Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2023

Παράδοξα σήμερον, εἶδον τὰ ἔθνη πάντα ἐν πόλει…Ἀθηνῶν – Παναγία «η Εγκυμονούσα»;

Του Βασιλείου Γκρίλλα, Υπ. Διδάκτορος Θεολογίας 


 Ο ρόλος της Ορθόδοξης Αγιογραφίας είναι να τροποποιεί τους κανόνες της ζωγραφικής των κοσμικών παραστάσεων για να αποδώσει μαζί με το αισθητά αντιληπτό, το υπερβατικό και το εξιδανικευμένο. Στην λογική αυτή της αγίας τέχνης, η κατάργηση των κανόνων των κοσμικών παραστάσεων είναι και επιβεβλημένη και αιτιολογημένη, για να αποδίδεται ορθά, όχι μόνο το δόγμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αλλά και οι μορφές και οι σκηνές θεμάτων που έχουν βαρύνουσα θεολογική σημασία. Έτσι, η αγιογραφία αποδίδει μεν όσους έζησαν ή όσα διαδραματίστηκαν εν χρόνω στον υλικό κόσμο, αλλά στην τελειωμένη διάσταση του άχρονου και άυλου. Στην αγιογραφία ό,τι παραλείπεται απεικονιστικά από την κοσμική διάσταση των πραγμάτων, αποδίδεται με την προσθήκη συμβόλων τα οποία αφενός μεν ολοκληρώνουν την νοηματική σύνθεση, αφετέρου γίνονται αντιληπτά μόνο απ΄ αυτόν που έχει την δυνατότητα ερμηνείας τους, δηλ. του μυημένου Χριστιανού. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο η Εκκλησία διασφαλίζει την αλήθεια του ορθόδοξου δόγματος και σύνολης της Παραδόσεώς Της, απορρίπτοντας κατηγορηματικά κάθε απεικονιστική αυθαιρεσία και κάθε δεισιδαιμονική αντίληψη. 


 Βρεθήκαμε προσφάτως έκπληκτοι να αντικρίσουμε στο διαδίκτυο να προβάλλεται η «εικόνα» της Παναγίας της «Εγκυμονούσας». Δυστυχώς, δεν ήταν φάρσα. Είναι μια πραγματικότητα με μια νέα «εικόνα» που «αγιογραφήθηκε», τοποθετήθηκε σε θρόνο και βρέθηκε αίφνης εντός Ναού. Και φυσικά, όπως συμβαίνει σε όλες τις εκπτώσεις, το θέαμα αυτής της πρωτότυπης παρατυπίας συγκεντρώνει πλήθη, όπως λέχθηκε εσχάτως στο διαδίκτυο. Αυτό είναι λογικό. Σε μια εποχή όπου ο κόσμος αναζητά το ηδύ και ευχάριστο με ευκολία, αποδέχεται άμεσα, ότι ενεργείται παραγωγικά στο συναίσθημα, άσχετα αν αποκόπτεται από την λογική. Στην οπτική αυτών των συμπεριφορών ο Απ. Παύλος λέγει: «ἔσται γὰρ καιρὸς ὅτε τῆς ὑγιαινούσης διδασκαλίας οὐκ ἀνέξονται, ἀλλὰ κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τὰς ἰδίας ἑαυτοῖς ἐπισωρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι τὴν ἀκοήν, καὶ ἀπὸ μὲν τῆς ἀληθείας τὴν ἀκοὴν ἀποστρέψουσιν, ἐπὶ δὲ τοὺς μύθους ἐκτραπήσονται.» (Β’ Τιμ. 4, 3-4).

 Κατηγορηματικά το πράγμα είναι απαράδεκτο. Σε μια άλλη εκκλησιαστική πραγματικότητα και ο εμπνευστής και ο αγιογράφος θα αποκόπτονταν από την Εκκλησία. Η ιδέα της ιστορήσεως της Θεοτόκου σε κατάσταση εγκυμοσύνης αποτελεί καινοφανή μοντερνισμό άνευ ουδενός ερείσματος θεολογίας. Στην Παράδοση της Εκκλησίας ουδέποτε υπήρξε τέτοια απεικόνιση. Δικαίως θα αναρωτηθεί κάποιος: Μα καλά! Δεν δυνάμεθα να εξεικονίσουμε νέα εκκλησιαστικά θέματα ή πρόσωπα; Η απάντηση είναι καταφατική. Σαφώς και δυνάμεθα. Γι’ αυτό άλλωστε έχουμε πάντα στην αγιογραφία και νέες εξεικονίσεις. Δυνάμεθα υπό την προϋπόθεση -πάντα- ότι δεν προσβάλουμε τα δόγματα, έτσι όπως η Εκκλησία τα θέσπισε, οι Πατέρες τα προστάτευσαν και η Παράδοση τα διαφυλάσσει ακέραια. 

 Η άποψη που ακούστηκε ότι πηγή έμπνευσης αυτής της «εικόνας» υπήρξε μια αντίστοιχη που υπάρχει στην Ναζαρέτ -εκεί που η Θεοτόκος έλαβε από τον Αρχάγγελο την χαρμόσυνη είδηση του Ευαγγελισμού- αποτελεί στοιχείο διερεύνησης. Διερεύνησης, όχι για το αν υπάρχει μια τέτοια «εικόνα», αλλά γιατί ένα εικονογραφικό λάθος αναπαράγεται αδιάκριτα. Και εν πάσει περιπτώση κι αν ακόμα ανεχθούμε την ύπαρξη μιας τέτοιας εικόνα στην Ναζαρέτ, έστω κι αν είναι λάθος, κανένας δεν τεκμηριώνει το δικαίωμα να προσλαμβάνει ένα στοιχείο τοπικής εκκλησιαστικής παράδοσης και να το κάνει καθολικό. Δυστυχώς αυτή η τακτική γέμισε την Εκκλησία με «εικόνες» της «Αγίας Οικογένειας», με «Επτάσπαθες Παναγίες», με «εικόνες» του Χριστού «Τετρωμένη Καρδία» κ.α. 

 Η Θεοτόκος στην Εκκλησία δεν αποτυπώθηκε ποτέ σε εικόνισμα ούσα σε κατάσταση εγκυμοσύνης. Ο λόγος είναι απλός. Για να διασφαλιστεί μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια η Θεολογία ότι, η σύλληψη του Χριστού στην κοιλία της Θεοτόκου, διαφέρει από τον μεταπτωτικό τρόπο σύλληψης των ανθρώπων, καθόσον η κυοφορία της Θεοτόκου είναι «εκ πνεύματος αγίου» όπως αναντίρρητα διατυπώνεται στο Σύμβολο της Πίστεως. Επιπρόσθετα οι Πατέρες δεν έδωσαν βαρύτητα στην εγκυμοσύνη της Θεοτόκου. Η Παναγία δεν βρίσκεται σε κατάσταση «ἐν + κύω (εγκυμονώ)» διότι απλά δεν φέρει στα σπλάχνα της ένα «κύμα» (κύμα=κάτι που φουσκώνει). Η Θεοτόκος κατεργάζεται την λύτρωση του ανθρώπινου γένους, διότι βαστάζει στην γαστέρα της «Θεοῦ Ἀμνὸν τὸν αἴροντα, κόσμου παντὸς τὰ πταίσματα·». Η Θεολογία ποτέ δεν επιχείρησε την ερμηνεία αυτού του Μυστηρίου και σαφώς η Εκκλησία δεν το εξεικόνισε. Το ενδιαφέρον της Εκκλησίας στρέφεται κυρίως στην σύλληψη, η οποία εικονίζεται στην εικόνα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Το πράγμα δεν είναι τυχαίο. Επιπρόσθετα ο όρος «εγκυμοσύνη» δεν είναι δόκιμος θεολογικά για την Παναγία. Η Παναγία δεν φέρει στα σπλάχνα της ένα «κύημα», ένα απλό έμβρυο, αλλά τον Θεάνθρωπο. Η «εγκυμοσύνη» της Θεοτόκου υπερβαίνει όχι μόνο τους νόμους της φύσεως («νικᾶται φύσεως τάξις» ομολογεί για την Παναγία η Εκκλησία), αλλά δίνει στην ανθρωπότητα μια άλλη διάσταση. Η διάσταση αυτή εμφαίνεται στον ορθόδοξο Ναό. Τί συμβαίνει εκεί αγιογραφικά;

 Το κοίλον της κόγχης του Ιερού σε κάθε Ναό συμβολίζει και προβάλει την κοιλία της Θεοτόκου δια της οποίας ο Χριστός από τον Ουρανό (βλέπε στον ναό: τρούλος) κατέρχεται στην γη. Η κόγχη δηλ. του Ιερού -κοιλία της Θεοτόκου- είναι η πραγματική κλίμακα δια της οποίας «ὁ ὑψηλὸς Θεός ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος͵ βουλόμενος ἑλκυσαι πρὸς τὸ ὕψος» του Ουρανού το ανθρώπινο γένος. Γι’ αυτό ο και το τόκος της Θεοτόκου είναι τόσο διαφορετικός από κάθε άλλον τόκο, που η ίδια η Εκκλησία βλέποντάς τον μαρτυρεί ομολογώντας «ξένον τόκον ἰδόντες ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου͵ τὸν νοῦν εἰς οὐρανόν μεταθέντες·». Αν λοιπόν ο τόκος είναι «ξένος», τότε και η εγκυμοσύνη του τόκου είναι «ξένη» και δεν χωρεί κανένας -μα κανένας- συσχετισμός προς την σχετική ανθρώπινη αντίληψη περί εγκυμοσύνης. Και το πράγμα έχει ακόμα μεγαλύτερο βάθος. 

 Η Θεοτόκος δεν έμεινε απλώς έγκυος. Έκανε την μήτρα Της θρόνο για τον Ουράνιο Βασιλέα και παρέδωσε, σε απόλυτη υπακοή ελεύθερης επιλογής, την γαστέρα της στον Θεό, ώστε να γίνει πλατυτέρα η γαστέρα των ουρανών για να χωρέσει ο Αχώρητος! Στην οπτική αυτή η Εκκλησία θωρεί την Παναγία ως «Θεοῦ ἀχωρήτου χώρα·» και «σεπτοῦ μυστηρίου θύρα». Γι’ αυτό και η Εκκλησία αναφερόμενη στην Θεοτόκο την μακαρίζει αναγνωρίζοντας ότι «τὴν γὰρ σὴν μήτραν θρόνον ἐποίησε καὶ τὴν σὴν γαστέρα πλατυτέραν οὐρανῶν ἀπειργάσατο.». Στην βάση αυτής της Θεολογίας, στην κορυφή της κόγχης του Ιερού η Παράδοση της Εκκλησίας κατέληξε να αγιογραφείται η Θεοτόκος ως η Πλατυτέρα των Ουρανών, ακριβώς για να υπερπηδήσει τα ανθρώπινα σχήματα σύλληψης, εγκυμοσύνης και τόκου και να δηλώσει την Θεοτόκο απόλυτα και κατηγορηματικά ως «κλῖμαξ ἐπουράνιε͵ δι΄ ἧς κατέβη ὁ Θεός» και ως «γέφυρα μετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν», όπως ομολογεί η Εκκλησία στους προς την Θεοτόκο Χαιρετισμούς. Και το πράγμα έχει ακόμα μεγαλύτερο βάθος. 

 Η Θεοτόκος δεν κυοφόρησε απλώς ένα βρέφος. Δεν κυοφόρησε ένα οποιοδήποτε βρέφος. Και σαφώς δεν γέννησε οποιοδήποτε βρέφος. Η Θεοτόκος διάνοιξε αφράστως την μήτρα Της και έτεκε το ένα και μόνο «ἄρσεν», το ένα και μοναδικό τέκνο «ἅγιον Θεῷ». Όταν η Εκκλησία ομολογεί «πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν ἅγιον τῷ Κυρίῳ κληθήσεται», δηλώνει αδιαπραγμάτευτα ότι πρόκειται για το Πρόσωπο του Θεανθρώπου. Κανένα παιδί στον κόσμο δεν γεννήθηκε με άγιο τρόπο. Άπαντες γεννηθήκαμε με την σαρκικότητα της μεταπτωτικής γαμικής σχέσης. Άπαντες εξήλθαμε από διανοιγμένη μήτρα γυναικός. Ο μόνος και ένας που γεννήθηκε από παρθενική μήτρα είναι ο Χριστός. Στην προέκταση αυτή η κυοφορία της Θεοτόκου δεν συνάδει προς την μεταπτωτική κυοφορία, διότι τότε ο Χριστός δεν θα γεννιόταν αναμάρτητος, αλλά φέροντας το ίδιο προπατορικό αμάρτημα που φέρει άπαν το γένος των ανθρώπων. Η κυοφορία λοιπόν της Θεοτόκου δεν μπορεί να συσχετιστεί με την κυοφορία της κάθε γυναίκας. 

 Προφανώς για το θέμα μας, ο εμπνευστής της «εικόνας» της «Εγκυμονούσης» Θεοτόκου -απαιδεύτως- συγχέει την κυοφορία προς την μητρότητα. Ναι! Στην μητρότητα κάθε γυναίκα ταυτίζεται με την Παναγία. Ναι! Στην μητρότητα η Παναγία ταυτίζεται προς την κάθε γυναίκα. Αλλά αυτό είναι διαφορετικό από το γεγονός της κυοφορίας. Η Θεοτόκος δεν κυοφορεί όπως κάθε γυναίκα. Η Θεοτόκος κυοφορεί καθόσον «δύναμις τοῦ ὑψίστου ἐπεσκίασε τότε πρὸς σύλληψιν τῇ ἀπειρογάμῳ» και η κυοφορία του Χριστού ενεργείται με δεδομένο ότι η Θεοτόκος αναγνωρίζεται ως «Ἔχουσα θεοδόχον ἡ Παρθένος τὴν μήτραν». Καμία άλλη γυναίκα δεν κυοφορεί έτσι! 

 Οι Πατέρες και η συνείδηση της Εκκλησίας ποτέ δεν μίλησαν για «εγκυμοσύνη» της Θεοτόκου. Μίλησαν για κυοφορία -πάρα πολύ- διακριτικά και με ιδιαίτερο σεβασμό. Δεν είναι τυχαίο που τόσο όμορφα αναφέρεται για την Παναγία το «χαῖρε, ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα·», καθόσον αναγνωρίζεται όχι απλώς ως μια εγκυμονούσα, αλλά ως «βασιλέως καθέδρα». Και να που ο ίδιος ο Ναός μας το ερμηνεύει! Δεν είναι τυχαίο που στην ρίζα της κόγχης του Ιερού, ακριβώς στην βάση του κοίλου που συμβολίζει την κοιλιά της Θεοτόκου, και ακριβώς αποκάτω από την Πλατυτέρα των Ουρανών, η Εκκλησία τοποθετεί την Καθέδρα του Επισκόπου που ίσταται εκεί ολοζώντανος εις τύπον και τόπον Χριστού, όπως ο Χριστός στάθηκε στην γαστέρα της Παρθένου! Όλα σοφά στην Εκκλησία! Όλα τακτοποιημένα! Όλα ερμηνευμένα από τους Αγίους Πατέρες! Και γεννιέται το ερώτημα προς τί οι βλακώδεις νεοφανείς καινοτομίες- κενοτομίες με την Θεοτόκο «Εγκυμονούσα»; 

 Στο δια ταύτα. Η εγκυμοσύνη της Θεοτόκου αποδίδεται ΜΟΝΟ ως σύμβολο στην Θεολογία με την ύπαρξη του αστέρα (συνήθως χρυσού) επί της κεφαλής Της. Ο αστέρας είναι οκτάκτινος για να συμβολίζονται οι οκτώ ημέρες της Δημιουργίας, καθόσον η Θεοτόκος μάς εισάγει στην όγδοη ημέρα της Δημιουργίας με την ενανθρώπιση του Χριστού. Μάλιστα η αξία του επί της κεφαλής αστέρα ενεργείται σε συνδυασμό με τους άλλους δύο αστέρες επί των ώμων για να δηλωθεί το Αειπάρθενον της Θεοτόκου, καθόσον είναι Παρθένος προ (αστέρας δεξιού ώμου), κατά (αστέρας κεφαλής) και μετά (αστέρας αριστερού ώμου) του Τόκου Της. 
 ***** 
 Στο όνομα ανόητων συναισθηματισμών κανένας δεν έχει το δικαίωμα στην Εκκλησία να αυθαιρετεί και να αυτοσχεδιάζει προσβάλοντας τα ιερά Πρόσωπα της Πίστεως, την Εκκλησία, τους Πατέρες την Ιερά Παράδοση. Μια «συναισθηματική» εξεικόνιση που τάχα «συμβολίζει, την ευλογημένη περίοδο της εγκυμοσύνης στη ζωή της γυναίκας» όπως γράφθηκε στο διαδίκτυο, αποτελεί αυθαίρετο «σύμβολο». Τα σύμβολα της Εκκλησίας θεσπίζονται από την Εκκλησία και όχι από την υποκειμενικότητα του οποιουδήποτε. Αν συμβαίνει αυτό τότε ο κάθε εμπνευστής τέτοιων φαινομένων σημαίνει ότι δεν αρκείται και δεν αναπαύεται στα σύμβολα της Εκκλησίας και προσπαθεί να βρει νέα για να αισθανθεί καλύτερα, για να ορίζει το λόγο της ύπαρξής του στην Εκκλησία σε δικά του θέσμια, για να δείχνει τι του αρέσει και για να αρέσει ο ίδιος στους άλλους μέσα από αυτό. 

 Η θέση που διατυπώθηκε στο διαδίκτυο για να δικαιολογήσει την «εικόνα» της Παναγίας της «Εγκυμονούσης» ότι: «Κάθε εγκυμοσύνη είναι προέκταση του Ευαγγελισμού και της συλλήψεως του ίδιου του Χριστού μέσα στην κοιλία της Μάνας μας Παναγίας και κάθε παιδί γεννιέται βγαίνοντας από την κοιλιά της οποιαδήποτε γυναίκας, συμβολίζει αυτή την παράδοση του μυστηρίου από την ίδια την Παναγία μας» αποτελεί αιρετική δοξασία. Αν όντως την έχει ισχυριστεί ο εμπνευστής της «εικόνας», πρέπει να ανακαλέσει την θέση του, αλλιώς η Εκκλησία πρέπει να ενεργήσει τα δέοντα επί αιρετικής διδασκαλίας. Η θέση είναι άκρως βλάσφημη. Πότε και που η Θεολογία της Εκκλησίας ισχυρίστηκε ότι «κάθε εγκυμοσύνη είναι προέκταση του Ευαγγελισμού και της συλλήψεως του ίδιου του Χριστού»;

 Θεοτόκος κυοφόρησε συλλαμβάνοντας όπως κάθε άλλη γυναίκα; Η γαμική σχέση κάθε γυναίκας είναι προέκταση του Ευαγγελισμού; Πώς τολμά κάποιος να ξεστομίζει τέτοια λόγια και από που τα εμπνεύστηκε; Πού πήγαν οι Όροι της Γ’ και Δ’ Οικουμενικής Συνόδου για την Χριστολογία και το πρόσωπο της Θεοτόκου; Και επιπρόσθετα αναρωτήθηκε αυτός που ξεστόμισε αυτά τα λόγια πόσες αιρέσεις κρύβουν μέσα τους; Δεν μπορεί να είναι άποψη για τον πιο απλό χριστιανό ο λόγος ότι «κάθε παιδί γεννιέται βγαίνοντας από την κοιλιά της οποιαδήποτε γυναίκας συμβολίζει αυτή την παράδοση του μυστηρίου από την ίδια την Παναγία μας». Από που προκύπτει αυτό το «σύμβολο»; Που το βρήκε στην Θεολογία και στους Πατέρες όποιος το είπε; Η οποιαδήποτε γυναίκα οιονεί την Θεοτόκο; Ο οποιοσδήποτε τόκος οιονεί «το μέγα μυστήριον» του Τόκου της Παναγίας; Η απάντηση είναι μία σε αυτά τα ερωτήματα: Στο νου κάποιων όλα είναι ίδια. 

 Η ουσία του πράγματος είναι ότι φτάσαμε στο σημείο να χαρακτηρίσουμε το αποτέλεσμα της γαμικής σχέσης, σύλληψης και εγκυμοσύνης, ως «προέκταση» του Ευαγγελισμού. Αν ισχύσει αυτό τότε ο Θεός να ελεήσει όσους θέτουν την Θεοτόκο σε αυτό το περιβάλλον σαρκικότητας και μάλιστα σε βάση αφετηρίας, καθόσον «κάθε άλλη σύληψη είναι προέκταση του Ευαγγελισμού». Αυτό που δεν γίνεται κατανοητό είναι ότι την προέκταση αν την ακολουθήσεις προς τα πίσω την ταυτίζεις με σαρκικό αμάρτημα στην Θεοτόκο. Άπαγε τέτοιας βλασφημίας. Αν κάθε εγκυμοσύνη γυναικός είναι «προέκταση» της κυοφορίας της Θεοτόκου, τότε στο πεδίο αυτό η Παναγία γίνεται το ίδιο με κάθε γυναίκα και με τον τρόπο που συλλαμβάνει. Άπαγε της βλασφημίας! Για τις θέσεις αυτές που άμεσα ή έμμεσα διατυπώνονται με ευκολία ο Θεός να ελεήσει. Σε Αυτόν προσωπικά ανα-θέτω ως χριστιανός, όλους αυτούς που με ευκολία παύουν να λειτουργούν «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσι» -και μάλιστα «μεταίρoντες ὅρια, ἅ οἱ πατέρες ἔθεντο»- προσβλέποντας στο φωτισμό τους και την επιστροφή τους στην Ορθόδοξη Δογματική Διδασκαλία. 

 Στην βυζαντινή αγιογραφία το εικονιζόμενο πρόσωπο δεν μπορεί να προβάλλεται με στοιχεία που παραπέμπουν στην ανθρώπινη αδυναμία. Κάθε πρόσωπο που η Εκκλησία αγιογραφεί είναι πρότυπο υπέρβασης αυτής της αδυναμίας είτε αυτή είναι προσωπική είτε καθολική. Αυτό επέτυχε ο κάθε εικονιζόμενος, γι’ αυτό η Εκκλησία και τον εξεικονίζει ως πρότυπο για κάθε χριστιανό. Το χέρι του αγιογράφου δίνει λόγο στο Θεό. Πρέπει λοιπόν, σε κάθε κίνηση του να έχει ως μέτρο τα θεία και όχι τα ανθρώπινα. Γι’ αυτό και η αγιογραφία είναι θεία τέχνη και γι’ αυτό ο αγιογράφος είναι ομού και ζωγράφος και καλλιτέχνης και θεολόγος. 

 Όταν η τέχνη της αγιογραφίας ενεργείται έτσι, τότε το κάθε εικόνισμα γίνεται ζώσα γνώση δόγματος και μάλιστα καλύπτοντας την ανθρώπινη ανάγκη και θεωρητικά και πρακτικά. Αν αυτό το όριο ισορροπίας χαθεί, τότε κάθε έργο υποτιθέμενης αγιογραφίας -όσο βυζαντινές γραμμές κι αν φέρει- γίνεται έργο άχρηστο και κακότεχνο γιατί φλυαρεί παραμένοντας πάντα αθεολόγητο, γίνεται έργο χωρίς καμία αισθητική, ποιοτική και θεολογική αρτιότητα.

πηγή: https://koukfamily.blogspot.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου