Σάββατο 9 Μαΐου 2020

«ΚΥΡΙΕ, ΑΝΘΡΩΠΟΝ ΟΥΚ ΕΧΩ» (Κυρ. τοῦ Παραλύτου)


ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ
 (ε΄ 1–15)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἦν ἡ ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων, καὶ ἀνέβη ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα. Ἔστι δὲ ἐν τοῖς Ἱεροσολύμοις ἐπὶ τῇ προβατικῇ κολυμβήθρα, ἡ ἐπιλεγομένη ἑβραϊστὶ Βηθεσδά, πέντε στοὰς ἔχουσα. Ἐν ταύταις κατέκειτο πλῆθος πολὺ τῶν ἀσθενούντων, τυφλῶν, χωλῶν, ξηρῶν, ἐκδεχομένων τὴν τοῦ ὕδατος κίνησιν. Ἄγγελος γὰρ κατὰ καιρὸν κατέβαινεν ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ, καὶ ἐταράσσετο τὸ ὕδωρ· ὁ οὖν πρῶτος ἐμβὰς μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ ὕδατος ὑγιὴς ἐγίνετο ᾧ δήποτε κατείχετο νοσήματι. ἦν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καὶ ὀκτὼ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ. τοῦτον ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς κατακείμενον, καὶ γνοὺς ὅτι πολὺν ἤδη χρόνον ἔχει, λέγει αὐτῷ· θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι; Ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ ἀσθενῶν· Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τὸ ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τὴν κολυμβήθραν· ἐν ᾧ δὲ ἔρχομαι ἐγώ, ἄλλος πρὸ ἐμοῦ καταβαίνει. Λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἔγειρε, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. Καὶ εὐθέως ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος, καὶ ᾖρε τὸν κράβαττον αὐτοῦ καὶ περιεπάτει. Ἦν δὲ σάββατον ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ. Ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι τῷ τεθεραπευμένῳ· σάββατόν ἐστιν· οὐκ ἔξεστί σοι ἆραι τὸν κράβαττον. Ἀπεκρίθη αὐτοῖς· ὁ ποιήσας με ὑγιῆ, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. Ἠρώτησαν οὖν αὐτόν· τίς ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ὁ εἰπών σοι, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; Ὁ δὲ ἰαθεὶς οὐκ ᾔδει τίς ἐστιν· ὁ γὰρ Ἰησοῦς ἐξένευσεν ὄχλου ὄντος ἐν τῷ τόπῳ. Μετὰ ταῦτα εὑρίσκει αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ἐν τῷ ἱερῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἴδε ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται. Ἀπῆλθεν ὁ ἄνθρωπος καὶ ἀνήγγειλε τοῖς Ἰουδαίοις ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ ποιήσας αὐτὸν ὑγιῆ.

Ἀπόδοση στὴν Νέα Ἑλληνική:
.     Τόν καιρό ἐκείνο, ἦτο ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων καὶ ἀνέβηκε ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα. Ὑπάρχει δὲ εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα κοντὰ εἰς τὴν πύλην τῶν Προβάτων μία δεξαμενή, ἡ ὁποία ὀνομάζεται Ἑβραϊστὶ Βηθεσδὰ καὶ ἡ ὁποία ἔχει πέντε στοές. Σ’ αὐτὲς ἤτανε ξαπλωμένος μεγάλος ἀριθμὸς ἀσθενῶν, τυφλῶν, χωλῶν, παραλυτικῶν, οἱ ὁποῖοι περίμεναν νὰ κινηθῇ τὸ νερό. Διότι ἕνας ἄγγελος κατέβαινε πότε – πότε εἰς τὴν δεξαμενὴν καὶ ἐτάρασσε τὸ νερό. Ἐκεῖνος λοιπὸν ποὺ ἔμπαινε πρῶτος, μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ νεροῦ, ἐθεραπεύετο ἀπὸ οἱονδήποτε νόσημα καὶ ἂν ὑπέφερε. Ὑπῆρχε ἐκεῖ ἕνας, ὁ ὁποῖος ἐπὶ τριάντα ὀκτὼ χρόνια ἤτανε ἄρρωστος. Ὅταν ὁ Ἰησοῦς τὸν εἶδε κατάκοιτον καὶ κατάλαβε ὅτι εἶχε ἤδη πολὺν χρόνον ἐκεῖ, τοῦ λέγει, «Θέλεις νὰ γίνῃς ὑγιής;».
.     Ἀπεκρίθη εἰς αὐτὸν ὁ ἀσθενής, «Κύριε, δὲν ἔχω ἄνθρωπον νὰ μὲ βάλῃ εἰς τὴν δεξαμενήν. Ὅταν τὸ νερὸ ταραχθῇ, καὶ ἐνῶ ἔρχομαι κατεβαίνει ἄλλος πρὶν ἀπὸ ἐμέ». Ὁ Ἰησοῦς τοῦ λέγει, «Σήκω ἐπάνω, σήκωσε τὸ κρεββάτι σου καὶ περπάτησε». Καὶ ἀμέσως ἔγινε ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος καὶ ἐσήκωσε τὸ κρεββάτι του καὶ περπατοῦσε. Ἡ ἡμέρα ἐκείνη ἦτο Σάββατον.
.      Γι’ αὐτὸ ἔλεγαν οἱ Ἰουδαῖοι εἰς τὸν θεραπευθέντα, «Εἶναι Σάββατον, δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ σηκώσῃς τὸ κρεββάτι σου». Αὐτὸς τοὺς ἀπεκρίθη, «Εκεῖνος ποὺ μὲ ἔκανε ὑγιῆ ἐκεῖνος μοῦ εἶπε, «Σήκωσε τὸ κρεββάτι σου καὶ περπάτησε». Τότε τὸν ρώτησαν, «Ποιός εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ σοῦ εἶπε, «Σήκωσε τὸ κρεββάτι σου καὶ περπάτησε;» Αλλ’ ὁ θεραπευθεὶς δὲν ἤξερε ποιός εἶναι, διότι ὑπῆρχε πολὺς κόσμος εἰς τὸ μέρος ἐκεῖνο καὶ ὁ Ἰησοῦς ἐξέφυγε.
.    Ὕστερα τὸν εὑρῆκε ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸν ναὸν καὶ τοῦ εἶπε, «Ἰδές, ἔγινες ὑγιής, μὴ ἁμαρτάνῃς πλέον, διὰ νὰ μὴ σοῦ συμβῇ κάτι χειρότερον». Ἔφυγε ὁ ἄνθρωπος καὶ εἶπε εἰς τοὺς Ἰουδαίους ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι αὐτὸς ποὺ τὸν ἔκανε ὑγιῆ.

«Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω»

.    Ἦταν πράγματι ἀξιολύπητος ὁ παράλυτος τῆς κολυμβήθρας Βηθεσδᾶ, μιᾶς μικρῆς λίμνης ὅπου πλῆθος ἀσθενῶν προσδοκοῦσαν τὴν θαυματουργικὴ θεραπεία τους. Κατὰ διαστήματα ἄγγελος ἀνατάραζε τὰ νερὰ τῆς λιμνούλας καὶ ὁ πρῶτος ἄρρωστος ποὺ ἔπεφτε μέσα της ἀμέσως μετὰ τὴν ἀναταραχὴ τῶν νερῶν, γινόταν καλά, ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἀρρώστια κι ἂν ἔπασχε. Καὶ αὐτὸς δὲν εἶχε κανέναν νὰ τὸν βοηθήσει. Δὲν ἦταν μόνο ἡ βαριὰ ἀσθένεια ποὺ τὸν ἔκανε νὰ ὑποφέρει 38 ὁλόκληρα χρονια, ἀλλὰ κυρίως ἡ μοναξιά. Ἡ ἐγκατάλειψή του ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους του. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὅταν τὸν πλησίασε ὁ Κύριος, μὲ πόνο ψυχῆς ἐξέθεσε τὸ δράμα του: «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω», Τοῦ εἶπε. Δὲν ἔχω κάποιον ἄνθρωπο γιὰ νὰ μὲ βοηθήσει.
.   Αὐτὸ τὸ παράπονο τοῦ παραλύτου μᾶς δίνει τὴν ἀφορμὴ σήμερα πρῶτον νὰ παρουσιάσουμε τὸ πρόβλημα τῆς μοναξιᾶς, καὶ δεύτερον νὰ ἀνακαλύψουμε τρόπους γιὰ τὴν ὑπέρβασή του.

1. ΑΠΟΥΣΙΑ ΑΓΑΠΗΣ

.    Ὁ παράλυτος λέει ὅτι δὲν ἔχει ἄνθρωπο, ἐνῶ βρισκόταν κατάκοιτος ἀνάμεσα σὲ «πλῆθος πολὺ ἀσθενούντων» καὶ μάλιστα σὲ μιὰ δημόσια εἴσοδο τῆς πόλεως τῶν Ἱεροσολύμων. Γιατί; Διότι κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους γύρω του δὲν προθυμοποιήθηκε νὰ μείνει κάποιο διάστημα μαζί του γιὰ νὰ τὸν βοηθήσει. Ἀδιάφοροι καὶ ἀσυγκίνητοι τὸν ἀντίκριζαν οἱ περαστικοί, ἐνῶ οἱ ἄλλοι ἀσθενεῖς ἐνδιαφέρονταν μόνο γιὰ τὸ ἄτομό τους καὶ κανεὶς δὲν τοῦ παραχωροῦσε τὴν θέση του, κι ἂς τὸν ἔβλεπαν καθηλωμένο τόσα χρόνια.
.   Δυστυχῶς ὅμως κάτι παρόμοιο συμβαίνει καὶ σήμερα. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ἂν καὶ διαμένουν σὲ πολυκατοικία, ζοῦν σὰν σὲ ἀπομόνωση καὶ πεθαίνουν χωρὶς κανεὶς νὰ τὸ πάρει εἴδηση. Ὑπάρχουν ἀσθενεῖς στὰ νοσοκομεῖα τοὺς ὁποίους κανεὶς δὲν ἐπισκέπτεται, κι ἂς πηγαινοέρχονται γύρω τους καθημερινὰ ἑκατοντάδες ἄνθρωποι… Ὑπάρχουν ἀκόμη γέροντες ἀνήμποροι, παιδιὰ ἐγκαταλελειμμένα, μητέρες ἀβοήθητες… Ὅλοι ἐπαναλαμβάνουν μὲ πόνο τὸ «ἄνθρωπον οὐκ ἔχω» ὑπογραμμίζοντας τὴν διαπίστωση ὅτι ἡ μοναξιὰ ἀποτελεῖ τραγικὸ φαινόμενο τῆς ἐποχῆς μας. Καὶ εἶναι στ᾽ ἀλήθεια τραγικό, στὴν ἐποχὴ μὲ τὰ τελειότερα μέσα ἐπικοινωνίας, νὰ ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ νὰ ὑποφέρουν ἀπὸ τὴ μοναξιά. Καὶ τελικὰ ἡ μοναξιὰ δὲν εἶναι ἡ ἀπομόνωση καὶ ἡ ἐγκατάλειψη ἀλλὰ ἡ ἀπουσία τῆς ἀγάπης. Ὅταν λείπει ἡ ἀγαπη, τότε μπορεῖ νὰ ζεῖς ἀνάμεσα σὲ ἑκατομμύρια ἀνθρώπων κι ὅμως νὰ νιώθεις μόνος: νὰ μὴν ἔχεις κάποιον νὰ ἐμπιστευθεῖς, νὰ τοῦ ἀνοίξεις τὴν καρδιά σου, νὰ πεῖς τὸν πόνο σου, τὸ πρόβλημά σου…

2. Η ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑΣ

Τί μποροῦμε ὅμως νὰ κάνουμε γιὰ νὰ ξεπεράσουμε αὐτὴν τὴν τραγικὴ κατάσταση τῆς μοναξιᾶς; Ὑπάρχει διέξοδος; Ναί! Τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Κύριος συνάντησε τὸν παράλυτο ὅταν ὅλοι οἱ ἄλλοι τὸν εἶχαν ἐγκαταλείψει, δίνει θάρρος καὶ ἐλπίδα σὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ βιώνει τὴν θλίψη τῆς μοναξιᾶς. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς κανέναν δὲν ἀφήνει ἔρημο καὶ ἀβοήθητο. Σ᾽ ἕνα τροπάριο τῆς σημερινῆς ἑορτῆς ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος παρουσιάζει τὸν Κύριο νὰ ἀπαντᾶ στὸ παράπονο τοῦ παραλυτικοῦ: «Διὰ σὲ ἄνθρωπος γέγονα, διὰ σὲ σάρκα περιβέβλημαι, καὶ λέγεις ἄνθρωπον οὐκ ἔχω;». Εἶναι σὰν νὰ μιλᾶ ὁ Κύριος καὶ στὸν καθένα ἀπὸ μᾶς: «Γιὰ σένα ἔγινα ἄνθρωπος, γιὰ σένα πῆρα τὴν ἀνθρώπινη σάρκα, καὶ σὺ παραπονεῖσαι ὅτι δὲν ἔχεις ἄνθρωπο;…» Πόσο εὔκολα ὅμως ξεχνᾶμε αὐτὴ τὴν σπουδαία ἀλήθεια καὶ βυθιζόμαστε στὴν ἀπελπισία! Παραπονούμαστε ὅτι δὲν ἔχουμε κανένα νὰ ἐνδιαφερθεῖ γιὰ μᾶς, ἐνῶ ἔχουμε δίπλα μας ὄχι ἁπλῶς ἕναν ἄνθρωπο ἀλλὰ τὸν παντοδύναμο Θεὸ ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ τὴν δική μας σωτηρία. Ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν κάθε ἄνθρωπο, πρὸς ἐσένα, πρὸς ἐμένα, πρὸς ὅλους μας! Καὶ δὲν εἶναι μόνο ἀοράτως κοντά μας ὁ Κύριος, ἀλλὰ στέλνει καὶ ἀνθρώπους δικούς του γιὰ νὰ παρηγοροῦν καὶ νὰ στηρίζουν ὅσους ἔχουν ἀνάγκη. Πόσοι πιστοὶ χριστιανοὶ ἐμπνεόμενοι ἀπὸ τὴν θεϊκὴ Ἀγάπη ἀναλίσκονται σὲ ἔργα διακονίας καὶ προσφορᾶς πρὸς τὸν συνάνθρωπο…! Ἄλλοι ξενυχτοῦν κοντὰ σὲ ἀσθενεῖς ποὺ εἶναι μόνοι, ἄλλοι φροντίζουν ἀστέγους, ἄλλοι συμπαρίστανται σὲ ἀναπήρους, ἄλλοι… Εἶναι ἀδύνατον νὰ περιγράψουμε ἔστω καὶ ἕνα μικρὸ μέρος ἀπὸ τὶς ἐκδηλώσεις τῆς ἀγάπης ποὺ ἐμπνέει ἡ τελεία Ἀγάπη, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός!

 .        «Ἄνθρωπον οὐκ ἔχω»… Ἡ ἀγωνιώδης κραυγὴ τοῦ παραλύτου τῆς Βηθεσδᾶ ἂς γίνει ἀφορμὴ νὰ ξυπνήσουμε καὶ μὲ ζῆλο νὰ ἐπιδοθοῦμε στὰ ἔργα τῆς ἀγάπης, ὥστε κανεὶς συνάνθρωπός μας νὰ μὴ νιώθει πλέον μόνος σ᾽ αὐτὸν τὸν ἀπάνθρωπο κόσμο μας.

ΠΗΓΗ: περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ», ἀρ. τ. 2022, 01.05.2011
Στοιχειοθεσία «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου