Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2020

Ψαλτηρίου θησαύρισμα- Ψαλμός 15ος

 


1 (Μασ. 16) ΦΥΛΑΞΟΝ με, Κύριε, ὅτι ἐπὶ σοὶ ἤλπισα.
1 (Μασ. 16) Φυλαξέ με, Κυριε, από κάθε κακόν, διότι εγώ εις σε έχω στηρίξει τας ελπίδας μου.
2 εἶπα τῷ Κυρίῳ· Κύριός μου εἶ σύ, ὅτι τῶν ἀγαθῶν μου οὐ χρείαν ἔχεις.
2 Είπα δια της προσευχής προς σε τον Κυριον· “συ είσαι ο Κυριος μου και συ ωσάν ανενδεής, που είσαι, δεν έχεις ανάγκην από τα ιδικά μου υλικά αγαθά”.
3 τοῖς ἁγίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ αὐτοῦ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος, πάντα τὰ θελήματα αὐτοῦ ἐν αὐτοῖς.
3 Προς χάριν των εναρέτων και ευσεβών ανθρώπων, που ζουν εις την χώραν του, δηλαδή εις την γην της επαγγελίας, μεγάλα και θαυμαστά έργα έκαμεν ο Κυριος. Ολαι αι αποφάσστου, αι ευμενείς και ευάρεστοι δι' αυτούς, που τηρούν το θέλημά του, ευρίσκονται ανάμεσά των.
4 ἐπληθύνθησαν αἱ ἀσθένειαι αὐτῶν, μετὰ ταῦτα ἐτάχυναν· οὐ μὴ συναγάγω τὰς συναγωγὰς αὐτῶν ἐξ αἱμάτων, οὐδ᾿ οὐ μὴ μνησθῶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν διὰ χειλέων μου.
4 Επληθύνθησαν, βέβαια, πάρα πολύ αι θλίψεις και αι ταλαιπωρίαι αυτών, αλλά γρήγορα διελύθησαν και εξηφανίσθησαν. Δεν θα συναθροίσω ποτέ κατά κανένα λόγον και τρόπον εις λατρευτικάς συγκεντρώσεις ανθρώπους μολυσμένους με αίματα αθώων ανθρώπων η με αίματα ειδωλολατρικών θυσιών. Ποτέ δεν θα αναφέρω εις τα χείλη μου, ούτε καν και θα ενθυμηθώ, τα ονόματα των ασεβών ανθρώπων και των ειδωλολατρικών των θεών.
5 Κύριος μερὶς τῆς κληρονομίας μου καὶ τοῦ ποτηρίου μου· σὺ εἶ ὁ ἀποκαθιστῶν τὴν κληρονομίαν μου ἐμοί.
5 Ο Κυριος είναι δι' εμέ το πολύτιμον μερίδιον της κληρονομίας μου. Το ποτήριον, από το οποίον πίνω την γλυκείαν χαράν. Συ, Κυριε, είσαι εκείνος, ο οποίος θα με αποκαταστήσης και θα με επαναφέρης χαίροντα εις την ποθητήν πατρίδα.
6 σχοινία ἐπέπεσέ μοι ἐν τοῖς κρατίστοις· καὶ γὰρ ἡ κληρονομία μου κρατίστη μοί ἐστιν.
6 Και το μερίδιον, που μου έτυχε σαν να εμετρήθη με ακριβείς μετροταινίας, είναι άπυ τα πλέον καλά. Πράγματι η κληρονομία μου είναι αρίστη.
7 εὐλογήσω τὸν Κύριον τὸν συνετίσαντά με· ἔτι δὲ καὶ ἕως νυκτὸς ἐπαίδευσάν με οἱ νεφροί μου.
7 Κατά το διάστημα της ημέρας θα δοξολογήσω και θα υμνήσω τον Κυριον, ο οποίος μου εχάρισε σύνεσιν. Αλλά και κατά το διάστημα της νυκτός η φωνή της συνειδήσεώς μου και οι πόθοι της καρδίας μου με παιδαγωγούν προς τον Κυριον, ώστε αυτόν να θεωρώ πλούτον και στήριγμά μου.
8 προωρώμην τὸν Κύριον ἐνώπιόν μου διαπαντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν μού ἐστιν, ἵνα μὴ σαλευθῶ.
8 Ημέραν και νύκτα έβλεπα και βλέπω τον Κυριον μου πάντοτε εμπρός μου. Τον βλέπω ότι είναι εις τα δεξιά μου, έτοιμος να με προστατεύση, δια να μη ταραχθώ από οιονδήποτε φόβον η κίνδυνον.
9 διὰ τοῦτο ηὐφράνθη ἡ καρδία μου, καὶ ἠγαλλιάσατο ἡ γλῶσσά μου, ἔτι δὲ καὶ ἡ σάρξ μου κατασκηνώσει ἐπ᾿ ἐλπίδι,
9 Δια τούτο ακριβώς και ευφράνθη η καρδία μου, η δε γλώσσα μου ελάλησε λόγους αγαλλιάσεως, ακόμη δε και το σώμα μου, όταν αποθάνω, θα αποτεθή στον τάφον με την ελπίδα της αναστάσεως.
10 ὅτι οὐκ ἐγκαταλείψεις τὴν ψυχήν μου εἰς ᾅδην, οὐδὲ δώσεις τὸν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθοράν.
10 Διότι συ ο Θεός μου δεν θα εγκαταλείψης την ψυχήν μου στον άδην, ώστε να φυλακισθή δια παντός εις αυτόν, ούτε θα επιτρέψης, εγώ αφωσιωμένος εις σε να δοκιμάσω την φθοράν και αποσύνθεσιν του τάφου. Θα με αναστήσης.
11 ἐγνώρισάς μοι ὁδοὺς ζωῆς· πληρώσεις με εὐφροσύνης μετὰ τοῦ προσώπου σου, τερπνότητες ἐν τῇ δεξιᾷ σου εἰς τέλος.
11 Εκαμες γνωστούς εις εμέ τους δρόμους και τους τρόπους της μακαρίας και ευλογημένης ζωής. Θα με χόρτασης χαράν και αγαλλίασιν, όταν με αξιώσης να ίδω το ένδοξον πρόσωπόν σου· εις την παντοδύναμον και πανάγαθον δεξιάν σου υπάρχουν πάντοτε δια τους εκλεκτούς σου, Κυριε, τέλειαι και ατελείωτοι τέρψεις και χαραί.


Ερμηνεία από το βιβλίο ΤΟ ΙΕΡΟΝ ΨΑΛΤΗΡΙΟΝ (Μετάφραση-Σύντομη Ἀνάλυση) Τόμος Α´ Ψαλμ. 1-50 Ὑπό Ἐπισκόπου Ἱερεμίου Μητροπολίτου Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως
1. Ὁ ψαλμός αὐτός ἐπιγράφεται «στηλογραφία τῷ Δαβίδ». Εἶναι ἕνα ὡραῖο κείμενο, σάν ἕνας στῆλος, σάν ἕνας ἀνδριάντας, πού παρουσιάζει καί κηρύττει τήν ἀκλόνητη πίστη τοῦ Δαβίδ στόν ἀληθινό Θεό. Καί ἀκόμη ὁ ψαλμός αὐτός παρουσιάζει τά ὡραῖα βιώματα καί σκιρτήματα τοῦ Δαβίδ ἀπό τήν πίστη αὐτή στόν Θεό.Ὅπως διαβάζουμε στήν Παλαιά Διαθήκη (βλ. Α´ Βασ. 26,12) ὁ Δαβίδ διωκόμενος ἐπλανᾶτο στήν ξένη χώρα καί ζητοῦσε φιλοξενία μεταξύ τῶν ἀλλοθρήσκων. Ὅπως δέ τό καταλαβαίνουμε, πολλές φορές ὁ Δαβίδ θά ἐνοχλεῖτο ἀπό τούς ἀλλοπίστους γιά νά ἀρνηθεῖ τόν δικό του Θεό, τόν Γιαχβέ, καί νά λατρεύσει τούς δικούς τους θεούς καί νά προσφέρει θυσία σ᾽ αὐτούς. Αὐτή πρέπει νά εἶναι ἡ κατάσταση στήν ὁποία μᾶς μεταφέρει ἐδῶ ὁ ψαλμός μας.
Ὁ Δαβίδ ἀρχίζει λέγοντας τρεῖς φορές τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ὅπως φαίνεται στό πρωτότυπο Ἑβραϊκό κείμενο, ὀνομάζει τόν Θεό μέ διάφορες ὀνομασίες:Ἔλ, Γιαχβέ καί Ἀδωναΐ. Δέν λέει τήν γενική ὀνομασία «Θεέ», πού τήν λένε καί οἱ ἄλλοι λαοί, γιά τούς δικούς τους ψεύτικους θεούς, ἀλλά λέει τά ὀνόματα τοῦ δικοῦ του ἀληθινοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν ξεχνάει τόν Θεό του. Ἀπό τήν ἀρχή ὁ Δαβίδ, σ᾽ αὐτούς τούς ἀλλοθρήσκους, πού τόν προτρέπουν νά ἀλλάξει τήν πίστη του, τούς λέγει ὅτι ὁ Γιαχβέ, ὁ Θεός του, Αὐτός εἶναι ἡ ἐλπίδα του (στίχ. 1) καί Αὐτός εἶναι ὁ Κύριός του: «Εἶπα τῷ Κυρίῳ μου: Κύριός μου εἶ σύ» (στίχ. 2).

2. Στήν συνέχεια ὁ Δαβίδ παρουσιάζει τόν Θεό του, γιά νά δείξει τήν ἀνωτερότητά Του ἀπό τούς ψεύτικους θεούς, καί δέν εἶναι λοιπόν δυνατόν νά Τόν ἀρνηθεῖ. Γιά τό Θεό του λοιπόν ὁ Δαβίδ λέγει «τῶν ἀγαθῶν μου οὐ χρείαν ἔχεις» (στίχ. 2). Δέν ἔχει ἀνάγκη ὁ Θεός τοῦ Δαβίδ γιά ὑλικές τροφές
καί ποτά, ὅπως οἱ θεοί τῶν ἄλλων λαῶν, στούς ὁποίους οἱ λάτρεις τους πήγαιναν μέλι καί γάλα καί κρέατα γιά νά φάγουν καί νά πιοῦν. Ὁ Θεός τοῦ Δαβίδ ὁ ἀληθινός, εἶναι πνεῦμα, καί λοιπόν, «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» Αὐτόν (Ἰωάν. 4,24).

3. Ὅτι ὁ Θεός τοῦ Δαβίδ εἶναι ἀληθινός φαίνεται καί ἀπό τό ὅτι εἶναι σωστοί καί ἀληθινοί ὅσοι Τόν λατρεύουν. Εἶναι ἅγιοι! Ἡ πίστη τοῦ Δαβίδ βγάζει θαυμαστούς ἁγίους. «Τοῖς ἁγίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ αὐτοῦ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος» (στίχ. 3), λέγει ὁ Ψαλμός. Βέβαια καί οἱ ἅγιοι ἔχουν δυσκολίες στήν ζωή τους καί αὐτοί ἔχουν ταλαιπωρίες καί ἀσθένειες· καί μάλιστα λέγει ὁ ψαλμωδός μας ὅτι «ἐπληθύνθησαν αἱ ἀσθένειαι αὐτῶν». Ὅμως μέ τήν ἁγιότητά τους τά ξεπερνᾶνε ὅλα γρήγορα. Γι᾽ αὐτό παρακάτω λέγει ὁ
ψαλμωδός «μετά ταῦτα ἐτάχυναν»· οἱ ἀρρώστιες «ἐτάχυναν» (στίχ. 4). Ξεπεράστηκαν γρήγορα μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, γιατί «τοῖς ἁγίοις τῆς ἐν τῇ γῇ αὐτοῦ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος» (στίχ. 3).

4. Ἀφοῦ λοιπόν ὁ Δαβίδ εἶναι πιστός στόν Θεό του, λέγει τώρα μέ σταθερότητα ὅτι ποτέ δέν θά πάει στίς συγκεντρώσεις τῶν ἀλλοθρήσκων καί ποτέ δέν θά προσ φέρει αἱματηρές θυσίες σ᾽ αὐτές: «Οὐ μή συναγάγω τάς συναγωγάς αὐτῶν ἐξ αἱμάτων». Καί ἀκόμη περισσότερο, ποτέ δέν θά μολύνει τά χείλη του λέγοντας τά ὀνόματα τῶν ψεύτικων θεῶν (στίχ. 4), ὅπως τά ὀνόματα Καμώς, Μολώχ, Βάαλ καί Ἀστάρτη.

5. Παρακάτω στόν ψαλμό μας, ἀγαπητοί, ὁ Δαβίδ παριστάνεται ὡς πολύ δεμένος μέ τόν Θεό, σάν ἱερέας Του. Καί ὅπως οἱ Λευῖτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἔλαβαν ὡς κληρονομιά τους τόν Ἴδιο τόν Θεό καί ὄχι μερίδα γῆς (βλ. Ἀριθμ. 18,20. Δευτ. 10,9), ἔτσι λέγει καί ὁ Δαβίδ γιά τόν ἑαυτό του. Λέγει ὅτι «Κύριος μερίς τῆς κληρονομίας μου καί τοῦ ποτηρίου μου» (στίχ.5). Αὐτή ἡ κληρονομία τοῦ μετρήθηκε («σχοινία ἐπέπεσέ με ἐν τοῖς κρατίστοις», στίχ. 6), κληρονομία, τήν ὁποία ἀμέσως παρακάτω τήν ὀνομάζει «κράτιστη» (στίχ. 6). Ὑπέροχη, δηλαδή! Ἀσύγκριτη! Ναί, δέν ὑπάρχει τίποτε ἀνώτερο καί τίποτε καλύτερο ἀπό τό νά εἶναι κάποιος πιστός καί ἀφιερωμένος στόν Θεό. Καί αὐτή ἡ κληρονομία, τό νά εἶσαι δηλαδή τοῦ Θεοῦ, ἔχει καί «ποτήριον». Ἔτσι εἶπε παραπάνω ὁ Δαβίδ: «Κύριος μερίς τῆς κληρονομίας μου καί τοῦ ποτηρίου μου» (στίχ. 5). Ποιό εἶναι αὐτό τό «ποτήριον»; Νομίζουμε ὅτι ἐδῶ ὁ ψαλμός μιλάει προφητικά γιά τήν θεία Κοινωνία. Ναί, αὐτό εἶναι! Ὤ, αὐτό τό θεῖο Ποτήρι. «Τό Ποτήριόν Σου, ὦ Θεέ, μεθύσκον μέ ὡσεί κράτιστον»!

6. Μετά ἀπό αὐτά ὁ Δαβίδ δίνει ἱερή ὑπόσχεση ὅτι τόν Θεό του, τόν Γιαχβέ, δέν θά τόν ἀρνηθεῖ ποτέ. Ὑπόσχεται ὅτι «εὐλογήσω τόν Κύριον τόν συνετίσαντά με» (στίχ. 7)! Θά δοξάζει, δηλαδή, πάντα τόν Θεό του, πού τόν φώτισε νά Τόν γνωρίσει καί νά Τόν ἀγαπήσει καί νά πάρει αὐτή τήν ἀπόφαση, τό νά εἶναι γιά πάντα πιστός σ᾽ Αὐτόν. Πολύ τόν ἀγαπάει τόν Θεό του ὁ Δαβίδ. Ἀφοῦ λέγει ὅτι ὄχι μόνο τήν
ἡμέρα, ἀλλά καί τήν νύχτα ἀκόμη, ὅλο του τό «εἶναι» καί ὅλα του τά σωθικά σκέπτονται Αὐτόν: «Ἔτι δέ καί ἕως νυκτός ἐπαίδευσάν με οἱ νεφροί μου» (στίχ. 7)! Τόν Θεό Του, λέγει παρακάτω ὁ Δαβίδ, τόν ἔχει σύντροφο, διαρκῶς ἱστάμενο στό πλευρό του, στά δεξιά του. Καί ἔτσι νοιώθει σιγουριά: «Προωρώμην τόν Κύριον ἐνώπιόν μου διαπαντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν μού ἐστιν, ἵνα μή σαλευθῶ» (στίχ. 8)!

7. Στό τέλος ὁ ψαλμός μᾶς παρουσιάζει τόν Δαβίδ νά χαίρεται καί νά εὐφραίνεται καί νά σείεται ὁλόκληρος ἀπό χαρά (στίχ. 9) Ἡ χαρά του βέβαια εἶναι γιά τόν Θεό του, ἕναν τόσο δυνατό καί ὑπέροχο Θεό, πού ἔχει. Στήν χαρά του αὐτή συμμετέχει καί τό σῶμα του: «Ἔτι δέ καί ἡ σάρξ μου κατασκηνώσει ἐπ᾽ ἐλπίδι» (στίχ. 9). «Ἐπ᾽ ἐλπίδι», λέγει, γιατί εἶναι βέβαιος ὅτι ὁ Θεός του θά τοῦ εἶναι πιστός καί δέν θά τόν ἐγκαταλείψει ποτέ, οὔτε στόν θάνατό του. Τό λέγει καθαρά παρακάτω: «Οὐκ ἐγκαταλείψεις τήν
ψυχήν μου εἰς ᾅδην, οὐδέ δώσεις τόν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθορᾶν» (στίχ. 10). Τελικά λέγει ὁ ποιητής μας ὅτι ἡ ζωή μέ τόν Θεό ἔχει χαρές, ἔχει μεγάλες χαρές, ἔχει «εὐφροσύνες» καί «τερπνότητες» (στίχ. 11). Ἄς χαιρόμαστε τίς χαρές τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ μας καί ἄς εἴμεθα πιστοί σ᾽ Αὐτόν γιά πάντα.


Από το βιβλίο “Η Παλαιά Διαθήκη”- Κείμενον - Σύντομος ερμηνεία -Εκτενείς σχολιασμοί-Πατερικαί γνώμαι - Πρακτικά διδάγματα.

Τόμος Ι’- Ψαλμοί

υπό Π.Ν.Τρεμπέλα

  ΨΑΛΜΟΣ ΙΕ΄ (Ις’). 15.

Στηλογραφία τῷ Δαυΐδ.

 


  Εν τῇ ἐπιγραφῇ ὁ ψαλμὸς χαρακτηρίζεται ὡς στηλογραφία. Ὁ ὅρος οὗτος ἀπαντῶν ἐν ταῖς ἐπιγραφαῖς καὶ ἄλλων πέντε ψαλμῶν (55-59) ἀποδιδομένων καὶ τούτων εἰς τὸν Δαβίδ, τυγχάνει ἀγνώστου σημασίας. Καὶ κατ’ ἄλλους μὲν σημαίνει ποίημα, τὸ ὁποῖον ἔδει νὰ χαρα- χθῇ ἐπὶ στήλης πρὸς διαιώνισιν τῆς ἀναμνήσεως τοῦ ἐν αὐτῷ ἐξυμνουμένου γεγονότος. Καὶ διὰ νὰ μεταχειρισθῶμεν τοὺς λόγους Γρηγορίου τοῦ Νύσσης, «ἀνεξάλειπτόν τε καὶ ἐντετυπωμένον ἔχειν τὸν λόγον ἐνδείκνυται». Κατ΄ ἄλλους δὲ σημαίνει «ποίημα χαρακτῆρος ἐπιγραμματικοῦ» ἢ «χρυσοῦν ποίημα» ἢ ποίημα ἐννοίας μυστηριώδους ἢ ποίημα ρυθμοῦ καὶ μέ- λους ποικίλλοντος ἢ ποίημα ἐξαίρετον,τὸ ὁποῖον ἔπρεπε νὰ ψάλλεται μετὰ συνοδείας μου- σικῆς βαρείας καὶ ἐκκωφαντικῆς.

  Ὃ ψαλμὸς περιέχει τμῆμα τι ἀναφερόμενον εἰς αὐτὸν τὸν Δαβίδ, ἀλλὰ καὶ ἕτερον τμῆμα κυριολεκτοῦν ἐπὶ μόνου τοῦ Μεσσίου, μόνον δὲ σκιωδῶς καὶ τυπικῶς δυνάμενον νὰ σχετισθῆ καὶ πρὸς τὸν Δαβίδ. Πρὸ παντὸς ὁ στίχος 10 τοῦ ψαλμοῦ,ὡς ἤδη καὶ ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἡρμήνευσεν αὐτὸν ἐν Πράξ. β΄ 25, μόνον εἰς τὸν Μεσσίαν εὑρίσκει τὴν κυριολεκτικὴν καὶ πλήρη ἐπαλήθευσιν αὐτοῦ.Πάντως ὁ ψαλμὸς ἀφορμᾶται ἐκ περιπετειῶν τοῦ ἀτομικοῦ βίου τοῦ Δαβίδ,ὁ ὁποῖος ἀπευθύνει θερμὴν ἱκεσίαν πρὸς τὸν Θεόν, ἵνα τύχῃ τῆς διαρκοῦς προστασίας αὐτοῦ ἐν τῷ παρόντι βίῳ, ἀξιωθῇ  καὶ τῶν ἀγαθῶν τοῦ οὐρανοῦ ἐν τῇ μελλούσῃ ζωῇ. Ὁμολογῶν τὸν Θεὸν ὡς αὐτάρκη, ἀνενδεῆ καὶ μηδενὸς χρείαν ἔχοντα διακηρύττει αὐτὸν ὡς τὸν μόνον πολύτιμον θησαυρὸν καὶ τὴν κρατίστην κληρονομίαν αὐτοῦ καὶ αἰνεῖ αὐτὸν διὰ τὴν προστασίαν, τῆς ὁποίας ἠξιώθη ἤδη παρ΄ αὐτοῦ. Ὁμιλῶν δ΄ ἀκολούθως καὶ περὶ τῆς ἐλπιζομένης κατὰ τὸ μέλλον κηδεμονίας τοῦ Θεοῦ χρησιμοποιεῖ γλῶσσαν,τὴν ὁ- ποίαν δύναται μὲν πᾶς ὅσιος καὶ εἰς τὸν Θεὸν παραδεδομένος νὰ μεταχειρισθῇ, κυριολε- κτικῶς ὅμως καὶ καθ΄ ἅπαν αὐτῆς τὸ βάθος μόνον ὁ ἰδεώδης ὅσιος, ὁ Μεσσίας δηλαδή, ὁ κατανικήσας καὶ αὐτὸ τὸ κράτος τοῦ θανάτου, Θὰ ἠδύνατο νὰ χρησιμοποιήσῃ. Διακρίνονται ἐν τῷ ψαλμῷ τέσσαρες στροφαί. Ἐν τῇ πρώτῃ στροφῇ (στίχ. 1 -3) καταφεύγει ὁ Ψαλμῳδὸς πρὸς τὸν Θεόν, ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἤλπισε καὶ ὁ ὁποῖοςεὐαρεστεῖται καὶ θαυμαστὰ ποιεῖ εἰς τοὺς ἁγίους του, καὶ ζητεῖ παρ’ αὐτοῦ, ὅστις ἔχει ἐξ ἑαυτοῦ πᾶν ἀγαθόν, βοήθειαν καὶ προστασίαν. Ἐν τῇ δευτέρᾳ στροφῇ (στίχ. 4-5) ἐκφράζει τὴν ἀποστροφὴν αὐτοῦ πρὸς τοὺς ἀσεβεῖς καὶ διακηρύττει τὸν Θεὸν ὡς τὸν μόνον θησαυρὸν καὶ κληρονομίαν αὐτοῦ. Ἐν τῇ τρίτῃ στροφῇ (στίχ. 6-8) περιγράφει τὴν λαμπρότητα καὶ τὴν πολύτιμον ἀξίαν τῆς κληρο- νομίας του ταύτης καὶ εὐλογεῖ τὸν Κύριον τὸν συνετίσαντα αὐτόν, ὥστε νὰ μὴ προσκολλᾶ- ται εἰς ἐπιγείους θησαυρούς,ἀλλὰ νὰ στηρίζῃ τὴν εὐτυχίαν του εἰς αὐτόν,ὁ ὁποῖος ἵσταται παρὰ τὸ πλευρόν του προστάτης ἄγρυπνος καὶ στοργικός. Καὶ ἐν τῇ τελευταίᾳ στροφῇ (στίχ. 9-11) ἀπαριθμεῖ τὰς ἀνεκτιμήτους χάριτας καὶ εὐεργεσίας, τὴν εὐφροσύνην καὶ χαράν, τῶν ὁποίων ἀπολαύει λόγῳ τῆς τοιαύτης κληρονομίας. ᾿

  ᾿Αλληγορικὴ ἑρμηνεία. ᾿Εθεωρήθη ὑπό τινων Πατέρων, ὅτι ἐν τῷ ψαλμῷ τούτῳ ζητεῖ ἀπὸ τὸν Πατέρα του ὁ Χριστὸς νὰ φυλάξῃ τὴν Ἐκκλησίαν, ἡ ὁποία εἶναι σῶμα του. ᾿Εφηρμόσθη δὲ ἡ ἐν στίχῳ 2 φράσις «Κύριός μου εἶ σύ»,εἴτε ἐπὶ τοῦ Χριστοῦ κατὰ τὸ ἀνθρώπινον,εἴτε ἐπὶ τῆς ᾿Εκκλησίας ὡς αὐτῆς ἀπευθυνομένης πρὸς τὸν Θεὸν καὶ ἱκετευούσης αὐτόν.Κατ’ ἀκολουθίαν ἅγιοι ἐν στίχῳ 3 ἐθεωρήθησαν οἱ ἡγιασμένοι πιστοί,γῆ δὲ ἡ ἐπὶ γῆς στρατευομένη ᾿Εκκλησία,αἱ δὲ πρῶται φράσεις τοῦ στίχου 4 («ἐπληθύνθησαν αἱ ἀσθένειαι αὐτῶν») ἐξελήφθησαν ὡς ἀναφερόμεναι εἰς τοὺς κατὰ τῶν κηρύκων τοῦ Εὐαγγελίου διωγμούς,συναγω- γαὶ δὲ ἐθεωρήθησαν αἵ τῶν ἀπιστησάντων ᾿Ιουδαίων, αἵτινες ἀφέθησαν νὰ κατασφαγοῦν ὑπὸ τῶν Ρωμαίων. ΟἹ ἐν στίχῳ 5 καὶ ἑξῆς λόγοι («Σὺ εἶ ὁ ἀποκαθιστῶν τὴν κληρονομίαν μου ἐμοί... καὶ γὰρ ἡ κληρονομία μου κρατίστη μοί ἐστι») ἐθεωρήθησαν ὡς λόγοι τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν Πατέρα του, πρὸς τὸν ὁποῖον ἐγένετο ὑπήκοος μέχρι θανάτου, δι΄ αὐτὸ δὲ καὶ ἐδωρήθησαν αὐτῷ ὑπὸ τοῦ Πατρὸς εἰς κλῆρον καὶ μερίδα ἅπαντα τὰ τέως εἰδωλολατρικὰ ἔθνη. Καὶ τὸ σῶμα δὲ τοῦ Χριστοῦ, ἡ ᾿Εκκλησία «κληρονομίαν ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ οὐ κέκτηται, πλὴν μόνον τὸν Θεόν». Ὅσον δὲ ἀφορᾷ εἰς τοὺς ἐν τῷ στίχῳ 7 λόγους («Εὐλογήσω τὸν Κύριον τὸν συνετίσαντά με...») παρατηρεῖ ὁ Θεοδώρητος: «μηδεὶς ἀνάρμοστον ἡγείσθω τὸ συνετίζεσθαι κατὰ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν τὸν Χριστόν” ἄνθρωπος γὰρ ὧν καὶ Θεός, ἐσοφίζετο μὲν ὡς ἄνθρωπος, πηγὴ δὲ σοφίας ἦν ὡς Θεός». Τοὺς ἐπακολουθοῦντας στίχους αὐτὸς ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἐφαρμόζει ἐπὶ τῆς ταφῆς τοῦ Κυρίου, τοῦ ὁποίου τὸ πανάχραντον σῶμα καὶ μετὰ θάνατον δὲν ἔθιξεν οὐδὲ πόρρωθεν ἡ φθορὰ καὶ ἀποσύνθεσις, ἀλλὰ παρέμεινεν ἄ- φθαρτον καὶ ὁ Κύριος ἀνέστη τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ μὴ ἐγκαταλειφθεὶς εἰς Άδου,ἀλλ΄ἐν διηνεκεῖ θυμηδίᾳ ἐγένετο, ἀπαθὴς καὶ ἄτρεπτος καὶ ἀθάνατος καὶ κατὰ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν καταστάς.

 

   Ἠθικὴ ἐφαρμογή. "Ἂς εἴπωμεν καὶ ἡμεῖς εἰς τὸν Κύριον: Κύριος ἡμῶν εἶ σύ, ὅτι τῶν ἀγαθῶν ἡμῶν οὐ χρείαν ἔχεις. Ἡμεῖς ἔχομεν ἀνάγκην τῆς προστασίας καὶ κηδεμονίας σου, ὁτιδήποτε δὲ καὶ ἂν ἔχωμεν, εἰς σὲ τὸ ὀφείλομεν καὶ ἀπὸ σὲ τὸ ἔχομεν. Καὶ τὸ ὅτι ζῶ- μεν καὶ συντηρούμεθα εἰς τὴν ζωὴν εἰς σὲ τὸ χρεωστοῦμεν καὶ ἄνευ τῶν ἰδικῶν σου ἀγαθῶν, τὰ ὁποῖα τόσον ἀφθόνως μᾶς παρέχεις, οὐδ΄ ἐπὶ στιγμὴν θὰ ἠδυνάμεθα νὰ ζήσωμεν.Εἶσαι Κύριός μας. Καὶ εἰς σὲ λοιπὸν χρεωστοῦμεν νὰ ἀφιερώσωμεν πάσας τὰς δυνάμεις μας καὶ ὁλόκληρον τὸν ἑαυτόν μας. Εἰς σὲ ὀφείλομεν νὰ ὑποτάξωμεν τὴν Θέλησίν μας καὶ διὰ σὲ πρέπει νὰ ζῶμεν. Σὺ εἶσαι ἡ λατρεία μας. Σὺ ὁ μοναδικὸς πλοῦτος καὶ θησαυρός μας. Σὺ ἡ ἀτίμητος κληρονομία μας. Πόσον εὐτυχεῖς θὰ ἤμεθα,ἐὰν μὲ ὅλην μας τὴν καρδίαν ἠσ- θανόμεθα ταῦτα πάντα καὶ ἐὰν ἡ ψυχή μας προσεκολλᾶτο ὁλόκληρος εἰς τὸν Κύριον!Ὑπάρχει ἄλλος γλυκύτερος καὶ ὡραιότερος καὶ ποθεινότερος ἀπὸ τὸν Κύριον;Καὶ ὑπάρχει ἄλλη θελ- κτικωτέρα ἐπικοινωνία καὶ σχέσις ἀπὸ τὴν ἐπικοινωνίαν μετὰ τοῦ Κυρίου;Καὶ δύναται ἄλλος τις νὰ χορτάσῃ τὴν ψυχή μας καὶ νὰ γεμίσῃ αὐτὴν μὲ ἀνέκφραστον χαρὰν καὶ εὐτυχίαν ἀπὸ τὸν Κύριον; Ἂς τὸν παρακαλῶμεν λοιπὸν διὰ τοῦ ψαλμοῦ τούτου νὰ ἑλκύσῃ τὴν καρδίαν μας καὶ νὰ ἀνάψῃ εἰς αὐτὴν ἄσβεστο τὸ πῦρ τοῦ θείου ἔρωτος καὶ τῆς πρὸς αὐτὸν ἀγάπης μας. Αὐτὸς εἶναι ποὺ συνετίζει τὰ πλάσματά του,ὥστε νὰ μὴ παρασύρωνται ἀπὸ τὴν μαται- ότητα καὶ νὰ μὴ ζητοῦν τὴν εὐτυχίαν των εἰς τὰ φθαρτὰ κτίσματα, ἀλλ΄ εἰς τὸν ἄφθαρτον καὶ ἀθάνατον Κτίστην των καὶ Δημιουργόν. ᾿Απὸ αὐτὸν λοιπὸν ἂς ζητῶμεν νὰ συνετίζῃ καὶ ἡμᾶς.

  Νὰ αἰσθανώμεθα τὸν Θεὸν ὡς Κύριόν μας καὶ νὰ ἑλκυσθῶμεν ἀπὸ τὴν ἀγάπην του! Ποῖος ὠκεανὸς εὐτυχίας! Μόνον τὸ ὅτι θὰ αἰσθανώμεθα τὸν πανταχοῦ παρόντα Κύριον νὰ μᾶς πα- ρακολουθῇ μὲ ὄμμα προστατευτικὸν καὶ μὲ στοργὴν πατρικήν μόνον τὸ ὅτι θὰ ἔχωμεν ἐκ τῆς πρὸς αὐτὸν ἀγάπης καὶ παρρησίας τὴν βεβαιότητα καὶ πληροφορίαν ὅτι ἡ παντοδύναμος χείρ του εἶναι ἐξαπλωμένη ἐπάνω μας ἕτοιμος νὰ ἀπομακρύνῃ πάντα κίνδυνον ἐξ ἡμῶν καὶ νὰ ἐκμηδενίσῃ πᾶσαν ἐπιβουλὴν καὶ παγίδα καθ΄ ἡμῶν,αὐτὰ καὶ μόνα εἶναι ἀρκετὰ νὰ κα- ταστήσουν τὴν πορείαν μας εἰς τὴν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος, τὴν ὁποίαν βαδίζομεν,ἀσφαλῆ καὶ χαρμόσυνον. ᾿Εὰν ὁ Θεὸς εἶναι εἰς τὸ πλευρόν μας, ποῖος λοιπὸν θὰ ἢτο ἱκανὸς νὰ μᾶς βλάψῃ; Δὲν θὰ ἠδυνάμεθα τότε καὶ ἕκαστος ἐξ ἡμῶν νὰ εἴπῃ μετὰ τοῦ Δαβίδ: «Ηὐφράνθη ἡ καρδία μου’ ἐγνώρισάς μοι ὁδοὺς ζωῆς»: καὶ ἐν αὐτῷ τῷ τάφῳ «κατασκηνώσω ἐπ’ ἐλπίδι»; Ὦ Κύριε, ἐπισκέφθητι τὰ τέκνα σου καὶ χάρισε εἰς αὐτὰ τὸ νὰ σὲ αἰσθάνω- νται πάντοτε ἐμπρός των καὶ διαρκῶς εἰς τὸ πλευρόν των.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου