Κυριακή 14 Ιουνίου 2020

ΣΥΝ ΠΑΣΙ ΤΟΙΣ ΑΓΙΟΙΣ Ὁ Πρόλογος καί ὁ Ἐπίλογος εἰς τούς «Βίους τῶν Ἁγίων» Ἁγ. ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ Πόποβιτς

                                         Πρό τς λεύσεως το Σωτρος Χριστο ες τόν πίγειόν  κόσμον μαςμες ο νθρωποι ξεύραμεν μόνον τόν θάνατον  .καί  θάνατος μςΚάθε τί τό νθρώπινον τοδιαπεποτισμένον μέ τόν θάνατον, αχμαλωτισμένον καί κατανικημένον π ατόν.  θάνατος μς το πλησιέστερος καί πό τόν αυτόν μας καί περισσότερον πραγματικός πό μς τούς δίουςδυνατώτερος, συγκρίτως δυνατώτερος, πό κάθε νθρωπον χωριστά καί πό λους τούς νθρώπους μαζί.  γ το μία φρικαλέα φυλακή το θανάτου καί μες νίσχυροι δέσμιοι καί δολοι του (πρβλ. βρ. 2, 14-15). Μόνον μέ τήν λευσιν το Θεανθρώπου Χριστο « ζωή φανερώθη»φανερώθη « ζωή  αώνιος» ες τούς πηλπισμένους θνητούς, τούς θλίους δούλους το θανάτου, μς (πρβλ. 1 ωάνν. 1, 2). Ατήν τήν «ζωήν αώνιον» «ωράκαμεν τος φθαλμος μν καί α χερες μν ψηλάφησαν»ατήν μες ο χριστιανοί «μαρτυρομεν καί παγγέλλομεν» πρός πάντας (1 ωάνν. 1, 1-2). Διότι ζντες ν κοινωνί μέ τόν Σωτρα Χριστόν, ζμεν δη δ ες τήν γν τήν αωνίαν ζωήν (πρβλ. 1 ωάνν. 1, 3). πό προσωπικήν μας μπειρίαν τό γνωρίζομεν:  ησος Χριστός εναι « ληθινός Θεός καί ζωή αώνιος». Διά τοτο καί λθεν Ατός ες τόν κόσμον: διά νά μς δείξ τόν ληθινόν Θεόν καί ν Ατ τήν αωνίαν ζωήν (1 ωάνν. 5, 11).

Ες τοτο καί μόνον γκειται  ληθινή,  πραγματική φιλανθρωπία: «τι τόν Υόν ατο τόν Μονογεν πέσταλκεν  Θεός ες τόν κόσμον να ζήσωμεν δι Ατο» (1 ωάνν. 4, 9) καί ν Ατ τήν αωνίαν ζωήν. Δι ατό « χων τόν Υόν χει τήν ζωήν μή χων τόν Υόν το Θεο τήν ζωήν οκ χει» (1 ωάνν. 5, 12), λλ ερίσκεται λος ν τ θανάτ μόνη ληθινή ζωή μας, εναι  ζωή ν τ μόν ληθιν Θε καί Κυρί ησο Χριστπειδή εναι ξ λοκλήρου αωνία καί σχυροτέρα το θανάτου. Διότι, πς δύναται νά νομασθ ζωή κείνη, πού εναι μολυσμένη πό τόν θάνατον καί τελειώνει ες τόν θάνατον; πως τό μέλι, ταν ναμιχθ μέ τό δηλητήριον δέν εναι πλέον μέλι, διότι μεταβάλλεται λον ες δηλητήριον, τσι καί  ζωή,  ποία τελειώνει μέ τόν θάνατον, δέν εναι πλέον ζωή.

 φιλανθρωπία το Θεανθρώπου Χριστο δέν χει ρια καί τέλος. Διότι, διά νά ποκτήσωμεν μες ο νθρωποι τήν αωνίαν ζωήν, τήν ν Ατ καί νά τήν ζήσωμεν, δέν μς ζητεται οτε μόρφωσις, οτε δόξα, οτε πλοτος, οτε τίποτε πό κενα τά ποα μπορε κάποιος πό μς νά μή χη, λλ παιτεται κενο μόνον, τό ποον δύναται καθένας μας νά χη:  πίστις ες τόν Κύριον ησον Χριστόν. Διά τοτο Ατός –  Μόνος Φιλάνθρωπος – νήγγειλε ες τό νθρώπινον γένος τό θαυμαστόν εαγγέλιον: «Οτω γάπησεν  Θεός τόν κόσμον, στε τόν Υόν ατο τόν Μονογεν δωκεν, να πς  πιστεύων ες ατόν μή πόληται, λλ χ ζωήν αώνιον…  πιστεύων ες τόν Υόν χει ζωήν αώνιον» (ωάνν. 3, 16, 36). πό λόκληρον τό νθρώπινον γένος, μόνος  Χριστός, ς μόνος ληθινός Θεός, πού δίδει ες τόν νθρωπον κενο τό ποον κανείς κ τν γγέλων  τν νθρώπων δέν δύναται νά δώσ, Ατός μόνος εχε τήν ξουσίαν καί τό κρος νά δηλώσ: «μήν, μήν λέγω μν,  πιστεύων ες μέ χει ζωήν αώνιον» (ωάνν. 6, 47) καί «μεταβέβηκεν κ το θανάτου ες τήν ζωήν» (ωάνν. 5, 24) κόμη καί ες ατήν τήν ζωήν.

 πίστις ες τόν Χριστόν «νώνει τόν νθρωπον μέ τόν αώνιον Κύριον,  ποος κατά τό μέτρον τς πίστεως το νθρώπου πληρο τήν ψυχήν του μέ τήν αωνίαν ζωήν καί τότε ασθάνεται καί κατανοε τόν αυτόν του ς αώνιον. Ατό γίνεται τόσον περισσότερον, σον  νθρωπος ζ κατ ατήν τήν πίστιν,  ποία γιάζει βαθμηδόν τήν ψυχήν του, τήν καρδίαν του, τήν συνείδησίν του, λον τό εναι του μέ τάς θείας νεργείας τς χάριτος. νάλογα πρός τήν πίστιν το νθρώπου αξάνει καί  γιασμός τς φύσεώς τουκαθώς γίνεται γιώτερος  νθρωπος, ποκτ λονέν καί περισσότερον δυνατήν, περισσότερον ζωντανήν ασθησιν τς προσωπικς του θανασίαςποκτ πίγνωσιν τς δικς του καί τς τν πάντων αωνιότητος. Πράγματι,  ληθινή ζωή το νθρώπου ρχίζει μέ τήν πίστιν του ες τόν Χριστόν,  ποία πίστις παραδίδει ες τόν Κύριον λην τήν ψυχήν, λην τήν καρδίαν, λον τόν νον, λην τήν δύναμίν του, – Ατός δέ γιάζει, μεταμορφώνει καί θεώνει λα ατά βαθμιαίως. Δι ατο το γιασμο, τς μεταμορφώσεως καί θεώσεως, διαχέει  Κύριος ες τόν νθρωπον τάς θείας νεργείας τς χάριτος, α ποαι το δίδουν τήν παντοδύναμον ασθησιν καί πίγνωσιν τς προσωπικς του θανασίας καί αωνιότητος. Πραγματικς:  ζωή μας εναι τόσον ζωή, σον εναι ζωή ν Χριστ. Πόσον δέ εναι ν τ Χριστ; Ατό φανερώνεται πό τήν γιότητά τηςσον περισσότερον γία  ζωή, τόσον περισσότερον θάνατος καί αωνία.

Τό ντίθετον πρός ατό συμβαίνει μέ τόν θάνατον. Τί εναι  θάνατος; Θάνατος εναι  «ποτελεσθεσα» μαρτία (ακ. 1, 15) «ποτελεσθεσα» μαρτία εναι  χωρισμός πό τόν Θεόν, ες τόν ποον καί μόνον ερίσκεται  ζωή καί  πηγή τς ζως. Εαγγελική, θεία λήθεια εναι:  γιότης εναι  ζωή,  μαρτωλότης θάνατος εσέβεια εναι ζωή,  σέβεια θάνατος πίστις εναι ζωή,  πιστία θάνατος Θεός εναι ζωή,  διάβολος εναι θάνατος.  θάνατος εναι χωρισμός πό τόν Θεόν,  δέ ζωή πιστροφή πρός τόν Θεόν καί ζωή ν τ Θε. Τοτο κριβς εναι  πίστις:  ναζωοποίησις τς ψυχς πό τήν νέκραν,  κ νεκρν νάστασις τς ψυχς: «νεκρός ν, καί νέζησε» (Λουκ. 15, 24). Ατήν τήν κ νεκρν νάστασιν τς ψυχς, τήν ζησεν  νθρωπος διά πρώτην φοράν μέ τόν Θεάνθρωπον Χριστόνκαί τήν ζ διαρκς ες τήν γίαν κκλησίαν Του, διότι  Θεάνθρωπος λος ερίσκεται ες ατήν, μεταδίδων αυτόν ες λους τούς πιστούς διά τν γίων μυστηρίων καί τν γίων ρετν. που εναι Ατός, κε πλέον δέν πάρχει θάνατος, κε  νθρωπος μεταβέβηκεν κ το θανάτου ες τήν ζωήν, κε ζ δη τήν αωνίαν ζωήν. Μέ τήν νάστασιν το Χριστο μες «θανάτου ορτάζομεν νέκρωσιν, λλης βιοτς τς αωνίου παρχήν»1.

 ληθινή ζωή πί τς γς ρχίζει κριβς πό τήν νάστασιν το Σωτρος, διότι εναι ζωή πού δέν τελειώνει μέ τόν θάνατον. νευ τς ναστάσεως το Χριστο  νθρωπίνη ζωή δέν εναι λλο παρά να ργόν ψυχομάχημα, πού καταλήγει ναπόφευκτα ες τόν θάνατον. λλά ληθινή ζωή εναι κείνη,  ποία δέν τελειώνει μέ τόν θάνατον. Καί μία τοιαύτη ζωή γινε δυνατότης πάνω ες τήν γν, μόνον διά τς ναστάσεως το Θεανθρώπου Χριστο ζωή εναι ληθινή ζωή μόνον ν τ Θε. Διότι ατή εναι γία ζωή καί ς κ τούτου θάνατος ζωή. πως μέσα ες τήν μαρτίαν ερίσκεται  θάνατος, οτω καί ες τήν γιότητα  θανασία. Μόνον διά τς πίστεως ες τόν ναστάντα Χριστόν  νθρωπος ζ τό περισσότερον ποφασιστικόν θαμα τς πάρξεώς του: τήν μετάβασιν πό τόν θάνατον ες τήν θανασίαν, πό τό πεπερασμένον ες τήν αωνιότητα, πό τόν δην ες τόν παράδεισον. Μόνον τότε ερίσκει  νθρωπος τόν αυτόν του, τόν ληθινόν, τόν αώνιον αυτόν του: «πολωλώς ν, καί ερέθη», διότι – «νεκρός ν, καί νέζησε» (Λουκ. 15, 24).

Τί εναι ο χριστιανοί; Ο χριστιανοί εναι χριστοφόροι, καί πομένως φορες καί κάτοχοι τς αωνίου ζωςτοτο δέ κατά τό μέτρον τς πίστεώς των καί κατά τό μέτρον τς γιότητός των,  ποία εναι καρπός τς πίστεως. Ο γιοι εναι ο περισσότερον τέλειοι χριστιανοί, διότι χουν γιασθ ες τόν μέγιστον, κατά τό δυνατόν, βαθμόν διά τς σκήσεως τς πίστεως ες τόν ναστάντα καί αωνίως ζντα Κύριον ησον. Πράγματι, ατοί εναι ο μοναδικοί καί ληθινοί θάνατοι μέσα ες τό νθρώπινον γένος, διότι μέ λον τό εναι των ζον ν τ ναστάντι καί διά τόν ναστάντα Χριστόν, καί οδείς θάνατος χει ξουσίαν πάνω των.  ζωή των λόκληρος εναι κ το Χριστο, καί δι ατό λη εναι χριστο-ζωή σκέψις των εναι χριστο-σκέψις ασθησίς των χριστο-ασθησις. ,τι εναι δικόν των εναι πρτα το Χριστο καί κατόπιν δικόν των. ν εναι  ψυχή, ατή εναι πρτα το Χριστο καί μετά δική των. Ες ατούς δέν εναι ατοί, λλά τά πάντα καί ν πσι Χριστός Κύριος2.

Δι ατό ο «Βίοι τν γίων δέν εναι λλο, παρά  ζωή το Σωτρος Χριστο παναλαμβανομένη ες κάθε γιον, λίγον  πολύ, κατά τοτον  κενον τόν τρόπον.  κριβέστερον, εναι  ζωή το Χριστο παρατεινομένη διά τν γίων ζωή το σαρκωθέντος Θεο Λόγου, το Θεανθρώπου ησο ποος δι ατό καί γινεν νθρωπος, διά νά μς δώσ καί μεταδώσ («παραδώσ») ς νθρωπος τήν θείαν ζωήν Τουδιά νά γιάσ καί παθανατίσ καί αωνοποιήσ μέ τήν ζωήν Του ς Θεός, τήν δικήν μας νθρωπίνην ζωήν πί τς γς. « τε γάρ γιάζων καί ο γιαζόμενοι ξ νός πάντες» (βρ. 2, 11). λα ατά τά κατέστησε δυνατά καί πραγματοποιήσιμα διά τόν νθρώπινον κόσμον  Θεάνθρωπος Χριστός, πό τότε πού γινεν νθρωπος καί «κεκοινώνηκε σαρκός καί αματος», δηλαδή γινε κοινωνός τς νθρωπίνης μας φύσεως καί τοιουτοτρόπως δελφός τν νθρώπων, δελφός κατά σάρκα καί αμα (πρβλ. βρ. 2, 14, 17). Γενόμενος νθρωπος λλά παραμένων Θεός,  Θεάνθρωπος ζη τήν γίαν, ναμάρτητον, θεανθρωπίνην ζωήν πί τς γς καί διά τς ζως Του, το θανάτου Του καί τς ναστάσεώς Του, κατήργησε τόν διάβολον καί τό κράτος το θανάτου. Τοιουτοτρόπως δωσε καί δίδει συνεχς ες λους σοι πιστεύουν ες Ατόν τάς νεργείας τς χάριτος, διά νά καταργον καί ατοί τόν διάβολον καί κάθε θάνατον καί κάθε πειρασμόν (πρβλ. βρ. 2, 14, 15, 18). Ατή  θεανδρική ζωή πάρχει λη ες τό θεανθρώπινον σμα το Χριστο – τήν κκλησίαν – καί βιοται συνεχς πό ατήν, καί πό τό πίγειον –πουράνιον πλήρωμά της καί πό τά πί μέρους μέλη της, κατά τό μέτρον τς πίστεώς των.  ζωή τν γίων εναι ες τήν πραγματικότητα ατή  ζωή το θεανθρώπου Χριστο ποία διοχετεύεται ες τούς κολουθοντας Ατόν καί βιοται πό ατούς ν τ κκλησί Του. Διότι, κόμη καί τό κάθε τι ατς τς ζως ρχεται πάντοτε κ το Χριστοπειδή Ατός εναι  ζωή (ωάνν. 14, 6. 1, 4), ζωή πειρος καί τελεύτητος καί αωνία, πού μέ τήν θείαν δύναμίν της νιστ πό κάθε θάνατον καί νικ λους τούς θανάτους. πως κριβς λέγει τό παναληθές Εαγγέλιον το Παναληθος Κυρίου: «γώ εμι  νάστασις καί  ζωή» (ωάνν. 11, 35).  θαυμαστός Κύριος,  ποος εναι λος « νάστασις καί  ζωή», κατοικε μέ λον τό εναι Του, ς θεανθρωπίνη πραγματικότης, ες τήν κκλησίαν Του. Δι ατό καί δέν πάρχει τέλος ες τήν διάρκειαν τς πραγματικότητος ατς.  ζωή Του συνεχίζεται ες λους τούς αἰῶναςκάθε χριστιανός εναι σύσσωμος το Χριστο (φ. 3, 6), καί δι ατό εναι χριστιανός διότι ζ τήν θεανθρωπίνην ζωήν ατο το σώματος το Χριστος ργανικόν κύτταρόν του.

Τί εναι  χριστιανός;  χριστιανός εναι νθρωπος,  ποος ζ διά το Χριστο καί ν τ Χριστ. Διά τοτο  θεία ντολή το Εαγγελίου το Χριστο λέγει: «Περιπατετε ξίως το Κυρίου» (Κολ. 1, 10), ζτε, δηλαδή, ξίως το Θεο ποος σαρκώθη καί παρέμεινε ς Θεάνθρωπος λος ες τήν κκλησίαν Του,  ποία δι Ατο ζ καί πάρχει αωνίως. Τότε ζ κανείς «ξίως το Θεο», ταν ζ κατά τό Εαγγέλιον το Χριστο. Διά τοτο εναι ατονόητον νά πάρχ καί  πομένη εαγγελική ντολή: «ξίως το Εαγγελίου το Χριστο πολιτεύεσθε» (Φιλ. 1, 27).

 ζωή κατά τό Εαγγέλιον,  γία ζωή,  θεία ζωή – ατή εναι  φυσική καί κανονική ζωή διά τούς χριστιανούς. Διότι ο χριστιανοί κατά τήν κλσιν των εναι γιοι. Ατή  καλή γγελία καί ντολή κούεται μέσα πό λόκληρον τό Εαγγέλιον τς Καινς Διαθήκης. Τό νά γιασθμεν λοτελες, καί κατά τήν ψυχήν καί κατά τό σμα, ατή εναι  κλσις μας (πρβλ. 1 Θεσ. 5, 22-23). Καί τοτο δέν ποτελε θαμα, λλά κανόνα, τόν κανόνα τς πίστεως, τήν φύσιν καί τήν λογικήν τς εαγγελικς πίστεως. Εναι πρόδηλος καί σαφής  ντολή το θείου Εαγγελίου: «Κατά τόν καλέσαντα μς γιον καί ατοί γιοι ν πάσ ναστροφ γενήθητε» (1 Πετρ. 1, 15). Τοτο δέ σημαίνει: Κατά τόν Χριστόν = τόν γιον,  ποος σαρκωθείς καί νανθρωπήσας δειξεν ν αυτ τήν πολύτως γίαν ζωήν, καί ς τοιοτος δίδει ντολήν ες τούς νθρώπους: «γιοι γίνεσθε, τι γώ γιός εμι» (1 Πετρ. 1, 16). Ατός χει τό δικαίωμα νά ντέλλεται ατά, διότι γενόμενος νθρωπος, δίδει δι αυτο ς γίου, πάσας τάς θείας δυνάμεις («νεργείας») ες τούς νθρώπους τάς ναγκαίας «πρός ζωήν καί εσέβειαν» ες ατόν τόν κόσμον (πρβλ. 2 Πετρ. 2, 3). Καί ο χριστιανοί, νούμενοι πνευματικς καί κατά χάριν διά τς πίστεως μέ τόν γιον Κύριον ησον, λαμβάνουν πό Ατόν ατάς τάς θείας δυνάμεις διά νά ζήσουν τήν ζωήν τήν γίαν.

Ζντες ν Χριστ ο γιοι κάνουν τά ργα το Χριστο, διότι δι Ατο γίνονται χι μόνον δυνατοί λλά καί παντοδύναμοι: «Πάντα σχύω ν τ νδυναμοντί με Χριστ» (Φιλ. 4, 13). Κατ ατόν τόν τρόπον γίνεται πραγματικότης  λόγος τς Ατοαληθείας, το Χριστοτι ο πιστεύοντες ες Ατόν θά κάνουν ργα τά δικά Του καί κόμη μεγαλύτερα: «μήν, μήν λέγω μν,  πιστεύων ες μέ, τά ργα  γώ ποι κκενος ποιήσει, καί μείζονα τούτων ποιήσει» (ωάνν. 14, 12). Καί ντως  σκιά το ποστόλου Πέτρου θεραπεύει τούς ρρώστους γιος Μρκος  θηναος μέ τόν λόγον του μετακινε τό ρος καί πάλιν τό σταματ… ταν  Θεός γινεν νθρωπος, τότε  Θεία Ζωή γινε καί το νθρώπου ζωή Θεία Δύναμις γινε καί δύναμις το νθρώπου Θεία λήθεια καί το νθρώπου λήθεια καί  Θεία Δικαιοσύνη καί το νθρώπου δικαιοσύνηλα τά το Θεογιναν καί το νθρώπου.

Τί εναι «Πράξεις τν γίων ποστόλων»; – Εναι τά ργα το Χριστο, τά ποα κάνουν ο γιοι πόστολοι μέ τήν δύναμιν το Χριστο μλλον τά κάνουν διά το Χριστο ποος ζ ν ατος καί νεργε δι ατν. Καί  ζωή τν γίων ποστόλων τί εναι; –  βιώσις τς ζως το Χριστο ποία ζωή μεταδίδεται μέσα ες τήν κκλησίαν, ες λους τούς πιστούς κολούθους Του καί συνεχίζεται σαεί δι ατν μέσ τν γίων μυστηρίων καί τν γίων ρετν.

Ο δέ «Βίοι τν γίων» τί εναι; Τίποτε λλο παρά να εδος συνεχίσεως τν «Πράξεων τν ποστόλων». Μέσα ες ατούς τούς «Βίους» συναντ κανείς τό διον Εαγγέλιον, τήν δίαν ζωήν, τήν δίαν λήθειαν, τήν δίαν δικαιοσύνην, τήν δίαν γάπην, τήν δίαν πίστιν, τήν δίαν αωνιότητα, τήν δίαν «δύναμιν ξ ψους», τόν διον Θεόν καί Κύριον. Διότι «ησος Χριστός χθές καί σήμερον  ατός καί ες τούς αἰῶνας» (βρ. 13, 8):  ατός δι λους τούς νθρώπους λων τν αώνων, διαμοιράζων τά δια χαρίσματα καί τάς δίας θείας νεργείας ες λους τούς πιστεύοντας ες Ατόν. Ατή  συνέχισις λων τν θείων δυνάμεων καί ζωοποιν νεργειν, τν παραμενουσν καί παρατεινομένων ες τήν κκλησίαν το Χριστο διά μέσου τν αώνων καί πό γενες ες γενεάν, ποτελε κριβς τήν ζσαν εράν Παράδοσιν.  γία ατή Παράδοσις συνεχίζεται διακόπως ς ζωή χαρισματική ες λους τούς χριστιανούς, μέσα ες τούς ποίους διά τν γίων μυστηρίων καί τν γίων ρετν ζ ν χάριτι  διος  Χριστός,  ποος εναι λος παρών ες τήν κκλησίαν Του, οτως στε νά εναι ατή τό πλήρωμά Του. «Τό πλήρωμα το τά πάντα ν πσι πληρουμένου (φ. 1, 23).  Θεάνθρωπος Χριστός εναι τό περτέλειον πλήρωμα τς Θεότητος: «τι ν Ατ κατοικε πν τό πλήρωμα τς Θεότητος σωματικς» (Κολ. 2, 9). Ο δέ χριστιανοί πρέπει, διά τν γίων μυστηρίων καί τν γίων ρετν, νά πληρωθον «ες πν τό πλήρωμα το Θεο» (φ. 3, 19). Ο «Βίοι τν γίων» μφανίζουν κριβς ατά τά πρόσωπα, τά πεπληρωμένα διά Χριστο το Θεο, πρόσωπα χριστοφόρα, για, ες τά ποα διαφυλάσσεται καί διά τν ποίων μεταδίδεται  γία παράδοσις ατς τς ν χάριτι ζως. Διαφυλάσσεται καί μεταδίδεται διά τς εαγγελικς πολιτείας των. Διότι ο βίοι τν γίων δέν εναι λλο, παρά α εαγγελικαί θεαι λήθειαι μεταφερθεσαι ες τήν νθρωπίνην ζωήν μας διά τς χάριτος καί τν σκήσεων. Δέν πάρχει εαγγελική λήθεια,  ποία νά μή μπορ νά μεταβληθ ες ζωήν. λαι α λήθειαι αταί δόθησαν πό τόν Χριστόν δι να σκοπόν: διά νά γίνουν ζωή μας, πραγματικότης μας, κτμα δικόν μας, χαρά μας. Καί ο γιοι, λοι των μέχρις νός, ζον ατάς τάς θείας ληθείας ς τό κέντρον τς ζως των καί ς τήν οσίαν το εναι των. κριβς, δι ατό «ο Βίοι τν γίων» ποτελον πόδειξιν καί μαρτυρίαν τι  καταγωγή μας εναι κ το ορανοτι μες δέν εμεθα κ το κόσμου τούτου, λλά κ το λλουτι  νθρωπος εναι ληθινός νθρωπος μόνον ν τ Θετι ζμεν πί τς γς διά το ορανοτι «μν τό πολίτευμα ν ορανος πάρχει» (Φιλ. 3, 20) καί τι  σκοπός μας εναι νά ορανώσωμεν τόν αυτόν μας, τρεφόμενοι μέ τόν «οράνιον ρτον», τόν καταβάντα κ το ορανο ες τήν γν (πρβλ. ωάνν. 6, 33, 35, 51).  οράνιος ατός ρτος κατέβη ες τήν γν διά νά μς τρέφ μέ τήν αωνίαν Θείαν λήθειαν, μέ τήν αωνίαν Θείαν γαθότητα, τήν αωνίαν Θείαν Δικαιοσύνην, τήν αωνίαν Θείαν γάπην, τήν αωνίαν Θείαν Ζωήν, – διά τς Θείας Εχαριστίας, διά τς ζως μας ν τ μόν ληθιν Θε καί Κυρί ησο Χριστ (πρβλ. ωάνν. 6, 50-51, 53-57). Μέ λλους λόγους,  κλσις μας εναι: νά πληρωθμεν μέ τόν Θεάνθρωπον Χριστόν, μέ τάς θείας καί ζωοποιούς νεργείας Του, νά φθάσωμεν ες τήν νχρίστωσιν καί χριστοποίησίν μας. άν ργάζεσαι δι ατό, τότε ερίσκεσαι δη ες τόν ορανόν, παρ λον τι περιπατες πί τς γςεσαι δη λος ν τ Θε, μολονότι τό εναι σου παραμένει ες τά ρια τς νθρωπίνης φύσεως.  νθρωπος χριστοποιούμενος ξεπερν τόν αυτόν του ς νθρωπον, τόν ξεπερν διά το Θεο, διά το Θεανθρώπου, ν τ ποί δόθη  τέλειος τύπος το ληθινο, το πλήρους, το θεοειδος ντως νθρώπου. ν Ατ κόμη δόθησαν παντοδύναμοι θεαι νέργειαι διά τν ποίων νυψώνεται  νθρωπος περάνω κάθε μαρτίας, κάθε θανάτου, κάθε κολάσεωςκαί τοτο, μόνον ν τ κκλησί καί διά τς κκλησίας, τς ποίας «πύλαι δου ο κατισχύσουσιν» (Ματθ. 16, 18), διότι ν ατ ζ λος  θαυμαστός Θεάνθρωπος Κύριος μέ λας Του τάς θείας δυνάμεις, τάς νεργείας, τάς ληθείας, τάς πραγματικότητας, τάς τελειότητας, τάς ζωάς καί τάς αωνιότητας.

Ο «Βίοι τν γίων» εναι εραί μαρτυρίαι περί τς θαυματουργικς δυνάμεως το Κυρίου ησο Χριστο. Ες τήν πραγματικότητα, ατοί δέν εναι λλο παρά α διαι α μαρτυρίαι τν Πράξεων τν ποστόλων συνεχιζόμεναι διά μέσου τν αώνων. πειδή καί ο γιοι δέν εναι λλο, παρά μάρτυρες γιοι, πως καί ο γιοι πόστολοι, πού εναι ο πρωτομάρτυρες. Τίνος μάρτυρες; – Το Θεανθρώπου Χριστο. Ατο: Το σταυρωθέντος, το ναστάντος, το ναληφθέντος, το αωνίως ζντοςμάρτυρες το Εαγγελίου τς σωτηρίας, τό ποον συνεχίζει νά γράφεται διάκοπα μέ τά για εαγγελικά ργα, πό γενες ες γενεάν. Διότι  Χριστός,  ποος εναι  ατός ες τούς αἰῶνας, θαυματουργε συνεχς μέ τήν δίαν θείαν δύναμιν, διά τν γίων μαρτύρων του. Ο θεοι πόστολοι εναι ο πρτοι γιοι μάρτυρες το Κυρίου ησο καί τς θεανθρωπίνης Του οκονομίας τς σωτηρίας το κόσμου (Πρβλ. Πράξ. 1,8,22. 2, 32. 3, 15. 4, 33. 5, 32. 10, 39, 41-42. 13, 31. 22, 15. 26, 16. ωάνν. 21, 24-25. Λουκ. 24, 48.)καί ο βίοι ατν ποτελον τάς ζωντανάς καί αωνίας μαρτυρίας περί το Εαγγελίου το Σωτρος, ς νέας ζως, ζως κεχαριτωμένης, ζως γίας, θείας, θεανδρικς καί πομένως ζως θαυματουργικς καί ληθινς, πως εναι θαυματουργική καί ληθινή  δία  ζωή το Σωτρος Χριστο. Καί ο χριστιανοί; – Εναι ο νθρωποι, διά τν ποίων συνεχίζεται  γία θεανθρωπίνη ζωή το Χριστο πό γενες ες γενεάν μέχρι τς συντελείας το αἰῶνος. λοι τους ποτελον να σμα, τό Σμα το Χριστο = τήν κκλησίαν, καί εναι σύσσωμοι το Χριστο καί μέλη μεταξύ των (1 Κορ. 12, 27, 12-14. 10, 17. Ρωμ. 12, 5. φ. 3, 6.).  ποταμός τς θανάτου θείας ζως ρχισε νά ρέη, νά κυλ κατάπαυστα πό τόν Θεάνθρωπον Χριστόνκαί ο χριστιανοί εσέρχονται δι ατο ες τήν αωνίαν ζωήν. Ο χριστιανοί εναι τό Εαγγέλιον το Χριστο συνεχιζόμενον διά μέσου λων τν αώνων το νθρωπίνου γένους. Ες τούς «Βίους τν γίων» λα εναι συνηθισμένα, πως καί ες τό εαγγέλιον, λλά καί λα εναι παράδοξα, πως ες τό Εαγγέλιονν τούτοις καί ες τάς δύο περιπτώσεις εναι λα πραγματικά καί ληθινά, κατά να μοναδικόν τρόπον. ληθινά δέ καί πραγματικά κατά τήν δίαν θεανθρωπίνην λήθειαν καί τήν δίαν θεανδρικήν πραγματικότητα, καί μεμαρτυρημένα μέ τήν δίαν γίαν δύναμιν – θείαν καί νθρωπίνην – κατά τρόπον θεϊκς καί νθρωπίνως τέλειον.

Λοιπόν, ο «Βίοι τν γίων»; – δού, ερισκόμεθα ες χρον οράνιον, διότι  γ γίνεται ορανός διά τν γίων το Θεοδού τι ερισκόμεθα μεταξύ τν ν σώματι γγέλων, μεταξύ τν χριστοφόρων. που δέ εναι ατοί, κε καί λος  Κύριος  Θεός, ν ατος καί μεθ ατν καί ν μέσ ατν (« Θεός  ν γίοις ναπαυόμενος», «Θεός ν μέσ θεν»)κε καί λη  αωνία λήθεια το Θεο καί λη  αωνία Δικαιοσύνη το Θεο καί λη  αωνία γάπη το Θεο καί λη  αωνία Ζωή το Θεο.

Ο «Βίοι τν γίων»! – δού ερισκόμεθα ες τόν παράδεισον, που φυτρώνει καί αξάνει ,τι τό θεον, τό γιον, τό θάνατον, τό αώνιον, τό δίκαιον, τό ληθινόν, τό εαγγελικόν. Διότι ες κάθε να γιον νθησε διά το Σταυρο τό δένδρον τς ζως, τς αωνίας, θείας καί θανάτου ζως, καί καρποφόρησε πολλούς καρπούς.  δέ Σταυρός εσάγει ες τόν παράδεισον, εσάγει καί μς μετά τόν ληστήν,  ποος, πρός νθάρρυνσίν μας, εσλθεν πρτος ες τόν παράδεισον μετά τόν Πανάγιον Θεον Σταυροφόρον, τόν Χριστόνεσλθε δέ μέ τόν σταυρόν τς μετανοίας.

Ο «Βίοι τν γίων»! – δού ερισκόμεθα ες τήν αωνιότητα.χρόνος δέν πάρχει πλέον: «Χρόνος οκέτι σται» (ποκ. 10, 7), διότι ες τούς γίους το Θεο βασιλεύει  αωνία Θεία λήθεια,  αωνία Θεία Δικαιοσύνη,  αωνία θεία γάπη,  αωνία Θεία Ζωή. Καί « θάνατος οκ στι τι» ες ατούς, διότι λον τό εναί των εναι γεμτον κ τν ναστασίμων θείων δυνάμεων το ναστάντος Κυρίου, το μοναδικο Νικητο το θανάτου καί λων τν θανάτων ες λους τούς κόσμους. Δέν πάρχει θάνατος δι ατούς – τούς γίους νθρώπους, διότι λον τό εναί των εναι πεπληρωμένον πό τόν Μόνον θάνατον – τόν περαθάνατον Κύριον καί Θεόν μας ησον Χριστόν. Ερισκόμενοι μεταξύ ατν μες πάνω ες τήν γν, ερισκόμεθα μεταξύ τν μοναδικά ληθινν θανάτων, ο ποοι νίκησαν κάθε δην. ταν εμεθα μέ ατούς κανένα εδος θανάτου δέν μπορε νά μς βλάψ, διότι ο γιοι εναι σάν λεξικέραυνα το θανάτου.

Ο γιοι εναι ο νθρωποι, ο ποοι πί τς γς ζον τάς γίας, αωνίας, θείας ληθείας. Δι ατό καί ο «Βίοι τν γίων» ποτελον ες τήν πραγματικότητα τήν φηρμοσμένην Δογματικήν, πειδή χουν βιωθ πό ατούς λαι α γιαι καί αώνιαι δογματικαί λήθειαι, ες λόκληρον τήν ζωογόνον καί δημιουργικήν δύναμίν των. Ες τούς «Βίους τν γίων» καταδεικνύεται κατά τόν πλέον φθαλμοφαν τρόπον, τι τά δόγματα δέν εναι μόνον ντολογικαί λήθειαι καθ αυτάς καί δι αυτάς, λλ τι τό κάθε δόγμα εναι πηγή τς αωνίου ζως καί τς γίας πνευματικότητος, σύμφωνα μέ τό παναληθές Εαγγέλιον το μοναδικο καί ναντικατάστατου Σωτρος καί Κυρίου: «Τά ρήματά μου πνεμά στι καί ζωή στι» (ωάν. 6, 63). Διότι, κάθε «ρμα Κυρίου, κάθε λόγος το Θεο, προχέει μίαν δύναμιν σωστικήν, γιαστικήν,  ποία χαριτώνει, ζωοποιε καί μεταμορφώνει.

νευ τς γίας δογματικς ληθείας περί τς γίας Τριάδος, δέν θά εχομεν τάς θείας νεργείας πό τήν γίαν Τριάδα, τάς ποίας ντλομεν διά τς ρθς πίστεως, καί α ποαι μς ζωοποιον, μς γιάζουν, μς σώζουν καί μς θεώνουν. νευ τς γίας ληθείας περί το Θεανθρώπου, δέν πάρχει σωτηρία διά τόν νθρωπον, διότι πό τήν λήθειαν ατήν, ταν τήν ζ  νθρωπος, πηγάζει  θεία δύναμις, πού σώζει πό τήν μαρτίαν, πό τόν θάνατον, πό τόν διάβολον. Καί ατή  δογματική λήθεια περί το Θεανθρώπου ησο μήπως δέν χει μαρτυρηθ σαφέστατα καί μπειρικώτατα ες τούς βίους ναριθμήτων γίων; πειδή, δι ατό κριβς ο γιοι εναι γιοι, διότι ζον λον τόν Θεάνθρωπον Κύριον ησον ς τήν ψυχήν τς ψυχς των, ς τήν συνείδησιν τς συνειδήσεώς των, τόν νον το νο των, τήν παρξιν τς πάρξεώς των, τήν ζωήν τς ζως των. Τοιουτοτρόπως κάθε νας πό ατούς βροντοφωνε μαζί μέ τόν θεον πόστολον τήν λήθειαν: «Ζ δέ οκέτι γώ, ζ δέ ν μοί Χριστός» (Γαλ. 2, 20). – μβαθύνατε ες τούς βίους τν γίων: δού, πό λους ατούς κτινοβολε  χαρισματική,  ζωοποιός καί σωστική δύναμις τς περαγίας Θεοτόκου,  ποία τούς δήγησεν πό σκησιν ες σκησιν, πό ρετήν ες ρετήν, πό νίκην κατά τς μαρτίας ες τήν νίκην κατά το θανάτου, πό τήν νίκην κατά το θανάτου ες τήν νίκην κατά το διαβόλου. Ατή τούς εσάγει ες τήν πνευματικήν χαράν, που δέν πάρχει δύνη, λύπη καί στεναγμός, λλά «ερήνη καί χαρά ν Πνεύματι γί» (Ρωμ. 14, 17)χαρά καί ερήνη πό τήν κερδισμένην νίκην ναντίον κάθε μαρτίας, κάθε πάθους, κάθε θανάτου, κάθε πονηρο πνεύματος. λα ατά ναμφιβόλως, μαρτυρον βιωματικς καί μπειρικς τό ληθές το γίου δόγματος περί τς περαγίας Θεοτόκου, τς ντως «τιμιωτέρας τν Χερουβείμ καί νδοξοτέρας συγκρίτως τν Σεραφείμ». Ατό τό δόγμα τό φυλάσσουν ες τήν καρδίαν των ο γιοι διά τς πίστεως καί μέ φλογεράν γάπην ζον δι ατο. – άν δέ πάλιν θέλετε μίαν  δύο χιλιάδας ναμφισβητήτους μαρτυρίας περί τς ζωηφόρου καί ζωοποιο δυνάμεως το Τιμίου Σταυρο το Κυρίου, πού νά εναι συγχρόνως καί μπειρικαί ποδείξεις τς ληθείας το δόγματος το σωτηριώδους σταυρικο θανάτου το Κυρίου, ξεκινήσατε μέ τήν πίστιν ες τούς «Βίους τν γίων». Θά δτε τότε καί θά ασθανθτε πωσδήποτε τι δι καστον γιον καί δι λους μαζί,  δύναμις το Σταυρο ποτελε τό ήττητον πλον μέ τό ποον ατοί νικον λους τούς ρατούς καί οράτους χθρούς τς σωτηρίας των. Θά δτε, κόμη, τόν Σταυρόν παντο ντός των: ες τήν συνείδησίν των, ες τόν νον των, ες τήν θέλησίν των, ες τό σμά τωνθά τόν δτε ς στείρευτον πηγήν σωστικν καί γιαστικν δυνάμεων πού τούς δηγον σφαλς πό τελειότητα ες τελειότητα, πό χαράν ες χαράν, μέχρις του τούς φέρουν ες τήν αωνίαν βασιλείαν τν ορανν, «νθα  τν ορταζόντων χος  κατάπαυστος καί  νέκφραστος δονή τν καθορόντων το προσώπου το Κυρίου τό κάλλος τό ρρητον».

λλά μέ τήν γίαν ζωήν των καί μέ τά για πρόσωπά των ο γιοι το Θεοπιβεβαιώνουν κατά τρόπον πειστικόν καί ληθινόν καί λα τά λλα δόγματα, πως: περί τς κκλησίας, περί τς χάριτος, περί τν γίων μυστηρίων, περί τν γίων ρετν, περί το νθρώπου, περί τς μαρτίας, περί τν ερν λειψάνων, περί τν γίων εκόνων, περί τς μελλούσης ζως, περί λων τν λλων, πού ποτελον τήν θεανθρωπίνην οκονομίαν τς σωτηρίας. Ναί, ο «βίοι τν γίων» εναι  μπειρική Δογματική. Εναι  βιωματική Δογματική, Δογματική  ποία χει γίνει βίωμα μέσα ες τήν γίαν ζωήν τν γίων το Θεο νθρώπων.

κτός ατν, ο «Βίοι τν γίων» περιέχουν καί λην τήν ρθόδοξον θικήν, – τό ρθόδοξον θος, ες λόκληρον τήν λάμψιν το θεανθρωπίνου μεγαλείου του καί τς καταβλήτου δυνάμεώς του. Ες τούς βίους τν γίων ποδεικνύεται καί καταδεικνύεται κατά τρόπον πειστικόν καί πραγματικόν, τι τά για μυστήρια εναι α πηγαί τν γίων ρετν, α δέ γιαι ρεταί, καρποί τν γίων μυστηρίων τς κκλησίας, διότι ξ ατν γενννται, δι ατν ναπτύσσονται καί τρέφονται καί ζον, δι ατν τελειοποιονται καί αωνίζονται. λοι ο θεοι θικοί νόμοι πηγάζουν κ τν γίων μυστηρίων καί πραγματοποιονται διά τν γίων ρετν. Δι ατό καί ο «Βίοι τν γίων» ποτελον τήν βιωματικήν θικήν, τήν φηρμοσμένην θικήν. ξ λλου, ατοί πάλιν ο «Βίοι τν γίων» βεβαιώνουν ναμφισβήτητα τι  θική δέν εναι λλο, παρά μία φηρμοσμένη Δογματική. λόκληρος  ζωή τν γίων συντίθεται πό τά για μυστήρια καί τάς γίας ρετάς, τά δέ για μυστήρια καί α γιαι ρεταί εναι καρποί το γίου Πνεύματος, το νεργοντος τά πάντα ν πσι (1 Κορ. 12, 4, 6, 11).

λλά τί εναι κόμη ο «Βίοι τν γίων»;  μοναδική Παιδαγωγική τς ρθοδοξίας. Διότι μέσα ες ατούς, κατά ναριθμήτους εαγγελικούς τρόπους, τελείως δοκιμασμένους διά τς μακραίωνος μπειρίας, χει καταδειχθ πς διαπλάσσεται καί οκοδομεται τό τέλειον νθρώπινον πρόσωπον,  τέλειος νθρωπος, καί πς αξάνει «ες νδρα τέλειον, ες μέτρον λικίας το πληρώματος το Χριστο» (φ. 4, 13), διά τν γίων μυστηρίων καί τν γίων ρετν ν τ κκλησί το Χριστο. Τοτο δέ κριβς ποτελε τό παιδαγωγικόν δεδες το Εαγγελίου, τό μόνον παιδαγωγικόν δεδες τό ξιον νός θεοειδος ντος, πως εναι  νθρωπος. Τό δανικόν ατό θεσεν λλά καί πραγματοποίησε πρτος  Θεάνθρωπος Χριστός, κατόπιν δέ Ατο τό πραγματοποίησαν καί ο γιοι πόστολοι καί ο λοιποί γιοι το Θεον τούτοις μως, νευ το Θεανθρώπου Χριστο καί ξω πό Ατόν, ποιονδήποτε καί ν εναι τό παιδαγωγικόν δανικόν το νθρώπου, ατός θά παραμένη διά παντός να ν τελές, να ν θνητόν, να ν θλιον καί τραγικόν, ξιον τν δακρύων λων τν φθαλμν, σοι πάρχουν ες τούς κόσμους το Θεο.

άν θέλετε, ο «Βίοι τν γίων» εναι μιά διόμορφος ρθόδοξος γκυκλοπαιδεία. Ες ατούς δύναται νά ερη κανείς λα σα χρειάζονται ες μίαν ψυχήν πεινασμένην καί διψασμένην διά τήν αωνίαν Δικαιοσύνην καί αωνίαν λήθειαν μέσα ες ατόν τόν κόσμον.  πεινασμένην καί διψασμένην διά τήν θείαν θανασίαν καί τήν αωνίαν ζωήν. άν διψς τήν πίστιν, θά τήν ερης πλουσίαν ες τούς «Βίους τν γίων» καί θά χορτάσς τήν ψυχήν σου μέ τροφήν διά τήν ποίαν ποτέ δέν θά ξαναπεινάσς. άν ποθς τήν γάπην, τήν λήθειαν, τήν δικαιοσύνην, τήν λπίδα, τήν πραότητα, τήν ταπείνωσιν, τήν μετάνοιαν, τήν προσευχήν  ποιανδήποτε ρετήν καί σκησιν, ες τούς «Βίους τν γίων» θά ερς να πλθος γίων διδασκάλων διά κάθε σκησιν καί θά λάβς τήν βοήθειαν τς χάριτος διά κάθε ρετήν. άν περνς μαρτύρια διά τήν πίστιν σου ες τόν Χριστόν, ο «Βίοι τν γίων» θά σέ παρηγορήσουν καί θά σέ νθαρρύνουν, θά σέ νδυναμώσουν καί θά σέ ναπτερώσουν, στε τά μαρτύριά σου νά μεταβληθον ες χαράν. Εσαι ες ποιονδήποτε πειρασμόν; Ο «Βίοι τν γίων» θά σέ βοηθήσουν νά τόν νικήσς καί τώρα καί πάντοτε. άν πάλιν ερίσκεσαι ες κίνδυνον πό τούς οράτους χθρούς τς σωτηρίας σου, ο «Βίοι τν γίων» θά σέ πλίσουν μέ τήν «πανοπλίαν το Θεο» (φ. 6, 11, 13) καί σύ θά τούς πολεμήσς καί θά τούς διαλύσς λους, καί τώρα καί πάντοτε καί ες λην σου τήν ζωήν. άν ξ λλου ερίσκεσαι ν μέσ ρατν χθρν καί διωκτν τς κκλησίας το Χριστο, ο «Βίοι τν γίων» θά σο δώσουν τό θάρρος καί τήν δύναμιν τς μολογίας, διά νά μολογς νευ φόβου τόν μόνον ληθινόν Θεόν καί Κύριον ες λους τούς κόσμους, τόν ησον Χριστόνθά στέκης διά τήν λήθειαν το Εαγγελίου Του κλόνητος μέχρι θανάτου, ποιουδήποτε θανάτου, καί θά ασθανθς τόν αυτόν σου δυνατώτερον πό κάθε θάνατον καί πό κάθε χθρόν το Χριστοποφέρων διά τόν Χριστόν, θά λαλάζς πό χαράν, ασθανόμενος μέ λον σου τό εναι, τι  ζωή σου ερίσκεται ες τούς ορανούς, πέραν λων τν θανάτων, κρυμμένη σύν τ Χριστ ν τ Θε (Κολ. 3, 3).

Ο «Βίοι τν γίων» δείχνουν πολυαρίθμους λλά πάντοτε βεβαίους δρόμους σωτηρίας, φωτισμογιασμο, μεταμορφώσεως, χριστοποιήσεως, θεώσεωςδείχνουν λους τούς τρόπους μέ τούς ποίους  νθρωπίνη φύσις κατανικ τήν μαρτίαν, τήν κάθε μαρτίανπς νικ τό πάθος, τό κάθε πάθοςπς νικ τόν θάνατον, τόν κάθε θάνατονπς νικ τόν δαίμονα, τόν κάθε δαίμονα. δ ερίσκεται φάρμακον διά κάθε μαρτίαν, καί διά κάθε πάθος θεραπεία, πό κάθε θάνατον νάστασις, καί πό κάθε διάβολον πελευθέρωσις, πό λα μαζί τά κακά  σωτηρία. Δέν πάρχει πάθος, δέν πάρχει μαρτία, πού νά μή ποδεικνύεται μέσα ες τούς «Βίους τν γίων»  τρόπος μέ τόν ποον νικται, νεκρώνεται, κριζώνεται. Ες ατούς φαίνεται λοκάθαρα, τι δέν πάρχει πνευματικός θάνατος, κ το ποίου δέν θά το δυνατή  νάστασις μέ τήν θείαν δύναμιν το ναστάντος καί ναληφθέντος Κυρίου ησοδέν πάρχει βάσανον  θλψις  στενοχωρία  κακοπάθεια, τήν ποίαν  Κύριος διά τήν ες Ατόν πίστιν νά μή μεταβάλλ βαθμηδόν  διά μις ες μίαν ρεμον καί κατανυκτικήν χαράν. – Πς γίνεται κανείς πό μαρτωλός δίκαιος; δού, τι χομεν να πλθος πό συγκλονιστικά παραδείγματα μέσα ες τούς βίους τν γίων! Πς δύναται κανείς πό ληστής, πόρνος, μέθυσος, σωτος, φονεύς, μοιχός, νά γίν γιος; Δι ατό θά ερωμεν πάμπολλα παραδείγματα δπίσης – πς πό ναν φίλαυτον, φιλόζωον, διοτελπιστον, θεον, περήφανον, φιλάργυρον, μπαθνα κακοργον, να διαφθαρμένον, ργίλον, πονηρόν, πουλον, χαιρέκακον, φθονερόν, κενόδοξον, φιλόδοξον, κακοήθη, ρπαγα καί νελεήμονα, πς γίνεται νας νθρωπος το Θεο; Ο «Βίοι τν γίων» θά μς τό δείξουν καί ξηγήσουν.

λλ πίσης ες τούς «Βίους τν γίων» χομεν παρά πολλά καί θαυμαστά παραδείγματα διά τό πς νας νέος γίνεται γιος νέος, μία κόρη γίνεται γία κόρη, πς νας γέρος γίνεται γιος γέρος, πς μία γερόντισσα γίνεται γία γερόντισσα, πς να παιδί γίνεται γιο παιδί, πς ο γονες γίνονται γιοι γονες, πς νας υός γίνεται γιος υός, πς μία θυγατέρα γίνεται γία θυγατέρα, πς μία οκογένεια γίνεται γία οκογένεια, πς μία κοινωνία γίνεται γία κοινωνία, πς νας ερεύς γίνεται γιος ερεύς, πς νας πίσκοπος γίνεται γιος πίσκοπος, πς νας βοσκός γίνεται γιος βοσκός, πς νας γεωργός γίνεται γιος γεωργός, πς νας βασιλεύς γίνεται γιος βασιλεύς, πς νας ργάτης γίνεται γιος ργάτης, πς νας δικαστής γίνεται γιος δικαστής, πς νας δάσκαλος γίνεται γιος δάσκαλος, πς νας καθηγητής γίνεται γιος καθηγητής, πς νας στρατιώτης γίνεται γιος στρατιώτης, πς νας ξιωματικός γίνεται γιος ξιωματικός, πς νας κυβερνήτης γίνεται γιος κυβερνήτης, πς νας γραμματεύς γίνεται γιος γραμματεύς, πς νας μπορος γίνεται γιος μπορος, πς νας μοναχός γίνεται γιος μοναχός, πς νας οκοδόμος γίνεται γιος οκοδόμος, πς νας ατρός γίνεται γιος ατρός, πς νας τελώνης γίνεται γιος τελώνης, πς νας παγγελματίας γίνεται γιος παγγελματίας, πς νας φιλόσοφος γίνεται γιος φιλόσοφος, πς νας πιστήμων γίνεται γιος πιστήμων, πς νας πολιτικός γίνεται γιος πολιτικός, πς νας πουργός γίνεται γιος πουργός, πς νας πτωχός γίνεται γιος πτωχός, πς νας πλούσιος γίνεται γιος πλούσιος, πς νας δολος γίνεται γιος δολος, πς νας δεσπότης γίνεται γιος δεσπότης, πς ο σύζυγοι γίνονται γιοι σύζυγοι, πς νας συγγραφεύς γίνεται γιος συγγραφεύς, πς νας καλλιτέχνης γίνεται γιος καλλιτέχνης.

κενος  ποος διάβασε τούς «Βίους τν γίων» ασθάνεται καί καταλαβαίνει μέ λην τήν παρξίν του, τι μόνον «σύν πσι τος γίοις» (φ. 3, 18) μπορε νά γνωρίσ Χριστόν τόν Θεόν, καί λα τά ν Ατ καί περί Ατο, καί σα πηγάζουν π Ατόν (πρβλ. φ. 3, 18-19). Καί ο γιοι; – Παίρνουν γιότητα «ξ νός πάντες», πό τόν να τόν Μόνον γιον (πρβλ. βρ. 2, 11). Διά τάς χριστοποθήτους σκήσεις των τούς δίνεται τό γιον Πνεμα, τό μόνον πού γνωρίζει τά βάθη το Θεο, τά βάθη το Θεανθρώπου Χριστο. Καί ατοί μς μιλον διά το γίου Πνεύματος διά τό ρρητον μυστήριον το Χριστο καί δι λα τά νέκφραστα δρα, πού δόθησαν ες μς διά Χριστο το Θεο (πρβλ. Α’ Κορ. 2, 9-12). Ναί τό «μυστήριον το Χριστο» μόνον διά το γίου Πνεύματος ποκαλύπτεται καί μόνον ες τούς γίους νθρώπους (πρβλ. φ. 3, 3-5. Κολ. 1, 26). Δι ατό ο γιοι εναι ο περισσότερον τέλειοι καί ο γνησιώτεροι μάρτυρες το Χριστο, το Θεο καί Σωτρος μας. Τώρα γνωρίζομεν πό τούς βίους τν γίων: ποιός εναι  Θεός καί τί εναι  Θεόςκόμη ποιός εναι  νθρωπος καί τί εναι  νθρωπος. δη χομεν ποβιβασθ ες τήν πέκεινα οράνιον χθην καί ντικρύζομεν λον τόν κόσμον τς γς πό τόν ορανόν. Καί κοιτάζοντες πό τόν ορανόν, τί εναι κενο πού διακρίνομεν περισσότερον πάνω ες τήν γν; – Δέν εναι οτε τά βουνά, οτε α θάλασσαι, οτε α πόλεις, οτε ο ορανοξύσται. Εναι  νθρωπος. Διότι  θεοειδής ψυχή το νθρώπου εναι νας λιος πί τς γς. σοι εναι ο νθρωποι, τόσοι εναι ο λιοι πί τς γς. Καί καθένας π ατούς τούς λίους εναι ρατός πό τόν ορανόν. γαπημένο θαμα το Θεο μικρούτσικη γνα στεράκι πό τά πιό μικρά, νά χωράη δισεκατομμύρια λίους! Μέσα πό τό χωματένιο σμα το νθρώπου λάμπει  λιος!  νθρωπος! – νας μικρός θεός μέσα ες τήν λάσπην.

Εναι Εαγγέλιον, παναληθινόν Εαγγέλιον, – χι δικόν μου, λλά τν γίων το Θεο – τι:  νθρωπος εναι να μεγάλον μυστήριον, ερόν μυστήριον το Θεο. Τόσον μεγάλον καί τόσον ερόν, στε  διος  Θεός γινεν νθρωπος διά νά μς ρμηνεύσ λον τό βάθος το νθρωπίνου μυστηρίου.  λήθεια το Εαγγελίου,  παναλήθεια εναι τι  Θεός γινεν νθρωπος διά νά κάμ τόν νθρωπον θεόν κατά χάριν. Ατήν τήν παναλήθειαν εαγγελίζονται βροντόφωνα ο ρχιστράτηγοι το Εαγγελίου το Θεανθρώπου:  γιος θανάσιος  Μέγας,  Χρυσόστομος  Παμμέγιστος,  γιος Γρηγόριος  Θεολόγος,  γιος Μάξιμος  μολογητής,  γιος ωάννης  Δαμασκηνός,  γιος Συμεών  Νέος Θεολόγος,  γιος Γρηγόριος  Παλαμς. Ατούς κολουθον καί λοι ο λλοι εαγγελισταί, – λη  κκλησία το Χριστο Κύριος καί Θεός καί Σωτήρ μας ησος Χριστός, γενόμενος ξ μέτρου φιλανθρωπίας νθρωπος, γίασε τόν νθρωπον, τόν χριστοποίησε, τόν θέωσε. Πολέμησε καί νίκησε ν ατ καί δι ατόν κάθε τί θεον καί ντίθεον: Τήν μαρτίαν, τόν θάνατον καί τόν διάβολον.καί νύψωσε τόν νθρωπον περάνω λων τν ορανν, μέχρι το Τριαδικο Θεο.

λα ατά ποοι τά μαρτυρον; λοι ο γιοι πό τόν πρτον μεχρι το τελευταίου. Καθένας π ατούς, μέ λόκληρον τήν ζωήν του μαρτυρε δι ατήν τήν λήθειαν: τι μέσα ες τήν γίαν το Χριστο κκλησίαν  νθρωπος διά τν γίων μυστηρίων καί τν γίων ρετν μεταμορφώνεται ες «θεόν κατά χάριν», ες κατά χάριν θεάνθρωπον.  μεταμόρφωσις το νθρώπου ες θεάνθρωπον κατά χάριν διά το Θεανθρώπου Χριστο μετάπλασίς του ες θεόν κατά χάριν, εναι, κατά τήν διδασκαλίαν τν γίων Πατέρων, τέχνη τεχνν, πιστήμη πιστημν, φιλοσοφία φιλοσοφιν. Δι ατό ο γιοι Διδάσκαλοί μας τήν κατά τό Εαγγέλιον ζωήν νομάζουν ληθινήν φιλοσοφίαν, ληθινήν σοφίαν.  δέ γιος Μακάριος  Μέγας νομάζει τούς γίους «φιλοσόφους το γίου Πνεύματος».

Τώρα, πό τούς «Βίους τν γίων γνωρίζομεν τι  νθρωπος εναι μία παρξις μέ τάς πλέον μεγάλας διαστάσεις: κτείνεται πό τόν διάβολον μέχρι τόν Θεόν, καί δύναται νά γίν καί θεός κατά χάριν, καί διάβολος κατά τήν λευθέραν βούλησίν του. Μέσα ες κάθε μαρτίαν πάρχει καί λίγον τι το διαβόλου. Διά τς φιλαμαρτίας καί τς κουσίας καί πιμόνου παραμονς ες τήν μαρτίαν,  νθρωπος βαθμιαίως διαβολοποιεται, μεταβάλλεται βαθμιαίως ες διαβολάνθρωπον καί δημιουργε θεληματικς τήν κόλασιν διά τόν αυτόν του. Διότι κάθε μαρτία εναι μία μικρή κόλασις. ντιθέτως, μέσα ες τήν κκλησίαν το Χριστο, διά τν γίων μυστηρίων καί τν γίων εαγγελικν ρετν,  νθρωπος πληροται μέ τόν Θεάνθρωπον Χριστόν, νδύεται τόν Χριστόν, καί μεταμορφώνεται βαθμιαίως ες νθρωπον χριστοφόρον καί χριστοειδ, «ες νδρα τέλειον, ες μέτρον λικίας το πληρώματος το Χριστο» (φ. 4, 13. Πρβλ. Κολ. 1, 28). Γίνεται βαθμηδόν θεάνθρωπος κατά χάριν, καί κατ ατόν τόν τρόπον ποκτ μέσα ες τήν ψυχήν του τόν παράδεισον. Διότι κάθε μία γία εαγγελική ρετή εναι μικρός παράδεισος διά τήν ψυχήν (Πρβλ. Ματθ. 5, 3-12. Λουκ. 6, 20-23. ακ. 1, 25. ωάνν. 13, 17).

Γίνεται λοφάνερον πό τούς «Βίους τν γίων» τι ο γιοι γνωρίζουν λόκληρον τό μυστήριον το νθρώπου, λων τν νθρώπων, καί τό δικόν μου καί τό δικόν σου μυστήριονδιότι γνώρισαν τό μυστήριον το Μόνου Τελείου νθρώπου, το Θεανθρώπου Χριστο, καί δι Ατο λυσαν τελείως καί τελεσιδίκως τό πρόβλημα το νθρώπου. Καί τατοχρόνως λυσαν τό πρόβλημα λης τς κτίσεως. Διότι οσιαστικά λα τά προβλήματα περιέχονται μέσα ες τό πρόβλημα το νθρώπου, καί λαι α λύσεις ες τήν λύσιν το προβλήματος το νθρώπου. κτός το Θεανθρώπου καί χωρίς τόν Θεάνθρωπον,  νθρωπος εναι πάντοτε πάνθρωπος καί μή νθρωπος, δηλαδή δέν εναι νθρωπος μέ τήν οσιαστική σημασίαν το ρου.

Ζήτησε νά ερς τόν αυτόν σου μέσα ες τούς «Βίους τν γίων»θά τόν ερης πωσδήποτε μέσα ες ατούς. κόμη θά ερς κε καί τά φάρμακα, μέ τά ποα μπορες νά τόν θεραπεύσς πό λας τάς πνευματικάς ρρωστίας καί νά τόν κάνς γι διά παντός. γι καί ες τούς δύο κόσμους, ες τρόπον στε νά μή μπορέσ νά σέ βλάψ κανένας θάνατος. Θά ερης κόμη μέσα ες τούς «Βίους τν γίων», λα σα χρειάζονται διά νά ζήσς καί ες τούς δύο κόσμουςσα χρειάζονται ες σέ,  νθρωπε, πού εσαι μία θάνατος παρξιςμία αώνια παρξις, μία θεανθρωπίνη παρξις, νθρωπε! νθρωπε! νθρωπε!

 

ποσημειώσεις:

1. -. Κανών το Πάσχα, δή ζ’.

2. -. Πρβλ. Κολ. 3, 11. Γαλ. 2, 20. Πρβλ. το γ. Συμεών Ν. Θεολόγου: «Χριστός τά πάντα ντί πάντων τούτοις γενήσεται» (Κατήχησις 2). πίσης το γ. Γρηγορίου Παλαμ «Δι ατς γάρ (τς ν χάριτι νώσεως) λος μέν λοις τος ξίοις  Θεός περιχωρελ δέ λοι περιχωροσιν λικς ο γιοι τ Θελον ντιλαμβάνοντες αυτν τόν Θεόν» (πέρ τν ερς συχαζόντων, 3, 1, 27).


Πηγή:https://alopsis.g

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου