Ο μέγας Παύλος, αποδεικνύοντας το θείο και κοινωφελές της πίστεως και εξαγγέλλοντας τα έργα της και τα κατορθώματα και τους καρπούς και την δύναμή της, αρχίζει από τους αιώνες, από τους οποίους δεν υπάρχει τίποτε αρχαιότερο. Λέει ότι «Πίστει νοοῦμεν κατηρτίσθαι τοὺς αἰῶνας ῥήματι Θεοῦ, εἰς τὸ μὴ ἐκ φαινομένων τὰ βλεπόμενα γεγονέναι(:Με την πίστη και όχι με τις εξωτερικές μας αισθήσεις κατανοούμε και γνωρίζουμε ότι ο ορατός κόσμος, που έγινε μέσα στον χρόνο, δημιουργήθηκε άρτιος και αρμονικός με τον λόγο και το πρόσταγμα του Θεού. Και συνεπώς όσα κτίσματα βλέπουμε τώρα, έχουν γίνει ενώ δεν υπήρχαν πριν και δεν φαίνονταν με τις σωματικές αισθήσεις)»[Εβρ.11,3], και τελειώνει με την μελλοντική παγκόσμια ανάσταση και την τελείωση των αγίων που θα πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκειά της και που τίποτα δεν είναι τελειότερο από αυτήν[ βλ. Εβρ.11,39-40:
Καταρτίζοντας μάλιστα τον κατάλογο εκείνων που θαυμάστηκαν για την πίστη τους και επιμαρτυρούν αυτήν με τα προσωπικά τους παραδείγματα, λέει και το εξής, ότι με την πίστη «ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τούς νεκροὺς αὐτῶν (:με την πίστη που είχαν στην υπερφυσική δύναμη των προφητών οι γυναίκες που αναφέρει η Παλαιά Διαθήκη ξαναπήραν πίσω ζωντανά τα νεκρά παιδιά τους που ανέστησαν οι προφήτες)» [Εβρ.11,35]. Και αυτές πιο συγκεκριμένα είναι η χήρα στα Σαρεπτά και η Σουναμίτιδα, από τις οποίες η μία έλαβε τον γιο της που είχε πεθάνει πάλι ζωντανό από τον προφήτη Ηλία[Γ΄Βασ.17,23: «Καὶ κατήγαγεν αὐτὸ ἀπὸ τοῦ ὑπερῴου εἰς τὸν οἶκον καὶ ἔδωκεν αὐτὸ τῇ μητρὶ αὐτοῦ· καὶ εἶπεν Ἠλιού· βλέπε, ζῇ ὁ υἱός σου(:Και το κατέβασε από το υπερώο στο σπίτι και το έδωσε στη μητέρα του· και είπε ο Ηλίας: ‘’Κοίτα, ζει ο γιος σου’’)»], ενώ η Σουναμίτιδα πήρε τον δικό της πάλι πίσω ζωντανό από τον Ελισσαίο[Δ΄Βασ.4,32: «Καὶ εἰσῆλθεν Ἑλισαιὲ εἰς τὸν οἶκον καὶ ἰδοὺ τὸ παιδάριον τεθνηκὸς κεκοιμισμένον ἐπὶ τὴν κλίνην αὐτοῦ(:Και μπήκε ο Ελισσαίος στο σπίτι και ιδού, βλέπει το παιδάκι νεκρό, ξαπλωμένο πάνω στο κρεβάτι του)»· Δ΄Βασ.4,36: «Καὶ ἐξεβόησε Ἑλισαιὲ πρὸς Γιεζὶ καὶ εἶπε· κάλεσον τὴν Σωμανῖτιν ταύτην· καὶ ἐκάλεσε, καὶ εἰσῆλθε πρὸς αὐτόν. καὶ εἶπεν Ἑλισαιέ· λάβε τὸν υἱόν σου(:Και φώναξε τότε ο Ελισσαίος τον υπηρέτη του τον Γιεζί και του είπε: ‘’Κάλεσε αυτήν την γυναίκα την Σωμανίτιδα’’. Και την φώναξε ο Γιεζί και όταν αυτή παρουσιάστηκε μπροστά του, ο Ελισσαίος της είπε: ‘’Πάρε πίσω ζωντανό τον γιο σου’’)»].
Η καθεμιά τους επέδειξε με τα έργα δυνατή πίστη. Η μεν χήρα στα Σαρεπτά την επέδειξε προλαβαίνοντας την επηγγελμένη από τον προφήτη αύξηση των τροφίμων κατά την πίστη και τρέφοντας αυτόν πριν από τα παιδιά της από τη φούχτα αλεύρι και το λίγο λάδι, τα οποία μόνα είχε να φάει, και έπειτα περιμένοντας να πεθάνει μαζί με τα παιδιά της. Αλλά και όταν μετά την προσέλευση του Ηλία αρρώστησε και πέθανε ο γιος της, διότι, λέει, «ἦν ἡ ἀῥῥώστια αὐτοῦ κραταιὰ σφόδρα, ἕως οὐχ ὑπελείφθη ἐν αὐτῷ πνεῦμα(:η αρρώστιά του ήταν τόσο πολύ σοβαρή, ώστε χειροτέρευε συνεχώς, μέχρις ότου έπαψε να αναπνέει και τελικά πέθανε)» [Γ΄Βασ. 17,17], αυτή δεν έδιωξε τον προφήτη, δεν τον μέμφθηκε, δεν απομακρύνθηκε από την θεοσέβεια που διδάχθηκε από αυτόν· αλλά κατηγόρησε τον εαυτό της και νόμισε ότι αιτία του θανάτου του παιδιού της είναι οι δικές της οι αμαρτίες· σε αυτήν την συμφορά αποκαλούσε τον Ηλία «άνθρωπο του Θεού» και κατηγορούσε μάλλον τον εαυτό της και του έλεγε μάλλον με προτρεπτικό παρά με σκωπτικό τόνο: «Τί ἐμοὶ καὶ σοί, ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ; Εἰσῆλθες πρός με τοῦ ἀναμνῆσαι ἀδικίας μου καὶ θανατῶσαι τὸν υἱόν μου;(:Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μένα και σε σένα, άνθρωπε του Θεού; Ήρθες στο σπίτι μου για να υπενθυμίσεις στον Θεό τις αμαρτίες μου και να με τιμωρήσει γι’ αυτές με τον θάνατο του γιου μου;)»[Γ΄Βασ. 17,18]. «Φως είσαι εσύ», λέει, «κατά μέθεξη ως διάκονος του φωτός της δικαιοσύνης, και καθώς ήλθες, κατέστησες εμφανή τα αφανή μου αμαρτήματα· αυτά λοιπόν μου θανάτωσαν τον υιό». Βλέπετε πίστη αλλόφυλης γυναίκας; Βλέπετε ταπείνωση; Γι'αυτό άλλωστε εύλογα έλαβε την εκλογή από τον Θεό και καταξιώθηκε να γίνει πρότυπο της κλήσεως και πίστεως των εθνών και έπειτα δέχθηκε και το παιδί της ζωντανό.
Η δε Σωμανίτιδα έδειξε την πίστη της και με όσα είπε προς τον άντρα της για τον Ελισσαίο και με όσα ετοίμασε για την φιλοξενία του προφήτη και με την αξιοπρέπεια που επέδειξε όταν πέθανε το παιδί της. Διότι, κρύβοντας ήσυχα την συμφορά, έτρεξε προς τον προφήτη και τον έσυρε προς την οικία, λέγοντας προς αυτόν: «Ζῇ Κύριος καὶ ζῇ ἡ ψυχή σου, εἰ ἐγκαταλείψω σε(:Ο Θεός είναι Θεός ζωντανός και ακούει· ορκίζομαι σε Αυτόν και στην ζωή σου, ότι δεν θα σε αφήσω εδώ, χωρίς να έρθεις να με βοηθήσεις)» [Δ΄ Βασ. 4,30], και με αυτήν την πίστη δέχθηκε τον υιό της αναστημένο από τον προφήτη, ώστε το εξαιρετικό αυτό θαύμα να μην είναι περισσότερο εκείνων των προφητών από όσο της πίστεως των μητέρων που δέχθηκαν τους αναστημένους γιους τους [Εβρ.11,35: «Ἒλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τούς νεκροὺς αὐτῶν(:Με την πίστη που είχαν στην υπερφυσική δύναμη των προφητών οι γυναίκες που αναφέρει η Παλαιά Διαθήκη ξαναπήραν πίσω ζωντανά τα νεκρά παιδιά τους που ανέστησαν οι προφήτες)»].
Αλλά παρά το ότι οι προφήτες είχαν συνεργό την πίστη και την προς τον Θεό ευαρέστηση των μητέρων, ο μεν Ηλίας και τα άλλα έκανε και προς τον Θεό φώναξε με ολοφυρμό λέγοντας: «Οἴμοι, Κύριε, ὁ μάρτυς τῆς χήρας, μεθ᾿ ἧς ἐγὼ κατοικῶ μετ᾿ αὐτῆς, σὺ κεκάκωκας τοῦ θανατῶσαι τὸν υἱὸν αὐτῆς(:Αλίμονο, Κύριε, Εσύ είσαι μάρτυρας της προθυμίας και της καλοσύνης, με την οποία με φιλοξενεί η χήρα αυτή. Εσύ λοιπόν έφτασες να την πληγώσεις τόσο πολύ, ώστε να θανατώσεις τον γιο της;)». Και επικαλέστηκε τον Κύριο και είπε «Κύριε ὁ Θεός μου, ἐπιστραφήτω δὴ ἡ ψυχὴ τοῦ παιδαρίου τούτου εἰς αὐτόν(:Κύριε, Θεέ μου, ας επιστρέψει, Σε παρακαλώ, η ψυχή του μικρού αυτού παιδιού σε αυτό)». Και έτσι έγινε[Γ΄Βασ.17,20: «Καὶ ἐγένετο οὕτως, καὶ ἀνεβόησε τὸ παιδάριον(:Και ευθύς αμέσως έγινε έτσι, και ξαναζωντάνεψε το νεκρό παιδάκι και φώναξε)»].
Ο Ελισσαίος, από την άλλη, όχι μόνο προσφύονταν στο μικρό νεκρό παιδί, ερχόμενος και φεύγοντας από αυτό έως επτά φορές, αλλά και προσευχήθηκε προς τον Κύριο όπως έχει μαρτυρηθεί από την Αγία Γραφή, και έτσι αναζωογόνησε και ανέστησε τον υιό της Σωμανίτιδας [Δ΄Βασ.4,33-35: «Καὶ εἰσῆλθεν ῾Ελισαιὲ εἰς τὸν οἶκον καὶ ἀπέκλεισε τὴν θύραν κατὰ τῶν δύο ἑαυτῶν καὶ προσηύξατο πρὸς Κύριον· καὶ ἀνέβη καὶ ἐκοιμήθη ἐπὶ τὸ παιδάριον καὶ ἔθηκε τὸ στόμα αὐτοῦ ἐπὶ τὸ στόμα αὐτοῦ καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ καὶ τὰς χεῖρας αὐτοῦ ἐπὶ τὰς χεῖρας αὐτοῦ καὶ διέκαμψεν ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ διεθερμάνθη ἡ σάρξ τοῦ παιδαρίου. Καὶ ἐπέστρεψε καὶ ἐπορεύθη ἐν τῇ οἰκίᾳ ἔνθεν καὶ ἔνθεν καὶ ἀνέβη καὶ συνέκαμψεν ἐπὶ τὸ παιδάριον ἕως ἑπτάκις, καὶ ἤνοιξε τὸ παιδάριον τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ(: Ο Ελισσαίος μπήκε στο σπίτι και έκλεισε την πόρτα του δωματίου, στο οποίο έμεινε μόνο αυτός και το νεκρό παιδί, και προσευχήθηκε στον Κύριο. Κατόπιν ανέβηκε στο κρεβάτι και ξάπλωσε πάνω από το νεκρό παιδί και έβαλε το στόμα του πάνω στο στόμα του παιδιού και τα μάτια του επάνω στα μάτια του παιδιού και τα χέρια του επάνω στα χέρια του νεκρού και ξάπλωσε επάνω του. Με τον τρόπο αυτό ζεστάθηκε το σώμα του παιδιού. Ο Ελισσαίος σηκώθηκε, αποσύρθηκε και βάδισε εδώ και εκεί μέσα στο σπίτι και ανέβηκε πάλι στο κρεβάτι και ξάπλωσε επάνω στο παιδί όπως και προηγουμένως· αυτό το έκανε επτά φορές. Και το παιδί άνοιξε τα μάτια του!)» ].
Ο δε Κύριός μας Ιησούς Χριστός, κατά την αναγινωσκομένη σήμερα περικοπή του Ευαγγελίου [Λουκά 7,11-16], ευσπλαχνίστηκε την χήρα, της οποίας ο υιός εκφερόταν νεκρός, και χωρίς να αργοπορήσει μήτε να διαπραγματευτεί, μήτε να προσευχηθεί, αλλά με πρόσταγμα μόνο έδωσε στην πενθούσα μητέρα τον μονογενή υιό της ζωντανό από νεκρό. Έτσι έδειξε ότι Αυτός μόνο είναι κύριος ζωής και θανάτου· διότι λέγει ο ευαγγελιστής στη συνέχεια: «Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑξῆς ἐπορεύετο εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν(:Αργότερα, κάποια μέρα, ο Ιησούς πήγαινε σε κάποια πόλη που λεγόταν Ναΐν)»[Λουκά 7,11]. Ο Κύριος έρχεται για το μεγάλο αυτό θαύμα της αναστάσεως αυτόκλητος, για να δείξει όχι μόνο την ζωοποιό δύναμη, αλλά και ότι έχει ασύγκριτη την αγαθότητα και την ευσπλαχνία. Διότι τον μεν Ηλία φάνηκε σαν να τον έσκωπτε η χήρα γυναίκα στα Σαρεπτά, παρακινώντας τον να επαναφέρει στη ζωή το νεκρό παιδί της· τον δε Ελισσαίο η Σουναμίτιδα αφού τον παρατήρησε πρώτα ότι δεν προείδε τι επρόκειτο να πάθει το παιδί που θαυματουργικά είχε δώσει σε εκείνη που ήταν στείρα, έπειτα και τον κατανάγκασε λέγοντας: «Ζῇ Κύριος καὶ ζῇ ἡ ψυχή σου, εἰ ἐγκαταλείψω σε(:Ο Θεός είναι Θεός ζωντανός και ακούει· ορκίζομαι σε Αυτόν και στην ζωή σου, ότι δεν θα σε αφήσω εδώ, χωρίς να έρθεις να με βοηθήσεις)» [Δ΄ Βασ. 4,30]. Ο Κύριος όμως προγινώσκει μόνος Του και χωρίς να τον επικαλεστεί κανείς, πορεύεται προς την πόλη, από την οποία εκφερόταν το πεθαμένο παιδί.
«Την επόμενη μέρα βάδιζε», λέει. Και αυτό επεσήμανε πανσόφως ο ευαγγελιστής. Διότι η ανάσταση του παιδιού της χήρας υποτυπώνει την ανακαίνιση του νου μας. Διότι και η ψυχή μας εξαιτίας της αμαρτίας ήταν χήρα του ουρανίου Νυμφίου, που είχε σαν μονογενή υιό τον νου της, ο οποίος είχε πεθάνει από το κεντρί της αμαρτίας, χάνοντας την αληθινή ζωή· εκφερόταν δε και αυτός από τα πάθη που τον μετέφεραν κάπου μακριά από τον Θεό σε βυθούς άδη και απώλειας. Αλλά αφού ο Κύριος βάδισε προς εμάς και ήλθε κοντά μας με την ένσαρκη παρουσία Του, τον ανακαίνισε και τον ανήγειρε. Αυτή όμως η παρουσία δεν έγινε σε εμάς από την αρχή, αλλά ύστερα, κατά τους τελευταίους αιώνες. Γι'αυτό ο ευαγγελιστής δεν παρέλειψε ούτε αυτό, λέγοντας: «Βάδιζε την επόμενη μέρα» ο Ιησούς για να αναστήσει τον πεθαμένο υιό της χήρας και να μετατρέψει το πένθος της σε ευφροσύνη.
Προσέχετε επιμελώς όσα λέγονται, αδελφοί, παρακαλώ· διότι και από σας ο καθένας, αν αισθανθεί τον μέσα του άνθρωπο πεθαμένο και θρηνήσει τις αμαρτίες του, πενθώντας και μελαγχολώντας γι’ αυτές σε μετάνοια, θα πορευτεί και προς αυτόν ο Παράκλητος παρέχοντας την αιώνια παράκληση. Διότι λέγει ο Κύριος: «Μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακλήθησονται(:Μακάριοι είναι εκείνοι που πενθούν για τις αμαρτίες τους και για το κακό που επικρατεί στον κόσμο, διότι αυτοί θα παρηγορηθούν από τον Θεό)» [Ματθ.5,4].
Αλλά λέγει: «Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑξῆς ἐπορεύετο εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς(:Αργότερα, κάποια μέρα, ο Ιησούς πήγαινε σε κάποια πόλη που λεγόταν Ναΐν. Μαζί Του βάδιζαν και οι μαθητές Του, οι οποίοι ήταν αρκετοί, καθώς και πλήθος λαού πολύ)» [Λουκά 7,11]. Πραγματικά ο μεν Ηλίας απομονώνεται όταν πρόκειται να αναστήσει τον υιό της χήρας στα Σαρεπτά[Γ΄Βασ.17,19: «Καὶ εἶπεν Ἠλιοὺ πρὸς τὴν γυναῖκα· δός μοι τὸν υἱόν σου. καὶ ἔλαβεν αὐτὸν ἐκ τοῦ κόλπου αὐτῆς καὶ ἀνήνεγκεν αὐτὸν εἰς τὸ ὑπερῷον, ἐν ᾧ αὐτὸς ἐκάθητο ἐκεῖ, καὶ ἐκοίμισεν αὐτὸν ἐπὶ τῆς κλίνης(:Και είπε ο Ηλίας στην γυναίκα: ‘’ Δώσε μου τον γιο σου. Και πήρε το νεκρό παιδί από την αγκαλιά της μητέρας του και το ανέβασε στο ανώγειο δωμάτιο, στο οποίο έμενε ο ίδιος, και το ξάπλωσε στο κρεβάτι του)» ], ο δε Ελισσαίος, αφού ανέβηκε στο υπερώο, όπου έκειτο ο πεθαμένος, «εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον καὶ ἀπέκλεισε τὴν θύραν κατὰ τῶν δύο ἑαυτῶν καὶ προσηύξατο πρὸς Κύριον(:μπήκε μέσα στο σπίτι και έκλεισε την πόρτα του δωματίου, στο οποίο έμεινε μόνο αυτός και το νεκρό παιδί, και προσευχήθηκε προς τον Κύριο)»· «έκλεισε την θύρα», όπως λέει η ιστορία, «μπροστά στους δύο αυτούς», δηλαδή την Σωμανίτιδα και τον μαθητή του Γιεζί[Δ΄Βασ.4,33]. Επειδή δηλαδή χρειαζόταν εκτενεστάτη δέηση προς τον Θεό, είναι δε οι άνθρωποι πλασμένοι, όταν απομονωθούν, να απασχολούν τον νου τελειότερα και να τον ανατείνουν προς τον Θεό- ενώ ο Κύριος, έχοντας αληθινά την εξουσία ζωής και θανάτου, δεν χρειάζεται καθόλου προσευχή για να ζωοποιήσει το παιδί, όχι μόνο τους μαθητές Του είχε μαζί Του, αλλά και πολύ λαό που άλλον έφερε Αυτός και άλλον βρήκε γύρω από τον κηδευόμενο. Και ενώ όλοι έβλεπαν και άκουγαν, ζωοποίησε τον νεκρό με μόνο το πρόσταγμα, κάνοντας αυτό από φιλανθρωπία σε δημόσια θέα, για να προσελκύσει όλους στην προς Αυτόν σωτήρια πίστη. Διότι «ὡς δὲ ἤγγισε(:μόλις όμως πλησίασε)», λέγει, «τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς(:στην πύλη της πόλεως, ιδού, έβγαζαν έξω ένα νεκρό)», δηλαδή προγνωρίζοντας και της εκφοράς την ώρα ήλθε εγκαίρως· «ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς (:έβγαζαν έξω ένα νεκρό)», λοιπόν, «υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα (:τον μονάκριβο γιο μιας μητέρας που ήταν χήρα και δεν είχε κανέναν άλλο προστάτη στον κόσμο)» [Λουκά 7,12].
Τα ίδια πράγματα στην πενθούσα και την λύπη αύξησαν πολλαπλάσια και την λύση έφεραν εξαίσια· διότι ο Κύριος βλέποντας μία μητέρα, και μάλιστα χήρα μητέρα, που στήριζε τις ελπίδες της σε ένα παιδί και το χάνει τώρα με πρόωρο θάνατο, να ακολουθεί την σορό του παιδιού και να θρηνεί με τρόπο ελεεινό, «ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· μὴ κλαῖε (:την σπλαχνίσθηκε, και γνωρίζοντας με βεβαιότητα ότι σε λίγο θα ανέσταινε τον γιο της της είπε: ‘’Μην κλαις’’)» . «Ευσπλαχνίστηκε», λέει -πώς δεν θα το έκανε αυτό ο «πατέρας των ορφανών και υπερασπιστής των χηρών»;[βλ.Ψαλμ.67,6: «Ταραχθήσονται ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ, τοῦ πατρὸς τῶν ὀρφανῶν καὶ κριτοῦ τῶν χηρῶν(: Οι άδικοι και όσοι καταπιέζουν τους ασθενείς και τους αδυνάτους θα ταραχθούν και θα τρομάξουν προ του προσώπου Του· διότι Αυτός είναι ο προστάτης των αδικουμένων· είναι ο πατήρ των ορφανών και ο υπερασπιστής και συνήγορος των χηρών)» - «καὶ εἶπεν αὐτῇ», παρηγορώντας και προβλέποντας το μέλλον: «Μὴ κλαῖε» [Λουκά 7,13]. Εκείνος βέβαια γνώριζε τι επρόκειτο να πράξει, η δε γυναίκα δεν γνώριζε Αυτόν, πολύ δε περισσότερο δεν γνώριζε ούτε το μέλλον, γι'αυτό και δεν είχε πίστη και δεν ζητούσε τίποτε από Αυτόν· ούτε Αυτός απαιτούσε πίστη από αυτήν, αλλά μπορώντας τα πάντα και μην έχοντας ανάγκη ούτε την από τους πιστεύοντες συνέργεια, «προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ(:τότε πλησίασε και άγγιξε το φέρετρο)», για να δείξει ότι έχει και το σώμα Του ζωοποιό ως ομόθεη δύναμη· «καὶ εἶπε· νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι(:και είπε: ‘’Νέε μου, σε σένα μιλώ. Σήκω’’)».
«Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς(:Τότε ο νεκρός ανασηκώθηκε και κάθισε ζωντανός πάνω στο φέρετρο)» [Λουκά 7,14]. Διότι το κουφό το χώμα άκουσε Αυτόν που καλούσε όσα δεν υπήρχαν, ως να υπήρχαν στην πραγματικότητα πάλι, άκουσε Αυτόν που φέρει τα πάντα με τον λόγο της δυνάμεώς Του, άκουσε όχι άνθρωπο θεοφόρο, αλλά Θεό που ενανθρώπησε· και όχι μόνο «ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς(:ο νεκρός ανασηκώθηκε και κάθισε ζωντανός πάνω στο φέρετρο)» αλλά και «ἤρξατο λαλεῖν(:άρχισε να μιλάει)». Πραγματικά και στην περίπτωση του γιου της χήρας στα Σαρεπτά, όταν επέστρεψε η ψυχή του σε αυτόν, αμέσως φώναξε το μικρό παιδί, σύμφωνα με την ιστορία. Και είναι αυτό δείγμα του ότι η ανάσταση δεν είναι κατά φαντασία [Γ΄Βασ.17,21-22:«Καὶ ἐνεφύσησε τῷ παιδαρίῳ τρὶς καὶ ἐπεκαλέσατο τὸν Κύριον καὶ εἶπε· Κύριε ὁ Θεός μου, ἐπιστραφήτω δὴ ἡ ψυχὴ τοῦ παιδαρίου τούτου εἰς αὐτόν. Καὶ ἐγένετο οὕτως, καὶ ἀνεβόησε τὸ παιδάριον(:Και προκειμένου να μεταδώσει ζωή στο νεκρό φύσησε στο παιδί τρεις φορές και παρακάλεσε θερμά τον Κύριο και είπε: ‘’Κύριε ο Θεός μου, ας επιστρέψει, Σε παρακαλώ, η ψυχή του μικρού τούτου παιδιού πάλι σε αυτό. Και ευθύς αμέσως έγινε έτσι, και ξαναζωντάνεψε το νεκρό παιδάκι και πάλι βγήκε φωνή από το στόμα του)»].
Ο μεν Ηλίας λοιπόν ανάστησε ένα νεκρό με την προσευχή του και ο Ελισσαίος ανάστησε ένα νεκρό παιδί όταν ο ίδιος ήταν στη ζωή, αλλά και έναν άλλο νεκρό όταν και ο ίδιος ο Ελισαίος είχε πεθάνει πια[ βλ. Δ΄Βασ.13,21: «Καὶ ἐγένετο αὐτῶν θαπτόντων τὸν ἄνδρα, καὶ ἰδοὺ εἶδον τὸν μονόζωνον καὶ ἔῥῥιψαν τὸν ἄνδρα ἐν τῷ τάφῳ Ἑλισαιέ, καὶ ἐπορεύθη καὶ ἥψατο τῶν ὀστέων Ἑλισαιὲ καὶ ἔζησε καὶ ἀνέστη ἐπὶ τοὺς πόδας αὐτοῦ(:Τότε λοιπόν συνέβη το εξής: Ενώ οι Ισραηλίτες κήδευαν και ετοιμάζονταν να ενταφιάσουν κάποιον νεκρό, να, είδαν ξαφνικά τους αντάρτες της Μωάβ να έρχονται. Οι τρομαγμένοι Ισραηλίτες έριξαν αμέσως τον νεκρό στον τάφο του Ελισαίου και έφυγαν. Μόλις όμως ο νεκρός άγγιξε τα οστά του προφήτη, ανέζησε, σηκώθηκε και στάθηκε όρθιος στα πόδια του)»], βεβαιώνοντας και προδεικνύοντας την θεανδρική ζωοποιό ενέργεια του Χριστού· ο δε Κύριος τρεις νεκρούς ανάστησε με πρόσταγμα πριν από τον σταυρό, το παιδί αυτό της χήρας, την θυγατέρα του αρχισυναγώγου[ βλ. Λουκά 8,54-55: «Αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· ἡ παῖς, ἐγείρου. Καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν (:Αυτός όμως, αφού τους έβγαλε όλους έξω, έπιασε το χέρι της και της φώναξε δυνατά: ‘’Κόρη, σήκω επάνω’’. Τότε η ψυχή της επέστρεψε στο σώμα και αναστήθηκε αμέσως. Και ο Ιησούς διέταξε να της δώσουν φαγητό να φάει, για να πάρει δυνάμεις μετά από την εξάντληση που της είχε φέρει η χρόνια και θανατηφόρα ασθένειά της)»] και τον τετραήμερο Λάζαρο [Ιω. 11,43-44: «Καὶ ταῦτα εἰπὼν φωνῇ μεγάλῃ ἐκραύγασε· Λάζαρε, δεῦρο ἔξω. Καὶ ἐξῆλθεν ὁ τεθνηκὼς δεδεμένος τοὺς πόδας καὶ τὰς χεῖρας κειρίαις, καὶ ἡ ὄψις αὐτοῦ σουδαρίῳ περιεδέδετο. λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· λύσατε αὐτὸν καὶ ἄφετε ὑπάγειν(:Και αφού τα είπε αυτά, δείχνοντας την κυριαρχική εξουσία Του και πάνω στον ίδιο τον θάνατο, κραύγασε: ‘’Λάζαρε, βγες έξω’’. Και ο νεκρός βγήκε από το μνημείο με τα πόδια και τα χέρια του δεμένα με επιδέσμους, και το πρόσωπό του περιτυλιγμένο και σκεπασμένο με ένα πλατύ ύφασμα. Τότε είπε ο Ιησούς σε εκείνους που παρευρίσκονταν εκεί: ‘’Λύστε τον και αφήστε τον μόνο και χωρίς βοηθό να πάει στο σπίτι του’’)»]. Στον σταυρό επίσης ανάστησε πολλούς, οι οποίοι και «ἐνεφανίσθησαν πολλοῖς (:εμφανίστηκαν σε πολλούς)» [ βλ. Ματθ.27,51-53: «Καὶ ἰδοὺ τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ ἐσχίσθη εἰς δύο ἀπὸ ἄνωθεν ἕως κάτω, καὶ ἡ γῆ ἐσείσθη καὶ αἱ πέτραι ἐσχίσθησαν, καὶ τὰ μνημεῖα ἀνεῴχθησαν καὶ πολλὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων ἁγίων ἠγέρθη. Καὶ ἐξελθόντες ἐκ τῶν μνημείων, μετὰ τὴν ἔγερσιν αὐτοῦ εἰσῆλθον εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν καὶ ἐνεφανίσθησαν πολλοῖς(:Και ιδού, το παραπέτασμα που χώριζε στο ναό τα Άγια από τα Άγια των Αγίων σχίστηκε στα δύο από πάνω μέχρι κάτω˙ και η γη κλονίστηκε, και οι πέτρες στην περιφέρεια της Ιερουσαλήμ σχίστηκαν εξαιτίας του σεισμού, και τα μνημεία που ήταν στους βράχους που σχίστηκαν, άνοιξαν, και από τα μνημεία που άνοιξαν τη στιγμή εκείνη, πολλά σώματα των πεθαμένων αγίων αναστήθηκαν, όταν μετά από τρεις ημέρες αναστήθηκε πρώτος ο Χριστός. Κι αφού βγήκαν από τα μνημεία μετά την ανάστασή Του, μπήκαν στην αγία πόλη και εμφανίστηκαν σε πολλούς)»].
Επιπλέον μετά τον για χάρη μας σταυρικό Του θάνατο ανέστησε τον εαυτό Του, μάλλον δε τον εξανέστησε τριήμερο, γενόμενος μόνος Αυτός αρχηγός της αϊδίας ζωής. Διότι όλοι οι άλλοι, αν και αναστήθηκαν, πάντως απέκτησαν την δική μας θνητή ζωή. Από όταν όμως Εκείνος αναστήθηκε, «θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει(:ο θάνατος δεν έχει πια εξουσία επάνω Του και δεν μπορεί να Τον κυριεύσει)» [βλ. Ρωμ.6,9: «Εἰδότες ὅτι Χριστὸς ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν οὐκέτι ἀποθνήσκει, θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει(:Κι έχουμε την πεποίθηση αυτή, διότι γνωρίζουμε ότι αφού ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς, δεν πεθαίνει πλέον˙ ο θάνατος δεν έχει πια εξουσία επάνω Του και δεν μπορεί να Τον κυριεύσει)» [Ρωμ.6,9].
Γι'αυτό και μόνος ο Κύριος «έγινε απαρχή των κεκοιμημένων» [βλ. Α΄Κορ. 15,20: «Νυνὶ δὲ Χριστὸς ἐγήγερται ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο(:Τώρα όμως ο Χριστός αναστήθηκε απ’ τους νεκρούς. Όπως οι πρώιμοι καρποί, που ωριμάζουν πρωτύτερα από τους άλλους και μας προαναγγέλλουν ότι θα ακολουθήσει και ολόκληρη η συγκομιδή, έτσι και ο Χριστός αναστήθηκε πρώτος απ’ τους άλλους και βεβαιώνει με την Ανάστασή Του ότι θα ακολουθήσει έπειτα η ανάσταση και των άλλων νεκρών)»] και «πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν» [Κολοσ.1,18: «Καὶ αὐτός ἐστιν ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος, τῆς ἐκκλησίας· ὅς ἐστιν ἀρχή, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, ἵνα γένηται ἐν πᾶσιν αὐτὸς πρωτεύων(:Και Αυτός από τον Οποίο τα πάντα συγκρατούνται, είναι η κεφαλή του σώματος, δηλαδή της Εκκλησίας. Αυτός είναι η αρχή της Εκκλησίας και ο ιδρυτής της, ο πρώτος που αναστήθηκε από τους νεκρούς, για να γίνει Αυτός και ως προς την ανθρώπινη φύση Του πρώτος σε όλα˙ πρώτος δηλαδή και στην Εκκλησία και στην ανάσταση)»· βλ. και Πράξ. 26,22-23: «Ἐπικουρίας οὖν τυχὼν τῆς παρὰ τοῦ Θεοῦ ἄχρι τῆς ἡμέρας ταύτης ἕστηκα μαρτυρόμενος μικρῷ τε καὶ μεγάλῳ, οὐδὲν ἐκτὸς λέγων ὧν τε οἱ προφῆται ἐλάλησαν μελλόντων γενέσθαι καὶ Μωϋσῆς, εἰ παθητὸς ὁ Χριστός, εἰ πρῶτος ἐξ ἀναστάσεως νεκρῶν φῶς μέλλει καταγγέλλειν τῷ λαῷ καὶ τοῖς ἔθνεσι (:Αλλά ο Θεός με προστάτευσε και με γλύτωσε από τον θάνατο. Μετά λοιπόν από τη βοήθεια και την προστασία αυτή του Θεού, στέκομαι σώος και αβλαβής μέχρι την ημέρα αυτή και δίνω τη μαρτυρία μου σε μικρούς και μεγάλους. Και με τη μαρτυρία μου αυτή δεν λέω τίποτε άλλο εκτός από εκείνα που οι προφήτες και ο Μωυσής είπαν ότι πρόκειται να γίνουν. Και με βάση τους προφήτες δίνω απάντηση στα ζητήματα που συζητούνται μεταξύ των Ιουδαίων, για το αν δηλαδή ο Χριστός θα υποβαλλόταν σε σκληρό πάθος, για το αν πρώτος θα ανασταινόταν από τους νεκρούς και για το αν θα κήρυττε το φως της ευαγγελικής αλήθειας όχι μόνο στον ιουδαϊκό λαό, αλλά και στους εθνικούς)» Πράξ.26,23] και πίστωσε και επαγγέλθηκε σε μας όχι μόνο αυτήν την θνητή και πρόσκαιρη ζωή μας που κατευθύνεται από ζωικό πνεύμα, αλλά και την αποκειμένη για μας κατά τις ελπίδες μας ένθεο και αθάνατη και αιώνια· διότι αυτή είναι δώρο Του πραγματικά θεοπρεπέστατο. Καθώς λοιπόν δεν παρέχει εδώ από χάρη γι ‘αυτό , αλλά το πράττει για άλλους, οδηγώντας τους προς την πίστη που είναι πρόξενος της αιώνιας ζωής. Και εδώ πραγματικά, όπως ιστορεί σαφώς ο ευαγγελιστής, δεν αναστήθηκε το παιδί για τον εαυτό του, αλλά για την μητέρα από ευσπλαχνία γι’ αυτήν· γι'αυτό και αφού τον ανέστησε, τον έδωσε στη μητέρα του.
Αλλά βλέπετε πως ο Κύριος από ευσπλαχνία για την χήρα που πενθούσε τον υιό της, δεν χρησιμοποίησε μόνο παρηγορητικούς προς αυτήν λόγους, αλλά και με έργα την βοήθησε; Έτσι να κάνουμε και εμείς κατά δύναμη και να μην είμαστε μόνο με λόγια συμπονετικοί προς όσους κακοπαθούν, αλλά να επιδείξουμε και με έργα την συμπάθειά μας προς αυτούς. Αν πραγματικά εμείς επιδείξουμε με όλη την δύναμη την ευεργεσία, και ο Θεός σε ανταμοιβή θα αντεπιδείξει με κάθε δύναμη την ευεργεσία προς εμάς. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν πόσο υπεροχική και υπερβολική είναι η αμοιβή· όσο δηλαδή υπερέχει ο Θεός του ανθρώπου, τόσο υπερέχει και η δύναμη Εκείνου από την ανθρώπινη δύναμη και η χάρις που ενεργείται από την δύναμη εκείνη της χάριτος που δίδεται από μας. Αν κανείς ζητούσε χάλκινους οβολούς και ανταπέδιδε χρυσούς στατήρες, ποιος δεν θα δεχόταν την ανταλλαγή; Τώρα δε δεν πρόκειται να αλλάξουμε «χάλκεια χρυσέων(:χάλκινα αντί για χρυσά)» [Ιλιάδος Ζ236], που είναι τα δυο κατά την φύση τους μέταλλα σχεδόν ομότιμα, αλλά να προσφέρομε ανθρώπινα και να αποκομίσουμε θεία, και μάλιστα ανθρώπινα προς ανθρώπους, πράγμα που είναι φυσικό χρέος· διότι την συμπάθεια μεταξύ μας και το έλεος μεταξύ μας τα οφείλουμε οπωσδήποτε από την φύση μας. Αν επίσης κοιτάξουμε και τους πολυτρόπους οικτιρμούς του Θεού προς εμάς, παρά την προς αλλήλους συγχωρητικότητα και κοινωνικότητα και φιλανθρωπία, λέγοντας: «Ἄφετε καί ἀφεθήσεται ὑμῖν, δίδοτε καί δοθήσεται ὑμῖν(:Δώστε συγχώρεση και θα σας συγχωρεθούν και σας οι αμαρτίες σας, δώστε έλεος και θα δοθεί και σε σας έλεος από τον Θεό)»[βλ. Λουκά 6,38: «Δίδοτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν· μέτρον καλόν, πεπιεσμένον καὶ σεσαλευμένον καὶ ὑπερεκχυνόμενον δώσουσιν εἰς τὸν κόλπον ὑμῶν· τῷ γὰρ αὐτῷ μέτρῳ ᾧ μετρεῖτε, ἀντιμετρηθήσεται ὑμῖν(:Δίνετε σε εκείνους που έχουν ανάγκη βοήθειας, και θα δώσει και σε σας βοήθεια ο Θεός. Η πρόνοια, η δικαιοσύνη και η αγαθότητα του Θεού θα σας δώσει στην αγκαλιά σας ένα μέτρο καλό, στοιβαγμένο και κουνημένο, ώστε να μη μένει καθόλου κενός χώρος στο δοχείο της μετρήσεως, ένα μέτρο που θα πλεονάζει και θα ξεχύνεται. Διότι με την ίδια πλούσια διάθεση και με το ίδιο μέτρο της ευεργεσίας με το οποίο μετράτε τις δωρεές σας προς τους άλλους, θα μετρήσει και θα ανταποδώσει και σε σας ο Θεός)»· Ματθ.6,14: «Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος(:Πρέπει λοιπόν, όταν ζητάτε τη συγχώρηση των αμαρτιών σας, να συγχωρείτε κι εσείς τους άλλους· διότι εάν συγχωρήσετε τα αμαρτήματα που σας έκαναν οι άνθρωποι, και ο Πατέρας σας ο ουράνιος θα συγχωρήσει και τα δικά σας αμαρτήματα)»· Μάρκ.11,25: «Καὶ ὅταν στήκητε προσευχόμενοι, ἀφίετε εἴ τι ἔχετε κατά τινος, ἵνα καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς ἀφῇ ὑμῖν τὰ παραπτώματα ὑμῶν(:Και ως δεύτερο όρο για να εισακουστεί η προσευχή σας σάς συνιστώ κι αυτό: Όταν στέκεστε και προσεύχεστε, να συγχωρείτε αν έχετε κάτι εναντίον οποιουδήποτε, ώστε κι ο Πατέρας σας που είναι στους ουρανούς να σας συγχωρήσει τα παραπτώματά σας)»], πώς δεν θα αποδώσουμε ως απαραίτητο χρέος την συγνώμη και το έλεος με έργα προς τους αδελφούς που έχουν ανάγκη, εφόσον έχομε;
Επειδή μάλιστα όχι μόνο ελεηθήκαμε αλλά και τόσες πολλές ευεργεσίες δεχτήκαμε από τον Θεό, όσες δεν είναι δυνατό ούτε να απαριθμήσουμε, αλλά και εγγυήσεις πήραμε από Αυτόν πάλι ότι θα λάβουμε την ανταπόδοση με μέτρο καλό και ελεγμένο της προς τους αδελφούς ευποιίας μας, γιατί δεν τρέχουμε προς αυτήν με όλη μας την δύναμη; Γιατί δεν παραδίδουμε και την ίδια την ζωή μας για χάρη των άλλων, αν χρειαστεί, κατά μίμηση του Δεσπότη για να λάβουμε από Αυτόν αντάλλαγμα την αιώνια ζωή; Και όμως και τούτο είναι χρέος μας, αν και ίσως όχι του ενός προς τον άλλο, αλλά προς Αυτόν που έσβησε τον εαυτό Του σε θάνατο για μας, όχι μόνο για λύτρο[Ματθ.20,27-28: «Καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος, ἔσται ὑμῶν δοῦλος· ὥσπερ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν(:Και όποιος θέλει να είναι πρώτος ανάμεσά σας, πρέπει να ασκεί την αγάπη με κάθε ταπεινοφροσύνη και να γίνεται δούλος όλων σας. Να γίνεται διάκονος και δούλος, όπως και ο υιός του ανθρώπου δεν ήλθε για να τον υπηρετήσουν, αλλά για να υπηρετήσει και να δώσει την ζωή Του λύτρο προκειμένου να εξαγοραστούν και να ελευθερωθούν από την αμαρτία και τον θάνατο πολλοί)»· βλ. και Α΄Τιμ.2,6: «Ὁ δοὺς ἑαυτὸν ἀντίλυτρον ὑπὲρ πάντων, τὸ μαρτύριον καιροῖς ἰδίοις(:Και έδωσε τον εαυτό Του λύτρο για να εξαγοράσει όλους τους ανθρώπους. Για το γεγονός αυτό της εξαγοράς μας δίνουμε εμείς οι απόστολοι τη μαρτυρία μας, αλλά προπαντός ο ίδιος ο Κύριος, ο Οποίος και την επισφράγισε με τον θάνατό Του στον καιρό που καθόρισε ο Ίδιος)»], αλλά και για παράδειγμα και για έμπρακτη διδασκαλία, ασυγκρίτως υψηλότερη από κάθε έργο και λόγο και νου.
Διότι λέγει ο απόστολος Πέτρος: «Για αυτόν τον λόγο πέθανε ο Χριστός για χάρη μας, αφήνοντας σε μας υπογραμμό, για να ακολουθήσουμε τα ίχνη Του και να είμαστε έτοιμοι, αν χρειαστεί, να θυσιάσουμε και την ψυχή μας» [βλ. Α΄Πέτρ.2,21: «Εἰς τοῦτο γὰρ ἐκλήθητε, ὅτι καὶ Χριστὸς ἔπαθεν ὑπὲρ ὑμῶν, ὑμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμὸν ἵνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ(:Γι’ αυτό άλλωστε σας κάλεσε ο Θεός, για να κάνετε το καλό και να ευεργετείτε, κι όταν ακόμη παραγνωρίζεστε και υποφέρετε άδικα. Διότι κι ο Χριστός έπαθε για χάρη σας, χωρίς να φταίξει σε τίποτε, κι άφησε σε σας παράδειγμα τέλειο προς μίμηση, για να ακολουθήσετε ακριβώς πάνω στα ίχνη Του)» · Ιω.13,37: «Λέγει αὐτῷ ὁ Πέτρος· Κύριε, διατί οὐ δύναμαί σοι ἀκολουθῆσαι ἄρτι; Τὴν ψυχήν μου ὑπὲρ σοῦ θήσω(:Του λέει ο Πέτρος: Κύριε, γιατί δεν μπορώ να σε ακολουθήσω τώρα; Οτιδήποτε κι αν χρειαστεί να υποστώ θα σε ακολουθήσω. Και την ίδια μου τη ζωή ακόμη θα προσφέρω και θα θυσιάσω για χάρη σου)»], σε εκπλήρωση των εντολών Του· διότι έτσι θα μετάσχουμε και της ζωής και βασιλείας που διαρκεί σε Αυτόν αιωνίως, συζώντας με Αυτόν αϊδίως και συνδοξαζόμενοι.
Βλέπετε αυτόν τον Μυροβλύτη, του οποίου αρχίσαμε σήμερα να προεορτάζουμε την μνήμη της ιερής μαρτυρίας;[Τα προεόρτια της μνήμης του αγίου Δημητρίου άρχιζαν την δεύτερη Κυριακή πριν από την κυρίως εορτή-26 Οκτωβρίου]. Έχυσε το αίμα του σώματός του εκούσια υπέρ του Χριστού, και γι'αυτό το κατέστησε αέναη και ανεξάντλητη πηγή πολυειδών θαυμάτων, αγιασμού ψυχής και σώματος, ευωδεστάτου και ιεροτάτου μύρου, μολονότι η μεν ψυχή του Μεγαλομάρτυρος έχει τώρα δικαίως λάβει την αΐδια και αναλλοίωτη δόξα στους ουρανούς μαζί με τους αγγέλους, το δε σώμα δεν είναι σαν υπογραμμός και τύπος και σύμβολο προς την θειοτάτη και ουράνια δόξα που πρόκειται να αποκαλυφθεί γύρω από αυτό στο μέλλον· εάν δε ο υπογραμμός και ο τύπος είναι τέτοιος, τι θα είναι εκείνο το μελλοντικό τέλος;
Είθε και εμείς με τις πρεσβείες του ανάμεσα στους μάρτυρες Μυροβλήτη, όπως μεταλαμβάνουμε εδώ του προχεομένου από αυτόν θείου τούτου μύρου, έτσι και τότε να γίνομε θεωροί και μέτοχοι της θείας εκείνης δόξας, με την χάρη και φιλανθρωπία του ενδοξαζομένου δια των μαρτύρων του Ιησού Χριστού, του επάνω από όλα Θεού, στον Οποίο πρέπει κάθε δόξα στους απέραντους αιώνες. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
πηγή: https://ethnegersis.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου