὑπὸ τὴν ἡγεσίαν ἀσεβῶν βασιλέων καὶ ἀρχόντων ματαίως ἐπαναστατοῦντα κατὰ τοῦ Κυρίου καὶ κατὰ τοῦ Χριστοῦ αὐτοῦ. Ἐν τῇ δευτέρᾳ (στίχ. 4-5) ὁ Κύριος οἰκτείρει τοὺς ἀποστάτας περιγελῶν τὰς ματαίας ἀποπείρας των καὶ ἑτοιμαζόμενος νὰ ταράξῃ αὐτοὺς διὰ τῆς ἐκσπάσεως τῆς ἀγανακτήσεώς του. Ἐν τῇ τρίτῃ (στίχ. 6-95) ὁ Μεσσίας ἐγκαθίσταται βασιλεὺς αἰώνιος ἐν τῇ Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐξαγγέλλει τὸ πρόσταγμα τοῦ ἐνΘρονίσαντος αὐτὸν Πατρός του. Καὶ ἐν τῇ τετάρτῃ (στίχ. 10-13) προτρέπονται τὰ ἔθνη καὶ οἱ βασιλεῖς των, ἵνα σωφρονισθοῦν καὶ ἐπιστραφοῦν πρὸς Κύριον,διότι ἄλλως αἱ ἀναμένουσαι αὐτοὺς τιμωρίαι θὰ εἶναι τρομεραί.
Ἠθικὴ ἐφαρμογή.
Ὁ ψαλμὸς οὗτος μᾶς πληροφορεῖ, ὅτι ὁ Χριστὸς καὶ ἡστρατιὰ αὐτοῦ ἀντιμετωπίζουν ἀκαταπαύστως ἀντιδράσεις, οὐχὶ στιανίως λυσσώδεις καὶ φονικάς: ἀλλὰ καὶ πάντοτε νικοῦν καὶ οὐδέποτε ἐγνώρισαν τὴν καταισχύνην τῆς ἥττης. Μεθ΄ ἱεροῦ λοιπὸν ἐνθουσιασμοῦ ἂς χαιρετίσωμεν τὸν θεῖον ἀρχηγόν μας, τὸν θριαμβεύοντα πάντοτε κατὰ τῶν ἐχθρῶν τῆς βασιλείας του καὶ ὁλονὲν ὑποτάσσοντα τούτους ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ. .Οσονδήποτε καὶ ἂν φαίνεται κυριαρχοῦν τὸ κακόν, μὴ ἀμφιβάλλωμεν ὅτι οἱ ἐχθροὶ τοῦ Κυρίου θὰ γελοιοποιηθοῦν καὶ θὰ ἐκμηδενισθοῦν, ἡ βασιλεία του δὲ ἀσφαλῶς καὶ βεβαίως θὰ ἔλθῃ. Μετὰ πίστεως λοιπὸν ἀκραδάντου ἂς ἐπαναλαμβάνωμεν καὶ ἡμεῖς τὸ «Ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου». 'Επόμενον εἶναι ἐξ ἄλλου ἐν τῇ προσπαθείᾳ ἡμῶν ὅπως ἀρέσωμεν εἰς τὸν Κύριον νὰ συναντῶμεν καὶ ἡμεῖς πειρασμούς, παραγνωρίσεις καὶ ἀντιδράσεις. Μὴ ἀποθαρρυνώμεθα. Κύριός μας καὶ ἀρχηγός μας εἶναι ὁ κρατῶν εἰς χεῖρας αὐτοῦ σκῆπτρον σιδηροῦν καὶ συντρίβων ὡς σκεύη κεραμέως τοὺς ἐχθροὺς αὐτοῦ. Πρὸς τοὺς ἀποτελοῦντας τὴν παράταξίντου εἶπε: Θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον. ᾿Ηγωνίσθη καὶ ἐνίκησε, διὰ νὰ γίνῃ ἡ νίκη του καὶ ἰδική μας νίκη. Μὴ παραλείπωμεν συγχρόνως νὰ δοξάζωμεν τὸν Χριστὸν ὡς τὸν ἀΐδιον καὶ μονογενῆ Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, ὡς τὸν μόνον Κύριον καὶ Βασιλέα ἡμῶν, πρὸς τὸν ὁποῖον χρεωστοῦμεν καὶ ἡμεῖς ἀπόλυτον ὑποταγὴν καὶ ἐπὶ τοῦ ὁποίου μετ΄ ἀπεριορίστου ἐμπιστοσύνης ὀφείλομεν νὰ στηριχθῶμεν, φοβούμενοι μὲν καὶ τρέμοντες μήπως παροργίσωμεν αὐτόν, καυχώμενοι δὲ καὶ ἀγαλλόμενοι, ὅτι τοιοῦτον ἔχομεν Σωτῆρα καὶ ἀρχιερέα καὶ λυτρωτήν, ὑπ’ αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς χρισθέντα καὶ ἐγκατασταθέντα ἐπὶ τοῦ ἐν οὐρανοῖς αἰωνίου Θρόνου του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου