Α΄) ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Τα
προβλήματα που παρουσιάζει η παιδική
ηλικία, δεν είναι ούτε λίγα ούτε εύκολα. Είναι «το πρώτο πέλαγος που συναντούμε στη ζωή μας και στο οποίο επικρατεί
μεγάλη ταραχή, γιατί τα παιδιά είναι επιπόλαια, αλλάζουν εύκολα συμπεριφορά
και δεν παρουσιάζουν σταθερότητα».
Έχουμε λοιπόν και εδώ ανάγκη από την «κυβερνητική
τέχνη», για να αντιμετωπίσουμε τα δύσκολα προβλήματα αυτής της ηλικίας,
όπως αντιμετωπίζουμε την τρικυμία στη θάλασσα (MG 58,737).
Από τα
χαρακτηριστικά, που καταχωρούνται στη συνέχεια, άλλα (τα πρώτα) αναφέρονται
στην ψυχολογία της βρεφικής, της νηπιακής και της πρώτης παιδικής ηλικίας και
άλλα στην ψυχολογία των μεγαλύτερων παιδιών. Ο Χρυσόστομος δεν κάνει διάκριση
των διαφόρων σταδίων της παιδικής ηλικίας, αλλά μιλάει γενικά για την παιδική
ηλικία και γι’ αυτό οι γνώμες του μερικές φορές φαίνονται αντικρουόμενες, αλλά
δεν είναι. Απλούστατα μιλάει για διαφορετικά στάδια της παιδικής ηλικίας. Όταν
αναφέρει π.χ. ότι το παιδί είναι απαλλαγμένο από την υπερηφάνεια, τη
ματαιοδοξία, τη μνησικακία και το φθόνο και από την εριστικότητα, κάνει λόγο
για τα νήπια και τα πολύ μικρά παιδιά. Αντίθετα, τα μεγαλύτερα παιδιά είναι και
ζηλότυπα και φθονερά και υπερήφανα και επιθετικά.
Β΄) Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ
Ακατανίκητη
είναι η έλξη του βρέφους προς την μητρική θηλή (MG 51,371).
Το πρώτο
χαρακτηριστικό της παιδικής ηλικίας είναι η ανωριμότητα,
η έλλειψη κρίσεως και η επιπολαιότητα, η οποία φθάνει τα
όρια της «άνοιας» (της μωρίας) και την οποία επαυξάνουν οι διηγήσεις των
ειδωλολατρών για τους ήρωές τους, «οι οποίοι εν τούτοις είναι δούλοι των παθών τους»
(MG
57,185. 62,150. 49,73). «Το παιδί (το
βρέφος) δεν ξέρει να ξεχωρίζει την κακή τροφή από την καλή. Πολλές φορές βάζει
χώμα στο στόμα του, δέχεται βλαβερά πράγματα και όλα τα κάνει χωρίς διάκριση» (MG 63,73).
Τα (μικρότερα)
παιδιά δεν αντιλαμβάνονται τους κινδύνους
που διατρέχουν και συχνά εκθέτουν τον εαυτό τους σ’ αυτούς τους, με αποτέλεσμα
να κινδυνεύει η ζωή τους. «Πολλές φορές βάζουν τα χέρια τους στη φωτιά» (MG 55,139. 49,73) ή «πηδούν μέσα στη φωτιά και σε αναμμένους
δαυλούς» (MG 55,226-227).
Τα μικρά
παιδιά δεν προσέχουν ό,τι είναι σοβαρό,
αλλά ό,τι εντυπωσιάζει (MG 61,305). «Χαίρονται, όταν βλέπουν αμάξια και ημιονηγούς και
ρόδες,… ενώ όταν ιδούν βασιλιά να κάθεται πάνω σε χρυσή άμαξα, ούτε καν
γυρίζουν το βλέμμα τους να ιδούν. Παίρνουν ψεύτικες νύφες (κούκλες)… και τις
στολίζουν, ενώ τις αληθινές νύφες, που λάμπουν από χρυσαφικά και στολίδια, ούτε
καν τις εκτιμούν» (MG 59,440).
«Γελούν και όταν εμείς μιλούμε για
σπουδαία θέματα» (MG 49,359). Εκείνα που θεωρούν μεγάλα και σημαντικά είναι «τα
κότσια, οι μπάλες και τα παρόμοια παιδικά παιχνίδια» (MG 55,450. 52,466).
«Οι
δουλέμποροι, προσφέροντας στα μικρά παιδιά ξηρούς καρπούς, γλυκίσματα, κότσια
και άλλα παρόμοια και δελεάζοντάς τα, τα στερούν την ελευθερία και την ίδια
τους τη ζωή» (MG 48,855.
49,168). «Τα παιδιά (τα νήπια), όταν ιδούν να μπαίνει στο σπίτι τους ληστής και
να αφαιρεί τα οικιακά σκεύη και αντικείμενα,… γελούν. Αν όμως τους αφαιρέσεις το
καλαθάκι ή την κουδουνίστρα…, υποφέρουν, δυσανασχετούν, θρηνούν και κλωτσούν το
έδαφος» (MG 61,38.
62,216). Η επιπολαιότητά τους φαίνεται ακόμη και στα παιχνίδια τους (MG 60,571).
«Η ψυχή του (μικρού) παιδιού είναι
καθαρή από όλα τα πάθη…
Δε μνησικακεί εναντίον εκείνων που το έχουν λυπήσει, αλλά τους πλησιάζει σαν
φίλους, σαν να μη συνέβη τίποτε. Και όσο ξύλο κι αν φάει από τη μητέρα του,
αυτήν επιζητεί, αυτήν προτιμάει από όλους», έστω κι αν «φοράει κουρελιασμένα
ρούχα». Δε συγκινείται από «τα κάλλη των σωμάτων» (MG 58,601).
Ένα «πολύ
μικρό παιδί… είναι απαλλαγμένο από την υπερηφάνεια, τη δοξομανία, το φθόνο, τη
φιλονεικία… και έχει πολλές αρετές, όπως αφέλεια,
ταπεινοφροσύνη, αμεριμνησία» (MG 58,569). «Το μικρό παιδί κι αν ακόμη βρίζεται, κι αν
χτυπιέται, κι αν τιμάται, κι αν δοξάζεται, ούτε εξ αιτίας των πρώτων
δυσαρεστείται, ούτε εξ αιτίας των δευτέρων υπερηφανεύεται» (MG 58,569).
«Το (μικρό)
παιδί είναι καθαρό από φθόνο, από ματαιοδοξία και φιλοπρωτία» και διακρίνεται για «την αφέλεια, το απροσποίητο και τη σεμνότητα» (MG 58,568).
Στα μικρά
παιδιά υπάρχει ακόμη αρκετή αθωότητα και γι’ αυτό δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί το αίσθημα της αιδούς. Ξεγυμνώνονται,
χωρίς να καταλαβαίνουν τί κάνουν, και γι’ αυτό και δε ντρέπονται (MG 61,39).
Τα μικρά
παιδιά χτυπούν τις μητέρες τους με αποτέλεσμα εκείνες «να ξεκαρδίζονται στα
γέλια» («ανακλάσθαι τω γέλωτι») (MG 47,323). Ακατάπαυστες και κουραστικές είναι στην πρώτη
παιδική ηλικία οι ερωτήσεις των παιδιών
στις παραμάνες και στους γονείς ιδιαίτερα δε στον πατέρα (MG 62,445).
Τα μικρά
παιδιά, όταν αποκτήσουν στοιχειώδη πράγματα, νομίζουν «ότι έγιναν κιόλας
πλούσιοι, και ενώ δε βρίσκονται ακόμη στην αρχή, υπερηφανεύονται ότι έφτασαν
ήδη στο τέρμα» (MG 61,98).
Άλλα
χαρακτηριστικά της πρώτης παιδικής ηλικίας είναι η φλυαρία (ΕΠΕ 30,642-644) και η δειλία
(MG
57,185). Τα μικρά παιδιά, λόγω της
ανωριμότητάς τους, «φοβούνται και τρέμουν»
(MG
55,139. 61,520). Φοβούνται τις
προσωπίδες και τους μεταμφιεσμένους ανθρώπους (MG 55,226-227. 48,848. 49,73,226. 47,433-434), καθώς και τους κρότους (MG 55,226-227). Ο φόβος οδηγεί το μικρό παιδί στην αγκαλιά της
μητέρας του, από την οποία δε μπορεί κανείς και με τίποτε να το αποσπάσει Όταν
όμως εκλείψει ο φόβος, φεύγει μακριά της και δεν επιστρέφει ούτε όταν το
φωνάζει, ούτε όταν το τραβάει, ούτε όταν το καλεί στο τραπέζι, παρά μόνον όταν
το φοβίσει (MG 47,433-434).
Το παιδί
αρέσκεται στους μύθους (MG 62,470) και στις ιστορίες του παλιού καιρού (ΕΠΕ 30,656).
Στα
μεγαλύτερα παιδιά «όλα τα πάθη ασκούν
τυραννική εξουσία,… όπως η
ματαιοδοξία, η κακή επιθυμία, ο παραλογισμός, ο θυμός, ο φθόνος,… η αγάπη προς
τα στολίδια,… η επιθετικότητα», κι αυτό «γιατί ποτέ δεν κρατούν τα ηνία». Πολλές
φορές, όταν σκοντάψουν και χτυπήσουν, για να καταπραΰνουν τον πόνο και την οργή
τους, καταστρέφουν ό,τι βρεθεί μπροστά τους (MG 62,330).
Κατά το
συγγραφέα «η ζηλοτυπία» (MG 60,576) και «η
αλαζονεία είναι χαρακτηριστικά της παιδικής σκέψεως, του ανώριμου λογικού»
(MG
62,215. 61,115).
Γ΄) η αγωγή των παιδιών
Εφόσον η
παιδική ηλικία είναι «το πρώτο ταραγμένο πέλαγος»
της ζωής και εφόσον τα παιδιά παρουσιάζουν από τη φύση τους τις ελλείψεις και
τα ελαττώματα, που εκθέσαμε στο πρώτο μέρος, είναι προφανές ότι έχουν ανάγκη «από παιδαγωγούς και δασκάλους,
ώστε με την επιμέλειά τους να συμπληρώσουν αυτό που λείπει από τη φύση» (MG 58,737).
Ο
Χρυσόστομος συνιστά «να ζητούμε ευθύνες από
τα παιδιά για τις παρεκτροπές τους» από το δέκατο έτος της ηλικίας τους (MG 47,378). Στο έργο του «Περί
κενοδοξίας και όπως δει τους γονέας ανατρέφειν τα τέκνα» και στις
παραγράφους 23,24,27 παρομοιάζει την ψυχή του παιδιού με πόλη, της οποίας βασιλιάς
είναι ο πατέρας. Και όπως στην πόλη
άλλοι κλέβουν και άλλοι απονέμουν δικαιοσύνη, έτσι ενεργούν στην ψυχή ο νους
και οι λογισμοί. Άλλοι από τους λογισμούς αυτούς μας παρωθούν σε έργα αγαθά και
πράξεις ευγενείς, και άλλοι αναπαριστούν ανήθικες ιστορίες και μας διατάσσουν,
σαν να είμαστε δούλοι (ΕΠΕ 30,642-644).
Πύλες
αυτής της πόλεως (της ψυχής του παιδιού) είναι οι πέντε αισθήσεις, η όραση, η
γεύση, η ακοή, η όσφρηση και η αφή. «Από τις πύλες αυτές (των αισθήσεων)
μπαίνουν και βγαίνουν οι πολίτες αυτής της πόλεως, δηλαδή οι λογισμοί, και ή
καταστρέφουν ή σώζουν την ψυχή» (ΕΠΕ 30,646). Χρειάζονται λοιπόν νόμοι, που θα
εξοργίζουν από την πόλη (από την ψυχή του παιδιού) τους κακούς πολίτες (λογισμούς)
και θα αποδέχονται τους καλούς. Αν δώσουμε «μεγάλη ελευθερία στους κλέφτες» και
στους πλεονέκτες, «θα καταστραφεί το παν»… «Το ίδιο θα συμβεί και στην ψυχή του
παιδιού, αν καταργήσουμε κάθε περιορισμό» (ΕΠΕ 30,644).
Εφόσον η
ψυχή του παιδιού μοιάζει με πόλη, που χτίστηκε πρόσφατα και έχει πολίτες (τα
παιδιά), που δεν έχουν καμιά πείρα, είναι εύκολο να ρυθμίσει κάνεις τη ζωή τους.
Τα παιδιά, «όπως είναι εντελώς άπειρα, εύκολα θα μπορούσαν να δεχτούν τους
νόμους» της οικογένειας και του σχολείου. Και ο Χρυσόστομος συνεχίζει τις
συστάσεις του προς τους γονείς: «Όρισε νόμους σ’ αυτή την πολιτεία (στην ψυχή
του παιδιού)… νόμους που να προκαλούν φόβο («φοβερούς»)
και αυστηρούς και γίνε προστάτης των νόμων απέναντι σ’ αυτούς που τους παραβαίνουν.
Διότι δεν ωφελεί σε τίποτε να θεσπίζεις νόμους, όταν
δεν ακολουθεί και η τιμωρία των παραβατών» (ΕΠΕ 30,644-646).
Κάθε
γονιός, όταν λάβει υπόψη του το γενικότερο κλίμα που έχει επικρατήσει στην
εποχή μας, μία εποχή άκρατου
φιλελευθερισμού, προβληματίζεται μέχρι ποίου σημείου θα είναι αυστηρό το
καθεστώς (regime),
που θα εφαρμόζει στην οικογένειά του. Χρειάζεται αναμφιβόλως διάκριση.
Αλλά τη διάκριση τη χαρίζει μόνον ο Θεός. Διακριτικοί είναι και κάποιοι
άνθρωποι φωτισμένοι από το Πνεύμα του Θεού, που εξαγιάστηκαν μέσα στην
πνευματική άσκηση και που θα μπορούσαν να μας χειραγωγήσουν σε κρίσιμες ώρες. Αναμφιβόλως
και η βαθιά γνώση των παιδαγωγικών προβλημάτων και των πορισμάτων των Επιστημών
της Αγωγής έχει τη θέση της. Πάντως πρέπει σαν «άριστοι γιατροί να εξετάζουμε πάντοτε με πολλή προσοχή και σε βάθος τη ρίζα των ασθενειών
(των ελλείψεων και των παραπτωμάτων των παιδιών) και έτσι να φθάνουμε στη πραγματική αιτία του κακού» (MG 60,473). Μόνον τότε υπάρχει ελπίδα να τελεσφορήσουν οι
μέθοδοι αγωγής που χρησιμοποιούμε κάθε φορά.
Οι γονείς καλό
είναι να έχουν υπόψη τους, ότι η αγωγή του παιδιού και η διδασκαλία σ’ αυτό
καλών συνηθειών πρέπει να αρχίζει από
νωρίς, από την κούνια θα μας πούνε σύγχρονη παιδαγωγοί. Η παράλειψη του
καθήκοντος αυτού κατά τα πρώτα χρόνια της ηλικίας του παιδιού δε μπορεί αργότερα να αναπληρωθεί με τίποτε.
«Σ’ ένα πράγμα απαλό μπορούμε να δώσουμε όποιο σχήμα θέλουμε, γιατί δεν έχει
πάρει ακόμη σταθερή μορφή και είναι επομένως εύκολο να μεταπλαστεί σε
οποιοδήποτε σχήμα» (ΕΠΕ 30,640). «Δεν είναι το ίδιο πράγμα να ξεριζώσει κάνεις
ένα φυτό που είναι ριζωμένο εδώ και πολλά χρόνια και ένα άλλο που φυτεύτηκε
πριν από λίγο στη γη» (MG 50,538).
«Αν οι
διδασκαλίες χαραχθούν στην ψυχή του παιδιού, όταν ακόμη είναι τρυφερή, κανείς
δε θα μπορέσει να τις αφαιρέσει, γιατί θα έχουν αποτυπωθεί ανεξίτηλα, όπως η
σφραγίδα στο μαλακό κερί. Σ’ αυτή την ηλικία το παιδί τρέμει και φοβάται και
πτοείται μπροστά στην αγριεμένη όψη σου και στη φωνή σου… Επωφελήσου αυτή την
κατάσταση… Συ πρώτος θα απολαύσεις τους αγαθούς καρπούς… Κοπιάζεις για το
συμφέρον σου» (ΕΠΕ 30,640).
Αργότερα
βέβαια επεμβαίνουν διάφοροι παράγοντες, οι οποίοι ασκούν καταλυτική επίδραση
στην ψυχή του παιδιού. Αν όμως αυτό είναι αλήθεια, εξίσου αληθινό είναι και το
ότι τίποτε δεν πηγαίνει χαμένο. Τα αγαθά σπέρματα που έσπειραν οι καλοί γονείς
στην ψυχή των παιδιών τους θα βλαστήσουν κάποτε.
Ο πατέρας
οφείλει να είναι συγκαταβατικός στις
φυσικές και στις άλλες αδυναμίες του παιδιού. Έτσι, όταν το μικρό παιδί
ψελλίζει, δεν το θεωρεί ανάξιο της θέσεώς του να ψελλίσει και αυτός μαζί του,
έως ότου μάθει να αρθρώνει καλά τις λέξεις (MG 62,678). Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συνεργαζόμαστε τα παιδιά (MG 60,551). Οι μέθοδοι αγωγής που εφαρμόζουμε, θα
αναπροσαρμόζονται όσο προχωρεί η ενηλικίωση του παιδιού (MG 63,174).
Χρειάζεται ευελιξία και ευστροφία, ώστε, κατά το δυνατόν, να μην ερχόμαστε σε σύγκρουση με τη θέληση
και τις επιθυμίες του παιδιού. Έτσι, όταν ζητάει κάτι που δεν είναι χρήσιμο,
του προσφέρουμε κάτι άλλο, για το οποίον εκφράζουμε το θαυμασμό μας, και με τη
δικαιολογία, ότι «με φωνάζει ο τάδε», «ξεφεύγουμε και απομακρυνόμαστε» (MG 60,27).
Με τη δ ι ή γ η σ η είναι δυνατόν να εντυπωθούν στην απαλή διάνοια
του παιδιού… υψηλές πνευματικές έννοιες, κι ας είναι ανώτερες από τον
πνευματικό του επίπεδο (MG 30,666). Πράγματι, με μια ζωντανή και παραστατική διήγηση
μπορούμε να διδάξουμε στα παιδιά μια μεγάλη πνευματική αλήθεια, η οποία μπορεί
να παραμείνει ανεξίτηλη στην ψυχή τους σ’ όλη τους τη ζωή.
Οι
παραμάνες δεν πρέπει να κρατούν τα παιδιά συνεχώς στην αγκαλιά τους, γιατί κακοσυνηθίζουν και γίνονται μαλθακά. Αλλά
και «η άκαιρη και υπερβολική φροντίδα των γονιών γι’ αυτά καταστρέφει
την υγεία τους» και τα κάνει «ασθενικά»
(MG
60,378).
Καθήκον
των γονέων είναι να διδάσκουν στα παιδιά «τη σεμνότητα, τη σωφροσύνη,
την εγκράτεια στο φαγητό, την απλότητα, την οικονομία, τη φιλοστοργία
και την υπακοή» (MG 62,548).
Όταν τα
παιδιά σημειώνουν επιτυχίες, να μη διστάζουμε να τα επαινούμε (MG 48,594-595).
Η απουσία του δασκάλου κάνει τους μαθητές «ραθυμοτέρους», ενώ η παρουσία του, και μόνη αυτή, είναι ικανή να τους διορθώσει (MG 61,115).
Οι παροχές μας στα παιδιά θα είναι ανάλογες με την ηλικία τους. Έτσι στα
μικρά παιδιά «οι γονείς παρέχουν παπούτσια, φορέματα, χρυσαφικά και βραχιόλια»,
ενώ όταν μεγαλώσουν τα προετοιμάζουν για τα επαγγέλματα και τη ζωή (MG 55,55).
Οι αλήθειες του Ευαγγελίου μας είναι χρήσιμες,
γιατί μπορούν να αλλάξουν τα παιδιά «από τους μύθους στους οποίους αρέσκονται»,
και να τα βοηθήσουν στην ωρίμανσή τους (MG 62,470).
Είναι χρέος όλων των γονέων «να ανατρέφουν τα
παιδιά τους σύμφωνα με το θέλημα του Θεού» (MG 54,653).
Η Χριστιανική αγωγή των παιδιών πρέπει να
γίνεται από την πρώτη ηλικία, αλλά σταδιακά και μεθοδικά και με βάση το
διάλογο. Δεν είναι συνετό να
παρουσιάζουμε στα παιδιά αμέσως όλες τις
δυσκολίες της πνευματικής ζωής (MG 49,166-167. 47,354. 51,330. ΕΠΕ 30,670).
Είναι
προφανές ότι μια λεπτή λειτουργία, όπως είναι η θρησκευτική, δεν επιδέχεται κανένα βιασμό (MG 48,635). Ας μη λησμονούμε τα λόγια του Θεανθρώπου: «Όστις
θέλει οπίσω μου ακολουθείν» (Μάρκου η΄34. Ματθ. ιστ΄24. MG 51.286).
Εκείνο που
έχει σημασία είναι να βιώνουν οι γονείς
και οι δάσκαλοι την Ορθόδοξη πίστη και ζωή. Το ζωντανό παράδειγμα είναι
αδύνατον να μην επηρεάσει την παιδική ψυχή. Λεπτομέρειες για το θέμα αυτό
μπορεί να βρει ο αναγνώστης στο κεφάλαιο: χριστιανική
αγωγή, που καταχωρίζεται στα κείμενα του τελευταίου τόμου.
Κατά το Χρυσόστομο:
«Είναι σαν να κάνουν φόνους οι δάσκαλοι,
που δε διδάσκουν όλες τις εντολές του
Θεού χωρίς δισταγμό» (MG 50,656).
Κεφ. 13- Εισαγωγικά κεφάλαια, Η παιδική ηλικία, (σελ. 145-150),
Παιδαγωγική Ανθρωπολογία Αγ. Ιω. Χρυσοστόμου, τόμος Α΄, Αγαθότητα-Αχαριστία,
Βασιλείου Δ. Χαρώνη με συνεργασία Ουρανίας Α. Λαναρα, Αθήνα 1993.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου